Eurokinissi |
Δίνοντας υποτίθεται τις βασικές «βλέψεις» του σχεδιασμού αυτού, από τα εγκαίνια νέων μονάδων παραγωγής «πράσινης» Ενέργειας επιχειρηματικών ομίλων (τη μονάδα παραγωγής ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο του Ομίλου Μυτιληναίου στη Βοιωτία, αλλά και τα εγκαίνια του αιολικού πάρκου της ENEL στον Καφηρέα Εύβοιας) ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε κατ' επανάληψη ότι πρόκειται για επενδύσεις συμβατές «με τις τρεις κεντρικές επιλογές της κυβέρνησής μας: Την αντικατάσταση του λιγνίτη από ηπιότερες μορφές παραγωγής, την απελευθέρωση της αγοράς Ενέργειας για να δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας αλλά και για να πέσει η τιμή του ρεύματος, και τέλος τον περιορισμό της οικονομικής αιμορραγίας που συχνά προκαλούν οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από γειτονικές χώρες».
Πρόκειται για ψέμα πάνω στο ψέμα, αφού οι στρατηγικοί στόχοι της αστικής τάξης σε ό,τι αφορά και την Ενέργεια όχι μόνο δεν συμβαδίζουν με τις λαϊκές ανάγκες για φτηνή Ενέργεια, σταθερή δουλειά με δικαιώματα και προστασία του περιβάλλοντος, αλλά τις αντιστρατεύονται.
Η σχεδόν εικοσάχρονη πλέον πείρα επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές, αφού η πορεία της παραπέρα «απελευθέρωσης» πήγε χέρι χέρι με το σάρωμα των εργασιακών δικαιωμάτων στον κλάδο, με την επέκταση του δουλεμπορίου των εργολαβιών, με 12ωρη και 16ωρη εργασία, μισθούς και συντάξεις πείνας, υποβάθμιση των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας.
Αυτήν την πραγματικότητα επιχειρεί να κρύψει τώρα η κυβέρνηση, καθώς επίσης το γεγονός ότι οι παραπέρα αναδιαρθρώσεις στη ΔΕΗ - βάσει των προβλεπόμενων στο σχεδιασμό που είχε κάνει η διοίκησή της με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - περιλαμβάνουν χιλιάδες απολύσεις στη ΔΕΗ (με «εθελούσιες» εξόδους, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, διατήρηση του παγώματος στις προσλήψεις, μη ανανέωση των συμβάσεων με έκτακτους εργαζόμενους κ.ο.κ.) και παραπέρα παρέμβαση στις Συλλογικές Συμβάσεις των εργαζομένων, με χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα την κατάργηση της έκπτωσης του ηλεκτρικού ρεύματος στους εργαζόμενους στην επιχείρηση.
Και βέβαια θα ήταν για γέλια, αν δεν ήταν πικρές για το λαό της περιοχής, οι διαβεβαιώσεις των κυβερνητικών στελεχών ότι οι συνέπειες από τη διάλυση της βαριάς βιομηχανίας των λιγνιτικών σταθμών - που ειδικά για τη Δυτική Μακεδονία σηματοδοτεί εκτόξευση της ανεργίας - θα αντισταθμιστούν από διάφορα επιδοτούμενα σεμινάρια μετεκπαίδευσης, προγράμματα αγροτουρισμού και δραστηριότητες όπως... παραγωγή ιατρικής κάνναβης.
Οσο για τις τάχα «πολλές» θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν από τους επιχειρηματικούς ομίλους των ΑΠΕ ως αντιστάθμισμα, χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που επικαλέστηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός από τα εγκαίνια της μονάδας του Μυτιληναίου: Οταν το έργο ύψους 350 εκατομμυρίων ευρώ τεθεί σε λειτουργία, οι θέσεις εργασίας θα είναι... 40 όλες κι όλες. Αντίστοιχα, και στο έργο στον Καφηρέα που εγκαινιάστηκε την Τρίτη 15/10, οι πολυδιαφημισμένες θέσεις εργασίας στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν με ημερομηνία λήξης, οι εργαζόμενοι στην κατασκευή δούλευαν κάτω από αντίξοες συνθήκες εργασίας, χωρίς να λείπουν τα ατυχήματα και οι απολύσεις.
Σε σοβαρό σχολιασμό δεν αντέχει ούτε το «επιχείρημα» ότι η παραπέρα «απελευθέρωση» του κλάδου μειώνει τάχα τις τιμές για τα λαϊκά στρώματα, που τις έχουν δει την τελευταία δεκαετία να έχουν εκτοξευτεί κατά 150%, μεταξύ άλλων και για την επιδότηση της κερδοφορίας των «πράσινων» αρπακτικών, ενώ το 30% είναι για τα καλά βυθισμένο στην ενεργειακή φτώχεια.
Αλλωστε, το τι έχουν να περιμένουν τα λαϊκά στρώματα από τον κυβερνητικό σχεδιασμό φάνηκε με το «καλημέρα», με τις νέες αυξήσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στα ήδη τσουχτερά τιμολόγια της ΔΕΗ, την περικοπή των εκπτώσεων για τους «συνεπείς» κ.ο.κ., πριν από περίπου ένα μήνα, ως μέρος του σχεδίου «διάσωσης» της επιχείρησης.
Παράλληλα, με την καθοριστική συμβολή και της προηγούμενης κυβέρνησης, που τη δρομολόγησε, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η «διαδικασία μείωσης των ανεξόφλητων οφειλών» προς την επιχείρηση, που έχει περάσει ήδη στη φάση της «τιτλοποίησής» τους, ώστε να αναλάβουν τα funds και λοιπά «κοράκια» την είσπραξη, σφίγγοντας κι άλλο τη θηλιά των εκβιασμών στα λαϊκά στρώματα, ενώ δεκάδες χιλιάδες είναι οι εντολές διακοπής του ρεύματος, εκατοντάδες χιλιάδες τα νοικοκυριά που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν.
Το ίδιο υποκριτικά είναι και τα περί προστασίας του περιβάλλοντος, με επίκληση μάλιστα της δήθεν «φιλοπεριβαλλοντικής» νομοθεσίας της ΕΕ, που περιλαμβάνει το άθλιο εμπόριο ρύπων, με τους καπιταλιστές να εμπορεύονται την προστασία του περιβάλλοντος που καταστρέφουν.
Αλλωστε, όπως επιβεβαιώνεται, οι πραγματικοί στόχοι της ΕΕ για την «πράσινη Ενέργεια» ήταν να επιταχυνθεί η «απελευθέρωση» της αγοράς, να περιοριστεί η εξάρτηση της ΕΕ από εισαγόμενα καύσιμα και να προωθηθεί η σχετική ευρωενωσιακή τεχνολογία στις ΑΠΕ, ενώ τα αρπακτικά της «πράσινης Ενέργειας» διασφάλισαν τα προηγούμενα χρόνια μεγάλα κέρδη χωρίς κανέναν επιχειρηματικό κίνδυνο, με το σύστημα εγγυημένων τιμών απόδοσης.
Αν οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είχαν πραγματικό ενδιαφέρον για το περιβάλλον, θα έδιναν βάρος στους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, που συμβάλλουν ταυτόχρονα στην ύδρευση, στην άρδευση και στην αντιπλημμυρική προστασία. Δεν θα αύξαναν την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο, που λόγω απωλειών αποτελεί μεγάλη σπατάλη Ενέργειας. Ούτε θα επέτρεπαν να συνοδεύεται η εγκατάσταση αιολικών πάρκων με την καταστροφή μεγάλων εκτάσεων δασικής γης, με τη διατάραξη της βιοποικιλότητας και της υδρολογικής ισορροπίας, με την προκλητικά δυσανάλογη κατανομή των αιολικών πάρκων, με τον Καφηρέα π.χ., που επισκέφτηκε τις προάλλες ο πρωθυπουργός, να διδάσκεται ως... αντιπαράδειγμα στις σχολές για την υπερσυγκέντρωση τέτοιων μονάδων.
Εξάλλου, τα χρήματα που σπαταλώνται σε αυτό το αντιλαϊκό πλαίσιο της ΕΕ, καθώς και για την ενίσχυση του δικτύου ώστε να αντισταθμίζεται η αστάθεια που δημιουργούν οι ΑΠΕ, θα μπορούσαν να διατεθούν στην αξιοποίηση του εγχώριου λιγνίτη, με σύγχρονη τεχνολογία, πιο φιλική στο περιβάλλον, με μονάδες συνδυασμένου κύκλου, υψηλής ενεργειακής απόδοσης, και για τη μετεγκατάσταση οικισμών που γειτνιάζουν σε ρυπογόνες δραστηριότητες.
Ενδεικτικό είναι και το γεγονός ότι μέσα στα κυβερνητικά σχέδια φαίνεται πως βρίσκεται ακόμα και η διακοπή της κατασκευής της υπερσύγχρονης λιγνιτικής μονάδας της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα IV». Μιας μονάδας που έχει στοιχίσει μέχρι σήμερα περίπου 950 εκατ. ευρώ, με τελικό εκτιμώμενο κόστος 1,4 δισ. ευρώ, και θα χρησιμοποιεί σύγχρονη τεχνολογία, που θα προκαλεί πολύ χαμηλότερη ρύπανση σε σχέση με τις παλιές λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ. Το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας απαιτεί ακόμα και την απαξίωση μιας τέτοιας υποδομής, όσο δε για το λογαριασμό των αποζημιώσεων στους επιχειρηματικούς ομίλους που «τρέχουν» την εν λόγω επένδυση, θα σταλεί και πάλι στο λαό.
Εξίσου σοβαρό στοιχείο είναι αυτό της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, που, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση, μεγαλώνει, δεδομένου και του προσανατολισμού των επιχειρηματικών ομίλων στις εξαγωγές, στο πλαίσιο της «ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού». Τα προηγούμενα χρόνια, εξάλλου, και μόνο η δρομολόγηση της «απελευθέρωσης» έφερε ανά περιπτώσεις το σύστημα στα όριά του. Η επιτάχυνση του σχεδιασμού για κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2028 σηματοδοτεί επίσης την αύξηση των εισαγωγών ηλεκτρισμού που θα γίνονται μέσω των διασυνδεδεμένων συστημάτων ηλεκτρισμού - εισαγωγές ρεύματος από την Βουλγαρία, την Ιταλία και άλλες διασυνδεδεμένες χώρες - καθώς και άμεσων εισαγωγών καυσίμων, φυσικού αερίου αλλά και υγροποιημένου φυσικού αερίου, με ιδιαίτερο εδώ το ενδιαφέρον και των ΗΠΑ.
Αλλά και τα οικονομικά στοιχεία της ΔΕΗ επιβεβαιώνουν τα παραπάνω: Ηδη το πρώτο εξάμηνο του 2019 η ΔΕΗ πλήρωσε 80,9 εκατ. ευρώ περισσότερα για αγορές φυσικού αερίου σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όπως προκύπτει από τα επίσημα οικονομικά στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η επιχείρηση. Αντίστοιχα, η δαπάνη για αγορές ηλεκτρικής Ενέργειας ήταν αυξημένη σε σχέση με πέρυσι κατά 205,2 εκατ. ευρώ, ποσό στο οποίο περιλαμβάνεται και η ζημιά συνολικού ύψους 70,1 εκατ. ευρώ που προκλήθηκε στην επιχείρηση από τις δημοπρασίες «ΝΟΜΕ», την πώληση δηλαδή ηλεκτρικής ενέργειας κάτω του κόστους στους ιδιώτες ανταγωνιστές, για να την εξάγουν σε ακόμα υψηλότερες. Παράλληλα, το κόστος για αγορές δικαιωμάτων ρύπων που κατέβαλε ήταν αυξημένο κατά 122 εκατ. ευρώ.
Ολα αυτά μάλιστα σε μια περίοδο όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών με επίκεντρο τα καύσιμα, τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και των οδών μεταφοράς.
Γεγονός που με τη σειρά του αναδεικνύει και ένα ακόμα πολύ βασικό στοιχείο του ενεργειακού σχεδιασμού που προωθούν διαδοχικά οι αστικές κυβερνήσεις: Το ότι η Ελλάδα χώνεται ακόμα πιο βαθιά στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα λέγονται στη διακήρυξη του πρόσφατου «Στρατηγικού Διαλόγου» με τις ΗΠΑ. Στο κομμάτι της Ενέργειας καταγράφεται ο ρόλος «κόμβου» που αναλαμβάνει η Ελλάδα για τον αμερικανικό ενεργειακό σχεδιασμό στην περιοχή, ο οποίος «αποτελεί κοινή προτεραιότητα». Ανάμεσα σε πολλά άλλα σημειώνεται πως οι δύο πλευρές «επεσήμαναν τις πρώτες εισαγωγές φυσικού αερίου των ΗΠΑ στην Ελλάδα και εξέφρασαν την ετοιμότητά τους να υποστηρίξουν μελλοντικά έργα ενεργειακής υποδομής που αποσκοπούν στη διαφοροποίηση των ενεργειακών διαδρομών και προμηθειών και στην επέκταση της περιφερειακής συνδεσιμότητας (...) Χαιρέτισαν τις προσπάθειες της Ελλάδας να ιδιωτικοποιήσει ενεργειακές υποδομές (...) Συζήτησαν τις ΑΠΕ και τον σημαντικό ρόλο του φυσικού αερίου ως καυσίμου γέφυρας σε ένα πιο πράσινο μέλλον». Ολα αυτά απέναντι στην «κακόβουλη» επιρροή της Ρωσίας.
Απέναντι σε αυτήν την πολιτική, το ΚΚΕ φωτίζει ότι υπάρχει λύση που μπορεί να ικανοποιήσει το σύνολο των αναγκών του λαού, δηλαδή να διασφαλίζει ταυτόχρονα την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της λαϊκής οικογένειας, την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας των κατοίκων, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, σταθερές θέσεις ασφαλούς εργασίας για τους εργαζόμενους του κλάδου, ώθηση στην ισόμετρη ανάπτυξη των περιοχών της χώρας.
Για να εφαρμοστεί αυτή η λύση πρέπει η εργατική τάξη, ο λαός να πάρει στα χέρια του τα κλειδιά της οικονομίας και το τιμόνι της εξουσίας, σκοπό της παραγωγής να αποτελούν οι κοινωνικές ανάγκες και όχι το καπιταλιστικό κέρδος.
Ετσι, το ενεργειακό προϊόν θα αποτελεί πλέον κοινωνικό αγαθό για όλους και όχι εμπόρευμα. Πρόκειται για έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, όπου όλες οι εγχώριες ενεργειακές πηγές και τα μέσα παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της Ενέργειας θα αποτελούν κρατική κοινωνική ιδιοκτησία. Σ' αυτό το πλαίσιο, του σοσιαλισμού, ο ενεργειακός κεντρικός σχεδιασμός θα μπορεί να αξιοποιεί συνδυασμένα όλες τις διαθέσιμες εγχώριες πηγές και όλες τις διαθέσιμες τεχνικές λύσεις για να βελτιώνεται το σημερινό «ενεργειακό μείγμα» της χώρας, για τη διασφάλιση της λαϊκής ευημερίας. Θα αξιοποιήσει την επιστημονική έρευνα για να προβλέπει έγκαιρα μελλοντικές ανάγκες της κοινωνίας.
Το ΚΚΕ μπαίνει μπροστά για να οργανωθεί η πάλη του λαού και να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος της πραγματικής ανατροπής.