Στη συζήτηση στην Ολομέλεια τοποθετήθηκε χτες ο βουλευτής του Κόμματος Νίκος Μωραΐτης
Το νομοσχέδιο έχει τίτλο «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις». Χτες ήταν η συζήτηση επί της αρχής, ενώ σήμερα θα συζητηθεί επί των άρθρων.
Πέραν όλων των άλλων ρυθμίσεων που αναλύονται διεξοδικά στο σημερινό «Ριζοσπάστη», μέχρι και χτες ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Β. Αποστόλου, δεν είχε απαντήσει αν κάνει δεκτή την τροπολογία που κατέθεσε το ΚΚΕ για να καταργηθούν τα «αγροτοδικεία» και να σταματήσει κάθε δίωξη σε βάρος των αγώνων των αγροτών και άλλων κλάδων εργαζομένων.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Νίκος Μωραΐτης, αφού κάλεσε τους αγρότες να συμμετέχουν στη 48ωρη απεργιακή κινητοποίηση ενάντια στο Ασφαλιστικό και Φορολογικό που πλήττουν και τους ίδιους, επισήμανε για το νομοσχέδιο, το οποίο δήλωσε ότι καταψηφίζει το ΚΚΕ, πως «έρχεστε να ολοκληρώσετε αυτό που άφησαν στη μέση οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Δηλαδή την ικανοποίηση του αιτήματος των μεγαλοαγροτών και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χώρο της παραγωγής, τυποποίησης και πώλησης των αγροτικών προϊόντων, με ξεκάθαρο στόχο τη συγκέντρωση γης, παραγωγής, επιδοτήσεων σε λίγα χέρια μεγαλοαγροτών, καπιταλιστικών επιχειρήσεων».
Γι' αυτό, όπως είπε, το νομοσχέδιο «αναμασά» τους νόμους των προηγούμενων κυβερνήσεων, σημειώνοντας ότι «επιχειρείτε να εκσυγχρονίσετε την αντιαγροτική πολιτική, τους συνεταιρισμούς, με βάση τη νέα ΚΑΠ και την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ». Επισήμανε, τέλος, ότι μετατρέπει τους συνεταιρισμούς σε «αγροτικές συμπράξεις» που θα λειτουργούν «με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια», με στόχο το «κέρδος για τους μεγαλοαγρότες, τους μεγαλομετόχους. Οι μικροί και οι μεσαίοι αγρότες, κτηνοτρόφοι, ψαράδες θα οδηγούνται στο ξεκλήρισμα».
Από τις τοποθετήσεις των άλλων κομμάτων ξεχωρίζουν οι τοποθετήσεις των εκπροσώπων της ΝΔ και της Χρυσής Αυγής, για τον τρόπο που άσκησαν κριτική στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Ο μεν εισηγητής της ΝΔ δήλωσε ότι καταψηφίζει το νομοσχέδιο γιατί εντόπισε κρατικές παρεμβάσεις στους συνεταιρισμούς, οι οποίοι «πρέπει να συμφωνήσουμε ότι είναι επιχειρήσεις με κίνητρο το κέρδος».
Ο δε ειδικός αγορητής της Χρυσής Αυγής είπε ότι «το νομοσχέδιο διέπεται από τη λογική της ελεύθερης οικονομίας και της ελεύθερης αγοράς, επιδιώκει να καταστήσει τους συνεταιρισμούς ιδιωτικές εταιρείες. Μολαταύτα, διατηρείται έντονος κρατικός παρεμβατισμός με τις προτεινόμενες διατάξεις». Μετά από αυτό και αφού κατέθεσε τα διαπιστευτήρια της ναζιστικής οργάνωσης στο κεφάλαιο, κατέφυγε για αντιπερισπασμό σε αισχρό αντικομμουνισμό, κατηγορώντας μεταξύ άλλων το ΚΚΕ ότι «πρόδωσε τους αγροτικούς αγώνες»...
Τα βασικά σημεία του νομοθετήματος που συζητιέται στη Βουλή
Εργαζόμενες σε Αγροτικό Συνεταιρισμό στην Αργολίδα |
Αντικειμενικά, οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου υπηρετούν την παραπέρα συγκέντρωση γης και παραγωγής. Ρυθμίσεις για το ίδιο θέμα είχε κάνει το 2000 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αφήνοντας όμως «εκκρεμότητες» «βιωσιμότητας», «χρέους», «σκανδάλων», που δεν αντιμετώπισε στη συνέχεια ο νόμος 4015/2011. Αυτές ισχυρίζεται ότι θα αντιμετωπίσει η σημερινή κυβέρνηση.
Αλλωστε, η σύσταση «βιώσιμων» - ανταγωνιστικών συλλογικών καπιταλιστικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων (ομάδων και οργανώσεων παραγωγών κ.λπ.) αποτελεί στρατηγική κατεύθυνση της ΚΑΠ και αποτυπώνεται στους κανονισμούς για την καπιταλιστική αγροτική ανάπτυξη (Κανονισμοί 1305/2013 και 1308/2013), οι οποίοι θέτουν ως βασική προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση - ενίσχυσή τους την ανταγωνιστικότητά τους. Γι' αυτό, άλλωστε, οι μέχρι σήμερα συνεταιρισμοί λειτουργούν και ως Ομάδες Παραγωγών.
Ετσι, το κυβερνητικό νομοσχέδιο «αναμασά» τις διατάξεις βασικά του νόμου 2010/2000 και ορισμένες του νόμου 4015/2011 και μάλιστα με τα ίδια επιχειρήματα, ότι θα αντιμετωπιστεί η «απαξίωση» των συνεταιρισμών, θα επέλθει η «εξυγίανσή» τους και η προσαρμογή τους στους κανόνες της «υγιούς επιχειρηματικότητας».
Θυμίζουμε ότι με τους προηγούμενους νόμους, οι Ενώσεις πρωτοβάθμιων Αγροτικών Συνεταιρισμών μετατρέπονταν σε πρωτοβάθμιους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς. Με τον τρόπο αυτό, υπολογιζόταν ότι από τους 6.300 Αγροτικούς Συνεταιρισμούς θα έμεναν ενεργοί και οικονομικά υγιείς 200-300, μέσα από τη διαδικασία συγχωνεύσεων, πτωχεύσεων, αναγκαστικών εκκαθαρίσεων και διάλυσης των υπόλοιπων, με καταγραφή των ενεργών σε Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών στο υπουργείο Γεωργίας.
Οι προηγούμενοι νόμοι στήριζαν ταυτόχρονα τις Ομάδες Παραγωγών (ΟΠ), τις αγροτικές εταιρικές συμπράξεις με Ανώνυμες Εταιρείες, την είσοδο επενδυτών στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς (που θα τους εξασφάλιζαν κεφάλαια), με δικαίωμα ψήφου, χωρίς να είναι αγρότες κ.ά.
Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, πάνω από 1.000 να είναι οι καταγραμμένοι ως ενεργοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί στο μητρώο και πάνω από 5.000 οι ανενεργοί, χωρίς εκκαθάριση και με την εγκατάλειψή τους από τους συνεταίρους αγρότες.
Από τα στοιχεία που έδωσε ο υπουργός το καλοκαίρι του 2015, παρουσιάζοντας το πρώτο σχέδιο του νέου νόμου για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς και επανέλαβε πρόσφατα στη Βουλή, από τους ενεργούς, οικονομικά βιώσιμοι απέναντι στον ανταγωνισμό είναι 10 - 20. Η εκτίμηση αυτή, ανεξάρτητα από τα νούμερα, δείχνει ότι δεν μπορεί να είναι βιώσιμοι όλοι οι σημερινοί ενεργοί συνεταιρισμοί. Αυτή είναι η πραγματικότητα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και αυτή η τάση φυσικά δεν ανατρέπεται με νόμους που αντικειμενικά έρχονται να την υπηρετήσουν.
Οπως γινόταν έως σήμερα, το νομοσχέδιο της κυβέρνησης δίνει τη δυνατότητα να γίνονται μέλη στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς νομικά πρόσωπα, αγροτικές επιχειρήσεις στην παραγωγή (ΑΕ - ΕΠΕ κ.λπ.), καθώς και τη δυνατότητα συμπράξεων των Αγροτικών Συνεταιρισμών με επιχειρηματικούς ομίλους.
Θεσμοθετεί ξανά την ιδιότητα μέλους - επενδυτή, αλλά χωρίς ψήφο και δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Επαναφέρει την τυπική ισότητα (μια μετοχή/μερίδα - μια ψήφος) των μελών, ενώ ο νόμος 2810/2000 έδινε τη δυνατότητα σε μέλος του Αγροτικού Συνεταιρισμού να διαθέτει μέχρι τρεις ψήφους. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτή δεν έχει ουσιαστικό περιεχόμενο, από τη στιγμή που τα συμμετέχοντα μέλη δεν έχουν την ίδια οικονομική δύναμη.
Προβλέπει, επίσης, ρητά την υποχρέωση παράδοσης από τα μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού τουλάχιστον του 80% της ετήσιας παραγωγής τους στο συνεταιρισμό, ενώ την ίδια στιγμή προωθεί την κατάργηση της «αναγκαστικότητας» σε συνεταιρισμούς και Ενώσεις που εξαιρούσαν οι προηγούμενοι νόμοι (οινοπαραγωγών Σάμου, Σαντορίνης, μαστίχα Χίου και κρόκου Κοζάνης).
Με άλλες διατάξεις, θεσμοθετεί ορισμένες καινοφανείς διαδικασίες ελέγχου (π.χ. εποπτικό συμβούλιο, υποχρέωση των μελών των οργάνων διοίκησης των Αγροτικών Συνεταιρισμών που έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2.000.000 ευρώ, να υποβάλλουν δήλωση περιουσιακής κατάστασης κ.ά.), ενώ διατηρεί τα κίνητρα για συγχωνεύσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών, μετατροπή τους σε ΑΕ κ.λπ.
Καταργεί, επίσης, την άμεση ή μέσω του ΕΛΓΑ χρηματοδότηση στην ΠΑΣΕΓΕΣ, αλλά και την ίδια την ΠΑΣΕΓΕΣ, καθώς και τη χρηματοδότηση στις αμαρτωλές ΓΕΣΑΣΕ - ΣΥΔΑΣΕ, που ήδη είχε καταργηθεί στην πράξη. Δεν υπάρχει, όμως, καμιά πρόβλεψη για το μέλλον των απολυόμενων εργαζομένων της ΠΑΣΕΓΕΣ (σήμερα 19 εργαζόμενοι) και όλων των άλλων συνεταιριστικών υπαλλήλων που είτε είναι σε καθεστώς ομηρίας βιωσιμότητας, είτε έχουν απολυθεί μετά την κατάργηση από το 2011 των Ενώσεων και των συνεταιρισμών που βρίσκονται στο καθεστώς της εκκαθάρισης.
Με το σχέδιο νόμου, διατηρούνται όλες οι μορφές που μετατρέπουν τους συνεταιρισμούς σε ΑΕ, όπως Εταιρικές Συμπράξεις, Διεπαγγελματικές Συμπράξεις κ.λπ.
Ενα άλλο μέτρο είναι ότι θεσμοθετείται ένα «αγροτικό ΤΑΙΠΕΔ», η ΔΙΑΓΕΠ ΑΕ, η οποία επιδιώκεται να διαχειριστεί με παραχωρήσεις, ενοικιάσεις, ανταλλαγή και συνεκμετάλλευση κρατική αγροτική γη, υποδομές και ακίνητα που θα έχει στη διάθεσή της, πιθανόν και ό,τι απομείνει από τους υπό εκκαθάριση συνεταιρισμούς και τις ενώσεις τους.
Αυτό είναι ένα ακόμη εργαλείο, που μέσω των «νέων συνεταιρισμών», νομικών και φυσικών προσώπων, διευκολύνει είτε νέα συσσωρευμένα κεφάλαια να βρουν φτηνή γη και υποδομές για τη δημιουργία καπιταλιστικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, είτε προωθεί μέσω της δημιουργίας συνεταιρισμών τη συλλογική υποταγή πολλών μικροαγροτών στις παραγωγικές δραστηριότητες των μονοπωλιακών ομίλων του αγροτικού τομέα.
Είναι, άλλωστε, σαφές ότι η μεγέθυνση της παραγωγής αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, από τη στιγμή που μεγαλύτερης κλίμακας παραγωγή έχει μεγαλύτερη δυνατότητα βελτίωσης των μέσων παραγωγής και του επιπέδου εφαρμογής της τεχνολογίας και αναβάθμισης της οργάνωσης και του συντονισμού της διαδικασίας παραγωγής.
Ταυτόχρονα, με την επίκληση των γνωστών ιδεολογημάτων περί «κοινωνικής οικονομίας» και «συνεργατικής ιδέας», γίνεται μια προσπάθεια να θολώσει το γεγονός ότι οι συλλογικές αγροτικές επιχειρήσεις που περιγράφονται στο σχέδιο νόμου, αντικειμενικά θα κινηθούν στο πλαίσιο που επιβάλλει η καπιταλιστική κερδοφορία και ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός.
Την ίδια στιγμή, λοιπόν, που η κυβέρνηση φέρεται να επιδιώκει την ανανέωση της συνεταιριστικής ιδέας με τη δημιουργία νέων συνεταιρισμών, επιδιώκει με το νομοσχέδιο το γρήγορο ξεκαθάρισμα των παλαιών συνεταιρισμών και το πέρασμα των περιουσιακών τους στοιχείων στους πιστωτές (τραπεζικό κεφάλαιο κ.λπ.) ή στη ΔΙΑΓΕΠ.
Η «ενίσχυση», εξάλλου, των γυναικείων συνεταιρισμών με τη δυνατότητα δημιουργίας τους από τρία μέλη και πάνω, δεν αναιρεί το γεγονός ότι θα υποταχθούν στον ανταγωνισμό των μονοπωλιακών αγροτικών επιχειρήσεων, στον τραπεζικό δανεισμό, ενώ δεν θα μπορούν να καλυφθούν ούτε οι στοιχειώδεις πρακτικές ανάγκες λειτουργίας τους με τόσο μικρό αριθμό μελών.
Αλλωστε, το ζήτημα της κοινωνικής ανισότητας της γυναίκας και της διπλής της εκμετάλλευσης δεν αντιμετωπίζεται με «γλυκά του κουταλιού» και «χειροτεχνήματα». Αντικειμενικά και οι γυναικείοι συνεταιρισμοί εντάσσονται και υποτάσσονται στους σιδερένιους νομούς της εκμεταλλευτικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, η νομοτελειακή εξέλιξη τέτοιων συνεταιριστικών επιχειρήσεων είναι τελικά η μετατροπή τους σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις, η μετατροπή της συλλογικής ιδιοκτησίας σε μετοχική, σε συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε ορισμένους μεγαλομετόχους, ανεξάρτητα από τον πραγματικό τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η συγκεκριμένη εξέλιξη, που μπορεί να σχετίζεται είτε με την αναγκαία σε κάποια φάση εισροή κεφαλαίου, είτε με την παγιοποίηση και τη σταδιακή μετατροπή του διευθυντικού μηχανισμού σε ιδιοκτήτες της επιχείρησης, είτε με την πτώχευση, τη διάλυση και εξαγορά τους.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα «συνεταιρισμού» είναι η γαλακτοβιομηχανία FRIESLAND CAMBINA (NOYNOY). Ιδρύθηκε το 1871 στην Ολλανδία, είναι συνεταιριστική με μέλη 19.244 αγελαδοτρόφους (από Ολλανδία, Γερμανία, Βέλγιο) και αυτήν τη στιγμή είναι η 6η μεγαλύτερη γαλακτοβιομηχανία παγκόσμια, με 22.000 εργαζόμενους, δεκάδες εργοστάσια και 11,4 δισ. ευρώ τζίρο.
Η «συνεταιριστική», λοιπόν, ΝΟΥΝΟΥ στην Ελλάδα έχει εργολαβικούς εργαζόμενους με χαμηλότερα μεροκάματα, έχει απολύσει πρωτοπόρους συνδικαλιστές, έχει φέρει τα ΜΑΤ να σπάσουν απεργία με συλλήψεις στο υποκατάστημά της στον Ασπρόπυργο, έχει κάνει μηνύσεις σε εργαζόμενούς της, έφτιαξε το περιβόητο καρτέλ γάλακτος με τις άλλες γαλακτοβιομηχανίες και αλυσίδες σούπερ μάρκετ για να κανονίζουν τις τιμές παραγωγού (πιο χαμηλές για τις βιομηχανίες) και τις τιμές γάλακτος στα ράφια (πιο ακριβές για τους εργαζόμενους), εκβιάζει κτηνοτρόφους να τους πάρει πιο φτηνά το γάλα.
Ανάλογα παραδείγματα έχουμε στην Ελλάδα με τις ιδιωτικοποιήσεις σε «Δωδώνη», «Ροδόπη», «Ολυμπος», το αδιέξοδο της ΕΒΖ και την απληρωσιά των τευτλοπαραγωγών από την ΕΒΖ.
Παρά το γεγονός ότι το νομοσχέδιο περιέχει αρκετές «άλλες διατάξεις» που δεν αφορούν τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, δεν περιλαμβάνει διάταξη για το σταμάτημα των «αγροτοδικείων», που δεν έχει άλλωστε καμιά δημοσιονομική επίπτωση και την κατάργηση του φόρου στο κρασί και στο τσίπουρο, που αποτελούν δεσμεύσεις της κυβέρνησης προς τους αγρότες κατά τη συνάντηση της Πανελλαδικής Επιτροπής των Μπλόκων.
Δεν περιλαμβάνει, επίσης, καμία διάταξη για το εργασιακό μέλλον των εργαζομένων στις πρώην Συνεταιριστικές Οργανώσεις και την ΠΑΣΕΓΕΣ. Για τα ζητήματα αυτά το ΚΚΕ κατέθεσε σχετικές τροπολογίες στο νομοσχέδιο, μεταξύ αυτών και τη σχετική με τα αγροτοδικεία, την οποία επανακατέθεσε.
Το ΚΚΕ καταψήφισε το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης. Τοποθετούμενοι, οι βουλευτές του σημείωσαν ότι η πρωτογενής παραγωγή καθορίζεται και υποτάσσεται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, στην κερδοφορία των πολυεθνικών μονοπωλιακών ομίλων που έχουν τα κλειδιά της οικονομίας και εξουσίας, στη βιομηχανία, στο εμπόριο, στις τράπεζες. Ολοι μαζί, με τις αστικές κυβερνήσεις και τις διακρατικές συμμαχίες τους, συνθλίβουν και υποτάσσουν τον αυτοαπασχολούμενο μικρομεσαίο αγρότη.
Σ' αυτή τη βάση, το ΚΚΕ είναι αντίθετο με το νομοσχέδιο και εκτιμά ότι τα διαδικαστικού ή αλλού τεχνικού χαρακτήρα ζητήματα δεν αναιρούν το στρατηγικό στόχο του νομοσχεδίου.
Οπως ειπώθηκε και στη Βουλή, το ΚΚΕ παλεύει για τη λαϊκή εξουσία και οικονομία, με κοινωνικοποίηση των καπιταλιστικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, της γης, των συγκεντρωμένων μηχανοποιημένων μέσων παραγωγής, των κρατικών υποδομών και του εμπορίου, με άμεση ένταξή τους στον κεντρικό σχεδιασμό, για παραγωγή με στόχο την ικανοποίηση πρώτα απ' όλα των εγχώριων λαϊκών αναγκών διατροφής και πρώτων υλών βιομηχανίας. Η κοινωνικοποιημένη κρατική αγροτική παραγωγή θα αξιοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνατότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Η ένταξη των μικρομεσαίων αγροτών στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή, μέσω του αγροτικού παραγωγικού συνεταιρισμού των μικροϊδιοκτητών αγροτών, που έχει το δικαίωμα χρήσης της κοινωνικοποιημένης γης, που θα μειώνει το κόστος παραγωγής και θα διασφαλίζει το αγροτικό εισόδημα, κρατικές τιμές, προστασία από φυσικές καταστροφές, επιστημονικοτεχνική υποστήριξη, είναι η λύση στη μικρή και πολυτεμαχισμένη αγροτική μικροϊδιοκτησία που μετατρέπεται σε μεγάλη συνεταιριστικοποιημένη, απαλλάσσοντας τους μικρομεσαίους αγρότες μια για πάντα από κεφάλαιο - τράπεζες, βιομηχάνους, μεγαλέμπορους, μέσω του κεντρικού κρατικού σχεδιασμού.
Το μέλλον αυτό, κοινό με τους μισθωτούς εργαζόμενους στη Βιομηχανία, στο συγκεντρωμένο Εμπόριο, στις Υπηρεσίες κ.λπ., είναι η απαλλαγή τους από την καπιταλιστική ιδιοκτησία, η οικοδόμηση σχέσεων κοινωνικής, σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας, οικονομίας που συμφέρει την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα και τους βιοπαλαιστές αγρότες, εμποδίζεται από την εξουσία του κεφαλαίου, των μονοπωλίων. Μ' αυτή πρέπει να αναμετρηθούμε, να διαμορφώσουμε το λαϊκό ποτάμι που θα την ανατρέψει.
Το δυνάμωμα της κοινής δράσης ανάμεσα στην εργατική τάξη και στους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και της υπαίθρου, τις γυναίκες και τη νεολαία των λαϊκών οικογενειών, με αντιμονοπωλιακούς - αντικαπιταλιστικούς στόχους πάλης, σε τροχιά σύγκρουσης με την ΕΕ, το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, είναι η ελπίδα για την επιβίωση, ανοίγει το δρόμο για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Λαϊκή Συμμαχία με ισχυρό ΚΚΕ είναι μονόδρομος για μια πραγματική ανατροπή στο συσχετισμό ανάμεσα σ' εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, προϋπόθεση για την εργατική εξουσία, για την κοινωνική ιδιοκτησία και οικονομία με κριτήριο τη λαϊκή ευημερία.
Πέντε τροπολογίες κατέθεσε στις 15 Απρίλη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ στο νομοσχέδιο για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς και αναμένεται να συζητηθούν σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής. Οι τροπολογίες είναι οι εξής:
1η τροπολογία: Προβλέπει την κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στις διάφορες κατηγορίες οίνου, ο οποίος επιβλήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με το νόμο 4346/2015. Οπως αναφέρεται ανάμεσα σε άλλα στην εισηγητική έκθεση, είναι επιβεβλημένη η κατάργηση του ΕΦΚ, γιατί «πλήττει περαιτέρω το αμπελουργικό εισόδημα, με ορατό τον κίνδυνο της περαιτέρω μείωσης του αριθμού των εκμεταλλεύσεων». Επίσης, θα μειωθούν «περαιτέρω οι ήδη χαμηλές τιμές σταφυλιών των αμπελοκαλλιεργητών, εξαιτίας των οικονομικών πιέσεων στον αμπελοοινικό τομέα».
2η τροπολογία: Αφορά τους εργαζόμενους των υπό εκκαθάριση αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων και ενώσεων (ΑΣ και ΕΑΣ). Στο άρθρο της προβλέπονται όλες εκείνες οι απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε - σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση - οι εργαζόμενοι «με την κατά το δυνατόν ταχύτερη ολοκλήρωση της εκκαθάρισης, να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις άμεσες ανάγκες τους και να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους έναντι των συνεταιριστικών οργανώσεων, αλλά και προκειμένου να μπορέσουν να εξασφαλίσουν εργασία όσοι βρεθούν εκτός δουλειάς». Για τους τελευταίους μάλιστα προτείνονται και συγκεκριμένα μέτρα για την απορρόφησή τους στην αγορά εργασίας.
3η τροπολογία: Περιέχονται ρυθμίσεις για την προστασία των εργαζομένων της ΠΑΣΕΓΕΣ, η οποία, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, καταργείται. Οπως προβλέπεται στην τροπολογία, οι εργαζόμενοι μεταφέρονται στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ή σε εποπτευόμενους φορείς του υπουργείου, «σε κενές οργανικές θέσεις της ίδιας κατηγορίας εκπαίδευσης και αν δεν υπάρχουν κενές σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις προσωπικού, αντίστοιχου ή συναφούς υφιστάμενου ή παρεμφερούς κλάδου και ειδικότητας, για τις οποίες κατέχουν τα τυπικά προσόντα». Η κατάταξη θα γίνεται με τους όρους που εργάζονταν έως τώρα.
4η τροπολογία: Προβλέπεται η «εξάλειψη του αξιόποινου των φερόμενων ως αδικημάτων κατά τις λαϊκές κινητοποιήσεις» και πιο ειδικά των αγροτών κατά τη διάρκεια αγροτικών κινητοποιήσεων, εργαζομένων στον κλάδο Μετάλλου και ιδίως στο χώρο της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης και Βιομηχανικού Πάρκου Σχιστού (ΒΙΠΑΣ), στο ΙΓΜΕ, ναυτεργατών και διαφόρων άλλων κλάδων και μελών σωματείων, αλλά και από ιδιοκτήτες και οδηγούς αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως (φορτηγών και ΤΑΞΙ), καθώς και από συμμετέχοντες σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας σε σταθμούς διοδίων. Προβλέπεται η «εξάλειψη του αξιόποινου» σε κάθε περίπτωση, είτε δηλαδή είναι σε προκαταρκτική εξέταση, στάδιο προδικασίας, είτε έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, είτε έχουν εκδοθεί ποινές οι οποίες παραγράφονται.
5η τροπολογία: Τακτοποιούνται τα ασφαλιστικά δικαιώματα στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις. Συγκεκριμένα, στο άρθρο της ρύθμισης προβλέπεται: «Καταστατικές διατάξεις του πρώην ΤΣΕΑΠΓΣΟ που προβλέπουν τη συνταξιοδότηση σε περίπτωση απόλυσης από την υπηρεσία, λόγω κατάργησης θέσης ή εξ άλλων λόγων μη οφειλόμενων σε υπαιτιότητα των εργαζομένων, θεωρείται ότι ουδέποτε καταργήθηκαν και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 31.12.2018, καταργούμενης κάθε αντίθετης διάταξης νόμου».