Δίπλα στα ακόμη ζεστά κορμιά τους, κείτονται, με βαριά τραύματα σε λίμνες αίματος, περί τους 150 τραυματίες, αγωνίστριες και αγωνιστές όλων των ηλικιών.
Ανάμεσά τους αιμορραγεί και μία έγκυος γυναίκα, η οποία εκπνέοντας φωνάζει στους συναγωνιστές της: «Αφήστε με! Αν θέλετε να τιμήσετε και μένα και το ΕΠΟΝιτάκι που πεθαίνει στα σπλάχνα μου, τσακίστε τους εχθρούς. Επάνω τους πατριώτες!».
Προτού συγκρουστούν με τους κατακτητές και τους προδότες συνεργούς τους, αυτές οι ηρωικές μορφές έχουν προλάβει, παρά τα φονικά πυρά που τους χτυπούσαν απ' όλες τις μεριές, να καταλάβουν το υπουργείο Εργασίας (Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα) και να κάψουν τους καταλόγους με τους υπό επιστράτευση εργάτες.
Προτού ξεσπάσει το φονικό, οι ενθουσιώδεις φωνές του λαού είχαν «ξυπνήσει» σε εγερτήριο ξεσηκωμού όλους τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, που τους μετρούσαν με βία τα αποφασισμένα βήματα των αντιστασιακών, ψάλλοντας τον Εθνικό Υμνο.
Η πρωτεύουσα ανέπνεε ελεύθερα από τον ξενικό ζυγό και με την προκήρυξη γενικής απεργίας, την οποία είχε οργανώσει το ΕΑΜ υπό την καθοδήγηση της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ, θύμιζε ακατοίκητη πόλη, αφού εργάτες και εργαζόμενοι δεν έδωσαν το «παρών» στις δουλειές τους. Κι όμως, περί τις 300.000 γενναίες και γενναίοι κατευθύνθηκαν προς το υπουργείο της Ντροπής.
Η σιωπή της σκλαβιάς διαλύθηκε από τη μουσική των ιαχών και των κραυγών του πλήθους, που ήταν ένας ύμνος χαράς στη λευτεριά. Κι όμως, αυτό το απελευθερωτικό τραγούδι κατέβηκε από τις μείζονες κλίμακες της θριαμβικής ωδής στις ελάσσονες του ατέλειωτου μοιρολογιού.
Κανείς από τους δολοφόνους της 5ης Μάρτη δεν τιμωρήθηκε. Τα βρωμισμένα με αδελφοκτόνο αίμα χέρια τους υπερασπίστηκαν τους «οικονομικούς δοσίλογους», τους μεγαλέμπορους, τους μεγαλοβιομήχανους, αλλά και τους κάθε λογής μαυραγορίτες, οι οποίοι στην πλάτη του αγωνιζόμενου ελληνικού λαού έκαναν μπίζνες με τους κατακτητές.
Οι νεκροί αυτής της μέρας δεν βρίσκονται «θαμμένοι» στην ένοχη σιωπή των νεκροταφείων. Είναι μια κορυφαία σελίδα της πρόσφατης Ιστορίας μας, που κάποιοι αναθεωρητές και παραχαράκτες της ζώσας λαϊκής συνείδησης προσπαθούν να τη διαγράψουν από το βιβλίο της ταξικής αυτογνωσίας.
Ομως η εργατική τάξη γνωρίζει ότι ο εχθρός της είναι ο παρασιτικός αστικός κόσμος με τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους του, που απομυζεί την εργατική δύναμη συσσωρεύοντας πλούτο εις βάρος των παραγωγών του.
Το σφαγείο της 5ης Μάρτη, που έθρεψε άνθη του αδούλωτου λαού, πρέπει να αποτελέσει ένα διαρκές μάθημα ιστορικής μνήμης, που θα το μαθαίνουν απέξω τα παιδιά της εργατικής τάξης, γιατί τα γράμματα της θυσίας του είναι φωτεινά και διαλύουν κάθε λογής ξένα και ντόπια σκοτάδια.