Eurokinissi |
Από τη χτεσινή υποβολή της έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδας στη Βουλή |
«Η πρόβλεψη για το 2019, με βάση τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία, είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί σε 2,9% του ΑΕΠ, έναντι στόχου 3,5% του ΑΕΠ», επισημαίνει η ΤτΕ, παραπέμποντας σε απόκλιση ύψους πάνω από 1 δισ. ευρώ στον φετινό κρατικό προϋπολογισμό. Ταυτόχρονα, όπως χαρακτηριστικά «προειδοποιεί» τη διάδοχη κυβέρνηση, «οι επιπλέον δημοσιονομικοί κίνδυνοι για το 2020 και το 2021 συνδέονται με την κατάργηση της νομοθετημένης μείωσης του αφορολόγητου ορίου στο φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και των αντισταθμιστικών του μέτρων».
Τα παραπάνω έρχονται να «κουμπώσουν» με την πρόσφατη έκθεση «ενισχυμένης εποπτείας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία αναμένεται να προχωρήσει σε επαναξιολόγηση των στοιχείων το φθινόπωρο φέτος, δίνοντας και την «πάσα» για τον επόμενο γύρο των αντιλαϊκών μέτρων.
«Οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν σχετικά χαμηλοί», ενώ «η οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις» τόσο από το εξωτερικό όσο και από το εσωτερικό περιβάλλον, υπογραμμίζει η ΤτΕ θέτοντας ως κεντρικό ζήτημα την «εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων», δηλαδή των αντιλαϊκών παρεμβάσεων με στόχο την «επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης».
Μεταξύ αυτών:
-- Οι «κίνδυνοι» από το εγχώριο περιβάλλον αφορούν, μεταξύ άλλων, στην «οπισθοδρόμηση των μεταρρυθμίσεων ή ακύρωσή τους, τις δικαστικές αποφάσεις με δημοσιονομικές επιπτώσεις», που με τη σειρά τους «δημιουργούν αβεβαιότητα για την επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων, αλλά και για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους και του ασφαλιστικού συστήματος».
-- Η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για μια παρατεταμένη περίοδο (3,5% του ΑΕΠ έως το 2022) «έχει αρνητικό αντίκτυπο στο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης». Μάλιστα, όπως επισημαίνεται: «Η περιοριστική επίδραση των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων είναι ακόμη πιο έντονη όταν συνοδεύεται από πολύ υψηλή φορολογία (συμπεριλαμβανομένων των υψηλών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης) και περικοπές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της ανάκαμψης και την αύξηση της παραοικονομίας».
Σύμφωνα με την ΤτΕ, «σε συνεννόηση και συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους, θα πρέπει να μειωθούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι το 2022 και να υιοθετηθεί ένα μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και χαμηλότερες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης».
Με άλλα λόγια, το επίδικο της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων συνδέεται με την προσπάθεια διαμόρφωσης πρόσθετου «δημοσιονομικού χώρου», που θα πληρώσει και πάλι ο λαός, προκειμένου να τροφοδοτηθούν οι νέες παρεμβάσεις για την τόνωση των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων (μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών, φόρων, κρατικές ενισχύσεις μέσω ΠΔΕ κ.ά.).
-- Το πολύ υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών «μειώνει την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να παρέχει πιστώσεις σε υγιείς επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να καθυστερεί την ανάκαμψη των επενδύσεων και της οικονομικής δραστηριότητας».
-- Το πολύ υψηλό κρατικό χρέος δημιουργεί «αβεβαιότητα ως προς την ικανότητα της χώρας να το εξυπηρετήσει σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, με αποτέλεσμα να αυξάνει το κόστος δανεισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική».
-- Το «εξαιρετικά μεγάλο επενδυτικό κενό», το οποίο «ενδέχεται να υποβαθμίσει σε μόνιμη βάση την παραγωγική δυναμικότητα της ελληνικής οικονομίας». Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΤτΕ, το καθαρό κεφαλαιακό απόθεμα της οικονομίας (σε σταθερές τιμές 2010), συμπεριλαμβανομένων των κατοικιών, υποχώρησε κατά 67,4 δισ. ευρώ μεταξύ 2010 και 2016.
Σε ένα τέτοιο φόντο, την ερχόμενη Δευτέρα 8 Ιούλη, μια μέρα μετά το κλείσιμο της κάλπης, συνεδριάζει το συμβούλιο Γιούρογκρουπ, στην ατζέντα του οποίου, σύμφωνα με πληροφορίες, θα βρεθούν και τα ζητήματα της «αξιολόγησης» στην ελληνική οικονομία, με τα δεκάδες αντιλαϊκά προαπαιτούμενα και σε κάθε περίπτωση επίκεντρο τα «δημοσιονομικά κενά» που ήδη έχει υποδείξει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μάλιστα, σύμφωνα με πηγές της ΕΕ, η σχετική «συζήτηση» την επόμενη μέρα των εκλογών γίνεται προκειμένου, όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, να σταλεί το «σωστό μήνυμα», ανεξάρτητα βέβαια από την κυβέρνηση που θα προκύψει...
Τα ζητήματα της «αξιολόγησης» συζητήθηκαν στο πλαίσιο της Ομάδας Εργασίας του Γιούρογκρουπ, που συνεδρίασε χτες στη Βαρσοβία με τη συμμετοχή του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας Γ. Χουλιαράκη.
Θυμίζουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υπολογίσει τα «δημοσιονομικά κενά» της περιόδου 2019-2020 από 4,6 δισ. και μέχρι 5,8 δισ. ευρώ.
Ξεκίνησε από χτες η λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια, που με τη σειρά της αποτελεί έναν ακόμη κρίκο με κατεύθυνση την κλιμάκωση των πλειστηριασμών και των εκβιασμών από την πλευρά των τραπεζών, με βάση τη νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που ψηφίστηκε στα τέλη Μάρτη του 2019.
Μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας θα διεκπεραιώνονται οι «αιτήσεις προστασίας» λαϊκών νοικοκυριών για το επόμενο εξάμηνο, καθώς ακόμη και αυτή η διαλυμένη «προστασία» έχει ημερομηνία λήξης στις 31/12/2019.
Λεόντειοι όροι προβλέπονται και για τις ρυθμίσεις «διευκόλυνσης» που προσφέρουν οι τράπεζες σε όσους ενταχθούν στη ρύθμιση. Ενδεικτικά, η «πρόταση ρύθμισης του πιστωτή» αποτελεί «εκτελεστό τίτλο». Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση «αθέτησης των υποχρεώσεων αποπληρωμής» η τράπεζα θα μπορεί άμεσα να προχωρά σε πλειστηριασμό χωρίς τη διαμεσολάβηση των δικαστηρίων.
Οι σχετικές αιτήσεις υποβάλλονται μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (www.keyd.gov.gr).
Για τον προσφορότερο τρόπο για να «τρέξει» ακόμα πιο γρήγορα η «απελευθέρωση» της Ενέργειας, που οδήγησε σε αυτό το σημείο τη ΔΕΗ και βυθίζει σταθερά το λαό στην ενεργειακή φτώχεια, τσακώνονται από την Παρασκευή ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, με αφορμή την ανακοίνωση των νέων αρνητικών οικονομικών αποτελεσμάτων της επιχείρησης για το πρώτο τρίμηνο του 2019, σε συνέχεια του επίσης αρνητικού κλεισίματος της περασμένης χρονιάς. Την ίδια στιγμή και η διοίκηση της ΔΕΗ, που ανανέωσε χτες τη θητεία της, προετοιμάζει νέο πογκρόμ κατά των οφειλετών για τη μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αλλά και κατά των εργαζομένων στην επιχείρηση, προαναγγέλλοντας την περασμένη βδομάδα, ούτε λίγο ούτε πολύ, 4 χιλιάδες απολύσεις!
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα επίσημα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης, η ΔΕΗ καταγράφει ζημίες συνολικού ύψους 218,2 εκατ. ευρώ έναντι 24 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018, ενώ την ίδια στιγμή το χρέος της επιχείρησης, αν και μειωμένο κατά 119,5 εκατ. ευρώ, παραμένει σταθερά υψηλό, στα 3,62 δισ. ευρώ.
Η διοίκηση της εταιρείας αποδίδει τα αποτελέσματα στην αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου κατά 32,5% σε συνδυασμό με την αύξηση της ποσότητας που προμηθεύεται για την κάλυψη των αναγκών παραγωγής της, στην επίσης μεγάλη αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων ρύπων αλλά και στην άνοδο των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος που αγοράζει η επιχείρηση από άλλους παραγωγούς για την εξυπηρέτηση του μεριδίου των πελατών της, όπως και το εξτρά κόστος που προκαλούν οι δημοπρασίες τύπου ΝΟΜΕ.
Ανάμεσα σε όλα όσα αναφέρει η επιχείρηση για τη βελτίωση των οικονομικών της είναι και η κυνική ομολογία ότι «στο αμέσως επόμενο διάστημα οι δράσεις για τη βελτίωση της εισπραξιμότητας θα κλιμακωθούν και με επιπλέον ενέργειες για τα χρέη των τελικών πελατών», με κλιμάκωση δηλαδή των πιέσεων προς τα λαϊκά νοικοκυριά που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα «τσουχτερά» τιμολόγια, αλλά και «επιπλέον ενέργειες», όπως την πρόσληψη το αμέσως επόμενο διάστημα ειδικού συνεργείου για την προετοιμασία των φακέλων οφειλών που στη συνέχεια θα ανατεθούν σε εισπρακτικές εταιρείες, με στόχο να εισπραχθούν 400 με 500 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, ενώ ταυτόχρονα μέρος των οφειλών θα πωληθούν σε άλλους «επενδυτές».
Τα παραπάνω ουσιαστικά επιβεβαίωσε σε χτεσινή του συνέντευξη ο υπουργός Περιβάλλοντος, Γ. Σταθάκης, ο οποίος ανέφερε ότι από το τέλος του 2019 η ΔΕΗ θα λειτουργήσει «σ' ένα διαφορετικό περιβάλλον με απελευθερωμένη πλήρως την αγορά Ενέργειας και, στο πλαίσιο αυτό, έχει στρατηγική εξοικονόμησης κόστους και προσαρμογής στα νέα δεδομένα», με τον Κυρ. Μητσοτάκη να επανέρχεται μέσα στο Σαββατοκύριακο στο θέμα της ΔΕΗ, χαρακτηρίζοντάς την «διαλυμένη και στα όρια της χρεοκοπίας», προαναγγέλλοντας και εκείνος τη νέα επίθεση στα λαϊκά στρώματα, στον «αεροδιάδρομο» που άνοιξε η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ.--
Συνεχίζεται σήμερα στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ το σκληρό «πόκερ» για να μοιραστούν τα πόστα της ΕΕ, καθώς μετά από μαραθώνια παζάρια που κράτησαν από την Κυριακή το πρωί έως τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας, οι ηγέτες των κρατών - μελών δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε κάποιο συμβιβασμό. Στις διαπραγματεύσεις για την κατανομή των πιο καίριων αξιωμάτων της ΕΕ καθρεφτίζονται και οι αντιθέσεις μεταξύ των κρατών - μελών, αστικών τάξεων και μονοπωλιακών ομίλων.
Είχε προηγηθεί στο περιθώριο της Συνόδου του G20 στην Οσάκα (28 - 29 Ιούνη) συνάντηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ (Συντηρητικοί - Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα), του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν (Φιλελεύθεροι), του Ολλανδού πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε (Συντηρητικοί) και του Ισπανού πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ (Σοσιαλδημοκράτες), όπου συμφωνήθηκε για την προεδρία της Κομισιόν να στηριχτεί ο Ολλανδός επικεφαλής υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών και νυν αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Φρανς Τίμερμανς, και ο επικεφαλής υποψήφιος των Συντηρητικών (ΕΛΚ) Μάνφρεντ Βέμπερ να αναλάβει ενδεχομένως πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου ή επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ.
Αυτή ήταν και η πρόταση που παρουσίασε στο Ευρωκοινοβούλιο ο πρόεδρος του Συμβουλίου της ΕΕ, Ντόναλντ Τουσκ, ενώ η θέση για τη διαδοχή του προτείνεται να δοθεί στους Φιλελεύθερους. Σε περίπτωση που η επιλογή Τίμερμανς τελικά δεν «περάσει», εξετάζονται άλλα ονόματα για την προεδρία της Κομισιόν, όπως της επικεφαλής υποψήφιας των Φιλελευθέρων, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, ή άλλων Συντηρητικών.
Μετά από όλα αυτά, ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να παρουσιάσει ως «καθοριστική» τη στήριξή του στον σοσιαλδημοκράτη Φρ. Τίμερμανς ώστε να γείρει η πλάστιγγα υπέρ των... «προοδευτικών δυνάμεων» στην ΕΕ, ενώ χαρακτηριστικό είναι πως στη σημερινή συνάντηση τον Αλ. Τσίπρα θα εκπροσωπήσει ο σοσιαλδημοκράτης Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ.
Χαρακτηριστικές των αντιθέσεων ήταν οι δηλώσεις Μακρόν. Εκανε λόγο για «αποτυχία», που δείχνει και τον «γεωγραφικό διαχωρισμό στο Συμβούλιο», και ότι εμπόδιο στην εξεύρεση ενός συμβιβασμού μπήκαν «προσωπικές φιλοδοξίες» και «κρυφές ατζέντες». Εξέφρασε επιφυλάξεις για το αν το «μέλλον της ΕΕ» τελικά βρίσκεται σε μια νέα διεύρυνση, όταν δεν μπορούν ληφθούν αποφάσεις μεταξύ των «28». «Θα αρνηθώ κάθε είδους διεύρυνση αν δεν υπάρξει μια βαθιά μεταρρύθμιση στη θεσμική λειτουργία της ΕΕ», είπε.