ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Μάρτη 2010
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Από το 1821 στον Βαμβακάρη και τον Καζαντζίδη

Το συγκρότημα του Β. Παπάζογλου, έτσι όπως εμφανιζόταν στην «Μπίρα» του Γ. Τζελαλίδη στη γέφυρα της Κοκκινιάς, 1933
Το συγκρότημα του Β. Παπάζογλου, έτσι όπως εμφανιζόταν στην «Μπίρα» του Γ. Τζελαλίδη στη γέφυρα της Κοκκινιάς, 1933
«Στα τραγούδια του Μάρκου η παραδοσιακή σχέση στίχου - μουσικής - χορού διατηρούνταν άρρηκτη. Γνωρίζουμε ότι πριν ηχογραφήσει κάποιο νέο τραγούδι του το "δοκίμαζε" στα πόδια ενός φίλου του, του Γάριζα του λουλουδά, εξαιρετικού χορευτή, που "χόρευε ζεϊμπέκικο πάνω στο ποτήρι": "Σήκω να χορέψεις ένα καινούργιο μου - έλεγε - θέλω να δω πώς πάει στα πόδια σου...».

Ο Μάρκος Βαμβακάρης είναι ένα από τα θρυλικά πρόσωπα, που «ζωντανεύουν» μέσα από τις σελίδες της εξαιρετικής έκδοσης «Το ελληνικό τραγούδι, από το 1821 έως τη δεκαετία του 1950» του εθνομουσικολόγου - προέδρου του Μουσείου Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, Λάμπρου Λιάβα. Το βιβλίο, που εκδόθηκε πρόσφατα, καταγράφει την πορεία του ελληνικού τραγουδιού σε συνάρτηση με τα ιστορικά γεγονότα και τις κοινωνικές συνθήκες κάθε εποχής, μέσα από κατατοπιστικά κείμενα και πλούσιο εικονογραφικό υλικό, προερχόμενο κυρίως από το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.

«Η σχέση του Ελληνα με το τραγούδι είναι άμεση και βιωματική» αναφέρει ο Λ. Λιάβας. «Μέσα από τη σύμπραξη λόγου, μέλους και συχνά κίνησης, το τραγούδι ξεπερνά τις συμβάσεις της συγκεκριμένης μουσικής φόρμας και λειτουργεί ως κώδικας έκφρασης και επικοινωνίας, σύμβολο εθνοπολιτισμικής και ιδεολογικής - κοινωνικής ταυτότητας, συνδετικός κρίκος του ατόμου με την ομάδα, κιβωτός της συλλογικής μνήμης».


«Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική» τιτλοφορείται το πρώτο κεφάλαιο, όπου συνδέεται η εγγενής λαϊκότητα του τραγουδιού με τη γλώσσα. Με δεδομένη την κομβική θέση της Ελλάδας στα σταυροδρόμια Ανατολής - Δύσης και Βορρά - Νότου γίνεται αναφορά στο δούναι και λαβείν που υπήρξε και στο τραγούδι. Η ισορροπία Ανατολής- Δύσης αρχίζει πλέον να μεταβάλλεται με την ίδρυση του νεότερου ελλαδικού κράτους, μέσα από τον δυτικό προσανατολισμό, την αστικοποίηση και την αρχαιολατρική - φολκλορική αντιμετώπιση της ζώσας παράδοσης από την πολιτική και πνευματική εξουσία. Ως αφετηρία της ιστορικής αναδρομής επιλέχτηκαν οι ανώνυμοι και πρώτοι επώνυμοι βάρδοι του απελευθερωτικού αγώνα, σε συνδυασμό με το πέρασμα από το δημοτικό στο αστικό λαϊκό ρεπερτόριο και την καθιέρωση της Αθήνας ως επίκεντρου της νεοσύστατης πολιτείας.

Η μουσική ζωή της Αθήνας τον 19ο αιώνα και οι προσπάθειες να αποκτήσει ευρωπαϊκό «ήχο» αναφέρονται στο δεύτερο κεφάλαιο: τα πρώτα θέατρα, οι ξένοι θίασοι, οι επτανησιακές επιρροές, η ίδρυση μουσικών θεσμών, το ελληνικό μελόδραμα, η αντίθεση «καφέ αμάν» και «καφέ σαντάν», τα κωμειδύλλια και δραματικά ειδύλλια, οι διαμάχες με αφορμή τις απόπειρες επιβολής της τετράφωνης εναρμόνισης στη βυζαντινή μουσική. Επιλεγμένα αποσπάσματα από δημοσιεύματα της εποχής μαρτυρούν τη σοβαρή ιδεολογική διάσταση ανάμεσα στην εγχώρια, την ευρωπαϊκή και την ανατολική μουσική παράδοση σε συνδυασμό με τις ταξικές, ιδεολογικές και αισθητικές αντιπαραθέσεις. Στο περιεχόμενο και το ρόλο του τραγουδιού κατά την περίοδο 1900-1940 - με έμφαση στην αθηναϊκή καντάδα, την επιθεώρηση και την οπερέτα (Σακελλαρίδης, Χατζηαποστόλου) - εστιάζεται το επόμενο κεφάλαιο. Επίσης, αναφέρεται η αντανάκλαση των πολεμικών περιπετειών στο τραγούδι (Βαλκανικοί, Α' Παγκόσμιος, Μικρασιατική Εκστρατεία), καθώς και ο ρόλος της μουσικής στο Θέατρο Σκιών (προσεγγίζεται σαν είδος λαϊκής όπερας). Στο «ελαφρό» τραγούδι, με έμφαση στους κορυφαίους Κλέονα Τριανταφύλλου - Αττίκ, Χρήστο Χαιρόπουλο, Κώστα Γιαννίδη, Μιχάλη Σουγιούλ και τις Σοφία Βέμπο και Δανάη Στρατηγοπούλου, αφιερώνεται το τέταρτο κεφάλαιο, όπου σκιαγραφούνται οι ιδεολογικές διαστάσεις και οι αισθητικές επιλογές του είδους.

Την παράδοση του μικρασιάτικου αστικού τραγουδιού, με αφετηρία τις αφηγήσεις της Σμυρνιάς λαϊκής τραγουδίστριας Αγγέλας Μαρωνίτη - Παπάζογλου, προσεγγίζει το πέμπτο κεφάλαιο, τεκμηριώνοντας ότι η Σμύρνη λειτούργησε σαν «μήτρα μουσικής» για τον Ελληνισμό. Παρουσιάζεται η μουσική ζωή στους προσφυγικούς καταυλισμούς και στα λαϊκά συνοικιακά κέντρα, καθώς και οι κυριότεροι συνθέτες, τραγουδιστές και οργανοπαίκτες που μεταφύτευσαν τα «σμυρναίικα» στη δισκογραφία δημιουργώντας μια ιδιαίτερη σχολή στο ελληνικό τραγούδι. Οι μουσικές των προσφύγων συνδέονται άμεσα με τη διαμόρφωση των ρεμπέτικων στα οποία αφιερώθηκε το έκτο κεφάλαιο. Η πρώτη «επανάσταση» του «πατριάρχη του ρεμπέτικου» Μάρκου Βαμβακάρη, η επιβολή του μπουζουκιού, η νέα κατεύθυνση του Βασίλη Τσιτσάνη, οι έντονες ιδεολογικές και αισθητικές διαμάχες, η επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας, η πρώτη δημόσια υπεράσπιση των ρεμπέτικων από τον Φοίβο Ανωγειανάκη («Ριζοσπάστης» 1947), είναι κάποια από τα κομμάτια του «παζλ» της ενότητας, ενώ ακολουθεί (έβδομο κεφάλαιο) συνοπτική αναδρομή στο ρεπερτόριο και το ρόλο του τραγουδιού στις ελληνικές κοινότητες στις ΗΠΑ.

Στο όγδοο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα τραγούδια του Αλβανικού Επους, Κατοχής και Εμφυλίου (νεοδημοτικά, ρεμπέτικα, αντάρτικα) που με το δικό τους ύφος - ήθος αποτύπωσαν τη στάση των λαϊκών στρωμάτων απέναντι στα ιστορικά γεγονότα. Επίσης, παρουσιάζονται οι επιπτώσεις και στο τραγούδι κατά τη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή περιόδο, που εγκαταλείπει τους παραδοσιακούς «δρόμους» και μετατρέπεται σε καταναλωτικό προϊόν. Ο τελευταίος «Μέγας Ανατολικός» Στέλιος Καζαντζίδης, κατά τον Λ. Λιάβα, είναι ο ισχυρότερος υπερασπιστής της συλλογικής ανάγκης για ένα λαϊκό τραγούδι-προέκταση του δημοτικού και ρεμπέτικου, για ένα ρεπερτόριο που δεν απαρνήθηκε τις ανατολίτικες καταβολές του ούτε τα ταξικά του σύμβολα και λειτουργίες. Η αποχώρηση του από το πάλκο, σε μια εποχή όπου μεσουρανούσε και κέρδιζε το μεγαλύτερο μεροκάματο, αποτελεί την πιο δραματική μορφή σιωπηλής διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αμείλικτο σύστημα διαπλοκής από νεόπλουτους θαμώνες, αφεντικά της δισκογραφίας και μπράβους της νύχτας που τα επόμενα χρόνια θα σάρωναν τα πάντα στον χώρο του τραγουδιού και της διασκέδασης για να επιβάλουν τους δικούς τους νόμους, προετοιμάζοντας την εποχή του πολυεθνικού μάρκετινγκ...


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Η καλλιέργεια της περιφρόνησης

1. Με όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, η περιφρόνηση επανέρχεται δριμύτερη ενάντια στην επικίνδυνη μετριότητα των Πράσινων που μας κυκλώνει.

2. Η περιφρόνηση μας αφορά όλους όσοι προσπαθούν μέσω μιας αυστηρής πειθαρχίας να μας βάλουν σε μια σειρά της αρεσκείας τους. Στοιχηθείτε, φωνάζουν τα γουρούνια σε ηλικιωμένους που κατεβαίνουν στους δρόμους για τη σύνταξη.

3. Η περιφρόνηση πιστεύω ότι πρέπει να καλλιεργηθεί και να γίνει μια φρικτή δοκιμασία απέναντι στα ουδέτερα ανθρωπάκια, τους πάσης φύσεως μικροαστούς που τρέφουν με κάθε τρόπο αυτό το ευρωπαϊκό κάτεργο.

4. Η περιφρόνηση μπορεί και πρέπει να χτυπήσει την κατάσταση της απογοήτευσης, πριν αυτή γίνει πίκρα.

5. Η διάδοση της περιφρόνησης βοηθά τον καθένα από μας που αισθάνεται υποχείριο να σπάσει τους κώδικες καλής συμπεριφοράς και γαλήνης που προσπαθεί να μας επιβάλει ένας πρωθυπουργός που δεν σέβεται τον εαυτό του.

6. Με την περιφρόνηση εξοικονομούμε χρόνο απέναντι στους μεγαλόσχημους πρώην Αριστερούς, πρώην «απ' όλα δημοσιογράφους», που κουράζονται τον τελευταίο καιρό να μιλάνε και να μιλάνε για την ανάγκη σωτηρίας του κράτους. Αρκεί μια ματιά περιφρόνησης και ελάχιστη χρήση λογικής, και τα υψηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης των μεγαλόσχημων δημοσιογράφων θα εξαφανιστούν από μπροστά μας.

7. Αφού όλα είναι προσυμφωνημένα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση - ότι η υπόθεσή μας είναι μια συνεχής πηγή χαρτονομισμάτων για τοκογλύφους και τράπεζες - ας γελάσουμε όπως γελούν οι απελπισμένοι, δυνατά και με περιφρόνηση.

8. Η κυβέρνηση, μαζί με τον κοπανιστό αέρα, μας προσφέρει και δυνατές δόσεις συμπόνιας. Μ' αυτόν τον χριστιανικό τρόπο προσπαθεί να δημιουργήσει μια απόκλιση μεταξύ τού πώς φαίνονται τα πράγματα και πώς πραγματικά είναι. Απαλλάσσοντας τον εαυτό της, περνά την ευθύνη σ' εμάς. Εχετε ξαναδεί πιο μεροληπτική σχέση; Αμφιβάλλω. Οσο το πανηγύρι της συμπόνιας θα μας πλακώνει, τόσο εμείς θ' απομακρυνόμαστε από τη φάρα τους και ό,τι αυτή συμπαρασύρει μέσω της περιφρόνησής μας.

9. Ας κοιτάξουμε προσεκτικά: Μέσα σ' ένα κιτς νεοπλουτίστικο περιβάλλον περιφέρονται μικροαστοί που όλη μέρα καταπίνουν τα πάντα και το βράδυ τρυπώνουν σαν ποντίκια στην τηλεόραση. Ακόμα και τώρα, η ιδιοτέλεια και ο εγωισμός, τα πάσης φύσεως ανταλλάγματα δίνουν και παίρνουν. Η περιφρόνηση μπορεί να μην είναι αποτελεσματική όσον αφορά διεκδικήσεις. Είναι όμως χρήσιμη στην καθημερινότητα, σαν μια δυναμική άσκηση συμπεριφοράς ενάντια στα άγχη που προκαλούνται, κυρίως στους χώρους εργασίας.

10. Τον τελευταίο καιρό είναι εμφανή τα κλασικά συμπτώματα της κατάθλιψης σε πολύ κόσμο. Διεισδύει και μας τρώει σαν το σαράκι με την άνεσή του. Δεν είναι μόνο το αίσθημα της αδικίας που μας θλίβει, αλλά κι εκείνο που συνδέεται με τον μόνιμο πια χωρισμό μας από τη ζωή σαν απόλαυση. Μιλώντας γι' αυτό το θέμα μ' έναν φίλο ψυχίατρο, ανάμεσα στ' άλλα, μου τόνισε πως καλό είναι να δοκιμάζαμε μερικές δόσεις περιφρόνησης ενάντια σε ό,τι μας σκοτώνει.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ