Ψηφίζεται απόψε αργά τη νύχτα με τη διαδικασία της ονομαστικής ψηφοφορίας επί της αρχής και επί των άρθρων το λεγόμενο «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο - σκούπα με τίτλο «Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις», το οποίο συνέταξε η κυβέρνηση της ΝΔ «κατά παραγγελία» του κεφαλαίου, ικανοποιώντας σχεδόν κάθε του απαίτηση.
Το αίτημα για ονομαστική ψηφοφορία για το σύνολο του νομοθετήματος (επί της αρχής και επί των άρθρων) κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ, προκειμένου να στιγματίσει ακόμα περισσότερο τον αντιδραστικό και αντιλαϊκό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, το οποίο «για την ταχεία βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και κατ' επέκταση την προσέλκυση νέων επενδύσεων», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική του έκθεση, θυσιάζει στο βωμό της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων εργασιακά, ασφαλιστικά, συνδικαλιστικά δικαιώματα, το ίδιο το δικαίωμα στη συλλογική οργάνωση και δράση, αλλά και την υγεία και ασφάλεια των λαϊκών στρωμάτων, όσο και την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα τους εξασφαλίζει απίστευτο φαγοπότι προσφέροντάς τους κάθε είδους προνόμια, επιδοτήσεις, «ζεστό» χρήμα, επιχορηγήσεις, φοροαπαλλαγές κ.ά.
Μέρος αυτού του εκτρώματος, όπως αποκάλυψε και η χτεσινή συζήτηση, είναι προτάσεις, σχέδια και ρυθμίσεις που δεν πρόλαβε να νομοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ συνολικά το νομοσχέδιο στηρίζεται στα θεμέλια που έβαλε η προηγούμενη κυβέρνηση. Από εκεί και πέρα η όποια αντιπαράθεση μεταξύ της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων ήταν στα «σημεία», γύρω από τους επιμέρους όρους που μπορούν να διασφαλίσουν την ικανοποίηση των «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων και κυρίως για να επισκιάζεται ότι για όλους η κερδοφορία του κεφαλαίου είναι «ιερό και όσιο».
Στον αντίποδα, οι βουλευτές του ΚΚΕ ανέδειξαν τον ταξικό, αντιλαϊκό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, όσο και συνολικά της ανάπτυξης για λογαριασμό του κεφαλαίου, καθώς και το γεγονός ότι μονόδρομος για τους εργαζόμενους είναι η αποφασιστική οργάνωση της πάλης τους για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, διεκδικώντας όλο τον πλούτο που παράγουν.
Eurokinissi |
Με αφορμή, μάλιστα, χτεσινό άρθρο της «Καθημερινής», το οποίο καλεί την κυβέρνηση να πάρει μέτρα για να σταματήσει η «ασυλία» που απολαμβάνει το ΚΚΕ, η Αλέκα Παπαρήγα υπογράμμισε πως από το 1918 έως σήμερα, το Κομμουνιστικό Κόμμα λέει δημόσια και το κάνει πράξη ότι «παλεύει για να καταλάβει η εργατική τάξη τη δύναμή της, το δίκιο της, για την ανάπτυξη των εργατικών - λαϊκών αγώνων, για την ανάπτυξη όλων των μορφών πάλης ανάλογα με τις συνθήκες, για την ανάπτυξη της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα φτωχά λαϊκά στρώματα κ.λπ.».
Πρόσθεσε πως τα περί «ασυλίας του ΚΚΕ» δεν είναι η προσωπική άποψη ενός αρθρογράφου, καθώς «χρόνια τώρα - και όχι μόνο αυτήν τη στιγμή - το δικαίωμα της απεργίας, το δικαίωμα της οργάνωσης, το δικαίωμα της χειραφέτησης, της πάλης κατά της εργοδοσίας και της κυβέρνησης θεωρείται ότι είναι ένα δικαίωμα αμφισβητήσιμο», ενώ έκανε σαφές πως «δεν πρόκειται να γίνουμε Γιαπωνέζοι και να υποστηρίζουμε απεργίες όπου οι εργαζόμενοι θα κάθονται στα γραφεία και στις μηχανές τους με ένα άσπρο περιβραχιόνιο, ούτε είμαστε με τα συνδικάτα που καθοδηγεί ο κ. Κόρμπιν».
Σε άλλο σημείο εξάλλου της ομιλίας της, ειδική αναφορά έκανε στις παρεμβάσεις στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα που περιλαμβάνει το νομοσχέδιο, τονίζοντας - απευθυνόμενη στον υπουργό Εργασίας - πως «διατηρείτε στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα ό,τι σάπιο και νόθο υπάρχει» και συμπληρώνοντας πως στόχος της κυβέρνησης είναι «ένα απολύτως καθοδηγούμενο από την εργοδοσία εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα».
Αναδεικνύοντας την ταύτιση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, όπως σημείωσε, αναδείχτηκε και στη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, η Αλέκα Παπαρήγα επεσήμανε ότι οι μόνες διαφορές τους είναι πως «η ΝΔ λέει καθαρά και σταράτα ότι η κοινωνική ανισότητα είναι κάτι περίπου φυσιολογικό (...) Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει άλλον όρο, κοινωνική συνοχή», σημειώνοντας πως «κοινωνική συνοχή σημαίνει ότι εργαζόμενοι και επιχειρηματικοί όμιλοι έχουν τα ίδια συμφέροντα, ενώ είναι απολύτως αντιπαρατιθέμενα και ασυμφιλίωτα» και τονίζοντας πως το ΚΚΕ «λέμε στους εργαζόμενους βεβαίως ο συσχετισμός δυνάμεων είναι αρνητικός, η διαπραγμάτευση με τον εργοδότη μπορεί να φέρει κάποιο αποτέλεσμα όταν έχουν προηγηθεί ισχυροί ταξικοί αγώνες, μαζικοί κι όταν κάθεσαι στο τραπέζι, διεκδικείς, ξέροντας ότι απέναντί σου είναι ο ασυμφιλίωτος αντίπαλος με τον οποίο ποτέ δεν μπορεί να έχεις κοινό συμφέρον».
«Οι βιομήχανοι λένε ότι το 68% των μέτρων που ήθελαν το έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ και μένει το υπόλοιπο για τη ΝΔ», πρόσθεσε ενισχυτικά στα παραπάνω, σημειώνοντας ακόμα ότι τα αντιλαϊκά μέτρα όλων των κυβερνήσεων, ανεξάρτητα πόσα πήρε η μία και πόσα η άλλη, δρουν σωρευτικά και οδηγούν σε επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων.
Κι όλα αυτά, όπως είπε, όταν οι επενδύσεις που γίνονται αποδεικνύουν «ότι η Ελλάδα έχει αναπτυξιακές δυνατότητες και πλουτοπαραγωγικές πηγές, δυστυχώς όχι για το λαό αλλά για το κεφάλαιο», ενώ η πρόοδος στις νέες τεχνολογίες, η ψηφιοποίηση ή η λεγόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση αντικειμενικά αυξάνουν τις ανάγκες του λαού. Αυτά τα ζητήματα υπογράμμισε κανείς δεν τα θέτει και μόνο το ΚΚΕ παλεύει, με επίκεντρο «τα δικαιώματα ζωής, δουλειάς, αγώνα και δράσης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της».
Για την πλειοψηφία των εργαζομένων το νομοσχέδιο «είναι φτηνό εισιτήριο για την κόλαση», τόνισε στην παρέμβασή της η βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη, σημειώνοντας πως το νομοσχέδιο δεν ήρθε από «παρθενογένεση» αλλά πατώντας στα έργα των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Στην παρέμβασή της αναφέρθηκε εκτενώς στις εργασιακές σχέσεις και στο πώς αυτές έχουν διαμορφωθεί σήμερα, υπογραμμίζοντας πως «νομιμοποιείτε τη δουλοποίηση της έννοιας "εργασία"», ενώ ανέδειξε τον αντιλαϊκό χαρακτήρα που έχει η «ανάπτυξη» για την οποία μιλάνε τα κόμματα του κεφαλαίου, φέρνοντας το παράδειγμα της «βαριάς βιομηχανίας», όπως αποκαλούν τον Τουρισμό, όπου οι εργαζόμενοι δουλεύουν κάτω από άθλιες εργασιακές συνθήκες.
Σχολιάζοντας την άποψη που ακούστηκε στη Βουλή ότι για να υπάρχουν δουλειές πρέπει να υπάρχουν επιχειρήσεις, σημείωσε πως «για να υπάρχει πλούτος το πρώτο που χρειάζεστε είναι εργάτες! Δουλειές μπορεί να υπάρχουν χωρίς εργαζόμενους; Πού το βρήκατε αυτό; Θα έχετε ένα καράβι με έναν καπετάνιο, έναν πλοιοκτήτη αλλά δεν θα έχει ναύτες; (...) Μόλις κατεβούν τα χέρια και δεν δουλέψουν οι επιχειρήσεις - γιατί θα πάρουν το νόμο στα χέρια τους οι εργάτες - τότε θα καταλάβετε αν μπορεί να λειτουργήσει μια επιχείρηση χωρίς εργαζόμενους».
«Η ανάπτυξή σας πρέπει να γίνει χωρίς ανάπτυξη των εργαζομένων, αν αναπτυχθούν αυτοί δεν μπορεί να υπάρξει κέρδος», σημείωσε και κατέληξε καταγγέλλοντας ότι η κυβέρνηση φτιάχνει «επιχειρηματικό δίκαιο αντιμετώπισης των εργαζομένων».
Η «κοινή συνισταμένη» τους, το πώς δηλαδή θα εξυπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αποτυπώθηκε κατά τη διάρκεια της χτεσινής συζήτησης στις τοποθετήσεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων, με τους διαξιφισμούς και τις αντιπαραθέσεις να αφορούν το «μοντέλο» που μπορεί να «τρέξει» αποτελεσματικότερα τους στρατηγικούς στόχους των επιχειρηματικών ομίλων.
Χαρακτηριστικά, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Παππάς, υπερασπιζόμενος το «φιλοεπενδυτικό» έργο της προηγούμενης κυβέρνησης είπε πως εκείνη «ιεράρχησε τους στόχους της χώρας με βάση τα μοναδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα», όπως η μετατροπή της Ελλάδας σε «κόμβο Ενέργειας, logistics, τηλεπικοινωνιών, μεταφορών». Με λίγα λόγια ό,τι ιεραρχεί ως στρατηγικούς στόχους το κεφάλαιο, και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «όλη αυτή η κληρονομιά δεν φαίνεται να απασχολεί τη δική σας στρατηγική ανάπτυξης», αφού «αγνοήσατε τα εργαλεία που σας δώσαμε», όπως «η αναπτυξιακή τράπεζα», όταν «το θεμελιώδες πρόβλημα των επιχειρήσεων είναι το θέμα των χρηματοδοτήσεων» και συνολικά το «δήθεν αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιό της», όπως είπε, είναι «συρραφή ρυθμίσεων χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση για το ποιοι κλάδοι της οικονομίας έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα».
Απαντώντας, ο υπουργός Αδ. Γεωργιάδης διερωτήθηκε «γιατί καταψηφίζει ο κ. Παππάς ένα νομοσχέδιο που διευκολύνει την επιχειρηματική δράση, όταν ο ίδιος, ως υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, έλεγε ότι πρέπει να διευκολύνουμε την επιχειρηματική δράση;». Πρόσθεσε χαρακτηριστικά πως «ο αντιπολιτευτικός σας οίστρος απαντήθηκε εμμέσως από τον κ. Δραγασάκη προχτές στην Επιτροπή, διότι φτάσατε να καταψηφίζετε και να καταγγέλλετε άρθρα του κ. Δραγασάκη. Αυτό πραγματικά είναι άνω ποταμών», αναφερόμενος στα όσα έλεγε στην Επιτροπή ο προηγούμενος υπουργός Ανάπτυξης ευχαριστώντας την κυβέρνηση της ΝΔ, επειδή όπως είπε «το βασικό πλαίσιο, το θεσμικό, σε ό,τι αφορά το αναπτυξιακό μέρος, τον νόμο για τις στρατηγικές επενδύσεις, την αναπτυξιακή τράπεζα (...) είναι η βάση του νομοσχεδίου».
Από εκεί και πέρα, με βάση τα ζητούμενα του κεφαλαίου έγινε και η κριτική από τα άλλα αστικά κόμματα.
Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, Μ. Κατρίνης, ισχυρίστηκε ότι «το αναπτυξιακό νομοσχέδιο δεν αποτυπώνει κανένα σχέδιο για την ανάπτυξη χώρας, κανένα πρόγραμμα για παραγωγική ανασυγκρότηση, δεν πείθει τους επενδυτές που λέμε κατά τ' άλλα ότι θέλουμε να προσελκύσουμε».
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυρ. Βελόπουλος έκανε διάφορες «εποικοδομητικές» παρατηρήσεις για την «προσέλκυση επενδυτών» και την καπιταλιστική κερδοφορία, όπως να ακολουθηθεί το «αναπτυξιακό μοντέλο» της Πορτογαλίας, ενώ λίγο πριν ο ειδικός αγορητής του κόμματός του, Β. Βιλιάρδος, είχε αναφέρει ότι η Ελ. Λύση βλέπει θετικά το νομοσχέδιο, παρά τις όποιες επιφυλάξεις.
Ο δε επικεφαλής του ΜέΡΑ25, Γ. Βαρουφάκης, κατέθεσε τις προτάσεις του κόμματός του περί «πράσινης» ανάπτυξης, με άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στα «πράσινα» αρπακτικά, ενώ αναμάσησε τα περί «χρεοδουλοπαροικίας».
Νωρίτερα, στο πλαίσιο κυρίως δημιουργίας εντυπώσεων, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ κατέθεσαν προτάσεις περί αντισυνταγματικότητας για ορισμένα άρθρα του νομοσχεδίου, οι οποίες απορρίφθηκαν.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Θανάσης Παφίλης, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση περί αντισυνταγματικότητας, σημείωσε ότι ολόκληρο το νομοσχέδιο είναι αντισυνταγματικό και όχι «κάτι "ψιλά" που ακούστηκαν εδώ», επισημαίνοντας ότι μετατρέπονται σε «κενές περιεχομένου», ακόμα και όποιες διακηρύξεις έχουν ενταχθεί στο Σύνταγμα κάτω από την πίεση του κινήματος, όπως η ίση αμοιβή για ίση εργασία, όταν στο νομοσχέδιο προβλέπεται η εξαίρεση εργαζομένων από την εφαρμογή ΣΣΕ.
Χαρακτήρισε απαράδεκτο το να συζητείται ένα τέτοιο νομοσχέδιο μόνο δυο μέρες, τονίζοντας ότι «γίνεται σκόπιμα και από αυτήν την κυβέρνηση, για να μη μάθει ακριβώς ο εργαζόμενος περί τίνος πρόκειται, γιατί πρόκειται περί καταιγίδας».