Στον πρόλογο του αξίολογου και καλαίσθητου αυτού τόμου, ο καθηγητής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου της Αθήνας Μ. Γ. Μερακλής μεταξύ άλλων γράφει: «Το Λεξικό Ιατρικής Λαογραφίας είναι μια κορυφαία στιγμή τώρα δράσης του (συγγραφέα) στον τομέα αυτό. Περιλαμβάνει 4.198 λήμματα και είναι ακόμα στολισμένος με 55 εικόνες. Η ύλη προέρχεται αφενός από τη γνώση της προφορικής παράδοσης που έχει ο κ. Ρηγάτος και αφετέρου από την αναδίφηση που έκανε σε γραπτές πηγές, γιατροσόφια και βιβλία σχετικά με τη λαϊκή ιατρική που συνέταξαν διάφοροι τοπικοί λόγιοι. Πλούσια είναι η προσφυγή στη λαϊκή λογοτεχνία δημοτικά τραγούδια παροιμίες, αλλά και στην επώνυμη (με κύρια την περίπτωση Παπαδιαμάντη, ο οποίος έχει προσελκύσει το ερευνητικό ενδιαφέρον του κ. Ρηγάτου και σε ξεχωριστές εργασίες του)».
Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα σημαντικό έργο ζωής για οποιανδήποτε άνθρωπο των γραμμάτων. Γι' αυτό εμείς το μόνο που θα προσθέσουμε είναι την ευχή να είναι «καλοτάξιδο» όπως, άλλωστε είναι και τα προηγούμενα βιβλία του εξαιρετικά σεμνού και πολυγραφότατου συγγραφέα...
Σε ένα μεγάλο μπολ θα βάλουμε γύρω στα 250 γραμμάρια χλωρό τυρί και θα το ανακατέψουμε με ένα πιρούνι. Θα ρίξουμε μέσα πιπέρι από το μύλο, ψιλοκομμένο δυόσμο και δυο αυγά και θα συνεχίσουμε να ανακατεύουμε. Θα απλώσουμε ένα χωριάτικο φύλο επάνω σε μια λεία επιφάνεια και κόβουμε δίσκους στη διάμετρο ενός φλιτζανιού του τσαγιού. Επειτα, θα βάλουμε ένα κουταλάκι με τη γέμιση, θα βρέξουμε τις άκρες του δίσκου με νερό και θα το διπλώσουμε έτσι ώστε να μοιάζει με μισοφέγγαρο. Πιέζουμε τις άκρες για να κολλήσουν και βάζουμε τα τυροπιτάκια σε ένα μεγάλο δίσκο μέσα στο ψυγείο για μισή τουλάχιστον ώρα. Θα ζεστάνουμε άφθονο ελαιόλαδο σε ένα τηγάνι και πριν κάψει θα ρίξουμε τα τυροπιτάκια και θα τηγανίσουμε μέχρι να πάρουν χρώμα. Μόλις ροδοκοκκινίσουν και από τις δυο πλευρές θα τα ακουμπήσουμε σε απορροφητικό χαρτί κουζίνας. Επειτα θα δοκιμάσουμε, τουλάχιστον για να διαπιστώσουμε εάν τα πετύχαμε! Ε, πρώτη φορά τα κάναμε... Εάν μας αρέσει η ιδέα αλλά δε βρίσκουμε τυρί Σαντορίνης, μπορούμε να βάλουμε ένα μείγμα ανθότυρου και φέτας ή κατίκι Δομοκού.
Η παλαίστρα και το γυμνάσιο της Ολυμπίας. Εδώ γινόταν η τελική φάση των ασκήσεων, σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες των αγώνων |
Τόπος ήρεμος, όμορφος, μαγευτικός και καταπράσινος, τόπος ιερός, αρχαιολογικός, εύφορος και γλυκός είναι. Τόπος που απλώνεται ανάμεσα στον Αλφειό και τον Καλδέα, τόπος μαγικός. Πώς περιγράφεται το απερίγραπτο, το γαλήνιο, το θεϊκό, μου λέτε; Στο μικρό πανέμορφο χωριό που βρίσκεται κοντά στον αρχαιολογικό χώρο θα πάμε σήμερα και θα αφήσουμε την Ιστορία να μας μιλήσει. Να μας πει τα, ξεχασμένα από τους περισσότερους από εμάς, μυστικά της. Λένε πως η Ολυμπία κατοικήθηκε από τους Προϊστορικούς χρόνους. Κατά τη Μεσοελλαδική Περίοδο η Ολυμπία ήταν τόπος λατρείας χθόνιων θεοτήτων. Την εποχή των Αχαιών ο Δίας εκθρόνισε τον Κρόνο και η Ηρα τη Γη. Αργότερα ο Πέλοπας, αφού νίκησε σε αρματοδρομία τον Οινόμαο, έδωσε το όνομά του σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και λατρεύτηκε σαν θεός. Το Πελόπειο, ο ναός που ανέγειραν προς τιμή του, είναι το αρχαιότερο μνημείο της Ολυμπίας. Η αρχή των Ολυμπιακών Αγώνων χάνεται στα βάθη των μυθικών χρόνων όπως και οι δικοί μου αγώνες να αναστήσω εκείνο το σαββατοκύριακο που πέρασα με τους γονείς μου σε τούτη την ευλογημένη γη χάνονται στα πλάτη και τα μήκη των δεκαετιών μόχθου και των καθημερινών αγώνων, μεγάλων και μικρών.
Η βυζαντινή εκκλησία που κατασκευάστηκε στα ερείπια του εργαστηρίου του Φειδία. Το εργαστήριο χτίστηκε δίπλα στο ναό του Διός για να μπορέσει εκεί ο γλύπτης να φτιάξει το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός |
Μιλά ακατάπαυστα. Σαφής, πολύξερος και συνεπώς ανηλεής. Αναρωτιέμαι. Τελικά μπας κι έβαλε κασέτα τούτος άνθρωπος με την εκπληκτική, πλην όμως εξοντωτική, μνήμη. Πού τα θυμάται όλα αυτά; Τα διαβάζει ή κάποιος αόρατος άνθρωπος του τα υπαγορεύει; Εδώ δεν καταφέρνω να θυμηθώ το ξενοδοχείο που μείναμε εκείνο το βράδυ. Μόνον μια αόριστη εντύπωση μου έρχεται στο νου. Μια ευχάριστη, νεανική εντύπωση, μια γλυκιά αίσθηση, τίποτε άλλο. Βλέπω, με τα μάτια της θύμησης το φεγγάρι. Στρογγυλό, λαμπερό, χαμηλό να φωτίζει ένα μονοπάτι από πλατίνα. Το μέλλον μου είναι, είχα σκεφτεί. Λαθεμένα. Η πανσέληνος μου έδειχνε το παρελθόν. Δεν το ήξερα όμως.
Η Στοά της Ηχούς |
Μήπως αντί του Μεγάλος έπρεπε να ονομαστεί μέγας καταστροφέας; Με αυτά και με τα άλλα μπήκαμε μέσα στον αρχαιολογικό χώρο δίχως να το πάρω είδηση. Πώς πέρασε η ώρα... Αριστερά μας είναι το Πρυτανείο που χτίστηκε στα τέλη του 6ου αιώνα. Καθώς ο ξεναγός μου εξηγεί, εγώ προσπαθώ να θυμηθώ τη συζήτηση που είχαν οι γονείς μου εκείνο το μαγικό βράδυ. Πώς πέρασαν τα χρόνια... Ακούω το ηχόχρωμα της φωνής τους, βλέπω τις φιγούρες τους, μα δεν ξεχωρίζω τις λέξεις ούτε την έκφρασή τους. Η Ιστορία είναι μπροστά μου: ο Ερμής του Πραξιτέλη, το κεφάλι της Ηρας, το ημικυκλικό νυμφαίο, οι θησαυροί... Και πιο κει το στάδιο, η κατοικία του Νέρωνα, η κρύπτη, ο βωμός της Δήμητρας Χαμύνης, το βουλευτήριο. Περπατώ και σκέφτομαι. Σκέφτομαι και νοσταλγώ. Συνεχίζω να περπατώ, τούτη τη φορά για να ξεχαστώ. Δεν είναι δυνατόν να συγκεντρώσω όλα εκείνα τα κομματάκια που μου λείπουν για να φτιάξω μια ολοκληρωμένη εικόνα. Η αναπαράσταση δεν είναι εφικτή. Εγκαταλείπω κάθε προσπάθεια. Το παρελθόν δεν ανασταίνεται. Δεν ανήκω σε κείνη την κατηγορία των τυχερών, εκείνων που κάνουν τις αναμνήσεις τους ό,τι θέλουν. Η Ολυμπία είναι πανέμορφη. Γαλήνια και αιώνια, αλλοιωμένη από τους αιώνες φυσικά. Αφού λοιπόν ο χρόνος όλα τα αλλοιώνει, γιατί να χαριστεί στις αναμνήσεις; Περπατώ στον ιερό τούτο τόπο και μια πρωτόγνωρη συγκίνηση με πλημμυρίζει. Οι δικοί μου αγώνες συνεχίζονται. Πίσω στην Αθήνα.
Ενα από τα σπουδαιότερα έργα τέχνης της ελληνικής αρχαιότητας: Ο Ερμής του Πραξιτέλη |
Ο αρχαιολογικός χώρος του Ιερού της Ολυμπίας από ψηλά |