Από πρόσφατη συνάντηση Σέρβων αξιωματούχων με τον πρίγκηπα των ΗΑΕ Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ Αλ Ναχγιάν |
Ας δούμε σε ποιους τομείς κινούνται οι επιχειρηματικές μπίζνες. Στις αρχές του 2013, η Σερβία ανακοίνωσε την υπογραφή συμφωνίας πώλησης όπλων, πυραύλων και πυρομαχικών στα ΗΑΕ (μέσω της εταιρείας «Yugoimport SDPR») συμπεριλαμβανομένων και της εξαγωγής θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς στρατού και πυραύλων εδάφους - εδάφους, ύψους 200.000.000 ευρώ. Τον περασμένο Αύγουστο, η «Etihad Airlines» (αεροπορική εταιρεία των ΗΑΕ) αγόρασε έναντι 40.000.000 ευρώ το 49% των υπερχρεωμένων σερβικών αερογραμμών «Jat Airways». Ακολούθησε η υπογραφή συμφωνίας για τη χορήγηση 400.000.000 ευρώ από το Αναπτυξιακό Ταμείο των ΗΑΕ στο πλαίσιο παρέμβασης στον αγροτικό τομέα. Στη συνέχεια ήρθε η συμφωνία λίζινγκ για την εκμετάλλευση εγκαταλελειμμένων εδώ και χρόνια αγροκτημάτων από την εταιρεία παραγωγής τροφίμων «Al Dahra» έναντι μισού δισ. ευρώ.
Στις αρχές Οκτώβρη δόθηκε η πρώτη δόση από τα 200.000.000 ευρώ που αποφάσισαν να δώσουν τα ΗΑΕ για επενδύσεις σε αρδευτικά έργα υποδομής στη Σερβία, ενώ την περασμένη Δευτέρα ο αντιπρόεδρος της σερβικής κυβέρνησης Α. Βούτσιτς ανακοίνωσε από το Αμπού Ντάμπι ότι μέχρι το τέλος αυτού του μήνα θα έχουν ολοκληρωθεί οι συνομιλίες για τη δημιουργία μεγάλης βιομηχανικής μονάδας παραγωγής ανταλλακτικών αεροπλάνων «Μπόινγκ» και «Ερμπάς» κοντά στο αεροδρόμιο του Βελιγραδίου με χρηματοδότηση της κρατικής επενδυτικής εταιρείας των ΗΑΕ, «Mubadala». Αξιοσημείωτο είναι επίσης το εντεινόμενο ενδιαφέρον των ΗΑΕ για την αγορά σερβικών όπλων, πυραύλων και ανταλλακτικών στρατιωτικών οχημάτων από την (κάποτε κραταιά) σερβική αμυντική βιομηχανία, που μέσα στην τελευταία 20ετία «γονάτισε» από τις κυρώσεις, τους πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία και το ΝΑΤΟικό πόλεμο του 1999 με πρόσχημα τα δικαιώματα των Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο.
Κοντολογίς, οι καταιγιστικές εξελίξεις στις σχέσεις Σερβίας - ΗΑΕ μοιάζουν σαν «σανίδα σωτηρίας» για ένα μέρος της αστικής τάξης της Σερβίας, που ένιωθε να πνίγεται μέσα σε έναν ωκεανό δυσθεώρητων δημόσιων χρεών (πάνω από 60% του ΑΕΠ), υψηλής ανεργίας (επισήμως 25%) και ασφυκτικών οικονομικο-πολιτικών πιέσεων αφενός από το ΔΝΤ (που έχει παγώσει από πέρσι τη δόση ενός δισ. δολαρίων, γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση δεν προχώρησε σε απολύσεις και μειώσεις μισθών στο δημόσιο τομέα), και αφετέρου την ΕΕ που αναμένεται να σφίξει το επόμενο διάστημα τα λουριά, ενόψει έναρξης της ενταξιακής διαδικασίας από τις αρχές του 2014.
Συνεπώς ο «ξαφνικός έρωτας» ανάμεσα στο Βελιγράδι και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν είναι δυσεξήγητος. Τα μονοπώλια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων επιδιώκουν επιχειρηματικά και επενδυτικά ανοίγματα με τη Σερβία σε μία περίοδο κατά την οποία επιθυμούν μεγαλύτερο μερίδιο και πλεονεκτικότερη πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ (προτού διαμορφωθούν νέα δεδομένα υπέρ των Βρυξελλών), ενώ ταυτόχρονα θέλουν να εξασφαλίσουν ισχυρότερο ρόλο και λόγο στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής είτε με την εξασφάλιση επισιτιστικής επάρκειας (βλέπε την υπενοικίαση αγροτικών εκτάσεων σε Σερβία και άλλες χώρες), είτε με την ενίσχυση του ρόλου τους σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις (π.χ. Συρία) μεταξύ άλλων και μέσω της πρόσβασής τους σε «αποκλειστικές» αγορές όπλων (π.χ. σερβική αμυντική βιομηχανία).
Σε κάθε περίπτωση η ανάπτυξη της συνεργασίας ανάμεσα σε Σερβία και ΗΑΕ αποκτά τη δική της δυναμική και δείχνει ότι το «κουβάρι» των ανταγωνισμών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα είναι ιδιαίτερα μπλεγμένο και με πολλούς... παίχτες.
Το Κουδρικό ζήτημα παραμένει «αγκάθι» για την τουρκική αστική τάξη στα σχέδια αναβάθμισής της στην περιοχή, καθώς δέχεται πιέσεις από το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (ΡΚΚ), που απειλεί να επαναφέρει τον ένοπλο αγώνα τερματίζοντας την εκεχειρία εάν δεν υπάρξουν ουσιαστικά βήματα στην ειρηνευτική διαδικασία, αλλά και στο εσωτερικό μετά και την ανακοίνωση των μεταρρυθμιστικών μέτρων, τα οποία ωστόσο δεν ικανοποίησαν στις προσδοκίες των μειονοτήτων και κυρίως των Κούρδων. Το ζήτημα οπωσδήποτε επηρεάζουν και οι εξελίξεις στη Συρία, όπου οι Κούρδοι της Δημοκρατικής Ενωσης Κουρδιστάν (ΡΥD) που έχει στενές σχέσεις με το ΡΚΚ συμμετέχουν ενεργά στις συγκρούσεις. Το Κουρδικό ζήτημα συνδέεται άμεσα και με τους ενεργειακούς σχεδιασμούς, με την τουρκική αστική τάξη να προσπαθεί εδώ και καιρό να το διευθετήσει γιατί επηρεάζει άμεσα και πολυεπίπεδα τη σταθερότητα της χώρας και δυσκολεύει την προσπάθεια των τουρκικών μονοπωλίων να μπουν πιο αποφασιστικά στο παιχνίδι των ανταγωνισμών στην ευρύτερη περιοχή.
Την Πέμπτη, επίσκεψη στην Τουρκία πραγματοποίησε ο πρωθυπουργός της αυτόνομης περιοχής του Κουρδιστάν, στο βόρειο Ιράκ, Νετσιρβάν Μπαρζανί, ο οποίος συναντήθηκε με τον Τούρκο πρωθυπουργό, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με ευρεία ατζέντα που αφορούσε τόσο την ενίσχυση των τουρκικών επενδύσεων στην περιοχή, το σχέδιο μεταφοράς αργού πετρελαίου από το βόρειο Ιράκ στις διεθνείς αγορές, μέσω Τουρκίας και «αναπτυξιακό πρόγραμμα» που θα χρηματοδοτηθεί από τα έσοδα που θα προκύψουν.
Η τουρκική αστική τάξη μέσω της σημερινής κυβέρνησης προσεγγίζει άμεσα τη διοίκηση της αυτόνομης περιοχής του Βορείου Ιράκ με αιχμή τα κοιτάσματα πετρελαίου του Κιρκούκ, καθώς η διοχέτευση τους μέσω τουρκικών αγωγών, ισχυροποιεί σημαντικά τη θέση της στον ενεργειακό χάρτη. Μετά και τις συναντήσεις του Ν. Μπαρζανί στην Τουρκία, ο εκπρόσωπος της αυτόνομης διοίκησης του βορείου Ιράκ, Σεφίν Ντιζάι, δήλωσε ότι επιθυμία του είναι να προωθήσει τις εξαγωγές πετρελαίου της περιοχής μέσω Τουρκίας. Αξιολογώντας και τη συνάντηση Μπαρζανί - Ερντογάν ανέφερε ότι ο αγωγός θα τεθεί σύντομα σε λειτουργία κάνοντας λόγο για ιδιαίτερα επιτυχημένες επαφές μεταξύ των δύο κυβερνήσεων.
Η Αγκυρα αξιοποιεί στο έπακρο τις σχέσεις με την κυβέρνηση της αυτόνομης περιοχής τόσο για την ενέργεια, όσο και για τα θέματα που αντιμετωπίζει με το ΡΚΚ, καθώς οι οικονομικές και ενεργειακές συμφωνίες που κλείνει με το βόρειο Ιράκ και η συνεχιζόμενη αύξηση των τουρκικών επενδύσεων στην περιοχή, δημιουργούν ένα αρνητικό περιβάλλον για τους Κούρδους ενόπλους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την έκκληση για εκεχειρία και αποχώρηση στο Βόρειο Ιράκ, των Κούρδων ενόπλων, που απηύθυνε στις 21 Μαρτίου, τη μέρα του Νεβρόζ (κουρδική Πρωτοχρονιά), ο φυλακισμένος ηγέτης του ΡΚΚ, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, υπήρξε δυσπραγία εκ μέρους της αυτόνομης κυβέρνησης του Β. Ιρακ να τους δεχτεί στο έδαφος της, καθώς και αντιδράσεις και εκ μέρους της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ.
Σε αυτό το πλαίσιο η Αγκυρα επιχείρησε να προχωρήσει κάποια έργα στις κουρδικές επαρχίες στην επικράτειά της, στις πλέον φτωχές και υποβαθμισμένες της χώρας. Ωστόσο, οι συνομιλίες και οι ενέργειες για την προώθηση των μέτρων που θα καταστήσουν αμοιβαία αποδεκτή την αίσια έκβαση της ειρηνευτικής διαδικασίας ΡΚΚ - Τουρκίας, έχουν παγώσει, μετά το Μάρτη, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στο κουρδικό στρατόπεδο. Το ΡΚΚ έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι απαιτεί να γίνουν άμεσες ενέργειες προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση ώστε να μην προχωρήσει σε επανέναρξη του ενόπλου αγώνα, δεδομένου ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός τον περασμένο μήνα -τα οποία προωθούνται στο πλαίσιο του «εκδημοκρατισμού της χώρας»- χαρακτηρίστηκαν τουλάχιστον ανεπαρκή από τους Κούρδους, που περίμεναν ουσιαστικές αλλαγές, όσον αφορά την αναγνώριση των δικαιωμάτων τους και προώθηση επίλυσης των αιτημάτων τους για σεβασμό των εθνοτικών χαρακτηριστικών τους.
Παράλληλα, οι υπαρκτοί φόβοι της Τουρκίας για το ενδεχόμενο διεκδίκησης ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν, ενισχύονται και από τις εξελίξεις στη Συρία, όπου από το καλοκαίρι πραγματοποιούνται συγκρούσεις κοντά στη μεθόριο των δύο χωρών, ανάμεσα σε ένοπλους των πολιτοφυλακών που διατηρεί στην περιοχή η Δημοκρατική Ενωση Κουρδιστάν (PYD) και σε ένοπλους μισθοφόρους ισλαμιστικών ακραίων οργανώσεων, όπως είναι το «Μέτωπο αλ Νούσρα» και το «Ισλαμικό κράτος στο Ιράκ και στο Λεβάντε» και πρόσφατα αναζωπυρώθηκαν. Στις περιοχές της Συρίας όπου κυριαρχούν οι Κούρδοι, όπως το Χασάκε, επίσης υπάρχουν σημαντικά πετρελαϊκά κοιτάσματα, με την Τουρκία να βλέπει την απειλή εναντίον της να ισχυροποιείται.
Στο Κουρδικό προστίθενται και τα άλλα εσωτερικά ζητήματα για την τουρκική κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), που βρίσκεται αντιμέτωπη από το καλοκαίρι με τις λαϊκές διαμαρτυρίες εν μέσω και έντονων ενδοαστικών αντιθέσεων, από ένα «μωσαϊκό» διαδηλωτών ενάντια στην κρατική καταστολή. Ταυτόχρονα, η μείωση των ρυθμών ανάπτυξης, η υπερχρέωση των λαϊκών νοικοκυριών, η ανεργία, η στάση της αστικής τάξης στις εξελίξεις στη Συρία, είναι αιτίες λαϊκής οργής, ενώ το ΚΚ Τουρκίας που συμμετέχει ενεργά στο λαϊκό κίνημα καλεί σε βαθύτερη πολιτικοποίηση του αγώνα και σύγκρουση με το καπιταλιστικό εκμεταλλευτικό σύστημα.