Η Στρατηγική ετοιμάστηκε από τη Διεύθυνση Διεύρυνσης της Κομισιόν, υπό την επίβλεψη του αρμόδιου επιτρόπου, Αυστριακού Γ. Χαν, και αφορά προϋποθέσεις και πιθανά χρονοδιαγράμματα για να επιταχυνθούν οι ενταξιακές διαδικασίες των 6 χωρών της περιοχής (ΠΓΔΜ, Σερβία, Μαυροβούνιο, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Αλβανία, Κόσσοβο), τις οποίες, άλλωστε, αναμένεται να επισκεφτεί στα τέλη του μήνα ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζ. Κλ. Γιούνκερ.
Οι ευρωενωσιακοί προπαγανδίζουν ότι η Στρατηγική, κύρια, εντοπίζει και καλεί προς επίλυση σε «προβλήματα» που υπάρχουν στο λεγόμενο κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Εύηχες προφάσεις, που στην ουσία τους αφορούν στην εγγύηση της κερδοφορίας για τα ευρωενωσιακά μονοπώλια.
Η ίδια η Μογκερίνι ήταν πολύ καθαρή χτες μεσημέρι, σε δηλώσεις της στον Τύπο για το θέμα. Οπως είπε, «τα Βαλκάνια είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα αγορά για την ΕΕ». Πρόσθεσε ότι η ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή είναι πολύ σημαντική και για την ΕΕ, ενώ ερωτηθείσα σχετικά, αναγνώρισε ότι στην περιοχή «είναι παρούσα η επιρροή και άλλων όπως οι Ρώσοι».
Την παρουσία και άλλων τέτοιων «παικτών» αναγνώρισε και ο Χαν, ο οποίος, βέβαια, κάλεσε τα κράτη - μέλη να αντιμετωπίζουν το θέμα με «μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση». Εξήγησε: «Αρκεί να δει κανείς τα οικονομικά στοιχεία για να αντιληφθεί ότι ως ΕΕ έχουμε τις περισσότερες Αμεσες Ξένες Επενδύσεις στην περιοχή. Μόνο η Αυστρία έχει 4 φορές περισσότερες επενδύσεις στη Σερβία από τη Ρωσία», έφερε για παράδειγμα.
Κάλεσε, επομένως, να δει κανείς συνολικά την εικόνα μιας περιοχής με «εύθραυστη ασφάλεια», που επηρεάζει και την ΕΕ, και από την άλλη «τι προοπτικές και δυνατότητες θα υπάρξουν για όλους μας, αν ενσωματώσουμε αυτήν την αγορά των 80 εκατομμυρίων ατόμων».
Σημειωτέον, ο Χαν προγραμματιζόταν να επισκεφτεί σήμερα τη Σερβία και αύριο το Μαυροβούνιο, για να παρουσιάσει τα «καθήκοντα» που θέτει η Στρατηγική στις κυβερνήσεις των ενδιαφερόμενων χωρών.
Ως προς αυτά, ο Γιούνκερ, μιλώντας νωρίτερα ενώπιον των ευρωβουλευτών σε Ολομέλεια στο Στρασβούργο, προειδοποιούσε τις ενδιαφερόμενες χώρες ότι δεν θα μπορέσουν να ενταχθούν στην ΕΕ πριν διευθετήσουν τις μεθοριακές διενέξεις τους και διευκρίνισε πως η χρονολογία του 2025 που δίνεται για την ένταξη Σερβίας και Μαυροβουνίου είναι «ενδεικτική».
Τόνισε: «Θα ήθελα όλες οι χώρες των Βαλκανίων να μπορέσουν να ενταχθούν όταν θα πληρούνται οι προϋποθέσεις. Αυτό δεν συμβαίνει ακόμη προς το παρόν, οι χώρες αυτές απέχουν ακόμη πολύ από το να εκπληρούν τις προϋποθέσεις για να ενταχθούν στην ΕΕ, όμως οφείλουμε να τις βοηθήσουμε να πάρουν αυτόν το δρόμο».
Μάλιστα, έχοντας υπόψη αντιπαραθέσεις μεταξύ κρατών - μελών της ΕΕ, όπως αυτή ανάμεσα σε Σλοβενία και Κροατία για τον κόλπο του Πιράν, ο Ζ. Γιούνκερ επισήμανε πως «δεν θα παίξουμε αυτό το παιγνίδι δεύτερη φορά: Αυτά τα προβλήματα (σ.σ. των συνόρων) πρέπει να έχουν επιλυθεί πριν υπάρξει διεύρυνση», έχοντας κατά νου τις σχέσεις Σερβίας - Κοσσόβου και τις συνοριακές διαφορές Μαυροβουνίου - Κοσσόβου.
Σε αυτό καθαυτό το κείμενο της Στρατηγικής, γίνεται ευθύς εξαρχής αναφορά στη συνεισφορά της ντόπιας αστικής τάξης στο ζήτημα, όταν επί ελληνικής προεδρίας, «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης το 2003 υποστήριξε το μέλλον της περιοχής ως αναπόσπαστο τμήμα της ΕΕ».
Παρακάτω, ακτινογραφώντας τις διμερείς σχέσεις, τονίζεται ότι «το 2016, το συνολικό εμπόριο της περιοχής με την ΕΕ ήταν πάνω από 43 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 80% από το 2008 και με σημαντική περαιτέρω αναπτυξιακή δυναμική. Οι εταιρείες της ΕΕ είναι επίσης οι μεγαλύτεροι επενδυτές στα Δυτικά Βαλκάνια, με περισσότερα από 10 δισ. ευρώ άμεσων ξένων επενδύσεων στην περιοχή τα τελευταία 5 χρόνια».
Προστίθεται ότι η ευρωενωσιακή ενσωμάτωση της περιοχής προωθείται για τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντά της. «Πρόκειται για μια γεωστρατηγική επένδυση, για μια σταθερή, ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη βασισμένη σε κοινές αξίες».
Στο κείμενο εκτιμάται ακόμη ότι «οι διαπραγματεύσεις προσχώρησης βρίσκονται ήδη σε καλό δρόμο με Μαυροβούνιο και Σερβία», σημειώνοντας ότι «με ισχυρή πολιτική βούληση, με την πραγματοποίηση πραγματικών και βιώσιμων μεταρρυθμίσεων και με οριστικές λύσεις στις διαμάχες με τους γείτονες, θα μπορούσαν ενδεχομένως να είναι έτοιμοι για ένταξη το 2025», αν και χαρακτηρίζει την προοπτική αυτή «εξαιρετικά φιλόδοξη».
Για τις άλλες χώρες αναφέρουν: «Η Επιτροπή είναι έτοιμη να ετοιμάσει συστάσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων προσχώρησης με την Αλβανία και την ΠΓΔΜ, με βάση την εκπλήρωση από μέρους τους προϋποθέσεων. Με συνεχή προσπάθεια και δέσμευση, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη θα μπορούσε να γίνει υποψήφια για ένταξη. Το Κοσσυφοπέδιο έχει την ευκαιρία για βιώσιμη πρόοδο μέσω της εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης και να προωθήσει την ευρωπαϊκή πορεία του όταν το επιτρέψουν οι αντικειμενικές συνθήκες».
Κρίνοντας ότι «κρίσιμοι κλάδοι των οικονομιών της περιοχής είναι μη ανταγωνιστικοί», η ΕΕ εντοπίζει ως πρόβλημα την «υπερβολική πολιτική παρέμβαση και υποανάπτυκτη ιδιωτική οικονομία. Καμία χώρα από τα Δυτικά Βαλκάνια δεν μπορεί σήμερα να θεωρηθεί ως λειτουργούσα οικονομία της αγοράς, ούτε να έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει την ανταγωνιστική πίεση και τις δυνάμεις της αγοράς στην Ενωση. Παρά την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, παραμένουν πολλά διαρθρωτικά ζητήματα, τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν τις αγορές εργασίας και κυρίως τις ευκαιρίες απασχόλησης για τους νέους». Εξ ου και καλεί σε επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.
Επίσης, ως πρόβλημα για την ευρωενωσιακή ενσωμάτωση βάζει ότι «εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διμερείς διαφορές μεταξύ των χωρών της περιοχής, οι οποίες παραμένουν προς επίλυση. Η ΕΕ δεν θα δεχτεί να εισαγάγει αυτές τις διαμάχες και την αστάθεια που θα μπορούσαν να συνεπάγονται. Πρέπει να βρεθούν και να εφαρμοστούν οριστικές και δεσμευτικές λύσεις προτού προσχωρήσει μια χώρα».
Σημειωτέον, οι συντάκτες του κειμένου προβάλλουν την άποψη ότι «χωρίς την αποτελεσματική και συνολική εξομάλυνση των σχέσεων Βελιγραδίου - Πρίστινας μέσω του διαλόγου που διευκολύνεται από την ΕΕ, δεν μπορεί να υπάρξει διαρκής σταθερότητα στην περιοχή. Μια σφαιρική, νομικά δεσμευτική συμφωνία για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων είναι επείγουσα και κρίσιμη, προκειμένου να μπορέσουν Σερβία και Κόσσοβο να προχωρήσουν στις αντίστοιχες ευρωπαϊκές πορείες τους».
Ακόμα, ανακοινώνοντας μια σειρά «πρωτοβουλίες» προς υποβοήθηση της ευρωενωσιακής ολοκλήρωσης της περιοχής, ειδικά για την «ασφάλεια», βάζουν μπρος την «ενισχυμένη συνεργασία για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του βίαιου εξτρεμισμού και για τη διαχείριση των συνόρων και της μετανάστευσης». Προαναγγέλλουν ότι αξιωματικοί - σύνδεσμοι της Europol θα τοποθετηθούν στην περιοχή και ότι προχωρούν κοινές ομάδες έρευνας των τοπικών αρχών με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Συνόρων και την Ακτοφυλακή.
Η ΠΓΔΜ είναι έτοιμη να αποδεχτεί γεωγραφικό προσδιορισμό στην ονομασία της, δήλωσε χτες ο πρωθυπουργός της χώρας Ζόραν Ζάεφ. Πρόσθεσε ότι το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε χτες τη μετονομασία του αεροδρομίου από «διεθνές αεροδρόμιο Μέγας Αλέξανδρος» σε «διεθνές αεροδρόμιο Σκοπίων» και τη μετονομασία της εθνικής οδού της ΠΓΔΜ, που οδηγεί στα σύνορα με την Ελλάδα, από «εθνική οδός Αλέξανδρος ο Μακεδών» σε «εθνική οδός Φιλία». Βέβαια, καμία αναφορά δεν έκανε στο βασικό, την αλλαγή του Συντάγματος της χώρας, ώστε να απαλειφθούν αλυτρωτικά στοιχεία που εμπεριέχει.
Παρ' όλα αυτά, το ελληνικό ΥΠΕΞ έσπευσε να «χαιρετίσει» την απόφαση ως «ένα θετικό βήμα για την αντιστροφή των όσων έγιναν την τελευταία δεκαετία και επιβάρυναν τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Είναι μια σημαντική εξέλιξη προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης του αλυτρωτισμού και ευελπιστούμε ότι θα σημάνει το άνοιγμα ενός νέου κεφαλαίου στις σχέσεις των δύο χωρών και λαών μας».
Προηγούμενα, η κυβέρνηση της ΠΓΔΜ εξέδωσε και ανακοίνωση ότι «η λύση (σ.σ. για το θέμα του ονόματος) είναι εφικτή και για αυτόν το σκοπό βρίσκεται σε εξέλιξη διαπραγματευτική διαδικασία». Οτι «στη συνάντηση μεταξύ των πρωθυπουργών, Ζόραν Ζάεφ και Αλέξη Τσίπρα, στο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες αποδεσμεύτηκαν οι διαδικασίες που οδηγούν σε αξιοπρεπή λύση των ανοιχτών θεμάτων της Ελλάδας και της "Δημοκρατίας της Μακεδονίας"». Επίσης ότι χρειάζεται «λύση, η οποία θα σέβεται την αξιοπρέπεια και την ταυτότητα των πολιτών των δύο χωρών».
Σκοπιανά ΜΜΕ αναφέρουν ότι η ανακοίνωση ήρθε σε απάντηση όσων ανέφερε προχτές ο Ελληνας ΥΠΕΞ, που ζήτησε από την ηγεσία της ΠΓΔΜ να δηλώσει ποιος θα είναι ο προσδιορισμός στη σύνθετη ονομασία και να προετοιμάσει την κοινή γνώμη γι' αυτό.
Στην Αθήνα, εξάλλου, ο υπουργός Ν. Κοτζιάς, μιλώντας κατά την εκδήλωση κοπής της πρωτοχρονιάτικης πίτας του ΥΠΕΞ, έλεγε ότι στο υπουργείο δουλεύουν «για την αναβάθμιση της χώρας διεθνώς, για να λύσουμε τα προβλήματα του παρελθόντος». Πρόσθεσε ότι το υπουργείο «βρίσκεται σε μεγάλες διαπραγματεύσεις αυτήν την εποχή».
Την ίδια ώρα ερχόταν στη δημοσιότητα πολυσέλιδο κείμενο της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της βρετανικής Βουλής των Λόρδων, με θέμα «Το Ηνωμένο Βασίλειο και το μέλλον των Δυτικών Βαλκανίων», σε άλλη μια απόδειξη του ενδιαφέροντος και των παρεμβάσεων ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων στην εν λόγω ζώνη.
Το κείμενο αφορά τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής της Βρετανίας μέχρι το 2019. Σε αυτό το πλαίσιο σημειώνεται: «Συμφωνούμε με τη διαρκή υποστήριξη που παρέχει η κυβέρνηση σχετικά με τις φιλοδοξίες ένταξης της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης και της "Μακεδονίας" (σ.σ. στο ΝΑΤΟ). Με την προϋπόθεση ότι πληρούν τις προϋποθέσεις, η ένταξή τους θα ήταν ένα ευπρόσδεκτο βήμα προς την επίτευξη μεγαλύτερης σταθερότητας στην περιοχή».
Και αμέσως μετά: «Η κυβέρνηση πρέπει να υποστηρίξει μέτρα τα οποία θα βοηθήσουν τη "Μακεδονία" να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, με ή χωρίς λύση στο ζήτημα του ονόματος».
Με συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της Αλβανίας, Εντι Ράμα, επανέφερε το «ζήτημα των Τσάμηδων», αν και όπως ισχυρίζεται «εδαφικό ζήτημα μεταξύ Αλβανίας και Ελλάδας δεν μπορεί να σταθεί». Σημείωσε πάντως ότι το ζήτημα υφίσταται «μόνο ως θέμα στοιχειωδών δικαιωμάτων των Αλβανών συμπατριωτών μας που κάποτε ζούσαν στη χώρα σας και τίποτε ευρύτερο». Και πρόσθεσε πως «ειλικρινά δεν πιστεύω ότι οποιοσδήποτε νουνεχής άνθρωπος θα διαφωνήσει με τη θέση ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να ταξιδέψουν και να επισκεφτούν την Ελλάδα ή ότι αυτοί και τα παιδιά τους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν περιουσιακά δικαιώματα διά της δικαστικής οδού, όπως κανονικά μπορεί ο κάθε Ευρωπαίος πολίτης».
Για να στοιχειοθετήσει τις «κοινές αξίες» ανάμεσα στις δύο χώρες, ο Ε. Ράμα κατέφυγε και στον αντικομμουνισμό, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Οι Αλβανοί σίτισαν τους γείτονές τους, προσφέροντας αρωγή, προσφέροντας στήριξη στους εκτοπισμένους του άτυχου Ελληνοϊταλικού Πολέμου, και οι Ελληνες έπραξαν το ίδιο για εμάς, όταν βγαίναμε από την επονείδιστη περίοδο της κομμουνιστικής δικτατορίας».
Κατά τ' άλλα, εκφράζοντας τις επιδιώξεις της αλβανικής αστικής τάξης για ένταξη της χώρας στην ένωση του κεφαλαίου, την ΕΕ (είναι ήδη στο ΝΑΤΟ), δηλώνει, αναφορικά και με τις διεργασίες για την ένταξη όλων των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στη λυκοσυμμαχία, ότι η «Αλβανία δικαιούται μιας ευθείας σύστασης να ανοίξουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και δεν αναμένω τίποτε λιγότερο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταρχήν και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο λίγο αργότερα».
Προσθέτει ότι Αλβανία και Ελλάδα προετοιμάζουν την υπογραφή ενός συμφώνου για τα θαλάσσια σύνορα, εξέλιξη που εντάσσεται στο πλαίσιο των συνολικών ευρωατλαντικών σχεδιασμών στην περιοχή, για το πέρασμα αγωγών Ενέργειας, αλλά και την εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της περιοχής. Στο διά ταύτα, απαντώντας στην ερώτηση αν είμαστε κοντά στην οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών, ανέφερε ότι εξελίσσεται η συζήτηση «με ανοιχτές καρδιές και μυαλά» και ότι «είμαστε κοντά στην επίτευξη συμφωνίας για τα θαλάσσια σύνορα που θα είναι δίκαιη και για την Αλβανία και για την Ελλάδα».
Προκειμένου να κόψουν λοξοκοιτάγματα προς άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, οι συντάκτες της Στρατηγικής χαρακτηρίζουν εξίσου σημαντικό να γίνει κατανοητό απ' όλους στα Δυτικά Βαλκάνια ότι «η ένταξη στην ΕΕ είναι μια επιλογή. Χρειάζεται πολιτική και κοινωνική συναίνεση και υποστήριξη των καρδιών και των μυαλών των ανθρώπων. Δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία από τους ηγέτες σχετικά με το πού ανήκουν τα Δυτικά Βαλκάνια και την κατεύθυνση στην οποία κινούνται».
Σε ευθεία σύνδεση με τα παραπάνω, αλλά και με μεγάλο ενδιαφέρον για την ντόπια αστική τάξη και το ρόλο κόμβου που θέλει να παίξει στην περιοχή, είναι το κεφάλαιο της Στρατηγικής που βάζει ως στόχο την «Αύξηση συνδεσιμότητας» των Δυτικών Βαλκανίων, όπως αυτή κουμπώνει στα σχέδια μονοπωλίων της ΕΕ και των ΗΠΑ για το πέρασμα δικτύων, αγωγών, διαύλων της Ενέργειας και της Διαμετακόμισης από την περιοχή:
«Η ενίσχυση της σύνδεσης στο εσωτερικό των Δυτικών Βαλκανίων αποτελεί στρατηγικό ενδιαφέρον και για τις δύο πλευρές (σ.σ.: Δυτ. Βαλκάνια και ΕΕ). Η αύξηση των συνδέσεων στον τομέα των Μεταφορών και της Ενέργειας θα επιτρέψει την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, την οικονομική ανάπτυξη και την ασφάλεια του εφοδιασμού και ταυτόχρονα αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την οικονομική ολοκλήρωση στα Δυτικά Βαλκάνια».
Επίσης: «Τα Δυτικά Βαλκάνια περιβάλλονται γεωγραφικά από τα κράτη - μέλη της ΕΕ και αποτελεί πολιτική προτεραιότητα να συνδεθούν οι υποδομές μεταξύ της ΕΕ και των Δυτικών Βαλκανίων και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη διασυνδεδεμένων διευρωπαϊκών δικτύων στους τομείς των Μεταφορών, της Ενέργειας και των ψηφιακών υπηρεσιών».
Γίνεται, δε, λόγος και για «μια πραγματική ένωση μεταφορών με τα Δυτικά Βαλκάνια»: «Οι συμφωνίες για τους διαδρόμους μεταφορών προτεραιότητας μεταξύ της ΕΕ και των Δυτικών Βαλκανίων στο πλαίσιο του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ. Αυτά πρέπει τώρα να γίνουν πραγματικότητα για να εξασφαλιστεί η συμβολή τους στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ηπείρου στο σύνολό της». Μπαίνει, άλλωστε, στόχος για «προώθηση ολοκληρωμένων οδικών και σιδηροδρομικών σχεδίων» και «μια νέα σιδηροδρομική στρατηγική για να φέρει τα Δυτικά Βαλκάνια στο κύριο δίκτυο και την αγορά της ΕΕ και να προωθήσει το άνοιγμα της περιφερειακής σιδηροδρομικής αγοράς».
Μία εμπλοκή καταγράφηκε χτες στον εναέριο χώρο του Αιγαίου καθώς ελληνικά μαχητικά σηκώθηκαν για να αναγνωρίσουν και αναχαιτίσουν 2 οπλισμένα τουρκικά «F16», 1 κατασκοπευτικό αεροσκάφος CN-235 και 1 ελικόπτερο, που προχώρησαν σε 4 παραβάσεις των Κανόνων Εναέριας Κυκλοφορίας στο FIR Αθηνών και 9 παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου.