ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 10 Μάη 2012
Σελ. /28
Την επόμενη μέρα...

Οι εκλογές τελείωσαν, ο λαός έκανε το μικρό του, «μετέωρο» βηματάκι προς τα μπρος κι εμείς, με επιβεβαιωμένες και επαληθευμένες από τη ζωή σωστές πολιτικές θέσεις συνεχίζουμε την πορεία μας, όπως πάντα αισιόδοξα, δυναμικά και μαχητικά... Δύο ταινίες των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι από τη δημιουργικότερη δεκαετία τους φιλοξενεί η τρέχουσα, μετεκλογική βδομάδα. Τη συνεχιζόμενη για 3η κατά σειρά βδομάδα προβολή στον κινηματογράφο Αστυ της ταινίας «ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΦΕΝΤΗΣ» (1977), ενώ στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, θα πραγματοποιηθεί, την ερχόμενη Κυριακή 13/5, στις 18.20 το απόγευμα, μία και μοναδική προβολή, της αριστουργηματικής δημιουργίας των κινηματογραφιστών από την Τοσκάνη «Ο ΣΑΝ ΜΙΚΕΛΕ ΕΙΧΕ ΕΝΑΝ ΚΟΚΟΡΑ» (1972), ταινία που βασίζεται στο έργο του Λέοντα Τολστόι «Το Θείο και το Ανθρώπινο». Οι Ταβιάνι εδώ προτάσσουν τη δική τους ιδέα για το διαλεκτικό κινηματογράφο, τόσο από την οπτική του περιεχομένου, όσο και της φόρμας. Από την πρότασή τους αυτή αναδύεται ένα σινεμά στεγνό και γυμνό που αναγάγει την ένδεια της παραγωγής σε δημιουργικό πόρο. Είναι πολιτικός κινηματογράφος τυπικός της δεκαετίας του '70 που ανοίγει συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, προκαλεί κρίση, σκέψη και στοχασμό χωρίς να δίνει οριστικές απαντήσεις και επιβεβαιώσεις. Η ουτοπία εκτείνεται πέρα από την ιστορία, το σκάει στο χρόνο ...

Ακόμη, πρεμιέρα έχει και η ταινία του Κύπριου Ηλία Δημητρίου «FISH' NCHIPS» παραγωγής 2011, με πρωταγωνιστή έναν Κύπριο μετανάστη που έχει περάσει όλη του τη ζωή τηγανίζοντας fish' nchips στο Λονδίνο και αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του και να ανοίξει δική του επιχείρηση...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ


ΑΛΦΡΕΝΤ ΧΙΤΣΚΟΚ
Η κυρία εξαφανίζεται

Τη δεκαετία του '30 η Βρετανία ήταν μια βιομηχανική χώρα με φόντο κοινωνικό μια πολυπληθή εργατική τάξη αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα ανεργίας, στέγασης και λαϊκής υγείας. Στα οξυμένα αυτά προβλήματα, τα μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο - και όχι μόνο τα αγγλικά - γύριζαν επιδεικτικά την πλάτη. Τα τέλη της δεκαετίας του '30 χαρακτηρίζεται, επίσης, εποχή άνθησης των θρίλερ του Αλφρεντ Χίτσκοκ με ανεξίτηλο το στίγμα της «αγγλικότητας». Το 1938, ο σκηνοθέτης γυρίζει το τελευταίο του, καθαρόαιμο βρετανικό θρίλερ, πριν φύγει οριστικά για την Αμερική. Τίτλος της γεμάτης χιούμορ ταινίας «Η ΚΥΡΙΑ ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΤΑΙ».

Μια κομψή ταινία κατασκοπείας και ίντριγκας στα εδάφη μιας φαντασιακής χώρας της Κεντρικής Ευρώπης, γυρισμένη πάνω σε ένα τρένο που δε σταματά να κινείται. Η ταινία ανέδειξε, με την αναγνωρίσιμη δεξιοτεχνία που σφράγισε τα «39 ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ», μια ξεκάθαρη παραβολή της εγγλέζικης εθελοτυφλίας μπροστά στη ναζιστική απειλή και έτυχε πλήθους απομιμήσεων και ριμέικ. Το γνωστότερο αντίγραφο υπογράφεται από τον σκηνοθέτη Antony Pagerο 1979, που καίτοι αντέγραψε πλάνο - πλάνο το πρωτότυπο, καίτοι έδωσε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους σε δημοφιλείς σταρ της εποχής - Ελιοτ Γκουλντ, Σίμπιλ Σέφερντ και Αντζελα Λάνσμπουρι - διέγραψε τροχιά πλήρους αποτυχίας...


Στο σημείο αυτό της καριέρας του και αφού προηγουμένως τροφοδότησε με διεθνές κύρος τη βρετανική κινηματογραφική βιομηχανία, ο Αλφρεντ Χίτσκοκ αποφάσισε να αναχωρήσει για το Χόλιγουντ. Κύριοι παράγοντες και κριτήρια της κίνησής του αυτής υπήρξε τόσο η αμερικανική οικονομική γενναιοδωρία σε αντίθεση με το αβέβαιο του πολιτικού μέλλοντος στην Ευρώπη όσο αδιαμφισβήτητες αισθητικές εκτιμήσεις. Η βρετανική οικονομία και κινηματογραφική παραγωγή συρρικνώνονταν την ίδια στιγμή που οι καλλιτεχνικές φιλοδοξίες του σκηνοθέτη διογκώνονταν και όταν στα τέλη της οικονομικής κρίσης του '29, τα κινηματογραφικά στούντιο του Χόλιγουντ είχαν μετατραπεί σε αυτό που ήταν τα στούντιο της γερμανικής UFA κατά τη δεκαετία του '20: επίκεντρο των, υψηλού προϋπολογισμού, καλλιτεχνικών ταινιών της Δύσης!

Το αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο και ενδιαφέρον τεχνικά αισθηματικό θρίλερ γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στο μικρό ατελιέ των στούντιο Islington, που ο Χίτσκοκ ανέλαβε τη διεύθυνση το 1938, με μια κάμερα πάνω σε τροχούς, ενώ οι υπόλοιπες λύσεις πραγματοποιήθηκαν με «προβολές» και «μοντέλα». Ο ίδιος ο Χίτσκοκ, που ως είθισται κάνει κι εδώ ένα πέρασμα, αναφέρει ότι κάθε φορά που πήγαινε να δει την ταινία αποφάσιζε, δεδομένου ότι γνώριζε την «υπόθεση», να επικεντρώσει την προσοχή του στην τεχνική που χρησιμοποίησε για να αποδώσει το θέμα. Ποτέ όμως δεν τα κατάφερε, γιατί κάθε φορά, η ιστορία τον συνάρπαζε τόσο που καθιστούσε την τεχνική «αόρατη».

Μυθοπλασία με δομή αστυνομικού μυστηρίου η ταινία ξετυλίγεται στο εσωτερικό του θρυλικού Οριάν Εξπρές και παίρνει σάρκα και οστά από ένα εξαίρετο καστ ηθοποιών και χαρισματικό χιούμορ, σασπένς και κοφτούς διαλόγους. Επιστρέφοντας από τις διακοπές της, η Ιρις, μια νεαρή Αγγλίδα που ετοιμάζεται να παντρευτεί κάποιον που δεν αγαπά, γνωρίζει στο τρένο μια γηραιά κυρία, που, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, εξαφανίζεται. Η κοπέλα ψάχνει να τη βρει. Οι συνταξιδιώτες όμως αρνούνται ότι την έχουν ποτέ συναντήσει και ένας ψυχίατρος προσπαθεί να την πείσει ότι έχει παραισθήσεις. Στην πραγματικότητα, το τρένο είναι σφηκοφωλιά παράλογα ηρωικών και ψύχραιμων πρακτόρων και η γηραιά «εξαφανισμένη» κυρία ονόματι Μις Φρόι - και αυτή μυστικός πράκτορας - είναι δεμένη και φιμωμένη. Η Ιρις κοντεύει να πιστέψει ότι τρελάθηκε. Κι όλοι οι υπόλοιποι, κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους ώστε να το πιστέψει. Ευτυχώς, όμως, τις έρευνές της συνδράμει ο νεαρός μουσικολόγος ερευνητής Γκίλμπερτ. Οταν το τρένο παγιδεύεται κοντά στα σύνορα και δέχεται ένοπλη επίθεση, η μις Φρόι κάτω από τους επιδέσμους μιας ψευδο-άρρωστης κατορθώνει να αποδράσει. Ξανασυναντιούνται όλοι μαζί στην Σκότλαντ Γιαρντ, όπου η μις Φρόι αφήνει το μήνυμα - για το οποίο διακινδύνευσε τη ζωή της - κλεισμένο στις εισαγωγικές φράσεις μιας μουσικής μελωδίας ... Η χαρά είναι πάντα ιδιαίτερη όταν βλέπει κανείς στο σινεμά Χίτσκοκ, πόσο μάλλον την ταινία που χάρισε στον μαιτρ το βραβείο σκηνοθεσίας του Κύκλου Κριτικών Κινηματογράφου της Ν. Υόρκης!

Παίζουν: Μέι Γουίτυ, Μάικλ Ρέντγκρέιβ, Μάργκαρετ Λόκγουντ, Πολ Λούκας, κ.ά.

Παραγωγή: Μ. Βρετανία (1938).


ΣΤΙΒΕΝ ΣΟΝΤΕΜΠΕΡΓΚ
Η τιμωρός

Β©2011 Five Continents Imports

Ολοι εναντίον όλων σε μια ιστορία με μυστικούς πράκτορες, με απόσταση και ψυχρότητα ως προς τις σκηνές δράσης, με αποσύνδεση του αφηγούμενου γεγονότος από τα συμφραζόμενα, με καταστάσεις υπνωτικές που ξεπηδούν από αφηγηματικούς χρόνους χωρίς πυκνότητα με δημιουργικές σιωπές αλλά και με ανεπιτυχή προσπάθεια εμβάθυνσης στους χαρακτήρες. Ο τεμαχισμός και η διασπορά εδώ κι εκεί του υλικού μέσα στο κείμενο δεν καθιστά στέρεο το ξετύλιγμα της αφήγησης και δεν επιτρέπει την εμβάθυνση στους όποιους χαρακτήρες του καστ - που είναι πλουσιοπάροχο αλλά στην ουσία άχρηστο. Τα πρόσωπα λειτουργούν ως τύποι, ιδιαίτερα επιφανειακοί, ώστε να μπορέσουν να υποστηρίξουν την πλοκή, που δεν καταφέρνει να ξαφνιάζει ακόμα και στις σπάνιες ή καλά κρυμμένες μεταστροφές της.

Ταινία φτιαγμένη στα μέτρα της πρώτης εμφάνισης στον κινηματογράφο της δημοφιλούς τηλεοπτικής σταρ Τζίνα Καράνο. Πρωταγωνίστρια στην εκπομπή American Gladiators, αστέρι υπέρλαμπρο στις μεικτές πολεμικές τέχνες, η μυώδης, ανδροπρεπής κατά τι Καράνο, υποδύεται την μυστική πράκτορα Μάλορι Κέιν που δεν είναι πια χρήσιμη στο σύστημα που θέλει να την βγάλει από την μέση. Με σπάνιες ακροβατικές ικανότητες και ατσαλένιους μυς η Μάλορι μιλάει ελάχιστα αλλά δρα στα όρια του απίθανου. Τα χτυπήματά της - που στηρίζουν σεναριακές επιλογές καθόλου πιστευτές - έχουν στυλ και ένταση αλλά, στην πάλη σώμα με σώμα η ηρωίδα φαντάζει ξένο σώμα σε μια αισθητική πολύ σοφιστικέ ώστε να μπορέσει να την αφομοιώσει.

Η ωραία και άφοβη Μάλορι δουλεύει για κάποιον Κένεθ, ιδιοκτήτη ιδιωτικής εταιρείας που αναλαμβάνει την βρώμικη δουλειά σε διεθνείς αποστολές που της αναθέτουν διάφοροι εργοδότες, μεταξύ άλλων και οι νόμιμες και δημοκρατικές κυβερνήσεις! Η Μάλορι, από τους καλύτερους επαγγελματίες στο χώρο, με το που επιστρέφει από την τελευταία της επιτυχημένη αποστολή στην Βαρκελώνη, αποστέλλεται από τον εργοδότη της Κένεθ στο Δουβλίνο για την επόμενη, και ύστατη, επιχείρηση πριν αλλάξει εργοδότη, θα πάει σε αντίστοιχη υπηρεσία του κράτους. Από το πρώτο ήδη βράδυ συνειδητοποιεί ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν στο Δουβλίνο, ανακαλύπτει δολοφονημένο τον όμηρο που η ίδια απελευθέρωσε και παρέδωσε ζωντανό στην Βαρκελώνη. Γνωρίζοντας καλά το παιχνίδι καταλαβαίνει ότι στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από την ίδια, ότι κάποιοι προσπαθούν να την βγάλουν από την μέση. Ετσι η εκδίκησή της προς όλους, είναι ανελέητη.

Ο σκηνοθέτης Στίβεν Σόντεμπεργκ που δεν είναι γνωστός για ταινίες δράσης τέτοιου είδους δίνει την αίσθηση ότι ο ίδιος κρατά αποστάσεις από το υλικό του παρά τις εμφανείς του προσπάθειες να δώσει μια αυθεντικότητα στην σκηνοθεσία. Η ταινία δεν καταφέρνει να γραπώσει τον θεατή για διάφορους λόγους. Κύρια λόγω της διασποράς, της αναμφισβήτητης δυναμικής της ιστορίας. Και λόγω ενός υπεράριθμου καστ σούπερ δημοφιλών σταρ που λειτούργησε αρνητικά παρά τις ευχάριστες παρουσίες του αναγνωρισμένου Μάικλ Φασμπέντερ σε έναν μάλλον ισχνό ρόλο δολοφόνου ή του μεφιστοφελικού Γιούαν ΜακΓκρέγκορ ή του πάντα καλοδεχούμενου Αντόνιο Μπαντέρας ... Οι χαρακτήρες αυτοί είναι εξαιρετικά υποτονικοί ώστε να μπορέσουν να υποστηρίξουν μια ίντριγκα που θα έπρεπε να σφύζει από ξαφνιάσματα. Ηδη, στο πρώτο μέρος της ταινίας όταν οδηγώντας η πρωταγωνίστρια αφηγείται στιγμές - κλειδιά της ζωής της σε flash back, πολύ λίγο ξεκαθαρίζουν τα πράγματα αλλά κυρίως δεν εντάσσονται και δεν πλαισιώνονται αρμονικά στο σενάριο. Ετσι η μοναδική διάσταση που φαίνεται να μετρά στην ταινία είναι μάλλον τα αδιαμφισβήτητα γυμναστικά χαρίσματα της Καράνο : Τρέξιμο, μυς, ιδρώτας, κλωτσιές, μπουνιές και κεφαλοκλειδώματα, κάτι που μάλλον ικανοποιεί το πλατύ κοινό της τηλεοπτικής σταρ. Ο Σόντεμπεργκ είναι γνωστός για τις αναφορές του σε γυναικείες φιγούρες και για την διερεύνηση του τρόπου που η αποφασιστικότητά τους τις οδηγεί - μέσα από ασυνήθεις πορείες - να πάρουν τα ηνία των καταστάσεων και της ζωής τους, στα χέρια τους. Δεν μας έχει συνηθίσει σε δυνατές μυικά γυναίκες αλλά μάλλον σε γυναίκες που τα βάζουν με τους πάντες και τα πάντα και πραγματώνουν την θέλησή τους με τρόπο που δεν συνάδει ή σέβεται τους κανόνες...

Η «ΤΙΜΩΡΟΣ» του Σόντεμπεργκ δεν διαφοροποιείται δυστυχώς από συγγενείς ταινίες του μέτριου αμερικάνικου σινεμά των τελευταίων δεκαετιών. Μοιάζει υβρίδιο ανίκανο να εισβάλει και να παραμείνει στην μνήμη του θεατή...

Παίζουν: Τζίνα Καράνο, Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Αντόνιο Μπαντέρας, Μάικλ Ντάγκλας, Τσάνινγκ Τέιτουμ, Ματιέ Κασοβίτς, Μάικλ Φασμπέντερ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Ιρλανδία (2011).


ΜΑΡΚ ΝΕΒΕΛΝΤΑΪΝ - ΜΠΡΑΪΑΝ ΤΕΪΛΟΡ
Ghost Rider 2: Το πνεύμα της εκδίκησης

Ο Νίκολας Κέιτζ υπενθυμίζει γι' ακόμα μια φορά στο παγκόσμιο κοινό ότι διανύει μια, επ' αόριστον, περίοδο ελεύθερης πτώσης! Υποδύεται και, στο κάκιστο sequel της κάκιστης ομότιτλης ταινίας του 2007, τον Ghost Rider, το alter ego του αντιήρωα Τζόνι Μπλέιζ - πρώην stuntman, τώρα δαίμονα που πούλησε την ψυχή του στον Διάβολο (ο οποίος έχει διάφορες μορφές, μια εξ αυτών του Στάλιν) υπογράφοντας με αίμα το συμβόλαιο που θα έσωζε τον πατέρα του!

Στην ταινία του 2012, ο ήρωας επιχειρεί ένα είδος επανεκκίνησης, σε σχέση με την προγενέστερη. Παλεύει να παραιτηθεί από το ρόλο του κυνηγού κεφαλιών για λογαριασμό του Σατανά και κάνει τα πάντα να προστατεύσει τον μικρό Ντάνι τον οποίο βαραίνει μια καταραμένη προφητεία. Ο Ghost Rider «πετάει» στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ως μαυροντυμένος καβαλάρης με φλεγόμενο κρανίο, πάνω σε μια πυρακτωμένη μηχανή, βολίδα δισεκατομμυρίων ίππων!

Επιμένουν σθεναρά οι διεθνείς χρηματιστικοί όμιλοι που πλέον κατακλύζουν την παραγωγή και διακίνηση των κινηματογραφόμορφων βιομηχανικών προϊόντων σε οπτικοακουστική fast food, πολύ χορταστική για το πεινασμένο θηρίο του κέρδους που καταστρέφει και εκχυδαΐζει ό,τι αγγίζει. Αλλά και στους συνένοχους «καλλιτέχνες» που κοσμούν αυτού του είδους τις παραγωγές, το καπιταλιστικό θηρίο, μαζί με τις τραπεζικές επιταγές, μοιράζει και πιστοποιητικά «καμένων χαρτιών»...

Το sequel λοιπόν του 2012 για την επιστροφή του Διαβόλου, που μετατράπηκε και σε χωρίς χρησιμότητα 3D, έχει γελοία επίπεδο σενάριο, καταιγιστική δράση για τη δράση, ασυνάρτητη περιπέτεια και απύθμενο ντελίριο, στοιχεία ικανά για επιτόπια, εντός αιθούσης, κατανάλωση συνοδεία κουβά ποπ κορν, «Κόκα Κόλα» και κάποιων μειδιαμάτων ...μια που η ταινία έχει τόνους γελοίους μάλλον, παρά κωμικούς. Εξαίρεση η ατάκα του πλαδαρού Κέιτζ για ένα μπουκάλι κρασί, παλαιότητας τουλάχιστον 2.000 ετών, προς τον αλκοολικό γευσιγνώστη Μορό: «Αυτό το κρασί, το πολύ - πολύ, να το χρησιμοποιήσεις στη σαλάτα...». Ο Μορό είναι ο επικεφαλής των εξεγερμένων μοναχών. Αυτός ανέθεσε στον Τζόνι Μπλέιζ τη σωτηρία του μικρού Ντάνι, με αντάλλαγμα τη δική του απαλλαγή από την κατάρα του Διαβόλου που τον κρατά δέσμιο ως φλεγόμενο εκδικητή Ghost Rider. Ο Τζόνι Μπλέιζ λοιπόν, ο σχοινοβάτης μοτοσικλετιστής που ο Δαίμονας μετέτρεψε σε πνεύμα εκδίκησης μέσα από ένα συμβόλαιο που υπέγραψε για να σώσει τον πατέρα του, ζει αποτραβηγμένος, αρνούμενος την κατάστασή του και την αποστολή του. Στη δράση τον ανακαλεί η Εκκλησία γιατί ο Διάβολος επανεμφανίστηκε στη Ρουμανία για να απελευθερώσει νέα τσιράκια και να τα ρίξει στην έρευνα για να βρει τον πολύτιμο μικρό.

Χωρίς να έχει υπάρξει αστέρας δημοφιλέστατων κόμικς όπως ο Iron-Man ή ο Spider-Man, φημολογείται ότι ο έντυπος Ghost Rider διαθέτει μπόλικους θαυμαστές. Να δούμε αν ο κινηματογραφικός θα μπορέσει να τους διατηρήσει. Κρίμα πάντως για τις επιλογές του εξαίρετου Ιρλανδού ηθοποιού Σάιραν Χάιντς και της Βιολάντε Πλάτσιντο που κουβαλά ένα βαρύ οικογενειακό όνομα... Σκέτη καταστροφή και καλά θα κάνουν να μην κάνουν και τρίτο!

Παίζουν: Νίκολας Κέιτζ, Βιολάντε Πλάτσιντο, Ιντρίς Ελμπά, Κριστόφ Λαμπέρ, Σάιραν Χάιντς κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (2012).



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ