Παρασκευή 6 Γενάρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κοροϊδία με τη «μαύρη» εργασία

Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση αναδεικνύει την καταπολέμηση της «μαύρης» εργασίας σε «υπ' αριθμό ν. 1» στόχο της πολιτικής της στα Εργασιακά. Συνήθως, τέτοιες βαρύγδουπες δηλώσεις γίνονται σε περιόδους που στο παρασκήνιο ετοιμάζονται νέα αντεργατικά μέτρα και η καταπολέμηση της «μαύρης» εργασίας σερβίρεται ως το φάρμακο «διά πάσαν νόσον». Για παράδειγμα, η σημερινή οικονομική κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων αποδίδεται εν πολλοίς στο μεγάλο ποσοστό της «μαύρης» εργασίας, για την οποία οι εργοδότες δεν πληρώνουν εισφορές και έτσι προστίθεται ένα ακόμα άλλοθι για τις προωθούμενες αντιασφαλιστικές ανατροπές. Το ίδιο ισχύει και με τα δημοσιονομικά, όπου η «μαύρη» εργασία παρουσιάζεται ως παράγοντας διαφυγής φορολογικών εσόδων και έτσι δικαιολογούνται από την κυβέρνηση μέρος των φοροληστρικών μέτρων σε βάρος του λαού. Χώρια που καλλιεργείται η προσδοκία ότι αν και όταν καταπολεμηθεί η «μαύρη» εργασία, θα υπάρξουν μέτρα αντιστροφής και βελτίωσης της κατάστασης σε Ασφαλιστικό και φορολογία. Αντίστροφα, προτείνεται από πολλούς η μείωση των εργοδοτικών εισφορών και της φορολογίας για το κεφάλαιο, προκειμένου να έχει κίνητρο να απασχολεί «δηλωμένους» εργαζόμενους. Την ίδια ώρα, βέβαια, τεράστιες βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων παραμένουν ανείσπρακτες, ενώ και στο Φορολογικό, πέρα από τα χρωστούμενα, το κεφάλαιο απολαμβάνει ένα σωρό απαλλαγές από το κράτος. Επομένως, ψέμα και κοροϊδία ο «ανένδοτος» της κυβέρνησης ενάντια στη «μαύρη» εργασία που εξυπηρετεί άλλες σκοπιμότητες. Πολύ περισσότερο που το ίδιο το κράτος, με τους νόμους για την «ευελιξία», είναι ο πρώτος διδάξας στην ισοπέδωση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων, δίνοντας αέρα στα πανιά της εργοδοσίας να απασχολεί με όποιους όρους θέλει τους εργαζόμενους.

Επιχειρηματικός πόλεμος...

Πολλά γράφονται αυτές τις μέρες για την έρευνα σε μεγάλη φαρμακοβιομηχανία που κατηγορείται για τον «επηρεασμό» γιατρών, προκειμένου να συνταγογραφούν τα δικά της φάρμακα έναντι των ανταγωνιστών της. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της έρευνας (αν και όταν ολοκληρωθεί), υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που επαναλαμβάνονται σε τέτοιες περιπτώσεις, είτε αποκαλύπτονται στην Ελλάδα, είτε στον υπόλοιπο κόσμο. Ενα βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι έρχονται στην επιφάνεια στο πλαίσιο ενός αδυσώπητου ανταγωνισμού ανάμεσα σε μονοπωλιακά μεγαθήρια, που χρησιμοποιούν όλες τις «νόμιμες» και «παράνομες» μεθόδους για να καταλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά. Ο μεταξύ τους πόλεμος παίρνει διάφορες μορφές, συνδέεται με ευρύτερα και ακόμα μεγαλύτερα συμφέροντα, ενεργοποιεί ολόκληρα κράτη, στην προσπάθεια να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των μονοπωλίων τους. Επομένως, σίγουρα υπάρχουν πολλές αθέατες πλευρές πίσω από αυτήν την υπόθεση, όπως και πίσω από την υπόθεση της «Siemens» στην Ελλάδα ή της «Volkswagen» πρόσφατα στις ΗΠΑ.

... για το εμπόρευμα φάρμακο

Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, υπάρχει και η εξής διάσταση: Η εμπλεκόμενη εταιρεία δεν διακινεί ένα οποιοδήποτε προϊόν, αλλά το εμπόρευμα φάρμακο. Πέρα, λοιπόν, από το γεγονός ότι το κεφάλαιο ελέγχει την έρευνα και βγάζει τεράστια κέρδη από την παραγωγή και τη διακίνηση ενός πολύτιμου για τον άνθρωπο αγαθού, η εμπορευματοποίηση της Υγείας και του Φαρμάκου παρέχει το έδαφος στα πολυεθνικά μεγαθήρια να εξαγοράζουν μερίδα των γιατρών και να τους μετατρέπουν σε πλασιέ των επιχειρηματικών τους συμφερόντων. Αυτή είναι η ουσία πίσω από την υπόθεση που ερευνά η Δικαιοσύνη και όχι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να αποκαταστήσει τον υγιή ανταγωνισμό στη φαρμακοβιομηχανία, όπως γράφουν τα έντυπα που την στηρίζουν.

Ολα στο ζύγι του κέρδους

Διαβάζουμε στον Τύπο ότι το «πείραμα» της μείωσης του εργάσιμου χρόνου από τις 8 στις 6 ώρες, χωρίς αντίστοιχη μείωση του μισθού, για τους απασχολούμενους σε γηροκομείο της Σουηδίας «απέτυχε» και ότι η έκβασή του επηρεάζει καθοριστικά το σχέδιο επέκτασης του 6ωρου και σε άλλες επιχειρήσεις. Το κριτήριο με το οποίο δοκιμάστηκε το 6ωρο και συζητιόταν η γενίκευσή του, δεν ήταν βέβαια οι ανάγκες των εργαζομένων και οι δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν σήμερα να μειωθεί ο ημερήσιος χρόνος εργασίας συνολικά για τους εργαζόμενους. Αντίθετα, κριτήριο ήταν η αύξηση της παραγωγικότητας και η μείωση των ημερών που έλειπαν οι εργαζόμενοι με αναρρωτική άδεια. Με αυτά τα «μέτρα και σταθμά», προέκυψαν τα εξής αποτελέσματα: Η παραγωγικότητα της εργασίας βελτιώθηκε, οι μέρες απουσίας των εργαζομένων μειώθηκαν, όπως μειώθηκαν και οι δαπάνες για επιδόματα ανεργίας, αφού το ωράριο λειτουργίας της επιχείρησης καλύφθηκε με νέες προσλήψεις. Αυτό που αυξήθηκε, ήταν η δαπάνη για τη μισθοδοσία λόγω των προσλήψεων. Μάλιστα, η αύξηση αυτή ήταν μεγαλύτερη από το «άθροισμα» του κέρδους που αποκόμιζε η επιχείρηση από την άνοδο της παραγωγικότητας. Επομένως, μπορεί το πείραμα να εγκαταλείφθηκε, άφησε όμως ένα διδακτικό συμπέρασμα για τους εργαζόμενους: Στον καπιταλισμό δεν υπάρχει τίποτα που να κάνει το κεφάλαιο (και το κράτος του), χωρίς να υπηρετεί το στόχο της μεγαλύτερης κερδοφορίας του...



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ