Κυριακή 24 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΕΞΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΛΥΚΕΙΑ
Καθεστώς το διπλό και ανισότιμο σχολικό δίκτυο

Η εξαγγελία έρχεταινα εξυπηρετήσει την προσπάθεια για μαζικοποίησημιας εκπαίδευσης που θα έχει κύριο χαρακτηριστικό τηςόχι την Παιδεία, αλλά την κατάρτιση
Η εξαγγελία έρχεταινα εξυπηρετήσει την προσπάθεια για μαζικοποίησημιας εκπαίδευσης που θα έχει κύριο χαρακτηριστικό τηςόχι την Παιδεία, αλλά την κατάρτιση
Ως κίνηση «αναβάθμισης» της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης προβάλλει η κυβέρνηση την προωθούμενη μετατροπή των Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (ΤΕΕ) σε Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ).

Ομως και αυτή η κίνηση, η οποία πατά πάνω στα αδιέξοδα και την κατάσταση που επικρατεί στα ΤΕΕ, παρά τις διακηρύξεις για ενίσχυση της Γενικής Παιδείας και εξασφάλιση ισοτιμίας μεταξύ των δύο σχολείων, έρχεται να εξυπηρετήσει την προσπάθεια για μαζικοποίηση μιας εκπαίδευσης που θα έχει κύριο χαρακτηριστικό της όχι την Παιδεία, αλλά την κατάρτιση, κάτι που είναι και πρωτεύων στόχος της ΕΕ και της κυβέρνησης.

Η συγκεκριμένη εξαγγελία για τα ΕΠΑΛ εντάσσεται στη στρατηγική διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θα παράγει ακόμα μεγαλύτερη μάζα εργαζομένων καταρτιζόμενων διά βίου, ικανών μόνο για τις πρόσκαιρες ανάγκες των επιχειρήσεων, με τις μικρότερες δυνατές απαιτήσεις, πάντα «απασχολήσιμοι».

Για να υπηρετείται αυτός ο στόχος, η γενική και η επαγγελματική μόρφωση σχεδιάζονται σαν ζητήματα χωριστά που έρχονται και σε αντιπαράθεση μεταξύ τους, ανεξάρτητα από τη μορφή που έχει πάρει κατά καιρούς αυτός ο διαχωρισμός. Ετσι, το σύστημα του Γενικού και Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου, το ακολούθησε η δομή Ενιαίο Λύκειο - ΤΕΕ και τώρα Ενιαίο Λύκειο - ΕΠΑΛ. Με το ένα σκέλος, το Ενιαίο ή Γενικό Λύκειο, να λειτουργεί ως προθάλαμος για τα Πανεπιστήμια και το άλλο ως μεταβατικό στάδιο για την επαγγελματική κατάρτιση. Σε βάρος - τελικά - και της γενικής μόρφωσης και της επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Ειδικότερα, η πρόταση του υπουργείου Παιδείας προβλέπει τα Επαγγελματικά Λύκεια να αντικαταστήσουν σταδιακά από του χρόνου τα ΤΕΕ. Τα οποία οδηγήθηκαν στην απαξίωση τόσο από τις σοβαρές ελλείψεις σε υποδομή και ειδικά σε εργαστήρια, όσο και από το περιεχόμενό τους που το ίδιο το υπουργείο Παιδείας ομολογεί ότι «χαρακτηρίζεται από ουσιαστική έλλειψη κοινωνικής αναγνώρισης».

Τα ΕΠΑΛ θα είναι τριετούς φοίτησης (τετραετούς τα εσπερινά). Στην Α΄ τάξη θα υπάρχουν, σύμφωνα με την αρχική πρόταση του υπουργείου, κύκλοι επαγγελματικών μαθημάτων και στη Β΄ και Γ΄ μόνο κλάδοι επαγγελματικών σπουδών, τομείς αντί για τις ειδικότητες των ΤΕΕ, προκειμένου οι απόφοιτοι να είναι πιο ευέλικτοι στο να προσαρμόζονται στις εκάστοτε απαιτήσεις.

Σχεδόν το μισό σχολικό πρόγραμμα του ΕΠΑΛ θα αντιστοιχεί σε μαθήματα Γενικής Παιδείας στις δύο πρώτες τάξεις, ενώ στη Γ΄ τάξη τα μαθήματα Γενικής Παιδείας περιορίζονται στο 35%. Σε μια προσπάθεια να πείσει για τον ισότιμο χαρακτήρα των ΕΠΑΛ με τα Ενιαία Λύκεια, η κυβέρνηση λέει ότι θα δίνεται η δυνατότητα για μετάβαση από το ένα σχολείο στο άλλο υπό όρους και για εισαγωγή αποφοίτων ΕΠΑΛ στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ.

Το υπουργείο δεν παραλείπει, βέβαια, να διευκρινίσει ότι κριτήριο για τη διαμόρφωση αυτών των όρων αποτελούν και οι ανάγκες της «αγοράς», όπως ονομάζονται οι εκάστοτε απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου.

Δύο σχολεία χωριστά και ανισότιμα

Η διάκριση των μορφών της εκπαίδευσης σε Γενική και Επαγγελματική δείχνει πως αυτή παρακολουθεί και εξυπηρετεί έναν συγκεκριμένο κοινωνικό καταμερισμό:

Αντανακλά την κοινωνική διάκριση ανάμεσα στην πνευματική και τη χειρωνακτική εργασία.

Τη διάκριση ανάμεσα σε κείνους που κυριαρχούν και υπηρετούν την εκμετάλλευση της εργασίας και κείνους που γίνονται αντικείμενο της εκμετάλλευσης.

Η χειρωνακτική εργασία και η Τεχνική Εκπαίδευση προορίζεται για την εργατική τάξη, γι' αυτό και η θέση της είναι ανισότιμη και σε καμιά περίπτωση δεν αναγνωρίστηκε ισότιμη με τη Γενική Εκπαίδευση.

Στο πλαίσιο αυτό, η διατήρηση του διπλού σχολικού δικτύου έρχεται να ικανοποιήσει αυτό που ζητά το μεγάλο κεφάλαιο από το εκπαιδευτικό σύστημα: Πρόσβαση του νέου στην επαγγελματική κατάρτιση, ξεκινώντας από τη μικρότερη δυνατή ηλικία και με την εξασφάλιση των προϋποθέσεων ώστε να συνεχιστεί αυτή η διαδικασία για όλη του τη ζωή.

Το υπουργείο Παιδείας από την πλευρά του αναλαμβάνει και το καθήκον να εμφανίσει αυτή τη μορφή εκπαίδευσης πιο... ελκυστική, αλλά και ως ισότιμη με τον τύπο του Γενικού Λυκείου.

Δεν είναι, λοιπόν, λίγες οι φορές που ακούγονται επιχειρήματα του τύπου «οι απόφοιτοι των σχολών κατάρτισης έχουν καλύτερες προοπτικές στην αγορά εργασίας από τους χιλιάδες άνεργους πτυχιούχους». Και, μάλιστα, λένε ότι το παιδί με μικρότερη προσπάθεια, χωρίς έξοδα για φροντιστήρια, θα έχει τη δυνατότητα άμεσα να μπει στην παραγωγή και να εξασφαλίσει από μικρό την οικονομική του ανεξαρτησία.

Ομως, με τη σημερινή δομή του σχολείου, η επιλογή που καλείται να κάνει ο νέος από τα 15 του χρόνια είναι ο δρόμος της κατάρτισης με ημερομηνία λήξης, με χαμηλότερους μισθούς, με μισά δικαιώματα, να πάρει θέση ως «ανταλλακτικό του συστήματος στο στοκ των ανέργων».

Γιατί το δικαίωμα στην εργασία και η καταδίκη στην ανεργία είναι βέβαια πρόβλημα του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος και όχι της Παιδείας.

Ιδιαίτερα συχνά ακούγεται από τα χείλη των κυβερνώντων ότι «δεν είναι όλα τα παιδιά για Πανεπιστήμιο» και ότι κάποιοι είναι ανάγκη να ακολουθήσουν και Τεχνική Εκπαίδευση.

Ομως, την ίδια αυτή την ανάγκη την υπονομεύει η πολιτική που υποβαθμίζει την επαγγελματική εκπαίδευση στο επίπεδο των ΙΕΚ και των ΚΕΚ, το δρόμο για τα οποία ανοίγει η σημερινή δομή της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Χωρίς, την ίδια στιγμή, για όσους δεν ακολουθήσουν το δρόμο των Πανεπιστημίων, να υπάρχει έστω κάποια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση για Επαγγελματική Εκπαίδευση.

Ενα σχολείο για όλα τα παιδιά

Με αυτό το δεδομένο, ακόμα και το καλύτερα οργανωμένο και δομημένο σχολείο που υπηρετεί το διαχωρισμό Γενική - Επαγγελματική Εκπαίδευση, είτε λέγεται Λύκειο είτε ΤΕΕ, έρχεται σε αντίθεση με τις ανάγκες για πραγματική μόρφωση, την οποία δικαιούνται ισότιμα όλα τα παιδιά. Μια μόρφωση με πραγματικά αναβαθμισμένο περιεχόμενο και όχι αυτό που παρέχεται σήμερα στα Λύκεια, περιεχόμενο σύμφωνο με τις πραγματικές σύγχρονες ανάγκες, που θα εξοπλίζει τους νέους μέχρι τα 18 τους χρόνια με ουσιαστική γενική γνώση, που θα αποτελεί το υπόβαθρο και προϋπόθεση για οποιαδήποτε μελλοντική επαγγελματική επιλογή.

Αυτή την ανάγκη έρχεται να αναδείξει το αίτημα για διεύρυνση της βασικής εκπαίδευσης και επέκτασή της στα 12 χρόνια για όλους, το αίτημα, δηλαδή, για ενιαίο δωδεκάχρονο υποχρεωτικό σχολείο. Και στηριγμένη σ' αυτή την εκπαίδευση να μπορεί να δίνεται μετά η ειδίκευση μέσα από Δημόσιες Ειδικές Επαγγελματικές Σχολές.

Για τη διεκδίκηση ενός σχολείου που δε μιλά απλά για επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στα 12 χρόνια, αλλά και εμπλουτισμό του περιεχομένου της, ώστε να εξασφαλίζει σε όλους, από τη μια, την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους κι, από την άλλη, εκείνους τους μορφωτικούς όρους, ώστε η επαγγελματική κατάρτιση που θα ακολουθήσει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της κοινωνικής προόδου.


Μαρίνα ΚΑΛΛΙΓΕΡΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Πανεπιστήμια - σχολές κερδοφορίας

Η πρόσφατη ανακοίνωση της Κομισιόν για την Παιδεία δίνει οδηγίες για το πώς τα Πανεπιστήμια θα συμβάλουν καλύτερα στην αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων!

Οι απόφοιτοιτων ιδρυμάτωννα είναι πλήρως υποταγμένοιστις απαιτήσεις των επιχειρήσεων, να στρέφουντην προσοχή τους στο πώς οι εργοδότες τουςθα κερδίζουν περισσότερα, προστάζειη Κομισιόν, λες κι έχουν κοινά συμφέρονταοι εργαζόμενοι με τους εργοδότες...

ICON

Οι απόφοιτοιτων ιδρυμάτωννα είναι πλήρως υποταγμένοιστις απαιτήσεις των επιχειρήσεων, να στρέφουντην προσοχή τους στο πώς οι εργοδότες τουςθα κερδίζουν περισσότερα, προστάζειη Κομισιόν, λες κι έχουν κοινά συμφέρονταοι εργαζόμενοι με τους εργοδότες...
Παράλληλα με την εξελισσόμενη Διαδικασία της Μπολόνια, αναλαμβάνει ενεργό δράση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν) για την προώθηση των αναδιαρθρώσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ώστε τα Πανεπιστήμια να προσδεθούν ακόμα περισσότερο με τις επιχειρήσεις και να συμβάλουν πιο αποτελεσματικά... στην αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων!

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δίνει συγκεκριμένες οδηγίες - εντολές στις κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ, προκειμένου να εντάξουν τα Πανεπιστήμια στους γενικότερους σχεδιασμούς της οικονομίας (της καπιταλιστικής οικονομίας) ως μοχλό ανάπτυξης (καπιταλιστικής ανάπτυξης). Δηλαδή, αντί τα Πανεπιστήμια να παράγουν επιστημονικό δυναμικό και έρευνες με κριτήριο τη γενική κοινωνική ευημερία, θα παράγουν με κριτήριο την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων και την ισχυροποίηση του ιμπεριαλισμού.

Γι' αυτό το σκοπό, η Κομισιόν με την ανακοίνωση που εξέδωσε την περασμένη Τετάρτη (COM(2005)152), θέτει τρεις προτεραιότητες για τα Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια: Να γίνουν πιο «ελκυστικά», να βελτιωθεί η διοίκησή τους κι η διαχείριση των πόρων που διαθέτουν, να αυξηθεί η χρηματοδότησή τους από τις επιχειρήσεις ή ακόμα και από τους φοιτητές. Οσο κι αν χρησιμοποιούν εύηχους όρους, θα γίνει κατανοητό παρακάτω ότι αυτοί οι τρεις όροι είναι διαμετρικά αντίθετοι από τα συμφέροντα των λαών και της νεολαίας.

Στα πρότυπα των αμερικανικών ...μαγαζιών

Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε από το 2003 μια διαδικασία «διαβούλευσης» με ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης, επιχειρήσεις κι άλλους παράγοντες που ενδιαφέρονται για το πώς τα Πανεπιστήμια θα συμβάλουν καλύτερα στη Στρατηγική της Λισαβόνας. Βασικός τους στόχος είναι στην κούρσα του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ να αποκτήσουν τα ευρωπαϊκά ιδρύματα το ίδιο ή και μεγαλύτερο από τις ΗΠΑ μερίδιο από την πίτα... όπου πίτα είναι οι φοιτητές και ερευνητές από όλο τον κόσμο που θέλουν να σπουδάσουν και να εργαστούν. Δηλαδή, στόχος τους είναι να αποκτήσουν τα ευρωπαϊκά ιδρύματα περισσότερους φοιτητές - πελάτες και ερευνητές που θα δουλεύουν για τα συμφέροντα των επιχειρήσεων.

Τι Πανεπιστήμια θα είναι όμως αυτά που θέλουν να φτιάξουν; Τα στοιχεία που παραθέτει η Επιτροπή για τα ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης των ΗΠΑ είναι ενδεικτικά για το μοντέλο που επιβάλλουν: «Υπάρχουν 4.000 ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στις ΗΠΑ. 550 από αυτά παρέχουν διδακτορικούς τίτλους και 125 αναγνωρίζονται ως "ερευνητικά πανεπιστήμια". Περίπου 50 από αυτά συγκεντρώνουν τις βασικές ικανότητες ακαδημαϊκής έρευνας στις ΗΠΑ, την κρατική χρηματοδότηση που υποστηρίζει την πανεπιστημιακή έρευνα» (COM(2003)58, σελ.6)! Δηλαδή, το 86,25% των «πανεπιστημίων» στις ΗΠΑ δεν κάνουν έρευνα και δεν αναπαράγουν το επιστημονικό τους δυναμικό, άρα δεν έχουν καμιά σχέση με ανώτατα ιδρύματα, είναι απλά εμπορικά «καταστήματα» που έχουν κρεμασμένη απ' έξω μια ταμπέλα που γράφει «πανεπιστήμιο»! Επιπλέον, μόνο το 1,25% των ιδρυμάτων παίρνει την κρατική χρηματοδότηση για την έρευνα. Είναι προφανές ότι δυνατότητα σπουδών σ' αυτά τα ελάχιστα πραγματικά πανεπιστήμια έχει μόνο μια μικρή μειοψηφία του πληθυσμού, μια μικρή ελίτ.

Σ' αυτό το μοντέλο θέλουν οδηγήσουν τα ευρωπαϊκά ιδρύματα και κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστούν και οι εντολές της Κομισιόν προς τις κυβερνήσεις για την «ελκυστικότητα», τη διοίκηση και τη χρηματοδότηση των ιδρυμάτων.

Χρηματοδότηση από επιχειρήσεις και νοικοκυριά

«Για να φτάσει η Ευρώπη στα αμερικανικά επίπεδα χρηματοδότησης θα πρέπει να δαπανά κάθε χρόνο 150 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον για την Ανώτατη Εκπαίδευση», λέει στην τελευταία ανακοίνωσή της η Κομισιόν, δείχνοντας και από πού θα εξασφαλιστούν αυτά τα κονδύλια: «Ενώ η ευρωπαϊκή Ανώτατη Εκπαίδευση εξακολουθεί να εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από (περιορισμένη) κρατική χρηματοδότηση, σε άλλες ανταγωνίστριες χώρες αναπτύχθηκε σταθερότερα και εντονότερα, χάρη στη μεγαλύτερη διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης, με την πολύ μεγαλύτερη συμβολή της βιομηχανίας και των νοικοκυριών»!

Τις «παραινέσεις» για υψηλότερη χρηματοδότηση, η Κομισιόν τις συνοδεύει με τις εντολές για την αναδιάρθρωση των Πανεπιστημίων, με προτάσεις για διαφοροποίηση και κατεύθυνση της χρηματοδότησης σε εκείνα τα Πανεπιστήμια που υποτάσσονται στο μοντέλο που θέλουν. Αυτό σημαίνει ότι έχει προδιαγράψει ήδη για το μέλλον την εφαρμογή του μοντέλου της Αμερικής, με τα ελάχιστα πανεπιστήμια για μια μικρή ελίτ, που θα παίρνουν και το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης. Γι' αυτό και δε φοβάται να προτείνει υψηλά δίδακτρα για τους φοιτητές, ενώ παράλληλα «συμβουλεύει»: «Τα Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια πρέπει να γίνουν ελκυστικότεροι συνεργάτες για τη βιομηχανία».

Επιχειρηματικό πνεύμα

Με τον όρο «συνεργάτες» φαίνεται από πολλά σημεία του κειμένου ότι δεν εννοούν μόνο την οικονομική συνεργασία και τη χρηματοδότηση. «Οι μόνιμες συνεργασίες είναι όρος για τις δομημένες ανταλλαγές προσωπικού και για τη διδακτική ανάπτυξη που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της βιομηχανίας» λέει χαρακτηριστικά, πράγμα που σημαίνει ότι τα ίδια τα στελέχη των επιχειρήσεων θα μπουν στα ιδρύματα να διδάξουν και να κάνουν έρευνα κι αντίστοιχα το προσωπικό των ιδρυμάτων θα πρέπει να περνάει στις επιχειρήσεις για να προσφέρει τις υπηρεσίες του και να αποκτά επιχειρηματικό πνεύμα! Αυτό το αλισβερίσι το ονομάζουν «κινητικότητα».

Σε άλλο σημείο προσθέτει ως αρνητικό ότι πάρα πολλοί πτυχιούχοι «στερούνται το είδος του επιχειρηματικού πνεύματος και δεξιοτήτων που επιδιώκονται στην αγορά εργασίας». Δηλαδή, ζητά οι απόφοιτοι των ιδρυμάτων να είναι πλήρως υποταγμένοι στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων, να στρέφουν την προσοχή τους στο πώς οι εργοδότες τους θα κερδίζουν περισσότερα, λες κι έχουν κοινά συμφέροντα οι εργαζόμενοι με τους εργοδότες...

Για το θέμα της αποτελεσματικότερης διοίκησης των ιδρυμάτων, η Κομισιόν λέει ότι τα Πανεπιστήμια πρέπει να διαθέτουν μεγαλύτερη αυτονομία από τις κυβερνήσεις, να καταρτίζουν επιχειρηματικά πλάνα, να διαχειρίζονται καλύτερα την οικονομική συνεργασία τους με τις επιχειρήσεις και τις εμπορευματοποιημένες λειτουργίες τους. Δεν είναι τυχαίο ότι γι' αυτό το σκοπό, στην αντίστοιχη ανακοίνωση του 2003, η Κομισιόν πρότεινε να τεθούν επικεφαλής στη διοίκηση των Πανεπιστημίων στελέχη που δε θα προέρχονται από τον ακαδημαϊκό χώρο, δηλαδή, αντί για πρυτάνεις, τα Πανεπιστήμια να έχουν διευθυντές (managers) από το χώρο των επιχειρήσεων.

Σπρώχνει την εφαρμογή της Μπολόνια

Για το θέμα της «ελκυστικότητας», η ανακοίνωση της Κομισιόν ανασύρει ολόκληρη τη φιλολογία της Διαδικασίας της Μπολόνια περί «αξιολόγησης», αλλά προχωράει και παραπέρα, κάνοντας ξεκάθαρο ότι από αυτή τη διαδικασία (της αξιολόγησης) θα ξεχωρίσουν τα ιδρύματα σε αυτά που θα είναι για την «πλέμπα» και αυτά που φτάσουν το επίπεδο «αριστείας» και θα απευθύνονται σε μια μικρή ελίτ. «Εκτός από λίγα, τα οποία έχουν ενισχύσει τα εμπορικά τους σήματα, τα Πανεπιστήμια της Ευρώπης χρειάζονται ποιοτικές σφραγίδες με διεθνή αξιοπιστία», λένε χαρακτηριστικά.

Κι ακριβώς επειδή το μοντέλο που έχει ως πρότυπο η ΕΕ επιβάλλει η πλειοψηφία των ιδρυμάτων να μην είναι επί της ουσίας Πανεπιστήμια, εντοπίζει ότι σε σύγκριση με τις ΗΠΑ τα ευρωπαϊκά ιδρύματα παρουσιάζουν «έλλειψη προσαρμογής» στο παράδειγμα της «διά βίου μάθησης». Δηλαδή, είναι προσανατολισμένα περισσότερο στη στέρεα επιστημονική γνώση και λιγότερο στη φτηνή κατάρτιση μιας χρήσης κι αυτό είναι κακό! Προτείνει, λοιπόν, στο πλαίσιο των πιστωτικών μονάδων που προβλέπει η Διαδικασία της Μπολόνια, να υιοθετήσουν οι υπουργοί Παιδείας (που θα συναντηθούν στο Μπέργκεν της Νορβηγίας στις 18-19 Μάη) ένα σύστημα αναγνώρισης προσόντων «μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» στο επίπεδο των 120 πιστωτικών μονάδων! Θυμίζουμε ότι με βάση τις αποφάσεις της Μπολόνια, που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση, τα τετράχρονα ελληνικά πτυχία «κοστολογούνται» σε 240 πιστωτικές μονάδες. Η πρόταση, λοιπόν, της Κομισιόν σημαίνει να αναγνωρίζονται και να εντάσσονται στην Ανώτατη Εκπαίδευση οι σπουδές κατάρτισης που διαρκούν μόλις δυο χρόνια!


Γιάννα ΣΤΡΕΒΙΝΑ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ