Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία», μπορείτε να διαβάσετε θέματα που, ιδιαίτερα μετά την κυβερνητική αλλαγή στη χώρα μας και τις διεργασίες που γίνονται στην ΕΕ, μπαίνουν στο επίκεντρο των ενδοαστικών αντιθέσεων. Για παράδειγμα, η επιλογή «μείγματος» διαχείρισης είναι κάτι που κυριαρχεί και στην ΕΕ και στις ΗΠΑ. Τα σημερινά θέματα είναι:
Αποφάσεις ΕΚΤ για «πιστωτική χαλάρωση»: Τι είναι η περιβόητη «πιστωτική χαλάρωση» - Πού αποσκοπεί και πώς λειτουργεί - Ποια είναι η ενδοαστική διαπάλη γύρω από αυτήν και πώς θέλει να «παίξει» η νέα κυβέρνηση στα πλαίσιά της - Γιατί ούτε αυτή «σώζει» τον καπιταλισμό από τις κρίσεις του - Γιατί δε συνιστά «χαλάρωση» για τους λαούς.
ΗΠΑ: Η πολιτική Ομπάμα «μποναμάς» για τα μονοπώλια. Αυξήσεις - ψίχουλα σε εργαζόμενους, επενδυτικά προγράμματα που θα ωφελήσουν συγκεκριμένα τμήματα του κεφαλαίου.
ΗΠΑ - ΙΝΔΙΑ: Ετοιμάζουν κοινές μπίζνες σε πολλές περιοχές. Ενδεικτικό, της ενίσχυσης των διμερών σχέσεων των δύο αστικών τάξεων, το πρόσφατο ταξίδι Ομπάμα στο Νέο Δέλχι.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει την ευθύνη χάραξης της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη. «Φροντίζει» για την αναγκαία, κάθε φορά, ποσότητα του χρήματος που βρίσκεται σε κυκλοφορία, έχει τη δυνατότητα να ανεβοκατεβάζει τα επιτόκια (το κόστος του χρήματος), να διοχετεύει ή και να αποσύρει ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα, το οποίο, με τη σειρά του, αποτελεί τον ενδιάμεσο κρίκο για τη μετακύλιση της νομισματικής πολιτικής στη συνολική οικονομική δραστηριότητα. Για τα παραπάνω, η ΕΚΤ έχει στη διάθεσή της διάφορα «εργαλεία» και τρόπους, το καθένα από αυτά με ειδική σημασία και χρήση, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην καπιταλιστική οικονομία. Σε κάθε περίπτωση, η νομισματική πολιτική δεν αποτελεί ούτε και θα μπορούσε να αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό της παραγωγικής δραστηριότητας και της καπιταλιστικής οικονομίας. Απλά είναι ένα ακόμη υποβοηθητικό εργαλείο στα χέρια των καπιταλιστών, σε τελική ανάλυση μια απλή «ασπιρίνη», στο εκμεταλλευτικό σύστημα που δεν παίρνει από γιατριά. Σήμερα στην Ευρωζώνη, καταγράφεται υποχώρηση του επίσημου πληθωρισμού (σε ετήσια βάση), μια εξέλιξη που σχετίζεται με τη μείωση των επενδύσεων, τη χαμηλή κατανάλωση, τα λιμνάζοντα κεφάλαια, που παραμένουν λιμνάζοντα αφού δε γίνονται επενδύσεις, τα παραγόμενα εμπορεύματα παραμένουν απούλητα στις αποθήκες, γεγονός που με τη σειρά του μειώνει και το επίπεδο της σημερινής παραγωγής. Ολα τα παραπάνω καταγράφονται σε μια σειρά από στατιστικούς δείκτες και μετρήσεις των διαφόρων υπηρεσιών της ΕΕ. Το «επιθυμητό όριο», για τον επίσημο πληθωρισμό, σύμφωνα με το κριτήριο που βάζει η ΕΚΤ είναι η αύξηση της τάξης του 2% το χρόνο. Ετσι, αν για παράδειγμα ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ξεπερνούσε αυτά τα επίπεδα (που σημαίνει υποτίμηση της ανταλλακτικής αξίας του χρήματος), το πρόβλημα του κεφαλαίου θα ήταν το αντίστροφο από αυτό που σήμερα εμφανίζεται. Σε αυτήν την περίπτωση, η ΕΚΤ θα προχωρούσε σε αύξηση των βασικών επιτοκίων του ευρώ, άλλωστε αυτό έχει γίνει πολλές φορές στην προηγούμενη δεκαετία. Συνοδευτικά, μάλιστα, και ανάλογα με τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, και τα συλλογικά συμφέροντα του κεφαλαίου παίρνονται και μέτρα μείωσης ρευστότητας από την οικονομία.
Προεκλογικά, σηκώθηκε μπόλικος κουρνιαχτός γύρω από το λεγόμενο «πακέτο Ντράγκι» και από τα μέτρα της «ποσοτικής χαλάρωσης» που ανακοινώθηκαν ύψους πάνω από 1,1 τρισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το δεύτερο κύμα «χαλάρωσης» σε όφελος των ευρωπαϊκών μονοπωλίων. Τον Οκτώβρη του 2014, η ΕΚΤ πήρε την απόφαση να διοχετεύσει στις τράπεζες της Ευρωζώνης ποσά εκατοντάδων δισ. ευρώ έναντι ενεχύρων (ιδιωτικά ομόλογα, τιτλοποιημένα δάνεια και άλλα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών). Παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια διοχέτευσης ρευστότητας από την ΕΚΤ έπεσαν σε μηδενικά επίπεδα (μόλις 0,05%) τα ποσά αυτά παρέμειναν στο μεγαλύτερο μέρος τους αδιάθετα. Το γεγονός αυτό έχει την εξήγησή του, στη χαμηλή ζήτηση για νέες επενδύσεις, οι οποίες να διασφαλίζουν μπόλικα κέρδη στο κεφάλαιο. Να σημειωθεί και το γεγονός ότι τα επιτόκια αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ ήδη (Οκτώβρης 2014) διαμορφώθηκαν σε αρνητικά επίπεδα. Αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες που θα «παρκάρουν» κεφάλαια στην ΕΚΤ, όχι μόνο δε θα κερδίσουν, αλλά αντίθετα θα χάσουν από το αρχικό κεφάλαιο. Και το συγκεκριμένο μέτρο αποσκοπεί στη διοχέτευση της «πλεονάζουσας ρευστότητας», δηλαδή των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων που λιμνάζουν, στην παραγωγή.
Στη συνέχεια, διαπιστώθηκε ότι το πρώτο κύμα της «χαλάρωσης» δεν απέδωσε, τα ποσά παρέμειναν αδιάθετα, ο «αποπληθωρισμός» συνεχίστηκε και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη ένταση. Σε αυτό το πλαίσιο και εν μέσω των ανταγωνισμών του κεφαλαίου αποφασίστηκε και δεύτερο «πακέτο χαλάρωσης», που θα αρχίσει να «τρέχει» από το Μάρτη. Το νέο στοιχείο είναι η αποδοχή και των κρατικών ομολόγων ως ενεχύρων έναντι των οποίων θα χορηγούνται τα μηδενικού κόστους κεφάλαια που θα ζητηθούν. Ενα ακόμη σημαντικό στοιχείο είναι οι τεχνικές επιμερισμού των κινδύνων ανάμεσα στην ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, στις οποίες θα φορτωθεί το 80% της χασούρας που τυχόν θα προκύψει την οποία θα πληρώσει ο λαός. Ετσι, για παράδειγμα, σε περίπτωση «κουρέματος» του ελληνικού κρατικού χρέους, η χασούρα από τις κατατεθειμένες εγγυήσεις θα φορτωνόταν στην Τράπεζα της Ελλάδας, δηλαδή απευθείας στις πλάτες του ελληνικού λαού.
Την ίδια ώρα, ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, για μια ακόμη φορά, διευκρίνιζε πως η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζικών ομίλων έχει όρο και προϋπόθεση την υπαγωγή της Ελλάδας σε συγκεκριμένο «πρόγραμμα», όπως, για παράδειγμα, το τρέχον μνημόνιο.
Στο πλαίσιο παρουσίασης του προγράμματος νομισματικής χαλάρωσης, ο Μ. Ντράγκι εστίασε στην «αποφασιστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και εργασίας», καθώς επίσης και στις δράσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος». Αναδιαρθρώσεις, για την αύξηση του ποσοστού κέρδους των επιχειρήσεων σημαίνουν αυτά. Επομένως, απαιτούν παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, παραπέρα απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, δηλαδή κατάργηση κάθε προστασίας των εργαζομένων, ενίσχυση ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή αντεργατικά μέτρα πολλά από τα οποία έχουν ήδη θεσμοθετηθεί και θα αρχίσουν να εφαρμόζονται και πιθανά και νέα. Εν μέσω των αυξημένων κινδύνων και των αβεβαιοτήτων που εκδηλώνονται γύρω από τη στασιμότητα στην ανάπτυξη της οικονομίας, ο κεντρικός τραπεζίτης της Ευρωζώνης τόνισε ότι «οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ζωτικής σημασίας και θα πρέπει να εφαρμοστούν με ταχείς ρυθμούς, αξιόπιστα και αποτελεσματικά». Και αυτό γιατί μόνο έτσι θα ενισχυθούν η μελλοντική «βιώσιμη ανάπτυξη» και οι επενδύσεις.
Απόλυτα χαρακτηριστικές είναι και οι δηλώσεις του σημερινού πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα, σύμφωνα με τον οποίο, τα μέτρα της ΕΚΤ είναι «αναγκαία και ευπρόσδεκτα και προφανώς πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις χώρες».
Προγράμματα νομισματικής χαλάρωσης πρωτοεφαρμόστηκαν στην Ιαπωνία στις αρχές της περασμένης δεκαετίας (2000), χωρίς ωστόσο ιδιαίτερα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Μάλιστα, στην Ιαπωνία, και παρά τις αλλεπάλληλες «τονωτικές ενέσεις», σήμερα καταγράφεται η απόλυτη στασιμότητα. Αυτήν την πρακτική ακολούθησε το 2008 και η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (FED), η οποία πλέον έχει περάσει στη φάση της σταδιακής απόσυρσης των μέτρων της ποσοτικής χαλάρωσης. Στις ΗΠΑ, σήμερα εμφανίζονται αυξημένοι ρυθμοί ανάκαμψης σε σχέση με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Ωστόσο, είχαν προηγηθεί οι μαζικές κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί λαϊκής κατοικίας, η ερήμωση ολόκληρων περιοχών, φαινόμενα πάνω στα οποία χτίζεται σήμερα η όποια καπιταλιστική ανάπτυξη. Παράλληλα, η καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη στις ΗΠΑ, που ακολούθησε την κρίση, δε συνοδεύτηκε από αύξηση των μισθών και των εισοδημάτων των εργαζομένων, που συνεχίζουν να ζουν σε δεινή κατάσταση.
Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μ. Ρέντσι, δηλώνει υπέρμαχος της «χαλάρωσης» στη δημοσιονομική πειθαρχία και τη συσχετίζει με την «αναπτυξιακή πολιτική». Καταγγέλλει ως «ξεπερασμένο» το στόχο για τα ελλείμματα, αλλά παράλληλα υπόσχεται να ικανοποιήσει τη σχετική «υπόδειξη» της Κομισιόν. Στο εσωτερικό της χώρας του, και με πρόσχημα την ανεργία των νέων, η κυβέρνησή του κλιμάκωσε την αντιλαϊκή πολιτική με την «τροποποίηση» της εργατικής νομοθεσίας που αφορά την προστασία των εργαζομένων από «καταχρηστικές απολύσεις». Ουσιαστικά, προωθεί την απελευθέρωση των απολύσεων. Από την πλευρά της, η γερμανική κυβέρνηση έσπευσε να επιβραβεύσει: «Θεωρούμε πολύ σημαντικό που η κυβέρνηση Ρέντσι προχωρά στη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και τον υποστηρίζουμε». Κατά τα λοιπά, η διαμάχη των δύο μερών συνεχίζεται σε ό,τι αφορά το μείγμα της πολιτικής για την «ανάπτυξη» (του κεφαλαίου). Εκτός από την απελευθέρωση στην αγορά εργασίας, ο Ρέντσι προχώρησε και σε περικοπές 36 δισ. ευρώ σε δαπάνες που καλύπτουν λαϊκές ανάγκες.
Η κυβέρνηση της Γαλλίας του Φρ. Ολάντ ότι η Γαλλία θα τηρήσει όλες τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που ανέλαβε την περασμένη άνοιξη, στο πλαίσιο των μέτρων της «προληπτικής εποπτείας» που ισχύει για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη της ΕΕ. Το γαλλικό πακέτο περιλαμβάνει «μειώσεις φόρων και εισφορών υπέρ των εταιρειών, μειώσεις φόρων για τα νοικοκυριά, περιορισμό των δαπανών», όπως προσδιορίζονται στο πρόγραμμα σταθερότητας 2015 - 2017. Αλλά και περικοπές 50 δισ. ευρώ σε κοινωνικές δαπάνες.
Την ίδια ώρα, καταγράφονται ρυθμοί στασιμότητας στην οικονομική δραστηριότητα, συνολικά στην Ευρωζώνη, ενώ στο προσκήνιο παραμένουν οι αυξημένες αβεβαιότητες και τα ρίσκα του κεφαλαίου για παραπέρα επιδείνωση της κατάστασης. Ετσι, στον πυρήνα του «προβλήματος» δε βρίσκεται η φτηνή χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά η αδυναμία διοχέτευσης των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων σε νέες επενδύσεις, τέτοιες που να υπόσχονται ακόμη μεγαλύτερα κέρδη στους κεφαλαιοκράτες. Ταυτόχρονα, η διαδικασία στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης προϋποθέτει μπαράζ νέων αντεργατικών αναδιαρθρώσεων, μεγάλες «εξοικονομήσεις» στην κλίμακα της παραγωγής, τη διαμόρφωση ακόμη μεγαλύτερων επιχειρηματικών σχηματισμών στους νευραλγικούς κλάδους της οικονομίας. Και αυτό γιατί μόνο έτσι τα λιμνάζοντα και υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια θα μπορέσουν να διοχετευτούν σε επενδύσεις τέτοιες που να διασφαλίζουν κέρδη στα μονοπώλια.
Στην Ελλάδα, μέχρι και τα μέσα της περασμένης δεκαετίας, οι ρυθμοί της πιστωτικής επέκτασης (νέα δάνεια) έτρεχαν με ρυθμούς πάνω από 1 δισ. ευρώ το μήνα! Η «απελευθέρωση» του τραπεζικού δανεισμού, στις τότε συνθήκες, οδήγησε σε απογείωση των επιχειρηματικών κερδών, στην έκρηξη της κερδοφορίας του τραπεζικού κεφαλαίου, στη μείωση των κρατικών επιτοκίων. Οδήγησε, επίσης, στην απογείωση του κρατικού χρέους, που με τη σειρά του πήγε για κερδοφόρες επενδύσεις και για άλλα προνόμια στις μερίδες του κεφαλαίου. Μετά ήρθε η κρίση. Ταυτόχρονα, οδήγησε και στον υπερδανεισμό των λαϊκών νοικοκυριών, που έγιναν όμηροι στις διαθέσεις των τραπεζών, προκειμένου να ικανοποιήσουν ανάγκες τις οποίες δεν μπορούσαν να τις ικανοποιήσουν διαφορετικά, αφού το λαϊκό εισόδημα μειωνόταν συνεχώς.
Η «χαλάρωση» αφορά αποκλειστικά και μόνο στη διαχείριση των υποθέσεων του κεφαλαίου, στη διοχέτευση φρέσκου πακτωλού στους βιομηχάνους κ.ά., μέσω των τραπεζικών ομίλων. Αλλωστε, αυτό το ρόλο παίζουν στην οικονομία...
Από καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ αξιώνει μετ' επιτάσεως μέτρα χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής στην ΕΕ, ώστε να υπάρξει καπιταλιστική ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό, έχει ανοιχτά συνταχθεί με την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (το 1/3 της τρόικα), επικροτώντας τις τελευταίες ενέργειες του Μάριο Ντράγκι για ποσοτική χαλάρωση.
«Πρόκειται για μια σημαντική απόφαση, την οποία και θα αξιοποιήσει η επόμενη ελληνική κυβέρνηση προς όφελος της χώρας», σημείωσε σε ανακοίνωσή του, σχετικά με τα προγράμματα της νομισματικής πολιτικής που ανακοινώθηκαν από την ΕΚΤ.
Ο Αλ. Τσίπρας χαρακτήρισε τα μέτρα της ΕΚΤ «αναγκαία και ευπρόσδεκτα», προσθέτοντας ότι «προφανώς πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις χώρες» και κυρίως όσες «έχουν λεηλατηθεί από τις πολιτικές λιτότητας», να μην εξαιρεθούν από κάποια ...τιμωρητική διάθεση.
Παραπέρα, σημείωσε πως «η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης είναι μία από τις προτάσεις για τη συλλογική και βιώσιμη έξοδο της Ευρωζώνης από την κρίση. Εάν υιοθετηθεί θα είναι ευπρόσδεκτη, έστω και με μια τόσο μεγάλη καθυστέρηση. Για να είναι, όμως, αποτελεσματική θα πρέπει να ανταποκρίνεται πλήρως στην αποστροφή του Μάριο Ντράγκι: "Ο,τι κι αν χρειαστεί". Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι ευρείας κλίμακας, χωρίς προϋποθέσεις και εξαιρέσεις. Δηλαδή, να περιλαμβάνει όλες τις χώρες που την έχουν ανάγκη».
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλ. Τσίπρας γνωρίζουν αυτό που ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, δε χάνει ευκαιρία να ξεκαθαρίζει, ότι, δηλαδή, η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζικών ομίλων έχει όρο και προϋπόθεση την υπαγωγή της Ελλάδας σε συγκεκριμένο «πρόγραμμα». Είναι μια ακόμα τιμωρητική για το λαό απόφαση, η οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να ισχύσει και για την Ελλάδα, ώστε να τροφοδοτηθεί το ντόπιο κεφάλαιο με ζεστό χρήμα. Και ισχύει, όπως έχει αποφασίσει η ΕΚΤ, αλλά με «πρόγραμμα», δηλαδή κάτι ανάλογο με μνημόνιο.
Ακριβώς επειδή γνωρίζουν τι ακριβώς υπερασπίζονται, ο Αλ. Τσίπρας κοροϊδεύει το λαό όταν ισχυρίζεται «ρώτησα τον Ντράγκι, εννοεί μνημονιακό πρόγραμμα και μου απάντησε, ευρωπαϊκό πρόγραμμα», κρύβοντας πως πρόκειται για ένα και το αυτό. Και ακόμα ότι «οι ΗΠΑ κατάφεραν να ξεπεράσουν την κρίση, διότι είχαν μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική», κρύβοντας ότι η καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη στις ΗΠΑ, που ακολούθησε την κρίση, δε συνοδεύτηκε από αύξηση των μισθών και των εισοδημάτων των εργαζομένων, που συνεχίζουν να ζουν σε δεινή κατάσταση.
Ο Γ. Δραγασάκης ομολογεί πιο καθαρά τις προθέσεις τους, όταν δηλώνει: «Εξηγήσαμε στον κ. Ντράγκι ότι εμείς μιλούμε για αντικατάσταση του μνημονίου από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ... Θα συνοδεύεται το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ από ένα νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ...Τυπικά, λοιπόν, η νέα ελληνική κυβέρνηση, όπως προβλέπεται και από τους κανονισμούς της Ευρώπης, μπορεί να κάνει ένα καινούριο».
Εξίσου καθαρά, ο Ν. Παππάς παραδέχτηκε: «Βεβαίως θα έχουμε ένα πρόγραμμα αλλά δε θα το λέμε "μνημόνιο"». Ερωτηθείς για τη διαπραγμάτευση με τους «εταίρους», ο Ν. Παππάς σημείωσε: «...Ο ίδιος ο Ντράγκι και ο Κερέ έχουν δηλώσει ότι είναι έτοιμοι να συζητήσουν ποιες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοστούν από την επόμενη κυβέρνηση. Βεβαίως, θα έχουμε ένα πρόγραμμα αλλά δε θα το λέμε "μνημόνιο". Θα πάμε σε μία συμφωνία».
Το ότι για την Ελλάδα ο Ντράγκι, δηλαδή η ΕΚΤ, έβαλε όρους (πρόγραμμα μνημονίου) για την αγορά ομολόγων και την παροχή ρευστού χρήματος και η προθυμία με την οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διαμηνύει την αποδοχή τους, δείχνει για μια ακόμη φορά ότι η επιχείρηση ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας θα συνδυάζεται με αντιλαϊκά μέτρα και, εκτός από τα ήδη υπάρχοντα, υπάρχουν και άλλα νομοθετημένα τέτοια μέτρα που θα αρχίσουν να εφαρμόζονται μέσα στο 2015.
Πενταροδεκάρες σε εργαζόμενους, ευκαιρίες για τους καπιταλιστές με το πρόγραμμα «ανάπτυξης των σύγχρονων υποδομών της Αμερικής του 21ου αιώνα»
Ο Ομπάμα ανέπτυξε το επεκτατικό μείγμα διαχείρισης που προωθεί και στην τελευταία ομιλία, που έκανε στις 20/1 για την «Κατάσταση του Εθνους», και η πολιτική αυτή, που προβάλλεται και στη χώρα μας από το ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις ως «συνταγή επιτυχίας», δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένας νέος μποναμάς στο κεφάλαιο για την αναζωογόνηση της καπιταλιστικής οικονομίας.
Οι «μεταρρυθμίσεις στην οικονομία για την τόνωση της μέσης αμερικανικής οικογένειας» και οι «αλλαγές» στα εργασιακά, δεν είναι παρά πενταροδεκάρες σε σχέση με το μεγάλο πάρτι «ανάπτυξης των σύγχρονων υποδομών της Αμερικής του 21ου αιώνα», που στήνεται για χάρη άλλης μερίδας του μεγάλου κεφαλαίου και των μονοπωλίων: Κύρια των κατασκευαστικών, μεταφορικών και ενεργειακών εταιρειών, τεράστιων ομίλων που δραστηριοποιούνται στο χώρο παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας (π.χ., ύδρευση - αποχέτευση) και «ιδρυμάτων» πλουτοκρατών, όπως τα «Ιδρύματα Φορντ» και «Ροκφέλερ», που συνεργάζονται σε αυτήν τη διαδικασία.
Μεταξύ των προτάσεων του Λευκού Οίκου για την ενίσχυση της μέσης αμερικανικής οικογένειας συγκαταλέγονται και εκείνες που αφορούν, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία νέων παιδικών σταθμών, την παροχή άδειας μητρότητας και άδεια ασθενείας μετ' αποδοχών, φοροαπαλλαγές 3.000 ευρώ ανά παιδί, εξοικονόμηση πόρων για τη διεύρυνση των κοινοτικών προγραμμάτων μεταλυκειακής κολεγιακής εκπαίδευσης, «δικαιότερη» ανακατανομή φόρων, αυξήσεις σε επιδόματα και υπερωρίες, προάσπιση των λεγόμενων μεταρρυθμίσεων στον τομέα της Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας.
Ολα αυτά ακούγονται πολύ ωραία! Ομως, στην πράξη, οι ήδη τεράστιες ταξικές ανισότητες σε εκπαίδευση, πρόνοια, υπηρεσίες υγείας κάνουν θραύση, σε τέτοιο βαθμό που έκαναν, στις 29/1, ακόμη και την «Ουάσιγκτον Ποστ» να δημοσιεύσει το δακρύβρεχτο άρθρο μίας δασκάλας στο Κολοράντο για τους πάμφτωχους μαθητές της και τους λιγοστούς προνομιούχους, την απόγνωσή της για τους έφηβους που πεινούν ή ζουν μόνοι ή φορούν ρούχα άλλων από δεύτερο και τρίτο χέρι ή δουλεύουν για να στηρίξουν την οικογένειά τους ή λείπουν από το σχολείο για να προσέχουν τα μικρότερα αδέλφια τους όταν οι γονείς αρρωσταίνουν και πάνε στα επείγοντα των νοσοκομείων, γιατί δεν έχουν (λόγω φτώχειας) σωστή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη...
Μια πιο προσεκτική ματιά δείχνει ότι και αυτές οι εξαγγελίες Ομπάμα είναι ανακύκλωση παρόμοιων προτάσεων που πέρασαν από τα έδρανα του κογκρέσου. Ετσι, παρά το σάλο που είχε κάνει η κυβέρνηση Ομπάμα το πρώτο εξάμηνο του 2014, στο πλαίσιο εκστρατείας συνδικάτων που δρούσαν ιδιαίτερα στο χώρο των αλυσίδων πρόχειρου φαγητού για έστω πενιχρές αυξήσεις στο κατώτατο ωρομίσθιο, στο νέο πακέτο των επικείμενων νομοσχεδίων του Ομπάμα δεν υπάρχει ως τώρα καμία σαφής αναφορά για αυξήσεις στους χαμηλόμισθους. Και ας έχει κολλήσει από το 2009 το κατώτατο ωρομίσθιο, σε ομοσπονδιακό επίπεδο, στα 7,25 δολάρια την ώρα...
Οσον αφορά στην ενίσχυση της κρατικής πρόνοιας για τα παιδιά, τους βρεφονηπιακούς σταθμούς και τις φοροαπαλλαγές 3.000 δολαρίων ετησίως ανά τέκνο, και εδώ η κυβέρνηση Ομπάμα φαίνεται πως τελικά προσφέρει πενταροδεκάρες στην αδειανή τσέπη των ασθενέστερων λαϊκών στρωμάτων, που στενάζουν από τις κακοπληρωμένες δουλειές, την ημιαπασχόληση (μισή δουλειά, μισές αποδοχές, μισή ζωή...), την εκμετάλλευση στο έπακρο που υφίστανται από πολλούς εργοδότες δίχως βασικά δικαιώματα, που ακόμη και σήμερα, σε περίοδο λιτότητας και ισχνών αγελάδων, θεωρούνται «δεδομένα» σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (π.χ., άδεια ασθενείας μετ' αποδοχών).
Η πολυδιαφημισμένη πρόταση Ομπάμα για την αύξηση της πρόσβασης στους παιδικούς σταθμούς, που είναι από τα πιο δυσβάσταχτα κόστη για τη μέση λαϊκή οικογένεια, και η φοροαπαλλαγή των 3.000 δολαρίων το χρόνο ανά τέκνο, φαντάζει ανεπαρκής. Στις Βορειοανατολικές ΗΠΑ, το κόστος δαπάνης μίας οικογένειας με δύο παιδιά σε βρεφονηπιακό σταθμό φτάνει ετησίως το λιγότερο τα 22.100 δολάρια. Τα 15.000 δολάρια στο νότο, στις μεσοδυτικές πολιτείες τα 17.000 δολάρια.
Στο τελευταίο διάγγελμά του, ο Ομπάμα έσχιζε τα ιμάτιά του για τα 43.000.000 Αμερικανών εργαζομένων που δεν έχουν δικαίωμα ούτε για μία ημέρα άδεια ασθενείας μετ' αποδοχών. Εχυνε κροκοδείλια δάκρυα για το μόλις 11% των Αμερικανίδων που απολαμβάνουν άδεια μητρότητας επειδή το προσφέρει το 5% των αμερικανικών εταιρειών. Γιατί τότε δεν έκανε τίποτε από το 2009;
Υποτίθεται, μπορεί να πει κάποιος, πως το «κενό» στοιχειώδους εργατικής νομοθεσίας, που υπάρχει σε ομοσπονδιακό επίπεδο, καλύπτεται κατά τόπους από «προοδευτικούς» κυβερνήτες και δημάρχους. Σαν το «Δημοκρατικό» προοδευτικό δήμαρχο της Ν. Υόρκης, Μπιλ ντε Μπλάζιο, που προώθησε νόμο για την παροχή άδειας ασθενείας μετ' αποδοχών διάρκειας μόλις μίας ώρας ανά 30 ώρες δουλειάς για όσους εργαζόμενους έχουν εξασφαλίσει μέσα στο χρόνο το λιγότερο 80 ώρες εργασίας.
Η τελευταία μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα, την οποία υποτίθεται σήμερα πως επιθυμούν εξίσου και το (υπό Ρεπουμπλικανικής ηγεσίας) Κογκρέσο και ο «Δημοκρατικός» Πρόεδρος, χρονολογείται από το 1986.
Ο, δε, τρόπος χορήγησης και υπολογισμού των υπερωριών στους λιγοστούς δικαιούχους παραμένει απαράλλακτος από το 1975, αφού δικαιούχοι είναι μόνο όσοι κερδίζουν λιγότερα από 450 δολάρια τη βδομάδα ή δηλώνουν ετήσιο εισόδημα λιγότερο από 23.000 δολάρια. Δεν είναι έτσι «ανεξήγητο» γιατί το 2011 οι δικαιούχοι υπερωριών ήταν το 11% των εργαζομένων και το 18% των ωρομίσθιων.
Λευκός Οίκος και Κογκρέσο, όταν αναφέρονται στην αλλαγή του φορολογικού κώδικα, το πρώτο που σκέφτονται (έστω και εάν δε συμφωνούν απόλυτα) είναι η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, που σήμερα ανέρχεται στο 35%. Οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο πιέζουν για μείωση της φορολογίας στο 25% και ο Ομπάμα στο 28%. Ακόμη και έτσι, όμως, είναι σαφώς μεγαλύτερες από τις «φορο-ελαφρύνσεις» για τη μέση αμερικανική οικογένεια.
Αυτά, ενώ και τα τελευταία στοιχεία του Γραφείου Απογραφής στις ΗΠΑ για την παιδική φτώχεια, που ανακοινώθηκαν μεσοβδόμαδα, ήταν καταπέλτης. Περίπου 16.000.000 παιδιά και έφηβοι στις ΗΠΑ εξαρτούν τη διατροφή τους από τα κουπόνια πρόνοιας. Δηλαδή, το 20% του παιδικού και νεανικού πληθυσμού! Ποσοστό που θεωρείται σχεδόν διπλάσιο από τα στοιχεία του 2007, που έφερναν τότε την αναλογία παιδιών που τρέφονταν με κουπόνια και παιδιών δίχως σοβαρό οικονομικό πρόβλημα σε 1 προς 8. Τα τελευταία επίσημα στοιχεία αναφέρουν πως περίπου 14.700.000 παιδιά ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, εκ των οποίων τα 6.500.000 ζουν σε δραματικές συνθήκες. Παρόλα αυτά, το Κογκρέσο προχώρησε τον περασμένο Νοέμβρη στις αυτοματοποιημένες περικοπές 5 δισ. από τα ομοσπονδιακά προγράμματα χορήγησης κουπονιών σίτισης και σχεδιάζει μαχαίρι άλλων 6 δισ. δολαρίων μέσα στην επόμενη διετία.
Την περασμένη Πέμπτη, πάντως, η κυβέρνηση Ομπάμα καμάρωνε για το επίτευγμα της μείωσης του αριθμού των αιτούντων επιδόματος ανεργίας για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια και για τη μείωση κατά 11% (σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα) του μέσου όρου της ανεργίας που μετριέται ανά τέσσερις βδομάδες. Καμάρωνε επίσης και για άλλα στατιστικά. Οπως για το ότι οι εργοδότες πρόσθεσαν το 2014 περίπου 3.000.000 περισσότερες θέσεις εργασίας (οι περισσότερες από το 1990) και τις προβλέψεις των ειδικών πως η καπιταλιστική ανάπτυξη το 2015 θα κινηθεί γύρω στο 3%.
Εντούτοις, αποσιωπήθηκαν άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία. Οπως ότι οι περισσότερες από τις 3.000.000 νέες θέσεις εργασίας ήταν θέσεις ημιαπασχόλησης, εποχικής εργασίας ή συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Οτι οι μισθοί κατά μέσο όρο στις ΗΠΑ αυξήθηκαν μόλις 1,7% το 2014 και 1,9% το 2013.
Πάντως, ο Λευκός Οίκος ετοιμάζει τα καλύτερα για μία μερίδα μονοπωλίων και αστών, στο πλαίσιο ενός λεγόμενου «εναλλακτικού» σχεδιασμού οικονομικής διαχείρισης, προωθώντας τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για τον εκσυγχρονισμό και ενίσχυση των υποδομών της χώρας σε Ενέργεια, μεταφορές, συγκοινωνίες, εκπαίδευση, ηλεκτρισμό κ.ά.
Αλλωστε, το Σεπτέμβρη του 2014 η κυβέρνηση Ομπάμα ανακοίνωσε σειρά πρωτοβουλιών στο πλαίσιο της «Επενδυτικής Πρωτοβουλίας Οικοδόμησης της Αμερικής», όπου, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβανόταν σχέδιο εκσυγχρονισμού της ύδρευσης ύψους πολλών εκατοντάδων δισ. δολαρίων για την επόμενη 20ετία με σύμπραξη δημόσιου - ιδιωτικού τομέα, κατασκευή νέων οδικών αρτηριών, εκσυγχρονισμός του πεπαλαιωμένου συστήματος διανομής και μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος, κατασκευή νέων ή συντήρηση παλιότερων γεφυρών, σταθμών Ενέργειας, συγκοινωνιών κλπ.
Το κεντρικό επιχείρημα ήταν και εδώ πως ο εκσυγχρονισμός των υποδομών θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα δώσει γερή ώθηση στην οικονομία και την αγορά. Ακόμη και έτσι, όμως, τα κέρδη θα είναι για τα μονοπώλια και τους καπιταλιστές.
Ετοιμότητα να αντιμετωπίσουν αναπτυξιακές προκλήσεις σε «αναπτυσσόμενες περιοχές»
Στην Κοινή Δήλωση, με τίτλο «Μοιρασμένη προσπάθεια. Πρόοδος για όλους», που διανεμήθηκε στον Τύπο, αναφέρεται, μεταξύ άλλων: «Οι ηγέτες συμφώνησαν να επεκτείνουν τις προσπάθειές τους να βοηθήσουν άλλες αναπτυσσόμενες χώρες και να αντιμετωπίσουν παγκόσμιες αναπτυξιακές προκλήσεις προς όφελος της ευρύτερης περιοχής και του κόσμου και επαίνεσαν την τρέχουσα τριμερή βοήθεια». Διευκρινίζοντας πιο συγκεκριμένα τα πεδία στα οποία μονοπώλια των δύο πλευρών θα αντιμετωπίσουν «αναπτυξιακές προκλήσεις» σε διάφορες χώρες, η Κοινή Δήλωση αναφέρεται συγκεκριμένα σε Υγεία, Ενέργεια, Διατροφική Ασφάλεια κτλ. και παρατηρεί ότι «αυτή η συνεργασία, που είναι ενεργής μαζί με το Αφγανιστάν, την Ανατολική και τη Δυτική Αφρική, μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες τρίτες χώρες».
Η Κοινή Δήλωση σημειώνει ως προτεραιότητες και την «ενίσχυση της συνδεσιμότητας και της ενεργοποίησης της πιο ελεύθερης ροής του εμπορίου και της ενέργειας στην περιοχή», αναφέροντας ως παραδείγματα «τις πρωτοβουλίες της Ινδίας να ενισχύσει τη συνδεσιμότητα με τη Νότια και τη Νοτιοανατολική Ασία».
Οι δυο πλευρές συντονίζουν τις κινήσεις τους σε επενδυτικά προγράμματα που αφορούν τον τομέα των Κατασκευών - Υποδομών σε περιοχές όπως η Νοτιοανατολική Ασία, όπου οι αστικές κυβερνήσεις προωθούν συγκεκριμένα τον εκσυχρονισμό των υποδομών και των συγκοινωνιακών δικτύων, ώστε να εξασφαλίσουν βασικές προϋποθέσεις για τη δράση των μονοπωλίων σε μια περιοχή του πλανήτη που συγκεντρώνει αρκετά προτερήματα: Μεγάλο φυσικό πλούτο (δάση, νερά, ορυκτά κτλ.), πολυπληθείς αγορές, νεαρό και σχετικά πιο «φτηνό» εργατικό δυναμικό, μεγάλο περιθώριο συγκέντρωσης κεφαλαίου.
Τα ινδικά και αμερικανικά μονοπώλια φαίνεται ότι «συναντιούνται» στην προώθηση προγραμμάτων όπως οι αμερικανικοί «Δρόμοι του Μεταξιού», δηλαδή η αμερικανική «εκδοχή» των εμπορικών και ενεργειακών διαδρομών που (σε ανταγωνισμό με άλλα σχέδια όπως οι κινεζικοί «Νέοι Δρόμοι του Μεταξιού») διασχίζοντας την Ασία ανοίγουν δρόμους για να «περάσουν» επιχειρηματικοί κολοσσοί, που θησαυρίζουν «ανοικοδομώντας» πατρίδες γκρεμισμένες από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όπως (καθόλου τυχαία) το Αφγανιστάν. Τα τελευταία χρόνια, το Νέο Δελχί έχει επενδύσει συνολικά πάνω από 2 δισ. δολάρια στη συγκεκριμένη χώρα, ενώ και η προηγούμενη Αφγανική κυβέρνηση του Καρζάι είχε απευθύνει επανειλημμένα ειδικό προσκλητήριο σε ινδικές εταιρείες να «δραστηριοποιηθούν» στη χώρα.
Αλλες κοινές επενδύσεις αφορούν το πρόγραμμα για τον «Οικονομικό διάδρομο Ινδίας - Ειρηνικού». Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, έχουν ήδη ξεκινήσει μεγάλα κατασκευαστικά έργα, όπως ο αυτοκινητόδρομος συνολικού μήκους 3.200 χιλιομέτρων που θα ενώνει Ινδία - Μιανμάρ - Ταϊλάνδη. Στο ίδιο πρόγραμμα εντάσσονται και μεγάλα έργα που αφορούν την ηλεκτροδότηση χωρών της περιοχής, την ανάπτυξη υδροηλεκτρικών εργοστασίων (π.χ., σε Νεπάλ, Μπανγκλαντές, Μπουτάν) και γενικά την επέκταση της χρήσης «εναλλακτικών πηγών Ενέργειας». Σ' αυτό το πλαίσιο, έχει «ανοίξει η όρεξη» μεγάλων εταιρειών που δρουν στον τομέα της προηγμένης τεχνολογίας και κατασκευής ειδικευμένου εξοπλισμού στους αντίστοιχους κλάδους.
Τον περασμένο Μάη, η εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ, Φατέμα Ζ. Σούμαρ, μιλώντας σε εκδήλωση που οργάνωσε η Συνομοσπονδία Ινδικών Βιομηχανιών στην Καλκούτα, υπογράμμιζε ότι «πολλές αμερικανικές και ινδικές εταιρείες μπορούν να καινοτομήσουν από κοινού». Επισημαίνοντας πόσο βελτιώνεται το «οικονομικό κλίμα» σε διάφορες χώρες της περιοχής, η Σούμαρ ανέλυσε την «πολιτική βούληση για την εξασφάλιση αγαθών και υπηρεσιών που μπορούν ελεύθερα να διασχίζουν τα σύνορα» και, αναφέροντας ως παράδειγμα τον αυτοκινητόδρομο Ινδίας - Μιανμάρ - Ταϊλάνδης, τόνισε ότι «δημιουργεί πρόσθετες ευκαιρίες για την αύξηση των επενδύσεων, του εμπορίου και της people-to-people contact».
Ομως οι δυο πλευρές ενώνουν τις δυνάμεις τους και σε άλλες περιοχές που όλο και περισσότερο συγκεντρώνουν την προσοχή των πολυεθνικών, όπως η «Μαύρη Ηπειρος». Ανοίγοντας δρόμο για την «καταξίωση» και δικτύωση των εταιρειών τους, εδώ και χρόνια «τρέχουν» κοινά προγράμματα για την ενίσχυση της «παραγωγικότητας στον αγροτικό τομέα» σε χώρες όπως η Λιβερία (Ανατολική Αφρική), η Κένυα και το Μαλάουι (Δυτική Αφρική). Οπως καταγράφει η ιστοσελίδα της USAID (του γνωστού παραμάγαζου της CIA που ανοίγει δρόμο για τις μπίζνες του αμερικανικού κεφαλαίου διεθνώς), οι δυο χώρες «οικοδομούν την ικανότητα» «επαγγελματιών» παρέχοντας γνώσεις «μάνατζμεντ», «εκπαίδευση αγρο-επιχειρηματιών» και «αγροτικού μάρκετινγκ». Μεταλαμπαδεύοντας, δηλαδή, γνώσεις καταλήστευσης του φυσικού πλούτου, ξεζουμίσματος των εργατών και αγοραπωλησίας βασικών λαϊκών αναγκών, όπως η διατροφή.
Οι κοινές μπίζνες φέρνουν κοντά τα μονοπώλια των δύο χωρών σε μια σειρά επίπεδα, όπως και το ερευνητικό. Καθόλου τυχαία, συμφωνήθηκε να επεκταθεί η δράση του αμερικανο-ινδικού κοινού Κέντρου Ερευνας και Ανάπτυξης «καθαρής Ενέργειας», εστιάζοντας ειδικά στην εξερεύνηση πλευρών που αφορούν τη χρήση της ηλιακής Ενέργειας, τη λεγόμενη «ενεργειακή αποδοτικότητα», αλλά και τα βιοκαύσιμα.
Μετά από όλα τα παραπάνω, η απόφαση για πολύπλευρη ενίσχυση και της «αμυντικής συνεργασίας» των δύο χωρών δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη. Ανανεώθηκε το «ενισχυμένο Πλαίσιο Αμυντικής Συμφωνίας» για ακόμα μια δεκαετία, αποφασίστηκε να συστηματοποιηθούν οι συμβουλευτικές συναντήσεις των δύο μερών, να επεκταθεί η συνεργασία σε θέματα «καταπολέμησης της τρομοκρατίας» αλλά και γενικά στη διεθνή σκηνή (η Ουάσινγκτον επανέφερε τη στήριξή της στο αίτημα του Νέου Δελχί για τη συμμετοχή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ως μόνιμο μέλος).
Τέλος, σε ξεχωριστό κείμενο διατυπώθηκε και «κοινή στρατηγική οπτική» για την περιοχή Ασίας - Ειρηνικού και Ινδικού ωκεανού, όπου σημειώνεται: «Η περιφερειακή ευημερία εξαρτάται από την ασφάλεια. Επιβεβαιώνουμε τη σημασία της διαφύλαξης της θαλάσσιας ασφάλειας και της ελευθερίας κίνησης σε θάλασσα και αέρα σε όλη την περιοχή, ειδικά τη Νότια Κινεζική Θάλασσα». Πρόκειται για την περιοχή που (εκτιμάται ότι) έχει τεράστια ενεργειακά αποθέματα, εμπορική και γεωστρατηγική σημασία, την οποία η Κίνα διεκδικεί ως δική της κατά 90% και στην οποία οι εδαφικές διαφορές και γενικά οι «κόντρες» οξύνονται τον τελευταίο χρόνο με πρωταγωνιστή το Πεκίνο.
Σχέδια πλουτισμού και εκσυχρονισμού των μηχανών του πολέμου
Στις συμφωνίες για τις διμερείς οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ - Ινδίας ξεχωρίζουν σίγουρα αυτές που αφορούν τη στρατιωτική βιομηχανία.
Μεταξύ άλλων, έγιναν συμφωνίες για κοινή παραγωγή στρατιωτικού υλικού, αρχής γενομένης με «τέσσερα πρωτοπόρα προγράμματα». Αυτά θα αφορούν και την παραγωγή μίνι - μη επανδρωμένων αεροσκαφών (UAVs) Raven νέας γενιάς, αλλά και εξειδικευμένου εξοπλισμού για αεροσκάφη C - 130.
Επίσης, θα δημιουργηθεί Ομάδα Εργασίας που θα ασχοληθεί ειδικά με την τεχνολογία που αφορά τα αεροπλανοφόρα, εκτός από την ανάπτυξη τεχνολογίας μηχανών αεροπλάνων.
Τις συναντήσεις των δύο ηγετών απασχόλησε και η αύξηση του όγκου των διμερών εμπορικών συναλλαγών. Σε συνάντηση που έγινε με στελέχη επιχειρήσεων, ο Ομπάμα παινεύτηκε ξανά ότι επί δικής του προεδρίας οι διμερείς εμπορικές σχέσεις έφτασαν ετησίως τα 100 δισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 60% σε σχέση με τα τελευταία χρόνια. «Η κατάσταση υπολείπεται κατά πολύ από αυτό που μας ενδιαφέρει και τη δυναμική που υπάρχει», επισήμανε ο Αμερικανός ηγέτης. Στόχος είναι το διμερές εμπόριο να πενταπλασιαστεί τα επόμενα χρόνια.
Το επόμενο διάστημα, θα διατεθούν δάνεια 1 δισ. δολαρίων για τη χρηματοδότηση αμερικανικών εξαγωγών στην Ινδία.
Προβλέπεται ακόμα χορήγηση δανείων ακόμα 1 δισ. δολαρίου για παρεμβάσεις σε «αδικημένες αγροτικές και αστικές αγορές», με το προκάλυμμα της στήριξης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ετσι ώστε αφενός να δοθεί ώθηση στην ανερχόμενη αστική τάξη της Ινδίας, αφετέρου να επιταχυνθούν βήματα που μακροπρόθεσμα θα συμβάλουν στη συγκέντρωση και τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στην αχανή ασιατική χώρα.
Ακόμα, δύο δισ. δολάρια θα προσανατολιστούν σε επενδύσεις ειδικά στον τομέα της Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ινδία.
Πολύ συζητήθηκε στα ΜΜΕ και το «ξεμπλοκάρισμα» της συμφωνίας συνεργασίας στον τομέα της Πυρηνικής Ενέργειας, μετά από αλλαγές στην ινδική νομοθεσία, που λέγεται ότι θα μειώσουν τους δισταγμούς αμερικανικών εταιρειών να επενδύσουν στην κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων στην Ινδία. Ντόπια ΜΜΕ επισήμαιναν πάντως ότι ο ανταγωνισμός θα είναι μεγάλος, αναφέροντας ότι γαλλικά και ρωσικά κεφάλαια έχουν ήδη αναλάβει συγκεκριμένα σχέδια στον κλάδο.