ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 30 Σεπτέμβρη 2016
Σελ. /24
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΗΣ «ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ» ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ
Κατοχυρώνει και επεκτείνει τη ζούγκλα στην αγορά εργασίας

Απλώνει βούτυρο στο ψωμί της εργοδοσίας, για ακόμα φτηνότερους και ευέλικτους εργαζόμενους

Το ευρηματικό πανό με τον Κατρούγκαλο «ψαλιδοχέρη» επιβεβαιώνεται πλήρως από το πόρισμα που θα συνοδεύσει τις ανατροπές στα Εργασιακά

Eurokinissi

Το ευρηματικό πανό με τον Κατρούγκαλο «ψαλιδοχέρη» επιβεβαιώνεται πλήρως από το πόρισμα που θα συνοδεύσει τις ανατροπές στα Εργασιακά
Βούτυρο στο ψωμί της εργοδοσίας, που επιδιώκει να κατοχυρώσει και να επεκτείνει τη σημερινή ζούγκλα στην αγορά εργασίας, «αλείφει» το πόρισμα της Επιτροπής που συνέστησε η κυβέρνηση για τα Εργασιακά, το οποίο θα παρουσιάσει επίσημα σήμερα ο υπουργός Εργασίας.

Ορισμένες νέες πλευρές του πορίσματος που ήρθαν χτες στη δημοσιότητα, επαληθεύουν ότι η «προεργασία» της Επιτροπής θα αποδειχτεί πολύτιμη για την κυβέρνηση, στην προσπάθεια που κάνει μαζί με το κουαρτέτο να αλλάξει προς το χειρότερο το υφιστάμενο πλαίσιο στην αγορά εργασίας και ταυτόχρονα να κοροϊδέψει τους εργαζόμενους και το λαό ότι αποκαθιστά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και νομοθετεί υπέρ τους!

Μιλώντας χτες σε τηλεοπτικό σταθμό (ΣΚΑΪ), ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος, επέμεινε προπαγανδιστικά ότι «το πόρισμα είναι σε ιδιαίτερα θετική κατεύθυνση». Πρόσθεσε ότι δεν είναι «ούτε απολύτως, ούτε καθόλου δεσμευτικό» και ότι αποτελεί «ένα είδος οδηγού της διαπραγμάτευσης». Ξεχώρισε, μάλιστα, τρεις τομείς όπου το πόρισμα προσφέρει στήριξη στις θέσεις της κυβέρνησης και συγκεκριμένα την υποχρεωτικότητα των συμβάσεων, την αρχή της εύνοιας στις ΣΣΕ και τη συλλογική διαπραγμάτευση στην ΕΓΣΣΕ.

Οπως, όμως, προκύπτει από χτεσινά δημοσιεύματα, και στα τρία αυτά ζητήματα το πόρισμα αποτελεί κόλαφο για τους εργαζόμενους και σε καμιά περίπτωση δεν οδηγεί σε αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των Συλλογικών Συμβάσεων, όπως προκλητικά ισχυρίζεται η κυβέρνηση.

Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο ο υπουργός Εργασίας προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους, παρουσιάζοντας το ΔΝΤ και τις προτάσεις του σαν την «ακραία» εκδοχή της διαπραγμάτευσης, σε αντιδιαστολή με το «ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο» και τις «βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ», τις οποίες, κατά δήλωσή του, έρχεται να υπερασπιστεί το πόρισμα της Επιτροπής.

Το ίδιο έκανε και χτες, λέγοντας ότι «η λογική είναι στη διαπραγμάτευση να απομονώσουμε το ΔΝΤ», όπως «απομονώθηκε και έχασε» στη διαπραγμάτευση για το Ασφαλιστικό, όπου τελικά και οι ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, και οι συντάξεις μειώθηκαν για τους νυν και επόμενους συνταξιούχους!

Για τον κατώτερο μισθό

Σύμφωνα με χτεσινά δημοσιεύματα, η άποψη που πλειοψήφησε στην «Επιτροπή των ειδικών» για τον κατώτατο μισθό, είναι να τον καθορίζουν οι κοινωνικοί εταίροι από το 2018 και μετά. Πέρα από το γεγονός ότι προτείνεται να διατηρηθεί για έναν ακόμα χρόνο το σημερινό άθλιο καθεστώς, με τους μισθούς των 586 και 511 ευρώ μεικτά, στο πόρισμα προβλέπεται ότι η διαπραγμάτευση θα παίρνει υπόψη της ένα εύρος τιμών που θα διαμορφώνεται από μια «συμβουλευτική» επιτροπή, με κριτήριο την κατάσταση της οικονομίας, την ανταγωνιστικότητα, την ανεργία, το όριο της φτώχειας κ.ά.

Δηλαδή, η επιτροπή αυτή θα καθορίζει το εύρος των αυξήσεων ή και των μειώσεων στον κατώτερο μισθό και πάνω εκεί θα διαπραγματεύονται στη συνέχεια εργοδότες και ΓΣΕΕ. Τη θέση αυτή επιβεβαίωσε και ο υπουργός Εργασίας στη χτεσινή συνέντευξη, προσπάθησε ωστόσο να υποβαθμίσει το ρόλο της «συμβουλευτικής» επιτροπής, λέγοντας πως «θεωρούμε αυτονόητο ότι οι κοινωνικοί εταίροι ξέρουν την κατάσταση της οικονομίας», άρα ένας εργοδότης δεν πρόκειται «να δώσει περισσότερα από αυτά που μπορεί να δίνει».

Εκτίμησε, μάλιστα, ότι με αυτό το σύστημα, ο κατώτερος μισθός «θα είναι πάνω (από το σημερινό)», επειδή είναι αδύνατον «να συμφωνήσουν τα συνδικάτα τα εργατικά να κατέβει ο μισθός». Αυτό που δεν είπε ο υπουργός, είναι ότι το «πάνω» και το «κάτω», όπως και το «πόσο πάνω» και το «πόσο κάτω», θα καθορίζεται από τη συμβουλευτική επιτροπή, η οποία στην πραγματικότητα θα λειτουργεί σαν το τρίτο μέρος της διαπραγμάτευσης στο πλευρό της εργοδοσίας!

Η δεύτερη άποψη που καταγράφεται στο πόρισμα, είναι να συνεχίσει να καθορίζεται ο κατώτατος μισθός από το κράτος, ύστερα από διαβούλευση με τις εργοδοτικές οργανώσεις και τη ΓΣΕΕ, όπως προβλέπει και ο νόμος Βρούτση (προβλεπόταν να ισχύσει από 1/1/2017).

Το πόρισμα γνωμοδοτεί, επίσης, για τη διατήρηση ή όχι της διάκρισης που υπάρχει σήμερα στον κατώτερο μισθό σε ό,τι αφορά τους πάνω και κάτω των 25 ετών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η Επιτροπή προτείνει να μην υπάρχει ηλικιακό κριτήριο, αλλά να συμφωνηθεί ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους μικρότερη αμοιβή για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, που θα επανεξετάζεται κάθε δυο χρόνια.

Στην πραγματικότητα, το «σπάσιμο» στα δύο του κατώτερου μισθού διαιωνίζεται με ρυθμίσεις από την πίσω πόρτα. Μπροστά σ' αυτό το ισχυρό ενδεχόμενο, ο υπουργός προσπάθησε χτες να θολώσει τα νερά, λέγοντας στη συνέντευξη ότι «υπάρχει πρόταση της Επιτροπής για αλλαγή του σημερινού καθεστώτος, αλλά εγώ στη διαπραγμάτευση δεν θα επιμείνω στην πρόταση της Επιτροπής».

Για τις κλαδικές συμβάσεις

Μεγάλο «πανηγύρι» φαίνεται, όμως, πως ετοιμάζουν κυβέρνηση - κουαρτέτο - εργοδοσία και σε ό,τι αφορά τις κλαδικές συμβάσεις. Σύμφωνα με όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, η Επιτροπή για τα Εργασιακά αποφάνθηκε κατά πλειοψηφία ότι οι επιχειρησιακές ή ατομικές συμβάσεις δεν μπορεί να προβλέπουν χαμηλότερες αποδοχές από το υψηλότερο επίπεδο των εθνικών/κλαδικών συμβάσεων, «εκτός αν οι κοινωνικοί εταίροι συμφωνήσουν να υπάρχουν ρήτρες που θα επιτρέπουν προσωρινές παρεκκλίσεις, σε περίπτωση έκτακτης οικονομικής ή οικονομικών - χρηματοδοτικών αναγκών των επιχειρήσεων».

Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή «παρέκκλιση» με τις επιχειρησιακές συμβάσεις που καταργούν τις κλαδικές, γίνεται πλέον νόμος, με την ομπρέλα της συναίνεσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και τον εκβιασμό προς τους εργαζόμενους για την οικονομική επιβίωση της εταιρείας.

Η δεύτερη άποψη που καταγράφει το πόρισμα σε ό,τι αφορά την «αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης», είναι να υπάρχει μικρο-ευελιξία των κλαδικών μισθών και να ισχύει η αρχή της επικουρικότητας. Δηλαδή, να υπερισχύουν οι συμφωνίες «ένα επίπεδο πιο κοντά στους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις που εμπλέκονται άμεσα». Που σημαίνει ότι στον ίδιο κλάδο, ένας υποκλάδος ή μια ομάδα ομοειδών επιχειρήσεων ή και μια επιχείρηση, θα μπορούν να διαμορφώνουν δικές τους συμβάσεις και μισθούς, ακυρώνοντας στην πράξη την κλαδική.

Σε ό,τι αφορά τέλος την υποχρεωτικότητα των κλαδικών συμβάσεων, το πόρισμα εμφανίζεται να γράφει ότι αντιπροσωπευτικές συλλογικές συμβάσεις που «καλύπτουν» το 50% των εργαζομένων, μπορούν να επεκτείνονται με απόφαση του υπουργού Εργασίας, μετά από διαβούλευση με τους «κοινωνικούς εταίρους».

Ταυτόχρονα, όμως, η Επιτροπή σημειώνει ότι «η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να συγκροτήσουν ένα διοικητικό σύστημα που θα επιτρέπει την αξιόπιστη παρακολούθηση του μεριδίου των εργαζομένων που αντιπροσωπεύονται στη μονάδα διαπραγμάτευσης». Επομένως, αυστηροποιείται κι άλλο το πλαίσιο που καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή της κλαδικής σύμβασης, ενώ δεν διευκρινίζεται αν η «μονάδα διαπραγμάτευσης» αφορά την Ενωση των εργοδοτών ή τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων.

Βάζοντας επιπλέον κριτήρια, η πλειοψηφία της «Επιτροπής των ειδικών» προτείνει «να επεκτείνονται οι συμβάσεις σε περίπτωση σοβαρών προβλημάτων στην αγορά εργασίας (υψηλός κύκλος εργασιών, το υψηλό μερίδιο των χαμηλόμισθων, στρέβλωση του ανταγωνισμού) και στην περίπτωση δημόσιου συμφέροντος (π.χ. εισαγωγή συστήματος μαθητείας)».

Θυμίζουμε ότι πριν την κατάργησή της με νόμο, η εφαρμογή της κλαδικής σύμβασης απ' όλες τις εταιρείες του κλάδου γινόταν υποχρεωτική, αν η εργοδοτική ένωση που την υπέγραφε εκπροσωπούσε τις επιχειρήσεις που αθροιστικά απασχολούσαν περισσότερους από τους μισούς εργαζόμενους του κλάδου και η συνδικαλιστική οργάνωση ήταν η πιο αντιπροσωπευτική.

Για ομαδικές απολύσεις - συνδικαλιστικό νόμο

Σε ό,τι αφορά τις ομαδικές απολύσεις, η Επιτροπή αποφεύγει να προτείνει αλλαγή της νομοθεσίας, παραπέμποντας στην απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ για την υπόθεση της «Lafarge». Ισχυρίζεται, ωστόσο, ότι οι ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται με τέτοιο τρόπο, «ώστε να αποτελούν ένα εργαλείο προσαρμογής των επιχειρήσεων σε περιόδους οικονομικής κρίσης» και προτείνει συμπληρωματικά την «περαιτέρω διεύρυνση των μορφών ελαστικής εργασίας», για να αποτρέπονται οι ομαδικές απολύσεις.

Οπως είπε χτες ο Γ. Κατρούγκαλος, προδικάζοντας την αλλαγή προς το χειρότερο του νόμου, «προφανώς, άμα μας πει το δικαστήριο ότι πρέπει να αλλάξουμε πλευρές της νομοθεσίας, πρέπει να τις αλλάξουμε». Σε ό,τι αφορά το συνδικαλιστικό νόμο, η Επιτροπή δεν προτείνει συγκεκριμένες αλλαγές, αλλά ο Γ. Κατρούγκαλος μίλησε για «έναν εξορθολογισμό σε ορισμένα προνόμια συνδικαλιστικά».

Τέλος, για την ανταπεργία, το πόρισμα καλεί το νομοθέτη να διευκρινίσει πως ο εργοδότης, κάνοντας χρήση του άρθρου 656 του ΑΚ, έχει τη δυνατότητα να μην πληρώσει τους μη απεργούς εργαζόμενους, εφόσον δεν μπορούν να συνεχίσουν την εργασία τους λόγω απεργίας των συναδέλφων τους. Εμμεσα προκύπτει ότι η ισχύουσα νομοθεσία καλύπτει τους εργοδότες και επιπλέον ζητείται να γίνει πιο συγκεκριμένη υπέρ τους.

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Η εργατική τάξη και ο λαός να μη συναινέσουν

Σε σχόλιο για τις δηλώσεις του Γ. Κατρούγκαλου, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει:

«Η κυβέρνηση και ο υπουργός Εργασίας έχουν συνειδητά επιλέξει να υλοποιήσουν όλες τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, τις οποίες μάλιστα πλασάρουν ως "εθνική θέση" των λεγόμενων "κοινωνικών εταίρων", δηλαδή του ΣΕΒ, των άλλων εργοδοτικών οργανώσεων, αλλά και του κυβερνητικού - εργοδοτικού συνδικαλισμού. Γι' αυτό και δεν κατάργησαν κανέναν αντεργατικό νόμο των προηγούμενων κυβερνήσεων, έβαλαν την ταφόπλακα στην Κοινωνική Ασφάλιση, μείωσαν ξανά τις συντάξεις, ενώ τώρα προετοιμάζονται για νέο χτύπημα στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.

Το πιο επικίνδυνο, όμως, είναι ότι ο υπουργός Εργασίας θεωρεί ως βάση διαπραγμάτευσης το "κεκτημένο της ΕΕ" και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που - ως γνωστόν - είναι κόλαφος για τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Συνεπώς, η κυβέρνηση ας ψάξει για συναίνεση στη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα άλλα κόμματα που ψήφισαν τα μνημόνια κι αποδέχονται την ίδια πολιτική. Το ΚΚΕ δεν πρόκειται να συναινέσει, όπως επίσης δεν θα συναινέσει η εργατική τάξη, ο λαός, που τώρα χρειάζεται πιο αποφασιστικά να οργανώσουν την πάλη τους για την ανατροπή αυτής της πολιτικής».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ