Σε ανακοίνωσή του σχετικά με τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης επισημαίνει τα εξής:
«Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης (ΠΣΕ) εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις πρόσφατες εξελίξεις στο Αφγανιστάν. Είκοσι χρόνια μετά την ιμπεριαλιστική επίθεση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ και την εισβολή στο Αφγανιστάν, τα βάσανα του λαού του δεν έχουν τελειωμό.
Οταν οι ΗΠΑ ξεκίνησαν τον υποτιθέμενο "πόλεμο κατά της τρομοκρατίας" το 2001, οι αντιιμπεριαλιστικές φιλειρηνικές δυνάμεις γνώριζαν καλά την υποκρισία και τους πραγματικούς στόχους της επίθεσης στο Αφγανιστάν. Οι μουτζαχεντίν, οι Ταλιμπάν και άλλες εξτρεμιστικές θρησκευτικές δυνάμεις, που δημιουργήθηκαν, χρηματοδοτήθηκαν και κατευθύνθηκαν για περισσότερο από μια δεκαετία από τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους με σκοπό την ανατροπή της πρώτης λαϊκής κυβέρνησης στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ανέλαβαν τον έλεγχο της χώρας για περισσότερα από 10 χρόνια. Η διεθνιστική υποστήριξη της ΕΣΣΔ που είχε συμβάλει σε τεράστια πρόοδο σε όλους τους κοινωνικούς τομείς διαστρεβλώθηκε και παραποιήθηκε για ιδεολογικούς λόγους. Το 2001, αφού υπηρέτησαν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, οι Ταλιμπάν έγιναν ο "στόχος" των παλιών αφεντικών τους.
Η προσαρμογή της εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ στην Κεντρική Ασία είχε κατά νου την αντιπαράθεση με τη Ρωσία και την Κίνα. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, εκατομμύρια εκτοπίστηκαν και έγιναν πρόσφυγες. Πάνω από δύο τρισεκατομμύρια δολάρια δαπανήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια από τους ιμπεριαλιστές για στρατιωτικές επιχειρήσεις και εγκατάσταση και χρηματοδότηση πρόθυμων καθεστώτων μαριονέτας στην Καμπούλ. Η προσοδοφόρα επιχείρηση οπίου "άνθισε" και πολλαπλασιάστηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια.
Αυτές τις μέρες η κυβέρνηση Μπάιντεν άρχισε την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη χώρα μετά από μακρές διαπραγματεύσεις (που ξεκίνησαν από την κυβέρνηση Τραμπ) με τις δυνάμεις των Ταλιμπάν. Η χώρα παραδίδεται στον "προηγούμενο εχθρό" με άμεσο κίνδυνο για "θεσμικό σκοταδισμό" και τον φονταμενταλισμό. Οι ΗΠΑ δεν φεύγουν από το Αφγανιστάν για λόγους περικοπής των εξόδων. Οι προτεραιότητές τους στον Ειρηνικό Ωκεανό απαιτούν τέτοια αναπροσαρμογή και αναδιάταξη του στρατού τους.
Μεταξύ πολλών άλλων θεμάτων, η νέα κατάσταση θα προσθέσει νέα κοινωνικά προβλήματα για τους ανθρώπους του Αφγανιστάν, ιδιαίτερα για τις γυναίκες της χώρας. Ο κίνδυνος υπάρχει για την ισχυρότερη εμφάνιση του θρησκευτικού φονταμενταλισμού στην περιοχή, οπλισμένη σε μεγάλο βαθμό με τον στρατιωτικό εξοπλισμό που αφήνουν οι ΗΠΑ πίσω τους, ενώ οι ανησυχίες για ένα νέο κύμα προσφύγων αυξάνονται.
Το ΠΣΕ εκφράζει την αλληλεγγύη του στο λαό του Αφγανιστάν, ο οποίος, τα τελευταία 30 χρόνια, δεν είχε ποτέ την ελευθερία να αποφασίσει για το μέλλον και τις τύχες του. Η στρατιωτική κατοχή των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και η κυριαρχία των Ταλιμπάν είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος».
Στην Τεχεράνη ο Κινέζος απεσταλμένος για το Αφγανιστάν
Από τη συνάντηση που είχε ο ΥΠΕΞ του Ιράν Τζαβάντ Ζαρίφ με τον ειδικό απεσταλμένο της Κίνας για το Αφγανιστάν |
«Αυτή είναι η καθαρή αλήθεια», επισήμανε. «Στο Ιράκ, τη Συρία και το Αφγανιστάν, αυτό που είδαμε ήταν έναν αμερικανικό στρατό που αφήνει, καθώς φεύγει, προβλήματα, διχασμό, οικογένειες κατεστραμμένες και αποδεκατισμένες (...) Η εξουσία και ο ρόλος των ΗΠΑ είναι να καταστρέφουν, όχι να οικοδομούν». Απευθυνόμενη δε στους Ταλιμπάν, η εκπρόσωπος του Πεκίνου τούς προέτρεψε να «κρατήσουν σαφείς αποστάσεις από διεθνείς τρομοκρατικές οργανώσεις» και να «διασφαλίσουν πως το Αφγανιστάν δεν θα αποτελέσει, εκ νέου, επίκεντρο της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού».
Στο μεταξύ, ο ειδικός απεσταλμένος της Κίνας για το Αφγανιστάν Γιούε Σιάο Γιονγκ βρέθηκε τη Δευτέρα στην Τεχεράνη, όπου συζήτησε τις εξελίξεις με τον Ιρανό ΥΠΕΞ Τζαβάντ Ζαρίφ. Σύμφωνα με ιρανικά ΜΜΕ, ο Κινέζος διπλωμάτης επέμεινε στην «ανάγκη για συνεργασία μεταξύ των χωρών που συνορεύουν με το Αφγανιστάν». Ο δε Ζαρίφ επανέλαβε την ετοιμότητα της χώρας του να συμβάλει στην «ειρηνική μετάβαση της εξουσίας», ενώ και χτες οι ιρανικές αρχές επανέλαβαν ότι η πρεσβεία του Ιράν στην Καμπούλ συνεχίζει τη λειτουργία της.
Στις συνεργασίες που ευνοούν οι εξελίξεις αναφέρθηκε σε συνέντευξή του και ο αντιπρόεδρος της ρωσικής βουλής Κονσταντίν Κοσάτσεφ.
Ανέφερε ότι η Μόσχα έχει ήδη ξεκινήσει προσπάθειες για «προσέγγιση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών στο Αφγανιστάν, περιλαμβανομένων των εταίρων μας στον Οργανισμό Συνθήκης για τη Συλλογική Ασφάλεια (CSTO - Ρωσία, Αρμενία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν) και την Οργάνωση για τη Συνεργασία της Σαγκάης (SCO - Κίνα, Ρωσία, Καζακστάν, Κιργιζία, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Ινδία, Πακιστάν) αλλά και την ΕΕ, αρκεί να μην επαναλάβει (η τελευταία) τα λάθη των ΗΠΑ και να προσφέρει βοήθεια».
Ο ίδιος πρόσθεσε, σύμφωνα με το πρακτορείο «TASS», ότι σε μια τέτοια συνεργασία θα αναγκαστούν να πάρουν μέρος και οι Αμερικανοί, αλλά «φυσικά, όχι ως ηγετική δύναμη, μάλιστα με τη σημαντική δυσπιστία των Αφγανών απέναντί τους». Και κατέληξε υποστηρίζοντας ότι «τώρα οι Αμερικανοί δεν έχουν έδαφος για να διεκδικήσουν ηγετικό ρόλο. Και αυτά είναι τα μόνα καλά νέα από όλο το δράμα στο Αφγανιστάν». Χαρακτήρισε δε «αναποτελεσματικές» τις προσπάθειες των ΗΠΑ να συγκροτήσουν συμμαχίες με χώρες της περιοχής, επιλέγοντας να ξεχωρίσει και τον «τεράστιο ρόλο του γειτονικού Πακιστάν».
Τέλος, μιλώντας από το Καλίνινγκραντ όπου συμμετείχε σε πανεπιστημιακή εκδήλωση, ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ χαρακτήρισε «θετικό σημάδι» το ότι «οι Ταλιμπάν διακηρύσσουν πρακτικά την ετοιμότητά τους να σεβαστούν άλλες απόψεις».
Σημειωτέον ότι χτες η Ρωσία ξεκίνησε νέες στρατιωτικές ασκήσεις στο Τατζικιστάν (που θα διαρκέσουν ένα μήνα), μόλις μία βδομάδα μετά την ολοκλήρωση άλλων γυμνασίων της στην ίδια περιοχή.
Το ψέμα και η παραχάραξη είναι τόσο εξόφθαλμα, που αξίζει να θυμηθούμε τι κατέγραφε μόλις πριν από 2 χρόνια ένα ρεπορτάζ της «Ντόιτσε Βέλε», η οποία μόνο για ...«προκατάληψη» υπέρ της Σοβιετικής Ενωσης δεν μπορεί να κατηγορηθεί: «...Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται στη χώρα (σ.σ. στο Αφγανιστάν) κάτι σαν νοσταλγία για εκείνη την εποχή... Η νοσταλγία γίνεται ορατή από τον αριθμό των φοιτητών που μαθαίνουν ρωσικά, αλλά και στους δρόμους της Καμπούλ, όπου την τιμητική τους στα περίπτερα έχουν dvd και φιλμ για τη ζωή του Μοχάμεντ Νατζιμπουλάχ, του τελευταίου Αφγανού Προέδρου ελέω της τότε Σοβιετικής Ενωσης. Ο Αμπντούλ Χούσε, κάτοχος του περιπτέρου, είναι υπερήφανος που μιλά ρωσικά. Σπούδασε στη Σοβιετική Ενωση και διατηρεί φίλους εκεί. "Τότε η ζωή είχε κανονικότητα", λέει. "Οι τιμές ήταν σταθερές, διαφθορά δεν υπήρχε, οι υπάλληλοι ήταν αδιάφθοροι, κοινωνικές εισφορές και υποτροφίες δίδονταν με βάση την απόδοση και όχι τις σχέσεις".
Ο Αμπντέλ Χούσε και οι συνομήλικοί του πήγαιναν στο σοβιετικό πολιτιστικό κέντρο στην Καμπούλ για να δουν ταινίες, συναυλίες, να παρακολουθήσουν αναγνώσεις βιβλίων. Είχαν την εντύπωση ότι ήταν κομμάτι της σύγχρονης ζωής (...) Ηταν μια όμορφη, πράσινη πόλη η Καμπούλ, οι άνθρωποι πήγαιναν βόλτα, έκαναν πικνίκ στο πάρκο. Πανάσχημοι μαυρισμένοι τοίχοι δεν υπήρχαν».
Αφού ανδρώθηκαν με κονδύλια των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αφού εκπαιδεύτηκαν στα θρησκευτικά σχολεία (μαντράς) στο Πακιστάν και στα στρατόπεδά τους από Αμερικανούς και άλλους «δυτικούς» εκπαιδευτές, το 1989 έγιναν η αιχμή του δόρατος για να ανατραπεί το λαϊκοδημοκρατικό καθεστώς του Αφγανιστάν, που επιχείρησε να βγάλει τη χώρα από το Μεσαίωνα και είχε από το 1979 τη στήριξη των τότε σοσιαλιστικών χωρών και της ΕΣΣΔ.
Ηταν η περίοδος που στη χώρα δημιουργήθηκαν υποδομές στην Παιδεία, στην Υγεία, στην Πρόνοια, νομοθετήθηκε η εξίσωση ανδρών και γυναικών, δόθηκε η δυνατότητα ανέλιξης των γυναικών σε αξιώματα στη διακυβέρνηση, στις επιστήμες, στην παραγωγή.
Ολα αυτά ανατράπηκαν όταν οι μουτζαχεντίν, με τη στήριξη των ΑμερικανοΝΑΤΟικών, κατέλαβαν την εξουσία. Τότε, το 1989, Αμερικανοί διοικητές εμφανίζονταν να τους παραδίδουν την «ελεύθερη χώρα τους», για να ξαναβγεί η μπούργκα, να ξαναρχίσουν οι διακρίσεις και οι διώξεις γυναικών, να σφαγιαστούν όσοι συμμετείχαν στο εγχείρημα να ξεφύγει ο λαός από τον σκοταδισμό.
Το φαινόμενο «τζιχαντιστές» (μαχητές ιερού πολέμου) αξιοποιήθηκε από τους ιμπεριαλιστές για να προχωρήσουν τα σχέδιά τους. Το ίδιο είδαμε να συμβαίνει και σε Ιράκ, Λιβύη και Συρία: Χιλιάδες μισθοφόροι χρηματοδοτήθηκαν και εκπαιδεύτηκαν από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή, τις πετρελαιομοναρχίες του Περσικού Κόλπου, τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, την Τουρκία και λοιπούς.
Εγιναν η «δύναμη κρούσης» των ΑμερικανοΝΑΤΟικών για την κατοχύρωση των συμφερόντων τους στην περιοχή, ανταγωνιστικά προς τις άλλες δυνάμεις. Με τον ίδιο ακριβώς σκοπό αποτέλεσαν στη συνέχεια αντίπαλό τους, στη νέα «σταυροφορία» ενάντια στην «τρομοκρατία του Ισλαμικού Κράτους», με τη στήριξη και όλων των ελληνικών κυβερνήσεων.
Αυτά, λοιπόν, «έγραψαν» και δεν ξεγράφουν. Και δεν αποδεικνύουν μόνο την υποκρισία των ιμπεριαλιστών, που σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τα «ανθρώπινα δικαιώματα» και την «καταπίεση των γυναικών» από τους Ταλιμπάν, που ανακτούν την κυριαρχία στο Αφγανιστάν. Αλλά επιβεβαιώνουν για μια ακόμα φορά ότι μόνο ο σοσιαλισμός μπορεί να αποτελεί διέξοδο για τους λαούς απέναντι στη «Λερναία Υδρα» της καπιταλιστικής βαρβαρότητας με τα δέκα κεφάλια.