Κυριακή 27 Ιούλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ «ΡΙΖΟΧΑΡΤΟ»
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΡΙΖΟχαρτο"
Κωστής Παλαμάς, ένας ποιητής του καιρού μας

Γεωργίου Κ. Μωραΐτη: «Ο ΠΑΛΑΜΑΣ - Που δε διδάσκεται στην εκπαίδευση». Εκδόσεις «Παπαδήμα»

Πέρασαν 6 χρόνια από τότε που «έφυγε» ο Γιώργος Μωραΐτης, ο Δάσκαλος, ο σύντροφος εκπαιδευτικός, ο εργάτης του πνεύματος με την ανεκτίμητη προσφορά στη διαμόρφωση της σύγχρονης παιδαγωγικής αντίληψης του τόπου.

Το τελευταίο βιβλίο του (είναι μεγάλος ο όγκος του αδημοσίευτου έργου του) είναι αυτή η μελέτη για τον Παλαμά.

«Με τη μελέτη μου αυτή ξοφλάω το χρέος μου απέναντι στη φιλολογία, την οποία κάποτε σπούδασα και την οποία δίδαξα 42 χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση», θα πει στο προλογικό σημείωμα ο συγγραφέας.

Το βιβλίο αυτό είναι το τρίτο μιας σειράς. Το πρώτο είναι το «Συντροφιά με τον Ξενοφώντα στη λεγεώνα των ξένων» (1985), το δεύτερο «Ξαναδιαβάζοντας τον Θουκυδίδη. Περικλέους Επιτάφιος» (2000). Μεταξύ τους μπορεί να μοιάζουν ετερόκλιτα, αλλά το κοινό στοιχείο που τα ενιαιοποιεί είναι ότι πρόκειται για τις απόψεις του συγγραφέα «σχετικά με την εκπαιδευτική ζωή της χώρας από την πλευρά του περιεχομένου της διδασκαλίας της ελληνικής λογοτεχνίας» (σελ. 15).

Ενώ στα πρώτα δύο ο Γιώργος Μωραΐτης προτείνει μια άλλη, απομυθοποιημένη ανάγνωση των δύο εν λόγω αρχαίων κειμένων, με το βιβλίο «Ο Παλαμάς που δε διδάσκεται στην εκπαίδευση» τα βάζει με την ουσιαστική αγνόηση του παλαμικού έργου στην εκπαίδευση και όχι μόνο. Εξετάζονται οι ηθικές και κοινωνικές αξίες του έργου για τη νεολαία κόντρα σε ρηχές αντιλήψεις εκ μέρους εκπαιδευτικών, ότι ο Παλαμάς «δεν τους πάει» ή «δεν πάει σήμερα.»

Ενας από τους σημαντικότερους άξονες του βιβλίου είναι το θέμα, αν και κατά πόσον ο Παλαμάς ήταν «εθνικιστής». «...... όλοι εν χορώ τον δικάζουν ως εθνικιστή», θα πει ο Γιώργος Μωραΐτης, επισημαίνοντας ότι αυτό έγινε και από δεξιά και από αριστερή πλευρά. Ωστόσο, τονίζει ότι και τον Παλαμά οφείλουμε να τον κρίνουμε στο συγκεκριμένο χρόνο και χώρο, στον οποίο έζησε, έγραψε και στοχάστηκε, τη σχέση του με την αντικειμενική πραγματικότητα και κατά πόσο ανταποκρινόταν στη γύρω του πραγματικότητα. Το ίδιο, άλλωστε, ισχύει και για τους κριτές του.

Πρόκειται για ένα θέμα, το οποίο αναλύει εκτενώς ο συγγραφέας λόγω της μεγάλης σημασίας του.

Πέρα από την αναλυτική προσέγγιση των διαφόρων παρεξηγήσεων του έργου του Παλαμά, τη γλαφυρή παρουσίαση της εποχής με τα ενίοτε κοσμογονικά συμβάντα του (ο Παλαμάς γεννήθηκε το 1859 και πέθανε το 1943) ο συγγραφέας εστιάζει στη στάση του Παλαμά απέναντι στην αρχαιότητα (η αρχαιολατρία του), απέναντι στη δημοτική γλώσσα, απέναντι στη θρησκεία (τα υπαρξιακά προβλήματα) και την παράδοση, αλλά και απέναντι στην εργατική τάξη (τα καυτά προβλήματα της ζωής, ο μόχθος).

Στην εξαιρετικά πλούσια θεματική του βιβλίου, ο Γιώργος Μωραΐτης αναλύει με διεισδυτική ματιά την κοινωνικοπολιτική ζωή της παλαμικής 80ετίας, τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του έργου του, την πολιτική του συνείδηση, προσεγγίζει (με τα, κατά τη γνώμη μας, υπερβολικά μετριόφρονα λόγια του συγγραφέα, διότι πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή προσέγγιση) τις δύο μεγάλες επικολυρικές συνθέσεις του Παλαμά «Ο δωδεκάλογος του Γύφτου» και «Η φλογέρα του Βασιλιά», με μια ιδιαίτερη αναδρομή στην προφητεία για τη γενική εξέγερση των αδικημένων κάτω από την ηγεσία του Φτωχολέοντα, που μοιάζει με επαναστατικό σάλπισμα. Οι στίχοι παίρνουν ιδιαίτερα δραματικές προφητικές διαστάσεις, όταν σκεφτεί κανείς ότι το ποίημα δημοσιεύεται σε πρώτη έκδοση το 1910 και σε δεύτερη το 1920!

Η έκδοση περιλαμβάνει αποσπάσματα από το ποιητικό και πεζογραφικό έργο του Παλαμά με αναλυτικά σχόλια του συγγραφέα και κλείνει με τη διδακτική προσέγγιση και τις δυνατότητες αξιοποίησης του παλαμικού έργου σήμερα.


Αννεκε Ιωαννάτου

Από τις σελίδες του βιβλίου

Από την κηδεία του Παλαμά, 28 Φλεβάρη 1943 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών...
Από την κηδεία του Παλαμά, 28 Φλεβάρη 1943 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών...
ΠΑΛΑΜΑΣ

Ηχήστε, οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,

δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα...

Βογγήστε, τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές

σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ενα βουνό

με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο και ως Την Οσσα,

κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,

ποιον κλει, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;

Μα Εσύ, Λαέ, που τη φτωχή Σου τη μιλιά,

Ηρωας, την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,

μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά

της τέλειας Δόξας του, ανασήκωστον στα χέρια,

γιγάντιο φλάμπουρο, κι απάνω κι από μας

που τον υμνούμε, με καρδιά αναμμένη,

πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: «ο Παλαμάς!»,

ν' αντιβογγήσει τ' όνομά του η Οικουμένη.

Αγγελος Σικελιανός


... Διακρίνονται η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Αγγελος Σικελιανός και ο Γιώργος Κατσίμπαλης
... Διακρίνονται η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Αγγελος Σικελιανός και ο Γιώργος Κατσίμπαλης
Η Ιστορία απομυθοποιημένη

Λύσανδρου Παπανικολάου: «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ» εκδόσεις «Καστανιώτης»

Υπάρχει άραγε μια καθημερινή Ιστορία του Εικοσιένα; Το βιβλίο αυτό, θα πει ο συγγραφέας του, δεν αναφέρεται στην καθημερινή Ιστορία του '21 με την έννοια της καθημερινής πείρας, για την οποία ο Αριστοτέλης μάς έλεγε ότι «τα φαινόμενα απατούν» και ο Μαρξ μας προειδοποιούσε ότι «αν τα πράγματα ήταν μόνο αυτό που δείχνουν, τι θα χρειαζόταν η επιστήμη;», κάνοντας την Ιστορία επιστήμη. Την καθημερινή αυτή Ιστορία μπορεί να την αντιληφθούμε μέσα από τον επιστημονικό φακό της αντικειμενικότητας σαν απομυθοποίηση των ιστορικών γεγονότων. Μακριά από στατική περιγραφή της καθημερινής ζωής στο Εικοσιένα, το βιβλίο αυτό του Λύσανδρου Παπανικολάου αποτελεί «μια εξιστόρηση των μεταβολών που προκάλεσε στην καθημερινή ζωή η Ελληνική Επανάσταση». (σελ. 18)

Ο συγγραφέας αναμετριέται με τις καθιερωμένες - και συχνά μυθοποιημένες - βεβαιότητες βάζοντας στο πεδίο αυτής της μάχης με τη στρεβλωμένη ιστοριογραφία μια πειστική, διεισδυτική επιχειρηματολογία θέλοντας να υπηρετήσει τη «σκληρή θεότητα» Ιστορία, που δε χαρίζει κάστανα και αγαπάει να κρύβεται («κρύπτεσθαι φιλεί»). Μπορεί να έχει γίνει κοινός τόπος, ότι το κρυφό σχολειό και ο Ευαγγελισμός της Αγίας Λαύρας είναι σχολικοί μύθοι, αλλά πολύ πιο σύνθετο πρόβλημα, σύμφωνα με το συγγραφέα, αποτελεί η Φιλική Εταιρεία και ο Ρήγας Βελεστινλής, που την πρώτη θεωρεί «ρομαντικά εξαγνισμένη» και το δεύτερο «υπερφυσικά αγιοποιημένο». Ο εθνικός ποιητής Σολωμός έλεγε πάντως, ότι «Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές». Και ο Π. Καρολίδης, ο δεύτερος μετά τον Κ. Παπαρρηγόπουλο «εθνικός ιστορικός» έγραφε, ότι η Ιστορία «δεν είναι στάδιον επιδείξεως φιλοπατρίας και διαχύσεως και εκχύσεως πατριωτικών αισθημάτων».

Το κλειδί, λοιπόν, της καθημερινής αυτής Ιστορίας, σύμφωνα με τον Λύσανδρο Παπανικολάου - και το τεκμηριώνει ακριβολογημένα - ο βαθύτερος πυρήνας του Εικοσιένα, είναι ο εσωτερικός αγώνας, ο εμφύλιος πόλεμος, που είναι η πεμπτουσία κάθε επανάστασης.

Η εξολόθρευση των θρησκευτικών μειονοτήτων της κυρίως Ελλάδας, της Ελλάδας νότια του Σπερχειού, ασφαλώς δεν εξυπηρέτησε τη δημιουργία του ενιαίου ανεξάρτητου εθνικού κράτους, αλλά την κατάτμηση της επαναστατημένης Ελλάδας σε χριστιανικά πασαλίκια, δηλαδή αυτόνομες ηγεμονίες υποτελείς στο σουλτάνο, που δεν επιτρεπόταν τέτοιες να διαθέτουν μουσουλμανικό στοιχείο, διαβάζουμε στο βιβλίο. Γιατί σε μια εποχή που η οθωμανική αυτοκρατορία διατηρούσε ακόμα τον αρχέγονο ιεροπολεμικό χαρακτήρα της, καμιά περιφέρεια του οθωμανικού κράτους δεν μπορούσε να αυτονομηθεί όσο περιείχε και το παραμικρό ποσοστό μουσουλμάνων κατοίκων. Η ελληνική «αποστασία», η αποσχιστική εξέγερση άναψε από αντίδραση στις μεταρρυθμίσεις των σουλτάνων, που εκείνη την εποχή έτειναν να μετατρέψουν την οθωμανική αυτοκρατορία σε κοσμικό συγκεντρωτικό κράτος.

Το ζητούμενο, λοιπόν, της Ελληνικής Επανάστασης, συνεχίζει ο συγγραφέας το σκεπτικό του, δεν ήταν ένας τοπικιστικός κατακερματισμός, αλλά ο εθνικός συγκεντρωτισμός, δηλαδή το αστικό εθνικό κράτος. Επομένως, καταλήγει, η επανάσταση δεν μπορούσε να διεξαγάγει ως το τέλος με την απαιτούμενη αποφασιστικότητα τον αγώνα εναντίον των άσπονδων εχθρών της «αστικής ενότητας του έθνους».

Το ελληνικό κράτος ποτέ δεν υπήρξε γνήσια εθνικό, διότι ένα εθνικό κράτος δεν μπορεί παρά να είναι κοσμικό, αλλά πώς να είναι κοσμικό ένα κράτος που δεν έχει χωριστεί από την εκκλησία; Ούτε η αστικοποίηση της γαιοκτησίας σαν οικονομικό θεμέλιο του έθνους - κράτους δεν έγινε για λόγους, που ο συγγραφέας αναπτύσσει εκτενώς στο βιβλίο του αυτό. Οι επιστημονικά θεμελιωμένες απόψεις του ρίχνουν το γάντι στους ιστορικούς, να μπουν σε μια επιτέλους ειλικρινή και αντικειμενική συζήτηση για τα δρώμενα του 1821 και αποτελεί κάλεσμα στους αναγνώστες να διαβάσουν την Ιστορία χωρίς φόβο και πάθος και να καταλάβουν τις ιστορικές ρίζες των σημερινών δεινών της χώρας τους.


Α. Ι.

Σελίδες λάμπουν στο σκοτάδι «ΡΙΖΟχαρτο»
«Bread and Roses»

Τα Τριαντάφυλλα που δεν άνθησαν ακόμα

Το 1912 ο James Oppenheim (1882 - 1932) Αμερικανός ποιητής, συντάκτης και ιδρυτής του «Οι επτά τέχνες», ένα σημαντικό πρόωρο αμερικανικό λογοτεχνικό περιοδικό του εικοστού αιώνα, επηρεασμένος από τη μεγάλη «απεργία των ρούχων» που κήρυξαν οι γυναίκες εργάτριες στη βιομηχανία κατασκευής έτοιμων ενδυμάτων στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ, το Μάρτη του 1912 και είχε ως βασικό αίτημα την αύξηση του μεροκάματου (ψωμί) και τη βελτίωση των συνθηκών της δουλειάς τους (τριαντάφυλλα) έγραψε το ποίημα «Bread and Roses» όπου δημοσιεύτηκε σε ένα αμερικανικό περιοδικό και ήταν αφιερωμένο στις «γυναίκες της Δύσης».

Βαδίζοντας στη διαδήλωση - είναι όμορφη η μέρα

Για τους ανθρώπους που μας ακούν να απαιτούμε: Ψωμί και τριαντάφυλλα! Ψωμί και τριαντάφυλλα!

Τα σκοτεινά μαγεριά, οι γκρίζες αποθήκες των κλωστοϋφαντουργείων,

Λούζονται με τη λάμψη ενός αναπάντεχα ανατέλλοντος ήλιου.

Βαδίζοντας στη διαδήλωση, παλεύουμε και για τους άντρες εργάτες,

Γιατί τους γέννησαν γυναίκες, και μεις γινόμαστε τώρα οι μάνες τους.

Ποτέ πια οι ζωές μας ένας μόχθος, από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο,

Οι καρδιές μαραίνονται το ίδιο όπως και το κορμί, ανάγκη το ψωμί, ανάγκη τα τριαντάφυλλα,

Βαδίζοντας στη διαδήλωση, τα συνθήματα μας,

Αιώνια κραυγή αγωνίας αναρίθμητων νεκρών γυναικών για ψωμί,

Γιατί δούλες αυτές λίγη ομορφιά κι αγάπη γνώρισαν.

Ναι, παλεύουμε για το ψωμί, μα παλεύουμε και για τριαντάφυλλα.

Βαδίζοντας στη διαδήλωση, φέρνουμε τις υπέροχες ημέρες,

Ο ξεσηκωμός μας, ξεσηκωμός του Ανθρώπου.

Ποτέ πια σκλάβοι και αφέντες, ποτέ πια οι πολλοί να ταΐζουν τον ένα,

Ολοι να απολαμβάνουμε τα αγαθά της ζωής: Ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί και τριαντάφυλλα.

Ποτέ πια οι ζωές μας ένας μόχθος, από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο,

Οι καρδιές μαραίνονται το ίδιο όπως και το κορμί, ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί και τριαντάφυλλα.*

James Oppenheim 1912

Η ταινία

«Bread and Roses» είναι μια ταινία εμπνευσμένη από το ομώνυμο ποίημα, από τον στρατευμένο Βρετανό σκηνοθέτη, Κεν Λόουτς, αφιερωμένη στις σύγχρονες εργάτριες στη χώρα των «ίσων ευκαιριών», τις ΗΠΑ. Η αφήγησή του περιγράφει αλήθειες που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανένα. Δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ειρήνη, μας λέει μέσα από τα πανό των διαδηλωτών, αν δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Και δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν ενωθεί η εργατική τάξη.

Η Μάγια, μια νεαρή Μεξικανή λαθρομετανάστης, καταφέρνει να γλιτώσει από τα νύχια των λαθρεμπόρων, που την περνάνε παράνομα από τα αμερικάνικα σύνορα προκειμένου να εργαστεί μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της, τη Ρόζα, καθαρίστρια σε ένα κεντρικό κτίριο γραφείων του Λος Αντζελες, όπου βρίσκονται εγκαταστημένοι μερικοί από τους ισχυρότερους κεφαλαιοκράτες της πόλης. Οι συνάδελφοί της χωρίς καμιά ταξική συνείδηση, θύματα εκμετάλλευσης των εργοδοτών τους, μισθοί της πείνας, ανύπαρκτη περίθαλψη και η απόλυση να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους. Ο Σαμ Σαπίρο εισβάλλει δυναμικά στη ζωή της Μάγια και της Ρόζα και των εργατριών, τις προκαλεί να αγωνιστούν για την επαγγελματική τους αξιοπρέπεια, για το δικαίωμα να συγκροτηθεί μια συνδικαλιστική οργάνωση. Ο Σαμ έλκεται από το ελεύθερο πνεύμα της Μάγια, εκείνη παρασύρεται από τους επαναστατικούς στόχους του.

Με τη βοήθειά του, οι εργάτριες οργανώνουν διαμαρτυρία, την ώρα που οι κεφαλαιοκράτες εργοδότες τους δεν το περιμένουν. Καταφέρνουν να κάνουν τα αιτήματά τους γνωστά στην κοινή γνώμη. Ο προσωπάρχης απολύει τους πρωτεργάτες, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται και η Μάγια. Και ενώ ο αγώνας κλιμακώνεται η ασφυξία πνίγει τους απολυμένους εργάτες. Ο φλογερός, γεμάτος ιδανικά νεαρός, που οργανώνει το κίνημα των εργατών, όσο και αν προσπαθεί, δεν μπορεί να βιώσει τα συναισθήματά τους, ούτε να ταυτιστεί με τα προβλήματά τους και την αντίληψή τους για τη ζωή.

«Ψωμί και τριαντάφυλλα», λοιπόν γιατί μετά από 96 χρόνια από τη συγγραφή του ποιήματος, ούτε στο τραπέζι μας είναι μπόλικο το ψωμί, ούτε τις μέρες μας ομορφαίνουν τα Τριαντάφυλλα.

Ηθοποιοί: ΑΝΤΡΙΕΝ ΜΠΡΟΝΤΙ, ΕΛΠΙΝΤΙΑ ΚΑΡΙΓΙΟ, ΠΙΛΑΡ ΠΑΝΤΙΓΙΑ

* Ελεύθερη μετάφραση


Κώστας Σταματόπουλος

Η μελωδία της σκέψης «ΡΙΖΟχαρτο»
ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
«Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ»

Ποίηση: Νίκου Καββαδία. Ερμηνεύουν: Γιάννης Κούτρας, Αιμιλία Σαρρή, Βασίλης Παπακωνσταντίνου

1. kuro siwo (Πούσι)

Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,

δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.

Είναι παράξενα της Ιντιας τα φανάρια

και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο.

Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,

χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.

Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια

που σου 'πανε μια κούφια ώρα στην Αθήνα.

Στα νύχια μπαίνει το κατράμι και τ' ανάβει,

χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,

κι ο λόγος της μες το μυαλό σου να σφυρίζει,

«ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι;».

Νωρίς μπατάρισε ο καιρός κι έχει χαλάσει.

Κατζάρισες, μα σε κρατά λύπη μεγάλη.

Απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι

κι ο πίθηκος που 'χα με κούραση γυμνάσει.

Η λαμαρίνα!... η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.

Μας έσφιξε το kuro siwo σαν μια ζώνη

κι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ' το τιμόνι,

πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.

* * *

«Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 1956. Απόγεμα ο Μαραμπού ξαφνικά. Επιασε εδώ το καράβι του. Ερχεται από την Αυστραλία. Φοράει μια μαβιά φανέλα ως τον λαιμό. Δεν έχει ρούχα, παρά τα καλοκαιρινά του, λέει. Αυτός είναι ταξιδιώτης στ' αλήθεια. Μιλάει για τα νησιά Κόκο, κάτοικοι λιγότερο από 100, όπου άραξαν για να νοσηλέψουν ένα θερμαστή που τον χτύπησε στο χέρι μια σταγόνα μαζούτ (μια μικρή σταγόνα, λέει, τινάζεται με τόση πίεση που μπορεί να σου κόψουν το χέρι). Είναι ένα αξεδιάλυτο μείγμα μύθου και αλήθειας αυτός ο άνθρωπος, καθώς μιλά ψευδίζοντας ή μ' εκείνο το συρτό τόνο απαγγελίας».

Ο Νίκος Καββαδίας
Ο Νίκος Καββαδίας
Γιώργος Σεφέρης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ