Πέμπτη 20 Φλεβάρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σιγά τη δικαιοσύνη

«Διορθώστε τις αδικίες η εντολή Σαμαρά» έγραφε χτες αστική εφημερίδα, συμπληρώνοντας ότι «ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές ότι πλέον θα ελέγχει προσωπικά τις αστοχίες στη φορολογική συνταγή». Πουλούν κάλπικες ελπίδες για ανάσα του λαού. Παρεμβαίνει δε ο ίδιος ο πρωθυπουργός ως άλλος «δίκαιος Αριστείδης». Και όλα αυτά επειδή η κυβέρνηση υπόσχεται να δώσει ορισμένα ψίχουλα από το «πρωτογενές πλεόνασμα» σε ελάχιστες κοινωνικές κατηγορίες, δηλαδή στον πολύ στενό κρατικό τομέα. Επειδή ετοιμάζει νομοσχέδιο για μειώσεις προστίμων στην εφορία, στο φόρο υπεραξίας και επειδή οι κατασχέσεις μισθών και συντάξεων θα γίνονται από 1.500 ευρώ και πάνω αντί για 1.000 που ήταν έως τώρα. Σιγά τη δικαιοσύνη. Να σε κάψω Γιάννη να σε αλείψω λάδι δηλαδή! Λες και το όποιο πλεόνασμα προέρχεται από την τσέπη τους και όχι από την ακατάσχετη φοροληστεία στο λαϊκό εισόδημα, στη λαϊκή κατοικία, στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, σε συνδυασμό με τις δραστικές περικοπές σε δαπάνες του προϋπολογισμού για λαϊκές ανάγκες. Η πολιτική της φοροκλοπής του λαού θα συνεχίζεται στο διηνεκές, προκειμένου να αποπληρώνονται τα δάνεια και να δίνεται χρήμα στο κεφάλαιο για επενδύσεις. Δίκαιο είναι να καλυφθούν όλες οι σύγχρονες ανάγκες των λαϊκών οικογενειών. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο οργανώνοντας την εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση, τη Λαϊκή Συμμαχία, για να βάλουν εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική σήμερα, να την ανατρέψουν αύριο. Γι' αυτό χρειάζεται ισχυρό ΚΚΕ παντού.

Τα κεφάλια μέσα

Αν κανείς διατηρεί αμφιβολίες για το ρόλο της «Αριστερής Πλατφόρμας» του ΣΥΡΙΖΑ στην παγίδευση λαϊκών δυνάμεων που παραπλανιούνται απ' την κάλπικη ριζοσπαστική της φρασεολογία στην πολιτική διαχείρισης της οικονομίας των μεγαλοεπιχειρηματιών, η συνέντευξη του Δ. Στρατούλη, επιφανούς στελέχους της, προχτές στο ρ/σ «Βήμα» θα τον πείσει. Ο Δ. Στρατούλης, αφού υπερασπίζεται το κομμάτι του στελεχικού δυναμικού του ΠΑΣΟΚ που μετοίκησε στον ΣΥΡΙΖΑ σαν μη εμπλεκόμενο «σε μνημονιακές ή άλλες πολιτικές, που οδήγησαν τον τόπο και το λαό σε αυτήν την καταστροφή» (φαίνεται πως μάζευαν ...μαργαρίτες οι συγκεκριμένοι όταν εφαρμόζονταν οι πολιτικές που λέει ο Στρατούλης), προσθέτει: «Εμείς στο κόμμα μας δεν έχουμε μόνιμες πλειοψηφίες και μειοψηφίες. Αυτές σχηματίζονται κάθε φορά με βάση τα ζητήματα που συζητούνται (...) Επομένως, οποιαδήποτε ζητήματα προκύπτουν (...) θα κουβεντιάσουμε στα συλλογικά όργανα του κόμματος (...) Βάσει αυτής της συζήτησης θα σχηματιστούν πλειοψηφίες και μειοψηφίες και θα προχωρήσουμε με τις αποφάσεις που θα πάρει η πλειοψηφία, η οποία θα σχηματιστεί για το συγκεκριμένο θέμα. (...) Ως βουλευτής πρέπει να εκπροσωπώ και να εκφράζω τις συλλογικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ (...) Στο τέλος όμως γίνονται σεβαστές οι αποφάσεις του κόμματος και προχωράμε με αυτές. Ετσι κάναμε πάντα, έτσι κάνουμε και έτσι θα κάνουμε και στο μέλλον».

Να και ο «κοινωνικός διάλογος»

Στο πλαίσιο της γνωστής δικομματικής αντιπαράθεσης ο ΣΥΡΙΖΑ εξέδωσε το Σαββατοκύριακο ανακοίνωση όπου αφού μιλά για την «άδικη», «ταξική», «αναποτελεσματική» (!) φορολογική κυβερνητική πολιτική, καταλήγει: «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος με τις προτάσεις που έχει ήδη δημοσιοποιήσει για κοινωνικό διάλογο, για μια φορολογική πολιτική στον αντίποδα της σημερινής βαρβαρότητας».

Πού τον θυμήθηκε τον «κοινωνικό διάλογο»; Μα είναι το εργαλείο με το οποίο οι καπιταλιστές, οι κυβερνήσεις και οι δικές τους συνδικαλιστικές πλειοψηφίες επιδίωξαν να νομιμοποιήσουν στη συνείδηση της εργατικής τάξης και να αποσπάσουν τη συναίνεσή της στα αντεργατικά μέτρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ νομιμοποίησε τους «κοινωνικούς διαλόγους» συμμετέχοντας πρώτος και καλύτερος. Και τώρα αξιοποιεί την πείρα που αποκόμισε. Η φορολογική πολιτική δεν μπορεί να ευνοεί τους πάντες. Είναι εργαλείο με το οποίο το αστικό κράτος αναδιανέμει πλούτο υπέρ των αστών. Να τα παίρνει δηλαδή απ' τους πολλούς και να τα δίνει στους λίγους. Και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κρύψει ότι θέλει με κάθε τρόπο να ενισχύσει τους καπιταλιστές, την ανάκαμψη της κερδοφορίας τους. Γι' αυτό θέλει «κοινωνικό διάλογο». Αλλωστε, ως θιασώτης της «κοινωνικής συνοχής», δηλαδή της υποταγής των εργαζομένων στην πολιτική της καπιταλιστικής ανάπτυξης, θα χρησιμοποιήσει και τα ανάλογα εργαλεία.

Ολα για τα κέρδη

Εξόχως αποκαλυπτικός ήταν ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, μιλώντας χτες σε εκδήλωση με θέμα: «Οι όψεις της ανεργίας και το στοίχημα της επιχειρηματικότητας». Οχι μόνο τάχτηκε κατά της επαναφοράς του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, αλλά απείλησε ότι αυτό θα σημάνει μέχρι και 200.000 νέες απολύσεις, ενοχοποιώντας ευθέως το ύψος των μισθών και τους εργαζόμενους για την ανεργία, που προκαλούν οι καπιταλιστές στο κυνήγι τους για το μέγιστο κέρδος. Ομως το «μυστικό» που του ξέφυγε ήταν άλλο. Οτι, δηλαδή, τυχόν επαναφορά των μισθών στα επίπεδα πριν την εφαρμογή διά νόμου της μείωσης των κατώτερων μισθών, θα προκαλούσε στις επιχειρήσεις «δυσβάσταχτη οικονομική επιβάρυνση 2,1 δισ. ευρώ...»! Ομολογεί, δηλαδή, ότι η παρέμβαση το 2012, της τότε συγκυβέρνησης με τη γνωστή ΠΥΣ, που διατηρεί ακέραια η σημερινή κυβέρνηση, εξασφαλίζει κάθε χρόνο στους καπιταλιστές 2,1 δισ. ευρώ και στην πενταετία 10 δισ. ευρώ! Αυτή είναι η «ταμπακιέρα» για τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου μέτρου. Ηταν μέτρο αύξησης της κερδοφορίας τους και όχι αύξησης θέσεων εργασίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ