Eurokinissi |
Εντοπισμός νεκρών στο Μάτι |
Αυτά τα προβλήματα διαπίστωσαν χτες από πρώτο χέρι η Αλέκα Παπαρήγα, ο Χρήστος Κατσώτης και ο Γιάννης Γκιόκας, μέλη της ΚΕ και βουλευτές του ΚΚΕ, που βρέθηκαν στις πληγείσες αυτές περιοχές, μαζί με τις τοπικές Κομματικές Οργανώσεις.
Αλλωστε, από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η πυρκαγιά, το απόγευμα της Δευτέρας, όλα τα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ, μαζί με φίλους και οπαδούς, βρέθηκαν σε θέσεις μάχης, με όσα μέσα διέθεταν για την αντιμετώπιση της πύρινης λαίλαπας. Συνεργεία που συγκρότησαν, έμειναν εκεί όλη τη νύχτα, ενώ ακόμα και χτες το βράδυ αρκετά από τα μέλη του Κόμματος δεν είχαν γυρίσει στα σπίτια τους, κλείνοντας πάνω από 24 ώρες «στο πόδι», πλάι στο λαό που παλεύει να σταθεί στα πόδια του. Εκεί, έκαναν ό,τι περνάει από το χέρι τους: Αλλοι αντιμετώπιζαν τις φλόγες ακόμα και με κλαδιά, άλλοι βοηθούσαν κατοίκους να απεγκλωβιστούν, άλλοι εντόπιζαν αγνοούμενους συμβάλλοντας στη διάσωσή τους, άλλοι βρέθηκαν μπροστά στη θλιβερή εικόνα των νεκρών θυμάτων.
Eurokinissi |
Οδός Ποσειδώνος. Μέσα στο λιωμένο μέταλλο, απανθρακωμένα παιδιά και ενήλικες... |
Σε σπίτια εγκλωβίστηκαν άνθρωποι - κατά κύριο λόγο ηλικιωμένοι, που είχαν κινητικά προβλήματα, και σε κάποιες περιπτώσεις γίνονται αναφορές ότι ήταν μαζί με τα εγγόνια τους - που απανθρακώθηκαν. Λόγω των τοξικών αναθυμιάσεων, «είναι αδύνατο να μπούμε και να τους ανασύρουμε αν δεν περάσει άλλο ένα 24ωρο», λένε οι αρμόδιοι, περιγράφοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Στο Μάτι συναντάμε τον Γ.Α., που ψάχνει απεγνωσμένα το παιδί του, τον πατέρα και τον αδελφό του, οι οποίοι από το βράδυ της Δευτέρας επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο και έκτοτε δεν έχουν δώσει σημεία ζωής. Δεν ξέρει πού να απευθυνθεί και «πιάνεται» από τους βουλευτές του ΚΚΕ, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν τις απαραίτητες συνεννοήσεις και παράλληλα τον κατευθύνουν στη σκηνή του Ερυθρού Σταυρού, που έχει στηθεί στο δημαρχείο Ραφήνας, προκειμένου να καταγραφούν οι αγνοούμενοι.
Την ίδια στιγμή καταγράφουμε μαρτυρίες κατοίκων για μεγάλο αριθμό μεταναστών που δούλευαν μέχρι τελευταία στιγμή σε θερμοκήπια, κουζίνες εστιατορίων, κηπουροί σε σπίτια κ.α. Οι αναφορές συγκλονίζουν: «Είχε απομείνει μόνος του ο κηπουρός, με μια μάνικα να δίνει μάχη με φλόγες 50 μέτρων. Του φωνάζαμε να φύγει. Από το βλέμμα του φαινόταν ότι δεν καταλάβαινε καθόλου Ελληνικά. Τον πήραμε σηκωτό και φύγαμε», μας λένε κάτοικοι. «Δεν ξέρουμε τι έχουν απογίνει, πού έμειναν το βράδυ, αν βγήκαν από τις κουζίνες, αν ζουν».
Σε απόγνωση, χωρίς υπεύθυνη ενημέρωση, αναζητούν τις οικογένειές τους απευθυνόμενοι στο ΚΚΕ |
Σε άλλα σπίτια λείπει ακόμα και το νερό, αφού κάθε ξύλινος κρουνός άρδευσης πόσιμου νερού έχει γίνει παρανάλωμα. Το ίδιο και οι ξύλινες κολώνες της ΔΕΗ, που δεν έχουν αντικατασταθεί εδώ και δεκαετίες και μετά την πυρκαγιά έπεσαν πάνω σε αυτοκίνητα και σπίτια.
Στην Αργυρή Ακτή, επί των οδών Ποσειδώνος, Περικλέους και Τρίτωνος, δεκάδες αυτοκίνητα, το ένα στοιβαγμένο δίπλα στο άλλο, έχουν γίνει στάχτη και λιωμένο μέταλλο. Η συντριπτική πλειοψηφία των γύρω σπιτιών είναι ανέγγιχτα από τη φωτιά, μαρτυρώντας τον πανικό που γεννά η έλλειψη σχεδιασμού διαφυγής, το αδιέξοδο που έχουν δημιουργήσει η άναρχη δόμηση, η έλλειψη ρυμοτομικού σχεδίου, η τσιμεντοποίηση του αιγιαλού. Εκεί δεκάδες άνθρωποι εγκλωβίστηκαν. Μέχρι και τα ξημερώματα της χτεσινής μέρας, οι κάτοικοι περπατούσαν και έβρισκαν σορούς. «Κάποιοι απ' αυτούς ανήκουν σε μικρά παιδιά, όπως μαρτυρά το μέγεθός τους. Κάποια απ' αυτά είχαν αγκαλιάσει το ένα το άλλο. Κάποιοι φαίνεται ότι δεν πρόλαβαν να ανοίξουν την πόρτα»... «Κάποιος κρύφτηκε κάτω απ' το αυτοκίνητο για να γλυτώσει. Αλλος έπεσε από τα βράχια».
«Μείναμε στη θάλασσα για ώρες κι έβρεχε φωτιά» |
Σύμφωνα με το Λιμενικό, 750 άτομα περισυνελέγησαν το βράδυ της Δευτέρας από τη θάλασσα, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, χωρίς φως και με δυνατό αέρα. Μέχρι χτες το μεσημέρι, εργαζόμενοι σε 20 σκάφη του Λιμενικού συνέχιζαν να «οργώνουν» τις θάλασσες. Ανάμεσά τους και λιμενικός που την ίδια ώρα γνώριζε ότι καιγόταν και το δικό του σπίτι. Χτες, σύμφωνα με πληροφορίες, η θάλασσα ξέβρασε πτώματα στη Ραφήνα και στη Λούτσα, ενώ εντοπίστηκαν άνθρωποι ανοιχτά στη θάλασσα να παλεύουν με τα κύματα πάνω από 10 ώρες.
Την ίδια στιγμή, δεκάδες άνθρωποι θρηνούν για τους κόπους μιας ζωής, για το μοναδικό σπίτι που είχαν και χάθηκε στις φλόγες. Δεκάδες άνθρωποι αγωνιούν για τα μαγαζιά που έγιναν παρανάλωμα και έμειναν χωρίς δουλειά.
Σε ολόκληρη την Ανατολική Αττική, όπου ζουν, δουλεύουν και τους καλοκαιρινούς μήνες παραθερίζουν εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου, δεν υπάρχει ούτε ένα νοσοκομείο. «Δεν μπορούσαν να περάσουν ασθενοφόρα. Στο Κέντρο Υγείας επικρατούσε το αδιαχώρητο, δεν υπήρχαν γιατροί, ειδικότητες, εξοπλισμός. Είμαστε αβοήθητοι. Περιμέναμε ώρες για ασθενοφόρο. Ο καθένας έφευγε όπως μπορούσε», λένε οργισμένα οι κάτοικοι. Να σημειωθεί ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του στόλου του ΕΚΑΒ είναι ακινητοποιημένο (λόγω προβλημάτων παλαιότητας, μη συντήρησης κ.ά.) και καθημερινά ο λαός το πληρώνει με τη ζωή του. Προχτές στο Παίδων «Αγία Σοφία» μεταφέρθηκαν 25 παιδιά. Ενα βρέφος 6 μηνών έφτασε νεκρό. Τα υπόλοιπα είχαν προβλήματα εισπνοής καπνού.
«Αν ήταν βράδυ, αν ήταν Σαββατοκύριακο που ο κόσμος είναι πολλαπλάσιος, θα είχαμε ακόμα περισσότερα θύματα», είναι η κουβέντα που ακούστηκε πολλές φορές. Οχι σαν παρηγόρια, αλλά σαν φόβος. Λόγω έλλειψης οποιουδήποτε σχεδιασμού, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Χαρακτηριστικά είναι όσα περιγράφει στα ΜΜΕ η βουλευτής του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα: «Μας έστριψαν προς τα δω, γιατί πήγαινε η φωτιά στη Μαραθώνος. Βρεθήκαμε σε απόσταση αναπνοής από τις φλόγες. Εγκλωβιστήκαμε, αλλά κείνη τη στιγμή είχαμε την τύχη να υπάρχει μια δίοδος. Ενας δημοτικός σύμβουλος της "Λαϊκής Συσπείρωσης" και ένας συνταξιούχος αστυνομικός προσπαθούσαν να διευθετήσουν μόνοι τους την κίνηση των οχημάτων για να μην καούμε. Πάντως, όταν ήμουν εγώ εδώ πυροσβεστικό όχημα δεν υπήρχε. Υπήρχαν πολλά μέτωπα στην Αττική, αλλά είναι θέμα και πόσα μέσα διαθέτεις».
Μεταφερόμαστε στο δημαρχείο Μαραθώνα - Νέας Μάκρης, όπου πρόκειται να γίνει το Συντονιστικό Πολιτικής Προστασίας του δήμου. Στο προαύλιό του, συγκεντρωμένοι 14 εργαζόμενοι που πρόκειται να επιθεωρήσουν σπίτια, μαγαζιά και να τα χαρακτηρίσουν, ανάλογα με τις ζημιές, πράσινα, κίτρινα ή κόκκινα. Ο διάλογος που εκτυλίσσεται, αποκαλυπτικός για το τι μέλλει γενέσθαι: «Δεν πρέπει να υπάρχουν διαφορετικές ειδικότητες; Πώς μπορώ να ξέρω αν η κολόνα είναι κατάλληλη ή όχι;», «Αστο, πάμε έτσι τώρα»...