Τη συνέντευξη άνοιξε ο Ανδρέας Τερζής, ο οποίος ευχαρίστησε τον Κώστα Καζάκο «για τη συνολική συμβολή του στην αναβάθμιση της δραστηριότητας του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας...». Κατά τη διάρκεια της διετούς θητείας του Κ. Καζάκου, το ΔΗΠΕΘΕ ανέβασε στην Κεντρική Σκηνή του τις παραγωγές «Η Ζωή του Γαλιλαίου» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που παρακολουθήθηκε από 11.000 θεατές, δίνοντας 70 παραστάσεις, και «Οι Μικροαστοί» του Μαξίμ Γκόρκι, που παρακολουθήθηκε από 5.000 θεατές, δίνοντας 38 παραστάσεις. Ακολουθώντας πολιτική εισιτηρίων για όλο το πατραϊκό κοινό και κυρίως για τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα, διευκόλυνε την παρακολούθηση των παραστάσεων από πλατιές μάζες.
Υπέγραψε Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, για το σύνολο των μισθολογικών και άλλων εργασιακών ζητημάτων των ηθοποιών. Θεσμοθέτησε το «Αρμα Θέσπιδος», που με τις παραστάσεις «Ελιξίριον Τσέχωφ» και «Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης» του Μαριβώ, περιόδευσε σε Πάτρα, χωριά και πόλεις της Δυτικής Ελλάδας, έδωσε 250 παραστάσεις και παρακολουθήθηκε από 25.000 θεατές, με συμβολικό εισιτήριο (3 ευρώ το ατομικό και 5 ευρώ το οικογενειακό). Σημαντικό έργο του οι παραστάσεις σε ιδρύματα του δήμου (ΚΔΑΠ, «Μέριμνα», ΚΨΥ, «Ασυλο», ΚΑΠΗ) και σε σχολεία Β' ευκαιρίας και φυλακές. Ανέβασε στην Παιδική Σκηνή τις παραγωγές «Μόμο» (διασκευασμένο διήγημα του Μ. Εντε από τη σκηνοθέτη του θεατρικού έργου, κ. Μοσχοχωρίτη), όπου δόθηκαν 96 παραστάσεις τις οποίες παρακολούθησαν περίπου 12.000 μαθητές σχολείων, κυρίως Δημοτικών, και το πολυβραβευμένο έργο της Ξένιας Καλογεροπούλου «ΟδυσσεΒάχ» (σε σκηνοθεσία του υπαλλήλου του θεάτρου Περικλή Βασιλόπουλου), με 128 παραστάσεις με περίπου 13.000 θεατές. Δημιούργησε τη δομή «Opera Studio», με διπλό στόχο την μετεκπαίδευση λυρικών καλλιτεχνών και την παρουσίαση παραστάσεων όπερας. Υλοποιήθηκαν δύο όπερες, «Διδώ και Αινείας» και «Ορφέας και Ευρυδίκη» (10 παραστάσεις στο Θέατρο Απόλλων με 2000 θεατές). «Θα συνεχίσουμε με συνέπεια τη δράση μας στο ΔΗΠΕΘΕ, στην ίδια σταθερή κατεύθυνση: Θέατρο για το λαό, με γνήσιο προοδευτικό περιεχόμενο και υψηλή καλλιτεχνική αξία», τόνισε ο Ανδ. Τερζής.
Εβαλε επίσης το διεκδικητικό πλαίσιο: «Πλήρης κρατική χρηματοδότηση που θα καλύπτει το σύνολο των αναγκών του δήμου και του θεάτρου μας. Εδώ αναφέρουμε ότι η επιχορήγηση αυτών των δομών από το υπουργείο Πολιτισμού τη διετία της θητείας Καζάκου ήταν λιγότερη από 100.000 ευρώ, που δεν δίνει καμία ουσιαστική βοήθεια στο Θέατρο, καθώς δεν αποτελεί παρά το 5% του προϋπολογισμού του. Πρόσληψη μόνιμου προσωπικού με πλήρη δικαιώματα για την κάλυψη των αναγκών των υπηρεσιών μας».
Το λόγο πήρε στη συνέχεια ο δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης, ο οποίος ανέφερε τα εξής: «Ο Κώστας Καζάκος, εκτός από σημαντικός καλλιτεχνικός διευθυντής, είναι άνθρωπος που διακρίνεται για τη σεμνότητα, την απλότητα και την ανθρωπιά του. Είχαμε μια τέλεια συνεργασία, ολοκλήρωσε μια σημαντική προσπάθεια, αυτή της επαφής του λαού της πόλης μας με το θέατρο. Ηταν δύο χρόνια γεμάτα, με μια παρουσία ζωής και όχι μόνο καλλιτεχνική, παρά τους "πυροβολισμούς" που δέχτηκε, και γι' αυτό θα συνεχίσουμε να έχουμε συνεργασία μαζί του».
Στη συνέχεια, ο ίδιος ο Κώστας Καζάκος αναφέρθηκε στα δύο χρόνια από τη ζωή του που πέρασε στην Πάτρα και, εκτός από τα όσα καλλιτεχνικά συνέβησαν αυτό το διάστημα, δεν παρέλειψε να απαντήσει και σε όσους τον επέκριναν.
«Βασικός στόχος όλων μας ήταν να απευθυνθούμε στον αποκλεισμένο λαό που ζει στις μεγάλες πόλεις, όπως είναι η Πάτρα. Τον κόσμο που ζει απομονωμένος, στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, και εμποδίζεται να απολαμβάνει τα αγαθά του πολιτισμού και της τέχνης. Αυτό το πετύχαμε με προσπάθεια, συντροφικότητα και ομοψυχία. Δόθηκε επίσης η ευκαιρία και στους ντόπιους καλλιτέχνες να παρουσιάσουν τα επιτεύγματά τους, που θα τα ζήλευαν οι καλύτεροι επαγγελματίες. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη που δούλεψα μαζί τους».
Στη συνέχεια ο Κ. Καζάκος σχολίασε τις κακοπροαίρετες κριτικές που δέχτηκε, για τις οποίες είπε ότι «ήταν ανυπόστατες, ψευδείς και κάποιες από αυτές συνιστούσαν συκοφαντική δυσφήμιση», ενώ παρουσίασε και τα οικονομικά στοιχεία από τα χρήματα που πήρε αυτά τα δύο χρόνια, αφού κατηγορήθηκε ότι «είναι αριστερός με δεξιά τσέπη». «Πήρα αυτά τα δύο χρόνια, όχι μόνο ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής αλλά για το σύνολο των υπηρεσιών που προσέφερα, ως ηθοποιός και ως σκηνοθέτης, 64.056 ευρώ, από τα οποία αφαιρούμε τις 11.000 που ήταν έξοδα που αφορούσαν την παραμονή μου και τα έξοδα μετακίνησης και τα οποία, σε όλους τους πριν από μένα Καλλιτεχνικούς Διευθυντές, τα πλήρωνε το ΔΗΠΕΘΕ».
Ασχολήθηκε αρχικά με τη ζωγραφική, αλλά σύντομα εισήγαγε στη δουλειά της μεικτά υλικά, έτοιμα αντικείμενα, επεξεργασμένες φωτογραφικές εκτυπώσεις, ταινίες super 8 και άλλα εκφραστικά μέσα, ακολουθώντας από νωρίς τις πρωτοποριακές τάσεις της δεκαετίας του '70. Το έργο της περιλαμβάνει κυρίως κατασκευές και εγκαταστάσεις στο χώρο με διάφορα υλικά, καθώς και εικαστικές δράσεις. Η θεματική της ξεκινούσε από μια κριτική αντιμετώπιση της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, βασισμένη στην καταγραφή καθημερινών γεγονότων, συχνά με καταγγελτική ή ανατρεπτική διάθεση. Σε πιο πρόσφατες φάσεις της δουλειάς της εμπνέεται από μνημειακά αγάλματα αρχαιοελληνικής τέχνης, τα οποία εντάσσει σε εικαστικές δράσεις, ερμηνεύοντας με αντισυμβατικό τρόπο την παρουσία τους.
Είχε παρουσιάσει το έργο της σε περιορισμένο αριθμό ατομικών εκθέσεων, κυρίως στην Αθήνα, αλλά και σε Αμστερνταμ και Λονδίνο. Το 2009 οργανώθηκε αναδρομική της έκθεση στην Αθήνα (Μουσείο Μπενάκη), για την οποία τιμήθηκε με το μεγάλο εκτός συναγωνισμού βραβείο της AICA Hellas. Συμμετείχε επίσης σε σημαντικές ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό (Περιβάλλον - Δράση, Αθήνα 1981, Μπιενάλε Sao Paulo 1985, Three Generations of Greek Women Artists, Εθνικό Μουσείο Γυναικών Καλλιτεχνών Ουάσιγκτον 1989, Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου, Εθνική Πινακοθήκη Αθήνα 1992, 4η Μπιενάλε Αθήνας 2013, κ.ά.)
Στη φετινή της περιοδεία, την ορχήστρα πρόκειται να διευθύνει η ανερχόμενη μαέστρος Ζωή Ζενιώδη, η οποία είναι η πρώτη Ελληνίδα μαέστρος στα 10 χρόνια λειτουργίας του θεσμού. Η ορχήστρα αποσκοπεί στο να ενώσει μουσικούς με διαφορετικές κουλτούρες, έχοντας ως κοινή γλώσσα τη φιλία, την αρμονία και τη μουσική. Στόχος της ορχήστρας είναι να ενισχύσει τις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας μέσω της μουσικής, να συναντήσει, να επικοινωνήσει, να προωθήσει τη φιλία. Αυτοί οι νέοι μουσικοί, από τις δύο χώρες, είναι σε θέση να μοιράζονται συναισθήματα χωρίς να μιλάνε μια κοινή μητρική γλώσσα. Επικοινωνούν μέσω της γλώσσας της μουσικής, εκεί όπου δεν υπάρχουν τα όρια.
Βασισμένη στις παραπάνω αρχές, η ιδρύτρια και πρόεδρος της Ορχήστρας, Leni Konialidis, οραματίστηκε την Ελληνοτουρκική Ορχήστρα Νέων πριν από 10 χρόνια. Η ορχήστρα αποτελείται από νέους μουσικούς και από τις δύο χώρες, ηλικίας μεταξύ 18 και 28 ετών. Τα μέλη της συναντιούνται κάθε καλοκαίρι για πρόβες πριν δώσουν συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και της Τουρκίας. Μέχρι σήμερα η ορχήστρα έχει εμφανιστεί σε ιδιαιτέρως σημαντικούς τόπους, όπως το θέατρο Ηρώδου του Αττικού στην Αθήνα, το αίθριο του Μουσείου της Ακρόπολης, το Μέγαρο Μουσικής στη Θεσσαλονίκη, καθώς και σε διάφορες πόλεις της Τουρκίας (Seferihisar, Τσεσμέ, Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα).