Σάββατο 6 Αυγούστου 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΕΓΧΩΡΙΟΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ
Αντιλαϊκή κλιμάκωση με όχημα τα «κόκκινα» δάνεια

«Ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Ευρώπη αγωνίζεται να προσαρμοστεί στην παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης», τονίζεται χαρακτηριστικά σε πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ.

Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα » δάνεια, τα μεγαλύτερα προβλήματα εντοπίζονται σε Ελλάδα, Κύπρο, Ιρλανδία, Ιταλία και Πορτογαλία. Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΝΤ, μεγάλες τράπεζες στη Γαλλία και τη Γερμανία αντιμετωπίζουν «προκλήσεις», ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ευρωζώνη μειώθηκαν από την περίοδο της εκδήλωσης της καπιταλιστικής κρίσης κατά 15% και συνεχίζουν να παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι δυσμενείς μακροοικονομικές συνθήκες οδήγησαν σε ονομαστικές περικοπές μισθών, στην αύξηση της ανεργίας, στην αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων σε θέσεις μερικής απασχόλησης και σε πιο ευέλικτες θέσεις εργασίας». Ως αποτέλεσμα των εξελίξεων, τα «μη εξυπηρετούμενα δάνεια», νοικοκυριών και επιχειρήσεων, στο τέλος του 2015 έφταναν στο 44,2% της συνολικής μάζας των δανείων και σε απόλυτα μεγέθη στα 108 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τον υπάρχοντα σχεδιασμό από την ΤτΕ, σε επίπεδο τεσσάρων συστημικών τραπεζικών ομίλων προβλέπεται ότι το 2019 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα πρέπει να έχουν μειωθεί κατά 40% ή 41 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά μέσον όρο η προβλεπόμενη μείωση φτάνει στα 13,5 δισ. το χρόνο για την ερχόμενη τριετία. Ο βασικός άξονας της διαχείρισης είναι η «επιτυχής αναδιάρθρωση των οφειλών», προκειμένου τα δάνεια αυτά να καταστούν «ενήμερα».

Εργα και ημέρες της συγκυβέρνησης

Σε ό,τι αφορά τη διεκπεραίωση των υποθέσεων του εγχώριου τραπεζικού κεφαλαίου και στο πλαίσιο της εφαρμογής του τρίτου μνημονίου, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, μεταξύ άλλων, έχει προχωρήσει και στα παρακάτω:

Με τον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δόθηκε μια πρώτη διευκόλυνση στις τράπεζες για τη διενέργεια πλειστηριασμών (με τιμή την εμπορική αξία και όχι την κατά πολύ ψηλότερη που ίσχυε).

Με τον νέο νόμο για τα «κόκκινα» δάνεια στις τράπεζες, η θηλιά των πλειστηριασμών σφίγγει ακόμη περισσότερο γύρω από την πρώτη κατοικία της λαϊκής οικογένειας.

Με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μέσω της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο, στήριξαν το εγχώριο τραπεζικό κεφάλαιο. Είναι ξεκάθαρο, πλέον, το γεγονός ότι η χασούρα ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων φορτώθηκε στο κρατικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και μέσω αυτού στους κρατικούς προϋπολογισμούς και των επόμενων ετών και βέβαια στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων.

«Ανοίγει» η δευτερογενής αγορά τραπεζικών δανείων (εξυπηρετούμενων και «κόκκινων»), με τη δυνατότητα των εγχώριων τραπεζικών ομίλων να τα μεταβιβάζουν σε άλλους «επενδυτές». Ηδη οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα πώλησης «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων αυτοαπασχολούμενων, επαγγελματιών, «μικρομεσαίων» επιχειρήσεων, καθώς και «κόκκινων» στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας πάνω από 140.000 ευρώ και βέβαια όλων των «κόκκινων» στεγαστικών που δεν αφορούν σε πρώτη κατοικία.

Από το Γενάρη του 2018, απελευθερώνεται» το σύνολο των δανείων για πρώτη κατοικία και για ποσά κάτω από 140.000 ευρώ.

Ο «Κώδικας Δεοντολογίας»

«Ο αποχαρακτηρισμός του δανειολήπτη ως συνεργάσιμου μπορεί να έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό του από ειδικές ευεργετικές διατάξεις της νομοθεσίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά στον αναθεωρημένο «Κώδικα Δεοντολογίας» των τραπεζών, που καταρτίστηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας και δημοσιεύθηκε την προηγούμενη βδομάδα στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

Σε κάθε περίπτωση, ανοίγει ο δρόμος για κατασχέσεις και πλειστηριασμούς ακόμη και για την πρώτη κατοικία της λαϊκής οικογένειας, καθώς «ο αποχαρακτηρισμός του δανειολήπτη ως συνεργάσιμου», σύμφωνα με τον νέο Κώδικα, «μπορεί να έχει συνέπεια τον εκπλειστηριασμό της κύριας κατοικίας του». Ταυτόχρονα και παράλληλα, σφίγγει ακόμη περισσότερο η θηλιά των εκβιασμών και των απειλών απέναντι στα οικονομικά αδύναμα νοικοκυριά, που εξαναγκάζονται να προσέλθουν στις τράπεζες για να συμφωνήσουν, επί της ουσίας, σε εξατομικευμένα μνημόνια συνεργασίας, έτσι ώστε να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των τραπεζικών ομίλων και των μεγαλομετόχων τους.

Στις τραπεζικές «λύσεις διευθέτησης» για τα λαϊκά νοικοκυριά συγκαταλέγονται και τα παρακάτω:

  • Πώληση και ενοικίαση του ακινήτου. Ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στην τράπεζα και στη συνέχεια μπορεί να έχει το δικαίωμα της διαμονής στην κατοικία του έναντι ενοικίου, «για μια ελάχιστη περίοδο». Με το συγκεκριμένο μέτρο στηρίζονται οι ισολογισμοί των τραπεζών, στις οποίες θα ανήκει η ακίνητη ιδιοκτησία των πελατών τους.
  • «Εθελοντική παράδοση» του ακινήτου. Ο δανειολήπτης που αδυνατεί να εξυπηρετήσει το χρέος, μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στην τράπεζα και στη συνέχεια, σε συμφωνία με την τράπεζα, «διατυπώνεται σαφώς ο τρόπος διευθέτησης» για τυχόν υπολειπόμενα ποσά.
  • «Εθελοντική εκποίηση ακινήτου». Ο δανειολήπτης προχωρά «οικειοθελώς» στην πώληση του ακινήτου σε τρίτους, μετά από τη σύμφωνη γνώμη της τράπεζας. Σε περίπτωση που το τίμημα πώλησης είναι χαμηλότερο από την οφειλή, η τράπεζα προχωρά σε «διαγραφή» του υπολειπόμενου ποσού.
  • Υπό προϋποθέσεις προβλέπονται ρυθμίσεις όπως αυτές που ήδη εφαρμόζουν οι τράπεζες (χρονική μετακύλιση, μείωση επιτοκίων κ.ά.).

Την ίδια ώρα, η διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων ανοίγει το δρόμο για μαζικές αναδιαρθρώσεις βιώσιμων επιχειρήσεων, αλλά και κλάδων της οικονομίας και της παραγωγής που χαρακτηρίζονται για τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Σε αυτό το επίπεδο, ο «Κώδικας Δεοντολογίας» προβλέπει:

  • «Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης». Μπορεί να περιλαμβάνει ενέργειες όπως η αλλαγή της διοίκησης, η πώληση περιουσιακών στοιχείων, ο περιορισμός του κόστους κ.ά.
  • Συμφωνία ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο, δηλαδή τη συμμετοχή των τραπεζών στις επιχειρήσεις, ή και άλλων «επενδυτών» που θα εξαγοράσουν τα «κόκκινα» δάνεια.
Ρίσκα και αβεβαιότητες

Η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ), στην πρόσφατη έκθεση για την «επισκόπηση του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος», επισημαίνει: «Στο βαθμό που οι τράπεζες δεν προβούν σε αναδιαρθρώσεις των χαρτοφυλακίων τους (π.χ. περιορισμός του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων μέσω της αναχρηματοδότησης υφιστάμενων δανείων με ευνοϊκότερο για τις εταιρείες επιτόκιο, ανταλλαγή εταιρικού χρέους με μετοχικό κεφάλαιο), τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αναμένεται να αυξηθούν και κατά τη διάρκεια του 2016, ακόμη και στην περίπτωση ομαλοποίησης των μακροοικονομικών συνθηκών (...)».

Ταυτόχρονα, η ΤτΕ «βλέπει» σειρά από κινδύνους που συνδέονται με τους παρακάτω παράγοντες:

α. Οι μακροοικονομικές συνθήκες είναι λιγότερο ευνοϊκές από τις αναμενόμενες. Στην περίπτωση αυτή οι τράπεζες θα χρειαστεί να προσαρμόσουν περαιτέρω τα επιχειρηματικά τους μοντέλα για να αντιμετωπίσουν τις συνεχιζόμενες υποτονικές οικονομικές συνθήκες.

β. Η μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της αφερεγγυότητας δεν αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, οπότε θα επηρεαστεί η ικανότητα των τραπεζών να επεκτείνουν τις πιστώσεις τους προς την πραγματική οικονομία.

γ. Η πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από το αναμενόμενο, οπότε τα μέτρα εξυγίανσης δεν θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν την περαιτέρω αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

δ. Μια ενδεχόμενη παράταση της ύφεσης στην ελληνική οικονομία επηρεάζει πτωτικά και τις αγορές ακινήτων. Σε αυτήν την περίπτωση, «θα επηρεαστεί σημαντικά και η δυνατότητα των τραπεζών να ανακτήσουν τα οφειλόμενα ποσά μέσω ρευστοποίησης των ενυπόθηκων εξασφαλίσεών τους». Σε αυτό το πλαίσιο, διατυπώνονται αμφιβολίες για το κατά πόσον οι τράπεζες θα καταφέρουν να βάλουν στο χέρι τις εμφανιζόμενες οφειλές, ακόμη και μέσω των πλειστηριασμών ακίνητης περιουσίας.

Το σημερινό τετρασέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» φιλοξενεί άρθρα για:

-- Τη συγκυβέρνηση και τους εγχώριους τραπεζικούς ομίλους: Αντιλαϊκή κλιμάκωση με όχημα τα «κόκκινα» δάνεια.

-- Τη Γαλλία και τα συμπεράσματα από τους πρόσφατους εργατικούς αγώνες στη χώρα, με αφορμή το αντεργατικό έκτρωμα του νόμου «Ελ Κομρί» και τη στάση των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών.

-- Τη Δανία, όπου η κυβέρνηση εξήγγειλε νέα δέσμη μέτρων, με νέα βάρη για τα λαϊκά στρώματα, προκειμένου να ενισχυθούν τα μονοπώλια.

-- Τη Βρετανία και το Brexit, ιδωμένο μέσα απ' το πρίσμα των συμφερόντων της ελληνικής αστικής τάξης που μετρά συνέπειες και κόστος και προετοιμάζεται για την επόμενη μέρα.

ΔΑΝΙΑ
Νέα αντιλαϊκά μέτρα για την αύξηση των κερδών των μονοπωλίων

Από τις περσινές μεγάλες κινητοποιήσεις στην Κοπεγχάγη ενάντια στις περικοπές στην Παιδεία
Από τις περσινές μεγάλες κινητοποιήσεις στην Κοπεγχάγη ενάντια στις περικοπές στην Παιδεία
«Θερμό» αναμένεται το φθινόπωρο που έρχεται στη Δανία, αφού η σημερινή φιλελεύθερη κυβέρνηση μειοψηφίας, που ανέλαβε πριν από ένα χρόνο για να συνεχίσει το αντιλαϊκό έργο της προηγούμενης (των σοσιαλδημοκρατών με στήριξη των οπορτουνιστών), έχει ήδη ανακοινώσει μια σειρά αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, που σκοπό έχουν τη μείωση του εργατικού κόστους και την εξασφάλιση εσόδων προς όφελος των καπιταλιστών. Είναι γεγονός ότι παρά τα μέτρα νομισματικής «χαλάρωσης», τα πολύ χαμηλά επιτόκια και τον πακτωλό κρατικών κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων και των επενδύσεών τους, «την προτεραιότητα σε "υψηλής ποιότητας" επενδύσεις, ακόμα και την εξασφάλιση ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει βιώσιμο» και παρά τα όσα σκληρά μέτρα έχουν ήδη παρθεί με βάση το προηγούμενο σχέδιο έως το 2020, οι προβλέψεις για την καπιταλιστική ανάκαμψη την εμφανίζουν υποτονική και σε κάθε περίπτωση πολύ χαμηλότερη των προσδοκιών και ακόμα πολύ χαμηλότερη από τα επίπεδα μέχρι το 2008, όταν εκδηλώθηκε η καπιταλιστική κρίση.

Πολυνομοσχέδιο - λαιμητόμος με την επωνυμία «παραγωγική ανάκαμψη»

Μαζί με τον προϋπολογισμό για το 2017, η κυβέρνηση σκοπεύει στα τέλη του Αυγούστου να ανακοινώσει ένα σχέδιο για το 2025, για τη λεγόμενη «παραγωγική ανάκαμψη» της οικονομίας. Σχετικά με αυτό το σχέδιο ο υπ. Οικονομίας, Κλάους Γιορτ Φρεντέρικσεν, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Επεξεργαζόμαστε έναν κατάλογο δυσάρεστων και ανεπιθύμητων αλλά αναγκαίων μέτρων, για να προστατέψουμε το κοινωνικό κράτος». Γίνεται δηλαδή κατανοητό το ότι οι Δανοί εργαζόμενοι έχουν να αντιμετωπίσουν νέα δεινά για να ανακάμψουν οι εκμεταλλευτές τους. Τι περιλαμβάνουν αυτά:

  • Φορο-καταιγίδα: Με βάση όσα διαρρέονται, το παραπάνω σχέδιο έως το 2025 προβλέπει μεγάλες περικοπές στα κοινωνικά επιδόματα, νέες αυξημένες φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις και τους υψηλόμισθους. Προβλέπεται να μειωθεί δραστικά το όριο αφορολόγητου εισοδήματος, οπότε θα αυξηθεί η φορολογία των χαμηλόμισθων. Θα επανεξεταστεί ο φόρος ακινήτων (κάτι σαν τον ΕΝΦΙΑ) και συζητιούνται η επιβολή φόρου στα εισοδήματα από πωλήσεις ακινήτων καθώς και η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
  • Ασφαλιστικό, σύνταξη στα 68 για όλους. Το όριο συνταξιοδότησης για άντρες και γυναίκες, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, θα ανέβει στα 68 το αργότερο μέχρι το 2025. Βασικός στόχος είναι να βάλουν χέρι στα συνταξιοδοτικά ταμεία και να περιοριστούν οι συμπληρωματικές συντάξεις. Οι ιδιωτικές συντάξεις, καθώς και οι με βάση τις συλλογικές συμβάσεις συντάξεις από τα επαγγελματικά ταμεία θα αντισταθμίζονται με την εθνική σύνταξη, έτσι ώστε το συνολικό ποσό να μειωθεί δραστικά. Η αβεβαιότητα που θα προκαλέσουν αυτά τα μέτρα θα έχει και ως αποτέλεσμα τη μείωση των εθελοντικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία όπως ισχύει έως τώρα και την οικονομική τους κατάρρευση.
  • Τσεκούρι στα φοιτητικά επιδόματα: Η μείωση του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος θα 'χει ως αποτέλεσμα ένα μέρος του φοιτητικού επιδόματος να πληρώνεται ως φόρος. Το σχέδιο όμως της κυβέρνησης είναι να κοπούν όλα τα επιδόματα στους φοιτητές μεταπτυχιακών σπουδών και να αντικατασταθούν με τραπεζικά δάνεια που θα εξοφλούνται μετά το πέρας των σπουδών ή οποιαδήποτε μορφή διακοπής των σπουδών. Και αφού η παροχή τέτοιων δανείων θα αφεθεί στην κρίση των τραπεζών, εννοείται ότι όλο και λιγότερα παιδιά από την εργατική τάξη θα έχουν πρόσβαση σ' αυτά.
Τσακίζουν ό,τι εργασιακό δικαίωμα απέμεινε

Σκοπός της κυβέρνησης είναι να ευθυγραμμιστούν οι πολιτικές για την αγορά εργασίας με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές λεγόμενες «βέλτιστες πρακτικές». Κύριος στόχος είναι η «ευελιξία» και η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, υπέρ των ατομικών. Εμπόδιο αποτελούν για τους καπιταλιστές οι παλιές συμβάσεις, κυρίως στο Δημόσιο, που προστάτευαν σχετικά τους εργαζόμενους από τις απολύσεις κατοχυρώνοντας κάποια δικαιώματα. Αναμένεται σύντομα και η παρουσίαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενός νέου «πακέτου κινητικότητας», για την εξασφάλιση ακόμα πιο ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων εντός των συνόρων της ΕΕ. Σημαντική σε όλα αυτά είναι και η συνεισφορά της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Δανίας, που έχει δώσει τη συγκατάθεσή της με τη στρατηγική της συναίνεσης μέσα από τον «κοινωνικό διάλογο», ο οποίος θα συνεχιστεί αμέσως μετά τις καλοκαιρινές διακοπές.

Ηδη έχουν συμφωνήσει πλαίσιο για την ενσωμάτωση των προσφύγων στην αγορά εργασίας, με βάση το οποίο οι πρόσφυγες θα αμείβονται με το περίπου 1/3 του βασικού μισθού και οι επιχειρήσεις θα λαμβάνουν 40.000 κορόνες (περίπου 5.500 ευρώ) για την «προσφορά θέσεων εργασίας». Από την 1η Οκτώβρη θα μπει σε εφαρμογή ο νέος νόμος για την παροχή κοινωνικής βοήθειας σε άτομα με ειδικές ανάγκες, με βάση τον οποίο για να έχει κάποιος το ελάχιστο δικαίωμα για βοήθεια θα πρέπει να εργάζεται το λιγότερο 225 ώρες το χρόνο, που σημαίνει επιπλέον τζάμπα και χωρίς απαιτήσεις εργατικό δυναμικό.

Ενα επιπρόσθετο στοιχείο της χειροτέρευσης της θέσης των εργαζομένων είναι και το γεγονός ότι μειώνεται ο αριθμός των Δανών που κάνουν διακοπές στο εξωτερικό και στη χώρα μας (περίπου 350.000 Δανοί την επισκέπτονται κάθε χρόνο). Σύμφωνα με στατιστική έρευνα που έκανε η μεγαλύτερη εργατική Ομοσπονδία 3F (300.000 μέλη), για τις διακοπές των μελών της το καλοκαίρι του 2016, το 44% απαντάει ότι φέτος δεν θα ταξιδέψουν λόγω οικονομικών δυσκολιών.

Περικοπές στην Παιδεία

Θα συνεχιστούν οι αναδιαρθρώσεις σε όλο το εκπαιδευτικό σύστημα με βάση τις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς εργασίας, έτσι ώστε να παρέχεται στις επιχειρήσεις φτηνό εργατικό δυναμικό προσαρμοσμένο στη «λογική» των ελάχιστων, των μειωμένων απαιτήσεων, που πρέπει να έχουν οι εργαζόμενοι απέναντι στους εργοδότες.

Ηδη, στα πανεπιστήμια έχουν επέλθει μια σειρά αλλαγών στον τρόπο χρηματοδότησης, ενώ αλλαγές γίνονται και στο σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων, η οποία συνδέεται με τη χρηματοδότησή τους. Η λειτουργία κάθε τμήματος κρίνεται από το κατά πόσο παράγει συγκεκριμένα οικονομικά αποτελέσματα. Γι' αυτό και πριν από τις καλοκαιρινές διακοπές απολύθηκαν πάνω από 1.000 καθηγητές και αποφασίστηκε το κλείσιμο 14 τμημάτων διδασκαλίας, μεταξύ των οποίων και το Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών. Για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση θέλουν να ανεβάσουν το όριο βαθμολογίας για την εισαγωγή στο Λύκειο, για να περιοριστεί δραστικά ο αριθμός των μαθητών. Οσο για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, εκτός του ότι λείπουν χιλιάδες δάσκαλοι, καταργούν τις τάξεις ενσωμάτωσης παιδιών με ειδικές ανάγκες καθώς και προσφυγόπουλων που δεν γνωρίζουν τη δανική γλώσσα και στέλνουν όλα αυτά τα παιδιά στις κανονικές τάξεις χωρίς να υπάρχουν δάσκαλοι εκπαιδευμένοι για τέτοια πολύπλοκη κατάσταση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Μονόδρομος για τους εργαζόμενους σε κάθε χώρα η ρήξη με το σύστημα που τους χρεοκοπεί

Τα παραπάνω ενδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που έρχονται στη Δανία ως συμπλήρωμα όλων των προηγούμενων, επιβεβαιώνουν τις θέσεις του ΚΚΕ ότι δεν πρόκειται, όπως άλλωστε συμβαίνει με παρόμοια μέτρα και στη χώρα μας και σε άλλες χώρες, για μέτρα συγκυριακά αλλά είναι σχεδιασμένα προκειμένου να διατηρηθεί η υψηλή κερδοφορία του κεφαλαίου. Καταρρίπτουν επίσης τις γνωστές οπορτουνιστικές πομφόλυγες περί διεξόδου από την κρίση με εθνικό νόμισμα εντός της ΕΕ χωρίς να θίγεται η εξουσία των μονοπωλίων (η Δανία είναι στην ΕΕ αλλά όχι στην Ευρωζώνη, έχει δικό της εθνικό νόμισμα). Αυτό, επομένως, που απαιτείται σε κάθε χώρα είναι αγώνας ρήξης όχι μόνο με τα αντιλαϊκά μέτρα αλλά και άνοιγμα της προοπτικής για άλλο δρόμο ανάπτυξης, για το σοσιαλισμό. Οι διαδηλώσεις που προγραμματίζονται από το λαϊκό κίνημα για το Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη μπορούν να συμβάλουν θετικά σ' αυτήν την κατεύθυνση.


Πάνος ΑΠΕΡΓΗΣ
ΚΟ Σκανδιναβίας του ΚΚΕ

ΠΕΙΡΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Κρίσιμο ζήτημα το να ηττηθούν οι δυνάμεις της ταξικής συνεργασίας

Επιβεβαιώνεται πόσο πολύτιμες είναι για τα μονοπώλια οι υπηρεσίες των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών πλειοψηφιών

Οι εργάτες στο λιμάνι και τα διυλιστήρια της Μασσαλίας (φωτ.) συμμετείχαν μαζικά στις κινητοποιήσεις
Οι εργάτες στο λιμάνι και τα διυλιστήρια της Μασσαλίας (φωτ.) συμμετείχαν μαζικά στις κινητοποιήσεις
Η χρονιά που πέρασε, στη Γαλλία, «σημαδεύτηκε» από τους πολύμηνους και μαζικούς αγώνες ενάντια στο αντεργατικό πακέτο «Ελ Κομρί», με το οποίο η κυβέρνηση Ολάντ - Βαλς προσέφερε νέα μέτρα στήριξης στην ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων, διευκολύνοντας επιπλέον τις απολύσεις, διευρύνοντας κι άλλο τα περιθώρια των μεγαλοεργοδοτών να διασφαλίζουν φτηνά εργατικά χέρια, αναβαθμίζοντας δραστικά τις επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και κουρελιάζοντας τις κλαδικές κ.τ.λ.

Σε αυτούς τους αγώνες, πήραν μέρος εργατοϋπάλληλοι από διάφορους χώρους, έγιναν πολυήμερες απεργίες σε κλάδους στρατηγικής σημασίας όπως η Ενέργεια και οι Μεταφορές, αναδεικνύοντας την πίεση που μπορεί να ασκήσει η αγωνιστική παρέμβαση στους χώρους δουλειάς, εκεί που καθημερινά φαίνεται ποια είναι η τάξη που παράγει όλο τον πλούτο.

Η μαζικότητα και οι αγωνιστικές διαθέσεις που κυριάρχησαν σε πολλούς χώρους τροφοδότησαν μια μεγάλη συζήτηση για την κατάσταση του εργατικού κινήματος, τόσο στη Γαλλία, όσο και γενικότερα. Στο προσκήνιο τέθηκαν ξανά ερωτήματα όπως ποιοι παράγοντες επιδρούν στην αποτελεσματικότητα, στη διάρκεια, στην αντοχή των εργατικών αγώνων.

«Αγώνες» με ζητούμενο το «διάλογο»

Οι αγώνες στη Γαλλία προσφέρουν χρήσιμα συμπεράσματα για τον επικίνδυνο ρόλο των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών. Σε όλη τη διάρκεια των κινητοποιήσεων, οι ρεφορμιστικές πλειοψηφίες συμμετείχαν σε αυτές, από τη μια μεριά ασκώντας δήθεν κριτική στις νέες ανατροπές, από την άλλη με τη βασική τους κατηγορία κατά της κυβέρνησης να είναι ότι δεν έκανε έγκαιρο και ολοκληρωμένο «διάλογο» με τα συνδικάτα.

Η κατεύθυνση και οι προτάσεις με τις οποίες οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες «ζύμωναν» από την αρχή μέχρι το τέλος τις κινητοποιήσεις είχαν ως αφετηρία όχι την υπεράσπιση των σύγχρονων εργατικών αναγκών με βάση και τα περιθώρια που διαμορφώνει για την ικανοποίησή τους ο τεράστιος πλούτος που παράγει η εργατική τάξη, αλλά, τις σύγχρονες ανάγκες των γαλλικών μονοπωλίων και τις «παρεκκλίσεις» που επιβάλλουν οι δυσκολίες που γεννά η καπιταλιστική κρίση. Ετσι, σε συνθήκες που μεγαλώνει ο προβληματισμός για τα περιθώρια ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας και αυξάνεται η ανησυχία για μια νέα ύφεση, όπως και η αγωνία των αστών για το αν θα παραμείνει ή θα καλυφθεί η απόσταση που χωρίζει τα γαλλικά μονοπώλια από τους ανταγωνιστές τους, έρχονται οι εργατοπατέρες να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους.

Σε αυτήν την κατεύθυνση, είναι χαρακτηριστικές οι προτάσεις που κατέθεσε η CGT (Confederation Generale du Τravail), στην οποία κυριαρχούν δυνάμεις του μεταλλαγμένου ΚΚ Γαλλίας και πολλοί (με πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ) επιμένουν να εμφανίζουν ως αγωνιστική οργάνωση.

Οι καιροί απαιτούν «παρεκκλίσεις»

Γενικά, η ηγεσία της CGT προσπάθησε να εμφανιστεί οργισμένη με την υπονόμευση των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) που μέσα από το άρθρο 2 του νόμου «Ελ Κομρί» η κυβέρνηση επιτάχυνε, ώστε η μεγαλοεργοδοσία να μπορεί σε επίπεδο επιχείρησης να διαμορφώνει ακόμα πιο ευέλικτα τους όρους εκμετάλλευσης των εργατών.

Ωστόσο, πίσω από νομικίστικες περιαυτολογίες του τύπου ότι «ο ρυθμιστικός ρόλος του κλάδου πρέπει να επιβεβαιωθεί αποκτώντας "κανονιστική" λειτουργία», στις προτάσεις που η CGT υπέβαλε στον πρωθυπουργό, Μανουέλ Βαλς, και στην υπουργό, Μιριάμ Ελ Κομρί, με ημερομηνία 29 Ιούνη 2016 προβλέπονται διάφορα... ενδεχόμενα.

Καταρχάς, ορίζεται ότι «οι κλάδοι θα καθορίζουν, σε σχέση με τα νόμιμα κατώτατα και ανώτατα όρια, τα περιθώρια της πιθανής διαπραγμάτευσης μέσα στις επιχειρήσεις». Δηλαδή, αντί να προβλέπονται ενιαία κατοχυρωμένα δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους, προβλέπονται «περιθώρια» εντός των οποίων η εργοδοτική πλευρά θα μπορεί να «διαπραγματεύεται» και να «προσαρμόζει» τους όρους εργασίας και αμοιβής, φυσικά με μέλημα την προστασία της κερδοφορίας της.

Γίνεται διαρκής αναφορά στα «νόμιμα όρια» (που η CGT θέλει να γίνονται σεβαστά), αλλά ανοίγει και ο δρόμος, ώστε «αν μια σύμβαση απαιτεί αναδιαμόρφωση του νομικού πλαισίου», αυτή να υποβάλλεται «στο κοινοβούλιο». «Στην πραγματικότητα, σε επίπεδο κλάδων θα γίνεται (η) διάκριση ανάμεσα στις υποχρεωτικές ρήτρες και σε όσα αφορούν τη διαπραγμάτευση σε επίπεδο επιχειρήσεων», συμπληρώνεται, για να γίνει κι άλλο καθαρό ότι το σκεπτικό της CGT είναι οι κλαδικές ΣΣΕ να αποτελούν εργαλεία προστασίας των μεγαλοεργοδοτών από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Αλλωστε, στην αρχή του κειμένου διατυπώνεται ρητά ο ίδιος προβληματισμός που εκφράζουν ατόφιο και πολλά μονοπώλια ανήσυχα από το προβάδισμα των ανταγωνιστών τους: «Μια επιχειρησιακή σύμβαση που επιτρέπει τη μείωση των μισθών και / ή την αύξηση των ωρών εργασίας παρεκκλίνοντας από τον κλάδο θα επιφέρει σίγουρο χτύπημα στις άλλες εταιρείες του ίδιου κλάδου...».

Mε αυτά τα δεδομένα, λοιπόν, οι προτάσεις της CGT στρώνουν το έδαφος για να μπορούν οι μεγάλες εταιρείες κάθε κλάδου να αναμορφώνουν το εργασιακό περιβάλλον ανάλογα με τις ευρύτερες προτεραιότητες που έχουν, κατά κλάδο ή και γεωγραφική περιφέρεια: «Αν οι επιχειρήσεις επιθυμούν να επιτύχουν παρεκκλίσεις εντός του πλαισίου που καθορίζεται σε επίπεδο κλάδου, σύμφωνα με τα νόμιμα όρια, το αίτημα θα πρέπει να υποβληθεί στην Επιτροπή του Κλάδου (σ.σ. που συγκροτείται σε επίπεδο κλάδων), αυτή θα πρέπει να ελέγξει τη νομιμότητα αλλά και την ευκαιρία, δηλαδή να εξακριβώσει ότι εξισσοροπούνται αμοιβαίοι συμβιβασμοί, ότι το οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο δικαιολογεί μια τέτοια παρέκκλιση... Για αυτό, τα μέλη της Επιτροπής πρέπει να έχουν πρόσβαση στα οικονομικά δεδομένα, να μπορούν να έχουν βοήθεια από εμπειρογνώμονες και να διαθέτουν μια νομική βοήθεια πέρα από τα συνήθη μέσα λειτουργίας τους».

Σε τι υστερεί το παραπάνω κείμενο από ένα κείμενο γραμμένο από στελέχη μονοπωλιακών ομίλων που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την αντεργατική θύελλα που δυναμώνει η καπιταλιστική κρίση, η όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ μονοπωλίων;

Γιατί να πρέπει οι εργάτες να δεχτούν τα όποια συμπεράσματα διαμορφώσουν τα «οικονομικά δεδομένα» των επιχειρηματικών ομίλων, που (ανα)συντάσσονται ανάλογα με το πόσο μεγαλύτερο και γρηγορότερο κέρδος θα έχει ο κάθε εκμεταλλευτής; Γιατί η χασούρα μιας εταιρείας να φορτωθεί στις πλάτες των εργατών; Και πότε, αλήθεια, υπήρξαν «αμοιβαίοι συμβιβασμοί» που προστάτεψαν την παραμικρή κατάκτηση των εργατών, αντί να στρώσουν το έδαφος για τη νέα κλιμάκωση της επέλασης σε βάρος τους, το βαθύτερο ξεζούμισμά τους;

Τέτοιες θέσεις αναγνωρίζουν στους εργάτες ευθύνη για την καπιταλιστική κρίση που δημιούργησε το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους. Δεν τους φορτώνουν απλά το βάρος για να ανακάμψουν τα κέρδη του κεφαλαίου, αλλά τους μετατρέπουν σε πειθήνια εργαλεία αναπαραγωγής όλης της λογικής που θέλει τον εκμεταλλευτή να «δίνει δουλειά» και όχι να κλέβει τον πλούτο που στην πραγματικότητα ποτέ δεν του ανήκε, τσακίζοντας το κορμί και όλη τη ζωή των εργατών.

Αγωνία μήπως αδυνατίσει η «κοινωνική συνοχή»

Σε συνθήκες ολόπλευρης κλιμάκωσης της επιθετικότητας του κεφαλαίου, χρέος των συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν είναι να κλίνουν σε όλες τις πτώσεις τα «νόμιμα όρια», μαζί με ευχολόγια αυτά να γίνονται σεβαστά. Γιατί αυτά τα «νόμιμα όρια» κόβονται και ράβονται όλο και πιο αποφασιστικά στις ανάγκες της τάξης των εκμεταλλευτών, που η κρίση κάνει ακόμα πιο επιθετική απέναντι στους εργάτες.

Ομως, μέσα σε αυτές τις συνθήκες και ενώ ο «Ελ Κομρί» δίνει ήδη νέα πλεονεκτήματα στο μεγάλο κεφάλαιο για να ισοπεδώσει δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί με αίμα, η CGT έρχεται να υποβάλει κι άλλες προτάσεις για το πώς τα συνδικάτα θα συμβάλουν στην υλοποίηση των σχεδιασμών των επιχειρήσεων.

Ετσι στο ίδιο πλαίσιο, με το οποίο, υποτίθεται, εκφράζει την αντίθεσή της στο νόμο «Ελ Κομρί», προτείνει:

  • «Να ενισχύσουμε τα θέματα των υποχρεωτικών γύρων διαπραγματεύσεων σε επίπεδο κλάδων... Ετήσια διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων, τον αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα...». Δηλαδή, προτείνει τρόπους ώστε συνδικάτα και εργάτες να εμπλέκονται ακόμα πιο άμεσα στις «κόντρες» των μονοπωλίων για το ξεκοκάλισμα «ζεστού χρήματος» που τους μοιράζουν οι κυβερνήσεις από τον κρατικό κορβανά. Να γίνονται οι εργάτες μεσάζοντες στο πώς, τα χρήματα που αρπάζουν από τη δικιά τους τσέπη, βοηθούν ή όχι στην ενίσχυση της θέσης των εκμεταλλευτών τους.
  • «Να ενισχύσουμε το ρόλο των κλάδων για να προωθήσουμε τις διαπραγματεύσεις και τις συμφωνίες σε επίπεδο εταιρειών...». Πώς; Μέσα από «νέα δικαιώματα που πρέπει να δημιουργηθούν» όπως «ώρες συνδικαλιστικής ενημέρωσης πάνω στο χρόνο εργασίας, πρόσβαση στο εσωτερικό δίκτυο (σ.σ. της εταιρείας), το δικαίωμα στην εμπειρογνωμοσύνη...». «Δικαιώματα» για να μπορεί η εργοδοσία να επιδρά ακόμα πιο σχεδιασμένα με στόχο την ενσωμάτωση των εργαζομένων. «Δικαιώματα» σαν κι αυτά που κατοχυρώνουν ικανοί εργατοπατέρες, σπουδαγμένοι στα σχολειά του κεφαλαίου σαν και την Ακαδημία που έχει στήσει η ΓΣΕΕ στην Ελλάδα.
  • «Η CGT προτείνει να συνδεθούν οι μισθωτοί με τη στρατηγική των εταιρειών (και) γι' αυτό: ο αριθμός των μισθωτών διευθυντών κατά 4 στα 12μελή διοικητικά συμβούλια και κατά 6 στα διοικητικά συμβούλια με πάνω από 12 μέλη. Η παρουσία τους να είναι υποχρεωτική στις Επιτροπές Ελέγχου και Αμοιβών». Δηλαδή, η εκπροσώπηση των εργατών και η υπεράσπιση των αναγκών τους να γίνεται μέσα από τα συμβούλια διοίκησης μονοπωλιακών ομίλων, κατάρτισης των νέων αντεργατικών επιθέσεων.

Τα παραπάνω δίνουν μια εικόνα από τις μεγάλες δυσκολίες που υπάρχουν για την οργάνωση αγώνων που θα θωρακίσουν αληθινά τους εργάτες απέναντι στην επιθετικότητα των μονοπωλίων. Είναι τεράστια η αξία που έχει η ανταλλαγή της πείρας από την αποκάλυψη και απόκρουση των δυνάμεων της ταξικής συνεργασίας, σε κάθε χώρα. Μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά για την ενίσχυση συνδικάτων - εργαλείων αγώνα στα χέρια των εργατών, για την ανάπτυξη εργατικού κινήματος, ταξικά προσανατολισμένου που θα συγκεντρώνει δυνάμεις για την υπεράσπιση των εργατικών - λαϊκών αναγκών και όχι το ξεπούλημά τους.


A.Μοσχόβου

To Brexit ιδωμένο από την πλευρά της ελληνικής αστικής τάξης...

Μετρούν συνέπειες και κόστη, από τις μπίζνες του κεφαλαίου μέχρι τις σχέσεις με το ΝΑΤΟ

Τη θέση της απέναντι στο Brexit, την προετοιμασία της ενόψει των ενδοαστικών παζαριών για την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ και τις επιπτώσεις της καθορίζει η ελληνική κυβέρνηση, η ντόπια αστική τάξη γενικότερα, αναλύοντας αίτια και πιθανές συνέπειες σε μια σειρά τομείς.

Ειδικότερα, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, «H Ευρώπη βρίσκεται ενώπιον τεράστιων και πρωτόγνωρων προκλήσεων. Η οικονομική κρίση, το Προσφυγικό, η έξαρση της τρομοκρατίας, οι πολλαπλές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και οι φυγόκεντρες τάσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της απειλούν, για πρώτη φορά στην ιστορία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, την ευημερία, συνοχή και της EΕ».

Εξηγούν: «Ακροδεξιά κινήματα και κόμματα σημειώνουν ανησυχητική άνοδο σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπως στη Γαλλία, στη Γερμανία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, επηρεάζοντας την άσκηση της εθνικής πολιτικής των χωρών σε εξαιρετικά κρίσιμες περιόδους, όπως κατά την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση. Παράλληλα, η τρομοκρατία και οι εξτρεμιστικές συμπεριφορές ενισχύουν το λαϊκισμό και την ξενοφοβία, πιέζοντας προς την κατεύθυνση διχασμού και διάσπασης της Ευρώπης».

Παρακάμπτοντας τον ανισόμετρο χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, παλεύοντας ταυτόχρονα ένα πιο χαλαρό μείγμα δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε να περισσέψουν πρόσθετα κονδύλια προς ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων αναφέρουν: «Η ΕΕ δεν έχει καταφέρει να αμβλύνει τις οικονομικές ανισότητες και τις δημοσιονομικές ασυμμετρίες μεταξύ Βορρά - Νότου. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ όπου η έμφαση δίνεται στις επενδύσεις στην έρευνα και στην ανάπτυξη, η ΕΕ είναι εγκλωβισμένη σε πολιτικές λιτότητας που εντείνουν τις αντιθέσεις μεταξύ ενός πυρήνα χωρών του Βορρά και των υπόλοιπων κρατών του Νότου που έχουν υποστεί πλήγματα από την εφαρμογή των πολιτικών αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής».

Γενικευμένη αστάθεια

Οι ίδιες πηγές βάζουν ζητήματα και ευρύτερης γεωπολιτικής αστάθειας, συνδεόμενα με την εξέλιξη του Brexit:

«Η περιφερειακή συγκυρία κάθε άλλο παρά εμπνέει αισιοδοξία. Ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Κοτζιάς έχει επανειλημμένα αναφερθεί στο τρίγωνο της αστάθειας - Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Μεσόγειος, Λιβύη - στο μέσο του οποίου είναι η Ελλάδα. Παράλληλα, η κατάσταση στα Βαλκάνια είναι έκρυθμη και η ευρωπαϊκή προοπτική των περισσότερων χωρών των Βαλκανίων είναι σε στασιμότητα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η αίσθηση ότι υπάρχει μία μαύρη τρύπα στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης (πολιτική κρίση στα Σκόπια, στην Αλβανία, ανεργία και εσωτερικές αντιθέσεις σε Βοσνία και Ερζεγοβίνη και Κόσσοβο). H κατάσταση αυτή προφανώς περιπλέκεται από τις τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία, όπου η απόπειρα πραξικοπήματος, η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και η επιδείνωση των ευρω-τουρκικών σχέσεων κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στην ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος και εν τέλει στην περιφερειακή σταθερότητα».

«Διχασμός και διαίρεση»

Συνεχίζουν: «Το βρετανικό δημοψήφισμα ανέδειξε το διχασμό της βρετανικής κοινωνίας όσον αφορά τη σχέση της χώρας με την ΕΕ και ανέσυρε παλαιότερες δημογραφικές και γεωγραφικές διαιρέσεις καθώς το Λονδίνο, η Σκοτία, η Βόρεια Ιρλανδία τάχθηκαν υπέρ της παραμονής, ενώ η Βόρεια Αγγλία και η Ουαλία υποστήριξαν την αποχώρηση. Επίσης, το μη αναμενόμενο του εκλογικού αποτελέσματος και η έλλειψη προετοιμασίας πυροδότησαν ραγδαίες εξελίξεις στη βρετανική πολιτική σκηνή, με την παραίτηση του τέως Πρωθυπουργού David Cameron και την ταχεία αναρρίχηση στην εξουσία της Theresa May».

Τονίζουν: «Ακόμα και μπροστά σε αυτήν την ιστορική συγκυρία, η Ευρώπη είναι διαιρεμένη. Κύριο αντικείμενο διχασμού είναι η διαδικασία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ). Εντός ΕΕ αναπτύχθηκαν δύο κυρίαρχες τάσεις. Η πρώτη είναι εκείνη ορισμένων ιδρυτικών μελών, τα οποία τάχθηκαν υπέρ της άμεσης διαπραγμάτευσης και της άμεσης ενεργοποίησης, από πλευράς του ΗΒ, του άρθρου 50 της ΣΕΕ».

Θυμίζουμε εδώ ότι βάσει του εν λόγω άρθρου της Συνθήκης της ΕΕ, η ΕΕ προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και συνάπτει με το εν λόγω κράτος συμφωνία που καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την αποχώρησή του, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ενωση.

«Να δοθεί χρόνος»

«Η δεύτερη τάση», συνεχίζουν οι ίδιες διπλωματικές πηγές αναλύοντας τα τεκταινόμενα εντός ΕΕ, «υποστήριξε την ανάγκηνα δοθεί χρόνος στο ΗΒ,ώστε η διαπραγμάτευση να γίνει συντεταγμένα και να οδηγήσει στην καλύτερη δυνατή και αμοιβαία επωφελή λύση. Φαίνεται ότι επικρατεί η δεύτερη άποψη, την οποία άλλωστε προκρίνει και η βρετανική ηγεσία, η οποία κρατά στάσης αναμονής, δεν έχει διαμορφώσει ακόμα τις θέσεις της και έχει τοποθετηθεί ρητά υπέρ της εκκίνησης της διαδικασίας όχι πριν το 2017».

Σε κάθε περίπτωση, στην Αθήνα εκτιμούν: «Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος συνιστά μια αποτυχία για την Ευρώπη, η οποία δεν κατάφερε να πείσει το πιο δύσπιστο κράτος - μέλος της ως προς τη σημασία της συμμετοχής του σε αυτή. Από την άλλη, η παρούσα συγκυρία πρέπει να ιδωθεί ίσως και ως ευκαιρία αλλά και πρόκληση για την ΕΕ που οφείλει να επιδείξει προσαρμοστικότητα στις νέες διεθνείς εξελίξεις».

«Τεράστιες επιπτώσεις»

Ο ίδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι η αποχώρηση της Βρετανίας «θα έχει τεράστιες επιπτώσεις σε όλες τις λειτουργίες της ΕΕ αλλά και σε καθεμία χώρα ξεχωριστά, τόσο ως προς τις χώρες που η Βρετανία έχει άμεση διασύνδεση, όπως Μάλτα, Κύπρος, Ιρλανδία όσο και ως προς τις γειτονικές της χώρες καθώς και με κάθε μέλος ξεχωριστά.

Είναι βέβαιο, επίσης, ότι από την αποχώρηση της Βρετανίας θα επηρεαστούν οι εσωτερικοί συσχετισμοί (γαλλογερμανικός άξονας, ανατολικό μπλοκ, χώρες Βορρά - Νότου, ατλαντικό μπλοκ, ομάδα φιλελεύθερων χωρών) που επηρεάζουν την πορεία και πολιτική της ΕΕ σε σειρά θεμάτων».

Αναλύοντας επιμέρους ζητούμενα και επιπτώσεις, στην Αθήνα αναφέρουν: «Ζητούμενο ως κοινή διαπραγματευτική βάση των 27 κρατών - μελών της ΕΕ είναι η διατήρηση του αδιαιρέτου των 4 θεμελιωδών ελευθεριών της ενιαίας αγοράς (ελευθερία κυκλοφορίας προϊόντων, υπηρεσιών, προσώπων και κεφαλαίων).

Επί σειράς άλλων θεμάτων που θα επηρεάσουν π.χ. την οικονομική, ενεργειακή, εμπορική πολιτική της ΕΕ και του ΗΒ αλλά και την κατάσταση λ.χ. του χρηματοπιστωτικού συστήματος του City του Λονδίνου οι θέσεις των 27 μένουν να διαμορφωθούν. Αυτό θα γίνει, βέβαια,αφού το ίδιο το Ηνωμένο Βασίλειο ξεκαθαρίσει τη θέση του ως προς το τι ζητάει από τους 27».

Ακόμα: «Ανησυχίες υπάρχουν, μεταξύ άλλων, για τις επιπτώσεις της αποχώρησης του ΗΒ στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς η Βρετανία, που συνεισφέρει καθαρά στον προϋπολογισμό, καταβάλλει περίπου 11,5 δισ. ευρώ (2014) και είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν ζητήματα ως προς τα κοινοτικά προγράμματα και κονδύλια.

Προφανώς, θα επηρεαστεί και το σύστημα λήψης αποφάσεων καθώς θα πρέπει να εξευρεθεί μια νέα ισορροπία/συμφωνία ως προς τη νέα στάθμιση ψήφων μετά την έξοδο της Βρετανίας.

Τέλος, αναμένεται να επηρεαστούν τομείς, όπως η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και η Πολιτική Αμυνας (ΚΕΠΠΑ) και οι σχέσεις ΝΑΤΟ και ΕΕ, αλλά και τομείς όπως η Διεύρυνση, δεδομένου ότι αποχωρεί μια δύναμη, η οποία τηρούσε μια συγκεκριμένη στάση στα θέματα διεύρυνσης τόσο ως προς τα Βαλκάνια όσο και ως προς την Τουρκία».

Η ελληνική κυβέρνηση

Ως προς τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης, οι ίδιες πηγές παραπέμπουν στη σύσταση Ομάδας Εργασίας στο ΥΠΕΞ, με αντικείμενο τη μελέτη των ευρωπαϊκών εξελίξεων και των επιπτώσεων του βρετανικού δημοψηφίσματος.

Εξηγούν: «Η Ομάδα Εργασίας έχει ήδη ξεκινήσει τις προετοιμασίες της, δίνοντας προτεραιότητα στην εκτενή καταγραφή των θέσεων των υπολοίπων 27 κρατών μελών για τις επιπτώσεις της βρετανικής αποχώρησης σε κάθε τομέα ξεχωριστά. Επιπλέον, διατυπώνονται και ερευνώνται όλα τα δυνατά σενάρια και διερευνώνται τρόποι κατάλληλης θωράκισης και προάσπισης των εθνικών μας συμφερόντων», της ντόπιας αστικής τάξης.

Παράλληλα, δρομολογήθηκε σύσταση Διυπουργικής Επιτροπής, υπό την προεδρία του Υπουργείου Εξωτερικών, η οποία θα ασχοληθεί «με τη προετοιμασία της ελληνικής πολιτείας για τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις της αποχώρησης της Βρετανίας σε κάθε τομέα της ελληνικής οικονομίας ξεχωριστά».

Οι ίδιοι παράγοντες διαβεβαιώνουν, κατά βάση τους ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους, ότι «Το αντικείμενο της Διυπουργικής αυτής Επιτροπής δεν θα είναι καθόλου θεωρητικό καθώς η Επιτροπή θα εστιάσει σε νευραλγικά ζητήματα που αφορούν την ελληνική οικονομία. Για παράδειγμα,ποιες θα είναι οι επιπτώσεις του Brexit στον τομέα του τουρισμού λόγω της διολίσθησης της αξίας της βρετανικής λίρας, καθώς και στη ζωή των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν και εργάζονται στο ΗΒ»...

Σε αυτήν τη λογική, στο περιθώριο του τελευταίου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, ο Ελληνας ΥΠΕΞ, Ν. Κοτζιάς, είχε μια πρώτη συνάντηση γνωριμίας με το νέο Βρετανό ομόλογό του, Boris Johnson, καθώς - όπως διαχέεται από το ελληνικό ΥΠΕΞ - «η Βρετανία ήταν, είναι και θα είναι ένας παραδοσιακός εταίρος και σύμμαχος και θα παραμείνει κομμάτι του ευρωπαϊκού θεσμικού οικοδομήματος, της οικονομικής συνεργασίας και της αρχιτεκτονικής ασφαλείας της Ευρώπης».

Για το ίδιο θέμα, τη Δευτέρα, στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας - Βουλγαρίας, που συνεδρίασε στη Σόφια, οι ΥΠΕΞ των δύο χωρών αποφάσισαν να ενεργοποιήσουν «σειρά πρωτοβουλιών» εντός ΕΕ για κοινή εξέταση των επιπτώσεων του βρετανικού δημοψηφίσματος, σε μια προσπάθεια και γεωστρατηγικής αναβάθμισής τους, εν μέσω κλιμακούμενων ενδοαστικών ανταγωνισμών και αναταράξεων, μέσα από την ανάληψη τέτοιων πρωτοβουλιών.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ