Eurokinissi |
Οπως είπε χτες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στ. Πέτσας, «ο πρωθυπουργός έχει, εδώ και πάρα πολύ καιρό, τονίσει ότι πρέπει να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, ακόμη και σε περιόδους κρίσης. Ιδίως μάλιστα σε περιόδους κρίσης», ενώ για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, είπε ότι «χρειάζεται έμπρακτη αποκλιμάκωση από πλευράς της Τουρκίας, προκειμένου να μπορέσει να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση, μέσω διερευνητικών επαφών και οποιασδήποτε άλλης ενέργειας χρειάζεται, προκειμένου να φτάσουμε στην οριοθέτηση». Ταυτόχρονα, δεν απέκλεισε μια συνάντηση Ερντογάν - Μητσοτάκη, ίσως το φθινόπωρο.
Αποκαλυπτικά πάντως για το περιεχόμενο των «ανοιχτών διαύλων» είναι και τα συγχαρητήρια που έσπευσε να δώσει χτες εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών (απαντώντας σε ερώτηση του ιστότοπου Hellas Journal), σημειώνοντας πως «οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η Ελλάδα και η Τουρκία είναι δύο συμμαχικές χώρες στο ΝΑΤΟ που έχουν κοινό συμφέρον να διατηρούν ανοιχτό τον διάλογο για τη συνεργασία και την ειρηνική επίλυση των διαφορών τους. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θεωρεί ότι η συγκεκριμένη στάση ενισχύει τη συμμαχία του ΝΑΤΟ».
Ενδεικτική, στο μεταξύ, της «προετοιμασίας εδάφους» για τα επικίνδυνα σχέδια είναι και η παρέμβαση του συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του πρωθυπουργού, Αλ. Διακόπουλου, ο οποίος μιλώντας στο «Εθνος» κατηγόρησε την Αγκυρα ότι «οι διερευνητικές συνομιλίες (...) διακόπηκαν με ευθύνη της Τουρκίας, η οποία δεν έδειχνε μέχρι τώρα ενδιαφέρον για την επανέναρξή τους».
Ενώ σε ένδειξη της ελληνικής έμπρακτης «διαλλακτικότητας» προκειμένου να μη διαταραχτεί η ευρωατλαντική «σταθερότητα» στην περιοχή, είπε ότι δεν μπορεί να κατηγορεί κανείς την Ελλάδα «για μαξιμαλισμό, μια χώρα που έχει μόνο 6 μίλια χωρική θάλασσα» και «έχει δείξει αυτοσυγκράτηση στην πλήρη εφαρμογή όσων μας επιτρέπει το Διεθνές Δίκαιο (...) στο πλαίσιο μιας λειτουργίας σύμφωνης με το πνεύμα του δικαίου και της καλής γειτονίας».
Την ίδια ώρα, μπροστά και στα σχέδια «διευθετήσεων» και συνδιαχείρισης υπό την «ομπρέλα» ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, έβαλε ζητήματα και στο εσωτερικό, ότι «στην Ελλάδα, ιστορικά και κοινωνικά αν θέλετε, δεν είναι εμπεδωμένη η νοοτροπία του συμβιβασμού και της συναίνεσης, ειδικά σε θέματα που προσεγγίζουμε με συναίσθημα και όχι με λογική», και ότι αυτό το έχουμε πληρώσει «στις διεθνείς μας σχέσεις με χαμένες ευκαιρίες για επωφελείς συμβιβασμούς σε εθνικά θέματα», ενώ, όπως είπε, «η κουλτούρα του Διεθνούς Δικαίου είναι μια κουλτούρα συμβιβασμού».
Στο ίδιο μήκος κύματος σημείωσε πως «οι γενικές αρχές, π.χ., του Δικαίου της Θάλασσας εφαρμόζονται αυτούσιες και αναντίρρητα σε ένα νησί στη μέση του ωκεανού, αλλά σε περιπτώσεις γεωγραφικής εγγύτητας καλούνται τα παρακείμενα ή αντικείμενα κράτη να έρθουν σε μια δίκαιη συμφωνία στη βάση βεβαίως των προνοιών του Δικαίου της Θάλασσας», το οποίο Δίκαιο «δεν αποσκοπεί σε ανταγωνισμούς ή αποκλεισμούς, αλλά σε συνεργασίες» προσθέτοντας πως «Κάθε επιτυχής διαπραγμάτευση είναι αποτέλεσμα συγκερασμού αντίρροπων συμφερόντων και κάθε διεθνής συμφωνία είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού».
Εξάλλου, βάζοντας το θέμα καθαρά σε πλαίσιο ΝΑΤΟ, προειδοποίησε την Αγκυρα ότι αν στη βάση του «παράνομου μνημονίου» Σάρατζ - Ερντογάν «διακινδυνεύσει μια γενικευμένη αστάθεια στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, τότε θα είναι η μόνη υπεύθυνη και αυτό θα της καταλογιστεί από τη διεθνή κοινότητα και θα υποστεί τις επιπτώσεις».
Να καταγραφεί πως στις διεργασίες γύρω από τα Ελληνοτουρκικά παρενέβη και ο πρώην πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς, ο οποίος με συνέντευξή του στα «Νέα» σημείωσε πως «διάλογο με "πειρατές" δεν κάνει κανείς», εμφανιζόμενος αντίθετος στην προοπτική μιας προσφυγής στη Χάγη, στη βάση ενός «συνυποσχετικού» που θα παρακάμπτει - όπως αναφέρει - το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Στο μεταξύ, στην Τυνησία βρέθηκε χτες ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, όπου και έγινε δεκτός από τον Πρόεδρο της χώρας, Kais Saied, και τον πρωθυπουργό, Elyes Fakhfakh, ενώ είχε συνομιλίες με τον ομόλογό του, Noureddine Erray, συζητώντας για τις εξελίξεις στη Λιβύη και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, το Μεσανατολικό και τις σχέσεις ΕΕ - Τυνησίας. Αμέσως μετά τη συνάντηση με τον Τυνήσιο ομόλογό του είπε ότι οι δύο πλευρές διερεύνησαν τρόπους να ενισχύσουν τις διμερείς πολιτικές και οικονομικές τους σχέσεις, παραπέμποντας και στη Συμφωνία Θαλάσσιων Μεταφορών που υπέγραψαν χτες.
Υποστήριξε, εξάλλου, ότι οι δύο κυβερνήσεις μοιράζονται «μία κοινή αντίληψη» με «θεμέλιό» της τη «δέσμευσή μας να παραμένουμε πάντοτε εντός πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου. Ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, από ό,τι συμβαίνει με την εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη, η οποία αντιβαίνει άμεσα στις Αποφάσεις του ΟΗΕ και τα Συμπεράσματα της Διάσκεψης του Βερολίνου, ενώ αποσταθεροποιεί την περιοχή».
Νέα ώθηση στο ευρύτερο παζάρι με την Τουρκία επιχειρεί να δώσει η Ευρωπαϊκή Ενωση, που με μοχλό το Κυπριακό φέρεται έτοιμη για κλιμάκωση διαπραγματεύσεων με διακύβευμα τον έλεγχο των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και συνολικότερες ισορροπίες, με φόντο και τις εξελίξεις σε Συρία, Λιβύη κ.τ.λ.
Στο πλαίσιο των πρόσφατων επαφών του στη Λευκωσία (όπου πήγε μετά την Αθήνα), ο ύπατος εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφαλείας της Ενωσης, Ζοζέπ Μπορέλ, πρότεινε τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Κύπρου και της Τουρκίας για να συζητηθεί ο μεταξύ των δύο χωρών καθορισμός ΑΟΖ.
Την πρόταση αυτή ο Μπορέλ θα αξιοποιήσει και ενόψει της επίσκεψης που θα κάνει στην Αγκυρα το επόμενο διάστημα και πριν τη νέα συνάντηση των Ευρωπαίων ΥΠΕΞ (13/7). Αλλωστε, όπως δήλωσε και ο αρμόδιος εκπρόσωπος της Κομισιόν για θέματα Εξωτερικών Υποθέσεων, Πίτερ Στάνο, στην ατζέντα της επόμενης Συνόδου Κορυφής θα περιλαμβάνεται και το θέμα της Τουρκίας, τονίζοντας ότι «αυτή είναι η καλύτερη πλατφόρμα για να συζητηθεί πώς θα προχωρήσει το θέμα και για το πώς θα συνεχίσουμε με την Τουρκία, έτσι ώστε να επιτευχθεί αλλαγή στη συμπεριφορά, στις ενέργειες και στις δηλώσεις». Ο Στάνο δεν επιβεβαίωσε ότι ο Τούρκος ΥΠΕΞ αρνήθηκε συνάντηση με τον Μπορέλ και επισήμανε ότι πρέπει «να λυθούν μέσω του διαλόγου» ζητήματα που αφορούν τις δραστηριότητες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σημειωτέον ότι μεθαύριο Πέμπτη, 2 Ιούλη, ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου θα επισκεφτεί το Βερολίνο, δεδομένου του ότι 1η Ιούλη η Γερμανία αναλαμβάνει την προεδρία της ΕΕ.
Σχολιάζοντας την πρόταση Μπορέλ για συνάντηση ΥΠΕΞ Τουρκίας - Κύπρου, ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ Χαμί Ακσόι δήλωσε πως αυτή «δεν είναι σοβαρή», γιατί έγινε «από την ίδια ΕΕ που πάντα αγνοεί την ύπαρξη των Τουρκοκυπρίων και σε καμία της δήλωση δεν αναφέρθηκε στα ισότιμα δικαιώματά τους στους φυσικούς πόρους του νησιού». Πρόσθεσε ότι «μέχρι να επιλυθεί το Κυπριακό, συνομιλητές των Ελληνοκυπρίων στο θέμα των υδρογονανθράκων είναι οι Τουρκοκύπριοι», τονίζοντας πως «εάν επιδιώκεται λύση στο θέμα της Ανατολικής Μεσογείου, το πρώτο βήμα που πρέπει να γίνει είναι να συναντηθούν οι δύο "λαοί" στο νησί το συντομότερο για τη δημιουργία ενός κοινού μηχανισμού συνεργασίας, έρευνας και διαχείρισης υδρογονανθράκων, καθώς και διαμοιρασμού των εσόδων», υποστηρίζοντας ότι «η πρόταση της "ΤΔΒΚ" στις 13 Ιουλίου 2019 διασφαλίζει την απαραίτητη βάση γι' αυτό». Πρόκειται για την πρόταση του ψευδοκράτους να δημιουργηθεί επιτροπή Ελληνοκυπρίων - Τουρκοκυπρίων ώστε να δρομολογηθεί η αξιοποίηση του κυπριακού φυσικού αερίου πριν οποιαδήποτε «λύση» του Κυπριακού.
Κατά τ' άλλα, ο Ακσόι είπε ότι «η οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στα δυτικά της νήσου Κύπρου θα είναι δυνατή μόνο μετά την επίλυση του Κυπριακού. Η Τουρκία δεν θα καθίσει ποτέ στο τραπέζι με την "ελληνοκυπριακή διοίκηση νοτίου Κύπρου" η οποία έχει σφετεριστεί τον τίτλο της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν εκπροσωπεί τους Τουρκοκύπριους».
Τέλος, ας καταγραφεί ότι ο ηγέτης του ψευδοκράτους, Μουσταφά Ακιντζί, εξέφρασε την απογοήτευσή του επειδή κατά την πρόσφατη επίσκεψη Μπορέλ στην Κύπρο δεν συναντήθηκε κι εκείνος μαζί του, διευκρινίζοντας ότι αυτό «προκάλεσε απογοήτευση» επειδή «στόχος μας είναι η διεύρυνση των σχέσεων με την ΕΕ».
ΤΡΙΠΟΛΗ.--
«Κοινές θέσεις» σε αρκετά ζητήματα σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στη Λιβύη εμφανίστηκαν να έχουν μετά την τηλεδιάσκεψή τους την Παρασκευή οι Πρόεδροι της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, και της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, τονίζοντας την επιθυμία τους για εκεχειρία και εξεύρεση λύσης με πολιτικά μέσα και διάλογο, «όχι με συγκρούσεις».
Παράλληλα πάντως με την τηλεδιάσκεψη Πούτιν - Μακρόν, αυξήθηκαν και οι φήμες για Ρώσους μισθοφόρους σε μεγάλες πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Δυτικής Λιβύης, οι οποίοι φέρεται πως αναπτύσσονται τα τελευταία 24ωρα στην περιοχή ώστε να αποτρέψουν απόπειρα κατάληψής τους από μισθοφόρους που πρόσκεινται στην κυβέρνηση του πρωθυπουργού Φαγιέζ Σάρατζ.
Ακολούθησε, το Σαββατοκύριακο, η μετάβαση του Σάρατζ στη Ρώμη, όπου συνάντησε τον Ιταλό ομόλογό του Τζουζέπε Κόντε. Μεταξύ άλλων αποφάσισαν τη συγκρότηση «ειδικής επιτροπής» που θα αναλάβει την επιστροφή των ιταλικών επιχειρήσεων στη Λιβύη, ενώ ο Κόντε επανέλαβε ότι «είναι άμεση η ανάγκη για πολιτική διευθέτηση της κρίσης (...) Οι λύσεις δεν θα βρεθούν με πόλεμο».
Από την Αγκυρα, το ίδιο 24ωρο, μιλώντας στο CNN ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ επιβεβαίωσε ότι προχωρά το «σχέδιο συνεργασίας» για «αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες» με τη Λιβυκή Πετρελαϊκή Εταιρεία (NOC).
Παράλληλα, η πρεσβεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην Ουάσιγκτον άρχισε να ενημερώνει μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου για το σοβαρό ενδεχόμενο εμπλοκής της Αιγύπτου και της Τουρκίας σε σύγκρουση, με αφορμή τις τουρκικές στρατιωτικές - και άλλες - επιχειρήσεις στο λιβυκό έδαφος. Η Αγκυρα κατηγορείται μεταξύ άλλων ότι έχει «εξάγει» στη Λιβύη πάνω από 15.000 Σύρους μισθοφόρους, ότι επιχειρεί να επαναφέρει στην περιοχή την ενεργό δράση των «Αδελφών Μουσουλμάνων», που έχουν τεθεί εκτός νόμου στην Αίγυπτο, καθώς και να παρασύρει σε πόλεμο την Αίγυπτο. Στην σχετική επιστολή με αποδέκτη το Κογκρέσο σημειώνεται ότι σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης «πολλές χώρες της περιοχής θα συνταχθούν με την Αίγυπτο, είτε σε στρατιωτικό είτε σε πολιτικό επίπεδο είτε και στα δύο. Αν κάποιος πιστεύει ότι η Λιβύη είναι τώρα χαοτική, αυτή η εξέλιξη θα την κάνει 100 φορές χειρότερη. Εάν δεν ελεγχθούν οι ενέργειες της Τουρκίας στη Λιβύη, τα πράγματα μπορεί εύκολα να οδηγηθούν από το κακό στο χειρότερο».
Χτες στην Τρίπολη, πάντως, ο Σάρατζ κάλεσε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο να εξετάσει την πιθανότητα ανακήρυξης του αντιπάλου του, Χαλίφα Χάφταρ, του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» (LNA), σε εγκληματία πολέμου. Τον κατηγορεί ότι βομβάρδισε επανειλημμένα κατοικημένες περιοχές, αεροδρόμια και άλλους μη στρατιωτικούς στόχους. Ανάλογα είχε πράξει νωρίτερα και ο Χάφταρ, ο οποίος σε συνάντηση που είχε με τον Αμπντουλάχ αλ Θάνι, πρωθυπουργό της Ανατολικής Λιβύης (που δεν αναγνωρίζεται διεθνώς), και τον υπουργό Εξωτερικών, Αμπντούλ αλ Χουάιζ, κατηγόρησε για εγκλήματα πολέμου τον Σάρατζ.