Τρίτη 11 Γενάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κόμβος

Το Καζακστάν είναι η μεγαλύτερη οικονομία της κεντρικής Ασίας, με υψηλούς και σχετικά σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια, που οφείλονται κυρίως στις τεράστιες εξαγωγές ορυκτών καυσίμων. Η χώρα διαθέτει εκατοντάδες πετρελαιοπηγές, κατέχει το 3% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου, γεγονός που την κατατάσσει στην πρώτη δεκαπεντάδα των χωρών με τα μεγαλύτερα αποθέματα. Τα διαπιστωμένα κοιτάσματα φυσικού αερίου ανέρχονται σε 85 τρισ. κυβικά πόδια, ενώ την περασμένη δεκαετία η παραγωγή αυξήθηκε τέσσερις φορές, συνεχίζοντας και σήμερα σε ανοδικούς ρυθμούς. Σ' αυτή τη χώρα, που «κολυμπάει» στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο, μεγάλο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αντέξει τον υπερδιπλασιασμό της τιμής του υγραερίου, που αποτελεί το βασικό καύσιμο κίνησης στη χώρα. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της λαϊκής δυσαρέσκειας, πυροδοτώντας τις μαζικές κινητοποιήσεις των τελευταίων ημερών. Αλήθεια, τι έχουν να πουν γι' αυτήν την εξέλιξη όσοι και στη χώρα μας προπαγανδίζουν υπέρ της μετατροπής της σε ενεργειακό κόμβο, με το επιχείρημα ότι αυτό θα βελτιώσει και τη ζωή του λαού; Το παράδειγμα του Καζακστάν επιβεβαιώνει ότι τα κέρδη του κεφαλαίου δεν συναντιούνται πουθενά με τα συμφέροντα, τα δικαιώματα και τις ανάγκες του λαού. Οσα κοιτάσματα κι αν ανακαλυφθούν, όσοι αγωγοί κι αν χαραχτούν, όσα διυλιστήρια κι αν κατασκευαστούν, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα μετράνε κέρδη, την ώρα που ο λαός θα έρχεται ολοένα και περισσότερο αντιμέτωπος με τα ακριβά καύσιμα και την ενεργειακή φτώχεια.

Υπόβαθρο

«Κλείνοντας» ένας χρόνος από την εισβολή στο Καπιτώλιο, οι δημοσκοπήσεις έρχονται να επιβεβαιώσουν τις βαθιές αντιθέσεις στις ΗΠΑ, που δεν εξαλείφθηκαν βέβαια με την εκλογή Μπάιντεν. Για παράδειγμα, το 45% των Αμερικανών πιστεύει ακόμα και σήμερα ότι η εκλογή του σημερινού Προέδρου δεν έγινε με «νόμιμα μέσα», όπως ισχυρίζονταν και οι υποστηρικτές του Τραμπ που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο. Επίσης, το 63% όσων ρωτήθηκαν στη δημοσκόπηση δηλώνουν ότι μετά τα περσινά γεγονότα, «άλλαξε ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τη δημοκρατία». Το 57% δήλωσε ότι παρόμοια γεγονότα θα ξανασυμβούν στο μέλλον και πάνω από τους μισούς (53%) ότι οι ΗΠΑ θα διχαστούν ακόμα περισσότερο. Οι δημοσκοπήσεις αυτές αντανακλούν το ισχυρό οικονομικό και κοινωνικό υπόβαθρο που είχαν τα γεγονότα του περασμένου χρόνου, παρά την προσπάθεια ορισμένων και στη χώρα μας να τα παρουσιάσουν ως μια «αντιδημοκρατική εκτροπή» της απερχόμενης διοίκησης Τραμπ, διαφημίζοντας τον Μπάιντεν ως τον Μεσσία που θα «συμφιλίωνε» τάχα τον λαό και θα «αποκαθιστούσε τη δημοκρατία», ακολουθώντας μια «άλλη» οικονομική και εξωτερική πολιτική. Οπως προκύπτει όμως, οι αντιθέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ οξύνονται αντί να «εξομαλύνονται». Κι αυτό έχει να κάνει τόσο με τη δυσκολία να αποκατασταθεί μια σταθερή ανάκαμψη της αμερικάνικης οικονομίας, όσο και με τις διαφορετικές απόψεις σε τμήματα της αστικής τάξης για το πώς θα πρέπει οι ΗΠΑ να υπερασπιστούν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία τους, που αμφισβητείται ολοένα και περισσότερο από την Κίνα. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, βέβαια, τη νύφη την πληρώνει ο λαός...

Λαγοί

Ανάμεσα στους πολλούς που τοποθετήθηκαν δημόσια στη συζήτηση για τους όρους επανέναρξης των μαθημάτων εν μέσω έξαρσης της πανδημίας ήταν και ο «πολύς» Στέφανος Μάνος. Με ανάρτησή του την περασμένη βδομάδα, ισχυρίστηκε ότι δεν θα πρέπει να είναι η κυβέρνηση αυτή που θα αποφασίζει για τα σχολεία, αλλά ο κάθε διευθυντής για το δικό του, με βάση κάποιες γενικές παραμέτρους που θα ορίζει το υπουργείο. Κατά τον ίδιο τρόπο προτείνει να παίρνονται οι αποφάσεις και για άλλα εκπαιδευτικά ζητήματα! Μέσα στην ...τούρλα της πανδημίας, εμφανίζονται ορισμένοι γραφικοί λαγοί για να υποδείξουν την πλήρη αυτονόμηση των σχολείων ως το «φάρμακο διά πάσαν νόσον», ακόμα και στα ζητήματα που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια μαθητών, εκπαιδευτικών και γονιών! Με τέτοιες «συνταγές», που δεν απέχουν πολύ από τους σχεδιασμούς της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων για την «αυτοτέλεια της σχολικής μονάδας», επιχειρούν να απαλλάξουν το κράτος από κάθε ευθύνη, μετακυλίοντας το βάρος και το κόστος λειτουργίας των σχολείων σε εκπαιδευτικούς και γονείς, σε βάρος των μορφωτικών και άλλων αναγκών τους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ