ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Δεκέμβρη 2015
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Εν μέσω σφοδρών αντιλαϊκών σχεδιασμών

Από πρόσφατη προεκλογική συγκέντρωση του «Εθνικού Μετώπου»
Από πρόσφατη προεκλογική συγκέντρωση του «Εθνικού Μετώπου»
Οι περιφερειακές εκλογές που πραγματοποιούνται σήμερα στη Γαλλία διεξάγονται σε συνθήκες διεργασιών για τον πολιτικό συσχετισμό δύναμης, που συνδέονται με τις προσπάθειες ανάκαμψης της κερδοφορίας του γαλλικού κεφαλαίου, τις προσπάθειες να αναπληρώσει τις μεγάλες απώλειες που καταγράφει από τη βαθιά καπιταλιστική κρίση, την ένταση της ανισομετρίας στην Ευρώπη, την αύξηση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού. Η σύνθεση των νέων διοικήσεων των περιφερειών θα επιδράσει στην υλοποίηση αλλά και στην κατάρτιση των νέων σχεδίων, μέσα από τα οποία το κεφάλαιο θα εντείνει την αντιλαϊκή επίθεσή του.

Οι περιφέρειες της χώρας, που μετά τον τελευταίο νόμο για τη διοικητική μεταρρύθμιση μειώθηκαν από 22 σε 13, έχουν μια σειρά αρμοδιότητες που τις αναγορεύουν σε κρίσιμα εργαλεία άσκησης της αστικής εξουσίας.

Μεταξύ άλλων, οι περιφέρειες ως μονάδα κρατικής διοίκησης είναι αρμόδιες για: την ανάπτυξη «των λιμανιών και των αεροδρομίων». Τη «διαχείριση των αποβλήτων». Την «ταξινόμηση φυσικών πόρων των περιοχών». Ακόμα, είναι υπεύθυνες για τα τοπικά δίκτυα μαζικής μεταφοράς, την τεχνική εκπαίδευση - επιμόρφωση - μαθητεία, τη λειτουργία των γυμνασίων. Δηλαδή, διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια σειρά κλάδους στρατηγικής σημασίας για την οικονομία (π.χ. Ενέργεια, Μεταφορές), αλλά και σε μια σειρά τομείς κρίσιμους για τη διασφάλιση των φτηνών και ειδικευμένων εργατικών χεριών που χρειάζονται οι μεγαλοεπιχειρηματίες (μέσα από τη στενότερη σύνδεση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης με τις επιχειρήσεις).

Ενδεικτικές της σημασίας που έχουν οι εκλογές είναι και οι αποφάσεις των μεγάλων κομμάτων να κατεβάσουν ως υποψηφίους περιφερειάρχες κεντρικά τους στελέχη. Οπως είναι, για παράδειγμα, από το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα (Parti Socialiste - PS) ο σημερινός υπουργός Αμυνας, Ζαν Υβ Λε Ντριάν ή ο πρόεδρος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, Κλωντ Μπαρτολόν, από τους Ρεπουμπλικάνους οι πρωτοκλασάτοι Λορέν Βοκιέζ και Ξαβιέρ Μπερτράντ, από το «Εθνικό Μέτωπο» η ίδια η πρόεδρος Μαρίν Λεπέν, αλλά και η 25χρονη ανιψιά της, Μαριόν Μαρεσάλ Λεπέν.

Σε όσες περιπτώσεις ένας υποψήφιος δε συγκεντρώσει πάνω από το 50% των ψήφων στον α' γύρο, θα διεξαχθεί και β' γύρος την επόμενη Κυριακή.

Στη σκιά του πολέμου

Οι εκλογές αυτές διεξάγονται ενώ διευρύνεται η στρατιωτική δράση για κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Μέση Ανατολή, με τη γαλλική αστική τάξη να διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο, στο όνομα της ενίσχυσης του «διεθνούς αγώνα κατά της τρομοκρατίας», αναζητώντας τρόπους να διασφαλίσει τη θέση της στη διεθνή ιμπεριαλιστική σκακιέρα, σε μια περίοδο πολλών ανακατατάξεων. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση κινητοποιήθηκε με τεράστια «ετοιμότητα», αμέσως μετά το μακελειό της 13ης Νοέμβρη, για να διαφυλάξει την «ασφάλεια» της χώρας (δηλαδή του ντόπιου κεφαλαίου), τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Αυτό το σκοπό εξυπηρετούν η κήρυξη της επικράτειας σε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», η παράτασή της μάλιστα για ένα τρίμηνο, αλλά και συνολικά η προώθηση συνταγματικής αναθεώρησης για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διατάξεων του σχετικού νόμου (ο οποίος διευρύνει τις αρμοδιότητες των δυνάμεων ασφαλείας, απαγορεύει διαδηλώσεις, προβλέπει περιορισμό κατ' οίκον «υπόπτων» για ενέργειες κατά της «ασφάλειας», διάλυση οργανώσεων κ.τ.λ.), η διάχυση πάνω από 120.000 στρατιωτών και αστυνομικών σε όλες τις μεγάλες πόλεις και μια σειρά ακόμα μέτρα που ενισχύουν κατακόρυφα την καταστολή και την τρομολαγνεία, εμπλουτίζοντας τη φαρέτρα με την οποία το κεφάλαιο μπορεί να στραφεί και κατά του λαϊκού - εργατικού κινήματος.

Ταυτόχρονα, στο εξωτερικό, ενισχύθηκαν οι βομβαρδισμοί στη Μέση Ανατολή, το αεροπλανοφόρο «Σαρλ Ντε Γκωλ» έφτασε στην περιοχή (με τον Πρόεδρο Φρ. Ολάντ να το επισκέπτεται προχτές, για μια «αιφνιδιαστική» επιθεώρηση όλο συμβολισμούς για το ετοιμοπόλεμο πνεύμα της Γαλλίας), ενώ μια σειρά διεργασίες επιταχύνθηκαν από τις επαφές Ολάντ με τους ηγέτες ΗΠΑ, Ρωσίας, Βρετανίας, Γερμανίας κ.τ.λ., οι οποίες, συν τοις άλλοις, έδωσαν «τροφή» και για αναλύσεις που βλέπουν ακόμα και προσέγγιση μεταξύ Παρισιού - Μόσχας.

Αλλωστε, το ζήτημα της «προσαρμογής της εξωτερικής πολιτικής» το έθεσε από την πρώτη στιγμή η αντιπολίτευση, αμέσως μετά τις επιθέσεις της 13ης Νοέμβρη, ως παράγοντα καθοριστικό για την «υπεράσπιση της πατρίδας», στο φόντο μιας συζήτησης που ούτως ή άλλως ήταν έντονη στο εσωτερικό της γαλλικής αστικής τάξης, ως προς το ποιες συμμαχίες της είναι πιο ωφέλιμες, εντός και εκτός Ευρώπης, για την προστασία των συμφερόντων της.

Σε όλα αυτά τα μέτωπα που είναι ψηλά στην ατζέντα των πολιτικών εξελίξεων, από αύριο θα υπάρξουν νέα δεδομένα. Ενας παράγοντας που αναμένεται να επιδράσει καθοριστικά στις διεργασίες είναι τα ποσοστά που θα συγκεντρώσει το «Εθνικό Μέτωπο» (Front National - FN), που μέχρι την τελευταία στιγμή αρκετές δημοσκοπήσεις εμφάνιζαν να έρχεται πρώτο σε συνολικά 6 περιφέρειες, με επιδόσεις μέχρι και 40% (σε Νορ Πα ντε Καλαί και Προβάνς Αλπ Κοτ ντ' Αζούρ, όπου επικεφαλής των συνδυασμών είναι η θεία και η ανιψιά Λεπέν).

Επιχείρηση λαϊκής καθυπόταξης

Ηδη έχει αποκτήσει διαστάσεις η συζήτηση για την ανάγκη «συνένωσης των δημοκρατικών δυνάμεων όπου χρειαστεί» στο β' γύρο, ως μέρος της επιχείρησης παραπλάνησης των λαϊκών στρωμάτων και των εργαζομένων, ώστε να εγκλωβιστούν στη λογική του «μικρότερου κακού», που η ίδια η λαϊκή πείρα σε κάθε καπιταλιστική χώρα έχει αποδείξει ότι οδηγεί τελικά στο «μεγαλύτερο κακό».

Σε όλα αυτά, ανοιχτή παρέμβαση έχουν φυσικά οι καπιταλιστές και μέσα από τις εργοδοτικές ενώσεις, διαμορφώνοντας τις επιλογές τους ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντα και σχέδια που έχουν και που φυσικά δεν ταυτίζονται πάντα. Αξίζει να καταγραφεί το έντονο ύφος με το οποίο τις τελευταίες μέρες επέλεξε να στραφεί κατά του «Εθνικού Μετώπου» ο πρόεδρος της Ενωσης Βιομηχάνων της χώρας (MEDEF), Πιερ Γκατάζ. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Λε Παριζιέν», ο Γκατάζ επέλεξε πέντε μέρες πριν τις εκλογές να χαρακτηρίσει το οικονομικό πρόγραμμα του FN «ανεύθυνο», να επικρίνει την «επιστροφή στο φράγκο, την αύξηση των φόρων στις εισαγωγές», υποστηρίζοντας ότι οι προτάσεις του FN είναι «ακριβώς το αντίθετο που χρειάζεται να γίνει για να επανεκκινήσει η οικονομική ανάπτυξη της χώρας». Πρόσθεσε ότι το πρόγραμμα του FN «δε στρέφεται ούτε προς το μέλλον, ούτε προς την ανταγωνιστικότητα», σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «δεν μπορούμε να κλείσουμε τα σύνορα. Ο κόσμος περιμένει τη Γαλλία και δεν είναι με την εσωστρέφεια που θα φτάσουμε (σ' αυτόν)...».


Εστιάζουν σε «ασφάλεια» και «ανάπτυξη»

Με φόντο τις πολύνεκρες επιθέσεις της 13ης Νοέμβρη που κόστισαν τη ζωή 130 ανθρώπων, οι διάφοροι αστικοί συνδυασμοί εστίασαν ειδικά στις προτάσεις τους για την ενίσχυση της «ασφάλειας» των περιφερειών, στρώνοντας ουσιαστικά το έδαφος για ένταση της αστυνομοκρατίας, ακόμα και αν τα περιφερειακά συμβούλια δεν έχουν σημαντικές αρμοδιότητες στο συγκεκριμένο τομέα. Ενδεικτικές είναι, για παράδειγμα, οι προτάσεις των υποψηφίων στην περιφέρεια «Ιλ ντε Φρανς» (στην οποία ανήκει και η περιοχή της πρωτεύουσας).

Η υποψήφια περιφερειάρχης των Ρεπουμπλικάνων, Βαλερί Πεκρές, (πρώην υπουργός Προϋπολογισμού και Ανώτατης Εκπαίδευσης επί προεδρίας Σαρκοζί), που προπορεύεται σημαντικά στις δημοσκοπήσεις, καμαρώνει στην προσωπική της ιστοσελίδα για προτάσεις όπως: αύξηση του προϋπολογισμού για την ασφάλεια, δημιουργία περιφερειακής αστυνομίας για τα μέσα μεταφοράς με «ενισχυμένες δυνατότητες παρέμβασης», «εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού των δυνάμεων της τάξης» ώστε να τους «δοθούν αληθινά μέσα παρέμβασης», αύξηση των περιπολιών και με πολιτική περιβολή, χρηματοδότηση για την ανέγερση περιφράξεων στα σχολεία, γενίκευση της «βιντεο-προστασίας» (σ.σ. κάμερες) στα μέσα μεταφοράς, τα σχολεία κ.τ.λ. Με λίγα λόγια, οι Ρεπουμπλικάνοι προτάσσουν ως απάντηση στο «έλλειμμα ασφάλειας» τη γενικευμένη εφαρμογή μέτρων παρακολούθησης και καταστολής ακόμα και στα σχολεία, την ακόμα μεγαλύτερη αναβάθμιση του ρόλου και της παρουσίας των δυνάμεων ασφαλείας, με ίδρυση μάλιστα νέας δύναμης, γενικά την εμπέδωση της «ανάγκης» ο αστικός κρατικός μηχανισμός να μπορεί ανά πάσα στιγμή να γνωρίζει τι συμβαίνει παντού, όπως και να μπορεί να παρεμβαίνει παντού για να εγγυηθεί την «ασφάλεια» όσων προστατεύει.

Αντίστοιχα ωφέλιμες για τα μονοπώλια είναι και οι προτάσεις των αστικών συνδυασμών για την οικονομία. Η Πεκρές προτάσσει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία ειδικού «συμβουλίου» από διευθυντικά στελέχη μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, για τη διαμόρφωση «της καλύτερης περιφερειακής οικονομικής στρατηγικής», ενώ δεν παραλείπει να θέσει και ζήτημα «αυστηρής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών μ' ένα πλάνο εξοικονόμησης 400 εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο».

Ο υποψήφιος του PS, Κλωντ Μπαρτολόν, ιεραρχεί, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία «περιφερειακού επενδυτικού ταμείου δημόσιου - ιδιωτικού τομέα» αφιερωμένου στην «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών μας».

Ο Βαλεράν Ντε Σεν Ζιστ του FN, από τη μεριά του, εστιάζει στη δημιουργία «μιας δημόσιας περιφερειακής επενδυτικής τράπεζας», τη λειτουργία της οποίας θα εποπτεύουν επικεφαλής εταιρειών. Βάζοντας το επίθετο «δημόσια» μπροστά στην «επενδυτική τράπεζα», το FN αφενός επισημαίνει την ευθύνη που το κράτος πρέπει να αναλάβει διακριτά για την αναθέρμανση της καπιταλιστικής κερδοφορίας (προφανώς με επιδοτήσεις, άλλα αναπτυξιακά πακέτα και «κίνητρα» κ.τ.λ.), αφετέρου επενδύει και σε συγχύσεις με κάλπικους διαχωρισμούς μεταξύ «καλών» δημόσιων τραπεζών και «κακών» ιδιωτικών. Την ίδια στιγμή, το FN εστιάζει και στην ανάπτυξη του «τοπικού οικονομικού πατριωτισμού» («patriotisme economique local»), καλλιεργώντας την αυταπάτη ότι οι «τοπικοί επιχειρηματίες» μπορούν να λειτουργήσουν προς όφελος των λαϊκών αναγκών, λες και είναι η ...καταγωγή του βιομήχανου ή του μεγαλέμπορου που θα κάνει τη διαφορά, λες και η αντεργατική επίθεση δεν είναι προαπαιτούμενο για τη διασφάλιση των μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων συμφερόντων κάθε εκμεταλλευτή.


Α.Μ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ