ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 6 Απρίλη 2016
Σελ. /24
Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ & ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Για τη διευρυμένη λειτουργία του σχολείου στο σοσιαλισμό

Τα ενδιαφέροντα, τα χόμπι και διάφορες συλλογικές δραστηριότητες των μαθητών βρίσκουν τη θέση τους στη διευρυμένη λειτουργία του σχολείου
Τα ενδιαφέροντα, τα χόμπι και διάφορες συλλογικές δραστηριότητες των μαθητών βρίσκουν τη θέση τους στη διευρυμένη λειτουργία του σχολείου
Στο κείμενο του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ για το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Σχολείο σύγχρονης Γενικής Παιδείας σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι:

«Το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Σχολείο έχει διευρυμένη ημερήσια λειτουργία, η οποία διασφαλίζει την ολοκλήρωση της μορφωτικής, διαπαιδαγωγητικής εργασίας του (π.χ. μελέτη στο σχολείο, επίλυση ασκήσεων, κ.ά.) ενώ εντός του δημιουργούνται δομές αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου».

Τις υποσχέσεις του τύπου η «τσάντα θα μένει στο σχολείο», «ο μαθητής θα ξαλαφρωθεί από το φόρτο εργασίας στο σπίτι» κ.ο.κ. είναι αλήθεια ότι τις έχουμε ακούσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, όμως στην πράξη παραμένουν εξαγγελίες που ποτέ δεν εφαρμόστηκαν. Το λεγόμενο ολοήμερο σχολείο λειτουργεί εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια με διάφορες μορφές, έχοντας όμως, απλώς και μόνο το χαρακτήρα φύλαξης των παιδιών, με εξαίρεση ίσως κάποιες χρονιές παλιότερα που σε κάποιες περιπτώσεις επαρκούσαν δάσκαλοι, ώστε να προετοιμάζουν τα παιδιά για τα μαθήματα της επόμενης μέρας, αλλά και πάλι μέχρι εκεί. Από πλευράς υποδομών ποτέ δεν πάρθηκαν μέτρα για την ουσιαστική ενίσχυση του θεσμού, ενώ συχνά οι γονείς καλούνταν να βάλουν το χέρι στην τσέπη για να πληρώνουν τραπεζοκόμους. Οπως είναι επόμενο, μέσα από μια τέτοια λειτουργία του ολοήμερου, τα παιδιά γυρνούν εξουθενωμένα και βαριεστημένα στο σπίτι, αντιμετωπίζοντας τη διευρυμένη λειτουργία απλά ως... επιπλέον ώρες στο σχολείο. Στην πράξη, η διεύρυνση της λειτουργίας του σχολείου ήρθε απλά ως ένα προνοιακό μέτρο να διευκολύνει τους εργαζόμενους γονείς και ελάχιστα, συμπληρωματικά μόνο εξετάστηκε ο διαπαιδαγωγητικός της ρόλος.

Στην πρόταση του ΚΚΕ για το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Σχολείο λέμε: «Το συνολικό πρόγραμμα του σχολείου, περιλαμβάνοντας: τη γνωστική - μελετητική, την αθλητική και πολιτιστική δραστηριότητα, την ανάπαυση, τη δωρεάν σίτιση των μαθητών, εναρμονίζεται με το εργασιακό ωράριο των γονιών.

Το εργατικό κράτος παίρνει όλα τα μέτρα ώστε η αναγκαία παραμονή να γίνεται σε σύγχρονους χώρους και υποδομές, για όλες τις δραστηριότητες, που βέβαια δεν μπορεί να είναι η αίθουσα διδασκαλίας για όλες τις λειτουργίες.

Το σχολείο ως κοινωνικός φορέας βελτιώνει και την ποιότητα ζωής των γονέων. Η λειτουργία του εντάσσεται στην αλλαγή του ρόλου της οικογένειας, στην ανάληψη ουσιαστικής ευθύνης από την κοινωνία για την ανατροφή των παιδιών. Σε αυτήν την κατεύθυνση, παίρνονται άμεσα όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διαμόρφωση ανάλογων σχολικών μονάδων, σε μια άλλη λογική, με εργαστήρια, χώρους άθλησης, θεάτρου, μουσικής, αλλά και υποδομές σίτισης αλλά και - στο βαθμό που είναι αναγκαίο - στέγασης.

Θεωρούμε ότι η σχολική υποδομή, το μέγεθος του σχολείου, η αρχιτεκτονική του, δεν είναι μόνο τεχνικό ζήτημα. Αφορά, τις συνθήκες μέσα στις οποίες γίνεται η μαθησιακή, διαπαιδαγωγητική διαδικασία. Αξιοποιώντας, καταργώντας ακατάλληλες και εκσυγχρονίζοντας υπάρχουσες σχολικές υποδομές, γίνεται καταρχήν προσπάθεια ώστε να λύνεται το πρόβλημα της έλλειψης προαύλιων χώρων, χώρων άθλησης, πράσινου, κ.τ.λ. Η εργατική εξουσία σχεδιασμένα οικοδομεί νέα σχολεία τα οποία ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των παιδιών, προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες κάθε ηλικιακής βαθμίδας, διαθέτουν υποστηρικτικές δομές για τη λειτουργία του σχολείου για μαθητές και εργαζόμενους (π.χ. βιβλιοθήκη)».

Στη Μόσχα τη δεκαετία του '70, περιγράφοντας τη διευρυμένη λειτουργία του σχολείου του ένας διευθυντής σχολείου εξηγούσε χαρακτηριστικά «τα παιδιά των πρώτων τάξεων μένουν απ' τις 8 το πρωί μέχρι τις 6 ή 7 το απόγευμα. Εδώ μελετούν, παίζουν, κάνουν ασκήσεις σωματικής αγωγής, μαθαίνουν να τραγουδούν και να σχεδιάζουν. Επίσης, συνοδεύονται από τους δασκάλους σε περιπάτους κι εκδρομές. Τρώνε τρεις φορές τη μέρα και κάτι ακόμη σημαντικό, δεν τους μένει καμιά μελέτη για το σπίτι τους, γιατί την ολοκληρώνουν εδώ με τη βοήθεια των δασκάλων τους. Καθώς τα παιδιά περνάνε σε μεγαλύτερες τάξεις αυτό το σύστημα πλήρους ημέρας επεκτείνεται. Τα παιδιά προσχωρούν σε διάφορες ομάδες μελέτης και ενδιαφερόντων (χόμπι) ή εργάζονται σ' εργαστήρια, όπου παρακολουθούν διάφορα τεχνικά προγράμματα, ερασιτεχνικές τέχνες κι αθλητισμό (...) στις ημερήσιες τάξεις, οι ίδιες οι συνθήκες εργασίας, όπως το πρόγραμμα ανάμεσα στ' άλλα, προτρέπουν το μαθητή να επιδιώξει μετά τα μαθήματα απασχολήσεις που αντιστοιχούν στα ενδιαφέροντά του. Ετσι το σχολείο μπορεί ν' αναλάβει πλήρη ευθύνη για την ανατροφή παιδιών με μια ισορροπημένη και καλά αναπτυγμένη προσωπικότητα».

Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι η διευρυμένη λειτουργία δεν απαντά μόνο στην ανάγκη του γονιού «πού θα μείνει το παιδί μετά το σχολείο», αλλά απελευθερώνει πλήρως τους γονείς από μια σειρά άγχη, αφού τα μαγειρεία του σχολείου αναλαμβάνουν πλήρως τη σίτιση και τη σωστή διατροφή των παιδιών, δεν χρειάζεται να πληρώνουν όπως συμβαίνει σήμερα για μια σειρά εξωσχολικές δραστηριότητες ή να επιστρατεύουν παππούδες και γιαγιάδες για να συνοδεύουν τα παιδιά σε αυτές κ.ο.κ. Το σημαντικότερο, δε, είναι ότι από αυτήν την οργάνωση και λειτουργία του σχολείου απελευθερώνεται επίσης ελεύθερος χρόνος για τους γονείς, ώστε αυτοί πιο ενεργητικά να συμμετέχουν στα όργανα της εργατικής εξουσίας, στον έλεγχο και στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Βέβαια, μια τέτοια λειτουργία του σχολείου έχει και ουσιαστικό διαπαιδαγωγητικό ρόλο. Στη Σοβιετική Ενωση θεωρούνταν ιδιαίτερα σημαντικές για την ανατροφή των παιδιών και οι ώρες μετά το σχολείο. Ετσι εκείνες τις ώρες, στο πλαίσιο λειτουργίας του σχολείου, τα παιδιά συναντιούνται και περνούν δημιουργικές ώρες με τους φίλους τους, μαθαίνουν να οργανώνουν τον ελεύθερο χρόνο τους, αναπτύσσουν τα ενδιαφέροντά τους και καλλιεργούν τα ταλέντα τους με βάση τα ερεθίσματα που παίρνουν από το σχολείο. Κι όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα οργανωμένο πλαίσιο, με πλήρη εξασφάλιση των απαραίτητων υποδομών και μέσων. Πρόκειται δε για μια διαδικασία αμφίπλευρη, αφού μέσα από αυτή και το ίδιο το σχολείο καταλαβαίνει καλύτερα τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητες των μαθητών και τους καθοδηγεί κατάλληλα. Παράλληλα, μέσα από αυτήν τη διαδικασία, το μεγαλύτερο συγχρωτισμό και την καλύτερη γνώση και κατανόηση των μαθητών από το σχολείο τους, δίνεται και ενισχύεται η δυνατότητα να αμβλύνονται ανισότητες μεταξύ των μαθητών που θα οφείλονται στις διαφορετικές αφετηρίες που έχουν από τις οικογένειές τους και που θα συνεχίζουν να υπάρχουν για ένα μεγάλο διάστημα στην αρχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Και βέβαια, μια τέτοια λειτουργία του σχολείου ανταποκρίνεται και συνδέεται άμεσα και με τον κοινωνικό του ρόλο. Στην πρόταση του ΚΚΕ για το σχολείο, εκτιμάμε ότι: «Ζωντανεύει και ουσιαστικοποιείται επίσης η εκπαιδευτική διαδικασία, όταν το κάθε σχολείο στηρίζεται στη συνεργασία με τους νέους θεσμούς του εργατικού κράτους (επιστημόνων, καλλιτεχνών, πολιτιστικής δημιουργίας, της νεολαίας, κ.λπ.) που θα συμβάλουν στη σχολική εργασία, με την πείρα τους, τις γνώσεις τους και το κύρος τους. Το ίδιο το σχολείο θα αποτελέσει πόλο δημιουργίας για όλη την κοινότητα».


Γ. Σ.


Τα πρώτα πορίσματα του κυβερνητικού διαλόγου για την Ανώτατη Εκπαίδευση

Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ) που θα λειτουργούν με όρους επιχείρησης, που θα υποτάσσονται, θα προσαρμόζονται και θα «χορεύουν» στους ρυθμούς της αγοράς και της εμπορευσιμότητας της παραγόμενης γνώσης. Αυτό είναι το «νέο» σχέδιο για τον Ενιαίο χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας όπως δόθηκε από τη σχετική υποεπιτροπή της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου, στο πλαίσιο του κυβερνητικού διάλογου για την Παιδεία.

Με το γνωστό πρόσχημα την «αναβάθμιση του έργου που παράγεται στα ΑΕΙ και τα ΕΚ» η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, η «δεύτερη φορά Αριστερά» έρχεται να εφαρμόσει αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης κομμένες και ραμμένες στα μέτρα της αγοράς, που δεν πρόλαβαν να περάσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και οι όποιοι συνδυασμοί τους. Την ίδια ώρα Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και ΕΚ από την εφαρμογή ακριβώς αυτών των πολιτικών έχουν οδηγηθεί σε οικονομική και λειτουργική ασφυξία λόγω της συνεχούς υποχρηματοδότησης, η οποία έχει ξεπεράσει σε περικοπή το 75% των προϋπολογισμών του 2010.

Οι ίδιοι που υπηρετούν τις πολιτικές των μνημονίων, οι ίδιοι που υπηρετούν μέχρι κεραίας τα συμφέροντα των λίγων και έχουν φέρει τα Ιδρύματα και ΕΚ σε δεινή κατάσταση, που έχουν γιγαντώσει την ανεργία και την ανασφάλεια, οι ίδιοι επικαλούνται, για μια ακόμα φορά, την «αναβάθμιση του παραγόμενου έργου», τη δεινή κατάσταση των Ιδρυμάτων και την κρίση για να περάσουν και να επιταχύνουν περαιτέρω αντιδραστικές αλλαγές. Αλλωστε, το πρόσχημα της οικονομικής κρίσης και του εξορθολογισμού του Δημόσιου Τομέα, αποτελεί πάντα το όχημα για την επιτάχυνση και το πέρασμα σκληρών - αντιλαϊκών μέτρων, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των μονοπωλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόταση είναι «διανθισμένη» με «διαπιστώσεις» του τύπου «Υπό συνθήκες κρίσης εμφανίζονται τεράστια ελλείμματα διδακτικού προσωπικού στα ΑΕΙ» και με τσιτάτα του τύπου «προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας» και «εξασφάλιση υψηλής ποιότητας διδασκαλίας» για να θολώσει τα νερά και να παραπλανήσει το λαό για τους πραγματικούς στόχους της πολιτικής αυτής. Συγκεκριμένα, η πρόταση αναδεικνύει πέντε βασικούς άξονες αναδιαρθρώσεων που είναι οι εξής:

Ιδρυση ανεξάρτητου φορέα χρηματοδότησης Ερευνας και Καινοτομίας

Ο κύριος στόχος εδώ για τα Ιδρύματα και ΕΚ όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται είναι «η διασύνδεσή τους με την υγιή, καινοτόμο επιχειρηματικότητα...»

Δηλαδή η υποχρηματοδότηση παγιώνεται και γίνεται όχημα, για να ενταθούν οι μπίζνες των Ιδρυμάτων και ΕΚ με τις επιχειρήσεις. Τα Ιδρύματα παραδίδονται και πλέον με τη «βούλα» στην επιχειρηματικότητα και η επιβίωσή τους θα συνδέεται με την ικανότητά τους να κλείνουν συμφωνίες με τις επιχειρήσεις, λειτουργώντας ως εργολάβοι των επιχειρήσεων και ουσιαστικά θα εκτελούν έρευνα «κατά παραγγελία». Αυτό σημαίνει ουσιαστικά υποταγή στις απαιτήσεις και τα συμφέροντα των χρηματοδοτών. Τα παραπάνω αποτελούν και επιταγές της «εργαλειοθήκης» του ΟΟΣΑ και των λεγόμενων «βέλτιστων πρακτικών» της ΕΕ για τη βαθύτερη προσαρμογή της δομής και του περιεχομένου της εκπαίδευσης και έρευνας ώστε να ανταποκρίνονται αποδοτικότερα στις ανάγκες της επιχειρηματικής κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας.

Οριζόντια κινητικότητα του προσωπικού και «διπλή ιδιότητα» (joint appointment)

Αυτή η πρόταση εντάσσεται στη διακηρυγμένη από την Ευρωπαϊκή Ενωση προώθηση της κινητικότητας καθηγητών, ερευνητών και διοικητικού προσωπικού με στόχο τη μείωση του επιστημονικού δυναμικού, την επέκταση του μοντέλου των ελαστικών σχέσεων εργασίας και την αντικατάσταση της συντριπτικής πλειοψηφίας του με ένα «ευέλικτο» και φτηνό εργατικό δυναμικό. Η διά βίου μονιμότητα (tenure) όπως υπήρχε για τους καθηγητές και γενικά το ακαδημαϊκό και ερευνητικό προσωπικό εγκαταλείπεται δίνοντας τη θέση του σε ελαστικές σχέσεις εργασίας με τη λεγόμενη «οργανική συνεργασία», η οποία αναφέρεται ρητώς στην πρόταση της επιτροπής μορφωτικών υποθέσεων.

Δηλαδή, οι τρομερές ελλείψεις και τα κενά σε διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό θα καλυφθούν με «all around» προσωπικό, το οποίο θα είναι «ευέλικτα» προσαρμοσμένο στις αναγγελθείσες επιχειρηματικού τύπου ερευνητικές και εκπαιδευτικές λειτουργίες. Σε αυτήν την κατεύθυνση «κουμπώνουν» και οι λεγόμενοι «Πανεπιστημιακοί Υπότροφοι» και οι δράσεις «απόκτησης ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας από κατόχους διδακτορικού διπλώματος». Αντί για διεκδίκηση και αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης, για προσλήψεις διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, τα Ιδρύματα και ΕΚ θα κυνηγούν «μεταγραφές», για να καλύπτουν βασικές λειτουργικές τους ανάγκες ανάλογα με την «επιχειρηματική σεζόν».

Συγκρότηση Εικονικών Ινστιτούτων

H συγκρότηση εικονικών ινστιτούτων (virtual institutes) αποτελεί μια παλιά ιστορία - οδηγία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Να τι αναφέρει η ευρωπαϊκή επιτροπή (European Commission) για τους λόγους που πρέπει να δημιουργηθούν τα εικονικά ινστιτούτα και για τον χαρακτήρα τους1: «Στην πραγματικότητα ο σκοπός είναι τα εικονικά ινστιτούτα να γίνουν ανεξάρτητα και αυτοχρηματοδοτούμενα που θα παρέχουν υπηρεσίες σε Ευρωπαίους πελάτες στη βάση της εμπορευσιμότητας...». Στην ίδια οδηγία ένα εικονικό ινστιτούτο θεωρείται ως επιτυχημένο όταν έχει μεταξύ άλλων:

«(α) ένα λογικά καλά αναπτυγμένο επιχειρηματικό σχέδιο, (β) μια πειστική δομή διοίκησης που θα είναι αρκετά δυνατή για να εφαρμόσει το επιχειρηματικό σχέδιο επιτυχώς, (γ) νομική δομή, (δ) ένα πειστικό μηχανισμό αγοράς (προσέγγισης πελατών)».

Είναι προφανές ότι η πρόταση για συγκρότηση εικονικών εργαστηρίων ανοίγει διάπλατα ακόμα μία πόρτα μέσα στα Ιδρύματα για (πολύ) πραγματικές (και όχι virtual) μπίζνες.

Ανάπτυξη ερευνητικών υποδομών και ανοιχτή πρόσβαση

Εδώ η πρόταση εστιάζει στη στρατηγική σημασία ενός «Οδικού Χάρτη Ερευνητικών Υποδομών» για «μακροπρόθεσμες επενδύσεις σημαντικής δημόσιας χρηματοδότησης και μόχλευση αυξημένων ιδιωτικών πόρων».

Το κείμενο της πρότασης (όπως άλλωστε και τα υπόλοιπα σημεία) είναι σχεδόν «ξεπατικωτούρα» κειμένων της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και του ΟΟΣΑ που δείχνουν τις αναγκαίες αλλαγές στις ερευνητικές υποδομές (European Strategy for Rsearch Infrastructures - ESFRI)2 για την «...αύξηση της αλληλεπίδρασης δημόσιου - ιδιωτικού τομέα και στη χρηματοδότηση κοινών ερευνητικών δραστηριοτήτων» καθώς και «την κινητικότητα ερευνητών μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων δομών». Ο ΟΟΣΑ δείχνει την κατεύθυνση δράσης, αναφέροντας ότι «το χαμηλό επίπεδο ιδιωτικής δαπάνης οφείλεται στους ασθενείς δεσμούς των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, κυρίως όσον αφορά κοινά ερευνητικά έργα».

Την ίδια ώρα που τα ΕΚ «ψυχορραγούν» από τη συνεχόμενη κρατική υποχρηματοδότηση υποχρεώνονται να συμμορφωθούν στους κανόνες της αγοράς και για την επιβίωσή τους να αναπτύσσουν εμπορικές δραστηριότητες. Επιπλέον στόχος είναι και η καθιέρωση ενός νέου συστήματος αξιολόγησης των ερευνητικών υποδομών «σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα» όπως ρητά αναφέρεται στην πρόταση που δεν είναι άλλα από την άμεση παρέμβαση των επιχειρήσεων στη διαμόρφωση των ερευνητικών δραστηριοτήτων.

Οι επιπτώσεις όμως τέτοιων αλλαγών είναι ήδη γνωστές στους εργαζόμενους ερευνητές, τις έχουν νιώσει στο πετσί τους και εδώ και στο εξωτερικό. Είναι οι συγχωνεύσεις και καταργήσεις ΕΚ, οι απολύσεις, η καθιέρωση των ελαστικών σχέσεων απασχόλησης, οι περικοπές μισθών, οι ραγδαίες περικοπές σε χρηματοδότηση, η υποταγή γενικά της ερευνητικής διαδικασίας στις ορέξεις των επιχειρήσεων.

Οργανωτικές αναδιατάξεις

Εδώ η «δεύτερη φορά Αριστερά» έρχεται να συνεχίσει το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων, το σχέδιο ΑΘΗΝΑ, χρησιμοποιώντας τα ίδια «επιχειρήματα» και την ίδια φρασεολογία. Οι ίδιοι και οι πολιτικές που υπηρετούν, που ίδρυσαν Σχολές και Τμήματα στα πλαίσια των επιχειρησιακών ευρωπαϊκών προγραμμάτων ΕΠΕΑΕΚ, πολλές φορές χωρίς επιστημονικό αντικείμενο, χωρίς τις απαραίτητες υποδομές και προσωπικό, έρχονται να εφαρμόσουν ένα νέο σχέδιο ΑΘΗΝΑ ΙΙ, που όπως και το προηγούμενο δεν έρχεται σε καμιά περίπτωση να διορθώσει με «ακαδημαϊκά κριτήρια» τους «όχι - σοβαρούς σχεδιασμούς» των «πολιτικών διεύρυνσης». Αυτό άλλωστε σήμερα, τρία χρόνια μετά την εφαρμογή του ΑΘΗΝΑ Ι είναι πασιφανές. Ο βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι ο περιορισμός της κρατικής χρηματοδότησης, από τη μια μεριά, και η προσαρμογή Πανεπιστημίων, ΤΕΙ και ΕΚ στις τρέχουσες ανάγκες της καπιταλιστικής κερδοφορίας, από την άλλη.

Ιδιαίτερη αναφορά στον άξονα των «Οργανωτικών αναδιατάξεων» γίνεται στην πρόταση σχετικά με τη φυσιογνωμία των ΤΕΙ. Και πάλι, η κατεύθυνση της μετατροπής των ΤΕΙ σε «Πανεπιστήμια Εφαρμοσμένων Επιστημών» συνάδει με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης όπως αποτυπώνεται καθαρά από τις θέσεις και ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του Horizon 20203 σύμφωνα με τις οποίες επιδιώκεται η μεγαλύτερη και βαθύτερη διασύνδεση των ΤΕΙ με τις επιχειρήσεις, διαπερνώντας τόσο τη λειτουργία όσο και το περιεχόμενο σπουδών τους.

Εν κατακλείδι γίνεται φανερό ότι βασική επιδίωξη του εγχειρήματος είναι η περαιτέρω σύνδεση των Ιδρυμάτων και ΕΚ με την αγορά, σε τέτοιο βαθμό ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να έχουν άμεσα λόγο για τα προγράμματα σπουδών, αλλά και για την έρευνα. Και αυτό για να εξυπηρετήσει η Ανώτατη Εκπαίδευση και Ερευνα τον καπιταλισμό σ' αυτό το στάδιο ανάπτυξής του, πρέπει να παράγει γρήγορα και με μικρό κόστος μια μεγάλη μάζα αποφοίτων ευέλικτων και ημιμαθών (άρα χαμηλών απαιτήσεων) και μόνο μια μικρή ελίτ επιστημόνων.

Να πάρουν απάντηση όσοι υλοποιούν και στηρίζουν αυτές τις πολιτικές

Οι φιλοκυβερνητικές συνδικαλιστικές παρατάξεις αποδέχονται πλήρως την ουσία της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη διεύρυνση της επιχειρηματικότητας και εμπορευματοποίησης. Συνδικαλιστικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (βλέπε σύμπραξή τους μέσω των «Πανεπιστημιακών Δασκάλων») που πριν από λίγο μόνο καιρό «φώναζαν» για τα σχέδια ΑΘΗΝΑ και τον νόμο «Διαμαντοπούλου» και έδιναν τον «υπέρ πάντων» αγώνα για την κυβερνητική «αριστερή» αλλαγή απέναντι στις «νεοφιλελεύθερες πολιτικές των μνημονίων» όχι μόνο «καταπίνουν την κάμηλον» αλλά πιάνουν επάξια τη σκυτάλη από τους προηγούμενους συμμετέχοντας ενεργά στο σχεδιασμό, στην προπαγάνδιση της αναγκαιότητας των αλλαγών μέσω του λεγόμενου «Εθνικού Διαλόγου», αλλά και την εφαρμογή των αντιδραστικών νέων αναδιαρθρώσεων στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας.

Από την άλλη, οι πρυτάνεις ενώ συμφωνούν και επαυξάνουν στην ουσία των μέτρων, δηλαδή την ολοκλήρωση της πρόσδεσης των Ιδρυμάτων στο άρμα της επιχειρηματικότητας, προτείνουν επιμέρους αλλαγές για τη συμμετοχή στη μοιρασιά της πίτας, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας διεξάγεται στα ΑΕΙ. Παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις τους, στην ουσία είναι στυλοβάτες των αντιδραστικών αλλαγών και της πρόσδεσης των πανεπιστημίων με τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.

Η απάντηση στις αντιδραστικές αυτές κατευθύνσεις πρέπει να είναι μία. Να δημιουργηθεί ένα συντονισμένο μέτωπο φοιτητών, πανεπιστημιακών και εργαζομένων, που θα απομονώσει τον παλιό και νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό και όσους σπέρνουν αυταπάτες, και που θα διεκδικήσει ενιαία αποκλειστικά και πραγματικά Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία και Ερευνα που θα εξασφαλίζει την πρόοδο και την ευημερία του λαού και όχι τα συμφέροντα των αγορών. Οπου η επιστήμη θα αξιοποιείται για την ανύψωση του υλικού και πνευματικού επιπέδου του λαού με στόχο την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών. Και αυτή η προοπτική δεν μπορεί να γίνει χωρίς σύγκρουση με τους μηχανισμούς της ΕΕ, του ΔΝΤ του ΟΟΣΑ. Οι πανεπιστημιακοί και ερευνητές που δεν έχουν υποκύψει στη λογική του «Πανεπιστήμιου και Ερευνητικού Κέντρου ΑΕ» οφείλουν να αγωνιστούν για μια Παιδεία και Ερευνα που θα υπηρετεί τα συμφέροντα και τις ανάγκες του λαού και όχι του κεφαλαίου. Για μια κοινωνία που θα έχει ως κινητήρια δύναμη την ανθρώπινη ευημερία και όχι το επιχειρηματικό κέρδος.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

1. https://cordis.europa.eu/pub/growth/docs/c_guidance_notes_vi_200001.pdf

2. http://ec.europa.eu/research/infrastructures/index_en.cfm?pg=esfri

3. https://ec.europa.eu/programmes/horizon2020/en/news/horizon-2020-means-opportunities-universities-applied-sciences


Κώστας ΣΙΕΤΟΣ
Μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΠΟΣΔΕΠ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ