Δεν αυξάνονται ούτε καν στα αντίστοιχα ποσοστά αύξησης του ΑΕΠ
Επιχορηγήσεις που αναπαράγουν τη φτώχεια των ασφαλιστικών ταμείων και προδικάζουν τη διαιώνιση στα ίδια εξευτελιστικά επίπεδα των συντάξεων προβλέπει και ο προϋπολογισμός του 2006. Συγκεκριμένα, οι κρατικές επιχορηγήσεις για το επόμενο έτος προϋπολογίζονται στο ποσό των 6.551 εκατομμυρίων ευρώ, από 6.115 εκατομμυρίων ευρώ το 2005. Μιλάμε, δηλαδή, για μια «αύξηση» της τάξης του 7,1%, όταν το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 7,4%!
Για τον μεγαλύτερο ασφαλιστικό Οργανισμό της χώρας, η κρατική επιχορήγηση ανέρχεται στα 1.700 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που υπολείπεται κατά 200 εκατομμύρια ευρώ (αν αποδίδονταν το 1% του ΑΕΠ). Το ύψος της χρηματοδότησης, όπως προκύπτει και από τον σχετικό προϋπολογισμό του ΙΚΑ, οδηγεί σε άλλη μια χρονιά ελλειμμάτων, με τις συνακόλουθες παρενέργειες στο ύψος των συντάξεων και στις άλλες παροχές προς τους δικαιούχους. Ετσι για άλλη μια χρονιά το ΙΚΑ καταδικάζεται στα ελλείμματα και ούτε λόγος δεν μπορεί να γίνει για τη δημιουργία αποθεματικών, όπως διατεινόταν το ΠΑΣΟΚ το 2002, όταν ψήφιζε τον νέο τρόπο χρηματοδότησης του ιδρύματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα συνολικά έσοδα του ΙΚΑ το κράτος συμμετέχει μόλις κατά το 15,7%.
Η φειδωλή χρηματοδότηση του ΟΓΑ, του ΤΕΒΕ, του ΝΑΤ και άλλων ασφαλιστικών οργανισμών προδιαγράφει άλλη μια χρονιά λιτότητας για τους συνταξιούχους τους. Η επιχορήγηση για το ΕΚΑΣ, πλην Δημοσίου, ανέρχεται στα 783 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το κονδύλι για τα αναδρομικά του ΛΑΦΚΑ στα 144 εκατ. ευρώ.
Με αφορμή την κατάθεση του κρατικού προϋπολογισμού στη Βουλή, από το Γραφείο Τύπου του ΚΚΕ δόθηκε στη δημοσιότητα η παρακάτω ανακοίνωση:
«Ο προϋπολογισμός που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή για το 2006 αποτελεί κλιμάκωση της επίθεσης στο εισόδημα και γενικότερα στη ζωή της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων λαϊκών στρωμάτων. Βρίσκεται στον ίδιο δρόμο με τους προηγούμενους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αποτελεί συνέχειά τους. Οχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τα λαϊκά προβλήματα, αλλά και αποτελεί παράγοντα όξυνσής τους. Υλοποιεί τις κατευθύνσεις της ΕΕ, την πολιτική που έχει σταθερό στόχο τη διασφάλιση των τεράστιων κερδών του κεφαλαίου, την προώθηση της ανταγωνιστικότητας και των συμφερόντων του.
Είναι βαθιά ταξικός και αντιλαϊκός, γιατί μεγαλώνει και διευρύνει προκλητικά τη ληστεία των λαϊκών στρωμάτων προς όφελος της πλουτοκρατίας. Συνεχίζει τις περικοπές στις δαπάνες που αφορούν στα κοινωνικά δικαιώματα και ανάγκες. Προωθεί τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Το κύριο βάρος των φορολογικών εσόδων θα κληθούν να το πληρώσουν τα λαϊκά στρώματα, με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των μισθωτών και συνταξιούχων κατά 9,2%, διατήρηση της ίδιας αναλογίας υπέρ των αντιλαϊκών έμμεσων φόρων, επιπλέον φορολογική επιβάρυνση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η υποτυπώδης αύξηση των μισθών και των συντάξεων, όχι μόνο δεν καλύπτει την αύξηση του τιμάριθμου, αλλά είναι και σημαντικά μικρότερη της προβλεπόμενης ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ.
Αντίθετα, παρά τη μεγάλη αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, συνεχίζεται η μείωση της φορολογικής του επιβάρυνσης, η προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, η εκποίηση δημόσιας περιουσίας, η εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών και δικαιωμάτων.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, οφείλουν να σκεφτούν και να δράσουν για το δικό τους το παρόν και μέλλον και όχι της πλουτοκρατίας.
Να απορρίψουν συνολικά τον προϋπολογισμό, καθώς και την αντιλαϊκή πολιτική που τον διαμορφώνει. Να απεγκλωβιστούν από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Να εκφραστεί αυτό και στις ερχόμενες τοπικές εκλογές. Να αλλάξουν τον συσχετισμό των δυνάμεων στο εργατικό κίνημα και στις άλλες οργανώσεις, σε βάρος των πλειοψηφιών των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ.
Με κοινό μέτωπο πάλης να αντεπιτεθούν διεκδικώντας τον πλούτο που παράγουν, την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων τους και όχι μικροπαροχές ελεημοσύνης.
Καμιά θυσία για το κεφάλαιο! Καμιά ανοχή στην πολιτική και τα κόμματά του!».
Κατατέθηκε χτες στη Βουλή. Η συζήτηση θα ξεκινήσει στις 29 Νοέμβρη στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή. Η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής θα αρχίσει την Κυριακή 18 Δεκέμβρη και θα ολοκληρωθεί τα μεσάνυχτα της 22ας Δεκέμβρη
Εναν προϋπολογισμό κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της πλουτοκρατίας και των επιταγών της στρατηγικής της Λισαβόνας κατέθεσε χτες η κυβέρνηση της ΝΔ στη Βουλή. Συνεχίζοντας με ακόμα πιο έντονους ρυθμούς την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση Καραμανλή ενσωμάτωσε στα μεγέθη του προϋπολογισμού ρυθμίσεις και μέτρα με έντονα ταξικό χαρακτήρα, που αποβλέπουν στην ακόμα πιο βίαιη αναδιανομή των εισοδημάτων. Από τα κείμενα του προϋπολογισμού, αλλά και από τις σχετικές παρεμβάσεις τόσο του πρωθυπουργού όσο και του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών γίνεται ολοφάνερο ότι ο κρατικός προϋπολογισμός και της επόμενης χρονιάς κινείται στην τροχιά της παραπέρα υπονόμευσης της θέσης των λαϊκών στρωμάτων και της προκλητικής στήριξης του μεγάλου κεφαλαίου και των διαφόρων επιχειρηματικών ομάδων, των μόνων δηλαδή που αποκομίζουν οφέλη από την εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική.
Κύρια χαρακτηριστικά του νέου προϋπολογισμού είναι:
Πρόκειται, με λίγα λόγια, για επιλογές που ενισχύουν τις διάφορες επιχειρηματικές ομάδες που λυμαίνονται τον παραγόμενο πλούτο και ταυτόχρονα οδηγούν σε παραπέρα ένταση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα.
Ο Γ. Αλογοσκούφης, παρουσιάζοντας τον προϋπολογισμό, επανέλαβε τα κυβερνητικά επιχειρήματα για «τα προβλήματα που κληρονομήθηκαν» και τα οποία ήταν «πολλά και μεγάλα», επισήμανε ότι «πολλά μεγάλα προβλήματα παραμένουν» και για να δικαιολογήσει τη συνεχιζόμενη λιτότητα σε βάρος των εργαζομένων, συμπλήρωσε ότι «δεν είναι δυνατόν σε ένα χρόνο να αντιμετωπιστούν προβλήματα που προϋπήρχαν και για πολλά χρόνια».
Ως στόχους της οικονομικής πολιτικής για το 2006 κατονόμασε την «αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας, ώστε το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης να διαμορφωθεί σε επίπεδα κάτω του 3% του ΑΕΠ». Επίσης «την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας», που όπως είναι γνωστό θα επιτευχθεί μέσα από «την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», το σύνολο δηλαδή των μέτρων που προβλέπουν παραπέρα υπονόμευση των εργασιακών σχέσεων, των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, των συντάξεων κλπ.
Στην κατηγορία «σημαντικά προβλήματα της οικονομίας» ανέφερε το δημόσιο χρέος που βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με το ΑΕΠ σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, τη φοροδιαφυγή, για την οποία οι κυβερνώντες μιλούν - αλλά δεν κάνουν τίποτα - από τη δεκαετία του '70 και τη «σπατάλη του ευρύτερου δημόσιου τομέα», ένα επιχείρημα που προβάλλεται πάντα όταν μαγειρεύονται αντιλαϊκά μέτρα, επιθέσεις σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων και ξεπούλημα δημόσιων φορέων και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών του δημοσίου.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι χτες για πρώτη φορά τουλάχιστον για την τελευταία 30ετία σημειώθηκε ένα απίθανο αλαλούμ στο υπουργείο Οικονομικών, γύρω από τη δημοσιοποίηση των κειμένων του κρατικού προϋπολογισμού. Ενώ όλες τις προηγούμενες δεκαετίες η συνέντευξη του υπουργού και ο προϋπολογισμός δινόταν στα Μέσα Ενημέρωσης πριν το μεσημέρι, χτες χωρίς καμιά απολύτως εξήγηση και δικαιολογία, η συνέντευξη ορίστηκε για τις 8.30 το βράδυ, ενώ οι τόμοι του προϋπολογισμού δόθηκαν περί τις 4 το απόγευμα. Επειδή ΕΤΣΙ αποφάσισε η κυβέρνηση και ο Γ. Αλογοσκούφης...
Πολύ μακριά από τις ανάγκες που απαιτούνται για την αναβάθμιση της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας βρίσκονται και τα κονδύλια του προϋπολογισμού του 2006, που ενέκρινε χτες το Υπουργικό Συμβούλιο. Κεντρικός στόχος της κυβέρνησης για την Παιδεία, όπως καταγράφεται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2006, είναι «η προσαρμογή του εκπαιδευτικού μας συστήματος στις αναπτυσσόμενες διεθνώς τάσεις, στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και στις κοινές δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει στο πλαίσιο της ΕΕ», πράγμα που αναλύεται σε ένταση της επίθεσης στη δημόσια εκπαίδευση, με στόχο την προσαρμογή της στις απαιτήσεις του κεφαλαίου.
Αυτή η πολιτική υλοποιείται με στασιμότητα, ουσιαστικά, των κονδυλίων που διατίθενται από τον προϋπολογισμό. Το ποσοστό των δαπανών επί του τακτικού προϋπολογισμού - αν τελικά υλοποιηθεί και δεν περικοπεί στην πορεία του χρόνου - διαμορφώνεται για το 2006 σε 8,36% των συνολικών δαπανών, έναντι 8,09% πέρσι.
Από τον τακτικό προϋπολογισμό διατίθενται 6,011 δισ. ευρώ και από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων 805 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι στα παραπάνω ποσά συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων, της Ακαδημίας Αθηνών, Βιβλιοθηκών κτλ. Το σύνολο των δαπανών προϋπολογίζεται να ανέλθει στα 6,816 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 3,53% του ΑΕΠ έναντι του 3,5% το 2005.
Είναι φανερό πως, για μια ακόμη χρονιά, οι δαπάνες για την Παιδεία παραμένουν πολύ μακριά από τις συνεχώς διευρυνόμενες πραγματικές ανάγκες της λαϊκής οικογένειας για τη μόρφωση των παιδιών της. Εξάλλου, η κυβέρνηση το λέει καθαρά: Στόχος της δεν είναι να καλύψει αυτές τις ανάγκες, αλλά να εξυπηρετήσει την προσαρμογή της Παιδείας στις απαιτήσεις του κεφαλαίου.
Να εξωραΐσει τη βαρβαρότητα της αντιλαϊκής επίθεσης, όπως αυτή «αποτυπώνεται» στον προϋπολογισμό του 2006, επιχείρησε, ανεπιτυχώς, ο Κ. Καραμανλής, επιστρατεύοντας πλήθος ψεμάτων, κούφια λόγια παρηγοριάς στα «θύματα» της αντιλαϊκής επίθεσης και ανέξοδες υποσχέσεις για «καλύτερες μέρες» στο αόρατο μέλλον.
Στην πραγματικότητα, ο πρωθυπουργός μιλώντας χτες το βράδυ στην «πανηγυρική» συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, επέδειξε αξιοσημείωτη στοχοπροσήλωση και συνέπεια στην ταξική πολιτική του, περιφρονώντας πλήρως τις οξυμένες ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων.
Το περιτύλιγμα με το οποίο επιχείρησε να πλασάρει τον βαθύτατα ταξικό προϋπολογισμό περιλάμβανε το εξοργιστικό πλέον ευφυολόγημα περί «ήπιας, αλλά αποτελεσματικής δημοσιονομικής προσαρμογής», κοπανιστό αέρα για αφελείς, όπως ότι «αντιμετωπίζουμε τα αίτια των ελλειμμάτων, την κατασπατάληση δημοσίων πόρων, τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή» και παχιά λόγια του τύπου «είμαστε περισσότερο από σίγουροι ότι ο δρόμος αυτός οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον».
Για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού, στην οποία μετακυλίει εξ ολοκλήρου τα βάρη του προϋπολογισμού, ο Κ. Καραμανλής είχε μια παρηγορητική αναφορά «κατανόησης» στο τέλος της ομιλίας του, εν είδει «υποσημείωσης»: «Υπάρχουν προβλήματα στην κοινωνία. Δεν τα αρνούμαστε. Συναισθάνομαι (όλα τα μέλη της κυβέρνησης συναισθανόμαστε) τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι οικονομικά ασθενέστεροι πολίτες. Οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι χαμηλόμισθοι, οι άνεργοι», ήταν η μεγαλόψυχη διαπίστωσή του, ενώ δε δίστασε να ζητήσει και τα ρέστα, λέγοντας ότι «δε συνιστά κοινωνική ευθύνη η εξαγγελία μέτρων, που ακούγονται προσωρινά ευχάριστα και αποβαίνουν μεσοπρόθεσμα σε βάρος των πιο ευπαθών ομάδων του πληθυσμού».
Δεν παρέλειψε, βέβαια, να επικαλεστεί τα σαθρά θεμέλια της οικονομίας που παρέλαβε από το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να μοιραστούν οι ευθύνες, ενώ επισήμανε σε όλους τους υπουργούς του να βάλουν πλάτη κυρίως μέσω της «αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας» και του περιορισμού των καταναλωτικών δαπανών των υπουργείων τους...
Η άγρια λιτότητα στις κοινωνικές δαπάνες συνοδεύει τη φοροεπιδρομή που προτίθεται να εξαπολύσει η κυβέρνηση της ΝΔ το 2006, που προωθεί με συνέπεια τις πολιτικές του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών και του εγχώριου μεγάλου κεφαλαίου. Με πρόβλεψη για ονομαστική άνοδο του ΑΕΠ κατά 7,4% (193,4 δισ. ευρώ), οι κυριότερες κατηγορίες δαπανών του Τακτικού Προϋπολογισμού προβλέπεται να αυξηθούν με ρυθμούς σαφώς μικρότερους, γεγονός που σημαίνει ότι η συμμετοχή τους ως προς το ΑΕΠ μειώνεται απόλυτα.
Για μια ακόμη χρονιά οι μισθοί και οι συντάξεις μπαίνουν στην «πρέσα» της λιτότητας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2006:
Εξετάζοντας τις δαπάνες από μία γενικότερη θεώρηση, προκύπτει ότι το σύνολο των πρωτογενών δαπανών (όλες οι δαπάνες πλην των τόκων) προβλέπεται να αυξηθούν κατά 6,4% και να ανέλθουν στα 40.590 εκατ. ευρώ. Αν μάλιστα αφαιρέσουμε το κονδύλι των αναδρομικών του ΛΑΦΚΑ και τις ενισχύσεις των στρατιωτικών, το σχετικό ποσοστό αύξησης περιορίζεται στο 5,9%, όσο δηλαδή είχε αυξηθεί και το 2005. Οι πληρωμές τόκων και χρεολυσιών για την εξυπηρέτηση του Δημόσιου Χρέους προβλέπεται να ανέλθουν στα 9.600 και 18.136 εκατ. ευρώ αντίστοιχα, ενώ για τα εξοπλιστικά προγράμματα του υπουργείου Αμυνας έχει εγγραφεί ποσό ίσο με 1.500 εκατ. ευρώ.
Το σύνολο των δαπανών για το 2006 προβλέπεται να ανέλθει στα 69,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η ίδια σκληρή λιτότητα αναδεικνύεται και από την ανάλυση των τακτικών δαπανών κατά υπουργείο. Ετσι οι δαπάνες:
Πρόσθετοι φόροι 521 εκατ. ευρώ στα καύσιμα, 65 εκατ. από τη «μη τιμαριθμοποίηση» και έπεται συνέχεια με τσιγάρα, τέλη κυκλοφορίας κ.ά. Εκτεταμένες φοροελαφρύνσεις στους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους
Δυναμώνει ακόμη περισσότερο ο ταξικός και αναδιανεμητικός χαρακτήρας της φορολογικής πολιτικής για το επόμενο έτος 2006. Μεγάλος κερδισμένος είναι οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι, οι οποίοι επιδοτούνται με πρόσθετες εξοργιστικές όσο και προκλητικότατες φοροελαφρύνσεις και άλλες διευκολύνσεις. Τα σπασμένα αυτής της πολιτικής, για μια ακόμη φορά, φορτώνονται στις πλάτες των εργαζόμενων, συνταξιούχων, ΕΒΕ, της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που επιβαρύνονται με πρόσθετα φορολογικά βάρη τόσο από την έμμεση όσο και από την άμεση φορολογία. Αποκαλυπτικό για το μέγεθος της λεηλασίας είναι η ραγδαία ενίσχυση των έμμεσων φόρων που φορτώνονται στη λαϊκή κατανάλωση. Η αύξησή τους φτάνει στο 8,8%, σε μια χρονιά που η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται (τρέχουσες τιμές) να φτάσει το 7,4%. Εκτεταμένη αναδιανομή εισοδημάτων σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου συντελείται και από τον τομέα της άμεσης φορολογίας. Τα λαϊκά στρώματα καλούνται να πληρώσουν 9,2% περισσότερους φόρους ή 1,8 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από την αύξηση του ΑΕΠ. Την ίδια στιγμή ο φόρος εισοδήματος για το σύνολο των εταιριών είναι χαμηλότερος κατά 3,5 μονάδες σε σχέση με την αύξηση του ΑΕΠ! Και, βέβαια, οι μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι σε αντίθεση με τους ΕΒΕ, για τους οποίους ετοιμάζουν και πρόσθετα αναδρομικά χαράτσια.
Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας της φορολογικής πολιτικής προκύπτει ανάγλυφα από τον προϋπολογισμό του 2006, στον οποίο καταγράφονται τα παρακάτω:
Στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων υπολογίζονται έσοδα 1,65 δισ. ευρώ. Τη σκυτάλη παίρνουν το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (εισαγωγή στη Σοφοκλέους). Η ακίνητη περιουσία της Εταιρίας Τουριστικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ) για την οποία δρομολογούν την «αξιοποίηση» τουριστικών και άλλων επιχειρηματικών μονάδων. Η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (ΚΕΔ) θα ιδρύσει θυγατρική εταιρία, η οποία επίσης θα εισαχθεί στο χρηματιστήριο με τη διάθεση «τουλάχιστον 25% των μετοχών της» σε καραδοκούντες μεγαλοεπιχειρηματίες. Το δρόμο για το χρηματιστήριο παίρνει και ο «Διεθνής Αερολιμήν Αθηνών». Και έπεται συνέχεια με την «αξιοποίηση της συμμετοχής του Δημοσίου σε εισηγμένες και μη επιχειρήσεις».
Τέλος, μέσα στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης και ανάλογα με την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, θεωρείται βέβαιο ότι στην ημερήσια διάταξη θα βρεθεί και το θέμα νέας αύξησης των ειδικών φόρων στα καύσιμα.
Για «αναξιοπιστία» και «έλλειμμα διακυβέρνησης» κατηγόρησε χτες την κυβέρνηση ο Γ. Παπανδρέου με αφορμή την κατάθεση του προϋπολογισμού. Η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζοντας την πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ έφερε για ψήφιση έναν προϋπολογισμό λιτότητας, αλλά ο Γ. Παπανδρέου ...ανακάλυψε ότι αυτό συμβαίνει τα τελευταία δυο χρόνια που, όπως υποστήριξε, η «ΝΔ έχει απολέσει τον έλεγχο της οικονομίας και προσφέρει ανασφάλεια και αδιέξοδα».
Ο ίδιος ανέφερε ότι νέος προϋπολογισμός «προσθέτει βάρη στην οικονομία, προσθέτει βάρη στην Ελλάδα, προσθέτει βάρη στους Ελληνες πολίτες», υποστήριξε ότι «ο πολίτης στρέφεται στο ΠΑΣΟΚ, αναζητά έναν άλλο δρόμο», και ισχυρίστηκε ότι «εμείς ανταποκρινόμαστε στις νέες αυτές ευθύνες αναδεικνύοντας ένα νέο πλαίσιο για την οικονομία μας». Ο «άλλος δρόμος» βέβαια που προτείνει το ΠΑΣΟΚ κινείται στη λογική της ενίσχυσης της «ανταγωνιστικότητας» η οποία όπως υποστήριξε ο Γ. Παπανδρέου, μπορεί να υπάρξει «με κοινωνική ευαισθησία, με κοινωνική συνοχή, με κοινωνική δικαιοσύνη».
Στόχος η προώθηση των έργων μέσω ΣΔΙΤ, τη «νύφη» για τις οποίες θα πληρώσει διπλά ο λαός
Στο στόχαστρο του υπουργείου Οικονομίας βρίσκεται για άλλη μια χρονιά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), που αξιοποιείται για την υλοποίηση των κυβερνητικών επιλογών για «λιγότερο κράτος» σε όλους τους τομείς. Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται και οι περικοπές των κονδυλίων στις δαπάνες που προέρχονται από εθνικούς πόρους, πράγμα που σημαίνει ότι θα την πληρώσουν και πάλι τα μικρότερα έργα της περιφέρειας, που και τώρα κατασκευάζονται με το σταγονόμετρο. Με τον τρόπο αυτό οι δήμοι, οι νομαρχίες, αλλά και άλλες κρατικές υπηρεσίες και οργανισμοί σπρώχνονται συνειδητά στην εκτέλεση έργων υποδομής με τις περιβόητες Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), βάζοντας το λαό να πληρώνει διπλά: και για την κατασκευή και για τη λειτουργία, με νέα χαράτσια.
Ειδικότερα οι δαπάνες του ΠΔΕ από εθνικούς πόρους που προϋπολογίζονται για το 2006 ανέρχονται σε 2.300 εκατ. ευρώ. Μειώνονται δηλαδή κατά 250 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2005 και κατά... 2.339 ευρώ σε σχέση με το 2004! Μαζί με τα κοινοτικά κονδύλια (πόροι των συγχρηματοδοτήσεων από την ΕΕ), το σύνολο του ΠΔΕ ανέρχεται σε 8.400 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μία αύξηση σε σχέση με το 2005 κατά 9,1%. Η εικόνα, όμως, αυτή μάλλον είναι πλασματική, καθώς στην πράξη ενώ για φέτος προβλεπόταν μια μείωση του ΠΔΕ κατά 19,1%, τελικά η μείωση αυτή έφτασε το 31,7%!
Οπως προκύπτει από τον πίνακα των δαπανών του ΠΔΕ ανά τομέα, μειωμένες θα είναι το 2006 οι δαπάνες κατά:
Τα κονδύλια προς το ΥΠΕΧΩΔΕ παρουσιάζουν μια αύξηση κατά 2,2% σε σχέση με το 2005. Ωστόσο και αυτή είναι μικρότερη από τον πληθωρισμό, επομένως στην πράξη έχουμε μείωση, πολύ περισσότερο όταν τα κονδύλια του 2005 ήταν μειωμένα κατά 19,9% σε σχέση με το 2004... Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι πουθενά δεν εγγράφονται και πάλι κονδύλια για την αντιπλημμυρική ή την αντισεισμική θωράκιση της χώρας.
Στο στόχαστρο της κυβέρνησης θα βρεθεί για άλλη μια χρονιά το 2006 η ακίνητη δημόσια περιουσία. Προτεραιότητα για να βγουν «στο σφυρί» σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου αποκτούν τα υπόλοιπα Ολυμπιακά ακίνητα (Αθλητικό Κέντρο στο Γουδί, Μαρίνα Αγίου Κοσμά, Ολυμπιακό Κέντρο στο Γαλάτσι), αλλά και η οικοπεδοποίηση του χώρου του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Κι όλα αυτά όταν το κόστος που πλήρωσε ο ελληνικός λαός για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 ανέρχεται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του 2005, στα 8.486 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η αιμορραγία συνεχίζεται, καθώς και για το 2006 προϋπολογίζεται ένα κονδύλι ύψους 200 εκατ. ευρώ υπέρ ολυμπιακών έργων!..