Σάββατο 17 Γενάρη 2015 - 2η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τα διαρκή μνημόνια της ΕΕ και η κοροϊδία της εξόδου από το μνημόνιο

ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ κρύβουν ότι και μετά το τέλος των μνημονίων με τη σημερινή μορφή τους και με την όποια καπιταλιστική ανάκαμψη, στα ερείπια των εργατικών δικαιωμάτων, ο εργαζόμενος λαός στην Ελλάδα και σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ θα εξακολουθήσει να στενάζει κάτω από τα διαρκή μνημόνια της ΕΕ, χωρίς ημερομηνία λήξης.

Τι λένε τα στοιχεία

Με τον Κανονισμό 1176 της ΕΕ του 2011 «σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών», η Επιτροπή και το Συμβούλιο καταρτίζουν και υπογράφουν μνημόνια - προγράμματα με εκείνα τα κράτη - μέλη που κρίνουν ότι παρουσιάζουν «μακροοικονομικές ανισορροπίες», ακόμη και εάν πληρούν τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας (3% δημοσιονομικό έλλειμμα, και χρέος 60% του ΑΕΠ). Οι βασικότεροι δείκτες που δείχνουν «μακροοικονομικές ανισορροπίες» κάποιου κράτους - μέλους αφορούν το ύψος των μισθών. Αναφέρεται επίσης στον ίδιο κανονισμό: «(...) Κάθε κράτος - μέλος έναντι του οποίου κινείται διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών υποβάλλει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών (...) Τηρεί τις ευρείες κατευθυντήριες γραμμές των οικονομικών πολιτικών και τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση».

Οι κατευθυντήριες γραμμές των οικονομικών πολιτικών και απασχόλησης της ΕΕ μιλάνε από μόνες τους. Σύμφωνα με τη Σύσταση του Συμβουλίου της 13ης Ιούλη 2010, «σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών - μελών και της Ενωσης» και την Απόφαση του Συμβουλίου της 21ης Οκτώβρη 2010 «σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών»: «(...) η κατάλληλη διαμόρφωση των μισθών στον δημόσιο τομέα θα πρέπει να θεωρείται ως σημαντική ένδειξη που θα διασφαλίζει τη συγκράτηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα και θα συνάδει με την ανάγκη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας (...) Θα πρέπει επίσης να επιδιώξουν τη μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις όσον αφορά την παραγωγικότητα σε περιφερειακό, τομεακό και εταιρικό επίπεδο και να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων (...) Τα κράτη - μέλη θα πρέπει να ενσωματώσουν τις αρχές της ευελιξίας με ασφάλεια (...) Για να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα (...) Πρέπει να προωθηθεί η παράταση του επαγγελματικού βίου (...)».

Αυτή είναι η αλήθεια που προσπαθούν να κρύψουν τα κόμματα της αστικής διαχείρισης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που στρατηγικά συμπλέουν στην υποταγή του λαού στη λυκοσυμμαχία του κεφαλαίου.

Η αντιλαϊκή πολιτική εφαρμόζεται ενιαία

Η αντιλαϊκή λαίλαπα δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο. Αποτελεί στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου, που χρονολογείται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ που ψήφισαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ο πολιτικός πρόγονος του ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΝ. Πρόκειται για ενιαία στρατηγική, τη Στρατηγική «Ευρώπη 2020», που προωθείται με ενιαίο σχέδιο σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Η Στρατηγική αυτή οριοθετεί το αντιλαϊκό πλαίσιο πάνω στο οποίο εφαρμόζονται μέτρα και ευρωενωσιακοί νόμοι, που επιβάλλονται σε κάθε κράτος - μέλος. Η ΕΕ προωθεί μάλιστα και την «ενδιάμεση αναθεώρηση» της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020», στη Σύνοδο Κορυφής του Ιούνη του 2015, καθώς και την αναθεώρηση της λεγόμενης «ενισχυμένης οικονομικής διακυβέρνησης», προαναγγέλλοντας ακόμη πιο σκληρά αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα.

Να γιατί αποτελεί απροκάλυπτη κοροϊδία του λαού και η στάση της ΝΔ που μιλά για επερχόμενη «έξοδο από το τούνελ» αλλά και η δήθεν «σκληρή διαπραγμάτευση» που εξαγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, εντός της ΕΕ. Μήπως θα διαπραγματευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ την εφαρμογή των μνημονίων διαρκείας, που αποτελούν νόμους της ΕΕ; Μήπως θα καταγγείλει το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», που επιβάλλει ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς ή το «Σύμφωνο για το ευρώ +» που επιβάλλει μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης στο διηνεκές;

Να τι απαντά ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Παπαδημούλης, σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «La Stampa», στις 6-1-2015: «(..) Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τάσσεται κατά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Είμαστε εχθροί της λιτότητας και είμαστε, συγχρόνως, μια ευρωπαϊκού προσανατολισμού αριστερή πολιτική δύναμη (...) Αν ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει κυβέρνηση οι πιθανότητες να βγει η Ελλάδα από το ευρώ είναι μηδενικές (...) Πρέπει να σταματήσει να εφαρμόζεται η αποκλειστική συνταγή της λιτότητας, πρέπει να βελτιωθεί η οικονομία, επιστρέφοντας στις αξίες συνοχής και αλληλεγγύης οι οποίες βρίσκονται μέσα στις Συνθήκες αλλά όχι στις πολιτικές, υπερβολικά φιλελεύθερες, οι οποίες έχουν ταχθεί μόνο στην εξυπηρέτηση του γερμανικού συμφέροντος».

Τσιμουδιά για τη σιδερένια νομοθεσία της ΕΕ και τους μηχανισμούς της, που συνθλίβουν τη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Με κάθε θυσία μέσα στην ΕΕ απαντάει, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ. Και μέσα στην ΕΕ σημαίνει συμμόρφωση με όλο το αντιλαϊκό της οπλοστάσιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο υπόσχεται στο λαό ότι θα εφαρμόσει όλη την αντιλαϊκή ευρωενωσιακή νομοθεσία, αλλά εξαπατά το λαό για τις αρχές και αξίες της ΕΕ, που τις προβάλλει ως δήθεν φιλολαϊκές. Οι ευρωβουλευτές του έχουν κάνει ευαγγέλιο το «Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων» και τις Συνθήκες της ΕΕ και βομβαρδίζουν την Κομισιόν με Ερωτήσεις γιατί δεν εφαρμόζονται η δήθεν καλή νομοθεσία της ΕΕ και οι ευρωενωσιακές Συνθήκες στην Ελλάδα. Πρόσφατα μάλιστα έκαναν Ερώτηση στην Κομισιόν για τις αλλαγές που θέλει να κάνει η συγκυβέρνηση στο συνδικαλιστικό νόμο, επικαλούμενοι ότι δήθεν αυτές αντιβαίνουν στο «Χάρτη» της ΕΕ, τη στιγμή που αυτός αναγνωρίζει ρητά στους εργοδότες το δικαίωμα στην ανταπεργία (λοκ άουτ)!

Μόνο το ΚΚΕ αποκαλύπτει την αλήθεια

Ο εργαζόμενος λαός που έχει ματώσει από την αντιλαϊκή λαίλαπα θα εξακολουθήσει να πληρώνει ακριβά και την ανάκαμψη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων, με όποια κυβέρνηση και μείγμα αστικής διαχείρισης, είτε πρόκειται για κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε με κορμό τη ΝΔ. Γιατί και οι δύο τον θέλουν μαντρωμένο στον ευρωμονόδρομο για να αυγαταίνουν τα κέρδη των επιχειρηματιών.

Μόνο η ψήφος στο ΚΚΕ, η ενίσχυσή του παντού, μπορεί να δώσει δύναμη στο λαό. Γιατί το ΚΚΕ δεν έχει δεσμεύσεις απέναντι στην πλουτοκρατία και τις ενώσεις της. Αποκαλύπτει την αλήθεια για την αντιλαϊκή στρατηγική της ΕΕ, αγωνίζεται να συγκροτηθεί και να δυναμώσει η Λαϊκή Συμμαχία για να αποσπάσει κατακτήσεις, να φέρει εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική. Για να βάλει τέλος στην κυριαρχία των μονοπωλίων, να λυτρώσει τους εργαζόμενους από τα δεσμά της ΕΕ, με μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και το λαό κυρίαρχο στην εξουσία.


ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΚΚΕ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε θέματα που απασχολούν την προεκλογική αντιπαράθεση και, κυρίως, αναδεικνύουν ότι βασικό κριτήριο ψήφου για τα λαϊκά στρώματα πρέπει να είναι η στάση των κομμάτων απέναντι στις ιμπεριαλιστικές λυκοσυμμαχίες και τη στρατηγική του κεφαλαίου. Συγκεκριμένα περιλαμβάνονται:

-- Τα διαρκή μνημόνια της ΕΕ και η κοροϊδία της εξόδου από το μνημόνιο.

-- Εκλογές και Οικονομία: Ερωτήσεις και απαντήσεις σε κρίσιμα θέματα για το κριτήριο της ψήφου.

-- Ιταλία: «Συνταγή επιτυχίας» για την πλουτοκρατία στη λεγόμενη «συμμαχία του Νότου».

-- ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ για τους υδρογονάνθρακες: Αλλο ένα πεδίο που «βγάζει μάτι» η στρατηγική τους σύγκλιση για τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

ΙΤΑΛΙΑ
«Συνταγή επιτυχίας» για την πλουτοκρατία

Το «μέτωπο του Νότου», για το οποίο μιλούν ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ΝΔ, δεν είναι παρά ένας ακόμα παράδεισος για τα μονοπώλια

Από την πολυήμερη απεργία που έγινε στο εργοστάσιο της «Φίατ» στο Μέλφι, το 2004. Τότε, η εργοδοσία απέλυε χιλιάδες. Σήμερα, επιστρέφει ως «σωτήρας» της οικονομίας για να προσλάβει εργάτες που οι αστικές κυβερνήσεις φρόντισαν να γίνουν πιο «φτηνοί».

Associated Press

Από την πολυήμερη απεργία που έγινε στο εργοστάσιο της «Φίατ» στο Μέλφι, το 2004. Τότε, η εργοδοσία απέλυε χιλιάδες. Σήμερα, επιστρέφει ως «σωτήρας» της οικονομίας για να προσλάβει εργάτες που οι αστικές κυβερνήσεις φρόντισαν να γίνουν πιο «φτηνοί».
Ούτε άγνωστες, ούτε λίγες είναι οι φορές που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει την Ιταλία του κεντροαριστερού Ρέντσι ως παράδειγμα ... «αντίστασης» στον «ευρωπαϊκό Βορρά».

Η αντίληψη που καλλιεργείται είναι ότι μια σειρά χώρες του ευρωπαϊκού Νότου διαφοροποιούνται από τη «Γερμανία της Μερκελ» και «αντιδρούν» στις πολιτικές που τσακίζουν τα λαϊκά - εργατικά δικαιώματα, αντιπροτείνοντας ένα μοντέλο ανάπτυξης που γεννά ελπίδα στους εργάτες. Το ίδιο «παραμύθι» το υιοθετούν κατά καιρούς και στελέχη της «δεξιάς» πλευράς, μιλώντας για το «μέτωπο του Νότου» που πρέπει να συγκροτηθεί, στο πλαίσιο της «κόντρας» για το ποιες μερίδες του κεφαλαίου θα βγουν μετά την κρίση πιο ενισχυμένες ή θα μαζεύουν τα κομμάτια τους αποδεκατισμένες από τους ισχυρότερους ανταγωνιστές τους.

Η αλήθεια για την Ιταλία είναι ότι μόνη προτεραιότητα στην εφαρμογή - αναζήτηση «νέων» πολιτικών είναι η προσπάθεια του κεφαλαίου να ενισχύσει τη θέση και τα κέρδη του στο εσωτερικό της χώρας αλλά και το εξωτερικό, στον ανταγωνισμό του με άλλες αστικές τάξεις. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το νέο «πακέτο» μεταρρυθμίσεων με τον τίτλο «Job's Act» που προωθεί η κυβέρνηση Ρέντσι, ώστε να εξασφαλίσει στους μεγαλοεπιχειρηματίες ακόμα πιο φτηνούς εργάτες.

Τα νέα μέτρα διευκολύνουν δραστικά τις μαζικές απολύσεις και ανοίγουν το δρόμο για ραγδαία επέκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης. Διασφαλίζουν, δηλαδή, τη δυνατότητα των μεγαλοεργοδοτών να αυξομειώνουν το εργατικό τους δυναμικό ανάλογα με τα εκάστοτε πλάνα και τους ισολογισμούς της επιχείρησης, ανάλογα με τα δεδομένα που δημιουργεί ο διεθνής ανταγωνισμός μεταξύ των μονοπωλίων.

Το παράδειγμα της «Φίατ»

Τη βδομάδα που πέρασε, μια είδηση έδωσε νέα «τροφή» στη συζήτηση για το αν τελικά οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Ρέντσι θα καταφέρουν να προσελκύσουν νέες επενδύσεις: Ιταλικά και διεθνή ΜΜΕ μετέδωσαν ότι η αυτοκινητοβιομηχανία «Φιατ» «θα προσθέσει 1.500 νέες θέσεις εργασίας στο εργοστάσιό της στο Μέλφι στη Νότια Ιταλία μέσα στο επόμενο τρίμηνο» (πρακτορείο «Ansa», 12 Γενάρη).

Μετά την εξαγορά της «Chrysler» και τη μετεξέλιξή της σε «Fiat Chrysler Automobiles» (FCA), η «Φίατ» αποτελεί σήμερα την έβδομη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία στον κόσμο, δραστηριοποιείται σε πάνω από 120 χώρες και έχει πάνω από 200.000 εργάτες, που ξεζουμίζει σε όλο τον κόσμο.

Το περασμένο καλοκαίρι, η εταιρεία δέχτηκε μεγάλη κριτική, μεταξύ άλλων και από ιταλικά συνδικάτα, όταν μετέφερε τη διοικητική της έδρα στην Ολλανδία και τη φορολογική της στη Βρετανία. Ανάμεσα σε αυτούς που την κατηγορούσαν ήταν τότε και οι συμβιβασμένες ηγεσίες ιταλικών συνδικάτων αλλά και η «Αυγή», που διαμαρτυρόταν ότι «εγκαταλείπει τη χώρα».

Βέβαια, η κυβέρνηση Ρέντσι ανοιχτά διακήρυττε ότι και κατανοεί τις επιλογές της «Φίατ» και θα επιδιώξει «επενδυτικό περιβάλλον» που θα την ωφελήσει. Ο υπουργός Οικονομίας του (φέρελπις κατά το ΣΥΡΙΖΑ) Ρέντσι, Πιερ Κάρλο Παντοάν, δήλωνε τον περασμένο Απρίλη ότι «η ιστορία της Φίατ δεν αποτελεί τόσο μια υπόθεση μετεγκατάστασης όσο μια εκπληκτική περίπτωση βιομηχανικής απόδοσης». Υπογράμμιζε ότι οι αλλαγές που, ο διευθύνων σύμβουλος της «Φίατ», Σέρτζιο Μαρκιόνε, επιδίωκε αναφορικά με τις εργασιακές σχέσεις (π.χ., οι διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις να γίνονται μόνο σε επίπεδο επιχείρησης όχι πανιταλικό) «είναι ένα παράδειγμα που πιστεύω ότι θα έπρεπε να ακολουθήσουν και άλλοι» και επισήμαινε: «Η χώρα μας θα έπρεπε να ακολουθήσει βήματα ώστε η παραμονή στην Ιταλία να γίνει ωφέλιμη για το μέλλον των επιχειρηματιών».

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, όταν το φθινόπωρο επισκέφτηκε τα κεντρικά γραφεία της «Chrysler» στις ΗΠΑ και έκανε κοινές δηλώσεις με τον Μαρκιόνε, σημείωσε πως η Ιταλία πρέπει να αναμορφώσει τους εργατικούς νόμους ώστε εταιρείες όπως η «Φίατ» να μπορούν να «ανταγωνίζονται καλύτερα».

Οι εταιρικές αναγγελίες για τη μονάδα στο Μέλφι είναι σίγουρο ότι θα αξιοποιηθούν ως παράδειγμα για την ανάπτυξη που έρχεται, ειδικά στο πλαίσιο των «παζαριών» που θα εντείνει η διαδικασία εκλογής νέου προέδρου της Δημοκρατίας.

Τι είναι, όμως, αυτό που έκανε τη «Φίατ» να «γυρνά» πάλι στην ιταλική αγορά; Θα κερδίσουν οι εργάτες από αυτή την «επιστροφή»;

Ανάπτυξη πάνω στα «συντρίμμια» των εργατών

Η συνταγή επιτυχίας που ακολούθησε η FCA και την ανέδειξε στην κορυφή του κλάδου (ενώ πριν κινδύνευε να κλείσει) ήταν η αναδιάρθρωση της εταιρείας, με βασική προτεραιότητα το τσάκισμα των εργατών. Πέρα από τους χιλιάδες και χιλιάδες που πέταξε στο δρόμο (από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ακόμα, δηλαδή πολύ πριν έρθει η κρίση), σχεδιασμένα χτύπημα δέχτηκαν μια σειρά κατακτήσεις.

Για παράδειγμα, το Γενάρη του 2011 η «Φίατ» εκβίασε τους εργάτες στο εργοστάσιο του Μιραφιόρι να δεχτούν κατάργηση ουσιαστικά συλλογικών συμβάσεων εργασίας, σταθερού χρόνου εργασίας δουλειάς, μείωση των διαλειμμάτων, περικοπές στις μέρες αναρρωτικής άδειας, απαγόρευση της απεργίας κ.ά. Μάλιστα, οργάνωσε «δημοψηφισμα» καλώντας τους εργάτες να διαλέξουν ανάμεσα στον εργασιακό μεσαίωνα ή την αποχώρηση της επιχείρησης από τη χώρα. Το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου, ανακοίνωσε ότι διακόπτει οριστικά την παραγωγή σε ένα από τα εργοστάσιά της στη Σικελία.

Σήμερα, η «Φίατ» επιστρέφει ως «μεσσίας» της ιταλικής (καπιταλιστικής) ανάπτυξης, αφού πρώτα μπήκαν σε εφαρμογή μέτρα που διασφαλίζουν στο κεφάλαιο ακόμα «φτηνότερους» εργάτες.

Οι νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται μέσα σε συνθήκες που καθορίζουν οι σημερινές ανάγκες της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας της εταιρείας.

  • Καταρχήν, η ίδια η ανακοίνωση της εταιρείας διευκρινίζει (κάτι που τα περισσότερα ΜΜΕ έκρυψαν) πως οι 500 από τους 1.500 που θα δουλέψουν στο Μέλφι θα μεταφερθούν από άλλες μονάδες.
  • Επιπλέον, οι νεοπροσλαμβανόμενοι (που «αρχικά θα προσληφθούν με προσωρινές συμβάσεις» αναφέρει η ίδια η εταιρεία) «όταν καθοριστούν σταθερά επίπεδα ζήτησης στις πάνω από 100 αγορές όπου θα πωλούνται τα νέα μοντέλα... θα μπορέσουν να δεχτούν προσφορά μιας νέας φόρμας σύμβασης σύμφωνη με τον ιταλικό νόμο, του οποίου η έγκριση βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο, που θα προσέφερε αυξανόμενη ασφάλεια με την πάροδο του χρόνου...»
  • Τέλος, ενδεικτικές των δικαιωμάτων που θα απολαμβάνουν όσοι δουλέψουν για τη «Φίατ» στο εξής είναι το πώς η εργοδοσία διασφαλίζει την «ισότητα» των εργαζομένων. Πριν μερικές μέρες, ο Μαρκιόνε άστραψε και βρόντηξε κατά του συστήματος μισθών «δύο ταχυτήτων» που επικρατεί στα εργοστάσια της εταιρείας στις ΗΠΑ, όπου οι νεοπροσλαμβανόμενοι έχουν μέχρι και τις μισές αμοιβές σε σχέση με τους «παλιότερους» εργάτες.

Σε ένα ρεσιτάλ υποκρισίας ο Μαρκιόνε μίλησε μέχρι και για ... «προσβλητικό» σύστημα! Τι έκανε μετά; Ανακοίνωσε ότι οι μισθοί των «παλιών» (που ούτως ή άλλως είναι καθηλωμένοι εδώ και χρόνια) θα «παγώσουν», ενώ στους νέους θα προσφέρει «τη δυνατότητα να μοιραστούν καλύτερα τα κέρδη», όπως ανέφερε γενικόλογα και καθόλου τυχαία το ρεπορτάζ της «Wall Street Journal».

Δηλαδή, την ώρα που η FCA εξελίσσεται σε ένα από τα ισχυρότερα «μαγαζιά» του κλάδου παγκοσμίως, οι μισθοί των εργατών όχι μόνο δεν αυξάνονται αλλά και θα αναμορφώνονται διαρκώς με βάση τι περιθώρια αφήνουν οι πωλήσεις της εταιρείας. Η μόνη εξίσωση που οι εργοστασιάρχες αναγνωρίζουν στους εργάτες είναι η εξίσωση των δικαιωμάτων τους προς τα κάτω.

Οροι όπως «σταθερός μισθός» τείνουν να εξαφανιστούν, ενώ η διοίκηση ευελπιστεί ότι μέσα από τις επιχειρησιακές διαπραγματεύσεις θα μπορέσει να απομονώνει τους εργάτες από τον υπόλοιπο κλάδο και όλη την τάξη τους, να του χειραγωγεί και υποτάσσει ευκολότερα στις εκάστοτε επιδιώξεις της.

Βεβαίως, θα πει κανείς ότι «από το να μην έχει δουλειά ένας Ιταλός, ας πάει να δουλέψει και με πετσοκομμένο μισθό». Ομως, η πείρα έχει δείξει ότι η ανοχή και η υποχώρηση στις αξιώσεις του μεγάλου κεφαλαίου, η συμφωνία με τη λογική ότι οι ανάγκες και τα δικαιώματα των εργατών είναι «κόστος» που πρέπει να περικοπεί - προσαρμοστεί για να έρθουν επενδύσεις δεν πρόσφερε ποτέ ασφάλεια στην εργατική τάξη. Το αντίθετο. Κάνει την εργοδοσία πιο επιθετική, οι εργάτες μένουν εντελώς απροετοίμαστοι και ανοχύρωτοι απέναντι στις ορέξεις της.

Το ότι οι εργάτες της «Φίατ» δέχτηκαν πριν 10 και 15 χρόνια να χάσουν μια σειρά δικαιώματά τους δε διασφάλισε τη λειτουργία των εργοστασίων. Το γεγονός ότι σήμερα η «Φίατ» «ανοίγει» νέες δουλειές έχει να κάνει με το ότι, συνεκτιμώντας μια σειρά παράγοντες και τα νέα δεδομένα των αγορών στις οποίες απευθύνεται, κατέληξε πως η αύξηση της παραγωγής στην ιταλική επικράτεια τη συμφέρει. Τα ίδια κριτήρια δεν αποκλείεται σύντομα να επιβάλλουν την «αναδιάρθρωση» άλλων μονάδων, στην Ιταλία ή άλλου, ή ακόμα και το άνοιγμα νέων. Ποτέ με στόχο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών σε φτηνά, σύγχρονα και ασφαλή μέσα μεταφοράς ή το σεβασμό των αναγκών των εργαζομένων της. Στόχος της «Φίατ», και κάθε «Φίατ», θα είναι πάντα το μέγιστο και γρήγορο κέρδος που θα κυνηγά όπου κρίνει ότι μπορεί να το διασφαλίσει. Αυτό για τους εργάτες θα συνεπάγεται στερήσεις και σε συνθήκες ανάπτυξης και σε συνθήκες κρίσης, ανοίγοντας ταυτόχρονα το δρόμο για νέες, σφοδρότερες κάθε φορά αντιλαϊκές επιδρομές.


Α.Μ

Τρεις «ερωτήσεις - απαντήσεις» για τη γραμμή ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ με βάση τις λαϊκές ανάγκες

Η αστική προπαγάνδα, σε όλη την προεκλογική περίοδο, προσπαθεί να ενισχύσει την άποψη ότι οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στενάζουν κάτω από την πολιτική κυβέρνησης - τρόικας και δεν πάει άλλο, δεν μπορούν να παρθούν άλλα μέτρα, χρειάζονται και λίγο ανακούφιση, χωρίς όμως να μπαίνει σε κίνδυνο η οικονομία. Σ' αυτό το μοτίβο προβάλλονται και ερωτήματα, για να «βγάλουν λάδι» την πολιτική ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτά που αναφέρουμε εδώ και τα απαντάμε, βεβαίως, από τη σκοπιά των εργατικών, λαϊκών συμφερόντων. Ας τα παρακολουθήσουμε.

-- Το ΚΚΕ λέει ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για ψίχουλα και όχι για ανάκτηση των απωλειών που είχε ο λαός στα χρόνια της κρίσης. Από κάπου δεν πρέπει να ξεκινήσουμε όμως;

Η πολιτική τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, στο συγκεκριμένο ζήτημα, αφορά στη διαχείριση και όχι στην αντιμετώπιση των ακραίων φαινομένων φτώχειας και εξαθλίωσης, ενώ, κάθε άλλο παρά τυχαία, ο ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνεται στα ζητήματα της «ανθρωπιστικής κρίσης», όπως λέει. Τα λαϊκά νοικοκυριά θα πρέπει να θυμηθούν το βίαιο χαρακτήρα που προσέλαβε η «δημοσιονομική προσαρμογή» στην Ελλάδα, στο πλαίσιο των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων. Να σκεφτούν ότι η βαρβαρότητα του κεφαλαίου εκδηλώθηκε ενιαία απέναντι σε ολόκληρη την γκάμα της ανθρώπινης ζωής, της εργασίας, των λαϊκών δικαιωμάτων και παντού. Είναι αλήθεια ότι σε άλλα κράτη και καπιταλιστικές οικονομίες η αφαίρεση των λαϊκών δικαιωμάτων έγινε σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, καθώς οι κυβερνήσεις τους προηγήθηκαν στα μέτρα τόνωσης της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων και των μερίδων του κεφαλαίου που καθεμία από αυτές στηρίζει και υπηρετεί. Μάλιστα, ορισμένες κυβερνήσεις, όπως αυτές στη Γερμανία, έσπευσαν από το 2004, με την «Ατζέντα 2010» που ψήφισε η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Σρέντερ, να κλιμακώσουν την αντιλαϊκή επίθεση, ήδη από τη φάση των ισχυρών ρυθμών καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αλλα κράτη (όπως η Γαλλία και η Ιταλία) «κατηγορούνται» για τα ελλείμματα ανταγωνιστικότητας, τα οποία οι κυβερνήσεις σπεύδουν σήμερα να καλύψουν με «φρέσκα» αντιλαϊκά μέτρα.

Η στρατηγική του κεφαλαίου δεν αφορά μόνο στα επί μέρους ζητήματα, όσο και αν αυτά είναι ζωτικής σημασίας για τη λαϊκή οικογένεια. Για τους κεφαλαιοκράτες και τις κυβερνήσεις τους -ανεξάρτητα από μείγμα πολιτικής- το κεντρικό ζητούμενο είναι η διαρκής ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, στην ημερήσια διάταξη βρίσκεται το «δημοσιονομικό κόστος» οποιασδήποτε επιμέρους ρύθμισης, «κόστος» για το οποίο, είτε άμεσα είτε λίγο αργότερα, αλλά σε κάθε περίπτωση, το κεφάλαιο θα απαιτήσει την εφαρμογή «ισοδύναμων» αντιλαϊκών μέτρων.

Το ΚΚΕ στη Βουλή, με εξειδικευμένες προτάσεις νόμου, και στο ταξικό μέτωπο πρωτοστατεί και παλεύει για άμεσα μέτρα ουσιαστικής ανακούφισης της λαϊκής οικογένειας. Και, βέβαια, το Κόμμα μας, ούτε σήμερα, ούτε και ποτέ στο παρελθόν, δε στάθηκε μόνο σε αυτά. Η πολύχρονη συσσωρευμένη πείρα έχει αποδείξει ότι η όποια επιμέρους «βελτίωση», ακόμη και η όποια λαϊκή κατάκτηση, θα γίνεται «φτερό στο άνεμο» μέχρις ότου ανατραπεί οριστικά η εξουσία του κεφαλαίου, η δικτατορία των μονοπωλίων.

-- Εάν, όμως, τόσες είναι οι παροχές που αντέχει η οικονομία μας, τι μπορεί να γίνει;

Να παρατηρήσουμε, καταρχήν, ότι τα περί «αντοχών» της οικονομίας είναι παλιά συνταγή και μόνιμη αντιλαϊκή επωδός. Το ερώτημα γίνεται και ύποπτο όταν η «οικονομία» κατανοείται ή πολύ περισσότερο σκόπιμα «μεταφράζεται» ως «οικονομία μας», λες και αυτή θα μπορούσε να είναι το «κοινό σπίτι», το «κοινό συμφέρον» του εργαζόμενου λαού μαζί και των εκμεταλλευτών του. Ομως, τα «κλειδιά» της οικονομίας τα κρατάνε τα μονοπώλια, οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι, έχοντας το προνόμιο να καθορίζουν τις προτεραιότητες διανομής και αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου, που παράγουν αποκλειστικά και μόνο οι εργαζόμενοι, με τον καθημερινό μόχθο τους. Σημειολογικά και μόνο, να παρατηρήσουμε ακόμη πως και η λέξη «παροχές» αποκαλύπτει τις λογικές «φιλανθρωπίας» και πτωχοκομείου απέναντι στους εργάτες και συνολικά για τα λαϊκά στρώματα, «παροχές» που επίσης προέρχονται το λεηλατούμενο, από το κεφάλαιο, πλούτο.

Το δικό μας κριτήριο είναι οι τεράστιες δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία, η επιστήμη, οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας για να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες. Σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη και η παραμικρή υποχώρηση από αυτή την αντικειμενική πραγματικότητα, από τις άπλετες δυνατότητες ολόπλευρης ικανοποίησης των σύγχρονων και συνεχώς διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών, ισοδυναμεί με το χαμήλωμα του πήχη της λαϊκής ελπίδας, ισοδυναμεί με την εκχώρηση πολύτιμων θέσεων μάχης σε όφελος του κεφαλαίου.

Σε συνθήκες κρίσης, το πρόβλημα των καπιταλιστών είναι η αδυναμία διοχέτευσης των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων «τους», που σήμερα λιμνάζουν, σε νέες κερδοφόρες και ανταγωνιστικές επενδύσεις. Επομένως, για το λαό υπάρχει ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, σε ρότα συνολικής ρήξης και ανατροπής της δικτατορίας των μονοπωλίων και της εξουσίας τους, με το λαό αποκλειστικό ιδιοκτήτη του παραγόμενου πλούτου, χωρίς τους καπιταλιστές και τις κρίσεις τους.

-- Και πριν την κρίση δε ζούσαμε τέλεια αλλά δε βιώναμε και το σημερινό χάλι. Γιατί, δηλαδή, δε γίνεται με ανάκαμψη της οικονομίας και μια καλή κυβέρνηση να επιστρέψουμε σε αυτό;

Με βάση τα επίσημα στοιχεία, η κατρακύλα του ΑΕΠ στα τελευταία χρόνια (2008 - 2013) έχει ξεπεράσει το 26%, ενώ για το 2014 η ανάκαμψη της οικονομίας υπολογίζεται μόλις στο 0,6%. Παράλληλα, οι εξελίξεις στην καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τη γενικότερη κατάσταση, όπως αυτή διαμορφώνεται στη λυκοσυμμαχία της Ευρωζώνης. Σε αυτό το επίπεδο, οι κυβερνήσεις της ΕΕ, η ίδια η Κομισιόν, άλλοι ιμπεριαλιστικοί Οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ, εκδηλώνουν έντονες αβεβαιότητες για το εάν και κατά πόσο η ανάπτυξη στην ΕΕ θα αποδειχτεί αρκετή και διατηρήσιμη. Μάλιστα, οι ίδιοι οι καπιταλιστές βλέπουν μπροστά τους και το ενδεχόμενο ξέσπασμα μιας νέας κρίσης στην Ευρωζώνη, εξέλιξη η οποία, σε κάθε περίπτωση, θα συμπαρασύρει και τον ελληνικό λαό.

Σε αυτό το σκηνικό, η συζήτηση και η ενδοαστική διαπάλη για το μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής που θα εφαρμοστεί την «επόμενη μέρα» δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο, ούτε βέβαια αποκλειστικά «προνόμιο» της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων ελληνικών κομμάτων της αστικής διαχείρισης. Οι κόντρες και οι αντιπαραθέσεις εκδηλώνονται και μέσα στους κόλπους της ΕΕ και, μάλιστα, ανεξάρτητα από την τοποθέτηση της κάθε κυβέρνησης στα «αριστερά» ή στα «δεξιά» του πολιτικού σκηνικού.

Και, βέβαια, τα διάφορα μείγματα αντιλαϊκής πολιτικής («περιοριστικά» ή «επεκτατικά») ήδη έχουν δοκιμαστεί στα διάφορα κράτη της Ευρωζώνης, στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία και αλλού. Πουθενά, μα πουθενά, ο καπιταλισμός δε γύρισε πίσω, ενώ και ο πυρήνας των αντιλαϊκών μέτρων παραμένει ως μόνιμη παρακαταθήκη ακόμη και στη φάση των εντατικών ρυθμών καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ενα προς ένα, όλα μαζί, τα μείγματα της πολιτικής τους αφορούν στην ανάκαμψη και διάσωση των μονοπωλίων, στο πλαίσιο και της γενικότερης διαπάλης για την απόσπαση πόντων ανταγωνιστικότητας και ακόμη περισσότερων κερδών. Και, βέβαια, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, ανεξάρτητα από κυβέρνηση, τα αντιλαϊκά μέτρα εκδηλώνονται παντού στην ΕΕ και μάλιστα συνδυασμένα στα κράτη - μέλη της, γιατί μόνο έτσι μπορεί να εμπεδωθεί και τονωθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη.

Από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, το ζήτημα δε βρίσκεται στην «καλή» ή την «κακή» κυβέρνηση. Πηγή των δεινών είναι ή ίδια η καπιταλιστική οικονομία, όπου βέβαια κυριαρχούν τα μονοπώλια και οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι.

ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ
Αλλο ένα πεδίο που «βγάζει μάτι» η στρατηγική τους σύγκλιση

Eurokinissi

Η κοκορομαχία ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ έχει σχέση και με το πώς θα προωθηθούν τα συμφέροντα της ντόπιας αστικής τάξης στην ευρύτερη περιοχή. Ζήτημα όπου στην πράξη, και πέρα από την κάλπικη προεκλογική τους αντιπαράθεση με στόχο την πόλωση, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις συγκλίνουν στρατηγικά και το διακηρύσσουν μάλιστα σε ξένα και εγχώρια επιτελεία του μεγάλου κεφαλαίου.

Ελεγε ο Αντ. Σαμαράς, τη Δευτέρα, για το «Πετρέλαιο και φυσικό αέριο, που είναι πολύ πιθανό να βρίσκονται στον ελληνικό χώρο, και το χερσαίο και τον υποθαλάσσιο. Και που τώρα οι άδειες για έρευνα έχουν προχωρήσει πολύ και για εξόρυξη ακόμα έχουν προχωρήσει πολύ και δίνονται - έχουν ήδη δοθεί αυτές οι άδειες - με ταχείς ρυθμούς. Κι έτσι τα Γιάννενα μαζί με το Κατάκολο και τις περιοχές του Πατραϊκού είναι οι περιοχές, όπου οι διαπραγματεύσεις με ιδιώτες ενδιαφερόμενους έχουν προχωρήσει πάρα πολύ. Και σύντομα θα ανοίξουν το δρόμο για την αξιοποίηση αυτού του πλούσιου, σε ενεργειακά αποθέματα, ορυκτού μας πλούτου (...) Κι έτσι η Ελλάδα θα γίνει πολύ σημαντική όχι μόνο για εμάς αλλά και για τον εφοδιασμό ολόκληρης της Ευρώπης».

Προνομιακοί όροι για τα μονοπώλια

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δρομολογεί έρευνες χωρίς ανακήρυξη ΑΟΖ. Υπάρχει και υπόδειξη των ΗΠΑ να αποφύγει κάθε «μονομερή ενέργεια», να κινηθεί στην κατεύθυνση «συνεκμετάλλευσης» με την Τουρκία. Επιπλέον, η κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία δεν είναι «λαϊκή περιουσία» που ανήκει σε όλους. Το αστικό κράτος και οι φορείς του υπηρετούν στρατηγικά συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Ετσι, τα όποια κρατικά έσοδα θα στηρίξουν την κερδοφορία μονοπωλιακών ομίλων, όχι την ικανοποίηση λαϊκών αναγκών.

Αλλωστε, ο περιλάλητος Εθνικός Φορέας Διαχείρισης Υδρογονανθράκων όχι μόνο δεν διεξάγει αυτοδύναμη έρευνα, αλλά δε μετέχει καν σε κοινοπραξίες έρευνας - εκμετάλλευσης. Ουσιαστικά, διανέμει τον εγχώριο ενεργειακό πλούτο σε μονοπώλια. Η σημερινή κρατική πολιτική και υποδομή δε διασφαλίζει ούτε καν τη δυνατότητα ελέγχου της δράσης των ομίλων, ούτε τα συνήθη ανταλλάγματα ενίσχυσης της εγχώριας τεχνογνωσίας και επιστημονικής έρευνας. Το πλαίσιο των ερευνών δε διασφαλίζει ούτε καν τη δέσμευση συγκεκριμένων ποσοτήτων της εγχώριας εξόρυξης, περιορίζεται σε ορισμένα μισθώματα και φορολογικά κρατικά έσοδα.

Είναι αυτοί οι προνομιακοί όροι επένδυσης για το κεφάλαιο που εξηγούν το ενδιαφέρον μονοπωλίων για εκμετάλλευση των ελληνικών υδρογονανθράκων. Από την παράδοση του ορυκτού πλούτου της χώρας στο ιδιωτικό κεφάλαιο για να κερδοφορήσει (ενώ κάτω από άλλες συνθήκες θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών) μεγάλος χαμένος θα βγει ο λαός, αλλά και οι εργαζόμενοι του κλάδου, αφού η κερδοφορία των επενδύσεων θα στηριχτεί στην ένταση της εκμετάλλευσής τους.

Πρεμούρα του ΣΥΡΙΖΑ για τους ομίλους

Για όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει να πει το παραμικρό. Παραπέρα, πληροφορίες θέλουν ντόπια μονοπώλια που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη, με πλωτά γεωτρύπανα και εξέδρες, να καλοβλέπουν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχοντας βεβαιότητα (ή και διαβεβαιώσεις;) ότι έτσι θα αναπτύξουν αποδοτικότερα τις μπίζνες τους.

Αλλωστε, υπάρχει το προηγούμενο της πρεμούρας του να στηριχτούν οι επιχειρηματικοί όμιλοι που αποβλέπουν στο κατασκευαστικό κομμάτι του ενεργειακού κλάδου. Ενδεικτικά, το Γενάρη 2014, σε ανακοίνωση του Τμήματος Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ για τις εξελίξεις στον αγωγό TAP τονιζόταν: «Δεν έχει περάσει πολύς χρόνος από τη συζήτηση στη Βουλή της σύμβασης για τον αγωγό ΤΑΡ και βλέπουμε οι πρώτες αντιδράσεις να δικαιώνουν τον ΣΥΡΙΖΑ (...) Στο συνέδριο "Investing in Energy" ο Διευθυντής Ενεργειακών και Βιομηχανικών Εργων της JP Αβαξ κ. Αρσενίου υποστήριξε ότι "οι προδιαγραφές που έχουν τεθεί από τον TAP αποκλείουν τις ελληνικές εταιρείες". Η παρέμβασή του στο συνέδριο συνοδευόταν επίσης με σκέψεις για μετακόμιση της εταιρείας στο εξωτερικό, αν δεν επιλυθεί το θέμα με τις εγγυητικές επιστολές των ελληνικών τραπεζών (...) Η χώρα δεν αναβαθμίζεται σε ενεργειακό κόμβο μια και δεν συμμετέχει στο κοινοπρακτικό σχήμα του αγωγού».

Καταλήγοντας, ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικούσε απ' τους καπιταλιστές εύσημα, επειδή «δεν υπερψήφισε τη σύμβαση», καθώς «παρά τις διακηρύξεις για επενδύσεις και ανάπτυξη, ουσιαστικό όφελος για τον τόπο φαίνεται πως δεν υπάρχει, όταν ακόμη και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου, από το βήμα συνεδρίου, ασκούν έντονη κριτική για τον αγωγό ΤΑΡ, λέγοντας ότι το πιο πιθανό είναι να μην αφήσει τίποτα στη χώρα ως προς το κατασκευαστικό του σκέλος, καθώς οι διαγωνισμοί "βγαίνουν" με προδιαγραφές μόνον "για ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια", δηλαδή είναι στην πράξη κομμένες και ραμμένες για συγκεκριμένες εταιρείες. Εμείς δεν έχουμε τίποτε άλλο να προσθέσουμε».

Πράγματι, τι να προσθέσει κανείς όταν ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθετεί, αναπαράγει και υπερασπίζεται τις αξιώσεις μονοπωλίων που διαμαρτύρονται γιατί υποσκελίζονται στη μοιρασιά της πίτας έναντι ανταγωνιστών τους;

Μέσα στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς

Νωρίτερα, το Μάη 2013, μιλώντας η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ε. Ουζουνίδου σε ημερίδα του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και του ΙΟΒΕ για τον αγωγό TAP, τασσόταν αναφανδόν υπέρ της κατασκευής του, υπογραμμίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «αποδίδει μεγάλη σημασία στο να καταστεί η χώρα μας επί της ουσίας ενεργειακός κόμβος με σημαντικά οφέλη για την εθνική οικονομία (...) Στο πλαίσιο αυτό, εμείς θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικό να προχωρήσει ο TAP με επωφελείς όρους για τη χώρα όπως και κάθε άλλο σχέδιο το οποίο θα προσφέρει πλεονεκτήματα στην οικονομία και στην κοινωνία μας».

Ο ΣΥΡΙΖΑ δε λέει κάτι διαφορετικό απ' όσα λέει η κυβέρνηση στο όραμα της αστικής τάξης να καταστεί η Ελλάδα ενεργειακός κόμβος. Θέλει τους ντόπιους κεφαλαιοκράτες να παίζουν αναβαθμισμένο ρόλο στη διαχείριση των αγωγών. Σε αυτήν τη βάση στηρίζει και την κατασκευή του ΤΑΡ. Τον οποίο στηρίζουν και οι ΗΠΑ.

Δεν ήταν, βέβαια, πάντα έτσι η θέση του. Το Φλεβάρη 2013, όταν υπογραφόταν η τριμερής (Ελλάδα, Αλβανία, Ιταλία) συμφωνία κατασκευής του αγωγού, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφραζε αμφιβολίες. Ελεγε σε ανακοίνωσή του: «Η παρουσία των ΗΠΑ στη σημερινή υπογραφή καθώς και οι πρόσφατες παρεμβάσεις στο διαγωνισμό για ΔΕΠΑ - ΔΕΣΦΑ είναι ενδεικτικές του γεγονότος ότι οι ΗΠΑ επηρεάζουν καθοριστικά τις επιλογές και της σημερινής τρικομματικής κυβέρνησης. Επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις μας ότι οι ΗΠΑ έχουν θέσει θέμα να μην υπάρξει ενδυνάμωση των ενεργειακών μας σχέσεων με τη Ρωσία».

Την ίδια μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε την κυβέρνηση για κομπρεμί με τους Αμερικανούς, ο Αλ. Τσίπρας συναντιόταν με τον Αμερικανό υφυπουργό Ερικ Ρούμπιν, που παραβρέθηκε στην υπογραφή της τριμερούς στην Αθήνα! Δεν ξέρουμε αν η συνάντηση ώθησε, ώστε να βάλει ο ΣΥΡΙΖΑ νερό στο κρασί του, αλλά τον Απρίλη 2013, όταν η διακρατική συμφωνία ήρθε προς έγκριση στη Βουλή, ψήφισε «παρών». Ο δε εισηγητής του Β. Χατζηλάμπρου «εξηγούσε» στην ομιλία του ότι «το "παρών" το δικό μας δηλώνει ότι θέλουμε να συμμετάσχουμε σ' αυτά που έχει ανάγκη η χώρα».

Ενα μήνα μετά, στην ημερίδα για τον TAP, η Ουζουνίδου πέταγε και σπόντες ενάντια στις χώρες της ΕΕ που δεν ακολουθούν τη γραμμή των ΗΠΑ: «Εντύπωση προξενεί ότι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, EDF (Γαλλία), ENI (Ιταλία), Wintershall (Γερμανία) συντάσσονται σε ενεργειακά θέματα με τις ρωσικές εταιρείες στην προώθηση μεγάλων ενεργειακών έργων. Μοιάζει περίεργο οι αμερικανικές εταιρείες να ενδιαφέρονται περισσότερο για την απεμπλοκή της Ευρώπης από τη ρωσική εξάρτηση από την ίδια την Ευρώπη». Δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ εμπλέκεται στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, «κλείνοντας το μάτι» υπέρ μιας μεριάς κόντρα σε άλλη, αφού εμμέσως πλην σαφώς φαίνεται να εγκαλεί χώρες της ΕΕ που λοξοκοιτάζουν προς Ρωσία για να καλύψουν ενεργειακές τους ανάγκες.

Μαζί και στις λυκοσυμμαχίες

Αλλη μια ενδιαφέρουσα επισήμανση του Αντ. Σαμαρά: «Τα τελευταία δυόμισι χρόνια έγιναν όσα δεν είχαν γίνει τα προηγούμενα εξήντα σε αυτόν τον τομέα, γεωστρατηγικής αναβάθμισης της περιοχής, της Χώρας μας (...) δημιουργήσαμε γεωπολιτικές συμμαχίες και στρατηγικά ερείσματα στην περιοχή μας, με την Κύπρο και την Αίγυπτο αφενός, αλλά και με την Κύπρο και το Ισραήλ». Αξονες και αντι-άξονες που χτίζονται, αναδιατάσσονται και σπάνε με βάση τα συμφέροντα της κάθε αστικής τάξης χωριστά.

«Κι αυτή η στρατηγική πρέπει να συνεχιστεί», επέμεινε ο Αντ. Σαμαράς. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε να τιναχθούν όλα στον αέρα, απ' όσους θέλουν να συγκρουστούμε και με την Ευρώπη και με το ΝΑΤΟ (...) Διακυβεύονται τεράστιες δυνατότητες Ανάπτυξης αλλά και τεράστιοι κίνδυνοι που θα αντιμετωπίζαμε, αν μέναμε απομονωμένοι, γύρω από τη Μέση Ανατολή η οποία συνεχώς αποσταθεροποιείται».

Και σε αυτό το ζήτημα, ο Αντ. Σαμαράς έχει σύμμαχο τον Αλ. Τσίπρα, ο οποίος ήδη από το Μάη 2014, προσαρμόζοντας το «ανήκομεν εις την δύσιν» του Καραμανλή του πρεσβύτερου στα σύγχρονα «ριζοσπαστικά - αριστερά» πλαίσια, διακήρυξε: «Λέω με τη δύναμη της φωνής μου, η Ελλάδα είναι μια χώρα που ανήκει στο δυτικό πλαίσιο, στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, αυτό δεν αμφισβητείται»!

Επιπρόσθετα, την Τετάρτη, στην περιλάλητη διαδικτυακή του συνέντευξη, ερωτηθείς για τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, καθησύχασε το κεφάλαιο πως μέσα από εκεί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να πετύχει το στόχο για αναβάθμιση του ρόλου του στην ευρύτερη περιοχή. «Η χώρα δεσμεύεται από συμφωνίες και θεσμικό πλαίσιο που, αν δεν το τηρήσουμε, θα δημιουργηθεί θέμα συνέχειας της παρουσίας μας.Εμείς λοιπόνσκοπεύουμε να ασκήσουμε έντονη δραστηριότητα σ' αυτούς τους οργανισμούς στην κατεύθυνση υπεράσπισης μιας στρατηγικής για εξωτερική πολιτική ενεργητικήκαι πολυδιάστατη, εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων, χωρίς να αποδεχόμαστε άκριτα τις κατευθύνσεις και αποφάσεις των εταίρων μαςσε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Θα ήταν όμως άστοχο από πλευράς μας να βάζαμε, και δεν είναι στην πρόθεσή μας, να ανοίξουμε ένα θέμα που θα μας οδηγήσει σε ρήξη χωρίς κέρδος», ήταν η δήλωσή του.

Λίγο αργότερα, πρόσθεσε ότι η Ελλάδα με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα παίζει «ενεργητικό ρόλο σε όλους τους οργανισμούς που συμμετέχει» (προφανώς και στο ΝΑΤΟ) και δε θα στηρίζει επεμβάσεις έξω από το πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, αν και είναι γνωστό ότι το δίκαιο αυτό είναι που νομιμοποιεί τα αιματοκυλίσματα των ιμπεριαλιστών, στα δικά τους μέτρα κόβεται και ράβεται.

Επιπλέον, τον Οκτώβρη 2014, σε επίσκεψή του στο υπουργείο Αμυνας φέρεται (σύμφωνα με στρατιωτικές πηγές) να συμφώνησε στην ανάγκη ενδυνάμωσης των σχέσεων με τις αστικές τάξεις Ισραήλ και Αιγύπτου, στο δρόμο που χάραξε η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ