Από απεργιακή διαδήλωση σιδηροδρομικών στη Μασσαλία ενάντια στα σχέδια συγχώνευσης υπηρεσιών, που θα σημάνουν και απολύσεις |
Το 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υποδεχτεί την επικράτηση του σοσιαλδημοκράτη Ολάντ έναντι του νεοφιλελεύθερου Σαρκοζί με πανηγύρια για έναν «νέο άνεμο» που δήθεν φυσούσε «στον ευρωπαϊκό Νότο». Σύντομα αποδείχτηκε ότι ο «νέος» άνεμος είχε να κάνει με ένα νέο γύρο σφοδρών επιθέσεων που δέχτηκαν τα δικαιώματα των λαϊκών στρωμάτων και στη Γαλλία.
Το ότι, σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ακόμα να εμφανίζει την κυβέρνηση Ολάντ ως παράδειγμα του δήθεν «προοδευτικού» ευρωπαϊκού Νότου και λίγο - πολύ μέρος ενός «αντίπαλου δέους» στο «συντηρητικό» ευρωπαϊκό Βορρά αποδεικνύει πόσο βαθιά έχει διαλέξει να συμμετάσχει στις ενδοαστικές και ενδοϊμπεριαλιστικές «κόντρες».
Πρόκειται για «κόντρες» που όχι μόνο δεν αφορούν τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά προλειαίνουν το έδαφος πάνω στο οποίο θα ξετυλιχθούν οι επόμενες αντιλαϊκές επιδρομές. Αφενός, γιατί αφορούν το μείγμα διαχείρισης που θα βγάλει τα μονοπώλια από την κρίση, δηλαδή τη «συνταγή» με την οποία οι λαοί θα δουν τη ζωή τους να χειροτερεύει κι άλλο. Αφετέρου, γιατί αφορούν τη μοιρασιά και της χασούρας (που αντικειμενικά συνεπάγεται η κρίση για τα μονοπώλια) αλλά και της πίτας της «ανάπτυξης» που θα έρθει πάνω στα συντρίμμια των εργατικών - λαϊκών κατακτήσεων.
Αν κάτι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία, είναι η αποφασιστικότητα και η ανησυχία που διακρίνει την αστική της τάξη, η οποία ψάχνει πιο αποδοτικούς τρόπους να προστατέψει τα συμφέροντά της. Με την οικονομία να βρίσκεται ακόμα σε βαθιά ύφεση και τον ανταγωνισμό να οξύνεται εντός αλλά και εκτός της ΕΕ, τα γαλλικά μονοπώλια αναζητούν εναγωνίως τρόπους να διασφαλίσουν την ισχύ και τη θέση τους, στην ευρωπαϊκή και φυσικά την παγκόσμια αγορά. Με λίγα λόγια, η πλουτοκρατία της χώρας ανασκουμπώνεται για να εξασφαλίσει εκείνες τις μεθόδους που θα της επιτρέψουν να εκμεταλλεύεται τους εργάτες και να ληστεύει τους λαούς, πρώτη και περισσότερο, σε σχέση με ανταγωνιστές της.
Την περασμένη Τρίτη, μια μέρα πριν η άνανδρη επίθεση στο σατιρικό περιοδικό «Charlie Hebdo» τραβήξει τα περισσότερα φώτα της δημοσιότητας μακριά από τα επόμενα αντιλαϊκά μέτρα που ετοιμάζει η κυβέρνηση, ο υπουργός Οικονομίας Εμανουέλ Μακρόν τόνιζε στην εφημερίδα «Λεζ Εκό» ότι βασική προτεραιότητα του επόμενου 6μήνου είναι «να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις στο μακροοικονομικό πλάνο, για να εκσυγχρονίσουμε την οικονομία μας και να δείξουμε στους επιχειρηματίες, τους επενδυτές και τους εταίρους μας ότι προοδεύουμε».
Ο Μακρόν είχε εξηγήσει αρκετές φορές τους τελευταίους μήνες τι αποτελεί «πρόοδο», χαρακτηρίζοντας ούτε λίγο - ούτε πολύ οπισθοδρομικό και αποθαρρυντικό για τους επενδυτές το σταθερό χρόνο εργασίας και ζητώντας να εξασφαλιστεί η δυνατότητα σύναψης επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων που θα διαμορφώνουν τα ωράρια εργασίας ανάλογα με τις ανάγκες κάθε επιχείρησης, δηλαδή ανάλογα με την κερδοφορία και τα πιο βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα σχέδιά της.
Μάλιστα, στη συνέντευξή του στη «Λεζ Εκό» φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι η ένταση της αντιλαϊκής «καταιγίδας» δε θα μειωθεί, καθώς «θα συνεχιστεί η μείωση των ποσοστών των δημοσίων δαπανών και μετά το 2017». Και για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία για τα συμφέροντα ποιων ...φυσάει ο «αέρας» στη Γαλλία, επισήμανε ανοιχτά: «Πρέπει να βελτιώσουμε τις δυνατότητες δίκαιων επενδύσεων (σ.σ. αναφερόμενος σε αυτό που άλλοι χαρακτηρίζουν «υγιή ανταγωνισμό»), να ευνοήσουμε τις συγχωνεύσεις και εξαγορές από μεγάλους ομίλους».
Αλλωστε, τις επόμενες μέρες θα κατατεθεί στη Βουλή κυβερνητικό νομοσχέδιο (με την υπογραφή του ίδιου του Μακρόν) που, μεταξύ άλλων, προβλέπει νέο χτύπημα ενάντια στην κυριακάτικη αργία, αφού δίνει τη δυνατότητα για άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων 12 Κυριακές το χρόνο, από 5 που είναι σήμερα. Μεταξύ άλλων, επιταχύνει το «άνοιγμα» ορισμένων «κλειστών» επαγγελμάτων όπως αυτά των συμβολαιογράφων, των δικαστικών, δικηγόρων κ.τ.λ., διευκολύνοντας τη δράση των μεγάλων επιχειρήσεων στους αντίστοιχους τομείς.
Οπως και στην Ελλάδα, τα αστικά ΜΜΕ είναι γεμάτα από αναλύσεις και συστάσεις επιχειρηματιών ή αστών επιστημόνων που καταλήγουν στην ανάγκη για «μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας». Από τον καθηγητή οικονομικών Ζαν Τιρόλ (τιμήθηκε φέτος με το Νόμπελ Οικονομίας), που χαρακτήρισε τη γαλλική αγορά εργασίας «καταστροφική», μέχρι την Ενωση Βιομηχάνων MEDEF που ζητά την πλήρη διάλυση των Συλλογικών Συμβάσεων, όλοι οι εκπρόσωποι των μονοπωλίων προσπαθούν να πείσουν τα εργατικά - λαϊκά στρώματα να συμπαραταχθούν με τους στόχους της πλουτοκρατίας γιατί έτσι θα ωφεληθούν και αυτά.
Ομως, και η Γαλλία αποδεικνύει ότι ο δρόμος της σωτηρίας για τους μεγαλοεπιχειρηματίες περνά μέσα από την καταστροφή των εργαζομένων.
Είναι χαρακτηριστικές οι επισημάνσεις που έκανε έκθεση που ετοιμάστηκε από κοινού για τη γερμανική και τη γαλλική κυβέρνηση και κατέθεσε - τον περασμένο Νοέμβρη - προτάσεις για την εξασφάλιση ρυθμών ανάπτυξης. Μεταξύ άλλων προτάσεων, η έκθεση εντοπίζει έλλειμμα «ευελφάλειας», δηλαδή αργή κατάργηση των σταθερών έναντι των ελαστικών σχέσεων εργασίας και μεταξύ άλλων υπογράμμιζε: «Η πραγματική αύξηση του βασικού μισθού θα έπρεπε περισσότερο να εξαρτάται από την παγκόσμια εξέλιξη της παραγωγικότητας στην οικονομία». Με λίγα λόγια, όπως και στην Ελλάδα, έτσι και στη Γαλλία, η «συνταγή της επιτυχίας» είναι η κατάργηση όσων εργατικών κατακτήσεων έχουν απομείνει και η «προσαρμογή» τους στα περιθώρια της επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας. Αυτό που λένε ουσιαστικά είναι το εισόδημα των εργαζομένων να χάσει κάθε αναφορά του με το κόστος ζωής και να καθορίζεται ευθέως από τα περιθώρια των μεγαλοεργοδοτών, σε συνάρτηση μάλιστα με τις εξελίξεις στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Οι εργάτες να χάσουν όλα τα δικαιώματά τους και να ζουν με όσα ψίχουλα πέφτουν από τα τραπέζια όπου οι πολυεθνικές θα στήνουν φαγοπότια ή θα μοιράζουν όσα θα έχουν αρπάξει από τους λαούς.
Η είδηση ότι Μέρκελ και Ολάντ θα συναντηθούν για να συζητήσουν για «το μέλλον της Ευρώπης» ήρθε ενώ οι δυο πλευρές έχουν ήδη ανταλλάξει τους τελευταίους μήνες αρκετές επισκέψεις (κύρια υπουργών) στο πλαίσιο της κοινής τους αναζήτησης για «επιστροφή στην καπιταλιστική ανάπτυξη». Τελικά και μετά την κατάσταση που διαμορφώθηκε στην Γαλλία μετά την πολύνεκρη επίθεση στο σατιρικό περιοδικό «Σαρλί Εμπντο», ανακοινώθηκε ότι η συνάντηση που είχε προγραμματιστεί για αύριο στο Στρασβούργο δεν θα πραγματοποιηθεί.
Για την ατζέντα της συνάντησης δεν έγιναν γνωστοί παρά μόνο τίτλοι θεμάτων που επρόκειτο να συζητηθούν: Οι εκλογές στην Ελλάδα και τα πιθανά νέα δεδομένα για τις διαπραγματεύσεις, οι επικείμενες εκλογές στη Βρετανία, ένα πιθανό δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ, άλλες πιθανές αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης (βλέπε ενίσχυση «Ποδέμος» στην Ισπανία). Ολα, θέματα που αναδεικνύουν τις «δοκιμασίες» που περνά το ευρωοικοδόμημα, καθώς η κρίση ανατροφοδότησε - δημιούργησε ενδοαστικούς και ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, τα δεδομένα σχετικά με τις ενδοϊμπεριαλιστικές συμμαχίες και αντιθέσεις αλλάζουν διαρκώς.
Την ίδια ώρα που οι δυο χώρες λένε ότι θέλουν να προωθήσουν μαζί νέα μέτρα που θα ενισχύσουν την ΕΕ, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια των δύο πλευρών δυναμώνει αντικειμενικά. Στη συνέντευξή του στη «Λεζ Εκο», ο Μακρόν δήλωσε περιχαρής ότι ένας από τους καρπούς του «Συμφώνου Ευθύνης» (σ. σ. ένα ακόμα «πακέτο» στήριξης των επιχειρήσεων στο όνομα της δημιουργίας θέσεων εργασίας) είναι «ότι, στα θέματα της ανταγωνιστικότητας, το μέσο ωριαίο κόστος εργασίας στη γαλλική βιομηχανία θα πέσει κάτω από το γερμανικό επίπεδο».
Επιπλέον, μιλώντας για τη συνάντηση με τη Μέρκελ, ο Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ ανέφερε ότι η Γερμανία «θα έχει ανάγκη» τη Γαλλία, η οποία από το 2050 θα είναι η πολυπληθέστερη χώρα της Ευρώπης. Στο ίδιο διάστημα, το εργατικό δυναμικό της Γερμανίας θα μειωθεί κατά εκατομμύρια. Αυτός είναι άλλωστε και ένας από τους λόγους που μερίδα της γερμανικής αστικής τάξης αντιδρά στις αντι-μεταναστευτικές διαδηλώσεις που το τελευταίο διάστημα ενισχύονται.