Αφυδάτωση, παθαίνουμε, γιατί δεν πίνουμε πολλά υγρά και κυρίως νερό. Πίνουμε όλα τα άλλα, αναψυκτικά, μπίρες, αλκοόλ, χυμούς που περιέχουν κρυμμένη ζάχαρη, παρ' όλο που η συσκευασία τους γράφει χωρίς ζάχαρη, με αποτέλεσμα να ξεραίνεται το στόμα μας και οι βλεννογόνοι, ματιών και μύτης. Η μόνη λύση είναι, να αυξήσουμε την ποσότητα του νερού που καταναλώνουμε συνήθως.
Η ηλίαση προκαλεί ζαλάδες, πονοκεφάλους έντονη κόπωση και δέκατα. Οφείλεται στην παρατεταμένη έκθεσή μας στον ήλιο. Αντιμετωπίζεται με κρύες κομπρέσες, άμεση μεταφορά του ατόμου σε σκιά και όσο το δυνατό λιγότερα ρούχα για να αναπνέει το σώμα. Εκτός από υγρά, πρέπει να τρώμε πολλά φρούτα και λαχανικά, σαλάτες και να αποφεύγουμε τα πολύ λιπαρά φαγητά και τα τηγανητά.
Τα συμπτώματα της θερμοπληξίας μοιάζουν πολύ με εκείνα της ηλίασης. Με τη διαφορά όμως ότι θερμοπληξία μπορεί να πάθεις και μέσα στο σπίτι, όταν οι θερμοκρασίες είναι πολύ υψηλές και η ατμόσφαιρα του σπιτιού αποπνικτική. Ευπαθείς ομάδες, όπως έχει καθιερωθεί να τις λέμε, είναι οι ηλικιωμένοι και τα μικρά παιδιά, που κινδυνεύουν πολύ περισσότερο, γι' αυτό χρειάζονται περισσότερο την προσοχή μας. Γι' αυτό να πίνουμε πολλά υγρά, να κάνουμε άφθονα ντους με χλιαρό νερό, να τρώμε φρούτα και λαχανικά, και τέλος να φοράμε φαρδιά και ανοιχτόχρωμα ρούχα. Ξέρουμε ότι όλα αυτά είναι γνωστά και πως τα γνωρίζετε, εμείς απλώς σας τα υπενθυμίζουμε. Κακό δεν κάνει.
Χ.Κ.
Associated Press |
Στα 1.141.748 τετραγωνικά μέτρα που καλύπτει η έκτασή της και τη φέρνει στην τέταρτη θέση της Νότιας Αμερικής (μετά τη Βραζιλία, την Αργεντινή και το Περού), το κλίμα παρουσιάζει μια μεγάλη ποικιλία. Η τριπλή οροσειρά των Ανδεων, που διασχίζει τη χώρα από βορρά προς νότο, είναι αυτή που ουσιαστικά «ευθύνεται» γι' αυτήν την κλιματική ποικιλομορφία, με αποτέλεσμα η θερμοκρασία να διαφοροποιείται κατά 6 βαθμούς Κελσίου ανά 1.000 μέτρα υψομετρικής διαφοράς, ενώ στο επίπεδο της θάλασσας η θερμοκρασία είναι γύρω στους 30 βαθμούς Κελσίου. Ετσι, το τοπίο διαφοροποιείται από εξωτικές παραλίες, υγρές ζούγκλες και τροπικά δάση, μέχρι ψυχρές περιοχές όπου τα χιόνια δε λιώνουν ποτέ.
Οι τρεις οροσειρές των Ανδεων (Δυτική, Κεντρική και Ανατολική), που αναφέραμε παραπάνω, ξεχωρίζουν και τις περιοχές:
1. Των Ανδεων που περιλαμβάνει την πρωτεύουσα Μπογκοτά και άλλες μεγάλες πόλεις Μεντεγίν, Κάλι, Ποπαγιάν, Πάστο, Τούνχα, Μανισάλες, Περέιρα, Αρμένια, Κούκουτα, Βουκαραμάνγκα, Νέιβα, και Ιμπαγκέ. Σε αυτή την περιοχή συγκεντρώνεται και το 75% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.
2. Της Καραϊβικής που συγκεντρώνει το 21% του πληθυσμού, περιλαμβάνοντας τις πόλεις Καρταχένα, Σάντα Μάρτα, Μπαρανκίγια, Ριοάτσα, Βαγιεδουπάρ κ.ά. και τα νησιά Σαν Ανδρές και Προβίνσια.
3. Του Ειρηνικού, με τις πόλεις Κιμπντό, Μπουεναβεντούρα και Τουμάκο.
4. Της περιοχής των ποταμών Ορινόκο και Αμαζονίου με τις πόλεις Βιγιαβισένσιο, Φλορένσια και Λετίσια στο πιο νότιο άκρο της χώρας, στις όχθες του Αμαζόνιου ποταμού. Μαζί, οι περιοχές Ειρηνικού και Αμαζονίου αντιπροσωπεύουν το 4% του πληθυσμού.
Ανάμεσα στις οροσειρές των Ανδεων και σε δύο ακόμα ορεινά συγκροτήματα, της Σιέρα Νεβάδα ντε Σάντα Μάρτα και της Μακαρένα, απλώνονται μεγάλες πεδιάδες και κάμποι με πλούσια βλάστηση. Εκεί καλλιεργείται και ο πασίγνωστος καφές της (είναι η δεύτερη καφεπαραγωγός χώρα στον κόσμο), ενώ από το πλούσιο υπέδαφός της εξορύσσεται το 95% της παγκόσμιας παραγωγής σε σμαράγδια, όπως και σημαντικές ποσότητες χρυσού, ασημιού, άνθρακα, ουρανίου και πολλών ακόμα ορυκτών, ενώ διαθέτει και μεγάλα αποθέματα πετρελαίου.
Υπάρχει, επίσης, μια μεγάλη γκάμα από φυσικά πάρκα, τα οποία διατηρούνται και είναι σχετικά προσβάσιμα (αν εξαιρεθεί το γεγονός ότι η χώρα βρίσκεται εδώ και 40 χρόνια σε εμφύλιο πόλεμο) και οι μετακινήσεις στην επαρχία δεν ενδείκνυνται.
Η σύνδεση με την ιστορία περνάει μέσα από τον πλούσιο πολιτισμό των προκολομβιανών ινδιάνικων φυλών (πρώτες ανθρώπινες ιεραρχημένες κοινότητες διαπιστώθηκαν από την αρχαιολογική έρευνα από το 1000 π.Χ.) και φτάνει μέχρι την περίοδο της ισπανικής κατάκτησης (ξεκίνησε το 1452), που συνοδεύτηκε από τη γενοκτονία τους και τον «εκπολιτισμό» και της Κολομβίας με την καταλήστευση του φυσικού πλούτου της από το λεγόμενο δυτικό αναπτυγμένο κόσμο. Επίσης, η ιστορική διαδρομή χαρακτηρίζεται από τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες ενάντια στην ισπανική αυτοκρατορία με τον απελευθερωτή Σιμόν Μπολίβαρ και αργότερα ενάντια στην επιβολή των ΗΠΑ, που επέβαλαν, για τον έλεγχο της διώρυγας του Παναμά, τη διάσπαση της Μεγάλης Κολομβίας που περιλάμβανε και τον Παναμά.
Από τις φυλές των πρώτων κατοίκων της Κολομβίας, οι πιο γνωστές είναι οι Τσίπτσα και Καρίμπε στο Βορρά, οι Αραουάκ στον Αμαζόνιο και στη Χερσόνησο της Γουαχίρα, οι Κέτσουα, Μάγια και Αϊμάρα στο νότο και οι Τουπί - Γκουαρανί στις ανατολικές περιοχές της χώρας.
Ταυτόχρονα, σε όλες τις μεγάλες πόλεις, ο επισκέπτης μπορεί να δει μουσεία και χώρους ιδιαίτερης ιστορικής αξίας. Τέτοια είναι το Μουσείο Χρυσού στην Μπογκοτά, το σπίτι του Σιμόν Μπολίβαρ, καθεδρικές εκκλησίες της περιόδου της αποικιοκρατίας στην Μπογκοτά, στην Κάλι, στο Μεντεγίν. Η Καρταχένα που ιδρύθηκε το 1533 αποτελεί από μόνη της μια πόλη - μουσείο. Τα αξιοθέατα σ' αυτήν την πανέμορφη χώρα είναι πολλά, αλλά απαιτείται χρόνος για να τα δει κανείς, λόγω των μεγάλων αποστάσεων. Κυρίως όμως, απαιτείται να αλλάξει η πολύπλοκη πολιτική κατάσταση, για να μπορούν και ο λαός της και οι επισκέπτες να τη χαρούν.
Τριακόσιες έντεκα σελίδες, τριακόσιες έντεκα πανέμορφες «υδατογραφίες» φιλοτεχνημένες με έμπνευση, με εξαιρετικές ψυχολογικές παρατηρήσεις, με πανέμορφα τοπία και με δυο ζευγάρια μάτια γεμάτα θάλασσα, γεμάτα ομορφιά, γεμάτα θλίψη. Μάτια καταγάλανα, που χάρισε η συγγραφέας στις δυο κεντρικές ηρωίδες της, στη Ρόζα από τη Βενετία, που ακολουθεί το δρόμο της καρδιάς της και διασχίζει σαν πραγματική γοργόνα τα νερά για να καταλήξει, στην κυριολεξία, σε μια ακτή της Νότιας Πελοποννήσου και της υπνοβάτιδας Βενετίας που καταλήγει στη χώρα των δόγηδων, στην παθιασμένη και μυστηριώδη Γαληνοτάτη. Πρόκειται για το καλύτερο, κατά τη γνώμη μας φυσικά, έργο της Ελένης Σαραντίτη, που εκτός από τον Μάγο Ερωτα, τις μαγικές ακτές της Πελοποννήσου και την αινιγματική, την υγρή πόλη του πάθους που μοιάζει σα σκηνικό θεάτρου, η συγγραφέας αναπλάθει με μαεστρία την εποχή, τους ανθρώπους, αφηγείται τους πόθους και τα πάθη του μετανάστη, την τρικυμιώδη ζωή των ναυτικών, την καθημερινότητα των κατοίκων της επαρχίας στα μέσα της δεκαετίας του '50, αλλά και τη ζωή στον πιο αισθησιακό τόπο του κόσμου. Στη Βενετία. Εκείνο που εντυπωσιάζει τον επαρκή αναγνώστη είναι ότι, ενώ στις σελίδες του βιβλίου υποβόσκει ο «μαγικός ρεαλισμός», κυριαρχεί τελικά η ελληνική σαφήνεια και θριαμβεύει το σοφόν το σαφές, γι' αυτό ίσως και η συγγραφέας δεν επιχειρεί καν να εξηγήσει το ανεξήγητο, δηλαδή τον έρωτα. Απλώς τον περιγράφει. Και τον περιγράφει εξαιρετικά δυνατά. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Καστανιώτη».