Με συναντήσεις - μέσω τηλεδιασκέψεων - με τους «κοινωνικούς εταίρους» και εκπροσώπους επαγγελματικών φορέων, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στρώνει το έδαφος για την επιτάχυνση των νέων αντεργατικών ανατροπών που απαιτεί το μεγάλο κεφάλαιο.
Πρώτη πρώτη στη λίστα των συναντήσεων με τον νέο υπουργό, Κ. Χατζηδάκη, στήθηκε χτες η ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ, πρόθυμο «ντεκόρ» στην προσπάθεια της κυβέρνησης να καλλιεργήσει μια εικόνα «κοινωνικής συναίνεσης» πριν από τα νέα χτυπήματα.
Καθόλου τυχαία, όπως επιβεβαιώνει και το σχετικό δελτίο Τύπου του υπουργείου, στο επίκεντρο της συνάντησης τέθηκαν όλες οι «ανατροπές του αιώνα» που ετοιμάζει η κυβέρνηση: Το «πακέτο» του εργασιακού νομοσχεδίου και του νέου συνδικαλιστικού νόμου που έχει ήδη έτοιμο η κυβέρνηση για τα νέα χτυπήματα στο χρόνο εργασίας, στους μισθούς και τη συνδικαλιστική δράση, η «πορεία της αγοράς εργασίας στην μετά κορονοϊό εποχή», με τη μονιμοποίηση και εμβάθυνση όλων των αντεργατικών μέτρων της περιόδου της πανδημίας, η «μεταρρύθμιση του συστήματος των επικουρικών συντάξεων», δηλαδή το σχέδιο ιδιωτικοποίησής τους, αλλά και η «αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ», με το υπουργείο μάλιστα να επικαλείται τις «γνώσεις» της ηγετικής ομάδας της ΓΣΕΕ στη διαχείριση «ευρωπαϊκών κονδυλίων».
Εξαρχής, ο υπουργός Εργασίας δεν έκρυψε την πρόθεσή του να αξιοποιηθεί η «θεσμική επαφή» με την ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ, ως ιμάντα στην προσπάθεια αφοπλισμού του εργατικού κινήματος μπροστά στα νέα αντεργατικά σχέδια. Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «πιστεύουμε στην επιχειρηματικότητα. Οπως όμως δεν υπάρχουν εργαζόμενοι χωρίς επιχειρήσεις, δεν υπάρχουν και επιχειρήσεις με τους εργαζομένους στα κεραμίδια...», εκφράζοντας την ανησυχία του για τις αντιδράσεις των εργαζομένων και τη διασφάλιση της «εργασιακής ειρήνης».
«Ανταγωνιστικότητα και κοινωνική συνοχή πάνε χέρι χέρι», ισχυρίστηκε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι «η προσέλκυση των επενδύσεων πρέπει να συνδυαστεί με την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας χωρίς εκπτώσεις» και ότι «αυτό το πνεύμα θα διαπνέει το εργασιακό νομοσχέδιο». Η πραγματικότητα βέβαια είναι ότι προϋπόθεση για τις επενδύσεις του κεφαλαίου είναι η αντεργατική κλιμάκωση, γι' αυτό και το κυβερνητικό νομοσχέδιο φέρνει παραπέρα χτύπημα του 8ωρου, απλήρωτες υπερωρίες, ένταση στην καταστολή της συνδικαλιστικής δράσης και του απεργιακού δικαιώματος.
Μίλησε επίσης για «μετάβαση στην εργασιακή κανονικότητα» μετά την πανδημία, όταν όλο το αντεργατικό μπαράζ μέτρων που ψήφισε η κυβέρνηση κατά τη διάρκειά της θα παραμείνει σε ισχύ, παραδίδοντας στις επιχειρήσεις ένα αναβαθμισμένο οπλοστάσιο για την ενίσχυση της εκμετάλλευσης.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο «σημαντικό ρόλο» που «θα διαδραματίσουν και τα ευρωπαϊκά κονδύλια», με προτεραιότητα σε «δράσεις κατάρτισης εργαζομένων και ανέργων», καλώντας «τη ΓΣΕΕνα προσφέρει τις γνώσεις της στην προσπάθεια αυτή, εκμεταλλευόμενη την εμπειρία του Ινστιτούτου Εργασίας». Η αναφορά δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς πράγματι η ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ διαθέτει πλούσια εμπειρία στο ξεκοκάλισμα τέτοιων ευρωενωσιακών κονδυλίων για την προώθηση του «κοινωνικού εταιρισμού», τη στήριξη του εργατοπατερισμού και τον εκμαυλισμό συνειδήσεων...
Στο τραπέζι μπήκε και η ιδιωτικοποίηση των επικουρικών συντάξεων, πεδίο στο οποίο υπερθεματίζει η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, έχοντας από χρόνια ταχθεί υπέρ της κεφαλαιοποίησης της επικουρικής ασφάλισης, με τη δημιουργία Επαγγελματικού Ταμείου. Για το θέμα αυτό, μάλιστα, το υπουργείο ανακοίνωσε ότι συμφωνήθηκε να γίνει ειδική συνάντηση μεταξύ του αρμόδιου υφυπουργού, Π. Τσακλόγλου, και των «κοινωνικών εταίρων» στο αμέσως επόμενο διάστημα.
Να σημειωθεί ότι μέχρι αργά χθες το βράδυ δεν υπήρχε κανένα δελτίο Τύπου για τη συνάντηση από την ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ. Προφανώς ήταν ακόμα... «στο μαγείρεμα».
Οι εργαζόμενοι της «ΦΑΓΕ», με τη στήριξη της Ομοσπονδίας και του κλαδικού Συνδικάτου, έδωσαν απεργιακή απάντηση στην απόλυση |
Ετσι, με αποφάσεις συνελεύσεων, το Σωματείο Εργαζομένων «ΦΑΓΕ» και οι απεργοί βρέθηκαν για δεύτερη μέρα έξω από την πύλη του εργοστασίου στη Μεταμόρφωση. Στο πλευρό τους βρέθηκαν αντιπροσωπείες της Ομοσπονδίας Εργαζομένων Γάλακτος - Τροφίμων - Ποτών και του κλαδικού Συνδικάτου της Αττικής, επιχειρησιακών και κλαδικών σωματείων, καθώς και της Εκτελεστικής Γραμματείας του ΠΑΜΕ.
Στις συναντήσεις με το Σωματείο, εκπρόσωποι της εργοδοσίας μετέφεραν την αδιαλλαξία της εταιρείας που επιμένει στην απόλυση. Η απεργία λήγει σήμερα τα ξημερώματα, οι εργαζόμενοι ωστόσο ξεκαθαρίζουν πως δεν αποδέχονται να «πληρώνουν» με απολύσεις τα λάθη και τις αστοχίες που είναι αναπόφευκτο κατά καιρούς να συμβαίνουν, ιδιαίτερα από τη στιγμή που είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν σε συνθήκες εντατικοποίησης.
Η συμμετοχή στην απεργία στο τεχνικό τμήμα, όπου δούλευε ο απολυμένος, ήταν και τις δύο μέρες ιδιαίτερα μαζική, ενώ εργαζόμενοι και στα άλλα πόστα έδωσαν το «παρών» στην απεργιακή κινητοποίηση. «Μας αντιμετωπίζουν λες και είμαστε αναλώσιμοι, δεν μας υπολογίζουν», σχολιάζουν, ενώ το Σωματείο στηλιτεύει τη στάση της εταιρείας που αντιμετωπίζει το προσωπικό «σαν ρομπότ που όταν "χαλάνε" τα πετάνε». Οπως εξηγούν, οι τεχνικοί είναι αυτοί που επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος της εντατικοποίησης. «Εκεί που δουλεύεις σε μια μηχανή, ταυτόχρονα σε καλούν και σε μια άλλη βλάβη», σημειώνουν, υπογραμμίζοντας τη συνεχή πίεση κάτω από την οποία εργάζονται. Μέσα στην πανδημία, μάλιστα, η επιχείρηση μετέτρεψε την 5ήμερη εργασία σε 6ήμερη, προκειμένου να «ανεβάσει» την παραγωγή της καθώς ο όγκος των εξαγωγών της αυξήθηκε. Ετσι, η απόλυση στην οποία προχώρησε η εταιρεία ήρθε μετά τα συνεχόμενα εξαήμερα, τις 12ωρες βάρδιες για να «βγει» το πρόγραμμα όταν μέρος του προσωπικού βρίσκεται σε άδεια, τις συνεχείς πιέσεις από προϊστάμενους και διευθυντές.
Την αλληλεγγύη του στους εργαζόμενους στη «ΦΑΓΕ» και το Σωματείο τους εκφράζει και το Συνδικάτο Τύπου και Χάρτου. Με ανακοίνωσή του καλεί την εργοδοσία του ομίλου Φιλίππου, που δραστηριοποιείται και στον κλάδου του Τύπου - Χαρτιού μέσα από την επιχείρηση «ΜΟΡΝΟΣ», να ανακαλέσει την απόλυση.
Το προεδρείο της ΓΣΕΕ να δώσει τα πρακτικά της συνάντησης σε όλα τα μέλη της Διοίκησης
«Να πάρουν πίσω όλα τα μέτρα που σχεδιάζουν», τονίζει το ΠΑΜΕ, σε ανακοίνωσή του με αφορμή τη χτεσινή συνάντηση - τηλεδιάσκεψη που πραγματοποίησε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας με την ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ. Παράλληλα, το ΠΑΜΕ απαιτεί από το προεδρείο της ΓΣΕΕ να δώσει τα πρακτικά της συνάντησης σε όλα τα μέλη της Διοίκησης της Συνομοσπονδίας.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση του ΠΑΜΕ έχει ως εξής:
«Το υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε ότι προχωρά σε συναντήσεις με τους "κοινωνικούς εταίρους", ανάμεσα σε αυτούς και τους εργατοπατέρες και τη γνωστή ομάδα της ΓΣΕΕ, τους συμμάχους δηλαδή της κυβέρνησης που συνδιαμορφώνουν και συναινούν σε πλήθος αντεργατικών μέτρων. Μέτρα που ελαστικοποιούν ακόμα περισσότερο την εργασία, νομιμοποιώντας το δωδεκάωρο, που ρίχνουν τους μισθούς στα όρια των 200 ευρώ, που ολοκληρώνουν τη διάλυση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος με την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, που χτυπούν τη συνδικαλιστική δράση και το δικαίωμα στην απεργία με το πρόσχημα του "προσωπικού ασφαλείας".
Η απεργία στις 26 Νοέμβρη και το ξεκάθαρο μήνυμα στην κυβέρνηση της ΝΔ παραμένει ακόμα επίκαιρο και δεν παρερμηνεύεται, καθώς τα νέα αντεργατικά μέτρα βρίσκονται στο συρτάρι για να ψηφιστούν. Οι ζωντανές και υγιείς δυνάμεις σε Συνδικάτα, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα, που έκαναν το βήμα και παραμέρισαν τη θλιβερή ηγεσία της ΓΣΕΕ προχωρώντας σε απεργία για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας και για την υπεράσπιση των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, πρέπει να πάρουν ξανά την κατάσταση στα χέρια τους.
Να πάρουν πίσω όλα τα μέτρα που σχεδιάζουν! Δεν θα επιτρέψουμε να μετατραπεί η χώρα σε μία απέραντη οικονομική ζώνη στην οποία θα δίνεται γη και ύδωρ στους επιχειρηματικούς ομίλους και ψίχουλα στους εργαζόμενους με ένταση της εκμετάλλευσης και της καταστολής.
Απαιτούμε από το προεδρείο της ΓΣΕΕ να δώσει τα πρακτικά της σημερινής συνάντησης σε όλα τα μέλη της Διοίκησης».
Την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων, σε ό,τι αφορά εργασιακές συνθήκες, δικαιώματα και μισθούς, αποτυπώνει έρευνα εταιρείας δημοσκοπήσεων για λογαριασμό της ΓΣΕΕ, η ηγετική ομάδα της οποίας σχολιάζοντας την έρευνα εμφανίστηκε να χύνει κροκοδείλια δάκρυα «για τις αλλαγές που φέρνει η περίοδος της πανδημίας», όταν ο πρόεδρός της ήταν αυτός που πρώτος - πρώτος έλεγε ότι η πανδημία «δεν έχει ταξικά χαρακτηριστικά» και ότι «το κόστος θα πρέπει να το αναλάβουμε όλοι»!
Το 56% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα που συμμετείχαν στην έρευνα απάντησαν ότι έχουν μειωθεί τα εισοδήματά τους στη διάρκεια της πανδημίας, με το 36% να δηλώνει μάλιστα ότι μειώθηκαν πάνω από 20%.
Αντίστοιχα, το 40% απάντησε ότι στη διάρκεια της πανδημίας έχει εργαστεί με τηλεργασία. Ως προς τις επιπτώσεις της τηλεργασίας την αξιολογούν αρνητικά: Το 65% σε σχέση με τις ώρες εργασίας τους, το 54% σε σχέση με τα εργασιακά δικαιώματά τους, το 54% σε σχέση με τη ψυχική ισορροπία τους, το 52% σε σχέση με την προσωπική ζωή τους, το 40% σε σχέση με την εξέλιξη της αμοιβής τους κ.ά.
Το 39% των εργαζομένων δηλώνουν απαισιόδοξοι για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους, ενώ το 58% εξέφρασε την απαισιοδοξία του για την εξέλιξη των αμοιβών του το επόμενο εξάμηνο.
Παράσταση διαμαρτυρίας στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών πραγματοποιούν σήμερα Τετάρτη, στις 11 π.μ., αντιπροσωπείες επτά Ομοσπονδιών εργαζομένων του Δημοσίου, «ενάντια στη διαρκή προσπάθεια της κυβέρνησης για την ιδιωτικοποίηση κρίσιμων δημόσιων λειτουργιών».
Πρόκειται για τις Ομοσπονδίες Εργαζομένων Περιφερειών Ελλάδας, στους ΟΤΑ, στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, στο υπουργείο Περιβάλλοντος, των Γεωτεχνικών Δημόσιων Υπαλλήλων, Μηχανικών Τεχνολογικού Τομέα Ανώτατης Εκπαίδευσης και Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών.
Οι Ομοσπονδίες τονίζουν ότι το επικείμενο νομοσχέδιο για τις αλλαγές στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων «ενισχύει την παρουσία ιδιωτικών συμφερόντων σε όλο το φάσμα παραγωγής Δημοσίων Εργων και επιβεβαιώνει την πρόθεση της κυβέρνησης να επιταχύνει τις δυσμενείς εξελίξεις».
Διεκδικούν προσλήψεις προσωπικού με μόνιμες και σταθερές σχέσεις εργασίας, ενίσχυση των Δημόσιων Τεχνικών και όλων των Ελεγκτικών Υπηρεσιών και όχι ιδιωτικοποίησή τους και εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες, θεσμική και οικονομική αναβάθμιση του συνόλου του προσωπικού, κατάργηση των σχετικών νόμων που επιτρέπουν τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων υπηρεσιών.