Καταγγελία για τις άσχημες συνθήκες λειτουργίας των αστικών συγκοινωνιών
Η Επιτροπή αναδεικνύει τη διαχρονική ευθύνη κυβερνήσεων και διοικήσεων, σημειώνοντας ότι αντιμετωπίζουν την υγεία και τις ανάγκες των εργαζομένων με γνώμονα τη λογική «κόστους - οφέλους». Αναφέρεται επίσης στις ευθύνες των πλειοψηφιών των ΔΣ των σωματείων που, μεταξύ άλλων, ματαίωσαν συμβολική στάση εργασίας που είχαν αποφασίσει στην έναρξη της επιδημίας, μετά από παρέμβαση της διοίκησης, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην πανελλαδική δράση για την Υγεία στις 28 Απρίλη, καταψήφισαν την πρόταση της ΔΑΣ για απεργία την Πρωτομαγιά.
Καλεί, τέλος, τους εργαζόμενους «να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας. Να απαιτήσουμε άμεσα Γενική Συνέλευση λαμβάνοντας όλα τα μέτρα προστασίας που συστήνει η επιστημονική κοινότητα».
Στο μεταξύ, πρόβλημα συνωστισμού εμφανίζεται από χτες το πρωί, τις ώρες αιχμής, στα λεωφορεία και περισσότερο στα τρόλεϊ. Χαρακτηριστικό είναι ότι η αυξημένη κίνηση που αναμενόταν από χτες, λόγω ανοίγματος περισσότερων κλάδων του λιανικού εμπορίου, αντιμετωπίστηκε από τη διοίκηση με μόλις δύο οδηγούς παραπάνω στα τρόλεϊ!
Την ανάγκη για μεγαλύτερη συχνότητα δρομολογίων προκειμένου να διασφαλιστεί η μεταφορά των επιβατών και να μπορεί να τηρηθεί η απόσταση που απαιτείται για την προστασία της υγείας, προβάλλει η Γραμματεία Αστικών Συγκοινωνιών του ΠΑΜΕ σε ανακοίνωση προς τους επιβάτες.
Για την υλοποίηση του αιτήματος, τονίζει, χρειάζεται να συντηρηθούν τα οχήματα (τρόλεϊ - λεωφορεία - συρμοί) που παραμένουν σε βλάβη εδώ και χρόνια λόγω έλλειψης ανταλλακτικών και προσωπικού, αγορά νέων οχημάτων, προσλήψεις απαραίτητου προσωπικού. Ομως, αυτά είναι κόστος για την κυβέρνηση και κέρδος είναι οι αυξήσεις της τιμής του εισιτηρίου, το κυνήγι των μεροκαματιάρηδων, της φτωχής λαϊκής οικογένειας με πρόστιμα και μειώσεις μισθών.
Αναφέρει επίσης ότι ο στόχος της κυβέρνησης να κυκλοφορούν 1.000 οχήματα (λεωφορεία και τρόλεϊ) σε συνδυασμό με την αραιή δρομολόγηση των συρμών (ΣΤΑΣΥ) «δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του λαού της πρωτεύουσας σε φυσιολογικές συνθήκες, πόσο μάλλον σε συνθήκες πανδημίας που απαιτούνται επιπλέον οχήματα ως μέτρο αποφυγής του συγχρωτισμού».
Η Γραμματεία καλεί τους επιβάτες να διεκδικήσουν όλοι μαζί επισκευή των οχημάτων, απομόνωση της καμπίνας του οδηγού σε λεωφορεία και τρόλεϊ, αγορά νέων σύγχρονων οχημάτων με προδιαγραφές στη βάση των νέων δεδομένων για την προστασία εργαζομένων και επιβατών, προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, δωρεάν διασφάλιση της μάσκας, όσο διαρκούν τα μέτρα δωρεάν μετακίνηση για όλους.
Από τη συζήτηση με τους εργαζόμενους στο ΚΕΦΙΑΠ, δίπλα στο νοσοκομείο |
Η αντιπροσωπεία του Κόμματος, στην οποία συμμετείχε και ο δημοτικός σύμβουλος Θηβαίων με τη «Λαϊκή Συσπείρωση», Αντώνης Τουλουμάκος, είχε συνάντηση με τον διοικητή του νοσοκομείου και με το ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων. Η επίσκεψη ήρθε ως συνέχεια της Ερώτησης που κατέθεσαν βουλευτές του ΚΚΕ για επείγουσα ενίσχυση του Νοσοκομείου της Θήβας και των δομών ΠΦΥ της ανατολικής Βοιωτίας.
Σε δήλωσή του αμέσως μετά την επίσκεψη, ο Γιώργος Μαρίνος ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «το Νοσοκομείο Θήβας καλύπτει μια περιοχή με χιλιάδες κατοίκους, μια βιομηχανική περιοχή με εκατοντάδες εργασιακούς χώρους, καταυλισμούς Ρομά, δύο προσφυγικές δομές, στρατόπεδο και φυλακές, κάτι που γεννά μεγάλες απαιτήσεις και ανάγκες, στις οποίες δεν μπορεί να ανταποκριθεί εξαιτίας των ελλείψεων σε ιατρικό προσωπικό και των διαχρονικών πολιτικών υποχρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος Υγείας που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις, πολιτικών που έχουν πανευρωπαϊκό χαρακτήρα, εξυπηρετούν την ιδιωτικοποίηση της Υγείας και τη μετατροπή της σε εμπόρευμα».
Σημείωσε ότι εξαιτίας της απαξίωσης και της μείωσης στις χρηματοδοτήσεις που εφαρμόζεται εδώ και πολλά χρόνια, το δημόσιο σύστημα Υγείας «απομακρύνεται από την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών οι οποίες διαρκώς διευρύνονται».
Τόνισε μάλιστα ότι εκτός από τις ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, που προϋπήρχαν και είναι απαράδεκτο να υπάρχουν και σήμερα με την πανδημία, η ΜΕΘ, που θα έπρεπε από χρόνια να λειτουργεί, είχε μετατραπεί σε αποθήκη! Μόνο τώρα γίνεται προσπάθεια για να τεθεί σε λειτουργία, με την εξασφάλιση του εξοπλισμού να επαφίεται όμως αποκλειστικά σε σκόρπιες «δωρεές» ιδιωτών, χωρίς να υπάρχει ολοκληρωμένος σχεδιασμός για τις ανάγκες σε μηχανήματα και ούτε βέβαια η απαραίτητη στελέχωση με ειδικευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της απαξίωσης και εγκατάλειψης του Νοσοκομείου Θήβας είναι και η κατάσταση στο Κέντρο Φυσικής Ιατρικής Αποκατάστασης, δίπλα στις εγκαταστάσεις του νοσοκομείου. Αν και πρόκειται για ένα σύγχρονο κτίριο πλήρες εξοπλισμένο, διαθέτοντας ακόμη και εσωτερική πισίνα, ουσιαστικά δεν λειτουργεί, καθώς δεν διαθέτει το απαραίτητο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
«Είναι αδικαιολόγητοι τόσο η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ όσο και οι προηγούμενες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, για την εγκατάλειψη και ερήμωση της μονάδας αποκατάστασης που πολλές οικογένειες και παιδάκια με ειδικές ανάγκες θα μπορούσαν να βρουν απαντοχή», σημείωσε ο Γιώργος Μαρίνος, τονίζοντας ότι το ΚΚΕ θα καταβάλει κάθε προσπάθεια και θα ασκήσει κάθε πίεση τόσο για την επαναλειτουργία του ΚΕΦΙΑΠ, όσο και για την κάλυψη των ελλείψεων στο Νοσοκομείο της Θήβας.
Το σχέδιο «προστασίας της εργασίας» παρουσίασε σε εργοδότες και εργατοπατέρες
Το άσπρο μαύρο έκανε η κυβέρνηση της ΝΔ, προκειμένου να ισχυριστεί ότι μία από τις βασικές της προτεραιότητες είναι η λήψη μέτρων για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων. Βήμα για να προβάλει αυτόν τον ισχυρισμό βρήκε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην τηλεδιάσκεψη που είχε με τους λεγόμενους «κοινωνικούς εταίρους», δηλαδή με εκπροσώπους των εργοδοτικών φορέων και ντεκόρ τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ - εργατοπατέρα Γ. Παναγόπουλο.
«Είναι υποχρεωμένοι και αυτοί - όπως όλη η ελληνική κοινωνία - να προσαρμοστούν σε άλλες διαδικασίες, έτσι ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η μεγάλη πρόοδος η οποία έχει γίνει στην αντιμετώπιση του κορονοϊού, θα συνεχίζεται», είπε ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στους εργαζόμενους που επιστρέφουν στη δουλειά μετά το lock down, μεταθέτοντας την ευθύνη από τους εργοδότες στους ίδιους τους εργαζόμενους.
Ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε ότι ένας από τους κύριους άξονες της κυβερνητικής πολιτικής ήταν η «διατήρηση των θέσεων εργασίας», όταν ουσιαστικά η κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή της κρίσης στις αρχές Μάρτη έδωσε το «πράσινο φως» στην εργοδοσία για εκατοντάδες απολύσεις, με αποτέλεσμα να χαθούν δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τον Μάρτη και τον Απρίλη. Από την άλλη, η πλειοψηφία των θέσεων εργασίας που «διατηρήθηκαν» είχαν ως αντίτιμο την υλοποίηση σειράς αντεργατικών μέτρων και μάλιστα συνδυαστικά, με την εργοδοσία να ξεσαλώνει αξιοποιώντας ταυτόχρονα την τηλεργασία, την εκ περιτροπής εργασία, τις αναστολές συμβάσεων κ.ά. Από την πρώτη ΠΝΠ η κυβέρνηση επέτρεψε μάλιστα στους εργοδότες να καθορίζουν τα ωράρια εργασίας κατά το δοκούν, χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, ενώ έδωσε και εντολή στις Επιθεωρήσεις Εργασίας να μη δέχονται τουλάχιστον για ένα τρίμηνο καταγγελίες συνδικάτων και να μη γίνονται τριμερείς συναντήσεις.
Και βέβαια, παρά τα παχιά λόγια, υπάρχει μια αντικειμενική πραγματικότητα που επιβεβαιώνεται καθημερινά στους χώρους δουλειάς. Το μόνο σχέδιο της κυβέρνησης είναι η «ατομική ευθύνη», γι' αυτό και ο πρωθυπουργός το μόνο συγκεκριμένο μέτρο που είχε να αναφέρει ήταν η χρήση μάσκας και σε όποιους κλάδους είναι δυνατό την τηλεργασία έως το 70% του αριθμού των εργαζομένων, παρουσιάζοντάς την μάλιστα σαν «κεκτημένο», με την εργοδοσία να τρίβει τα χέρια της.
Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, 10 ήταν χτες τα νέα κρούσματα του κορονοϊού, με το συνολικό αριθμό τους να φτάνει τα 2.726, εκ των οποίων το 55,5% αφορά άνδρες, τα 607 θεωρούνται σχετιζόμενα με ταξίδι από το εξωτερικό και 1.374 είναι σχετιζόμενα με ήδη γνωστό κρούσμα. Οι διασωληνωμένοι είναι 32 με διάμεση ηλικία τα 67 έτη, εκ των οποίων οι 12 είναι γυναίκες, το 96,9% έχει υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία άνω των 70 ετών. 87 ασθενείς έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ. Οι θάνατοι στη χώρα παραμένουν στους 151, οι 40 ήταν γυναίκες, η διάμεση ηλικία των θανόντων είναι τα 74 έτη και το 93,4% είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω. Συνολικά έχουν ελεγχθεί 99.363 κλινικά δείγματα.