Τετάρτη 7 Φλεβάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Στο σημερινό 4σέλιδο «Νεολαία» μπορούμε να βρούμε:
  • Ρεπορτάζ από τη συζήτηση που έγινε στην Πανελλαδική Συνάντηση Συντονισμού των μαθητών στις 28 Γενάρη
  • Αρθρο: «Χάσμα δεξιοτήτων» ή χάσμα μεταξύ των συμφερόντων των νέων αποφοίτων και του κεφαλαίου;
  • Για τις σύγχρονες ανάγκες και διεκδικήσεις των μαθητών των ΕΠΑΛ
Για τις σύγχρονες ανάγκες και διεκδικήσεις των μαθητών των ΕΠΑΛ

Από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις ενάντια στο κλείσιμο τμημάτων ΕΠΑΛ
Από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις ενάντια στο κλείσιμο τμημάτων ΕΠΑΛ
Συνεχίζουμε σήμερα τα δημοσιεύματά μας γύρω από τα ζητήματα των ΕΠΑΛ και τις σύγχρονες ανάγκες των μαθητών αυτών των σχολείων, που η κυβέρνηση στα λόγια λέει ότι θέλει να αναβαθμίσει, η πραγματικότητα όμως τη διαψεύδει.

Είναι γεγονός ότι οι μαθητές των ΕΠΑΛ αντιμετωπίζονται συχνά ως μαθητές β' κατηγορίας. Και απέναντι σε αυτό οι ίδιοι οι μαθητές των ΕΠΑΛ διεκδικούν και πρέπει να διεκδικούν με βάση τις σύγχρονες ανάγκες τους. Και να απορρίψουν στη συνείδησή τους τις αντιεπιστημονικές θεωρίες για «ανθρώπους που παίρνουν και ανθρώπους που δεν παίρνουν τα γράμματα», τα ιδεολογήματα περί φυσικών χαρισμάτων και επαγγελμάτων του χεριού, να μην παραιτούνται τα παιδιά από την προσπάθεια και το δικαίωμα στη ζωή και στη μόρφωση.

Σύγχρονη απαίτηση η ολόπλευρη γνώση μέσα στο πτυχίο

Σε αυτήν τη βάση, είναι ώριμο και σύγχρονο σήμερα οι μαθητές των ΕΠΑΛ να μορφώνονται ολόπλευρα, να μη στερούνται τη Γενική Παιδεία, να μη στερούνται ούτε ένα γνωστικό αντικείμενο από αυτά που έχει ανάγκη ο νέος άνθρωπος προκειμένου να κατανοήσει τις εξελίξεις, να μπορεί δημιουργικά να εντάσσεται στην κοινωνία.

Με άλλα λόγια, δεν πρέπει οι μαθητές των ΕΠΑΛ να κάνουν πίσω από την απαίτηση για ουσιαστική γνώση, που χρειάζεται σε όλους τους ανθρώπους αλλά και στους αυριανούς τεχνικούς. Με αυτό το πνεύμα, εξάλλου, πρέπει να βλέπει κανείς και την επαγγελματική μόρφωση που παρέχεται στα ΕΠΑΛ. Γιατί η σύγχρονη τεχνολογία, που εισάγεται σε όλα τα επαγγέλματα, απαιτεί αντικειμενικά υψηλότερο επίπεδο γνώσεων απ' ό,τι στο παρελθόν, για να ανταποκριθεί κάποιος στις απαιτήσεις του επαγγέλματος. Δημιουργούνται σήμερα οι υλικές προϋποθέσεις ώστε ο τεχνικός να δουλεύει περισσότερο με το μυαλό και λιγότερο με τα χέρια και αυτό προϋποθέτει να γνωρίζει καλά τη γλώσσα του, να έχει καλές βάσεις σε Μαθηματικά, Φυσική κ.ο.κ.

Το ότι σήμερα δεν αντιμετωπίζονται έτσι τα ΕΠΑΛ και οι μαθητές τους είναι απόρροια της ταξικότητας της κοινωνίας μας, της στρατηγικής του κεφαλαίου για ταχύρρυθμες πρόσκαιρες καταρτίσεις, που αντικειμενικά απαξιώνονται πιο γρήγορα και ο κάτοχός τους επανακαταρτίζεται μετά με δικό του κόστος, κυνηγά πιστοποιητικά και προγράμματα. Με άλλα λόγια, για την εκπαιδευτική υστέρηση και των ΕΠΑΛ ευθύνονται η κοινωνική ανισότητα, η πολιτική και τα κόμματα που την υπηρετούν, η τάξη που βρίσκεται στην εξουσία και διαφεντεύει τον πλούτο και τη γνώση που παράγουν τα χέρια και το μυαλό του εργάτη. Από τα παιδιά των ΕΠΑΛ στερούν σήμερα τη μόρφωση αυτοί που αύριο θα τους στερούν τα δικαιώματά τους στη δουλειά και τη ζωή.

Είναι ξεκάθαρο ότι και η σημερινή κυβέρνηση δεν βλέπει μ' ένα τέτοιο πνεύμα τις μορφωτικές ανάγκες στα ΕΠΑΛ. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ούτε καν στα Γενικά Λύκεια αναγνωρίζει την ανάγκη για ολόπλευρη μόρφωση, αφού με το σχέδιο που ετοιμάζει για το νέο Λύκειο, η γενική μόρφωση σταματάει στην Α' Λυκείου και οι άλλες δυο τάξεις μετατρέπονται σε ένα αποστεωμένο φροντιστήριο. Η οπτική της κυβέρνησης για τα ΕΠΑΛ είναι εναρμονισμένη με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, που θέλει τους μαθητές των ΕΠΑΛ στο μεροκάματο από νωρίς, ως φτηνό και εύκολα χειραγωγούμενο εργατικό δυναμικό.

Αμεσα μέτρα στήριξης των ΕΠΑΛ και των μαθητών τους

Στον αντίποδα αυτής της λογικής όμως, υπάρχει ανάγκη σήμερα για μια σειρά από μέτρα ενίσχυσης του μορφωτικού ρόλου των ΕΠΑΛ. Για παράδειγμα, πρέπει να υπάρξουν μέτρα αντιμετώπισης της μαθητικής διαρροής, όπως γενίκευση της ενισχυτικής διδασκαλίας κ.ά., να δίνονται έγκαιρα όλα τα βιβλία και αυτά να είναι γραμμένα με βάση τις σύγχρονες ανάγκες και εξελίξεις, να βρίσκονται στη θέση τους από την αρχή της χρονιάς όλοι οι εκπαιδευτικοί, να πάψει αυτό το καθεστώς που κάθε χρόνο κλείνουν τμήματα που χαρακτηρίζονται ολιγομελή, ώστε να μπορεί ο κάθε μαθητής να έχει πρόσβαση στην ειδικότητα που επιλέγει και να την ολοκληρώνει χωρίς εμπόδια.

Αντίστοιχα, θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τον εργαστηριακό εξοπλισμό αυτών των σχολείων, που σε πολλές περιπτώσεις είναι από απαρχαιωμένος έως ανύπαρκτος. Χρειάζεται άμεση στήριξη στα Εργαστηριακά Κέντρα και την υποδομή τους, για να γίνεται ουσιαστικά η σύνδεση θεωρίας και πράξης για όλους τους μαθητές των ΕΠΑΛ, καθώς και να παρέχεται δωρεάν ο εξοπλισμός που απαιτείται και να μην τον αγοράζουν οι μαθητές. Απαιτούνται εργαστήρια σύγχρονα, χωρίς την εμπλοκή εταιρειών και ιδιωτών, ενώ μέτρα εκσυγχρονισμού θα ήταν και η μείωση των μαθητών ανά τάξη και εργαστήριο (π.χ. με δύο εκπαιδευτικούς ανά 10 μαθητές) και η διαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με ευθύνη του κράτους.

Για την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση και το δικαίωμα στην εργασία

Ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να υπάρξει και για τη δυνατότητα πρόσβασης των αποφοίτων των ΕΠΑΛ στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Θυμίζουμε ότι υποκριτικά φέτος η κυβέρνηση εξήγγειλε αύξηση του ποσοστού των αποφοίτων ΕΠΑΛ που μπορούν να εισάγονται στα πανεπιστήμια από 1% σε 5%, όμως ταυτόχρονα σε ολόκληρες περιοχές όπως η Αττική, τα Γιάννενα κ.α., μετά τις συγχωνεύσεις και τις απορροφήσεις των ΤΕΙ, οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ χάνουν το ποσοστό του 10% που είχαν για την πρόσβαση στα ΤΕΙ στις αντίστοιχες με τις δικές τους ειδικότητες.

Το ζητούμενο είναι οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ να δουλεύουν στο αντικείμενο που σπούδασαν, με μόνη προϋπόθεση το πτυχίο τους, χωρίς άλλες πιστοποιήσεις ή επαγγελματικές εξετάσεις κ.τ.λ.

Το πρόγραμμα της μαθητείας, επίσης, πρέπει να γίνεται σε εργασιακά αντικείμενα που συνδέονται με τον κλάδο των αποφοίτων των ΕΠΑΛ, ο μαθήτης να έχει όλα τα εργασιακά δικαιώματα και να πληρώνεται στο ύψος του βασικού μισθού της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (751 ευρώ), με κατάργηση της διάκρισης πριν και μετά τα 25 έτη. Ενώ όσοι μαθητές (των νυχτερινών και όχι μόνο, ΕΠΑΛ) εργάζονται θα πρέπει να δουλεύουν με 6ωρο - 5ήμερο - 30ωρο και να διευκολύνονται με άδεια και αποδοχές στην περίοδο των εξετάσεων.

Ολα τα παραπάνω και πολλά ακόμα είναι ζητήματα προς διεκδίκηση και πάλη για τους σπουδαστές των ΕΠΑΛ, που πατούν πάνω στις σύγχρονες ανάγκες τους στη μόρφωση και τη δουλειά.

«Χάσμα δεξιοτήτων» ή χάσμα μεταξύ των συμφερόντων των νέων αποφοίτων και του κεφαλαίου;

Αναμφίβολα, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τα αστικά επιτελεία ότι δεν δείχνουν ενδιαφέρον για τη μελέτη των εκπαιδευτικών ζητημάτων, τη διαμόρφωση του εργατικού δυναμικού που θα αποτελέσει τα μελλοντικά θύματα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Παρά το γεγονός ότι η στόχευση των αστικών μελετών είναι δεδομένη, ακριβώς επειδή το ενδιαφέρον τους είναι γνήσιο (διακυβεύεται η κερδοφορία τους και η προοπτική τους στον ανταγωνισμό, δεν παίζουν με αυτά...), τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν αξίζει να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης και από τη σκοπιά του εργατικού κινήματος. Αλλωστε, τις προοπτικές των νέων εργατών βάζουν στο στόχαστρο τα αστικά επιτελεία.

Δυο πρόσφατες τέτοιες έρευνες διαπιστώνουν ότι υπάρχει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των απαιτήσεων των επιχειρήσεων, από τη μια, και των εφοδίων που αποκτούν οι νέοι εργαζόμενοι μέσω της εκπαιδευτικής διαδρομής που ακολουθούν, από την άλλη.

Πρόκειται για τη μελέτη «Εκπαίδευση, επιχειρηματικότητα και απασχόληση: Ζητείται προσέγγιση» που εκπόνησε το ελληνικό τμήμα του διεθνούς Μη Κυβερνητικού Οργανισμού «Endeavor» σε συνεργασία με την ΕΥ και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το special report «Σύγχρονες Δεξιότητες για Διεθνώς Ανταγωνιστικές Επιχειρήσεις: 12+1 προκλήσεις για να μειώσουμε το χάσμα δεξιοτήτων στην Ελλάδα», που επεξεργάστηκε ο Τομέας Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας του ΣΕΒ.


Αν αναλογιστεί κανείς ότι η μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ δημοσιεύτηκε στις 26 Ιούνη, ενώ αυτή του ΣΕΒ στις 23 Γενάρη, με το ζήτημα της ίδρυσης του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής να τίθεται και επισήμως στο προσκήνιο στο μεσοδιάστημα, τότε γίνεται εύκολα κατανοητό ότι οι προβληματισμοί των αστικών επιτελείων αλληλοτροφοδοτούνται με τις πολιτικές παρεμβάσεις που αποσκοπούν στην αναμόρφωση του εκπαιδευτικού τοπίου. Εξάλλου, αντίστοιχες συζητήσεις διεξάγονται και σε σχέση με άλλα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ανά την επικράτεια.

Κυβέρνηση και επιχειρήσεις, λοιπόν, είναι σε ανοιχτό διάλογο. Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο, όπως λέει και ο λαός μας, με τα δυο χέρια από κοινού να ραπίζουν τις ανάγκες της νεολαίας για μόρφωση, δουλειά, ζωή με δικαιώματα.

Χάσμα δεξιοτήτων και ανταγωνιστικότητα

Ο πυρήνας του προβληματισμού των αστικών επιτελείων σχετικά με το λεγόμενο «χάσμα δεξιοτήτων» συμπυκνώνεται μέσα σε λίγες αράδες στα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η μελέτη της «Endeavor Greece»: «Παρά τα πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, οι περισσότεροι εργοδότες δηλώνουν δυσκολία να βρουν το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για να καλύψουν συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης. Ενώ ο χάρτης της απασχόλησης μεταβάλλεται δραστικά, τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων δεν προσαρμόζονται γρήγορα, με εξαίρεση τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Το 53% των αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων παρακολουθούν αντικείμενα σπουδών που δε συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας».


Αντίστοιχο είναι και το συμπέρασμα του ΣΕΒ: «Σε συνθήκες εύθραυστης ανάκαμψης του ΑΕΠ και της απασχόλησης, η οικονομία βιώνει το παράδοξο φαινόμενο της υψηλής ανεργίας (~20%), με σχεδόν ένα εκατομμύριο ανέργους ακόμα, ενώ την ίδια στιγμή πολλές επιχειρήσεις δεν μπορούν να καλύψουν θέσεις εργασίας όχι μόνον υψηλών αλλά και μεσαίων τεχνικών προσόντων λόγω έλλειψης των κατάλληλων υποψηφίων με γνώσεις, εμπειρία και δεξιότητες». Να πώς πετιέται το μπαλάκι στους ίδιους τους ανέργους για τον εφιάλτη που βιώνουν, αφού φταίνε που δεν έχουν συγκεντρώσει τις απαιτούμενες δεξιότητες, ώστε να καταλάβουν τις θέσεις εργασίας που οι μεγαλοεπιχειρηματίες περιμένουν... με ανοιχτές αγκάλες να τους δώσουν, με τον ΣΕΒ, ταυτόχρονα, να πιέζει για περαιτέρω προσαρμογές της Εκπαίδευσης στις εφήμερες ανάγκες του κεφαλαίου. Μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια, δηλαδή!

Τονίζοντας τη σημασία που δίνει στο πρόβλημα, ο ΣΕΒ αναφέρει το παράδειγμα της εγχώριας ζυθοποιίας, «που ενώ βρίσκεται σε μια δυναμική τροχιά ανόδου, δεν υποστηρίζεται από τεχνικές σχολές ζυθοποιών και δυσκολεύεται να καλύψει τις αντίστοιχες θέσεις».

Το παράδειγμα αυτό δείχνει και το κοντόφθαλμο όσων αναζητούν στη διασύνδεση των εκπαιδευτικών δομών με τις επιχειρήσεις την απάντηση στο αγωνιώδες ερώτημα των σπουδαστών για το πώς θα μπορούσαν, μέσω των σπουδών τους, να διασφαλίσουν καλύτερες προοπτικές για την επαγγελματική τους αποκατάσταση: Το αν ο συγκεκριμένος κλάδος θα συνεχίσει να έχει την ίδια αναπτυξιακή δυναμική που παρουσιάζει σήμερα (και δεν παρουσίαζε πριν από λίγα χρόνια) δεν μπορεί να δεσμεύει τις προοπτικές ενός σπουδαστή να βρει δουλειά με ικανοποιητικούς όρους. Μια τέτοια δουλειά αποτελεί ανάγκη για τον σπουδαστή, ανεξάρτητα από τους κύκλους που κάνει η καπιταλιστική οικονομία. Οι καπιταλιστές μπορούν να επανατοποθετούν τα κεφάλαιά τους εκεί που θα βρουν καλύτερες ευκαιρίες για να τα δουν να αβγαταίνουν, όμως ο σπουδαστής που έχει χάσει το στοίχημα, δεσμεύοντας τις σπουδές του στις πρόσκαιρες προτεραιότητες ενός κλάδου της οικονομίας, θα νιώσει να χάνεται η γη κάτω από τα πόδια του.

Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να κριθεί και ο σχεδιασμός των αστών για την αντιμετώπιση του «χάσματος δεξιοτήτων». Αλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται το ζήτημα, καθώς, όπως είναι εν μέρει λογικό, λόγω των συχνών αναπροσαρμογών στις προτεραιότητές τους, ψάχνουν κάθε φορά εργαζόμενους με συγκεκριμένες δεξιότητες, οι οποίες στο προηγούμενο ή στο επόμενο διάστημα δεν θα είναι εξίσου περιζήτητες. Ετσι, ο προσανατολισμός των αστικών επιτελείων επικεντρώνεται κάθε φορά στους κλάδους και υποκλάδους που προκρίνονται στην παρούσα φάση από το εγχώριο κεφάλαιο. Οπως, εξάλλου, σημειώνεται στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ, «το πρόβλημα γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στους κλάδους αιχμής της ελληνικής οικονομίας, εκείνους, δηλαδή, που ανταποκρίνονται περισσότερο στις απαιτήσεις των νέων δεδομένων». Τα δεδομένα, όμως, όπως τα τελευταία χρόνια έχουν αποδείξει εμφατικά ακόμα και σε όσους δεν ασπάζονται τη μαρξιστική οικονομική ανάλυση, αλλάζουν διαρκώς.

Αυτή είναι και η βάση που καταδικάζει τους νέους στο αέναο κυνήγι τίτλων, προσόντων και δεξιοτήτων, στο έδαφος της αποστέωσης της μεγάλης πλειοψηφίας των προγραμμάτων σπουδών από σύγχρονο και ολοκληρωμένο επιστημονικό περιεχόμενο, που θα έδινε στον απόφοιτο τη δυνατότητα να παρακολουθεί τις εξελίξεις στο επιστημονικό του αντικείμενο. Ο απόφοιτος με απαξιούμενες δεξιότητες, όμως, είναι πιο ευάλωτος απέναντι στις ορέξεις των εργοδοτών, οι οποίοι παράλληλα βρίσκουν περιθώριο να θησαυρίσουν κι άλλο, αναπτύσσοντας και την επικερδή για αυτούς αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο της περίφημης «διά βίου κατάρτισης».

Το διακύβευμα της συζήτησης

Η μετατόπιση της συζήτησης από το επιστημονικό περιεχόμενο των σπουδών στο επίπεδο των δεξιοτήτων επιτρέπει στους αστούς αναλυτές να διαπιστώνουν ταυτόχρονα ότι «η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στο over qualification, αφού έχει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων (26%) με υπερβάλλοντα προσόντα, ενώ μόλις το 55% έχει εναρμονισμένα προσόντα», όπως επισημαίνεται στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ, αλλά και ότι «στα χρόνια της κρίσης η ψαλίδα που χώριζε την Ελλάδα από την υπόλοιπη Ευρώπη στα επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων διπλασιάστηκε από τις 5 στις 10 μονάδες», σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που επικαλείται η μελέτη του ΣΕΒ.

Το διακύβευμα για τους αστούς είναι η αποδυνάμωση των ελληνικών επιχειρήσεων στην αρένα του ανταγωνισμού με τα υπόλοιπα μονοπώλια της ΕΕ στους αντίστοιχους κλάδους, καθώς, όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, «ενώ η Ελλάδα μέχρι το 2010 παρουσίαζε παρόμοιους με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες ρυθμούς ενίσχυσης των επαγγελμάτων υψηλών δεξιοτήτων σε βάρος των επαγγελμάτων μεσαίων και χαμηλών δεξιοτήτων, οι ρυθμοί έκτοτε έχουν αντιστραφεί». Στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ εντοπίζεται ότι, μεταξύ των ετών 2008 - '09 και 2015 - '16, «οι ρυθμοί αύξησης ή μείωσης των επιμέρους τομέων σπουδών δε συμβαδίζουν με τις ραγδαίες αλλαγές στην ελληνική οικονομία». Δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς, βεβαίως, ότι τόσο πριν όσο και μετά το 2008 ή το 2010, σωρεία ήταν οι ευθυγραμμισμένες με τη στρατηγική του κεφαλαίου παρεμβάσεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση, κάτι που δεν απέτρεψε τη δημιουργία του «χάσματος». Αρα, είτε οι πολιτικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου ήταν όλα τα προηγούμενα χρόνια μύωπες και τώρα αναζητούνται οι ανοιχτομάτηδες, είτε οι αντιφάσεις της καπιταλιστικής οικονομίας αντανακλώνται αναπόφευκτα και σε αντιφάσεις στην αστική Εκπαίδευση. Μάλλον το δεύτερο ισχύει...

Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι αντίστοιχη προβληματική αναπτύσσεται και διεθνώς. Οπως σημειώνεται στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ, «η αναντιστοιχία δεξιοτήτων είναι ένα διεθνές φαινόμενο που έχει οξυνθεί ειδικά στην Ευρώπη μετά το 2008, κυρίως στους υψηλής εκπαίδευσης εργαζόμενους. Στην Ευρώπη, το ποσοστό των εργαζομένων με ανεπαρκή προσόντα (under qualification) είναι στο 31%». Η σφραγίδα της καπιταλιστικής κρίσης έχει αφήσει ισχυρό το αποτύπωμά της και εύλογα οι καπιταλιστές προσπαθούν να προετοιμαστούν, καθώς οι ενδείξεις νέας, επικείμενης κρίσης ολοένα και πληθαίνουν. Ως προς την πανευρωπαϊκή διάσταση του προβλήματος, σημειώνεται ότι «σύμφωνα με τη Διεύθυνση Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, 27% των κενών θέσεων εργασίας δεν καλύπτεται λόγω ανεπαρκούς εκπαίδευσης των υποψηφίων, ενώ άνω του 40% των εργοδοτών αναφέρει ότι αδυνατεί να βρει το προσωπικό που χρειάζεται». Φαίνεται, λοιπόν, ότι ούτε οι βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές, που διαρκώς επικαλούνται οι εκάστοτε αστικές κυβερνήσεις, δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που εντοπίζουν οι αστοί αναλυτές.

Επιστρέφοντας στα καθ' ημάς, η μελέτη του ΣΕΒ επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τον Δείκτη «Making Skills Work Index» του CEDEFOP, η Ελλάδα είναι ουραγός στην ανάπτυξη και αξιοποίηση δεξιοτήτων εντός της ΕΕ και, από την επεξεργασία και μελέτη των αποτελεσμάτων των μετρήσεων που διεξάγει ο ΟΟΣΑ, καταλήγει σε «ανησυχητικά» για τους βιομήχανους συμπεράσματα, καθώς «οι νεότερες γενιές φαίνεται να μην υπερτερούν σε επιδόσεις έναντι των παλαιότερων», ενώ η επίδραση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα «είναι ασθενέστερη σε σχέση με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ».

Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι «το επίπεδο των δεξιοτήτων δεν διαφοροποιείται ανάλογα με την κατάσταση απασχόλησης, δηλαδή, δεν παρατηρούνται υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης για τους εξειδικευμένους», επιβεβαιώνοντας, ουσιαστικά, ότι η άποψη πως οι απόφοιτοι δεν βρίσκουν δουλειά επειδή από τις σπουδές στα ελληνικά ιδρύματα λείπει η εξειδίκευση δεν ευσταθεί. Η άποψη αυτή, που διαχέεται τεχνηέντως από πολλές πλευρές, καταλήγει, δυστυχώς, να τροφοδοτεί σε σημαντικό βαθμό τις αναζητήσεις των σπουδαστών, αφού, όπως αναφέρεται στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ, «το 82% των νέων θεωρεί ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν τους προετοιμάζει για την αγορά εργασίας».

Πάντως, οι διαπιστώσεις της μελέτης διαψεύδουν την άποψη αυτή. Οι κύριοι λόγοι στους οποίους αποδίδεται η τελευταία θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή κατάταξη στην απασχόληση των πτυχιούχων, με έναν στους δύο νέους Ελληνες πτυχιούχους (αποφοίτηση 1 έως 3 χρόνια) να μη βρίσκει δουλειά, είναι «ο πολύ χαμηλός ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας (στον ιδιωτικό τομέα, τον Ιούλιο 2016 υπήρχαν μόνο 15.000 κενές θέσεις εργασίας) και η αναντιστοιχία μεταξύ της προσφοράς εργασίας (π.χ. πολιτικοί μηχανικοί και αρχιτέκτονες) και της ζήτησης». Ζητήματα, δηλαδή, που αφορούν ουσιαστικά την ίδια την καπιταλιστική οργάνωση της οικονομίας και την αναρχία που τη διέπει, που αναπόφευκτα αντανακλάται και στην Εκπαίδευση.

Τις πταίει;

Η μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ εντοπίζει ως πηγή του κακού τα «απαρχαιωμένα προγράμματα σπουδών» (τι κι αν αυτά έχουν ξεχαρβαλωθεί, αλλάζουν κάθε λίγο και λιγάκι στο όνομα του δήθεν εκσυγχρονισμού τους και της σύνδεσης με τις απαιτήσεις της ιερής αγελάδας που λέγεται αγορά εργασίας;), την «απουσία πρακτικής γνώσης και ανάπτυξης soft skills1» (καλώντας ουσιαστικά σε μεγαλύτερη ευελιξία και λιγότερη έμφαση στην ολοκληρωμένη και σε βάθος κάλυψη του επιστημονικού αντικειμένου, με παράλληλη ενίσχυση της επιχειρηματικής διάστασης) και, φυσικά, την «περιορισμένη σύνδεση Πανεπιστημίων με τον πραγματικό κόσμο» (σαλπίζοντας έτσι για την περαιτέρω άλωση των ιδρυμάτων από το κεφάλαιο, σε όλες τις πτυχές της λειτουργίας τους, με έμφαση στις σπουδές).

Δεν προξενεί έκπληξη ότι οι αστοί είναι έτοιμοι να προτείνουν λύσεις. Λύσεις, βέβαια, από τη δική τους σκοπιά, γιατί από τη σκοπιά των εργατών είναι προφανές ότι τέτοιες λύσεις, όπως άλλωστε και όσες αντίστοιχες υιοθετήθηκαν μέχρι τώρα, κανένα θετικό αντίκρισμα δεν θα έχουν για τη νεολαία. Εξάλλου, αποτέλεσμα της υλοποίησης της δικής τους στρατηγικής είναι η κατάσταση που οι ίδιοι περιγράφουν με τόσο μελανά χρώματα. Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι και διαφορετικά, αφού η σπατάλη και η απαξίωση εργατικού δυναμικού, η ανεργία, η αναρχία στην οργάνωση της οικονομίας είναι στοιχεία που βρίσκονται στο DNA του καπιταλισμού και αναπαράγονται με διαφορετική ένταση στις διάφορες φάσεις του κύκλου της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οσο ο δεσμός σπουδών - δουλειάς καθορίζεται στη βάση των συμφερόντων του κεφαλαίου, τόσο θα παραμένει ίδια η κατάσταση.

Ο ΣΕΒ, λοιπόν, μεταξύ άλλων, προτείνει «τη σύνδεση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας», με «συμμετοχή των επιχειρήσεων στη διαμόρφωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων» (η περαιτέρω άλωση που λέγαμε...), τη «δημιουργία συμβουλίων δεξιοτήτων (skills councils) με εκπροσώπους των επιχειρήσεων και της εκπαίδευσης σε κρίσιμους και εξωστρεφείς κλάδους της οικονομίας» και την «ανάπτυξη νέου τύπου πιστοποιημένων επαγγελματικών περιγραμμάτων (...) τα οποία (...) θα αποτελούν τη βάση σχεδιασμού των προγραμμάτων αναβάθμισης των επαγγελματικών δεξιοτήτων, των διδακτικών ενοτήτων και των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων τους» (έχει κανείς αμφιβολία πού οδηγεί η συζήτηση για την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών;). Οι «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ επίσης προτείνουν την «ίδρυση business advisory councils, κατά το πρότυπο πολλών πανεπιστημίων του εξωτερικού», καθώς και, για τους καθηγητές των ιδρυμάτων, τη «συνεργασία με τις επιχειρήσεις στη διάρκεια μιας εκπαιδευτικής άδειας (sabbatical)».

Στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ τίθεται πιεστικά το θέμα της πρακτικής άσκησης, επισημαίνοντας ότι «το 76% των νέων πτυχιούχων δεν έχει κάνει πρακτική άσκηση» και τονίζοντας ότι «ο θεσμός της πρακτικής άσκησης πρέπει να επεκταθεί, αλλά και να οργανωθεί με πιο συστηματικό τρόπο και να δημιουργηθεί ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία του». «Προϋπόθεση, βέβαια, για αυτό είναι τα προγράμματα άσκησης να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες των επιχειρήσεων», όπως τονίζεται, ενώ προτρέπουν ακόμα και σε πρακτική άσκηση στο εξωτερικό.

Φυσικά, δεν τους αρκούν αυτά. Οι καπιταλιστές επιζητούν την ολοκληρωμένη αναμόρφωση του χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αφού κρίνουν ότι η σημερινή δομή και διάρθρωσή της δεν αντιστοιχεί στις τρέχουσες ανάγκες και προτεραιότητές τους. Ετσι, στη μελέτη των «Endeavor Greece» - ΕΥ - ΟΠΑ τονίζεται πως απαιτείται η χάραξη «μιας εθνικής στρατηγικής για τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την απασχόληση», στο πλαίσιο της οποίας «η Πολιτεία, σε συνεργασία με την ακαδημαϊκή και την επιχειρηματική/ επαγγελματική κοινότητα, θα πρέπει να επανεξετάσει τους αριθμούς των εισακτέων ανά πανεπιστημιακή σχολή και γνωστικό αντικείμενο και να τους προσαρμόσει στις σύγχρονες τάσεις της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και στις επιτακτικές ανάγκες της χώρας μας». Αντίστοιχα ισχύει και για τα ΤΕΙ, τα οποία «από τη φύση τους, είναι περισσότερο προσανατολισμένα στις ανάγκες της αγοράς, χωρίς, όμως, και εδώ να προκύπτει η ύπαρξη ενός μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού». Εξ ου και επισημαίνεται ότι συνολικά στην Ανώτατη Εκπαίδευση «είναι σημαντικό να ενισχυθούν περαιτέρω και άλλες ειδικότητες, που συνδέονται πιο άμεσα με τις αναπτυξιακές κατευθύνσεις και απαιτήσεις της χώρας». Αμφιβάλλει μήπως κανείς για το πού αποσκοπούν οι αλλαγές που προωθούνται αυτήν την περίοδο στο χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης;

Το μεγάλο ντέρτι τους, όμως, δεν είναι άλλο από τα προγράμματα σπουδών, αφού, όπως διαπιστώνουν, «το γνωστικό επίπεδο των νέων δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα». Η μη ανταπόκριση, όπως είδαμε, δεν έχει τόσο να κάνει με το επίπεδο και την επιστημοσύνη, αλλά με τον προσανατολισμό, εξ ου και ο ζητούμενος επανασχεδιασμός των προγραμμάτων σπουδών «προϋποθέτει σαφή κατανόηση των τάσεων της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και την αμεσότερη εμπλοκή εκπροσώπων της επιχειρηματικής κοινότητας σε επίπεδο σχολών».

Η συζήτηση για το «χάσμα δεξιοτήτων» ουσιαστικά αναδεικνύει το χάσμα μεταξύ των συμφερόντων των νέων αποφοίτων και του κεφαλαίου. Οι μεν αναζητούν ποιοτικές σπουδές και πτυχία που θα τους εξασφαλίζουν δουλειά στο αντικείμενο των σπουδών τους, με καλούς όρους και πλήρη δικαιώματα. Οι δε αναζητούν ευέλικτο προς εκμετάλλευση εργατικό δυναμικό, που θα μπορούν κάθε τόσο να το βγάζουν για... απόσυρση και να το αντικαθιστούν με τα... νέα μοντέλα. Το χάσμα είναι αγεφύρωτο. Κανένα συμφέρον δεν έχουν οι σπουδαστές να υιοθετήσουν τις θέσεις των αστών για την εκπαίδευση. Η απάντηση στις αγωνίες των σπουδαστών βρίσκεται στη συμπόρευση με το ΚΚΕ, στο ταξικό κίνημα, τον εφιάλτη που εδώ και 100 χρόνια στοιχειώνει τους αστούς και τα επιτελεία τους, βάζοντας στην προμετωπίδα των αγώνων της εργατικής τάξης την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών αυτών που με τον κόπο των χεριών και του μυαλού τους δημιουργούν τον πλούτο, που σήμερα λυμαίνονται όσοι καταδικάζουν τη νεολαία στον κυκεώνα της ανασφάλειας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

1. Πρόκειται, όπως αναφέρεται, για τα προσόντα εκείνα και τα στοιχεία του χαρακτήρα που συνδέονται με την κατανόηση της λειτουργίας μιας επιχείρησης και του ρόλου του εργαζόμενου σε αυτήν...


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
Μεταφορά πλούσιας πείρας από τη δράση των μαθητών

Αποσπάσματα από τη συζήτηση που έγινε στις 28 Γενάρη στην Αθήνα

Από τη Συνάντηση του Γενάρη
Από τη Συνάντηση του Γενάρη
Ενας πολύ σημαντικός σταθμός των τελευταίων χρόνων στο χώρο του μαθητικού κινήματος χαρακτηρίστηκε η Πανελλαδική Συνάντηση των μαθητών, που έγινε την Κυριακή 28 Γενάρη στην Αθήνα. Και πράγματι, οι μαθητές που συμμετείχαν μαζικά, από δεκάδες πόλεις από όλη τη χώρα, αντάλλαξαν πείρα, συζήτησαν για τις ανάγκες και τα προβλήματά τους και κατέληξαν από κοινού σε μια σειρά πρωτοβουλίες για το επόμενο διάστημα.

Από την εισηγητική ομιλία ακόμα, δόθηκε το στίγμα της αποφασιστικότητας με την οποία οι μαθητές διεκδικούν τα δίκια τους, όταν ο μαθητής Δημήτρης Βουρνάς, που έκανε την εισήγηση εκ μέρους της Συντονιστικής Επιτροπής της Αθήνας, μίλησε για τα πάμπολλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα σχολεία και οι μαθητές και πρόσθεσε:

«Απέναντι σε όλα αυτά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ χρησιμοποίησε πολλά κολπάκια για να μην μας βρει απέναντί της. Μας λέει ότι και καλά είναι εδώ για να ακούσει τις αγωνίες και τα αιτήματά μας. Ομως, σε κάθε μας κινητοποίηση στο υπουργείο ο υπουργός παίζει κρυφτό μαζί μας και αντί για αυτόν συναντάμε αστυνομία, κλειστές πόρτες και λαμαρίνες...

Προσπαθούν να μας πείσουν ότι δουλεύουν για το καλό μας. Στην πραγματικότητα όμως, η σημερινή κυβέρνηση είναι άξιος συνεχιστής των προηγούμενων κυβερνήσεων και μαζί με τους συνεργάτες τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση κάνουν χειρότερο το σχολείο και τη ζωή μας. Εφαρμόζουν και ψηφίζουν όλους τους νόμους που εξοντώνουν τη ζωή μας, έβαλαν και την Παιδεία στο μνημόνιο, μας λένε πως για τα σχολεία μας δεν έχουν λεφτά αλλά μέσα σε μια νύχτα βρήκαν δισεκατομμύρια για τα "F-16" και το ΝΑΤΟ που δολοφονεί λαούς και παιδιά στην ηλικία μας, με αποτέλεσμα να φεύγουν κυνηγημένα από τις χώρες τους. Τα παίρνουν από εμάς και τις οικογένειές μας και τα δίνουν στους πλούσιους, κάνοντάς τους ακόμη πλουσιότερους. Για τα σχολεία μας, για παράδειγμα, δεν δίνουν αφορολόγητο πετρέλαιο, στους εφοπλιστές για τα πλοία τους όμως το δίνουν.

Προσπαθούν να μας τρομοκρατήσουν. Οταν οργανώνουμε τον αγώνα μας στέλνουν στα σχολεία μας αστυνομία και εισαγγελείς, σέρνουν συμμαθητές μας που αγωνίζονται στα δικαστήρια. Σε αυτά φυσικά έχουν μαζί τους και διευθυντές και κάποιους καθηγητές.

Απέναντι σε όλα αυτά, εμείς δεν τσιμπήσαμε, δεν φοβηθήκαμε. Διεκδικήσαμε και διεκδικούμε το σχολείο που έχουμε ανάγκη, ζωή με δικαιώματα. Δεν τους κάναμε τη χάρη να μείνουμε φρόνιμοι, όπως θα ήθελε η κυβέρνηση και όσοι τη στηρίζουν. Σε όλα αυτά δεν είμαστε μόνοι μας. Εχουμε δίπλα μας πολλούς γονείς, εργαζόμενους, αγωνιστές καθηγητές, φοιτητές που έχουμε κοινό συμφέρον, και αυτό για μας είναι πολύ σημαντικό, γιατί μπορεί να δυναμώσει ακόμα περισσότερο τη φωνή μας, να κάνει ακόμα πιο δυνατό τον αγώνα μας».

Πιάνουν το νήμα από τους αγώνες του προηγούμενου διαστήματος

Στην πλούσια συζήτηση που ακολούθησε, οι μαθητές έπιαναν το νήμα από την προηγούμενη δράση τους, βλέποντας την Πανελλαδική Συνάντηση ως ένα παραπάνω βήμα. Και σε αυτήν την προηγούμενη δράση σταθμός ήταν η κινητοποίησή τους στις 30 Οκτώβρη, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρθηκε ο Αλέξανδρος από τα Γιάννενα, μεταφέροντας την εξής πείρα: «Μπροστά στις 30 Οκτώβρη, συζητήσαμε στα σχολεία μας πώς να οργανώσουμε τον αγώνα μας απέναντι στο νέο λύκειο, που είναι ένα εξεταστικό κέντρο. Αυτό που πήραμε από τις συζητήσεις με τα παιδιά είναι ότι όλοι εμείς ζούμε την ίδια κατάσταση και έτσι αποφασίσαμε να κατέβουμε κι εμείς στην πορεία. Ετσι λοιπόν, φτάσαμε να φτιάξουμε τη Συντονιστική Επιτροπή Ιωαννίνων. Γιατί τα προβλήματα δεν είναι μόνο σε ένα σχολείο. Ολοι οι μαθητές από κοινού, όταν είμαστε οργανωμένοι, μπορούμε να καταφέρουμε πολλά».

Παράλληλα όμως, έγινε φανερό ότι οι μαθητές είναι ψυλλιασμένοι και για όσους προσπαθούν να υπονομεύσουν τους αγώνες τους. Ο Στέφανος από τον Βόλο αναφέρθηκε σε προσπάθειες είτε από εκπαιδευτικούς, είτε από στελέχη της Εκπαίδευσης, «να φοβίσουν ή να αποπροσανατολίσουν τους μαθητές και τον αγώνα τους, είτε με άμεση επίθεση, είτε με επίθεση φιλίας». Ενα τέτοιο παράδειγμα έφερε από τον Βόλο, από την πλευρά της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας και της τοπικής διοίκησης, που όπως είπε «κάλεσαν τους μαθητές σε μια κούφια συζήτηση, προσπαθώντας να τους περάσουν τη λογική της ανάθεσης», ότι κάποιοι άλλοι πρέπει να αναλάβουν για λογαριασμό των μαθητών να μιλήσουν για τα προβλήματα στα σχολεία. «Εμείς απαντήσαμε - και ξέρουμε - ότι με αυτόν τον τρόπο δεν λύνονται τα προβλήματά μας. Τα προβλήματά μας λύνονται μόνο με συλλογική προσπάθεια και αγώνα από εμάς τους ίδιους τους μαθητές», πρόσθεσε.

Φυσικά, οι μαθητές στη συζήτηση αναφέρθηκαν στα προβλήματα των σχολείων, τα οποία προβλήματα είναι από τις αιχμές που τους οδηγούν σε οργάνωση και δράση και είναι λίγο - πολύ κοινά σε όλη τη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό, η Ηλέκτρα από την Καλαμάτα μίλησε για το σχολείο της, που όπως και άλλα σχολεία έχει πολλά προβλήματα υποδομής: «Αρχικά το κτίριο αυτό είναι ακατάλληλο για μαθητές, διότι έχει ρωγμές, πέφτουν σοβάδες και δεν υπάρχει κατάλληλη θέρμανση το χειμώνα. Ως μαθητές του 6ου είχαμε πάρει κάποιες αποφάσεις και κάναμε αποχή και διαμαρτυρία στον δήμαρχο», είπε, ενώ μίλησε και για τη δράση της Συντονιστικής Επιτροπής Σχολείων Καλαμάτας, τις κινητοποιήσεις που οργάνωσε, και την ανάγκη του συντονισμού με άλλες Επιτροπές, για να υπάρχουν καλύτερα αποτελέσματα στον αγώνα τους.

Αντίστοιχα, ο Αλκης από ΕΠΑΛ της Αθήνας είπε: «Κάναμε μια κατάληψη που διήρκεσε 6 μέρες, με αιτήματα που αφορούσαν το γενικότερο πλαίσιο των ΕΠΑΛ, αλλά και προβλήματα που αφορούν το δικό μας σχολείο, όπως το ότι δεν έχουμε τάξεις και κάνουμε μάθημα στο γραφείο των καθηγητών, το ότι είμαστε αναγκασμένοι να πηγαίνουμε στο 1ο ΕΠΑΛ Αθήνας προκειμένου να κάνουμε τις εργαστηριακές ώρες, γιατί στο σχολείο μας δεν υπάρχουν καν εργαστήρια»!

Για όλα όσα ζουν στο σχολείο και στο σπίτι

Ομως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στα σχολεία τους δεν είναι ανεξάρτητα από όλα αυτά που ζουν στο σπίτι τους, από τις έγνοιες που έχουν οι εργαζόμενοι γονείς τους και από τους δικούς τους αγώνες. Είπε χαρακτηριστικά η Ιωάννα από το Ηράκλειο Κρήτης: «Την ίδια στιγμή που παίρνουν δισεκατομμύρια ευρώ από τους γονείς μας, που κινδυνεύουν τα σπίτια τους λόγω των πλειστηριασμών και τα χωράφια για τους αγρότες, η κυβέρνηση χρηματοδοτεί το ΝΑΤΟ για να σκοτώνει λαούς». Κι αντίστοιχα ο Χρήστος από την Πρέβεζα μίλησε για τη δράση των μαθητών της περιοχής τον τελευταίο χρόνο, που δεν περιορίζεται στα σχολεία, αλλά απλώνεται και σε εργατικές απεργίες, στήριξη των μπλόκων των αγροτών, πρωτοβουλίες καλωσορίσματος των προσφυγόπουλων κ.ά., σημειώνοντας ότι «ο αγώνας της νεολαίας πρέπει να βαδίζει και με τους αγώνες των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων απέναντι στην κυβέρνηση, στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ. Οπως η κυβέρνηση βάζει εμπόδια στους εργάτες για να μην σηκώσουν κεφάλι, έτσι και στους μαθητές βάζει εμπόδια στη μόρφωσή τους. Για να πετύχουμε και να πραγματοποιήσουμε τα δίκαια αιτήματά μας, χρειάζεται να παλέψουμε κοινά με τους γονείς μας, τους εργάτες».

Ιδιαίτερα απασχόλησε τη συζήτηση και το θέμα της Εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων, και μια σχετική πείρα μετέφερε στην Πανελλαδική Συνάντηση ο Ορέστης από τη Θεσσαλονίκη: «Μας απασχόλησε ήδη από την αρχή της περσινής χρονιάς το ζήτημα του Προσφυγικού, καθώς είχε ανακοινωθεί πως τα σχολεία του δήμου θα υποδέχονταν πρόσφυγες μαθητές. Αποφασίσαμε το καλωσόρισμά μας να είναι θερμό, οπότε συμφωνήσαμε από κοινού το 15μελές με τον Σύλλογο Γονέων να οργανώσουμε συναυλία με αφορμή αυτό το γεγονός. Καταλήξαμε η εκδήλωση του σχολείου να είναι διήμερη, όπου η πρώτη μέρα θα ήταν αφιερωμένη στην προσφυγιά, ενάντια στον πόλεμο και τον φασισμό (...) Μέλη του 15μελούς, μαζί με πρωτοπόρους μαθητές, ανέλαβαν να προπαγανδίσουν την εκδήλωση δημιουργώντας αφίσες, προσκλήσεις, πανό, ενώ παράλληλα μαζέψαμε διάφορα είδη όπως ρούχα, τρόφιμα, για να τα δώσουμε στους πρόσφυγες. Την ίδια στιγμή έκαναν προσπάθεια να χύσουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο διάφορα εθνικιστικά στοιχεία, με την μάσκα των δήθεν αγανακτισμένων γονιών (και κάποιων ελάχιστων μαθητών), υποστηρίζοντας πως οι πρόσφυγες μαθητές αποτελούν κίνδυνο για τα παιδιά του δήμου. Η προσπάθειά τους όμως έπεσε στο κενό. Η απάντησή μας απέναντί τους ήταν μαζική και η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία».

Οι μαθητές μέσα από τη Συνάντηση άντλησαν αισιοδοξία και δύναμη που εκπορεύονται από τον συντονισμό και τη συλλογικότητα, και όπως είπε ο Γιάννης από ΕΠΑΛ του Ηρακλείου, «όλο αυτό γίνεται για να ενημερωθούν όλα τα σχολεία της Ελλάδας και για να ακουστούν κι όχι να μείνουν όλα αυτά εδώ. Και μην ξεχάσετε όταν φύγετε από εδώ, πως όλο αυτό είναι για το δικό μας μέλλον».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ