ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Αυγούστου 2000
Σελ. /28
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ
Τα θύματα ξαναγίνονται θύματα!

Χωριά ολόκληρα έσβησαν από το χάρτη. Εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί, από βομβαρδισμούς, φωτιές, εκτελέσεις, πείνα. Εκατοντάδες χιλιάδες ανίκανοι προς εργασία και άστεγοι κ.ά. Βιομηχανίες καταστράφηκαν ολοκληρωτικά. Δημόσια περιουσία λεηλατήθηκε, κοινωφελή έργα ξεθεμελιώθηκαν, αρχαιολογικοί θησαυροί κλάπηκαν και φυγαδεύτηκαν. Τα ανθρωπόμορφα κτήνη του ναζισμού άφησαν πίσω τους μια Ελλάδα ρημαγμένη, καθημαγμένη.

«Η Ελλάδα δοκίμασε τα δεινά του πολέμου και υπέστη τις συνέπειές του, όπως, ίσως, καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης», αυτή η αλήθεια βγήκε από το στόμα ενός από τους ίδιους τους δημίους, του υπουργού Εθνικής Οικονομίας του Γ` Ράιχ, Φουνκ.

Πόσο τιμώνται οι καταστροφές; Πόσο τιμάται κάθε μία από τις 500.000 και πλέον ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν; Μήπως 115 εκατομμύρια μάρκα; Τόσα έδωσε η Γερμανία στην Ελλάδα το 1960 και θεωρεί πως «ξόφλησε» το χρέος της. Εκτοτε το θέμα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων λιμνάζει. Πενήντα πέντε χρόνια από τότε, που χιλιάδες αγωνιστές έγραφαν με το αίμα τους τις χρυσές σελίδες της Εθνικής Αντίστασης, οι ζώντες αντιστασιακοί, αλλά και οι συγγενείς των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας, προσμένουν και διεκδικούν ακόμα την ηθική και υλική τους δικαίωση και αποκατάσταση.

«Τα θύματα ξαναγίνονται θύματα», υπογράμμιζαν οι βουλευτές του ΚΚΕ σε Επερώτησή τους στη Βουλή για το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων το χειμώνα του 1995, στηλιτεύοντας τον εμπαιγμό που υφίστανται οι άνθρωποι που κάποτε δόξασαν τη χώρα, που μπροστά στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό τους υποκλίθηκε η οικουμένη ολόκληρη.

Καμία από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις δεν ικανοποίησε το πάνδημο αίτημα να απαιτηθούν οι γερμανικές επανορθώσεις για τις φρικαλεότητες του φασισμού, το κατοχικό δάνειο, η επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών. Η στάση και της σημερινής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είναι στάση απεμπόλησης του δικαιώματος της διεκδίκησης.

Αυτό επιτάσσουν οι σχέσεις διαπλοκής ανάμεσα στη γερμανική άρχουσα τάξη και την ελληνική, εκφραστής και εκπρόσωπος της οποίας είναι η ελληνική κυβέρνηση. Πίσω από τη συγκαλυμμένη άρνηση της τελευταίας να απαιτήσει τις αποζημιώσεις, κρύβεται η άρνηση της ελληνικής άρχουσας τάξης. Και, βέβαια, η Γερμανία δε θα καταληφθεί ποτέ από κρίση γενναιοδωρίας, όσο το ελληνικό κράτος δε διεκδικεί τα οφειλόμενα.

Οι ατομικές προσφυγές στα δικαστήρια, ακόμα και όταν τα θύματα δικαιώνονται, δε λύνουν το πρόβλημα. Αντίθετα, η μετατροπή του ζητήματος σε προσωπική υπόθεση το μειώνει ηθικά και υλικά, μειώνοντας ταυτόχρονα και τη διαπραγματευτική ισχύ των διεκδικητών. Εξάλλου, ατομικά μπορεί να διεκδικηθεί και ίσως να αποσπαστεί μέρος των αποζημιώσεων, ποιος, όμως, θα διεκδικήσει τις αποζημιώσεις για τις υλικές καταστροφές στην υποδομή της χώρας, αλλά και την επιστροφή του κατοχικού δανείου, ποσά ικανά να ανακουφίσουν την ελληνική οικονομία;

Πασίδηλη η έλλειψη πολιτικής βούλησης για τη διεκδίκηση

«

Η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στους Ελληνες ιδιώτες, ατομικά ή ενάντια στο ελληνικό κράτος; Υπάρχει προηγούμενο άλλης χώρας, που να μπήκαν στη διαδικασία αυτής της περιπέτειας των ατομικών αγωγών οι πολίτες της; Και αν δεχτούμε ότι κάποιος από τα εκατομμύρια των Ελλήνων μπορεί να δικαιωθεί μέσα από τις δικαστικές περιπέτειες, τι θα γίνει με τη δημόσια περιουσία που καταστράφηκε, με τα κοινωφελή έργα που ξεθεμελιώθηκαν, με τη λεηλασία του αμυντικού υλικού κλπ.;».

Τα παραπάνω ερωτήματα έθετε στη Βουλή το ΚΚΕ το 1995. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, θα μπορούσαν να επαναδιατυπωθούν προς τους αρμόδιους υπουργούς κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο και να αποδώσουν μια πραγματικότητα 70.000 περίπου ατομικών αγωγών στα ελληνικά δικαστήρια, μια πραγματικότητα που θέλει τη χώρα μας να είναι η μοναδική από 18 χώρες που δεν έχει διεκδικήσει - και ούτε προτίθεται να το πράξει - και δεν έχει λάβει αποζημιώσεις από τη Γερμανία.

Η υπόθεση των δικαστικών αποφάσεων για κατασχέσεις και η προσπάθεια εφαρμογής τους, ήρθε να επιβεβαιώσει την παντελή έλλειψη πολιτικής βούλησης για τη διεκδίκηση των αποζημιώσεων. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αρχικά πατώντας σε δύο βάρκες, δήλωνε πως ναι μεν «σεβόμαστε τη δικαστική απόφαση», αλλά «οι κατασχέσεις είναι βεβιασμένες κινήσεις», «απαιτείται άδεια του υπουργού Δικαιοσύνης» κ.ά., στη συνέχεια όμως πέταξε και το τελευταίο φύλλο συκής και τάχθηκε σαφώς εναντίον της διαδικασίας κατασχέσεων επικαλούμενος το «εθνικό συμφέρον».

Δε δίστασε μάλιστα όταν ο δικαστικός επιμελητής προχώρησε στη διαδικασία κατάσχεσης του κτιρίου του Ινστιτούτου Γκαίτε, να ταχθεί με το πλευρό της Γερμανίας και να δικαιολογήσει ακόμα και το διάβημα διαμαρτυρίας του Γερμανού πρέσβη, λέγοντας πως αυτό κινείται σε πνεύμα που δε διαταράσσει τις καλές σχέσεις των δύο χωρών και έχει περισσότερο χαρακτήρα αναφοράς ενός θέματος που η Γερμανία θεωρεί σημαντικό.

Προφανώς όμως δεν έχει την ίδια άποψη και ο Γερμανός πρέσβης που την ίδια μέρα απειλούσε μέσω ραδιοφωνικού σταθμού πως αν τέτοιες ενέργειες - δηλαδή κατασχέσεις - γίνουν γνωστές στη γερμανική κοινή γνώμη, τότε οι Γερμανοί τουρίστες θα το σκεφτούν πολύ σοβαρά να επισκεφτούν τη χώρα μας.

Βεβαίως πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης ότι «θα πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια, για να εξευρεθεί πολιτική λύση», δεν αναιρούν την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής στο συγκεκριμένο θέμα.

Πώς φτάσαμε στις κατασχέσεις

Η διαδικασία των κατασχέσεων κινήθηκε μετά την άρνηση της Γερμανίας να συμμορφωθεί με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου και να καταβάλει αποζημιώσεις στα θύματα του μαρτυρικού Διστόμου Βοιωτίας, που τον Ιούνη του 1944 κάηκε και λεηλατήθηκε από τα Ες Ες, που δολοφόνησαν 218 κατοίκους του.

Τον Οκτώβρη του 1997 στο Πρωτοδικείο Λιβαδειάς εκδικάστηκε η αγωγή της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Βοιωτίας, που απαιτούσε από το γερμανικό δημόσιο, να αποζημιώσει τα θύματα του Διστόμου. Η απόφαση του δικαστηρίου επιβάλλει στο γερμανικό δημόσιο την καταβολή αποζημιώσεων εννέα δισεκατομμυρίων δραχμών.

Τρία χρόνια μετά, τον Απρίλη του 2000, ο Αρειος Πάγος απορρίπτει την αίτηση της Γερμανίας για αναίρεση της απόφασης του Πρωτοδικείου. Παρά αυτή του την απόφαση το γερμανικό δημόσιο αρνείται και πάλι να καταβάλει αποζημιώσεις.

Κατόπιν αυτής της άρνησης, ο συνήγορος των θυμάτων κινεί τη διαδικασία κατάσχεσης και στις 11 Ιούλη γίνεται η κατάσχεση του κτιρίου του Ινστιτούτου Γκαίτε. Η γερμανική πλευρά, όπως άλλωστε δηλώνει και ο Γερμανός πρέσβης, προτίθεται να προσφύγει στα δικαστήρια και να ζητήσει την ανακοπή της διαδικασίας. Από την πλευρά των θυμάτων, έγινε ήδη προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Αξίζει να σημειωθεί η αντίδραση του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Χανς Αϊχλερ στις παραπάνω εξελίξεις, που ερμηνεύεται και ως προσπάθεια να προλάβει το «κακό προηγούμενο» που δημιουργεί για τη Γερμανία το δεδικασμένο, για παρόμοιες περιπτώσεις και σε άλλες χώρες. Σύμφωνα με τη γερμανική έκδοση των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» (7 Ιούλη), ο υπουργός «απαίτησε από τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης να μη ζητήσουν επανορθώσεις από ζημιές του Β` Παγκοσμίου πολέμου»!

Συνεχείς οι παρεμβάσεις του ΚΚΕ

Συνεχείς και επίμονες είναι οι προσπάθειες του ΚΚΕ να υπάρξει θετική εξέλιξη στην κατεύθυνση καταβολής των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων, μια και θεωρεί το ζήτημα εξαιρετικά σοβαρό από πολιτική, οικονομική και ηθική άποψη. Για το ΚΚΕ, που αποτέλεσε ψυχή της Εθνικής Αντίστασης, ο αγώνας για την ικανοποίηση αυτού του αιτήματος, αποτελεί ένα στοιχειώδη φόρο τιμής στους χιλιάδες νεκρούς.

Η τελευταία φορά που το ΚΚΕ έφερε το θέμα στη Βουλή ήταν στα τέλη του Μάη, όταν ο βουλευτής Σπύρος Στριφτάρης με Επίκαιρη Ερώτησή του, ρωτούσε πώς σκέφτεται η κυβέρνηση να βοηθήσει στην υλοποίηση της απόφασης του Αρείου Πάγου, που δικαίωσε τα θύματα και τους συγγενείς των θυμάτων της μεγάλης σφαγής στο Δίστομο Βοιωτίας επιδικάζοντάς τους αποζημιώσεις. Η απάντηση της αναπληρώτριας υπουργού Εξωτερικών, Ελισάβετ Παπαζώη ήταν: «Είναι ένα ζήτημα για το οποίο γίνονται συζητήσεις»!

Αξίζει να δούμε όμως, ορισμένες πτυχές του ζητήματος όπως τις ανέδειξε το ΚΚΕ με Επερώτησή του στη Βουλή, το 1995 και οι οποίες παραμένουν αναλλοίωτες ως σήμερα.

Πρώτον: Ο ηρωισμός του ελληνικού λαού κατά το Β` Παγκόσμιο πόλεμο, ενός λαού που έκλεισε τα αυτιά του στις σειρήνες, στους ελάχιστους προσκυνημένους μειοδότες που τον καλούσαν να «καθίσει στα αυγά του», πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος.

Δεύτερον: Οι καταστροφές περιουσιακών στοιχείων. Το πλιάτσικο σε βάρος της χώρας μας από τα ανθρωπόμορφα κτήνη του φασισμού, αποτιμάται σήμερα σε περίπου 42 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό το ποσό αφορά στις πολεμικές επανορθώσεις και είναι μικρό αν συνυπολογιστούν οι αρνητικές συνέπειες που υπέστη μακροπρόθεσμα η ελληνική οικονομία από την κατοχή.

Τρίτον: Το κατοχικό «δάνειο» που απέσπασε η Γερμανία από την Τράπεζα της Ελλάδας με το πιστόλι στον κρόταφο. Τα 3,5 δισεκατομμύρια «δανεικά» δολάρια, με ένα συντηρητικό επιτόκιο 3%, ξεπερνούν σήμερα τα 18,5 δισ. δολάρια. Μάλιστα για την επιστροφή του δανείου, η Γερμανία είχε δεσμευτεί υπογράφοντας σχετική συμφωνία στις 14/3/1942. Αν συνυπολογιστούν οι οφειλές από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τότε τα παραπάνω ποσά αυξάνονται κατά πολύ.

Τέταρτον: Η προκλητική και αλαζονική άρνηση της Γερμανίας να καταβάλει τα οφειλόμενα, μάλιστα δεν είναι λίγοι οι Γερμανοί αξιωματούχοι που αμφισβητούν ότι η χώρα τους οφείλει στην Ελλάδα. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση Γερμανών βουλευτών κατά την επίσκεψή τους στην Ελλάδα το 1995: «Δε σας χρωστάμε τίποτα, σας φέρνουν λεφτά οι τουρίστες μας»! Λίγες μέρες μετά τη δήλωση αυτή, Γερμανοί επιχειρηματίες με ανακοίνωσή τους κατηγορούσαν τα ελληνικά αεροδρόμια πως δεν είναι καλά για να υποδεχτούν Γερμανούς τουρίστες! Αν επισημαίνουμε τις παραπάνω δηλώσεις, είναι γιατί μόλις στις 12 Ιούλη 2000 ο Γερμανός πρέσβης στην Αθήνα έστελνε εμμέσως πλην σαφώς μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις ότι αν δε σταματήσει η διαδικασία κατάσχεσης τότε οι Γερμανοί τουρίστες θα το σκεφτούν πολύ να επισκεφτούν τη χώρα μας!

Το ΚΚΕ προειδοποιούσε με εκείνη την Επερώτησή του για τον κίνδυνο παραγραφής, στηλίτευε τις κινήσεις εκτόνωσης της λαϊκής οργής από πλευράς κυβέρνησης και την καλούσε να σταματήσει να εμπαίζει το λαό στο όνομα σκοπιμοτήτων, να πάρει μέτρα για την καταβολή των οφειλόμενων και αν χρειαστεί να προσφύγει και στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Πέντε χρόνια μετά δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε. Πλην ίσως του ότι η κυβέρνηση του κ. Σημίτη σκλήρυνε τη στάση της, όχι απέναντι στη Γερμανία, αλλά απέναντι σε εκείνους στους οποίους οφείλεται η αποτίναξη του φασιστικού ζυγού.


Βάσω ΝΙΕΡΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ