ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 22 Σεπτέμβρη 2016
Σελ. /24
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΚΘΕΣΗ» ΟΟΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κατεβαίνει ο πήχης, διαχειριστικά ζόρια και «αβεβαιότητες» στο προσκήνιο

Την επιτάχυνση των αντιλαϊκών «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» υποδεικνύουν ως «απάντηση» όλα τα αστικά επιτελεία...

Ο ένας μετά τον άλλο οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί αναθεωρούν αρνητικά τις προβλέψεις τους για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία

Copyright 2016 The Associated

Ο ένας μετά τον άλλο οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί αναθεωρούν αρνητικά τις προβλέψεις τους για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία
«Η παγκόσμια οικονομία παραμένει σε μία παγίδα χαμηλής ανάπτυξης, με τις χαμηλές προσδοκίες ανάπτυξης να περιορίζουν το εμπόριο, τις επενδύσεις, την παραγωγικότητα και τους μισθούς», τονίζει ο ΟΟΣΑ στην «ενδιάμεση έκθεση» για την παγκόσμια οικονομία, προχωρώντας σε μια ακόμη υποβάθμιση των προβλέψεων για τους ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Η υποβάθμιση των προβλέψεων αφορά στο σύνολο σχεδόν των ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών, ενώ, όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, «οι χαμηλές επιδόσεις, σε συνδυασμό με μεγάλες ανισότητες και στάσιμα εισοδήματα, περιπλέκουν περαιτέρω το πολιτικό περιβάλλον, καθιστώντας πιο δύσκολη την επίτευξη της πολιτικής που θα ενίσχυε την ανάπτυξη».

Οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ

Ειδικότερα, ο ΟΟΣΑ κάνει τις εξής εκτιμήσεις:

Παγκόσμια οικονομία, 2016: 2,9% (έναντι πρόβλεψης 3% τον Ιούνη) 2017: 3,2% (από 3,3%)

Ευρωζώνη, 2016: 1,5% (από 1,6%), 2017: 1,4% (από 1,7%)

ΗΠΑ, 2016: 1,4% (από 1,8%), 2017: 2,1% (από 2,2%)

Ιαπωνία, 2016: 0,6% (από 0,7%), 2017: 0,7% (από 0,4%)

Βρετανία, 2016: 1,8% (από 1,7%), 2017: 1% (από 2%)

Κίνα, 2016: 6,5%, 2017: 6,2% (αμετάβλητα).

Την ίδια ώρα, οι όποιοι ρυθμοί ανάκαμψης παραμένουν αρκετά χαμηλότεροι από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο, ο οποίος για την παγκόσμια οικονομία διαμορφώνεται στο 3,75%, όπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ.

Εντείνονται οι «αβεβαιότητες» για την καπιταλιστική ανάπτυξη

Σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, αναφέρει ότι η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε στο δεύτερο τρίμηνο φέτος, λόγω της «ασθενούς εγχώριας ζήτησης», με έμφαση στη διακοπή της βραχύβιας ανάκαμψης των επενδύσεων, που επανεμφανίστηκε στη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου.

Τα διαχειριστικά ζόρια του κεφαλαίου αποτυπώνονται πλέον και στις «αβεβαιότητες» γύρω από την αποτελεσματικότητα των μέτρων της νομισματικής χαλάρωσης, που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με στόχο την τόνωση των επενδύσεων.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η νομισματική πολιτική έχει επιβαρυνθεί υπερβολικά και δημιουργεί «στρεβλώσεις» στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σε μια εξέλιξη που υποδηλώνει «κινδύνους» για το ενδεχόμενο απότομης πτώσης των χρηματιστηριακών τιμών, σε συνδυασμό, όπως αναφέρεται, με την «υπερθέρμανση» στις αγορές ακινήτων σε πολλές χώρες.

Μια αποτελεσματική στήριξη της οικονομίας από τη νομισματική πολιτική απαιτεί περισσότερη και συλλογική δημοσιονομική πολιτική, καθώς και την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τονίζει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας ότι «η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να αξιοποιήσει την αύξηση του δημοσιονομικού περιθωρίου για να αυξήσει τις δαπάνες που ενισχύουν την ανάπτυξη».

Ως ένας ακόμη ανασχετικός παράγοντας για την καπιταλιστική ανάπτυξη αναφέρεται η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. Σύμφωνα με την έκθεση, «αν και η αύξηση των πιστώσεων βελτιώθηκε στην Ευρωζώνη,το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ορισμένες χώρες της συνεχίζει να αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για τις προοπτικές ανάπτυξης».

Από την πλευρά του, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Φ. Χάμοντ, αναφερόμενος στην υποβάθμιση των εκτιμήσεων του ΟΟΣΑ για τη βρετανική οικονομία δήλωσε ότι «ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει την αβεβαιότητα στις προβλέψεις του, και ενώ αναγνωρίζω ότι ίσως υπάρξουν κάποιες δύσκολες εποχές στο μέλλον, είμαι βέβαιος ότι έχουμε απαραίτητα εργαλεία για να στηρίξουμε την οικονομία καθώς προσαρμοζόμαστε στη νέα σχέση με την ΕΕ».

Ανάκαμψη με προϋπόθεση την αντιλαϊκή πολιτική

Την ίδια ώρα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, στο πλαίσιο εκδήλωσης για την απονομή βραβείου στον πρώην καγκελάριο της Γερμανίας, σοσιαλδημοκράτη, Γκ. Σρέντερ, επαίνεσε τον «πολιτικό αντίπαλό του», για την «Ατζέντα 2010», η οποία προωθήθηκε από τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση την περίοδο 2003 - 2005, επιφέροντας σφοδρές αντεργατικές ανατροπές στην Κοινωνική Πρόνοια, στις συντάξεις και την «αγορά εργασίας», δημιουργώντας έδαφος για τα κέρδη του γερμανικού κεφαλαίου τα επόμενα χρόνια.

Οπως σχολιάζει η «Deutsche Welle», «κατά γενική ομολογία οι μεταρρυθμίσεις αυτές βοήθησαν τη Γερμανία να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της και να διατηρήσει τις εξαγωγικές επιδόσεις της, είχαν όμως σημαντικό κόστος για εργαζόμενους και συνταξιούχους».

Παράλληλα, ο Β. Σόιμπλε, μιλώντας στην ίδια εκδήλωση σχετικά με τις εξελίξεις σε Ισπανία και Πορτογαλία, επισήμανε ότι η συνεχιζόμενη παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας θα έχει συνέπειες στα ευρωενωσιακά κονδύλια που λαμβάνουν τα δύο κράτη, αρχής γενομένης από την 1/1/2017. Κατά τον Σόιμπλε, οι αποφάσεις της Κομισιόν στο ζήτημα αυτό συνάδουν πλήρως με τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με το πρακτορείο «Bloomberg», η ΕΚΤ, ανεπίσημα για την ώρα, φέρεται να έχει συγκροτήσει ειδική «ομάδα δράσης» (Task Force), η οποία απαρτίζεται από στελέχη των εθνικών κεντρικών τραπεζών, με σκοπό να εξετάσει οικονομικές μεταρρυθμίσεις στα κράτη της Ευρωζώνης.

Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η ΕΚΤ αποφάσισε να συστήσει αυτήν την ομάδα, επειδή είναι δυσαρεστημένη με τις κυβερνήσεις που «σέρνουν τα πόδια τους»...


ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ
Βλέπει «υποχρεωτική αναδιάρθρωση» για συγκέντρωση «πίτας» και κερδών

«Ευρέως αποδεκτή ως βασική αδυναμία του ελληνικού λιανεμπορίου είναι ο μεγάλος αριθμός των μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες καλύπτουν τα δυο τρίτα των συνολικών πωλήσεων έναντι μόλις το ένα τέταρτο στην ΕΕ».

Αυτό υπογραμμίζεται σε μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, η οποία, ουσιαστικά, εστιάζει στην «ανάγκη» μεγάλης έκτασης αναδιαρθρώσεων στο λιανεμπόριο, με στόχο τη δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων, στα οποία θα συγκεντρώνεται η επιχειρηματική πίτα και τα κέρδη, με όρους ενισχυμένης ανταγωνιστικότητας. Να σημειωθεί ότι αντίστοιχες επισημάνσεις έχουν γίνει από τα επιτελεία της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ, ήδη από την εποχή του πρώτου μνημονίου.

Η εν λόγω μελέτη αφορά στις λεγόμενες «μικρομεσαίες επιχειρήσεις», στις οποίες ταξινομούνται συλλήβδην αυτοαπασχολούμενοι, αλλά και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις με τζίρο μέχρι 10 εκατ. ευρώ το χρόνο.

Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «με τον όγκο πωλήσεών του να συρρικνώνεται κατά 5% ετησίως την τελευταία επταετία, το λιανικό εμπόριο στην Ελλάδα προσανατολίζεται σε μια υποχρεωτική αναδιάρθρωση και στην ανεύρεση ενός νέου προτύπου δομών και λειτουργίας (...) Αν και οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της Ελλάδας μπορούν να δικαιολογήσουν μια δομική απόκλιση από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, μεγάλο κομμάτι του πλεονάσματος μικρών επιχειρήσεων οφείλεται σε διαρθρωτικές στρεβλώσεις του περιβάλλοντος και δημιουργεί εμπόδια στην αποδοτική λειτουργία του κλάδου».

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έκθεση:

  • Ο κλάδος του λιανεμπορίου στην Ελλάδα χρησιμοποιεί σχεδόν 5πλάσιας αξίας πάγια κεφάλαια σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για να πετύχει αντίστοιχες σε αξία πωλήσεις, με την επισήμανση ότι αυτό είναι «ενδεικτικό αναποτελεσματικής χρήσης παγίων κεφαλαίων και διαρθρωτικά αδύναμων επιχειρήσεων».
  • Οι «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις ταξινομούνται σε «δυναμικές» (38% του τομέα), οι οποίες επιτυγχάνουν θετικά λειτουργικά αποτελέσματα με συνδυασμό επενδυτικών και στρατηγικών κινήσεων, σε «αδύναμες» (25%) που βρίσκονται στα όρια επιβίωσης χωρίς να έχουν προβεί σε καμία επενδυτική ή στρατηγική κίνηση την τελευταία πενταετία, σε «λοιπές» που «παλεύουν με λιγότερο στοχευμένο πλάνο σε σχέση με τις δυναμικές και λειτουργικά βρίσκονται σε μια ενδιάμεση» κατάσταση.
  • «Το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων λιανεμπορίου δημιουργεί πιέσεις στη ρευστότητα και στον εμπορικό κύκλο τους, καθώςοι προμηθευτές τους έχουν έντονο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα», σημειώνεται.

Στο «δια ταύτα» σημειώνεται ότι «η αναδιάρθρωση του κλάδου εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί χωρίς έντονες πιέσεις περιορισμού της απασχόλησης», ωστόσο δεν γίνεται αναφορά στο είδος των εργασιακών σχέσεων... Σύμφωνα με την έρευνα, το ποσοστό των «μικρομεσαίων» επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου που έκανε απολύσεις ήταν χαμηλότερο από άλλους τομείς, τόσο στα αρχικά όσο και στα επόμενα στάδια της κρίσης.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ