Διαβάστε σήμερα στην ενότητα «Διεθνή και Οικονομία»:
-- Δημιουργία κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος: Σαρωτικές αντιλαϊκές παρεμβάσεις και αλλαγή θεσμικού επιχειρηματικού πλαισίου για την ανάκαμψη του κεφαλαίου.
-- ΡΩΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Υποχώρηση και νέες δυσχέρειες για τους εργαζόμενους που γεύονται τα «δώρα» του καπιταλισμού, που πολλαπλασιάζονται στις συνθήκες της κρίσης του: Φτώχεια, εξαθλίωση, ανεργία, νέα αντεργατικά μέτρα, κίνδυνος εμπλοκής σε νέους τοπικούς και πιο γενικευμένους πολέμους.
-- ΑΛΒΑΝΙΑ: Το έντονο ενδιαφέρον, κυρίως δυτικών μονοπωλίων, προκαλούν τα τελευταία χρόνια οι ανακαλύψεις νέων και οι εκμεταλλεύσεις παλιών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στα βόρεια και νότια της χώρας.
Eurokinissi |
Ενα ορισμένο τμήμα του λειτουργικού κόστους για το κεφάλαιο αποτελεί αναμφίβολα και το λεγόμενο «μισθολογικό κόστος», που αφορά στα κονδύλια που καταβάλλονται για τους μισθούς και τα μεροκάματα των εργαζομένων, που βέβαια, ιδιαίτερα στο τελευταίο διάστημα, έχουν δεχτεί αποφασιστικά χτυπήματα από την εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική. Και, βέβαια, το ποσοστό του μισθολογικού κόστους, ως προς το συνολικό «κόστος» των επιχειρηματιών, ποικίλλει από κλάδο σε κλάδο της οικονομίας και της παραγωγής, συνδέεται με το απαιτούμενο ύψος της επένδυσης, το μέγεθος των επιχειρηματικών ομίλων κ.ά. Ετσι, για παράδειγμα, στις λεγόμενες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) -λόγω και των σχετικών περιορισμένων θέσεων εργασίας που απαιτούνται σε αυτές- το μισθολογικό κομμάτι έχει εξαιρετικά περιορισμένη ή ακόμη και αμελητέα συμβολή στη διαμόρφωση του συνολικού κόστους. Να σημειωθεί, επίσης, πως το ποσοστό του «μισθολογικού» στο συνολικό κόστος ποικίλλει ακόμα και μέσα στον ίδιο κλάδο, ανάλογα και με το μέγεθος της κάθε επιχείρησης. Σε αυτό το πλαίσιο, ένας ισχυρός επιχειρηματικός όμιλος είναι σε θέση να εξασφαλίσει μεγάλες εξοικονομήσεις στην κλίμακα της παραγωγής, να συμπιέσει το σχετικό μέγεθος του μισθολογικού κόστους, ακόμη και στην περίπτωση που καταβάλλει στους εργαζόμενους υψηλότερους μισθούς και μεροκάματα από κάποια άλλη μικρότερου μεγέθους επιχείρηση που δραστηριοποιείται μέσα στον ίδιο κλάδο. Ρόλο εδώ παίζει η παραγωγικότητα της εργασίας.
Eurokinissi |
Σε αυτό το πλαίσιο, τόσο οι βιομήχανοι όσο και συνολικά τα τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου συμπλέουν στη βασική στρατηγική επιλογή, σε αυτό που ονομάζουν «μείωση του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων». Το συγκεκριμένο ζήτημα δεν είναι «αθώο», ούτε δευτερεύον, ούτε βέβαια και ταξικά ουδέτερο, όπως επιχειρούν να το πλασάρουν. Αντίθετα, αποτελεί ζήτημα αναπόσπαστα δεμένο με τις συνθήκες διαβίωσης του λαού, αποτελεί έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα της αντιλαϊκής πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση, οι σχεδιασμοί του κεφαλαίου για την «επόμενη μέρα» είναι όχι μόνο πέρα για πέρα ξεκομμένοι από τα λαϊκά συμφέροντα και από την ικανοποίηση των σύγχρονων και συνεχώς διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών, αλλά και εχθρικοί, σε αντίθεση μ' αυτές. Αλλωστε, το κριτήριο είναι η απόσπαση μεγαλύτερων, σε σχέση με πριν, επιχειρηματικών κερδών, ο προσανατολισμός σε εξαγωγικές δραστηριότητες στη διεθνή αγορά, η συμπίεση του κόστους παραγωγής. Τα παραπάνω έχουν ως προαπαιτούμενα τη γιγάντωση των επιχειρηματικών σχημάτων (συγχωνεύσεις, εξαγορές κλπ.) προκειμένου να μειωθεί το επιχειρηματικό κόστος, επίσης τη διαμόρφωση υποδομών (οδικοί άξονες, λιμάνια, τροφοδοσία με πηγές ενέργειας) κατάλληλων για τη διακίνηση των παραγόμενων εμπορευμάτων, σε «ανταγωνιστικές» τιμές.
Phasma |
Η μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους» συνεπάγεται την κλιμάκωση των σαρωτικών αναδιαρθρώσεων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων, την «ανασυγκρότηση» της παραγωγικής βάσης της χώρας, με κριτήριο την κερδοφορία και όχι την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Η πολιτική αυτή προϋποθέτει αποφασιστικές παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στο «ρυθμιστικό περιβάλλον» για τις επενδύσεις, νέες μειώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουν στα ασφαλιστικά ταμεία οι επιχειρηματίες, μειώσεις φορολογικών συντελεστών στα κέρδη, καθώς και στο ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας και σειρά από άλλα ζητήματα.
«Εχουμε ένα όραμα ότι μπορεί η Ελλάδα να είναι το ιδανικό μέρος για να έρθει κάποιος να επενδύσει και να μείνει. Και μπορούμε να πετύχουμε την εκμετάλλευση των ευκαιριών». Αυτό τόνισε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θ. Φέσσας, επαναφέροντας στο αντιλαϊκό τραπέζι την πρόταση για μείωση της φορολογίας, καθώς και του ενεργειακού κόστους στη βιομηχανία. Οπως είπε, το κόστος χρηματοδότησης είναι 60% υψηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ, ενώ το ενεργειακό κόστος για τη βιομηχανία διαμορφώνεται στα 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έναντι 50 ευρώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ, η σημαντική πτώση των μισθών αντισταθμίστηκε από την αύξηση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Επίσης, σημείωσε ότι οι ελληνικές εξαγωγές κατά μεγάλο ποσοστό (83%) βασίζονται σε προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας, με χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα, ενώ τα προϊόντα μέσης τεχνολογίας καλύπτουν το 12% και τα υψηλής τεχνολογίας καλύπτουν το 5% των ελληνικών εξαγωγών.
Αυτή τη στρατηγική κατεύθυνση υπηρετούν οι 25 άξονες πολιτικής που δημοσιοποίησε ο ΣΕΒ. Οι βιομήχανοι τονίζουν ότι «η ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας μπορεί να επιτευχθεί με τη δημιουργική συνεργασία της Κυβέρνησης και των Βιομηχανικών Συνδέσμων της χώρας, στη βάση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου βιομηχανικής πολιτικής». Σημειώνεται ότι η επιστολή με τις προτάσεις της ελληνικής βιομηχανίας απευθύνεται στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και στους υπουργούς Οικονομικών, Εργασίας και Επικρατείας, καθώς και στους υπουργούς και αναπληρωτές υπουργούς Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, αφορά δηλαδή σε ολόκληρη την γκάμα των αντιλαϊκών παρεμβάσεων της «επόμενης μέρας».
Ειδικότερα :
1. Θέσπιση «Διυπουργικής Επιτροπής για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση και τη Βιομηχανική Πολιτική», με αποστολή τη συμφωνία κράτους - επιχειρήσεων σε συγκεκριμένη ατζέντα για την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας, το σχεδιασμό συγκεκριμένης βιομηχανικής πολιτικής, τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης και τη μέγιστη δυνατή συμβολή της στην περιφερειακή ανάπτυξη.
2. Εστίαση σε οικονομικές δραστηριότητες με ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και εξαγωγικές επιδόσεις: Ανάδειξη τομέων, κλάδων και γεωγραφικών περιοχών της χώρας, με σαφείς εξωστρεφείς προοπτικές προς αγορές - στόχους υψηλής εισοδηματικής στάθμης.
3. Εκπόνηση Σχεδίων Ανάπτυξης σε τομείς προτεραιότητας της ελληνικής οικονομίας από μεικτές Επιτελικές ομάδες Σχεδιασμού με ρόλους, υποχρεώσεις και δικαιώματα για τη Διοίκηση και τις Επιχειρήσεις. Σύνδεση των Σχεδίων με τις δράσεις του ΣΕΣ κατά τη φάση εξειδίκευσης που πρέπει να ξεκινήσει αμέσως.
4. Θεσμοθέτηση «Επιχειρηματικών Συμβουλίων» για τους βασικούς παραγωγικούς τομείς της οικονομίας με αποστολή το συντονισμό και παρακολούθηση «Σχεδίων Ανάπτυξης» με έμφαση στην καινοτομία, την εξωστρέφεια και τις δεξιότητες των εργαζομένων.
5. Αναθεώρηση του πλαισίου παροχής επενδυτικών κινήτρων (Αναπτυξιακός Νόμος) μετά από ολοκληρωμένη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς του. Θέσπιση αποκεντρωμένων συστημάτων διοίκησης και διαχείρισης των πόρων. Ενίσχυση του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου με κεφάλαια που θα δεσμεύονται για επενδύσεις στη βιομηχανία για την αύξηση των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων. Το Ταμείο οφείλει να λειτουργήσει ως η Επενδυτική Τράπεζα και όχημα της νέας βιομηχανικής πολιτικής της χώρας.
6. Ανάπτυξη αποτελεσματικών πρωτοβουλιών ενσωμάτωσης της καινοτομίας στο πλήρες φάσμα της παραγωγικής οικονομίας της χώρας με έμφαση στην παραγωγή διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται να ισχύσει νέο σύστημα αποκεντρωμένης και ευέλικτης χρηματοδότησης της καινοτομίας στο πλαίσιο του νέου ΕΣΠΑ. Οι αναδυόμενες τεχνολογικές αγορές, στις οποίες αποδεδειγμένα εντοπίζεται ελληνική παρουσία με ικανές εξαγωγικές προοπτικές πρέπει να αποτελέσουν βασική επενδυτική προτεραιότητα.
7. Αμεση συγκρότηση «Δικτύου Ανάπτυξης Καινοτομίας», με τη συμμετοχή των φορέων της βιομηχανίας. Αποστολή του «Δικτύου» είναι η οργάνωση της συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων και ερευνητών με στόχο τη διασύνδεση της Ερευνας με την παραγωγή σε νέες βάσεις. Το Δίκτυο αναλαμβάνει την οργάνωση μεγάλης κλίμακας δράσεων συνεργατικής Ερευνας (κοινά σχέδια Ερευνας και βιομηχανίας) με εστίαση στη διαμόρφωση των κρίσιμων σχημάτων χρηματοδότησης.
8. Σχεδιασμός νέων εργαλείων ανακυκλούμενης χρηματοδότησης με στόχο την αντικατάσταση των αμφιβόλου αποτελεσματικότητας άμεσων ενισχύσεων για τις ανεπτυγμένες περιοχές. Διατήρηση των άμεσων ενισχύσεων ειδικά για τη μεθοριακή βιομηχανία και τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες.
9. Ενίσχυση της ρευστότητας της βιομηχανίας, με την πληρωμή των οφειλών του κράτους προς τις επιχειρήσεις και με τη θεσμοθέτηση του συμψηφισμού οφειλών κράτους - επιχειρήσεων. Αμεση αντιμετώπιση της εκκρεμότητας των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων προκειμένου να απελευθερωθούν πόροι προς την υγιή βιομηχανία.
10. Μείωση των τιμών στα τιμολόγια της Ενέργειας, με:
α) Εξορθολογισμό των τιμολογίων της ΔΕΗ και της ΔΕΠΑ.
β) Μείωση ειδικών φόρων και τελών.
γ) Δυνατότητα υπογραφής εξατομικευμένων συμβάσεων μεταξύ ΔΕΗ και βιομηχανίας.
δ) Μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που επιβάλλεται στο Φυσικό Αέριο που προορίζεται για βιομηχανική χρήση και για ηλεκτροπαραγωγή.
ε) Ενσωμάτωση στο Εθνικό Δίκαιο των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της Ενέργειας για την περίοδο 2014-2020.
11. Αποφασιστική μείωση του μη μισθολογικού κόστους που καταβάλλει η βιομηχανία της χώρας και αποτελεί πάγιο αίτημα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και τη ρεαλιστική επανεκκίνηση της οικονομίας (αφορά στις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρηματιών).
12. Μείωση της γραφειοκρατίας που αφορά την επιχειρηματικότητα και της πολυνομίας - αντιφατικών διατάξεων, που δημιουργούν ανασφάλεια στις επιχειρήσεις. Προτείνουμε την ενεργοποίηση «Επιτροπής Απλούστευσης Διαδικασιών» και τη θέσπιση «Νόμου - πλαίσιο για την Απλοποίηση της Νομοθεσίας».
13.Η λειτουργία ενός απλού, σταθερού και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και την προσέλκυση επενδύσεων. Η φορολογική μεταρρύθμιση που ξεκίνησε το 2013 πρέπει να ολοκληρωθεί και να είναι ευνοϊκή προς τις επιχειρήσεις που επενδύουν.
14. Προώθηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων βασισμένη στην ποιότητα, με τη θέσπιση Εθνικής Πολιτικής Ποιότητας. Αμεση εφαρμογή και έλεγχος αυστηρών προδιαγραφών κατασκευής και υλικών στα δημόσια κτίρια - σχολεία, που σήμερα κατασκευάζονται με υλικά χαμηλού κόστους χωρίς προδιαγραφές, εισαγόμενα από τρίτες χώρες.
15. Εξορθολογισμός των σχέσεων βιομηχανίας και αλυσίδων λιανεμπορίου ως προς τις πρακτικές τιμολόγησης, εκπτώσεων και πληρωμών.
16. Αμεση ενεργοποίηση του Ν.4262/14 (νόμος - πλαίσιο για την αδειοδότηση), ιδιαίτερα ως προς τα προβλεπόμενα για τις βιομηχανικές δραστηριότητες. Επιβάλλεται επανεξέταση των διατάξεων που αφορούν περιβαλλοντικούς όρους και προϋποθέσεις λειτουργίας ανάλογα με την τοποθεσία εγκατάστασης, όπως και των αντίστοιχων που προβλέπουν εξοντωτικά πρόστιμα και κυρώσεις. Συντονισμός των ενεργειών για εναρμόνιση των αδειοδοτικών διαδικασιών των υπολοίπων υπουργείων που εποπτεύουν δραστηριότητες που προχωρούν σε επενδύσεις (π.χ., υπουργεία Τουρισμού, Αγροτικής Ανάπτυξης - Τροφίμων, ΥΠΕΚΑ) με τις διατάξεις του Νόμου - Πλαισίου.
17. Διαμόρφωση δεσμευτικού Οδικού Χάρτη για τα μεγάλα έργα - προτεραιότητες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας (Οδικοί Αξονες, επέκταση Φυσικού Αερίου, Μεγάλα Λιμάνια, Σιδηροδρομικό Δίκτυο, διατροπικές μεταφορές, υποδομές logistics, ευρυζωνικά δίκτυα νέας γενιάς) στις περιφέρειες της χώρας. Σημαντική προτεραιότητα η ενεργοποίηση του Νόμου - Πλαισίου για την εφοδιαστική αλυσίδα (ν. 4302) και η σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου Logistics.
18. Συμπλήρωση της νομοθεσίας περί ανάπτυξης των Επιχειρηματικών Πάρκων (ν. 3982/2011) στα σημεία όπου παρουσιάζονται προβλήματα (χρόνοι αδειοδότησης, συνεργασία με άλλα υπουργεία, θέματα διαχείρισης, θέματα ανάπτυξης και εξυγίανσης κ.ά). Εκπόνηση και υλοποίηση σχετικών προγραμμάτων επιχορήγησης για την ανάπτυξη νέων Επιχειρηματικών Πάρκων στο πλαίσιο του νέου ΕΣΠΑ.
19. Διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής εξωστρέφειας που θα τεκμηριώνει το τρίπτυχο (α) κρίσιμες αγορές, (β) προϊόντα με ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ανά αγορά, (γ) μηχανισμοί διείσδυσης ανά αγορά και προϊόν, με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο σχεδιασμό, υλοποίηση και διακυβέρνηση.
20. Αναμόρφωση των μηχανισμών στήριξης και προώθησης της διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων με εστίαση στις κρίσιμες αγορές - στόχους που θα παρέχουν ολοκληρωμένες υπηρεσίες στρατηγικής πληροφόρησης, δικτύωσης και επιτόπιας υποστήριξης.
21. Αναμόρφωση των διαδικασιών διασυνοριακού εμπορίου προς την κατεύθυνση των φθηνότερων, ταχύτερων και απλούστερων τελωνειακών και προ-τελωνειακών υπηρεσιών. Δημιουργία «Κέντρων Εξυπηρέτησης Εξαγωγέων» στα μεγάλα τελωνεία της χώρας για την κατά προτεραιότητα εξυπηρέτηση επιχειρήσεων με σημαντικές εξαγωγικές ροές.
22. Ηλεκτρονικό συμψηφισμό φόρων σε κάθε εξαγωγική επιχείρηση κάθε είδους πιστωτικών - χρεωστικών φόρων, τελών, δασμών κτλ. (συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ).
23. Ριζική μεταρρύθμιση των συστημάτων επαγγελματικής κατάρτισης με μετατόπιση του βάρους από την προσφορά προγραμμάτων χωρίς μακροπρόθεσμους στόχους, στη στήριξη πρωτοβουλιών των επιχειρήσεων που παρέχουν αξιόπιστες επαγγελματικές προοπτικές και δυνατότητες απασχόλησης, ιδίως των νέων.
24.Υποστήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων για την αναγκαία προσαρμογή στις απαιτήσεις διεθνοποίησης και ανάπτυξης καινοτόμων προϊόντων και διεργασιών με σύγχρονα συστήματα οργάνωσης και σχέδια ανάπτυξης δεξιοτήτων εργαζομένων.
25. Αμφίδρομη συνεργασία εκπαιδευτικής και επιχειρηματικής κοινότητας, με επένδυση στα κρίσιμα επαγγέλματα, ως κινητήρες των αλλαγών, για ένα νέο επιχειρηματικό υπόδειγμα καινοτομίας, ανάπτυξης και νέων θέσεων εργασίας, υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Την «εξασφάλιση απρόσκοπτης πρόσβασης των επιχειρήσεων στις ερευνητικές υποδομές της χώρας», προβλέπει η προγραμματική συμφωνία που υπογράφηκε σχετικά πρόσφατα από το ΣΕΒ και τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας, τον κρατικό φορέα που υπάγεται στην αρμοδιότητα του υπουργείου Παιδείας. Πρόκειται για το πλαίσιο αναβάθμισης των συμπράξεων ανάμεσα στο κράτος και τους ιδιώτες, το οποίο αποτελεί πάγιο αίτημα του ΣΕΒ, ιδιαίτερα σήμερα ενόψει και των εκταμιεύσεων του «Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης 2014-2020», όπως ονομάζεται το νέο ΕΣΠΑ.
Στη συμφωνία αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε νέες βάσεις επιβάλλεται προκειμένου να επιτευχθούν οι απαραίτητες οικονομίες κλίμακας, να ολοκληρωθεί η στρατηγική για την έξυπνη εξειδίκευση, να αξιοποιηθούν οι διαρθρωτικοί, ανθρώπινοι και επενδυτικοί πόροι». Σε αυτό το πλαίσιο και για την επίτευξη «οικονομιών κλίμακας» σε όφελος των ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, οι βιομήχανοι του ΣΕΒ θα έχουν κάθε δυνατότητα πρόσβασης στις ερευνητικές υποδομές και το έργο φορέων, πανεπιστημιακών και άλλων ιδρυμάτων. Επιπλέον, οι βιομήχανοι θα έχουν και τη δυνατότητα να κατευθύνουν πιο άμεσα την Ερευνα σε τομείς που οι ίδιοι ενδιαφέρονται, για την αύξηση της κερδοφορίας τους και βέβαια απόλυτα ξεκομμένα από τη κάλυψη των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Η συνεργασία αφορά ιδιαίτερα σε «επιλεγμένους τεχνολογικούς τομείς μεγάλης εθνικής σημασίας», συγκεκριμένα αγροδιατροφή, φάρμακα, Υγεία, πληροφορική, Ενέργεια, περιβάλλον, υλικά κ.ά, στη «βάση των προτεραιοτήτων της εφαρμοσμένης Ερευνας», όπως χαρακτηριστικά προβλέπεται στη συμφωνία, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ντόπιων μονοπωλίων και άλλων επιχειρηματικών ομίλων στους εν λόγω τομείς.
Associated Press |
Η ρωσική οικονομία σταμάτησε την «κούρσα» της ανόδου, που χαρακτήριζε το προηγούμενο διάστημα όλες τις «δυναμικά αναπτυσσόμενες χώρες» των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), και εμφανίζεται πλέον αρκετά «στριμωγμένη» όχι μόνο από τις δυτικές κυρώσεις (ΗΠΑ, ΕΕ, Καναδά, Αυστραλίας κ.ά.) αλλά και εξαιτίας της σημαντικής πτώσης των τιμών στο πετρέλαιο. Δεν είναι μυστικό πως μεγάλο κομμάτι των εσόδων του ρωσικού κράτους προέρχεται από την εξαγωγή των ενεργειακών πηγών του.
Το Γενάρη του 2015, το ΑΕΠ της Ρωσίας μειώθηκε κατά 1,5%, σε σχέση με τον ίδιο μήνα της περασμένης χρονιάς. Για 7η συνεχή βδομάδα παρατηρείται μείωση των διεθνών αποθεμάτων της χώρας, που συρρικνώθηκαν στα 364,6 δισεκατομμύρια δολάρια, χάνοντας μέσα σε μια βδομάδα 3,7 δισεκατομμύρια δολάρια και πέφτοντας στα επίπεδα του 2007. Οι τιμές στα βιομηχανικά και άλλα προϊόντα σημείωσαν αύξηση 1,5% τον ίδιο μήνα. Ο πληθωρισμός υπολογίζεται πως «τρέχει» με ταχύτητα 16%, που σημαίνει πως από τις αρχές του 2015 έχει αυξηθεί κατά 5,2%. Το υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης της Ρωσίας υπολογίζει πως φέτος το ΑΕΠ της χώρας μπορεί να συρρικνωθεί έως και -3%, ενώ οι μειώσεις μισθών των εργαζομένων θα φτάσουν το -9,6%, ενώ ο πληθωρισμός μπορεί να ξεπεράσει το 20%. Η νέα αυτή καπιταλιστική κρίση συγκρίνεται πλέον με την κρίση του 2009, όταν το ΑΕΠ της χώρας είχε πέσει κατά - 8% και οι μισθοί κατά -10%.
Φαίνεται από τα παραπάνω πως και για τη Ρωσία ισχύει η «κλασική συνταγή» διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, με τη μεταφορά των βαρών στις πλάτες των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Οχι τυχαία επανήλθαν στους κυβερνητικούς κόλπους της Ρωσίας τα σχέδια σταδιακής αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης στα 63 χρόνια (από τα 60 στους άντρες και στα 55 στις γυναίκες).
Τα οικονομικά στελέχη της κυβέρνησης διαβεβαιώνουν, ωστόσο, πως μέσα σ' αυτήν τη χρονιά η ρωσική οικονομία θα μπορεί να «αναπροσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις». Οπως υποστηρίζουν, η σημαντική υποτίμηση του ρωσικού νομίσματος (που έχασε το 30% της ισχύος του) και που συνοδεύτηκε από την αύξηση του πληθωρισμού και βέβαια από τη σημαντική μείωση της αγοραστικής ικανότητας, του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων και συνταξιούχων της χώρας, θα οδηγήσει στην «ανάκαμψη» της ρωσικής οικονομίας.
Η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τους εργαζόμενους, που βλέπουν το εισόδημά τους να εξανεμίζεται, ανακοίνωσε στις 4 Μάρτη δίμηνο μορατόριουμ στις αυξήσεις σε 20 βασικά καταναλωτικά αγαθά, όπως το ψωμί, τα αυγά, το λάδι κ.ά.
Βεβαίως, η κρίση, όπως παντού συμβαίνει, ενώ μπορεί να καταστρέψει και να συρρικνώσει ολόκληρους κλάδους της οικονομίας, δίνει ευκαιρίες σε άλλους καπιταλιστές να διαπρέψουν και να αποκτήσουν νέες πηγές κερδοφορίας. Αν ,για παράδειγμα, φέτος, εξαιτίας της υποτίμησης του ρουβλιού όλο και λιγότεροι Ρώσοι θα κάνουν διακοπές στο εξωτερικό, την ίδια ώρα υπολογίζεται πως θα υπάρξει αύξηση της ζήτησης και της κερδοφορίας για τους επιχειρηματίες που ασχολούνται με τον εσωτερικό τουρισμό.
Επιπλέον, η ρωσική κυβέρνηση προσπαθεί, από τη μια, να επιταχύνει τις διαδικασίες από την καπιταλιστική ενοποίηση με χώρες της Ευρασίας (Λευκορωσία, Καζαχστάν, Αρμενία, Κιργισία κ.ά.) και, από την άλλη, να «οικοδομήσει» παραπέρα τις οικονομικές σχέσεις της με τις χώρες των BRICS αλλά και άλλες χώρες, όπως η Τουρκία, που δεν παρασύρθηκαν στο «ρεύμα» των αντιρωσικών κυρώσεων της Δύσης.
Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η ανάπτυξη αυτών των σχέσεων θα μπορέσει να «ισοφαρίσει» τις απώλειες που έχουν τα ρωσικά μονοπώλια από τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από τη Δύση και τη ραγδαία πτώση των τιμών στα βασικά εξαγωγικά αγαθά της Ρωσίας, τα καύσιμα. Πολύ περισσότερο, σε περίπτωση παραπέρα έντασης και όξυνσης των σχέσεων της Ρωσίας με τις ΗΠΑ, τόσο στο ουκρανικό ζήτημα, που δε φαίνεται να έχει κοπάσει και επικρατεί μια κατάσταση «ούτε ειρήνη, ούτε πόλεμος», όπως και σ' άλλα «ανοιχτά ζητήματα». Τέτοιο, π.χ., είναι το ζήτημα των διαφορετικών σχεδίων αγωγών από την Κασπία και την Κεντρική Ασία προς την Ευρώπη αλλά και η κατάσταση στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική, η όξυνση και αντιπαράθεση για την Αρκτική, τα ζητήματα πυρηνικής ασφάλειας, που συνδέονται με τις συμφωνίες αφοπλισμού και τη λεγόμενη αντιπυραυλική «ασπίδα» των ΗΠΑ στην Ευρώπη, και ένα σωρό άλλα ζητήματα. Επιπλέον, όλο και συχνότερα τα ρωσικά ΜΜΕ και αναλυτές συνδέουν τις ρωσικές οικονομικές δυσκολίες με αυτές που μπορούν να υπάρξουν στην οικονομία της ΕΕ και στην πορεία και με ανάλογες συνέπειες, που μπορούν να πλήξουν και τη βορειοαμερικανική οικονομία, σ' ένα φαινόμενο «μπούμερανγκ», όπως γράφουν.
Σ' αυτό το «τοπίο» της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, της καπιταλιστικής κρίσης, που χτυπά τη μία καπιταλιστική οικονομία μετά την άλλη, η ρωσική οικονομία δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Μια εξέλιξη που, όπως φαίνεται, επιταχύνθηκε από τις αντιρωσικές κυρώσεις της Δύσης και την πτώση των τιμών στο πετρέλαιο. Οι εργαζόμενοι της Ρωσίας ετοιμάζονται, για 2η φορά μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού, να γευτούν τα «δώρα» του καπιταλισμού, που πολλαπλασιάζονται στις συνθήκες της κρίσης του: Φτώχεια, εξαθλίωση, ανεργία, νέα αντεργατικά μέτρα, κίνδυνος εμπλοκής σε νέους τοπικούς και πιο γενικευμένους πολέμους.
Για τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ», ο πλούτος αυτός είναι γνωστός από παλιά, ενώ κάποιες εκτιμήσεις θεωρούν πως τα χερσαία κοιτάσματα πετρελαίου στην Αλβανία είναι τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Τα πρώτα επιβεβαιωμένα μεγάλα χερσαία κοιτάσματα πετρελαίου ήταν γνωστά ήδη από το 1928 και είχαν εντοπιστεί στο Πάτος Μαρίντζα (10 χλμ ανατολικά της πόλης Φιερ, στη Νότια-Κεντρική Αλβανία, που μετά τα εγκατέλειψαν λόγω πολιτικών και κοινωνικών αναταράξεων), με αρχική εκτίμηση περί της ύπαρξης 2 δισ. βαρελιών αργού πετρελαίου. Επίσης, γνωστά είναι τα δεύτερα μεγαλύτερα χερσαία κοιτάσματα πετρελαίου, ποσότητας πάνω από μισό δισ. βαρέλια πετρελαίου, στην Κουτσοβά της Νότιας Αλβανίας, σε απόσταση περίπου 30 χλμ ανατολικά της πόλης Φιερ. Στα κοιτάσματα της Κουτσοβά σήμερα δραστηριοποιούνται ιδιαίτερα έντονα, κατά κύριο λόγο, οι δύο μικρές καναδικές πετρελαϊκές εταιρίες «Bankers Petroleum» και «Manas Petrol».
Για την ιστορία, και στην περίοδο της Λαϊκής Δημοκρατίας σε άλλες συνθήκες (και όχι του καπιταλισμού όπως σήμερα) η ΕΣΣΔ μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενδιαφερθεί για αμοιβαία συνεργασία στον τομέα της εξόρυξης και συνέβαλε στην ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα. Οι πολιτικές διαφωνίες και η ρήξη της Αλβανίας με την ΕΣΣΔ και αργότερα με την Κίνα το 1978, που επίσης ενδιαφέρθηκε, προκάλεσε τη φθίνουσα πορεία της πετρελαϊκής παραγωγής.
Τα αλβανικά πετρέλαια μπαίνουν στο στόχαστρο των μονοπωλίων μετά την καπιταλιστική παλινόρθωση στις αρχές της δεκαετίας του '90.
Εκείνη την περίοδο εταιρείες, όπως οι «Shell», «Chevron», «Occidental», έσπευσαν στην Αλβανία για να πάρουν ένα καλό μερίδιο από τον ορυκτό πλούτο της χώρας. Η πρώτη άδεια δόθηκε για υποθαλάσσιες έρευνες το 1990 και τα επόμενα λίγα χρόνια μπήκαν οι υπογραφές (κυρίως επί κυβέρνησης Σαλί Μπερίσα) σε συμβόλαια πολυεθνικών, όπως οι «Chevron», «Occidental», «Hamikn», «AGIP», «Deminex». Το 1992 η γαλλική «Coparex», η κροατική «INA NAFTAPLIN» και η βρετανο-ολλανδική «SHELL» εξασφάλισαν την πρόσβαση σε επτά χερσαία οικόπεδα πετρελαίου. Ομως, λίγα χρόνια μετά, η δραστηριότητα περιορίστηκε, μεταξύ άλλων και λόγω του πολέμου στο γειτονικό Κοσσυφοπέδιο, που κράτησε μέχρι και τη ΝΑΤΟική επέμβαση το 1999. Αυτή η εξέλιξη φαίνεται να έδωσε «πόντους» στην παρέμβαση των αμερικανικών μονοπωλίων στην περιοχή.
Ο αλβανικός νόμος περί εκμετάλλευσης πετρελαίου, που άρχισε να συντάσσεται από τις αρχές της δεκαετίας του '90 ως πριν περίπου επτά χρόνια, με νεοφιλελεύθερες και λεγόμενες κεντροαριστερές κυβερνήσεις, προβλέπει ότι τα ενεργειακά μονοπώλια μπορούν να εκμεταλλευτούν τον πλούτο της περιοχής που θα αναλάβουν για τουλάχιστον 25 + 5 ή 7 χρόνια (σε ορισμένες περιπτώσεις) με ιδιαίτερα προνομιακούς όρους, απαλλαγές από φόρους και δασμούς και 100% δικαίωμα εξαγωγής του παραγόμενου πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Οσο για τα κέρδη; Αυτά υποτίθεται πως ρυθμίζονται κάθε φορά με συμβόλαιο ανάμεσα στην εταιρεία και το «αλβανικό δημόσιο» (βλέπε αστική τάξη...) που εκπροσωπείται από την «Εθνική Υπηρεσία Φυσικών Πόρων» (AKBN). Εξυπακούεται πως, για να μπει το «νερό στο αυλάκι» έως ότου τεθούν σε εφαρμογή τα φιλόδοξα επενδυτικά σχέδια των μονοπωλίων στην Αλβανία, είχε προηγουμένως (ήδη από το Δεκέμβρη του 2011 επί κυβέρνησης Μπερίσα) ιδιωτικοποιηθεί κατά 100% η αλβανική πετρελαϊκή εταιρεία« Albpetrol».
Δεν είναι μόνο τα αλβανικά κοιτάσματα που βρίσκονται στο επίκεντρο ενδιαφέροντος αλλά και η γεωπολιτική θέση της χώρας, που την αναδεικνύει σε κρίσιμο παράγοντα για τα δίκτυα αγωγών που στήνουν ανταγωνιστικά μονοπώλια στα Βαλκάνια, όπως τα δίκτυα των (υποστηριζόμενων από τη Δύση) αγωγών ΤΑΡ (μεταφορά αζέρικου φυσικού αερίου από την Κασπία ως την Ιταλία), ΑΜΒΟ (μελλοντικός αγωγός 570 μιλίων που θα συνδέει το βουλγαρικό Μπουργκάς της Μαύρης Θάλασσας με το αλβανικό λιμάνι Βλόρε στην Αδριατική) και του ρωσικού αγωγού «Νότιο Ρεύμα» που αναστάλθηκε το Δεκέμβρη του 2014, δίχως να αποκλείεται μία εκ νέου επανεξέτασή του. Στα σχέδια των σύνθετων δικτύων μεταφοράς ενέργειας, η Αλβανία φαίνεται να παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο σε αυτά που αφορούν τον αγωγό ΤΑΡ, μεταφοράς φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν, την Κασπία και τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη, μέσω Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα και Αδριατικής. Ας σημειωθεί πως ο αγωγός ΤΑΡ είναι τμήμα του λεγόμενου «Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου» (Southern Gas Corridor), μία πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την παροχή φυσικού αερίου από την Κασπία και τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη με στόχο την ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία, που θεωρείται τμήμα του «Νέου δρόμου Μεταξιού».
Η καναδική «Manas Petroleum» ήταν από τις πρώτες που έσπευσαν να επωφεληθούν από το νέο νομικό και κανονιστικό ρυθμιστικό πλαίσιο παραγωγής και εκμετάλλευσης αλβανικών υδρογονανθράκων. Δεν είναι τυχαίο πως στα ανώτατα κλιμάκια της «Manas Petroleum» και της, επίσης καναδικής, «Bankers Petroleum» (που έχει κάνει επενδύσεις στην Αλβανία περίπου 1,4 δισ. δολαρίων μέσα στα τελευταία λίγα χρόνια) ανέβηκε ο πρώην διοικητής του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, ε.α. στρατηγός Αμερικανός Γουέσλεϊ Κλαρκ, που επέστρεψε στον τόπο του εγκλήματος αυτή τη φορά απευθείας ως εκπρόσωπος επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δραστηριότητες των δύο εταιρειών γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση στην Αλβανία ιδιαίτερα μετά την ανάληψη διευθυντικού πόστου από τον ε.α. στρατηγό.
Πέρα από την εταιρεία «Bankers», στην περιοχή δραστηριοποιείται έντονα η, επίσης καναδική, μικρή πετρελαϊκή «Stream Oil & Gas», που έχει υπογράψει συμβόλαια εκμετάλλευσης με το αλβανικό δημόσιο μέσω της AKBN στις τρεις περιοχές Cakran-Mollaj, Gorisht-Kocul και Ballsh-Hekal που βρίσκονται νοτίως των κοιτασμάτων της περιοχής Πάτος Μαρίντζα. Το συμβόλαιο της ΑΚΒΝ με τη «Stream Oil & Gas» καλύπτει έρευνες και παραγωγή κοιτάσματος φυσικού αερίου στην Ντελβίνα.
Χάρη στη δραστηριοποίηση αυτών των πετρελαϊκών εταιρειών, ιδιαίτερα την τελευταία 10ετία, αυξάνεται σταθερά η πετρελαϊκή παραγωγή στην Αλβανία. Το 2011 μόνο η εταιρεία «Stream Oil & Gas» παρήγαγε στις περιοχές ευθύνης της περίπου 2.000 βαρέλια αργού πετρελαίου τη μέρα, τα οποία διπλασίασε δύο χρόνια μετά, φιλοδοξώντας να τα αυξήσει σε 15.000 βαρέλια πετρελαίου τη μέρα ως το τέλος τρέχοντος έτους.
Σημαντικά, όμως, φαίνεται να είναι και τα αλβανικά υποθαλάσσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, τα οποία όμως ακόμη δεν είναι στο επίκεντρο εκμετάλλευσης λόγω εκκρεμοτήτων που σχετίζονται με τη οριοθέτηση της αλβανικής ΑΟΖ και τις συνεννοήσεις της Αλβανίας με γειτονικές χώρες, όπως η Ελλάδα. Γνωστή είναι η χαρακτηριστική περίπτωση της ελληνο-αλβανικής συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ, μεταξύ άλλων και για τη ρύθμιση της εκμετάλλευσης υποθαλάσσιων πετρελαίων στο Ιόνιο, επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή τον Ιούνη του 2009, αλλά ακυρώθηκε στη συνέχεια από το Συνταγματικό Αλβανικό Δικαστήριο με προσφυγή του Αλβανού «Σοσιαλιστή», κατοπινού πρωθυπουργού, Εντι Ράμα. Σχετικά με την ακύρωση της ελληνο-αλβανικής συμφωνίας περί ΑΟΖ υπάρχουν αναλύσεις που κάνουν λόγο για «ισχυρό τουρκικό παράγοντα» που ασκεί σημαντική επιρροή στην Αλβανία.
Γεγονός είναι, πάντως, πως, όσο περνά ο καιρός και βελτιώνεται η τεχνολογία γεωτρήσεων σε χερσαία και υποθαλάσσια μεγάλα βάθη, τόσο εντείνεται το ενδιαφέρον μεγαλύτερων εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου για τα κοιτάσματα στην Αλβανία. Μόλις την περασμένη Τρίτη, η «SHELL», που ξαναμπήκε στο «παιχνίδι», ανακοίνωσε πως εντόπισε νέα σημαντικά πετρελαϊκά κοιτάσματα στο νομό Βερατίου της Κεντρικής-Νότιας Αλβανίας. Ανακοίνωσε ακόμη πως, σε συνεργασία με την «Petromanas», θα αυξήσει τις επενδύσεις στην περιοχή κατά μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.
Επίσης, είναι ενδεικτικό ότι στην επικείμενη διεθνή διάσκεψη «Πετρέλαιο - Φυσικό Αέριο - Ενέργεια 2015» στα Τίρανα ένας από τους χορηγούς είναι η εταιρεία «Polyeco» ελληνικών συμφερόντων (με έδρα στον Ασπρόπυργο), που ασχολείται με τη διαχείριση και αξιοποίηση βιομηχανικών, πετρελαϊκών και άλλων αποβλήτων, με παρουσία στα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία, την Κύπρο και την Ανατολική Αφρική.
Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι βέβαιο: Σε συνθήκες καπιταλισμού και ανεξαρτήτως αστικής διαχείρισης ο αλβανικός λαός δεν πρόκειται να ωφεληθεί από την εκμετάλλευση του σημαντικού ορυκτού πλούτο της χώρας, ενώ ο σφοδρός ανταγωνισμός των μονοπωλίων, που είναι σίγουρο ότι θα κλιμακωθεί, μόνο σε νέες περιπέτειες μπορεί να τον μπλέξει.