ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Οχτώβρη 2015
Σελ. /32
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι της αντιλαϊκής πολιτικής

Ολη την προηγούμενη περίοδο, η «χορωδία» του ΣΥΡΙΖΑ αναμασούσε την επιχειρηματολογία ενός παράλληλου προγράμματος το οποίο, δίπλα στο μνημόνιο, θα οδηγούσε σε κάποιες βελτιώσεις, μια στοιχειώδη ανακούφιση. Με ελαφρά διαφορετικό λεξιλόγιο αντίστοιχη ήταν η επιχειρηματολογία και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων.

Η πραγματικότητα, όμως, είναι τελείως διαφορετική. Αντί της ανακούφισης που υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, ξεδιπλώνεται μια νέα φάση επίθεσης στα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα των αντιλαϊκών μέτρων όλου του προηγούμενου διαστήματος.

Για να το «χωνέψει» ο λαός ευκολότερα και για να συγκαλύψει τους πραγματικούς υπαίτιους της σφαγής των εργατικών - λαϊκών κατακτήσεων, η κυβέρνηση προσπαθεί να εμφανίσει πως το νομοσχέδιο είναι «εισαγόμενο», πως είναι προϊόν εκβιασμού της απ' την ΕΕ, γι' αυτό, άλλωστε, βαφτίζει τα αντιλαϊκά μέτρα ως «προαπαιτούμενα».

Ομως δύσκολα μπορεί να κρύψει η κυβέρνηση ότι η πολιτική της έχει κερδισμένους και χαμένους. Χαμένος είναι ο λαός, τα δικαιώματα του οποίου κατεδαφίζονται. Μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι μονοπωλιακοί όμιλοι που βλέπουν τα κέρδη τους συνεχώς να αυξάνονται. Το πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Παρασκευή είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Νέες παροχές για τους μεγάλους ομίλους

Η απαλλαγή των ακινήτων και των δικαιωμάτων του ΤΑΙΠΕΔ απ' τον ΕΝΦΙΑ είναι μια νέα προκλητική φοροαπαλλαγή προς τους ομίλους. Η απαλλαγή επεκτείνεται στην περίοδο, που τα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ «αξιοποιούνται» από τους μονοπωλιακούς ομίλους, για το κομμάτι της ιδιοκτησίας των ακινήτων που παραμένει στα χέρια του ΤΑΙΠΕΔ, καθώς οι μονοπωλιακοί όμιλοι για την επένδυσή τους χρειάζονται μόνο την επικαρπία στο ακίνητο. Μεγάλες επενδύσεις θα φορολογούνται μόνο για ένα μικρό τμήμα της αξίας τους. Η αξιοποίηση των κρατικών ακινήτων, που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει ως μεγάλη μεταρρυθμιστική τομή, μεταφράζεται τελικά σε πρόσθετο πακτωλό φοροελαφρύνσεων προς το μεγάλο κεφάλαιο.

Αντίστοιχος «μποναμάς» είναι και η απαλλαγή των ομίλων που έχουν συμβάσεις παραχώρησης απ' τα ανταποδοτικά τέλη των δήμων για διάφορες υπηρεσίες. Η διάταξη αυτή οδηγεί στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση αυτών των υπηρεσιών, στερεί τους δήμους από τεράστια έσοδα και θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε δραστική αύξηση της επιβάρυνσης της λαϊκής οικογένειας απ' τα ανταποδοτικά τέλη για να καλυφθούν οι απώλειες.

Στα ξενοδοχεία, η νέα κυβερνητική ρύθμιση προχωρά σε δραστικά αυξημένη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας των μικρών οικογενειακών ξενοδοχείων σε σχέση με τις μεγάλες μονάδες. Η εξέλιξη αυτή επιταχύνει καταλυτικά την τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στον κλάδο. Το μικρό ξενοδοχείο καθίσταται ασύμφορο σε σχέση με το μεγάλο όμιλο, τροφοδοτώντας μια αλυσίδα εξαγορών και λουκέτων.

Τα μέτρα δημοσιονομικής διαχείρισης που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο, επίσης έχουν ως κερδισμένο το μεγάλο κεφάλαιο. Τα μέτρα κινούνται στην κατεύθυνση σφιχτής υλοποίησης των προϋπολογισμών, τόσο του κρατικού προϋπολογισμού όσο και των επιμέρους κρατικών επιχειρήσεων. Αλλά η επιτυχημένη υλοποίηση του προϋπολογισμού και ο παραγόμενος «δημοσιονομικός χώρος» μεταφράζονται σε πρόσθετη χρηματοδότηση για τους μεγάλους ομίλους.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα παροχών για το μεγάλο κεφάλαιο είναι η διαγραφή χρεών του ΟΣΕ προς το κράτος, ύψους περίπου 400 εκ. ευρώ, ώστε ο αμερικανικός ή γαλλικός όμιλος που θα αγοράσει τον ΟΣΕ να απολαμβάνει αυξημένη και εγγυημένη κερδοφορία.

Οι τεράστιες παροχές προς τους μονοπωλιακούς ομίλους είναι ακόμα πιο προκλητικές, αν αναλογιστεί κανείς τις νέες τεράστιες θυσίες των λαϊκών δικαιωμάτων, που έρχονται να προστεθούν στις τεράστιες απώλειες των προηγούμενων χρόνων.

Απανωτές θυσίες για το λαό

Η μονιμοποίηση του χαρατσώματος της εργατικής λαϊκής οικογένειας μέσα απ' τον ΕΝΦΙΑ και η σημαντική διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του είναι μερικές απ' τις πλευρές της «φιλολαϊκής...» κρατικής πολιτικής. Με το πολυνομοσχέδιο επιβάλλεται ΕΝΦΙΑ ακόμα και σε σπίτια ηλικίας μεγαλύτερης των 100 ετών, σε οικόπεδα εκτός σχεδίου κ.ά.

Αλλη πλευρά της κυβερνητικής πολιτικής είναι η επιβολή ακόμα σκληρότερων φορολογικών μέτρων στα λαϊκά στρώματα. Το στόχο αυτό υπηρετεί και το πολυνομοσχέδιο που εισάγει νέο νομικό οπλοστάσιο για την κλιμάκωση της φοροεπίθεσης, αξιοποιώντας την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η φοροδιαφυγή των αυτοαπασχολούμενων ποινικοποιείται και αντιμετωπίζεται με δρακόντεια μέτρα και αντίστοιχο νομικό οπλοστάσιο και την ίδια ώρα η νόμιμη φοροαποφυγή των μεγάλων ομίλων με τους αναπτυξιακούς νόμους και τα αφορολόγητα αποθεματικά, των εφοπλιστών που πληρώνουν ετήσιους φόρους τα ναύλα λίγων ημερών, επιβραβεύεται ως επιχειρηματικό δαιμόνιο. Το πλαστικό χρήμα, η χρήση του οποίου επίσης προωθείται επιθετικά, έχει αντίστοιχο χαρακτήρα. Η ευρεία χρήση του, συνιστά ποιοτικό βήμα προς τον ολοκληρωτικό έλεγχο των οικονομικών συναλλαγών των λαϊκών στρωμάτων απ' τις τράπεζες και το κράτος. Ο έλεγχος αυτός θα επιτρέπει την ολοένα διευρυνόμενη φοροαφαίμαξη του λαού. Ταυτόχρονα, επιτρέπει την παρακολούθηση και καταγραφή του τι αγοράζει ο καθένας, ενώ ανοίγει ο δρόμος και για τον προληπτικό έλεγχο του τι αγοράζει ο καθένας.

Μέσα από το πολυνομοσχέδιο η κυβέρνηση φτάνει ακόμα στο σημείο της απόλυτης γελοιότητας, να ακυρώνει όσα ψήφισε μερικούς μήνες νωρίτερα. Το καλοκαίρι του 2015 είχε περάσει μια τροπολογία που έδινε τη δυνατότητα σε δικηγόρους, μηχανικούς και γιατρούς να επιλέξουν την ασφάλισή τους σε χαμηλότερη ασφαλιστική κλάση για μια διετία, οδηγώντας όμως, λόγω εφαρμογής της ανταποδοτικότητας, σε χαμηλότερες συντάξεις. Η διάταξη αυτή είχε ως στόχο «να χρυσώσει το χάπι» των τεράστιων αυξήσεων των ασφαλιστικών εισφορών που χτύπησαν κατακέφαλα αυτές τις κατηγορίες την ίδια περίοδο. Το πολυνομοσχέδιο προβλέπει την κατάργηση της διάταξης αυτής, αφήνοντας χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους που έκαναν χρήση της «στα κρύα του λουτρού», αφού θα υποχρεωθούν να καταβάλουν τη διαφορά τους επόμενους μήνες. Την ίδια τακτική της προσαρμογής ακολουθεί η κυβέρνηση και με τη ρύθμιση των 100 δόσεων. Ερχεται και αλλάζει τα δεδομένα, αυξάνοντας τα επιτόκια και μειώνοντας τις δόσεις, με «εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια» που θα έρθουν στην πορεία.

Ομως, βασικός άξονας της αστικής πολιτικής, που ξεδιπλώνεται το επόμενο διάστημα, είναι η κατεδάφιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων του λαού.

Το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνει μόνο την εισαγωγή, η οποία όμως από μόνη της είναι πολύ σκληρή. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση ποινικοποιεί τη συνταξιοδότηση πριν το 67ο έτος με σωρεία προστίμων αυξάνοντας σημαντικά τα όρια συνταξιοδότησης μιας ευρύτατης κατηγορίας ασφαλισμένων, προς το γενικό στόχο ενός καθολικού ορίου στα 67 χρόνια για όλους, όπως συμβαίνει σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ωστόσο, το πολυνομοσχέδιο είναι μόλις το πρώτο βήμα υλοποίησης της αστικής πολιτικής και θα ακολουθήσουν ακόμα σκληρότερα μέτρα το επόμενο διάστημα.

Ηδη το πόρισμα της «Επιτροπής Σοφών» για το Ασφαλιστικό δείχνει το δρόμο της πραγματικής ισοπέδωσης της Κοινωνικής Ασφάλισης. Το πόρισμα μιλάει για περικοπή της 12ης σύνταξης για συνταξιούχους πάνω από 1.000 ευρώ για αρχή, για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στα 67χρόνια και εν συνεχεία αναπροσαρμογή του με βάση το προσδόκιμο επιβίωσης και για μείωση των συντάξεων κατά 25% μέσα απ' την πτώση του ποσοστού αναπλήρωσης (απ' το 65% στο 45%) κατ' εφαρμογή της αρχής της ανταποδοτικότητας. Η κυβέρνηση έχει ήδη αρχίσει τη συζήτηση για την ουσιαστική κατάργηση των ΒΑΕ επαγγελμάτων που μεταφράζεται σε αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, μείωση των συντάξεων και των μισθών. Η συζήτηση γύρω απ' το αν «ο εργαζόμενος στα σκουπίδια ασκεί βαρύ και ανθυγιεινό επάγγελμα» είναι στην πραγματικότητα το πρώτο προκλητικό βήμα για την ολοκληρωτική κατάργηση της κατηγορίας των ΒΑΕ. Αλλά το πόρισμα πάει πολύ παρακάτω. Στρέφεται κατά του ίδιου του χαρακτήρα της Κοινωνικής Ασφάλισης και ουσιαστικά την καταργεί, αφού ανοίγει τη συζήτηση για τη μετατροπή της σύνταξης σε ένα ελάχιστο προνοιακό επίδομα των 360 ευρώ. Η υπόλοιπη σύνταξη θα καλύπτεται απ' τον ιδιωτικό πυλώνα Ασφάλισης, με 100% ανταποδοτικό χαρακτήρα.

Μύθος ότι τα μέτρα χτυπάνε τους «έχοντες»

Η κυβερνητική προπαγάνδα απαντά, λέγοντας πως τα φορολογικά μέτρα, και γενικότερα η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης είναι φιλολαϊκή, «γιατί προστατεύει τους οικονομικά αποκλεισμένους» και μεταφέρει τα οικονομικά βάρη «στους έχοντες».

Κάνουν το άσπρο μαύρο. Πρώτα - πρώτα γιατί δεν προωθείται κανένα ουσιαστικό μέτρο ανακούφισης, για τα στρώματα του λαού που βρίσκονται σε ακραία φτώχεια.

Συγχρόνως, παραπλανητική και ψευδής είναι και η θέση ότι η κυβερνητική πολιτική δεν μεταφέρει νέα, πρόσθετα βάρη στα εξαθλιωμένα τμήματα του λαού αλλά στους «έχοντες».

Είναι ψευδής, γιατί η διεύρυνση του ΕΝΦΙΑ θα τσακίσει πραγματικά κόκαλα, γιατί οι αλλαγές στο Ασφαλιστικό που έρχονται οδηγούν σε δραστική περικοπή όλων των συντάξεων (με τη μείωση του ποσοστού αναπλήρωσης) και γιατί η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και η κατάργηση των ΒΑΕ που προωθεί η κυβέρνηση θίγουν και τους πιο εξαθλιωμένους.

Είναι παραπλανητική, γιατί προσπαθεί να εμφανίσει ως πλούσιους, που πρέπει να επωμιστούν νέα βάρη, λαϊκά στρώματα που απλά δεν βρίσκονται σε κατάσταση εξαθλίωσης. Ο συνταξιούχος των 1.000 ευρώ το μήνα που του κόβουν τη 12η σύνταξη και θέλουν να του φορτώσουν μειώσεις 20% με το ποσοστό αναπλήρωσης, ο μισθωτός που συμπληρώνει το πενιχρό του εισόδημα με 3.000 ετήσιο εισόδημα από ενοίκια, ο αυτοαπασχολούμενος που η εφορία τον απειλεί με καταδίκη για «έγκλημα» προκειμένου να τον φορο-αφαιμάξει δεν είναι πλούσιοι.

Η κυβέρνηση θέλει να εμφανίσει φιλολαϊκό πρόσωπο με το επιχείρημα πως επιβάλλει νέα βάρη σε όσους πλούσιους έχουν πάνω από 1.000 ευρώ το μήνα εισόδημα, ή έχουν δικό τους σπίτι, για να μείνει στο απυρόβλητο ο πραγματικός πλούτος. Πλούσιοι είναι οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων με 150 δισ. ευρώ χρηματικές τοποθετήσεις στο εξωτερικό, οι εφοπλιστές που δεν πληρώνουν φόρο, οι βιομήχανοι που εισπράττουν τις επιδοτήσεις του ΕΣΠΑ και τις φοροαπαλλαγές. Αυτούς, τα πολιτικά αφεντικά της, προσπαθεί να προστατεύσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και ο υπόλοιπος θίασος των αστικών κομμάτων.

Η αντεπίθεση καθορίζεται από το χαρακτήρα της επίθεσης

Η πολιτική που εφαρμόζει η σημερινή συγκυβέρνηση δεν είναι τυχαία. Θυσιάζει τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα στο βωμό της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων. Τα κυβερνητικά μέτρα έχουν ως στόχο τη διασφάλιση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των ομίλων, τη φθηνή εργατική δύναμη, τη δημιουργία επενδυτικών ευκαιριών για το μεγάλο κεφάλαιο, μέσα απ' τις ιδιωτικοποιήσεις και την επιτάχυνση της συγκέντρωσης. Πρόκειται για τον κεντρικό πυρήνα της αστικής πολιτικής, για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των ομίλων, για την έξοδο απ' την κρίση που ακολουθείται παντού, σε ολόκληρη την ΕΕ.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ συνεχίζει την επίθεση των προηγούμενων κυβερνήσεων. Κάνει «τη βρώμικη δουλειά» για λογαριασμό της άρχουσας τάξης, κλιμακώνοντας την επίθεση του κεφαλαίου και ολοκληρώνοντας πλευρές που οι προηγούμενες κυβερνήσεις «άφησαν στη μέση». Και επιδιώκει να το κάνει με το μικρότερο δυνατό κόστος για το μεγάλο κεφάλαιο, εμφανίζοντας πως τα μέτρα είναι δικαιότερα.

Είναι ώρα ευθύνης και μάχης. Να μην επιτρέψουμε το τσάκισμα της Κοινωνικής Ασφάλισης. Να υπερασπιστούμε μέχρι τέλους μια απ' τις σπουδαιότερες κατακτήσεις του εργατικού κινήματος τον 20ό αιώνα.

Δεν υπάρχουν περιθώρια αναμονής και εφησυχασμού. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος απ' το να οργανώσουμε την πάλη μας, σε κάθε τόπο δουλειάς, σε κάθε τόπο κατοικίας. Να δώσουμε τις δυνάμεις μας για να δυναμώσει κάθε σπίθα αντίστασης. Να αντιπαλέψουμε οργανωμένα και μαχητικά τις δραματικές συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής αναδεικνύοντας τον πραγματικό αντίπαλο του λαού, τους μονοπωλιακούς ομίλους, το αστικό κράτος και την ΕΕ που τους στηρίζει, συγκεντρώνοντας και ατσαλώνοντας δυνάμεις για τη λαϊκή αντεπίθεση. Δεν αφήνουμε ούτε μια μέρα να πάει χαμένη. Η επιτυχία του συλλαλητηρίου του ΠΑΜΕ στις 22 Οκτώβρη και της απεργίας μέσα στο Νοέμβρη είναι στα χέρια μας.


Του Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
*Ο Γρηγόρης Λιονής είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Σοσιαλδημοκρατία και «αρνητικός συσχετισμός»

Η μεταρρυθμιστική αντίληψη για την κοινωνική αλλαγή ιστορικά εδραιώθηκε το 19ο αιώνα σε περιόδους που το καπιταλιστικό σύστημα ήταν στα «πάνω του». Εκείνη την περίοδο διαψεύστηκαν οι ελπίδες και προσδοκίες για γρήγορη ανατροπή του καθώς και οι υπερεκτιμήσεις για τη δυνατότητα του νεαρού τότε εργατικού κινήματος. Σε αυτές τις συνθήκες που το εργατικό κίνημα πάλευε, διεκδικούσε και κατάφερνε μια σειρά βελτιώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης, διεύρυνση των πολιτικών της δικαιωμάτων, διαμορφώθηκε η αντίληψη ότι μπορεί ο καπιταλισμός, μέσω μεταρρυθμίσεων, χωρίς σύγκρουση και ρήξη να μετασχηματιστεί βαθμιαία σε σοσιαλισμό. Οτι, δηλαδή, η φυσιολογική ανάπτυξη του καπιταλισμού θα οδηγήσει στο σοσιαλισμό. Στην πραγματικότητα, βεβαίως, μια τέτοια αντίληψη δεν αποτέλεσε κάποια εναλλακτική για την προσέγγιση του τελικού σοσιαλιστικού σκοπού, αλλά εγκατάλειψή του. Ουσιαστικά, αλλοιώθηκε το περιεχόμενο του σοσιαλισμού, ταυτίστηκε με ορισμένες μεταρρυθμίσεις εντός του καπιταλισμού και ορισμένες κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομική διαχείριση του συστήματος. Τα στρατηγικά ζητήματα του σοσιαλισμού η εργατική εξουσία, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που προϋποθέτουν την ανατροπή της παλιάς εξουσίας, το γκρέμισμα της παλιάς οργάνωσης της κοινωνίας διαστρεβλώθηκαν. Με αυτόν τον τρόπο πραγματοποιήθηκε η εισαγωγή της αστικής πολιτικής στο εργατικό κίνημα.

Από τότε, βεβαίως, έχει κυλίσει πολύ νερό στο αυλάκι, η αντίληψη αυτή πήρε μορφή συνολικής πολιτικής γραμμής και τελικά αναδείχθηκε σε καθαρόαιμη αστική πολιτική διαχείρισης του συστήματος, ενισχύθηκε, υπέστη διάφορες μεταμορφώσεις. Κατάφερε να επιδράσει ακόμα και σε πολιτικές δυνάμεις που, σε προηγούμενη ιστορική φάση, είχαν διαχωριστεί πολιτικά - οργανωτικά από το ρεφορμισμό και οπορτουνισμό, είχαν συγκροτήσει το Κομμουνιστικό Κίνημα, διακηρύσσοντας την επαναστατική ανατροπή του συστήματος αξιοποιώντας και τις θεωρητικές επεξεργασίες του Λένιν, βγάζοντας από τη διαστρέβλωση τις θεωρητικές βάσεις του μαρξισμού, ακολουθώντας τη στρατηγική των μπολσεβίκων, την πείρα της Οχτωβριανής Επανάστασης.

Μέσα από τους κόλπους των Κομμουνιστικών Κομμάτων στο τελευταίο μισό του 20ού αιώνα διαμορφώθηκε η δυνατότητα ανάπτυξης μιας νέας σοσιαλδημοκρατίας που έχει τις ρίζες της στο Κομμουνιστικό Κίνημα. Αυτή η νέα σοσιαλδημοκρατία, παρ' όλο που δεν μπόρεσε παντού να αναδειχθεί σε αντικαταστάτρια της παλιάς, ως δύναμη αστικής κυβερνητικής εναλλαγής, στήριξε με τον ένα ή άλλον τρόπο την προσπάθεια συγκρότησης των κεντροαριστερών, νεοκεϋνσιανών και αντινεοφιλελεύθερων μετώπων ενσωμάτωσης των εργαζομένων στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής. Στην Ιταλία, η σημερινή σοσιαλδημοκρατία βασικά προέκυψε από την πλήρη μετάλλαξη του Ιταλικού ΚΚ από ευρωκομμουνιστικό κόμμα σε κόμμα αστικής διαχείρισης. Το ίδιο συνέβη αρκετά χρόνια αργότερα και στην Ελλάδα, όπου δυνάμεις αποσπασμένες από το ΚΚΕ σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους συγκρότησαν από κοινού τον ΣΥΝ και στη συνέχεια τον ΣΥΡΙΖΑ - οπορτουνιστικό κόμμα με ιστορική αναφορά στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα. Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, που ουσιαστικά οδήγησε στη διάλυση του παλιού ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ, αναδείχθηκε σε νέο φορέα της σοσιαλδημοκρατίας με πιο «αριστερό προφίλ».

Στις σημερινές συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η υποτιθέμενη φιλολαϊκή μετεξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος - στο φόντο μάλιστα των αντεπαναστατικών γεγονότων της δεκαετίας του 1980 και του 1990, της υποχώρησης του κομμουνιστικού και συνολικά εργατικού κινήματος - δεν τεκμηριώνεται ως δυνατότητα ένα άθροισμα θετικών για τους εργαζόμενους μεταρρυθμίσεων να οδηγήσει στην αλλαγή της φύσης του συστήματος, του συσχετισμού υπέρ των εργαζομένων. Σήμερα, δεν είμαστε ούτε στο τέλος του 19ου αιώνα, ούτε στην περίοδο της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης μετά το 1945. Τότε ήταν δυνατόν, κάτω από την επίδραση της ταξικής πάλης διεθνώς, κάτω και από τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης και στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης, να υπάρξει ένα πλαίσιο λιγότερο ή περισσότερο εκτεταμένων παροχών προς τους εργαζόμενους, θετικών μεταρρυθμίσεων. Αυτή η περίοδος έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Σήμερα κυριαρχεί για το σύστημα η ανάγκη καπιταλιστικών - αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Σήμερα, λοιπόν, από τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας (παλιάς και νέας) αξιοποιείται ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων διεθνώς τόσο για να περιορίζονται οι απαιτήσεις, οι προσδοκίες των εργαζομένων στο ελάχιστο, αλλά και για να εμφανίζεται η εφαρμογή μιας αστικής πολιτικής διαχείρισης της αντιλαϊκής επίθεσης, συνοδευόμενη από υποσχέσεις για δίχτυ προστασίας των πλέον αδυνάτων ως ο δρόμος για την κοινωνική αλλαγή. Ετσι π.χ. η νέα συμφωνία, το μνημόνιο 3 της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, εμφανίζεται ως ο δρόμος για το τέλος των μνημονίων και ένα νέο παραγωγικό μοντέλο προς το συμφέρον του λαού! Οσο και αν αυτά φαίνονται εξωφρενικά δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Το κύριο στοιχείο αυτής της λογικής είναι ο συμβιβασμός των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με το σημερινό αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, η αποδοχή του ως κάτι αναλλοίωτου ή η αναζήτηση της αλλαγής του στα διπλωματικά τραπέζια των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της ΕΕ και των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, ο φόβος μπροστά στο ενδεχόμενο της ρήξης και της σύγκρουσης με αυτό το πλαίσιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δούλεψε όλο αυτό το διάστημα, ειδικά το τελευταίο 7μηνο, συστηματικά σε αυτήν την κατεύθυνση, έτσι ώστε να μπορεί σήμερα να κοκορεύεται ότι η τελευταία λαϊκή ετυμηγορία σημαίνει πρακτικά και λευκή επιταγή για την υλοποίηση της νέας αντιλαϊκής συμφωνίας, αφού ο λαός πρώτη φορά είχε μπροστά του ανοιχτά χαρτιά μιας νέας συμφωνίας πριν τις εκλογές, όπως είπε ο Αλ. Τσίπρας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση υπηρετεί με σταθερότητα στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου ωστε η καπιταλιστική οικονομία να περάσει σε φάση ανάπτυξης, που σημαίνει διεύρυνση των κερδών του και αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης τους στις περιφερειακές και διεθνείς αγορές. Αυτοί όμως οι στόχοι προϋποθέτουν νέες εργατικές - λαϊκές θυσίες, ενώ είναι σίγουρο ότι η περιβόητη ανάπτυξη, εφόσον έρθει και σταθεροποιηθεί δεν θα συνδυαστεί με ανάκαμψη δικαιωμάτων, επαναφορά κατακτήσεων, κάλυψη απωλειών, σημαντική αύξηση του εισοδήματος. Απλώς θα δώσει τη δυνατότητα στο σύστημα να διαχειριστεί χωρίς αντιδράσεις- και όχι να αντιμετωπίσει-την αυξημένη φτώχεια και ανεργία.

Ετσι, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί σήμερα στα λόγια να μιλάει για σοσιαλισμό, να επιδίδεται σε εκδηλώσεις και κινήσεις καπηλείας της Ιστορίας του κομμουνιστικού και εργατικού - λαϊκού κινήματος της χώρας, κινήσεις που πάνε παράλληλα με την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης, μπορεί προς το παρόν να εμφανίζεται συγκαταβατικός απέναντι στο εργατικό κίνημα, την ίδια στιγμή που με σταθερότητα και αποφασιστικότητα προωθεί μια βαθιά αντιλαϊκή επίθεση στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του δεν βρίσκονται απέναντι απ' το λεγόμενο αρνητικό συσχετισμό δύναμης για το λαό και τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, αλλά στην ουσία αποτελούν μέρος αυτού του αρνητικού συσχετισμού, μέρος δηλαδή της προσπάθειας οι εργαζόμενοι να χάσουν ακόμα περισσότερες θέσεις, δικαιώματα, δυνατότητες διεκδίκησης και πάλης. Κάνοντας το μαύρο - άσπρο, προσπαθώντας ουσιαστικά να εμφανίσουν όλη αυτήν την αντιλαϊκή πορεία ως το δρόμο για την κοινωνική αλλαγή, συμβάλλουν στην περαιτέρω καθήλωση του εργατικού - λαϊκού κινήματος, στον εγκλωβισμό του σε μια γραμμή που τελικά οδηγεί στη στήριξη των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Αυτό άλλωστε είναι και η μεγάλη προσφορά του στο σύστημα και η αιτία που επιλέχθηκε κατά προτεραιότητα από το κεφάλαιο και τους διεθνείς του συμμάχους.

Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιηθεί από το λαό και τους εργαζόμενους είναι ότι ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης δεν θα αλλάξει από κάποιους άλλους, αλλά από εμάς τους ίδιους. Θα αλλάξει μέσα από τον αγώνα στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, την ανασύνταξή του σε ταξική κατεύθυνση, τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, την ωρίμανση του αντικαπιταλιστικού - αντιμονοπωλιακού προσανατολισμού της πάλης. Μέσα από την πάλη για την απόκρουση της σημερινής αντιλαϊκής επίθεσης, για τη διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Μέσα από τη συνειδητοποίηση της ανάγκης σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία του, την ανάγκη αλλαγής των οικονομικών σχέσεων, της κοινωνικής οργάνωσης, την ανάγκη της πάλης για την λαϊκή εξουσία, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Μέσα από τη χειραφέτηση από τις διάφορες εκδοχές της αστικής πολιτικής, τον απεγκλωβισμό από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι εντός του σημερινού αντιλαϊκού πλαισίου του καπιταλισμού μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος. Μέσα από τη δυνατότητά μας να αποκτήσουμε την αυτοπεποίθηση, την πίστη στη δύναμή μας ότι μπορούμε να φέρουμε τα πάνω κάτω.


Χ.

Εκδηλώσεις για τα αιματοβαμμένα μπλόκα του 1944

Σήμερα Κυριακή, στις 11 π.μ., διοργανώνονται από τις Οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, καθώς και τα αντίστοιχα παραρτήματα της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ οι εξής εκδηλώσεις μνήμης και τιμής για τους αλύγιστους αγωνιστές των αιματοβαμμένων μπλόκων του 1944:

-- Στο Περιστέρι, στην πλατεία Μπλόκου (Λόφος Αξιωματικών), θα μιλήσει η Σπυρέτα Παναγή, μέλος της ΕΠ της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ και Γραμματέας της ΤΕ Περιστερίου, και θα χαιρετίσει ο Θοδωρής Αυγέρος, μέλος της Κεντρικής Διοίκησης της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ. Η εκδήλωση περιλαμβάνει μουσικό αφιέρωμα με αντάρτικα τραγούδια και έκθεση φωτογραφίας.

-- Στο Νέο Κόσμο, στην πλατεία Μπλόκου Δουργουτίου, θα μιλήσει ο Θέμης Γκιώνης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.

Συγκέντρωση για τη Μάχη της Ηλεκτρικής

Ολοκληρώνεται σήμερα το τριήμερο εκδηλώσεων που διοργανώνουν οι Κομματικές Οργανώσεις Κερατσινίου - Δραπετσώνας του ΚΚΕ και το Παράρτημα Κερατσινίου - Δραπετσώνας της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ, αφιερωμένων στη Μάχη της Ηλεκτρικής με κεντρικό σύνθημα: «Διδασκόμαστε, εμπνεόμαστε, συνεχίζουμε για την ανατροπή. Παλεύουμε για το σοσιαλισμό».

Σήμερα Κυριακή θα γίνει πολιτική συγκέντρωση στις 11.30 π.μ. στο χώρο του μνημείου πεσόντων της Ηλεκτρικής (οδός Παλαιολόγου, Κερατσίνι). Θα γίνει προσυγκέντρωση στις 10.30 π.μ. στην πλατεία Κύπρου, απέναντι από το δημαρχείο. Θα μιλήσει ο Βαγγέλης Μαρούπας, μέλος του Γραφείου της ΕΠ της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ και θα χαιρετίσει ο Λευτέρης Καλογιαννίδης, πρόεδρος του Παραρτήματος της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ