Σάββατο 5 Ιούνη 2021 - Κυριακή 6 Ιούνη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Με όπλο τις Αποφάσεις του 21ου Συνεδρίου προχωράμε μπροστά

Οι Θέσεις για το 21ο Συνέδριο σωστά εκτιμούν την κατάσταση μέσα στην οποία καλείται το Κόμμα μας να δράσει το επόμενο διάστημα. Μια περίοδος που δεν θα είναι συνηθισμένη. Η θεωρητική - ιδεολογική θωράκιση όλων των καθοδηγητικών κρίκων, όλων των μελών του Κόμματος, αποτελεί όρο για την αντιμετώπιση των καμπών που θα προκύπτουν ως αποτέλεσμα των κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών εξελίξεων, ακόμα και σε συνθήκες επιδείνωσης του συσχετισμού.

Οι σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματος, η πείρα της περιόδου του 2012, το Πρόγραμμά μας, αποτελούν ισχυρά όπλα στην πάλη μας. Η πείρα των αγώνων μέσα στην περίοδο της πανδημίας αποτελεί παρακαταθήκη για τη δράση των κομμουνιστών μέσα σε οποιεσδήποτε συνθήκες.

Ο «διακαής πόθος» αστών και οπορτουνιστών, να σύρουν το ΚΚΕ στον δρόμο της ενσωμάτωσης, θα μείνει άσβεστος.

Η προσπάθεια να ταυτίσουν τις σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματος, την αποτύπωση των αντικειμενικών συνθηκών όπου καλούμαστε να δράσουμε, των υποκειμενικών αδυναμιών που με πείσμα και τόλμη θα αντιμετωπίσουμε, ως «στροφή» του ΚΚΕ, μόνο στα πιο τρελά τους όνειρα ισχύει.

Οι σφυρηλατημένοι δεσμοί του Κόμματος με την εργατική τάξη, η συνεχής δράση των κομμουνιστών μέσα στους χώρους δουλειάς, ανατροφοδοτούν με πείρα το Κόμμα, μας γεμίζουν ενθουσιασμό και μεγαλύτερη ευθύνη για το επόμενο διάστημα, την εποχή των εργατικών επαναστάσεων.

Η «ονείρωξη» κάθε οπορτουνιστή για στροφή του ΚΚΕ στον δρόμο της δικής του ενσωματωμένης καπιταλιστικής πραγματικότητας θα παραμείνει ως απλή επιθυμία που κινείται στον κόσμο της δικής του «καπιταλιστοεμμονής», της δικής του «αριστερής» κυβέρνησης, των δικών του «αντιδεξιών» μετώπων. Αυτές οι δυνάμεις με τη δική τους πρόταση και στάση το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να σύρουν το κίνημα στην αγκαλιά των στόχων κυβερνητικής εναλλαγής του ΣΥΡΙΖΑ

Με ΤΟΛΜΗ να εντείνουμε την προσπάθεια να βελτιώσουμε τις καθοδηγητικές μας αδυναμίες, με ΤΟΛΜΗ να τσακίσουμε τον οπορτουνισμό και τις αιτίες που τον θρέφουν, με ΤΟΛΜΗ να δουλέψουμε τη στρατηγική μας μέσα στις εργατικές μάζες, τον επαναστατικό φορέα της νέας κοινωνίας.

Δεν υποτασσόμαστε στις δύσκολες αντικειμενικά συνθήκες. Η ίδια η δράση του Κόμματος συνέβαλε καθοριστικά ώστε ένα σημαντικό τμήμα εργατών να αντιστέκεται και να αντέχει, κράτησε ζωντανή την αξία του συνδικάτου, συγκράτησε δυνάμεις, ανασύνταξε συνδικάτα, διαπαιδαγώγησε μια νέα γενιά αγωνιστών.

Η πείρα από τις μάχες μέσα στο εργατικό κίνημα έφερε στην επιφάνεια δυσκολίες, αδυναμίες, για το πώς δρουν οι κομμουνιστές μέσα στα σωματεία ώστε αυτά να αποτελούν οργανώσεις συσπείρωσης και δράσης της πλειοψηφίας των εργαζομένων, κάστρα διεκδίκησης και αγώνα, πραγματικά σχολεία ταξικής διαπαιδαγώγησης. Δεν είναι όμως φορείς επαναστατικής αλλαγής, παλεύουν για τη βελτίωση της πώλησης της τιμής της εργατικής δύναμης. Η οικοδόμηση, η στρατολογία, το ισχυρό ΚΚΕ δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ανασύνταξη του κινήματος.

Μέσα σε συνθήκες υποχώρησης και αρνητικού συσχετισμού, η προσπάθεια για την οργάνωση της πάλης, τη διαμόρφωση αιτημάτων και διεκδικήσεων απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη φροντίδα και ευθύνη, συνεχή μελέτη, γείωση με τα προβλήματα των εργαζομένων του χώρου, «μαεστρία» να αποκαλύπτουν τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου και του αστικού κράτους, τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, και να αξιοποιούν την παραμικρή δυνατότητα που εμφανίζεται για να συσπειρώνονται εργαζόμενοι, να ενώνονται σπάζοντας στην πράξη την «ατομική ευθύνη», την «ατομική λύση», της «εθνικής ενότητας», που λέει ότι όλοι μαζί - εφοπλιστές και εργάτες - μπορούμε να τα καταφέρουμε.

Η πείρα από τη δράση μας στο λιμάνι και τα καράβια επιβεβαιώνει ότι τα σωματεία ανήκουν στους εργάτες ξηράς και θάλασσας. Η σταθερή παρέμβαση των κομμουνιστών, η διαμόρφωση και επεξεργασία αιτημάτων γειωμένων με τις ανάγκες και τα προβλήματα των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη την πείρα του κάθε εργάτη, η ταυτόχρονη ανάδειξη της δυνατότητας σήμερα να καλυφθούν οι κοινωνικές ανάγκες του 21ου αιώνα, μπορεί να κινητοποιήσει δυνάμεις, να συγκρουστεί και να διεκδικήσει κόντρα στο ρεύμα της υποταγής.

Χωρίς να υποκύπτουμε σε διλήμματα και πιέσεις άμεσων λύσεων, αναδεικνύοντας τις σημερινές πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες να ζήσουμε «αφέντες στον τόπο μας», συσπειρώνουμε δυνάμεις στη μάχη για το μεροκάματο, το ωράριο, τη ΣΣΕ. Ταυτόχρονα, αναδεικνύουμε τα όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που οριοθετεί την κάλυψη των αναγκών μας, τις δυνατότητες να καλυφθούν, τις αντιφάσεις του ίδιου του συστήματος.

Τη στιγμή που οι εφοπλιστές πλασάρονται στην 1η θέση παγκοσμίως, με συνεχείς νέες παραγγελίες πλοίων, την ίδια στιγμή απαιτούν την κατάργηση των ΣΣΕ, ετοιμάζοντας σύγχρονα πλωτά κάτεργα.

Τη στιγμή που θα μπορούσε να υπάρχει γιατρός και ιατρείο σε κάθε πλοίο, ναυτεργάτες μεταφέρονται με φέρετρα στα σπίτια τους.

Τη στιγμή που οι νέες γερανογέφυρες «4ης βιομηχανικής επανάστασης» προετοιμάζονται για το λιμάνι του Πειραιά, δίνοντας στους εργάτες τη δυνατότητα να δουλεύουν πιο ξεκούραστα και λιγότερες ώρες, η COSCO επιβάλλει 10ωρα, σακατεύοντας τα κορμιά των εργατών.

Η παραπάνω δουλειά απαιτεί να αποκτήσουμε ενιαία αντίληψη για τη σχέση του Κόμματος με το κίνημα, πάνω στο ζήτημα ότι το Κόμμα δρα και αυτοτελώς και στο κίνημα, συνδυασμένα. Να περάσουμε σε μια ανώτερη ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική δουλειά, να επεξεργαζόμαστε εύστοχα τη διαπάλη, να την εξειδικεύουμε στο κίνημα και να την προσαρμόζουμε ανά χώρο και κλάδο, ώστε να δυναμώσει η προσπάθεια οργάνωσης μαζών στη βάση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών.

Κύριο ζήτημα, να αναδειχθούν οι δύο γραμμές στο κίνημα, δηλαδή οι δύο δρόμοι ανάπτυξης. Δεν μπορεί να δυναμώσει αν δεν αξιοποιεί αιχμές - αιτήματα που οξύνουν τη διαπάλη, αν δεν αξιοποιεί τον κρίκο ικανοποίησης των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, επεξεργασία μέσα στον κλάδο για το ποιες είναι αυτές οι ανάγκες, για να αποδείξουμε τι μπορεί να λυθεί και γιατί δεν λύνεται, γιατί φταίνε τα μονοπώλια και ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, ποια μπορεί να είναι η προοπτική που εξασφαλίζει τα δικαιώματα, την ικανοποίηση και την ευημερία.

Αυτή είναι η άρρηκτη διαλεκτική σχέση ιδεολογικής, πολιτικής και μαζικής δουλειάς. Διαμόρφωσης ικανών εργατών, ηγετών μέσα στους χώρους δουλειάς, που παλεύουν από το πιο μικρό έως το πιο μεγάλο, που μπαίνουν μπροστά και οργανώνουν την πάλη των εργατών μα ταυτόχρονα αποκαλύπτουν, αναδεικνύουν και δείχνουν τον δρόμο της σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τον καπιταλισμό.


Δημήτρης Μπουρνάς
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Να ανέβει η μαχητικότητα και ο πήχης των απαιτήσεων

«Εμείς οι ηλικιωμένοι ίσως να μη ζήσουμε ως τις αποφασιστικές μάχες της επανάστασης... μπορώ όμως να εκφράσω με μεγάλη πεποίθηση την ελπίδα ότι η νεολαία όχι μόνο θα αγωνιστεί αλλά και θα νικήσει στην επερχόμενη προλεταριακή επανάσταση».

Τα παραπάνω είναι λόγια του Λένιν τον Γενάρη του 1917, λίγους μήνες πριν ηγηθεί της μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης. Αυτό σημαίνει ότι σε λίγους μήνες θα σαλπίσουμε και εμείς την επανάσταση; Σίγουρα όχι. Δείχνει όμως με βεβαιότητα ότι οι εξελίξεις περικλείουν τέτοια δυναμική που το Κόμμα χρειάζεται κάθε στιγμή να βρίσκεται σε ετοιμότητα, να μαχητικοποιεί και να μεγαλώνει τις γραμμές του μέσα από κάθε μάχη, να μην αφήνει έδαφος και χρόνο χαμένο.

Οι συνθήκες μέσα στις οποίες παρεμβαίνουμε, η αντεπανάσταση που δεν έχει κλείσει τον κύκλο της, είναι ζητήματα αντικειμενικά και τα έχουμε συζητήσει τα τελευταία χρόνια εκτενώς. Η κατανόηση και η αφομοίωσή τους είναι στοιχεία απαραίτητα για να μην κερδίσει η απογοήτευση και η παραίτηση, για να μην υποκλιθούμε στις δυσκολίες. Την ίδια στιγμή είναι και όρος για να ανέβει η μαχητικότητα και ο πήχης των απαιτήσεων γνωρίζοντας καλά την ιστορική συγκυρία και τον ρόλο που προκύπτει από αυτήν.

Στην πράξη ωστόσο υπάρχουν φορές που πέφτουμε σε υποκειμενισμό, αντικειμενικοποιούμε αδυναμίες μας, παγιώνουμε χαμηλούς στόχους στη δουλειά μας επηρεαζόμενοι από τις δυσκολίες και τη συνήθεια.

Το υποκειμενικό και το αντικειμενικό δεν είναι τοποθετημένα σε δύο ξεχωριστά κουτάκια που δεν επηρεάζονται μεταξύ τους. Αντίθετα βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση. Αν οι αντικειμενικές συνθήκες είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο καθορίζεται η υποκειμενική κίνηση, την ίδια στιγμή η δράση του υποκειμενικού παράγοντα εγγράφεται στις αντικειμενικές συνθήκες. Πιο συνοπτικά και κάπως χοντροκομμένα, αν περιμένουμε παθητικά το τρένο της επανάστασης, αυτό δεν θα περάσει ποτέ.

Τα παραπάνω θεωρώ ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον πυρήνα των Θέσεων που αναδεικνύουν ότι αρκετές φορές εξαιτίας καθοδηγητικών αδυναμιών εγκλωβίζουμε δυνατότητες που μπορεί να απελευθερώσουν η στρατηγική μας και οι σύγχρονες επεξεργασίες μας.

Οπως μπαίνουν αναλυτικά από το πρώτο κείμενο, οι αδυναμίες μας αφορούν την ικανότητα καθοδήγησης μετώπων παρέμβασης, την ι-π αναβάθμιση, που περνάει σημαντικά από τη λειτουργία των Οργάνων, την ανάδειξη στελεχών, το επίπεδο αφομοίωσης των θέσεων του Κόμματος από το σύνολο του κομματικού και ΚΝίτικου δυναμικού. Βήματα κάνουμε και θετικά παραδείγματα έχουμε αρκετά από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι σήμερα, πολλά από αυτά έχουν αναδειχθεί και από την εφημερίδα.

Είναι όμως κρίσιμο ζήτημα προς κατάκτηση το πώς μέσα από τα Οργανα θα γενικεύεται η θετική πείρα. Πώς, για παράδειγμα, θα μελετήσουμε τα βήματα οικοδόμησης που έκανε η ΚΝΕ σε ένα δήμο ή σε ένα πανεπιστήμιο κρατώντας δημιουργικά τα στοιχεία που βοήθησαν και αποφεύγοντας τη μηχανιστική μεταφορά «βημάτων» που δεν είναι συνταγή για να επαναλαμβάνεται.

Το ζήτημα της κατάκτησης των επεξεργασιών του Κόμματος από κάθε ΚΝίτικο και κομματικό μέλος είναι ένα μεγάλο στοίχημα. Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα κατά τη γνώμη μου που υπάρχει σοβαρό κενό - παρά τα όποια βήματα - ανάμεσα στις επεξεργασίες μας και στο επίπεδο αφομοίωσής τους είναι πλευρές που άπτονται του γυναικείου ζητήματος. Για μεγάλο χρονικό διάστημα όχι μόνο απαντούσαμε αμυντικά, αλλά λόγω άγνοιας υπήρχε σοβαρή σύγχυση ανάμεσα στο τι καταγγέλλουμε και τι δεχόμαστε από τα ιδεολογήματα της αστικής πολιτικής. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η στρεβλή κατανόηση και αναπαραγωγή θέσεων του Κόμματος έδωσε πάτημα για να δεχτούμε επίθεση από τον ΣΥΡΙΖΑ και κοντινές του δυνάμεις, που δεν καταφέραμε να αναχαιτίσουμε και να αποκαλύψουμε έναν ψευτοπροοδευτισμό που στην ουσία του αναπαρήγαγε ανορθολογικά αστικά ιδεολογήματα. Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα δεν είναι ούτε να αμυνθούμε ούτε να σταθούμε απλά σε ένα ζήτημα που «παίζει».

Μιλάμε για ένα θέμα που οι θέσεις και η δράση του Κόμματος υπερέχουν και ξεχωρίζουν από τη μέρα ίδρυσης του ΣΕΚΕ, που δοκιμάστηκαν και επιβεβαιώθηκαν από την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οι σημερινές επεξεργασίες μας για τις σύγχρονες εκφράσεις της γυναικείας ανισοτιμίας και τον δρόμο για την κατάργησή τους είναι όπλο που μπορεί να μας βοηθήσει να διεξάγουμε αποτελεσματικά τη διαπάλη.

Αντίστοιχα ζητήματα που οι Θέσεις του Κόμματος πρέπει να μπουν καλύτερα στη ζωή είναι τα ζητήματα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της ψηφιακής οικονομίας. Ζητήματα που κυριαρχούν και θα κυριαρχούν στην επικαιρότητα και μπορούν να ξεκλειδώσουν την καρδιά του προγράμματός μας, να αναδείξουν την αναζωογονητική επίδραση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής.

Ενα ακόμα «μεγάλο» ζήτημα προς αντιμετώπιση αφορά τη γενικευμένη κατάσταση με τη γρήγορη εναλλασσόμενη πληροφορία που τείνει να εκτοπίσει τη γνώση και τη μελέτη, τη σχέση με το διάβασμα και το βιβλίο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι υπάρχει κομμάτι της νεολαίας που θα δυσκολευτεί, ή τέλος πάντων δεν θα κάτσει να διαβάσει ένα κείμενο είκοσι, τριάντα σελίδων. Πράγμα που και επηρεάζει και επηρεάζεται από τη γλωσσική ανεπάρκεια που αφήνει ως κληροδότημα το αστικό σχολείο και ο συνολικός τρόπος ζωής. Και τα δύο μαζί αφήνουν τελικά αποτύπωμα στον τρόπο σκέψης.

Φυσικά ορισμένα από τα παραπάνω τα σημειώνω αυτοκριτικά, όπως επίσης είναι φανερό και το ότι οι γραμμές μας δεν μένουν ανεπηρέαστες. Ποια είναι η επαφή μας με το λογοτεχνικό βιβλίο; Πόσοι τρέξαμε να προμηθευτούμε και να διαβάσουμε το Δοκίμιο Ιστορίας του Κόμματος; Τα ερωτήματα και οι απαντήσεις είναι αμείλικτες, ωστόσο περνάει από το χέρι μας να πάμε και εδώ κόντρα στο ρεύμα.

Το ζήτημα δεν είναι να γίνουμε «θεωρητικοί» αποκομμένοι από τις μάζες. Ούτε όμως αρκεί να είμαστε μέσα στον κόσμο χωρίς να διαμορφώνουμε προϋποθέσεις να τους τραβήξουμε ιδεολογικά και πολιτικά. Στην πραγματική ζωή αυτά μπορούν να συνυπάρξουν, γιατί όταν μελετάς θες να μοιραστείς και όταν είσαι μέσα στον κόσμο δέχεσαι συνεχώς ερεθίσματα που σου αναδεικνύουν κενά και σε σπρώχνουν να μελετήσεις περισσότερο. Το κρίσιμο θέμα εδώ είναι να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της ατομικής αυτομόρφωσης ως συλλογικό καθοδηγητικό καθήκον και ευθύνη, ειδικότερα στις νέες ηλικίες.

Η πορεία προς το Συνέδριο του Κόμματος και οι αποφάσεις του αναμφισβήτητα θα παίξουν τον ρόλο τους για να αντιμετωπίσουμε αδυναμίες, για να ανεβάσει ο καθένας τον εαυτό του και όλοι μαζί το Κόμμα μας ένα μπόι ψηλότερα.

p { margin-bottom: 0.25cm; line-height: 120% }


Βασίλης Πύρρος
Φαντάρος

Σκέψεις και συμπεράσματα για τη βελτίωση της δουλειάς των μελών και φίλων του ΚΚΕ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στη Βρετανία

Σύντροφοι,

Το ζήτημα της συνδικαλιστικής παρέμβασης και δράσης των μεταναστών απασχολεί το τρίτο κείμενο των Θέσεων του Συνεδρίου. Από τη σκοπιά του μετανάστη η παρέμβαση στο κίνημα, ιδίως σε περιόδους οπισθοχώρησης, είναι μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στις δυσκολίες που έχουν οι δικές μας δυνάμεις στη Βρετανία να παρέμβουν.

Η ενίσχυση της δουλειάς μας στο ντόπιο κίνημα, στα σωματεία και στους εργασιακούς χώρους είναι ένας από τους βασικούς στόχους των Οργανώσεων εξωτερικού. Η δουλειά αυτή των κομμουνιστών στα συνδικάτα έχει έναν βασικό προσανατολισμό: Την αλλαγή των συσχετισμών μέσα σε αυτά ώστε να παλεύουν σταθερά για τα συμφέροντα των εργαζομένων, ενάντια στις επιδιώξεις της εργοδοσίας και τις επιταγές της αστικής τάξης.

Η συνολικότερη κατάσταση του εργατικού κινήματος στη Βρετανία, η αντεργατική στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας των σωματείων (που πρόσκεινται στο κόμμα των Εργατικών, δηλαδή στη σοσιαλδημοκρατία) αλλά και η έλλειψη ταξικού προσανατολισμού, που πηγάζει από τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του ντόπιου κομμουνιστικού κινήματος, αποτελούν σοβαρά εμπόδια στην κατεύθυνση αυτή για την προώθηση του στρατηγικού μας στόχου και την ανάπτυξη των καθημερινών αγώνων.

Η νέα καπιταλιστική κρίση και η νεοκεϊνσιανή προσέγγιση που ακολούθησε η βρετανική κυβέρνηση για να ξελασπώσει ουσιαστικά τα οικονομικά μεγαθήρια, φορτώνοντας νέα χρέη τον βρετανικό λαό, θα οδηγήσουν σύντομα σε περαιτέρω επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών, ενώ το νέο αντιδραστικό νομοθετικό πλαίσιο για τον περιορισμό των λαϊκών κινητοποιήσεων θα κάνει ακόμα πιο ασφυκτικούς τους όρους πάλης και διεκδίκησης στο εργατικό κίνημα στη Βρετανία.

Τα συνδικάτα στη Βρετανία βρίσκονται πολύ μακριά από το να υιοθετήσουν μια γραμμή ρήξης με τα μονοπώλια και την εργοδοσία, αλλά και να παίξουν το ρόλο του υπερασπιστή των εργατικών δικαιωμάτων. Υπάρχει διάχυτος συμβιβασμός των ηγεσιών τους με την κυρίαρχη αστική πολιτική, έχουν περιορισμένο ρόλο ως «help desks», αλλά και αδυναμία, στην πλειοψηφία τους, να οργανώσουν οποιαδήποτε κίνηση με στόχο την προάσπιση της εργασίας, της ασφάλειας των εργαζομένων, τις απολύσεις. Αυτές και άλλες αιτίες, η ατομική διέξοδος, εργοδοτική τρομοκρατία κ.ά., αποθαρρύνουν πολλούς εργαζόμενους από τα σωματεία και την οργανωμένη πάλη.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα γι' αυτήν τη δράση των σωματείων είναι ότι εν μέσω πανδημίας διαφήμιζαν και προωθούσαν τηλεφωνικά στα μέλη τους ασφάλειες ζωής και υγείας, ενώ σε καταγγελίες για οριζόντιες μειώσεις μισθών, εργαζόμενοι έπαιρναν την απάντηση πως υπάρχουν και χειρότερα, αφού σε άλλες εταιρείες γίνονται μεγαλύτερες μειώσεις και μαζικές απολύσεις!

Η χάραξη της παρέμβασής μας στο βρετανικό εργατικό κίνημα απαιτεί καλή και βαθιά γνώση του κάθε χώρου, συνεχή παρακολούθηση των εξελίξεων και αδιάκοπη παρέμβαση. Παράλληλα πρέπει να ξεσκεπάζεται ο ρόλος των ηγεσιών των σωματείων αλλά και της σοσιαλδημοκρατίας στην ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος στις επιταγές της αστικής τάξης. Επιδίωξή μας τα σωματεία να μην παίζουν μόνο το ρόλο του μεσολαβητή στις διαφορές εργαζομένων και εργοδότη, αλλά να διεκδικούν με μαζικούς και μαχητικούς όρους την ικανοποίηση των αιτημάτων των εργαζομένων, να αντιστέκονται στις συνολικότερες επιλογές του κεφαλαίου (κάτι που σύμφωνα με τη βρετανική νομοθεσία είναι παράνομο).

Από τη μέχρι τώρα εμπειρία μας προκύπτει ότι η παραπάνω δουλειά είναι δύσκολη χωρίς συνολική γνώση της πολιτικής επικαιρότητας και μια επεξεργασία τέτοια, που να τεκμηριώνει τις βασικές μας αντιλήψεις στους εργαζόμενους (το ρόλο του κεφαλαίου, πολιτικών δυνάμεων, εργοδοτών κ.τ.λ.). Μια αποσπασματική δουλειά ανά σωματείο και κατά περίπτωση δεν φαίνεται να αποδίδει μακροπρόθεσμα, ενώ ταυτόχρονα μεγάλο μέρος των δυνάμεών μας έχει θολό τον χαρακτήρα της παρέμβασής μας αλλά και τις δυνατότητές της. Πρόσφατα παραδείγματα εκλεγμένων αντιπροσώπων μας σε σωματεία με παρεμβάσεις που είχαν συλλογικά επεξεργαστεί, δείχνουν ότι υπάρχει μερίδα συνδικαλιστών που συμφωνεί με μια ριζοσπαστική, ταξική κατεύθυνση στο εργατικό κίνημα.

Ανοίγει κατά τη γνώμη μου, και με βάση τα παραπάνω, η συζήτηση σχετικά με το πώς μπορεί να εμβαθύνει η ταξικά προσανατολισμένη παρέμβαση στο βρετανικό εργατικό κίνημα και το ρόλο που μπορούμε να παίξουμε εμείς σε αυτό.

Αρχικά, η ύπαρξη ενός τέτοιου εργαλείου θα βοηθήσει στην παρέμβασή μας, στον συντονισμό της δράσης μας και στη γρήγορη συλλογή και γενίκευση της πείρας που στις χώρες του εξωτερικού, λόγω αποστάσεων και διασποράς δυνάμεων, πολλές φορές χάνεται. Με την ανάπτυξη της δράσης μας στα σωματεία και την καλή γνώση του χώρου θα βελτιώνεται διαρκώς και η ικανότητά μας να αναπτύσσουμε διεκδικητικά αιτήματα με βάση την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων κάθε κλάδου, ώστε να μπαίνουμε μπροστά και να πιέζουμε για να ανεβαίνει η μαχητικότητα των σωματείων.

Θα βοηθήσει στη συνολική ανάλυση της στρατηγικής άλλων δυνάμεων και κυβερνήσεων στο εργατικό κίνημα, στο πώς εφαρμόζονται αποφάσεις κ.τ.λ. Μια τέτοια γραμμή συσπείρωσης θα δώσει ώθηση όχι μόνο σε δικές μας δυνάμεις αλλά και σε μαχητικά κομμάτια που βρίσκονται σε οπισθοχώρηση.

Ο δικός μας ρόλος σε αυτήν τη διαδικασία εμπεριέχει αρκετές αντικειμενικές δυσκολίες όπως ο μικρός αριθμός δυνάμεων, λίγων εκλεγμένων αντιπροσώπων κ.τ.λ. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούμαστε να δώσουμε ένα τέτοιο στοίχημα σίγουρα αποτελούν παράγοντα καθυστέρησης, όμως μια δουλειά υποδομής θα ξεδιπλώσει τις δυνατότητες ολόπλευρης παρέμβασης στα σύγχρονα ζητήματα που απασχολούν.

Ουσιαστικά θέλω να πω ότι χωρίς να επιτελέσουμε το δύσκολο έργο της ανάλυσης των συνθηκών του βρετανικού κινήματος (όπως και σε κάθε χώρα που θέλουμε να αναπτύξουμε δράση) κάτω από τις οποίες έχουμε να δράσουμε, χωρίς να εξειδικεύσουμε τη στρατηγική μας μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η δουλειά μας στα σωματεία και στο εργατικό κίνημα συνολικότερα θα παραμένει στο επίπεδο της προσωπικής δράσης του κάθε συντρόφου, χωρίς τη δυνατότητα γενίκευσης ή μετάδοσης της πείρας και της δουλειάς.

Μια τέτοια κατεύθυνση στη δράση και την επεξεργασία της τακτικής μας θα μπορεί στο μέλλον να αξιοποιηθεί και για τη δημιουργία ενός ταξικού πόλου συσπείρωσης, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν.

Για να αναπτύξουμε ολοκληρωμένα τη δράση μας ως κομμουνιστές θα πρέπει ολόπλευρα και συστηματικά να ασχοληθούμε με όλες τις πλευρές της ζωής στις χώρες διαμονής μας, αναπτύσσοντας τη δράση μας με βάση τις συνεδριακές μας αποφάσεις.

Ζήτω το κόμμα μας, το εργατικό!


Τάσος Μαγγέλης
Λονδίνο, Μ. Βρετανία

Η γνώση του εδάφους όπου δρούμε και η συγκεκριμένη αξιοποίησή του στον σχεδιασμό μας, σημαντική προϋπόθεση για την ποιοτική αναβάθμιση της δουλειάς μας

Το 2ο κείμενο αναλύει ουσιαστικά το έδαφος πάνω στο οποίο δρούμε, τις βασικές εξελίξεις, της οικονομικής κρίσης και της αντίστοιχης διαχείρισης που έχει αντίκτυπο σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο. Αν και πολλά ζητήματα μπαίνουν σταθερά στον «Ριζοσπάστη» και στην ΚΟΜΕΠ, στην καθημερινότητα δεν έχουμε σταθερή πυξίδα στην παρακολούθησή τους, ακόμα και στα Οργανα μπαίνουν πολλές φορές σαν ενημερωτικό δελτίο.

Εδώ είναι θετική η πείρα από τα μαθήματα που έχουν γίνει μέχρι στιγμής στην ΚΝΕ. Για παράδειγμα, ορισμένα ζητήματα που ξεχωρίζουν στο ότι βοήθησαν στη συζήτηση που έγινε για τις ενδοϊμπεριαλιστικές διαμάχες:

- 1ον, κατανοήθηκε καλύτερα ο ανταγωνισμός μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής αστικής τάξης. Φάνηκε ότι πριν τα μαθήματα δυσκολευόμασταν να εξηγήσουμε καλά τις επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης, με αντίστοιχο αντίκτυπο στο κατά πόσο προωθούνται στην πράξη οι θέσεις του Κόμματος, τα αιτήματα στο κίνημα, π.χ. για να κλείσουν οι βάσεις.

- 2ον, το δέσιμο στο πλαίσιο του μαθήματος με τις τρέχουσες εξελίξεις και η ανάπτυξη επιχειρηματολογίας του αντιπάλου βοήθησε να κατανοηθεί ότι δεν μιλάμε για μία εύκολη υπόθεση, απαιτείται συνεχής μελέτη, ούτε αρκεί αυτό που διαβάσαμε στο μάθημα.

Για να μπορέσουμε όμως να καλλιεργήσουμε μία σταθερή παρακολούθηση των εξελίξεων, χρειάζεται νομίζω να «χωνέψουμε» καλύτερα το γιατί θέλουμε να παρακολουθούμε αυτές τις εξελίξεις. Για παράδειγμα, ειδικά στη νεολαία δεν είναι καθόλου «δημοφιλής» η αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη» και της ΚΟΜΕΠ πάνω σε ζητήματα αστικής διαχείρισης, ανταγωνισμών, π.χ. συνεδριάσεις Γιούρογκρουπ κ.λπ., γιατί πολλές φορές θεωρείται ότι «αυτά δεν τα διαβάζει η νεολαία». Ομως όταν εμείς οι νέοι κομμουνιστές, το πιο πρωτοπόρο κομμάτι της νεολαίας, γνωρίζουμε τις τάσεις της οικονομίας, τον σχεδιασμό της αστικής τάξης συνολικά, σε έναν κλάδο, τις θέσεις κομμάτων κ.λπ., μπορούμε να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι στο να αντιλαμβανόμαστε την αντανάκλασή τους στη συνείδηση της νεολαίας όπου παρεμβαίνουμε, και ρίχνοντας βάρος στο πώς θα κάνουν τα Τομεακά Συμβούλια ικανότερες τις ΟΒ. Μια τέτοια αντιμετώπιση του ζητήματος θα έχει πολλαπλά οφέλη, καθώς:

α) Πολλές φορές υπάρχουν μέλη που λένε ότι «ο κόσμος δεν καταλαβαίνει». Ομως το θέμα είναι να κατανοήσουν συγκεκριμένα το «γιατί ο κόσμος δεν καταλαβαίνει». Αυτό είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων, ένας εκ των οποίων είναι το κατά πόσο τα μέλη μας έχουν εικόνα για το πώς οι εξελίξεις και η ιδεολογικοπολιτική δουλειά αστικών κομμάτων και μηχανισμών παρεμβαίνουν και διαμορφώνουν τη συνείδηση με συγκεκριμένο τρόπο.

β) Οι συνεδριάσεις των Οργάνων θα γίνονται πιο ουσιαστικές στον βέλτιστο χρόνο, καθώς πλέον δεν θα αναπαράγονται οι εξελίξεις αλλά το επίκεντρο θα βρίσκεται στην αντανάκλαση αυτών, στο πώς επιδρούν, μέσα από ποιες απόψεις τις συναντάμε.

γ) Εχοντας όλο το «γήπεδο» μπροστά μας, θα μπορούμε να σχεδιάσουμε πιο εύστοχα ένα μακρόπνοο σχέδιο παρέμβασης σε έναν χώρο, καθώς και να είμαστε γειωμένοι στην προβολή του σοσιαλισμού, απαντώντας στο εκάστοτε σχέδιο του αντιπάλου.

Για παράδειγμα, με αφορμή τη συζήτηση για το «πράσινο new deal»: Η μελέτη του άρθρου της ΚΟΜΕΠ για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να συμβάλει στο να σκεφτούμε την αντανάκλαση ζητημάτων όπως η θέση για «ενεργειακή δημοκρατία» με βάση την «πράσινη ανάπτυξη», ζήτημα που ήδη έχει ανοίξει στην Κρήτη από συνέδρια που έχουν γίνει για την Ενέργεια και έχει φτιαχτεί η πρώτη τέτοια κοινότητα.

Αντίστοιχα, υπάρχουν σχολές όπως οι Μηχανικοί Ορυκτών Πόρων, όπου σχεδιάζουμε να αναδείξουμε την προοπτική του σοσιαλισμού, αναδεικνύοντας τη συνδυασμένη αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, σε αντιπαράθεση με το κυνήγι του κέρδους, που κλείνει εργοστάσια.

Εδώ όμως υπάρχει συγκεκριμένος σχεδιασμός. Η Κοσμητεία, παίρνοντας υπόψη τις «πράσινες επενδύσεις», προσαρμόζεται, προτείνοντας στροφή της Σχολής προς την εξόρυξη πολύτιμων γαιών που αξιοποιούνται για τις ΑΠΕ, και μάλιστα ως προσαρμογή στις απαιτήσεις που βάζει το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια, με τα κριτήρια της χρηματοδότησης, τις βάσεις κ.λπ. Φαίνεται να δίνει απάντηση στην αγωνία των νέων για δουλειά, για πτυχίο με αξία, «ξεπλένοντας» ένα νομοσχέδιο που είναι ενάντια στις ανάγκες των φοιτητών και ενσωματώνοντας στον ατομικό δρόμο, ενώ μάλιστα συνδυάζει ζητήματα: Οικονομική κρίση - διέξοδος, σχέση μεταρρυθμίσεων στην Εκπαίδευση με τις ανάγκες της οικονομίας και δημιουργία θέσεων εργασίας, κ.λπ.

Οπότε, από την άλλη, χρειάζεται εύστοχα να αναδειχθεί το «γιατί» αυτής της στροφής και πού αυτή οδηγεί, και όχι μία γενική παρέμβαση. Τα μέλη της ΚΝΕ στη Σχολή θα βοηθηθούν σημαντικά στο να ζυμώσουν πιο πειστικά τα σωστά αιτήματα στον Σύλλογο και να προβάλουν πιο εύστοχα - και όχι ξεκομμένα από τη ζωή - τον σοσιαλισμό, αν γνωρίζουν τη γενική τάση ενίσχυσης της «πράσινης οικονομίας», που έχει αντίκτυπο και τοπικά με την ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης, τον σχεδιασμό για μεγάλη επέκταση αιολικών και φωτοβολταϊκών, τον σχεδιασμό για κλείσιμο εργοστασίων εκεί που δεν προσφέρεται το μέγιστο κέρδος, π.χ. λιγνιτικά, ΛΑΡΚΟ, την παρέμβαση ενός φάσματος από αναρχικούς μέχρι οπορτουνιστές και σοσιαλδημοκράτες με το «ΟΧΙ εξορύξεις υδρογονανθράκων στην Κρήτη», που εκπροσωπεί μία άλλη τάση της αστικής διαχείρισης. Αυτός είναι ο σχεδιασμός της αστικής τάξης, που προωθείται και υλοποιείται από διάφορες οδούς, όμως έχει συγκεκριμένη αντανάκλαση στον φοιτητικό χώρο των Μηχανικών Ορυκτών Πόρων, αλλά και σε άλλες σχολές.

Συμπερασματικά, για την εύστοχη παρέμβασή μας στο κίνημα, την προβολή του σοσιαλισμού, δεν αρκεί η γνώση των επεξεργασιών μας, χρειάζεται και αντίστοιχα καλή εικόνα του χώρου και πώς εκφράζεται η κατάκτηση της σταθερής μελέτης, να είναι έγνοια του στελεχικού δυναμικό κάθε χώρου η εξέλιξη και η μελέτη αυτών των ζητημάτων.

Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να μας φοβίζει, αφού και η πείρα της Οργάνωσης έχει δείξει ότι η μελέτη προχωράει εκεί που αναδεικνύεται η χρησιμότητα, όχι γενικά, αλλά του συγκεκριμένου άρθρου, βιβλίου κ.λπ. στην καθημερινή πάλη που δίνουμε, και ειδικά όταν εντάσσεται στο πλαίσιο του συλλογικού σχεδιασμού του Οργάνου, δεμένο με πρωτοβουλίες και εσωοργανωτική συζήτηση. Για παράδειγμα, σε μία τέτοια βάση στην Κρήτη έγινε σημαντικό βήμα στην προώθηση βιβλίων της «Σύγχρονης Εποχής», ειδικά σχετικών με τον πόλεμο και τον φασισμό, ενώ η συζήτηση για τις σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματος ώστε να είμαστε ικανότεροι στην προβολή του σοσιαλισμού, με αφορμή και την αρθρογραφία για τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, συνέβαλε στο να σημειωθεί μεγάλη αύξηση στους συνδρομητές της ΚΟΜΕΠ στην Κρήτη.


Βάγιας Βάγιας
Οργάνωση Περιοχής Κρήτης της ΚΝΕ

Βρισκόμαστε είκοσι χρόνια πριν;

Το βασικό ζήτημα του τρίτου τεύχους είναι η ανασύνταξη του Συνδικαλιστικού Κινήματος (ΣΚ), το οποίο, φυσικά, δεν είναι στενά ζήτημα του ίδιου του ΣΚ. Αφορά, πάνω απ' όλα, το πώς αναπτύσσεται στο σύνολό της η εργατική πολιτική του Κόμματος, τον αυτοτελή ρόλο του Κόμματος ως πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, το ρόλο της ίδιας της εργατικής τάξης, τη συνειδητοποίησή της για δικό της λογαριασμό, για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, τη στάση της απέναντι στην αστική τάξη, απέναντι στα άλλα κοινωνικά στρώματα και τα άλλα κινήματα, τις συμμαχίες της, την ανάπτυξη της πάλης της, τις μορφές πάλης.

Το πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε με την ανασύνταξη του ΣΚ, πέραν των άλλων παραγόντων, που δεν τους υποτιμάει κανείς (ποιος μπορεί να υποτιμήσει την απογοήτευση των εργαζομένων από τις ανατροπές...) δεν είναι πρωταρχικά οι «συγχύσεις» που επικρατούν στις δυνάμεις μας. Είναι σαφώς και αυτές, αλλά ως ένα παράγωγο φαινόμενο. Είναι το εάν οι δικές μας επεξεργασίες οδηγούν αναπότρεπτα στην ανάπτυξη λαθεμένων αντιλήψεων και στάσεων, και σε τελική ανάλυση, εάν και αυτές «συμμετέχουν» - και με ποιον τρόπο - σε μια τέτοια εξέλιξη και κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ΣΚ.

Πρέπει να ξεκινήσουμε μ' αυτόν τον τρόπο την αντιμετώπιση της ανασύνταξης του ΣΚ, γιατί και πάλι θα ελλοχεύει ο κίνδυνος της αποτυχίας, να καταντήσει η ανασύνταξη να γίνει ένα χρόνιο πρόβλημα, να είναι το ΣΚ τόσο ευάλωτο, που να μην αντέξει τα χτυπήματα της αστικής τάξης, να πισωγυρίσει σε ακόμη χειρότερη κατάσταση ή και να το ενσωματώσει πλήρως. Και σαν συνέχεια αυτού του κινδύνου να είμαστε σίγουροι ότι θα υπάρξει και ο κίνδυνος για το ίδιο το Κόμμα μας.

Ο πρώτος παράγοντας που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι το πώς ένα κόμμα, που επαγγέλλεται το σοσιαλισμό, συνδέει την πάλη του για το σοσιαλισμό με τα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων. Σ' αυτό το σημείο υπάρχει αξιοσημείωτο πρόβλημα. Πρέπει, νομίζω, κάποια στιγμή να καταλάβουμε ότι ο σοσιαλισμός δεν έρχεται με τη γενική ζύμωση για το σοσιαλισμό. Το να επαναλαμβάνουμε σταθερά την ανάγκη ανατροπής του καπιταλισμού και της λαϊκής εξουσίας δεν λύνουμε το ζήτημα της έλευσης του σοσιαλισμού.

Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν πρέπει να γίνεται. Πρέπει να γίνεται αναφορά στην προοπτική του σοσιαλισμού. Αλλά έχουμε μια ιστορική εμπειρία. Ολες οι τροτσκιστικές ομάδες ή κόμματα κάνουν ζύμωση, ως άμεσο ζήτημα, με το σοσιαλισμό. Δηλαδή με τον στρατηγικό στόχο. Ποτέ δεν πέτυχαν να παίξουν κάποιο ουσιαστικό πολιτικό ρόλο στο Εργατικό Κίνημα (ΕΚ), ακριβώς γιατί δεν κατάλαβαν ποτέ την έννοια της αμεσότητας του σοσιαλισμού, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της συνείδησης της εργατικής τάξης και της δράσης της.

Ακριβώς αυτό το γεγονός άσκησε πίεση πάνω στην ίδια τους την πολιτική στο ΕΚ. Αφού απέτυχαν, στη συνέχεια, παραδόθηκαν στο ρεφορμισμό. Αυτό, δηλαδή, που ήθελαν να αποφύγουν.

Θα πρέπει να δεχθούμε ότι στον πολιτικό μας λόγο υπήρχε και υπάρχει μια συγκεκριμένη τάση να δουλεύουμε με το «γενικό», σαν να περιοριζόμαστε στη ζύμωση. Το γεγονός αυτό είχε την αντανάκλασή του και στο ΣΚ. Είχε την επίδρασή του στη συσπείρωση των εργαζομένων. Και τουλάχιστον για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα βαδίζαμε μ' αυτόν τον τρόπο στο ΣΚ, απόδειξη οι παλαιότερες ανακοινώσεις του ΠΑΜΕ.

Ενας δεύτερος παράγοντας που επιδρά αποφασιστικά στην ανάπτυξη του ΣΚ και κατοχυρώνει το ρόλο του, το ωριμάζει, συσπειρώνει τους εργαζόμενους σε βασικές πλευρές της ανάπτυξης της εργατικής πάλης είναι ο προγραμματικός λόγος του Κόμματος. Και πιο συγκεκριμένα το πώς χειρίζεται στρατηγικής σημασίας ζητήματα.

Ορισμένα συγκεκριμένα παραδείγματα. Πρόσφατα συζητήθηκε στη Βουλή νομοσχέδιο που αφορούσε την εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός». Δεν απαιτήθηκε η άμεση κρατικοποίηση της εταιρείας, προφανώς στη βάση της θέσης για την «κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής με λαϊκή εξουσία». Και πάλι το «γενικό».

Από την άλλη μεριά, όταν οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις αποφάσιζαν να ιδιωτικοποιήσουν κρατικές επιχειρήσεις, όπως η ΔΕΗ, η ΛΑΡΚΟ, τα ναυπηγεία, το Κόμμα μας ήταν αντίθετο.

Το δεύτερο παράδειγμα είναι ιδιαίτερα πολύ επίκαιρο. Αφορά στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας (ΔΣΥ). Η τοποθέτηση που έχει κάνει το Κόμμα μας «φτάνει» μέχρι την επίταξη του Ιδιωτικού Τομέα Υγείας (ΙΤΥ), που θα εφαρμοστεί για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μέχρι να ξεπεράσει η χώρα μας τους κινδύνους, που καραδοκούν από την επιδημία. Μόλις ξεπεραστούν αυτοί οι κίνδυνοι, ο ΙΤΥ θα επιστρέψει στην πρότερη (και λαμπρή) κατάσταση της κερδοσκοπίας.

Από μόνες τους αυτές οι τοποθετήσεις δεν προκαλούν συγχύσεις στις δυνάμεις μας; Από μόνες τους δεν παρεμβάλλουν εμπόδια στο χειρισμό τους στο ΣΚ, δεν προκαλούν συγχύσεις στους εργαζόμενους, δεν καλλιεργούν απορίες για το τι πρέπει να γίνει με τέτοιου είδους τομείς στρατηγικής σημασίας, όπως είναι το ΔΣΥ και ο ορυκτός πλούτος ή τα ναυπηγεία;

Ειδικά το παράδειγμα με το ΔΣΥ είναι πολύ αποκαλυπτικό. Σε μια περίοδο, όπως αυτή της πανδημίας, που καταδείχτηκε σε όλο τον λαό, πως εάν δεν υπήρχε το ΔΣΥ, έστω στην κατάσταση που το έχουν καταδικάσει όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις, δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η επιδημία και θα θρηνούσαμε πολλές περισσότερες χιλιάδες θύματα, εμείς δεν τολμήσαμε να μιλήσουμε για το άμεσο πέρασμα όλου του συστήματος Υγείας υπό δημόσιο έλεγχο και ιδιοκτησία.

Αυτή η θέση θα γινόταν πλατιά αποδεκτή και θα έφερνε όλο το υγειονομικό προσωπικό μπροστά στο καθήκον προστασίας της υγείας του λαού, που στην πράξη αποδείχτηκε πως μπορεί να γίνει μέσα από ένα κρατικό σύστημα Υγείας. Υπάρχει αμφιβολία ότι θα δινόταν μεγάλη ώθηση και στο ΣΚ των υγειονομικών και σ' όλο το ΣΚ; Η πείρα από τη ΛΑΡΚΟ δεν μας διδάσκει; Υπάρχει αμφιβολία για τη συσπείρωση των εργαζομένων στη ΛΑΡΚΟ και για το ρόλο των δυνάμεών μας εκεί;

Θα πρέπει να δούμε τις ελλείψεις μας στην προγραμματική μας εκφορά, στον πολιτικό μας λόγο γύρω από αυτά τα ζητήματα, για τομείς στρατηγικής σημασίας, γιατί παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ΣΚ, στους αγώνες συνολικά του ΕΚ. Εκ των πραγμάτων οι αγώνες αυτοί των εργαζομένων ωριμάζουν την πορεία προς το σοσιαλισμό, δημιουργούν τις συνθήκες σε κάθε επίπεδο ανατροπής του καπιταλισμού.

Ενας τρίτος παράγοντας, και θα σταθώ μόνο σ' αυτούς τους τρεις λόγω χώρου, είναι το πώς αντιμετωπίσαμε από την πλευρά μας τη συγκρότηση του ΣΚ και ιδιαίτερα το ΠΑΜΕ. Ηταν ώριμες οι κινήσεις μας, όταν αποσύραμε δυνάμεις μας από συνδικαλιστικές οργανώσεις δημιουργώντας νέα συνδικάτα; Το ίδιο δεν ισχύει για το ΠΑΜΕ με την αλλαγή στην πράξη του χαρακτήρα του με αποτέλεσμα να έχει καταγραφεί ως μια νέα ΕΣΑΚ, ώστε 22 χρόνια μετά να αναγκαζόμαστε να ξαναθυμίζουμε το χαρακτήρα του ΠΑΜΕ; Δεν σχετίζονται όλα τα παραπάνω με την αντίληψή μας για το ΣΚ και δεν είχαν το δικό τους αντίκτυπο σ' αυτό;

Τέλος μία παρατήρηση: Δεν εξηγούνται οι λόγοι που δεν πραγματοποιήθηκε η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τη δουλειά στην εργατική τάξη.


Παναγιώτης Γεωργιάδης
Πανεπιστημιακός

Δουλεύουμε σταθερά με βάση τη στρατηγική μας

Κάθε ένας που διαβάζει - μελετάει τις Θέσεις του 21ου Συνεδρίου θα πρέπει να το κάνει έχοντας υπόψη ότι εκφράζουν την ιστορική στιγμή μιας δυναμικής εξέλιξης.

Δεν είναι δυνατό να μπεις στη λογική τους αν δεν λάβεις υπόψη σου τα τελευταία συνέδρια, ειδικά από το 17ο και μετά. Είναι η πορεία των επεξεργασιών κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες. Ζήσαμε το πέρασμα από την ανασυγκρότηση στην ισχυροποίηση του Κόμματος. Κατανοήσαμε καλύτερα τη θέση της Ελλάδας στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Αποσχιστήκαμε οριστικά από τη θεωρία του σταδίου που μεσολαβεί μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού. Μελετήσαμε και βγάλαμε τα πρώτα βασικά συμπεράσματα για τον Σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, δεσμευτήκαμε να τον υπερασπιστούμε. Τις νέες επεξεργασίες μας πάνω στις Αρχές του Μ-Λ, τις μετατρέψαμε σε σύγχρονο Πρόγραμμα. Θέσαμε στόχο για την ισχυροποίηση της Κοινωνικής Συμμαχίας με την ταυτόχρονη αύξηση της δύναμής μας σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, εκεί που η εργατική τάξη θα αρπάξει τα κλειδιά της εξουσίας από τους καπιταλιστές.

Η τεράστια εμπειρία μας την περίοδο από την επικράτηση της αντεπανάστασης και μετά, οι επεξεργασίες μας και τα συμπεράσματά μας, μαζί με αυτά που δεν κάναμε (ή δεν κάναμε σωστά) πρέπει να μπουν στην καθημερινή μας Κομματική ζωή.

Αρα, η αυτοκριτική είναι βασικός παράγοντας για να καταφέρουμε να μετουσιώσουμε όλα αυτά που κατανοήσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να αποκρούσουμε κι εκείνους που την εκλαμβάνουν σαν αδυναμία ή παραδοχή μιας ατέλειωτης λαθολογίας. Το αντίθετο. Είναι καθήκον μας να αποτελέσει λόγο ενδυνάμωσης του Κόμματος.

Είναι δεδομένο, και ήδη καταγράφεται, η ακόμα μεγαλύτερη επίθεση στο Κόμμα, εκτός από τους εχθρούς, και από τους «φίλους».

Θα αντιμετωπίσουμε και πάλι θεωρίες ποτισμένες με τη βρώμα της ναφθαλίνης. Κάποιοι ερμηνεύουν τις Θέσεις έχοντας στο μυαλό τους ότι ο γιαλός είναι στραβός. Φαντασιώνονται μέτωπα ενάντια στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ χωρίς την αμφισβήτηση της καπιταλιστικής εξουσίας. Επανέρχονται με τη «Δημοκρατική Δικτατορία του Προλεταριάτου και της Αγροτιάς». Αλλοι (στην ίδια γραμμή) απορούν γιατί το Κόμμα μιλάει για συγχύσεις που πρέπει να λυθούν στα μέλη του, αφού το ίδιο (η ΚΕ δηλαδή) δημιουργεί συγχύσεις στο εργατικό κίνημα. Θεωρούν παράγοντα σύγχυσης το να παλεύεις με τη Στρατηγική του Κόμματος μέσα στα συνδικάτα στο όνομα της εμπειρίας της εργατικής τάξης! Λες και το Κόμμα είναι έξω από την εργατική τάξη... Γι' αυτούς ζυγίζει περισσότερο η «ενότητα στο πρόβλημα» από την «ενότητα στη λύση».

Αν είχαν το θάρρος να μιλήσουν με ειλικρίνεια οι «φίλοι» μας θα μας έλεγαν αυτό που έχουν κρυφό καμάρι: Να επαναφέρουμε τη συζήτηση για ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού με τα αντίστοιχα «προοδευτικά» κυβερνητικά σχήματα, να προχωρήσουμε σε μέτωπα που θα οδηγούν σε πολιτικές συμμαχίες. Βούτυρο δηλαδή στο ψωμί του ρεφορμισμού, του οπορτουνισμού και της σοσιαλδημοκρατίας και τελικά της αστικής τάξης.

Σε συνδυασμό με αυτά που αναφέρουν οι Θέσεις, (αντικομμουνισμός, αντι-δεξιά μέτωπα κ.λπ.) το Κόμμα, σε όλη του τη δομή, θα πρέπει να τα αντιμετωπίσει ξεπερνώντας τις αδυναμίες που όλοι συμφωνούμε ότι έχουμε.

Θα επικεντρώσω σε δύο ζητήματα.

Αφορά στην ιδεολογική και καθοδηγητική δουλειά. Για να βελτιώσουμε τη δράση μας στην πράξη, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η ιδεολογική δουλειά δεν περιορίζεται σε μια θεματική συζήτηση σε επίπεδο οργάνου ή στα συστήματα μαθημάτων (και τα δύο είναι απαραίτητα). Η ιδεολογική δουλειά διαπερνά όλο το Κόμμα, κάθετα. Θετικά ή αρνητικά, υφίσταται από τις συνεδριάσεις των Οργάνων μέχρι τις Κομματικές Ομάδες και τις συνεργασίες των καθοδηγητών με τα μέλη. Η κατακτημένη εμπειρία αν δεν αντιστοιχηθεί με το ιδεολογικό της αποτύπωμα μένει μια ιστορία και η καθοδήγηση περιορίζεται σε ένα άνευρο επαναλαμβανόμενο καθηκοντολόγιο.

Είναι κρίμα γιατί έχουμε αναπτύξει δράση, με θεαματικά αποτελέσματα πολλές φορές, η οποία μένει αναξιοποίητη. Δεν μετατρέπεται σε ζωντανό παράδειγμα που πολλές φορές εμπεριέχει την πείρα, την πρακτική λύση και τα επιχειρήματα που προκύπτουν από την ιδεολογική διαμάχη.

Σαφώς μεγάλα περιθώρια βελτίωσης έχουμε στο πόσο συζητάμε τα ιδεολογήματα του αντίπαλου. Από τα αστικά κόμματα, τις παρατάξεις στην τοπική διοίκηση, την εκκλησία και άλλους θεσμικούς φορείς μέχρι τις ομάδες των φασιστών, των «αναρχικών», των antifa, των οπαδών των ποδοσφαιρικών ομάδων κ.λπ. Εχει στρατηγική σημασία να γνωρίζουμε το τι λέει ο αντίπαλος για να τον αντιμετωπίζουμε ως τέτοιον αλλά έχοντας και σκοπό να απαγκιστρώνουμε ανθρώπους της εργασίας, νεολαία, γυναίκες, φτωχούς επαγγελματίες κ.λπ. στην κατεύθυνση της συσπείρωσης της εργατικής τάξης και της ενίσχυσης της κοινωνικής συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Το Κόμμα μας σαφώς διανύει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ιστορίας του. Η κατάσταση στο ΔΚΚ και το εργατικό κίνημα σε συνδυασμό με την αργόσυρτη κίνηση των μαζών (στην παρούσα φάση) δεν αναιρεί την αντικειμενική κίνηση της καπιταλιστικής οικονομίας και των αδιεξόδων της. Τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης, η λαϊκή αντίδραση που ξεσήκωσε η κρατική καταστολή που συνδέεται με τα γενικότερα αδιέξοδα της κυρίαρχης πολιτικής, είναι μια μικρογραφία του μέλλοντος που έρχεται. Σ' αυτό το μέλλον, η εργατική τάξη και οι κοινωνικοί της σύμμαχοι πρέπει να βρουν έτοιμη την οργανωμένη εργατική πρωτοπορία, το ΚΚΕ του 21ου Συνεδρίου, να τους οδηγήσει στην έφοδο στον ουρανό.


Αλέξης Ματής
Μέλος της Τομεακής Επιτροπής Νότιου Τομέα Αττικής του ΚΚΕ

Κρίσεις, προτάσεις και επικρίσεις επί του πρώτου κειμένου

Η επιστολή αυτή συντάχθηκε μέσα από το πρίσμα μιας ειλικρινούς και πολιτικά ενσυνείδητης τοποθέτησης ενός χρόνια φίλου και πρόσφατα συνεργαζόμενου με το Κόμμα κατά τις τελευταίες δημοτικές εκλογές. Ενδεχομένως το χαμηλό μου επίπεδο οργανωτικά και ιδεολογικά να αποδυναμώνει την ανάλυση που ακολουθεί. Ταυτόχρονα όμως πιστεύω ότι αυτά τα χαρακτηριστικά συντελούν στη σύνθεση μιας αποστασιοποιημένης (κατά τη Θ.23 περί υποκειμενισμού), καλοπροαίρετης και ανιδιοτελούς συμβολής στις εργασίες του Συνεδρίου. Θα ήθελα να αναδείξω μια σειρά από τομείς όπου μπορεί να επιτευχθεί μια αποδοτικότερη αξιοποίηση του αντίστοιχου δυναμικού, ενισχύοντας και αναδεικνύοντας έτσι περαιτέρω τον πρωτοπόρο και επαναστατικό χαρακτήρα του Κόμματος.

Αξιοποίηση του προπαγανδιστικού υλικού

Παρατηρώ ενίοτε το προπαγανδιστικό υλικό μιας θεματικής περιοχής να αναδημοσιεύεται με τον ίδιο κορμό, ελαφρώς παραφρασμένο ή παραλλαγμένο. Το φαινόμενο αυτό της «επανάληψης» σε συνδυασμό με τον μακροπερίοδο λόγο, την πολυπλεξία και πολυπλοκότητα σε όρους ή γεγονότα συντελούν στην κόπωση του αποδέκτη, σε μια αδυναμία αναφοράς και ανάκλησης του σωστού κάθε φορά υλικού. Αυτό καταλήγει δυνητικά σε μια απώλεια του ενδιαφέροντος και τελικά σε έναν χαμηλό δείκτη αφομοίωσης των πολιτικών συμπερασμάτων που επιδιώκονται να προπαγανδιστούν.

Πάνω στη βάση αυτή θα πρέπει αρχικά να ενταθεί η προσπάθεια ψηφιοποίησης του προπαγανδιστικού υλικού και ακολούθως να (αναδι)οργανωθεί αυτό με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να ανακληθεί εύκολα μέσω της επέκτασης ή της κατασκευής κατάλληλων διαδικτυακών ή/και κινητών εφαρμογών. Προτείνω τη δημιουργία ενός συγκεντρωτικού ψηφιακού ευρετηρίου όλου του έντυπου, οπτικοακουστικού, καλλιτεχνικού και άλλου υλικού με πηγές από τηλεοπτικές παρεμβάσεις ή διαλέξεις έως το Πρόγραμμα ή τις αποφάσεις συλλογικών Κομματικών οργάνων. Ως δομή θα αποτελείται από μια κατηγοριοποιημένη λίστα θεματολογίας. Ανά θέμα θα υπάρχει ως εισαγωγή ένα απόσπασμα από το αντίστοιχο ντοκουμέντο/θέση του Κόμματος και συγκεντρωμένες οι παραπομπές προς όλο το σχετικό υλικό.

Ο οδηγός - ευρετήριο δεν θα λειτουργήσει εις βάρος των επίσημων Κομματικών ντοκουμέντων υποκαθιστώντας τα, αλλά θα τα αναδεικνύει σταχυολογώντας τα, στο πνεύμα πάντα της Θ.48 σχετικά με τους κινδύνους της ταχείας και συνοπτικής πληροφόρησης. Θεωρώ ότι μέσω του οδηγού αυτού και σε συνδυασμό με μπροσούρες εκλαϊκευτικού και συνοπτικού χαρακτήρα όπως το «Αλήθειες και Ψέματα για τον Σοσιαλισμό» θα μπορεί κανείς να γνωρίσει ευκολότερα το Κόμμα. Επιπλέον, θα συμβάλει στα συμπεράσματα της Θ.12 περί συστηματοποίησης της εσωκομματικής μορφωτικής διαδικασίας, έχοντας ειδικές θεματικές εκπαιδευτικές ενότητες μόνο για τα μέλη. Θα επιβλέπονται ενδεχομένως έτσι πιο αποδοτικά τα κενά, η υποχώρηση και ο εξανεμισμός στη γνώση.

Αξιοποίηση του στελεχικού δυναμικού

Στις Θ.11, Θ.12 και Θ.16 σημειώνονται τα ζητήματα των θεωρητικών ελλείψεων των νέων μελών και της απουσίας καθοδηγητικής και προσωπικής βοήθειας ή συνεργασίας. Προτείνω μια διαδικασία πολιτικής και οργανωτικής ενδυνάμωσης του στελεχικού δυναμικού βασιζόμενη στη ρητή ανάθεση μιας στενής συνεργασίας μεταξύ ενός παλαιότερου και ενός νεότερου στελέχους. Αυτή δε θα νοείται και δε θα υλοποιείται κατά παράβαση ή παρέκκλιση των Καταστατικών αρχών λειτουργίας του Κόμματος. Σκοπός αντ' αυτού είναι η σταδιακή «οργανωτική συνέλιξη», δηλαδή το διαλεκτικό πάντρεμα της οπτικής της αποκρυσταλλωμένης πείρας με την οπτική της δημιουργικής φρεσκάδας της Κομματικής νιότης μέσα από μια εκπαιδευτική διαδικασία προσαρμοσμένη στην καθημερινή πάλη. Μια τέτοια συνεργατική προσέγγιση ίσως μπορέσει να βοηθήσει και στα περί «[...] δισταγμών για ομιλία στο όργανα [...]» που σημειώνει η Θ.18, ξεκινώντας εφαρμοστικά και σε πιλοτική μικροκλίμακα από το πλαίσιο αυτό.

Αξιοποίηση του Προγράμματος ως βασικού εργαλείου δράσης

Το Κόμμα μοιάζει να παρασύρεται και να αναλώνεται συχνά στο να επεξηγεί τον «ρεαλισμό» του (Θ.8), να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις ή να περιορίζεται σε έναν αντιπολιτευτικό κυρίως λόγο. Το Κόμμα οφείλει πρωτίστως να αντλεί την «υπεραξία» που πηγάζει από το Πρόγραμμά του. Η «[...] κλιμάκωση στη σύνδεση με τη σοσιαλιστική προοπτική [...]» της Θ.29 θεωρώ πως είναι αδύναμη, καθώς παρατηρείται στις περισσότερες παρεμβάσεις μόνο μια καταληκτική φράση, παράγραφος ή ενότητα περί του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Αφιερώνεται δηλαδή ένα πολύ μικρό ποσοστό αναλογικά από τη συνολική τοποθέτηση. Η εστίαση πρέπει να πηγαίνει γρήγορα και να δίνεται βάρος στην ανάλυση του πώς θα προσεγγίζεται και θα επιλύεται το εκάστοτε ζήτημα στον σοσιαλισμό - κομμουνισμό, του πώς θα μοιάζει η ζωή στη νέα κοινωνία. Εξαιρέσεις αποτέλεσαν δραστηριότητες με αποκλειστικό θέμα τους τον σοσιαλισμό όπως τον γνωρίσαμε, έχοντας όμως και αυτές περιορισμένες αναφορές στο περιεχόμενο και τις πτυχές της νέας ζωής. Μια σχετική προτεινόμενη δράση - στο πνεύμα της Θ.45 περί πολιτισμού - θα μπορούσε να ήταν ένα εγχείρημα με τίτλο «Πώς φαντάζεσαι και ονειρεύεσαι τον σοσιαλισμό» ή/και «Πώς είσαι σήμερα, πώς θα είσαι στον σοσιαλισμό». Σκηνοθετική έμπνευση ως προς αυτό μπορεί να αποτελέσουν τα podcast της ΚΝΕ και οι βιβλιοπαρουσιάσεις της ΣΕ.

Το Κόμμα αναδεικνύει μεν την αναγκαιότητα και την ικανότητα του περάσματος σε άλλη εξουσία, αλλά ατονεί κάπως η αιτιολογημένη και ολόπλευρη παρουσίασή του. Αυτή περιορίζεται είτε στο Πρόγραμμα είτε σε ολοκληρωμένες επεξεργασίες των Κομματικών θέσεων αλλά προς το παρόν μόνο στον κλάδο της Παιδείας (Θ.42). Πρέπει να γίνει αντίστοιχη δουλειά και σε άλλους κλάδους ακόμη και με πρωτόλειες στην μορφή οικονομοτεχνικές μελέτες (π.χ. πόσους αλλεργιολόγους χρειαζόμαστε τα επόμενα 5 χρόνια) ως ένα απτό παράδειγμα πιθανής εφαρμογής του σοσιαλισμού βασιζόμενου μεταξύ άλλων και στην αξιοποίηση των κοινωνικοποιημένων σύγχρονων τεχνολογικών επιτευγμάτων (Big Data, AI, IoT, κ.ά.).

Απαιτείται λοιπόν να σκιαγραφηθεί και να αναδειχθεί τόσο το περιεχόμενο όσο και η πιθανή μορφή της νέας κοινωνίας με σχηματικό, εύληπτο και οραματικό τρόπο που να εμπνέει. Αυτό να γίνει με το να αναδυθούν μέσω του Κόμματος οι αστείρευτες δημιουργικές δυνάμεις της εργατικής τάξης και του λαού. Υπάρχει και το υλικό και το όραμα αλλά υποτάσσονται συνήθως στην ασημαντότητα της στιγμής που επιβάλλουν οι φρενήρεις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Το Κόμμα πρέπει να σκέφτεται και να δρα διαρκώς διαχρονικά.


Νίκος Λαρίσης

Σκέψεις για τις Θέσεις

Χαιρετώ και συγχαίρω για την πρωτοβουλία σας να δημοσιευτούν τα τρία αυτά κείμενα, έτσι ώστε να έρθει όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος σε επαφή με τη διαδρομή, τις ιδέες, τις σκέψεις και τους προβληματισμούς της ΚΕ.

Τα κείμενα ήταν κατατοπιστικά, αναλυτικά, στοχευμένα και μαρτυρούν αλήθειες. Το ζητούμενο είναι για το ΚΚΕ που ζητά κοινωνική δικαιοσύνη, να μπορεί αυτές τις αλήθειες να τις μεταδίδει και να κοινωνεί σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων και μορφωτικού επιπέδου.

Ετσι, δεν μπορώ να κρύψω ότι με ξένισε αρκετά το ύφος και η γλώσσα αυτών των κειμένων, που νοιώθω ότι δύσκολα θα αγγίξουν τον απλό εργαζόμενο, τον άνθρωπο του μόχθου, της λαϊκής οικογένειας στο τέλος, που αν δεν κάνω λάθος, αυτός είναι ο σκοπός του αγώνα της ενημέρωσης. Οσοι είναι ενταγμένοι στο Κόμμα ωφελούνται σε γενικές γραμμές και συλλέγουν γνώση και πληροφορία για τα πεπραγμένα. Δυστυχώς, όμως, το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης φαίνεται ότι δεν εμπιστεύεται πως το ΚΚΕ μπορεί να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του. Οσοι ψάχνουν μια διέξοδο από το τέλμα του φαύλου καπιταλιστικού συστήματος, που δυστυχώς έχει και τα κλειδιά της χειραγώγησης των μαζών, δύσκολα θα αναπαυτούν από τέτοια κείμενα, θα αφυπνιστούν, θα μεταστραφούν και θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στο ιστορικά αγωνιστικότερο κόμμα, με το μεγαλύτερο φόρο αίματος για τον τόπο μας.

Η πτώση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και την υπόλοιπη ανατολική Ευρώπη έχει λειτουργήσει τόσο αρνητικά στη συνείδηση του κόσμου, ώστε να χρειάζεται ένας νέος τρόπος προσέγγισης και επανακατάκτησης των αξιών του σοσιαλισμού στις καρδιές των λαών.

Από τη στιγμή πού η δύναμη των κομμάτων μετριέται σε ψήφους στις εκλογές, ο τρόπος και η κατάλληλη ενημέρωση των πολιτών είναι μονόδρομος μέσα από αυξημένη παρουσία στα ΜΜΕ, τηλεοπτικά, διαδικτυακά, ραδιοφωνικά, με «γλώσσα» όχι κομματική και στρατευμένη, αλλά με επιχειρήματα στοχευμένα, φιλικά στον ακροατή, με ανάλυση θέσεων και όχι με ατάκες περασμένης δεκαετίας, χωρίς αποδόμηση των πάντων και σε ό,τι κινείται, γιατί τελικά φέρνει αντίθετα αποτελέσματα. Ο αποκλεισμός των ανθρώπων του ΚΚΕ από τα Μέσα είναι γεγονός, και αν δεν καταφέρουμε να γίνει ένας δίαυλος πιο ευρύς τα πράγματα θα δυσκολεύουν και θα βλέπουμε τις δυνάμεις μας σταθερές και το Κόμμα καθισμένο στην ιδεολογική του «πολυθρόνα» περιμένοντας τον λαό να συστρατευθεί στην «ανωτερότητα» της κομμουνιστικής σκέψης.

Αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, είναι σίγουρα επιτακτική η ανάγκη βελτίωσης της επικοινωνίας με τη λαϊκή οικογένεια και το πέρασμα των θέσεων του ΚΚΕ σε αυτούς τους ανθρώπους. Ας υπολογιστεί δε ότι δεν χρειάζεται και καθαγιασμός του λαού, καθώς ο σπόρος του καπιταλισμού κρύβεται δυστυχώς μέσα στον κάθε άνθρωπο και μπορεί να μεγαλώσει σε κατάλληλες συνθήκες.

Ας γίνει λοιπόν επεξεργασία ως προς το πώς θα γίνει αυτή η μεταστροφή στις καρδιές και το νου αυτών των ανθρώπων, καθώς είναι ο μοναδικός τρόπος επανάκτησης της εμπιστοσύνης τους.

Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.


Ηλίας Λιαντζίρης

Για την παρέμβασή μας στη μειονότητα

Στην Ανατολική Μακεδονία - Θράκη το ΚΚΕ και η ΚΝΕ τα προηγούμενα χρόνια προβάλλαμε σταθερά την ταξική ενότητα των εργατών, των λαϊκών στρωμάτων και των παιδιών τους, είτε ανήκουν στην πλειονότητα είτε στη μειονότητα.

Το γεγονός αυτό καταγράφηκε και στις βουλευτικές εκλογές του 2019, όπου ο εργαζόμενος λαός της μουσουλμανικής μειονότητας ενίσχυσε την εμπιστοσύνη του στο ΚΚΕ, αναγνωρίζοντας ότι παλεύει με σταθερότητα ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική, ενάντια σε κάθε αδικία και διάκριση. Φυσικά, υπάρχουν πολύ περισσότεροι - είναι κυριολεκτικά χιλιάδες - οι νέοι και οι νέες από τη μειονότητα που έχουν ανάγκη τις θέσεις και τη δράση των κομμουνιστών, και οφείλουμε να δρούμε με μαχητικό σχέδιο πολιτικής παρέμβασης που να αγκαλιάζει τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς, τα όνειρά τους για να ζήσουν καλύτερα, όπως αξίζει σε ολόκληρη τη νεολαία της χώρας μας, με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της.

Σήμερα διαθέτουμε εφόδια και πείρα, που μπορούν να πατήσουν γερά πάνω στις πολιτικές εκτιμήσεις του Κόμματος (όπως καταγράφονται στο 2ο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο) ώστε να μετρήσουμε βήματα στην κατεύθυνση ισχυροποίησης του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, με τη συμμετοχή περισσότερων νέων από τη μειονότητα στις γραμμές μας, όπως και στα διάφορα κινήματα της πόλης και του χωριού. Χρειάζεται, έχοντας καθαρό ότι δεν μιλάμε για μια κοινωνική ομάδα έξω από την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας - αντίθετα η βασική αντίθεση του καπιταλισμού, κεφάλαιο-εργασία, ισχύει και μέσα στη μειονότητα - να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς εκφράζεται η πολιτική του ταξικού αντιπάλου και των διαφόρων μηχανισμών του στη συνείδηση αυτού του τμήματος της νεολαίας της περιοχής μας, ώστε να γίνουμε πιο ικανοί στη διαπάλη και στη συσπείρωση στην αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή πάλη. Πολύ περισσότερο που στη μειονότητα, εκτός από την παρέμβαση της τάξης που έχει την εξουσία στη χώρα μας, της ελληνικής αστικής τάξης, υπάρχει πολύμορφη παρέμβαση από αυτή της Τουρκίας και από άλλες πρεσβείες.

Οπως εντοπίζουν οι Θέσεις της ΚΕ, μέσα στο πλαίσιο της όξυνσης των ανταγωνισμών των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, όπου η καθεμία επιδιώκει να αναβαθμίσει τη θέση της στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και ανταγωνισμούς στην περιοχή, η τουρκική αστική τάξη προσπαθεί να χρησιμοποιήσει, για να υπηρετήσει τους στόχους της, το μουσουλμανικό θρησκευτικό δόγμα. Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης όλο το προηγούμενο διάστημα γινόταν και συνεχίζει να γίνεται αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο αστικές τάξεις.

Η τουρκική αστική τάξη παρεμβαίνει μέσω του προξενείου στην Κομοτηνή. Αλωνίζουν στην περιοχή διάφοροι κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί της γειτονικής χώρας, που σπέρνουν έναν πολύ επικίνδυνο ιό: Τον ιό του διαχωρισμού σε θρησκευτική βάση, για να παγιδέψουν τη μειονότητα στα συμφέροντα της αστικής τάξης της Τουρκίας. Ετσι ώστε να τον αξιοποιούν στις ιμπεριαλιστικές διεκδικήσεις στην περιοχή, αλλά και με μακρόπνοο σχέδιο, που ίσως σε μια πιο κρίσιμη φάση των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, αυτός ο διαχωρισμός να παίξει πιο σημαντικό ρόλο.

Η σημασία της μουσουλμανικής μειονότητας για την τουρκική αστική τάξη φαίνεται από τη σταθερή και μακροχρόνια παρέμβασή της σε αυτήν. Το πόσο στοχευμένα αναπαράγουν την αστική της ιδεολογία μέσω της Παιδείας, αξιοποιώντας τη θρησκεία από τη δημοτική κιόλας εκπαίδευση, όπου τα παιδιά από την πρώτη τάξη μέχρι και την έκτη, κάνουν καθημερινά δύο ώρες φροντιστήριο θρησκευτικών μαθημάτων. Σε κάθε ευκαιρία η αναπαραγωγή της προπαγάνδας της γίνεται προσπάθεια να εκφραστεί και στους Συλλόγους Νεολαίας, Αθλητικούς Ομίλους, κ.λπ.

Αντίστοιχα, ειδικό σχέδιο παρέμβασης έχει και η αστική τάξη της Ελλάδας, όπου για χρόνια άφηνε πιο υποβαθμισμένη την πρόσβαση σε Παιδεία, Αθλητισμό, Πολιτισμό. Αλλά και από ενημέρωση και ψυχαγωγία από τις ήδη υποβαθμισμένες της υπόλοιπης Ελλάδας. Εχοντας υποβαθμισμένα τα παραπάνω μπορούν πιο εύκολα και πιο διαχειρίσιμα να διαμορφώσουν την αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο αστικές τάξεις όταν πρόκειται για το κέρδος τους. Αλλοτε (π.χ. στα πλαίσια της συνεκμετάλλευσης) να καθησυχάζουν για τους κινδύνους που κρύβει αυτό.

Ολα αυτά σε συνεργασία με τους διάφορους «εκπροσώπους» της μειονότητας που διατηρούν ανοιχτά σχέσεις με την Τουρκία αλλά και συμμετέχουν σταθερά στα ψηφοδέλτια των αστικών κομμάτων (κυρίως ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και ΝΔ). Σταθερή παρέμβαση γίνεται από το ΚΙΕΦ και τους ψευδομουφτήδες.

Το αποτέλεσμα των παραπάνω και άλλου είδους παρεμβάσεων όσον αφορά τη συνείδηση της ντόπιας νεολαίας είναι να διαμορφώνονται συντηρητικές έως και σκοταδιστικές απόψεις, που δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα παρά μόνο μίσος για τον συνάνθρωπο. Απόψεις που καλλιεργούνται από πολύ μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα κυριολεκτικά πριν καλά καλά μάθουμε να μιλάμε, να μαθαίνουμε να προσευχόμαστε.

Μπορούμε να επιδράσουμε θετικά!

Η δράση των κομμουνιστών και κομμουνιστριών στη μειονότητα, που προβάλλουν την πολιτική του ΚΚΕ και αντικειμενικά έρχονται καθημερινά σε αντιπαράθεση με τους σχεδιασμούς και της τουρκικής αστικής τάξης και της ελληνικής είναι σημαντική και αναγκαία.

Είναι ανάγκη λοιπόν να δίνουμε το έναυσμα στη νεολαία για σκέψη έξω από τα όρια που μας έχουν ορίσει, να δυναμώσει η φωνή των κομμουνιστών που λέει «καμία εμπιστοσύνη στην αστική τάξη», η οποία δεν υπολογίζει τίποτα μπροστά στο βωμό του κέρδους, όπως αποδεικνύεται και από τις στρατιωτικές εισβολές της Τουρκίας σε Συρία, Ιράκ, Κύπρο. Τις δικές της γεωπολιτικές επιδιώξεις στην περιοχή της Παλαιστίνης, όπου παζαρεύει και αυτή, όπως και η αστική τάξη της Ελλάδας, «αναθέρμανση» σχέσεων με το κράτος - δολοφόνο, το Ισραήλ.

Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν μεταξύ τους. Εχουν συμφέρον να διεκδικήσουν να ζουν ειρηνικά και να παλεύουν για το δικό τους μέλλον, κόντρα στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, στα καπιταλιστικά κέρδη, που οδηγούν σε εντάσεις, ακόμα και σε πολεμική σύγκρουση. Για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, το «ξερίζωμα» εκείνων των αιτιών που οδηγούν τους λαούς στην «κρεατομηχανή» του ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Η πραγματική εγγύηση για τη συνεργασία και την αδελφοσύνη μεταξύ των λαών και των μειονοτήτων θα υπάρξει μόνο όταν οι εργαζόμενοι λαοί πάρουν την εξουσία τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία. Ετσι μόνο η καχυποψία, το μίσος και ο διαχωρισμός θα δώσουν τη θέση τους στην ειλικρίνεια, στην αλληλεγγύη, στην πατριωτική, στη διεθνιστική και αντιιμπεριαλιστική στάση και στις δύο χώρες.


Σαλή Εφέντη
Μέλος του Συμβουλίου Περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης της ΚΝΕ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ