Κυριακή 14 Φλεβάρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΤΙ ΣΥΖΗΤΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΓΙΑΛΤΑΣ

Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει την Τσεχοσλοβακία
Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει την Τσεχοσλοβακία
Στη Διάσκεψη της Γιάλτας, όπως και σε άλλες της αντίστοιχης περιόδου, δεν κρατούνταν επίσημα πρακτικά. Κάθε πλευρά κρατούσε τα δικά της πρακτικά και καταγράφονταν από κοινού μόνο τα ντοκουμέντα που είχαν το χαρακτήρα των τελικών αποφάσεων. Εκ τούτου είναι ευκολονόητο ότι μπορούμε να κρίνουμε τις συζητήσεις μόνο μέσα από τις αναμνήσεις των συμμετεχόντων, τα ξεχωριστά πρακτικά της κάθε πλευράς και τα ντοκουμέντα που έχουν πια δημοσιοποιηθεί9.

Βασισμένοι στα επίσημα πρωτόκολλα και ανακοινωθέντα μπορούμε να σκιαγραφήσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκαν οι διαπραγματεύσεις και τα θέματα στα οποία εστίασαν. Με δεδομένο το γεγονός ότι ο πόλεμος δεν είχε ακόμα τελειώσει, είναι φυσιολογικό ότι η διάσκεψη ασχολήθηκε και με τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ετσι αναφέρεται χαρακτηριστικά:

«Εξετάσαμε και καθορίσαμε τα πολεμικά σχέδια των τριών σύμμαχων δυνάμεων με σκοπό την οριστική συντριβή του κοινού εχθρού. Τα στρατιωτικά επιτελεία των τριών σύμμαχων εθνών στη διάρκεια της διάσκεψης είχαν καθημερινές συσκέψεις. Οι συσκέψεις αυτές ήταν σε ανώτατο βαθμό ικανοποιητικές από όλες τις απόψεις και οδήγησαν στον μεγαλύτερο συντονισμό των πολεμικών προσπαθειών των τριών συμμάχων περισσότερο από κάθε άλλη φορά πριν»10.

Αύγουστος 1945: Οι ΗΠΑ έριξαν τις δύο ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Τα σχέδια για το βομβαρδισμό δεν αναφέρθηκαν στη Διάσκεψη του Πότσνταμ που τελείωσε 4 μέρες πριν. Το βομβαρδισμό, που στοίχισε τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, δεν υπαγόρευε καμιά πολεμική σκοπιμότητα. Ποιος ο λόγος να προχωρήσουν οι ΗΠΑ σε μια τέτοια ενέργεια, αν ο κόσμος είχε μοιραστεί μόλις πριν από κάποιους μήνες στη Γιάλτα;
Αύγουστος 1945: Οι ΗΠΑ έριξαν τις δύο ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Τα σχέδια για το βομβαρδισμό δεν αναφέρθηκαν στη Διάσκεψη του Πότσνταμ που τελείωσε 4 μέρες πριν. Το βομβαρδισμό, που στοίχισε τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, δεν υπαγόρευε καμιά πολεμική σκοπιμότητα. Ποιος ο λόγος να προχωρήσουν οι ΗΠΑ σε μια τέτοια ενέργεια, αν ο κόσμος είχε μοιραστεί μόλις πριν από κάποιους μήνες στη Γιάλτα;
Επιπλέον, συμφωνήθηκε - μετά τη διαφαινόμενη ήττα της Γερμανίας - να ενισχυθεί απ' όλους τους συμμάχους το Μέτωπο της Απω Ανατολής, με όρο τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Μογγολίας, την επιστροφή στη Σοβιετική Ενωση της ναυτικής βάσης του Πορτ Αρθουρ και των Κουρίλων Νήσων11.

Το δεύτερο θέμα αφορούσε στους όρους της συνθηκολόγησης της Γερμανίας: «Συμφωνήσαμε για τη γενική πολιτική και τα σχέδια της αναγκαστικής εφαρμογής των όρων της άνευ όρων συνθηκολόγησης, που θα επιβάλουμε από κοινού στη ναζιστική Γερμανία, όταν η γερμανική ένοπλη αντίσταση συντριβεί οριστικά (...) Σύμφωνα με τα σχέδια που εγκρίθηκαν, οι Ενοπλες Δυνάμεις των τριών κρατών θα καταλάβουν στη Γερμανία χωριστές ζώνες (...) Αμετάκλητος σκοπός μας είναι η εκμηδένιση του γερμανικού μιλιταρισμού και ναζισμού και η δημιουργία εγγυήσεων ότι ποτέ πια η Γερμανία δε θα είναι σε θέση να διασαλεύσει την ειρήνη όλου του κόσμου»12.

Ενα από τα βασικά ζητήματα που αφορούσαν στους όρους συνθηκολόγησης της Γερμανίας αναφερόταν στις αποζημιώσεις που έπρεπε να δώσει στις χώρες που επλήγησαν από τον πόλεμο και τη γερμανική κατοχή. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στις αποφάσεις:

«Εξετάσαμε το ζήτημα ζημιών που προξένησε η Γερμανία στις σύμμαχες χώρες σε αυτό τον πόλεμο και θεωρήσαμε δίκαιο να υποχρεώσουμε τη Γερμανία να καταβάλει αποζημιώσεις σε είδος για τις ζημιές στον ανώτατο δυνατό βαθμό»13.

Επίσης, υπήρξε συμφωνία των συμμάχων για την εξέταση του ζητήματος των αρχιεγκληματιών πολέμου και τη διαμόρφωση εισήγησης σε κατάλληλο χρόνο από τους υπουργούς Εξωτερικών14. Ακόμα πάρθηκαν μέτρα για τη διευκόλυνση του επαναπατρισμού των απελευθερωμένων αιχμαλώτων πολέμου που ανήκαν στα συμμαχικά στρατεύματα15.

Συγκέντρωση του ΕΑΜ μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη
Συγκέντρωση του ΕΑΜ μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη
Εξίσου σημαντικά ήταν τα θέματα που μπήκαν στη συνδιάσκεψη και αφορούσαν στην επόμενη μέρα του πολέμου. Οι αντιπροσωπείες υπέγραψαν διακήρυξη για την απελευθερωμένη Ευρώπη:

«Αυτή η Διακήρυξη προβλέπει τη σύμφωνη πολιτική των τριών δυνάμεων και τις κοινές τους ενέργειες για την επίλυση των πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων της απελευθερωμένης Ευρώπης, σύμφωνα με τις δημοκρατικές αρχές (...) Σύμφωνα με τις αρχές του Χάρτη του Ατλαντικού για το δικαίωμα όλων των λαών να εκλέγουν τη μορφή της κυβέρνησης με την οποία θα ζήσουν, πρέπει να εξασφαλιστεί η αποκατάσταση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της αυτοκυβέρνησης στους λαούς εκείνους που με τη βία στερήθηκαν αυτό, από τα επιθετικά έθνη»16.

Μέσα στα πλαίσια αυτής της διακήρυξης ήταν και οι αποφάσεις που πάρθηκαν σε σχέση με την Πολωνία και τη Γιουγκοσλαβία. Αναφέρεται στο ανακοινωθέν σχετικά με τις δύο χώρες: «Συγκεντρωθήκαμε στη Διάσκεψη της Κριμαίας για να εξομαλύνουμε τις διαφωνίες μας στο πολωνικό ζήτημα.

Εξετάσαμε ολόπλευρα όλες τις πλευρές του πολωνικού ζητήματος. Επιβεβαιώσαμε ξανά την κοινή μας θέληση να δούμε αποκαταστημένη μια ισχυρή, ελεύθερη, ανεξάρτητη και δημοκρατική Πολωνία και έπειτα από τις διαπραγματεύσεις μας συμφωνήσαμε στους όρους, σύμφωνα με τους οποίους θα πρέπει να σχηματιστεί η νέα Προσωρινή Πολωνική Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας...»17.

13/2/1945: Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τη Βουδαπέστη
13/2/1945: Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τη Βουδαπέστη
Επίσης, σχετικά με τη Γιουγκοσλαβία αναφέρεται: «Θεωρήσαμε απαραίτητο να συστήσουμε στον στρατάρχη Τίτο και στον δόκτορα Σούμπασιτς να θέσουν αμέσως σε ισχύ τη συμφωνία που έκλεισαν μεταξύ τους και να σχηματίσουν Προσωρινή Κυβέρνηση Ενότητας με βάση τη συμφωνία αυτή»18.

Τέλος, η Διάσκεψη έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία ενός νέου οργανισμού, ο οποίος και θα αντικαθιστούσε τη διαλυμένη από τον πόλεμο Κοινωνία των Εθνών. Οι συζητήσεις για τη συγκεκριμένη δομή του νέου οργανισμού (παρά τις όποιες συζητήσεις και επιμέρους συμφωνίες που έγιναν) ανατέθηκαν στη συνάντηση των Ενωμένων Εθνών που ορίστηκε για τον Απρίλη του 1945 και στην οποία θα είχαν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα κράτη που τάχθηκαν στην πράξη εναντίον του φασισμού ή που θα κήρυτταν τον πόλεμο στη φασιστική Γερμανία μέχρι την 1η του Μάρτη 194519. Χαρακτηριστικά αναφέρεται στο ανακοινωθέν:

«Αποφασίσαμε στο πιο κοντινό μέλλον να ιδρύσουμε μαζί με τους συμμάχους μας μια παγκόσμια οργάνωση για τη διαφύλαξη της ειρήνης και της ασφάλειας (...) Η σύσκεψή μας στην Κριμαία επιβεβαίωσε ξανά την κοινή μας απόφαση να διαφυλάξουμε και να δυναμώσουμε, στην προσεχή ειρηνική περίοδο, την ενότητα των σκοπών και δράσης, που έκανε δυνατή και αδιαμφισβήτητη για τα Ενωμένα Εθνη τη νίκη στο σημερινό πόλεμο. Πιστεύουμε ότι αυτό είναι ιερή υποχρέωση των κυβερνήσεών μας απέναντι στους λαούς τους και απέναντι στους λαούς όλου του κόσμου»20.

ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ «ΜΟΙΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»

Τμήμα πυροβολικού του ΕΛΑΣ
Τμήμα πυροβολικού του ΕΛΑΣ
Το σύνολο σχεδόν των κυρίαρχων αστικών και κυρίως οπορτουνιστικών ιστοριογραφικών προσεγγίσεων αρέσκονται να αναφέρουν ότι στη Διάσκεψη της Γιάλτας «μοιράστηκε ο κόσμος». Η προσέγγιση αυτή αποτελούσε και αποτελεί τμήμα της ιδεολογικής επίθεσης που εξαπέλυσαν οι ιμπεριαλιστές στα πλαίσια της διαμάχης με το σοσιαλισμό, ενάντια στην ΕΣΣΔ και τους κομμουνιστές. Εξισώνοντας τη Σοβιετική Ενωση με τα ιμπεριαλιστικά κράτη, προσπαθούσαν να πλήξουν το αυξημένο κύρος που κέρδισαν η ίδια και τα Κομμουνιστικά Κόμματα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, να δικαιολογήσουν το δόγμα του «Ψυχρού Πολέμου» και τις μεταπολεμικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στο σοσιαλιστικό σύστημα.

Γι' αυτό συνήθως το επιχείρημά τους για το μοίρασμα του κόσμου αφορά στις χώρες που συναποτέλεσαν στη συνέχεια το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, τις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Σ' αυτές τις χώρες οξύνθηκε η διαπάλη για το ζήτημα της εξουσίας με το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Είναι αλήθεια ότι η παρουσία του Κόκκινου Στρατού έγειρε αποφασιστικά την πλάστιγγα υπέρ της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Ετσι, μέσα από μια ολιγόχρονη πορεία διαπάλης, τα ένοπλα λαϊκά κινήματα με επικεφαλής τους κομμουνιστές προχώρησαν, πέρα από την απελευθέρωση, και στην ανατροπή της αστικής εξουσίας. Με την αποφασιστική στήριξη της Σοβιετικής Ενωσης συντρίφτηκαν οι αντεπαναστατικές ενέργειες των εγχώριων αστικών δυνάμεων που στηρίχτηκαν από το διεθνή ιμπεριαλισμό (π.χ., Τσεχοσλοβακία 1948).

Η πάλη του ΔΣΕ αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, ότι η πάλη που δέσποζε στη μεταπολεμική Ευρώπη ήταν ταξική. Η σύγκρουση του σοσιαλισμού με τον ιμπεριαλισμό σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν αναγκαστική και δε θα μπορούσε να ρυθμιστεί μέσα από τη Διάσκεψη της Γιάλτας
Η πάλη του ΔΣΕ αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, ότι η πάλη που δέσποζε στη μεταπολεμική Ευρώπη ήταν ταξική. Η σύγκρουση του σοσιαλισμού με τον ιμπεριαλισμό σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν αναγκαστική και δε θα μπορούσε να ρυθμιστεί μέσα από τη Διάσκεψη της Γιάλτας
Παρά τα φημολογούμενα για τις περιοχές που ήδη είχαν απελευθερωθεί από την προέλαση του Κόκκινου Στρατού, οι συζητήσεις που έγιναν στα πλαίσια της Διάσκεψης της Γιάλτας δεν πήγαιναν πιο μακριά από την αναγνώριση προσωρινών κυβερνήσεων ή την ανάγκη διεξαγωγής εκλογών21. Μάλιστα, οι αποφάσεις για τις απελευθερωμένες χώρες αφορούσαν μονάχα στην Πολωνία και στη Γιουγκοσλαβία (όπως ήδη είδαμε) και όχι στις άλλες χώρες που απελευθέρωσε ο Κόκκινος Στρατός (Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία ή την Αυστρία).

Αργότερα, στη Διάσκεψη στο Πότσνταμ (17 Ιούλη - 2 Αυγούστου 1945), έγινε όντως συζήτηση για τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Φινλανδία, την Αυστρία, τη Βουλγαρία, αλλά και την Ιταλία, στην οποία δεν μπήκε ο Κόκκινος Στρατός. Οι διαπραγματεύσεις αυτές εστιάζονταν στην αναγνώριση από τις αντιφασιστικές κυβερνήσεις του δικαιώματος εισόδου των κρατών αυτών στον ΟΗΕ και πολεμικών αποζημιώσεων, με δεδομένο το γεγονός ότι επρόκειτο για χώρες που οι κυβερνήσεις τους είχαν συμπαραταχθεί με τη ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου22.

Ειδική αναφορά γίνεται στα πλαίσια της «θεωρίας του μοιράσματος του κόσμου» στο χωρισμό της Γερμανίας. Βέβαια και πάλι κατηγορείται η Σοβιετική Ενωση μονομερώς και όχι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ακόμα και σήμερα στους γιορτασμούς για την καπιταλιστική παλινόρθωση στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία και τη νίκη της αντεπανάστασης στην Ευρώπη, οι απολογητές του ιμπεριαλισμού εντόπισαν το πρόβλημα στη Σοβιετική Ενωση που στεκόταν εμπόδιο στην ένωση της Γερμανίας23. Δυστυχώς γι' αυτούς, η ιστορική πραγματικότητα τους διαψεύδει.

Το ζήτημα του διαμελισμού της Γερμανίας είχε τεθεί νωρίτερα, στη Διάσκεψη της Τεχεράνης, όπου την 1η του Δεκέμβρη 1943 ο Ρούζβελτ παρουσίασε σχέδιο διαμελισμού της Γερμανίας σε 5 κράτη, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι είχε ετοιμαστεί 2 μήνες νωρίτερα. Ο Τσόρτσιλ υποστήριξε ανάλογη πρόταση. Μάλιστα, ένα χρόνο αργότερα (Οκτώβρης του 1944), στη διάρκεια συνομιλιών που είχε μαζί με τον Ιντεν με τη σοβιετική κυβέρνηση στη Μόσχα, παρουσίασε δικό του σχέδιο διαμελισμού, που προέβλεπε το χωρισμό της Γερμανίας σε 3 μέρη.

Μ. Βρετανία και ΗΠΑ επανήλθαν στη Διάσκεψη του Πότσνταμ, προτείνοντας σχέδιο διαμελισμού της Γερμανίας σε τρία κράτη και πιο συγκεκριμένα σε Βορειογερμανικό, Νοτιογερμανικό και Δυτικογερμανικό. Η Σοβιετική Ενωση διά στόματος Στάλιν απέρριψε την πρόταση ως αφύσικη και υποστήριξε ότι το ζητούμενο δεν ήταν ο διαμελισμός της Γερμανίας, αλλά η μετατροπή της σε ένα φιλειρηνικό και δημοκρατικό κράτος24. Ανάλογη μαρτυρία υπάρχει και από τον Αμερικανό Χάρι Χόπκινς, ο οποίος κάθε άλλο παρά φιλοσοβιετικός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Ο Χόπκινς αναφέρει ότι ο Στάλιν αντιμετώπισε «χωρίς ενθουσιασμό» τις προτάσεις της Αγγλίας και των ΗΠΑ για το διαμελισμό της Γερμανίας25.

Αλλά και η μετέπειτα στάση της Σοβιετικής Ενωσης μέχρι την ανακήρυξη της Δυτικής Γερμανίας ως ξεχωριστού κράτους και την ένταξή της στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς (ένταξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ το 1955) αποσκοπούσε στη δημιουργία ενός ενιαίου γερμανικού κράτους. Μέχρι και το 1952 ο στόχος της επανένωσης των δύο Γερμανιών παρέμεινε στο διπλωματικό προσκήνιο, κυρίως με πρωτοβουλία της Σοβιετικής Ενωσης, ανεξαρτήτως της ρεαλιστικότητάς του. Πιο συγκεκριμένα, στις 10 του Μάρτη 1952, η Σοβιετική Ενωση παρέδωσε στις άλλες τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Μ. Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ) πρόταση που έμεινε γνωστή ως «μνημόνιο Στάλιν». Σε αυτό το μνημόνιο η σοβιετική κυβέρνηση πρότεινε αναλυτικά τη διαμόρφωση βάσεων ειρήνης. Η πρόταση επανήλθε και στις 9 του Απρίλη 195226 και ανάλογες πρωτοβουλίες συνεχίστηκαν ως και το 1955. Στη συνέχεια πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, αν και παρέμειναν ως στόχος.

Είναι χαρακτηριστική η εξής παρατήρηση ενός αστού ιστορικού, του Αμερικανού Arthur M. Schlesinger, ο οποίος σημειώνει: «Η διακήρυξη (σ.σ.: αναφέρεται στη διακήρυξη για την Απελευθερωμένη Ευρώπη) διαψεύδει και το μύθο που, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, αποτελεί πεποίθηση στη Γαλλία, ότι η Γιάλτα προκάλεσε ή επικύρωσε τη διαίρεση της Ευρώπης. Αυτό που προκάλεσε τη διαίρεση της Ευρώπης δεν ήταν κάποιες λέξεις πάνω στο χαρτί αλλά η ανάπτυξη των στρατευμάτων»27.

Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ - ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ
ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΜΜΗ

Το επίσημο ύφος της διπλωματικής γλώσσας στις διασκέψεις αυτές και οι προσεκτικές διατυπώσεις δεν είναι δυνατό να αποκρύψουν την πραγματικότητα. Αυτή δεν αφορούσε σε κάποιο μυστικό μοίρασμα του κόσμου, όπως αναφέρεται στα πλαίσια της «ψυχροπολεμικής» προπαγάνδας που ακολούθησε.

Ωστόσο, ακόμα και μέσα από την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα, αποκαλύπτεται πως ο ιμπεριαλισμός ούτε ήθελε ούτε μπορούσε να συμβιώσει ειρηνικά με τον ανειρήνευτο ταξικό του εχθρό, το σοσιαλισμό. Πόσο μάλλον να προβεί σε συμφωνία μαζί του για το «μοίρασμα του κόσμου». Αλλωστε, οι αστοί, που αποδέχονται ως νόμιμες τις ενδοϊμπεριαλιστικές μοιρασιές, δε θα μπορούσαν να παρακολουθούν παθητικά να ανατρέπεται η αστική εξουσία σε μια σειρά χώρες και αυτές να αποδεσμεύονται από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και οργανισμούς.

Αυτό έδειξαν τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν τη Διάσκεψη της Γιάλτας. Μόλις ένα μήνα μετά, οι «σύμμαχοι» της Σοβιετικής Ενωσης ήρθαν σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να μεταφέρουν το κύριο κομμάτι της δύναμης πυρός τους από το Δυτικό στο Ανατολικό Μέτωπο. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται ακόμα και από αστούς ιστορικούς, στα τέλη του Μάρτη του 1945 στο Ανατολικό Μέτωπο οι Σοβιετικοί ήταν αντιμέτωποι με περίπου 150 γερμανικές μεραρχίες, τη στιγμή που στο Δυτικό Μέτωπο οι Αγγλοαμερικανοί ήρθαν σε σύγκρουση με λιγότερες από τριάντα28.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αλληλογραφία Στάλιν - Ρούζβελτ εκείνη την περίοδο κυριαρχούσε ως πρόβλημα το ζήτημα των διαπραγματεύσεων στη Βέρνη της Ελβετίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Βρετανία από τη μια πλευρά και τους διοικητές των ναζιστικών στρατευμάτων που έδρευαν στην Ιταλία από την άλλη. Η σοβιετική πλευρά έθεσε ζήτημα συμμετοχής και Σοβιετικών αντιπροσώπων στις διαπραγματεύσεις, κάτι όμως που δεν έγινε δεκτό από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία29.

Ο Στάλιν σημείωνε σε επιστολή του προς τον Ρούζβελτ στις 7 του Απρίλη 1945 (1 μήνα πριν από την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στο Βερολίνο):

«Μου είναι δύσκολο να δεχθώ ότι η έλλειψη αντίστασης εκ μέρους των Γερμανών στο Δυτικό Μέτωπο μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το γεγονός ότι ηττώνται. Οι Γερμανοί διαθέτουν στο Ανατολικό Μέτωπο 147 μεραρχίες. Θα μπορούσαν, χωρίς να προκαλέσουν ζημιά στον αγώνα τους, να αποσύρουν 15-20 μεραρχίες από το Ανατολικό Μέτωπο και να τις στείλουν προς ενίσχυση των στρατευμάτων τους στο Δυτικό Μέτωπο. Εντούτοις, οι Γερμανοί δεν το έκαναν και δεν το κάνουν αυτό. Συνεχίζουν να πολεμούν λυσσαλέα εναντίον των Ρώσων για τον άγνωστο κόμβο της Zemlianitsa στην Τσεχοσλοβακία, τον οποίο χρειάζονται τόσο όσο και ένας νεκρός το κατάπλασμα. Παραδίδουν, όμως, χωρίς αντίσταση σημαντικές πόλεις της Κεντρικής Γερμανίας, όπως το Osnabruk, το Manheim και το Kassel. Δεν δέχεστε ότι η συμπεριφορά αυτή των Γερμανών είναι τουλάχιστον παράξενη και ανεξήγητη;»30.

Λίγους μήνες αργότερα οι ΗΠΑ έριξαν τις δύο ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι (5 - 6 του Αυγούστου 1945), με σαφή σκοπό να τρομοκρατήσουν τόσο τη Σοβιετική Ενωση, όσο και τους λαούς που πρωτοστάτησαν στην πάλη ενάντια στο φασισμό και να κατοχυρώσουν την πρωτοκαθεδρία τους στο μεταπολεμικό πεδίο μέσα από τον τρόμο και τον αιφνιδιασμό.

Τα σχέδια για το βομβαρδισμό δεν αναφέρθηκαν στη Διάσκεψη του Πότσνταμ που τελείωσε 4 μόλις μέρες πριν (2 του Αυγούστου 1945). Το βομβαρδισμό, που στοίχισε άμεσα τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, δεν υπαγόρευε καμιά πολεμική σκοπιμότητα. Ποιος ο λόγος να προχωρήσουν οι ΗΠΑ σε μια τέτοια ενέργεια, τη στιγμή που ο κόσμος είχε μοιραστεί μόλις πριν από κάποιους μήνες στη Γιάλτα;

Η συμφιλίωση ανάμεσα στους νικητές ιμπεριαλιστές και στους ναζί διαφάνηκε ακόμα και μετά από τον πόλεμο, όταν οι πρώτοι στρατολογούσαν τους δεύτερους μπροστά στον κίνδυνο του κομμουνισμού31.

Επιπλέον, σε μια σειρά χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης πάρθηκαν μέτρα ενάντια στα ΚΚ. Ετσι, έθεσαν εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, παρά τις βαριές του θυσίες στον αγώνα ενάντια στο ναζισμό32. Ακόμα και τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Γαλλίας και της Ιταλίας, που είχαν δεχτεί να συμμετάσχουν στις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, συμβάλλοντας στη σταθεροποίηση της αστικής εξουσίας των κρατών τους, γρήγορα εκδιώχθηκαν από αυτές.

Οι παραπάνω ιστορικές αλήθειες αποτελούν χαρακτηριστικά γεγονότα που απορρίπτουν τα προπαγανδιστικά επιχειρήματα ότι ο κόσμος είχε μοιραστεί ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Η σύγκρουση μεταξύ τους υπήρχε και διεξαγόταν, όντας ταυτόχρονα στην ίδια συμμαχία. Χαρακτηριστικά είναι εξάλλου τα αποσπάσματα από τα γραφτά του δηλωμένου αντικομμουνιστή Τσόρτσιλ που θα «μοίραζε τον κόσμο» με τον Στάλιν: «Ο κομμουνισμός σήκωσε κεφάλι χάρη στο νικηφόρο ρωσικό μέτωπο. Η Ρωσία υπήρξε ο σωτήρας και ο κομμουνισμός το ευαγγέλιο που έφερνε μαζί της»33.

Μάλιστα, κατηγορούσε τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό ότι δήθεν συνειδητοποίησε πολύ αργά την απότομη αύξηση της επιρροής που έφερνε η προέλαση του Κόκκινου Στρατού34: «Ο Χίτλερ και ο χιτλερισμός είναι καταδικασμένοι. Ομως, τι θα συμβεί μετά τον Χίτλερ;»35.

Τέλος, τρεις μέρες μετά τη συντριβή της Γερμανίας και την κατάληψη του Βερολίνου από τον Κόκκινο Στρατό (11 του Μάη 1945), έγραψε στον Πρόεδρο Τρούμαν: «Ενα σιδερένιο παραπέτασμα κατεβαίνει μπροστά στο μέτωπό τους και δεν ξέρουμε τι γίνεται πίσω από αυτό»36.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΓΙΑΛΤΑ

Ο μύθος που αναφέρεται στην καθοριστική επίδραση της Γιάλτας στην εξέλιξη της ταξικής πάλης στην Ελλάδα παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Στόχος είναι να αποδοθεί στη στάση της Σοβιετικής Ενωσης και στη δήθεν προδοσία της απέναντι στους Ελληνες κομμουνιστές η ήττα του λαϊκού κινήματος στον εμφύλιο πόλεμο.

Η Γιάλτα αναγνώρισε το συσχετισμό δύναμης που είχε διαμορφωθεί σε κάθε χώρα μέχρι το Φλεβάρη του 1945. Ετσι, σχετικά με την Ελλάδα, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι είχε προηγηθεί το Δεκέμβρη του 1944 η «μάχη της Αθήνας», η ένοπλη δηλαδή σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, από τη μια πλευρά, και της αστικής τάξης σε συνεργασία με το βρετανικό ιμπεριαλισμό, από την άλλη.

Οπως έχει εκτιμήσει και το ΚΚΕ, η ήττα του Δεκέμβρη ήρθε ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι, ενώ τον Οκτώβρη του 1944 είχαν διαμορφωθεί συνθήκες επαναστατικής κατάστασης στην Ελλάδα, το ΚΚΕ δεν είχε την αντίστοιχη ετοιμότητα για να οδηγήσει την ταξική πάλη προς την επαναστατική λύση του προβλήματος της εξουσίας.

Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται και από τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί: Υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο αγγλικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής (Ιούλης του 1943), συμφωνία του Λιβάνου (Μάης του 1944) και της Καζέρτας (Σεπτέμβρης του 1944), συμμετοχή στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας (Σεπτέμβρης του 1944), η απαράδεκτη συμφωνία της Βάρκιζας (Φλεβάρης του 1945)37.

Η κυρίαρχη αστική ιδεολογία, βέβαια, επιτίθεται με ιδιαίτερη σκληρότητα σε όσους κρίνουν τη συμφωνία της Γιάλτας, ως αποτέλεσμα του συσχετισμού δύναμης μεταξύ σοσιαλισμού και ιμπεριαλισμού που διαμόρφωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Εξυπακούεται ότι η επίθεση είναι το ίδιο σκληρή, ακόμα και όταν το ζήτημα τίθεται από μελετητές που δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κομμουνιστές.

Η αστική τάξη, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να στηρίζει το ξαναγράψιμο της Ιστορίας σε κάποιες υποθέσεις ή σε ορισμένους «λογικούς» συνειρμούς, αποκρύπτει ή διαστρέφει τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Κανείς, λοιπόν, από αυτούς που νοιάζονται για τις διπλωματικές συμβάσεις που έκριναν το ζήτημα της Ελλάδας δεν αναφέρεται στη συνάντηση Τσόρτσιλ και Ρούζβελτ (που ήδη προαναφέραμε) το καλοκαίρι του 1943 στο Κεμπέκ του Καναδά, όπου και αποφασίστηκε να εισβάλουν στην Ελλάδα αγγλικά στρατεύματα αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών: «Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Τσόρτσιλ, η ιδέα της αγγλικής επέμβασης στην Ελλάδα γεννήθηκε το καλοκαίρι του 1943, στη διάρκεια της Συνάντησης στο Κεμπέκ του Καναδά του Βρετανού πρωθυπουργού και του Αμερικάνου Προέδρου Ρούζβελτ, οι οποίοι είχαν διαπιστώσει πως η θέση του ΕΑΜ για φιλολαϊκές και σύμφωνα με τη θέληση του ελληνικού λαού μεταπελευθερωτικές εξελίξεις είχαν κερδίσει σημαντικές θέσεις και ο αστικός πολιτικός κόσμος αδυνατούσε να χειραγωγήσει τις εξελίξεις. Οπως έγραφε σχετικά ο ίδιος ο Τσόρτσιλ "σκέφτηκαν στην αρχή ότι ήταν υποχρεωμένοι να επέμβουν στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας τη στιγμή της απελευθέρωσης". Και όπως σημείωνε στις 29 Σεπτέμβρη του 1943, είχε θεωρηθεί απαραίτητη η αποστολή στην Ελλάδα 5.000 Βρετανών στρατιωτών, "εάν οι Γερμανοί την εγκαταλείψουν με θωρακισμένα αυτοκίνητα και πυροβόλα". Σε σχετικό εξάλλου τηλεγράφημα προς τον υπουργό των Εξωτερικών Αντονι Iντεν, το Νοέμβρη του 1943, τόνιζε ότι "θα έπρεπε το χτύπημα, για να είναι αποφασιστικό, να καταφερθεί κατά του ΕΛΑΣ την κατάλληλη στιγμή"».38

Σχέδια, λοιπόν, για την τύχη της Ελλάδας υπήρξαν πραγματικά και πριν από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά αυτά τα σχέδια ήταν του εγγλέζικου και αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και γι' αυτό δεν τυγχάνουν της προσοχής των αστών ιστορικών και αρθρογράφων. Την περίοδο που η ΕΑΜική αντίσταση έδινε μάχη για την απομάκρυνση των Γερμανών από την Ελλάδα, οι ιμπεριαλιστές «σύμμαχοι» προετοίμαζαν την αποκατάσταση της πρότερης κατάστασης, μιας και ο γερμανικός ιμπεριαλισμός βάδιζε προς την ήττα.

Ωστόσο, προτιμούν να αποκρύπτουν τα ιστορικά γεγονότα και να προσηλώνονται στο περίφημο χαρτάκι που αντάλλαξαν Τσόρτσιλ και Στάλιν στη συνάντηση της Μόσχας (9 - 14 Οκτώβρη 1944). Η αξιοπιστία του Τσόρτσιλ, ειδικότερα απέναντι στη Σοβιετική Ενωση και το ΚΚΕ, διαφάνηκε τόσο από τα αποσπάσματα των απομνημονευμάτων του, όσο και από την εκπόνηση του «σχεδίου Μάνα». Ας δούμε όμως τι θυμάται σε σχέση με την περίφημη «μυστική μοιρασιά των Βαλκανίων»:

«Εγραψα σε μισή κόλα χαρτί Ρουμανία: Ρωσία 90% άλλοι 10%, Ελλάδα: Μεγάλη Βρετανία 90% (σε συμφωνία με τις ΗΠΑ) άλλοι 10%, Γιουγκοσλαβία 50-50%, Ουγγαρία: 50-50%, Βουλγαρία: Ρωσία 75% οι άλλοι 25%. Το έδωσα στον Στάλιν... Εγινε μια μικρή παύση. Υστερα πήρε το μπλε μολύβι του, έβαλε ένα μεγάλο σημάδι πάνω και το ξανάδωσε. Κανονίστηκαν όλα σε όσο χρόνο χρειάστηκαν για να γραφτούν»39.

Πέρα από το μεγάλο ερωτηματικό που προκύπτει γιατί στο «συγκεκριμένο χαρτί» δεν μπήκαν και άλλες χώρες, αξίζει να σημειωθεί ότι το «χαρτάκι» αυτό εξαφανίστηκε και δεν παρουσιάστηκε ποτέ, ούτε γίνεται αναφορά του στα δημοσιοποιημένα αρχεία της Αγγλίας ή της Σοβιετικής Ενωσης. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι η συνάντηση της Μόσχας, στην οποία παραβρέθηκαν οι Στάλιν, Μολότοφ, Τσόρτσιλ, Ιντεν και ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Μόσχα Χάριμαν (μιας και ο Ρούζβελτ δεν μπορούσε να παραβρεθεί), έγινε για να εξεταστούν και να αναπτυχθούν τα στρατιωτικά σχέδια που είχαν συμφωνηθεί στην Τεχεράνη. Τα σχέδια αυτά αφορούσαν το άνοιγμα των καινούριων μετώπων σε Δυτική Ευρώπη και Απω Ανατολή. Συζητήθηκαν επίσης τα ζητήματα της αναγνώρισης των κυβερνήσεων της Πολωνίας, της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας, οι οποίες είχαν ήδη σχεδόν απελευθερωθεί. Ομως, σε σχέση με την Ελλάδα, πρέπει να σημειώσουμε ότι βασικές συμφωνίες που ενέτασσαν την Ελλάδα στον άξονα δράσης των βρετανικών δυνάμεων, όπως αναφέραμε και παραπάνω, είχαν προηγηθεί από το 1943 (ένταξη του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μ. Ανατολής) και είχαν ολοκληρωθεί μέχρι το Σεπτέμβρη του 1944 (Καζέρτα).

Αλλοι πάλι θέτουν το «ερώτημα» γιατί ο Κόκκινος Στρατός δεν κατέβηκε και στην Ελλάδα, τη στιγμή που είχε φτάσει μέχρι τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Ωστόσο, στην πλειοψηφία των ιστορικών προσεγγίσεων η άποψη αυτή διατυπώνεται από όσους ταυτόχρονα υποστηρίζουν ότι κακώς η Σοβιετική Ενωση και ο Κόκκινος Στρατός αναμείχθηκε στα εσωτερικά άλλων χωρών.

Ο Κόκκινος Στρατός δεν είχε λόγο να περάσει τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και να εισχωρήσει στην Ελλάδα, πρώτα απ' όλα γιατί η Ελλάδα στη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στην ευθύνη του εγγλέζικου στρατηγείου, αναφορικά με τις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών. Επομένως, για τον Κόκκινο Στρατό που καταδίωκε τους Γερμανούς στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Πολωνία και αλλού δεν υπαγόρευε καμιά πολεμική ανάγκη την εισχώρηση στην Ελλάδα.

Βέβαια, όπως ο Κόκκινος Στρατός αντικειμενικά δεν απελευθέρωνε απλώς τις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά η παρουσία του αδυνάτιζε την εγχώρια αστική εξουσία και ενίσχυε τα λαϊκά κινήματα των χωρών αυτών, συμβάλλοντας στο μεταπολεμικό συσχετισμό δύναμης, έτσι και από τη δική τους ταξική σκοπιά τα αμερικανικά και βρετανικά στρατεύματα κατοχύρωναν τον αστικό χαρακτήρα της εξουσίας στις χώρες που προέλαυναν.

Με αυτήν την έννοια, όσον αφορά την Ελλάδα, η αποδοχή από την πλευρά του ΚΚΕ της ένταξης των απελευθερωτικών δυνάμεων στο στρατηγείο της Μ. Ανατολής σήμαινε ότι το ΕΑΜικό κίνημα θα έβρισκε την επόμενη μέρα της απελευθέρωσης απέναντί του τη συνασπισμένη ελληνική αστική τάξη και τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και ότι θα έπρεπε να τα βγάλει πέρα μόνο του.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ιστορικά αβάσιμων προσεγγίσεων των αστών αρθρογράφων για τη Γιάλτα είναι και το παρακάτω απόσπασμα:

«Ο Στάλιν σε όλη τη διάρκεια της Γιάλτας και μετά από αυτήν κατάφερνε να φαίνεται συνεργάσιμος ακόμη και όταν διαφωνούσε. Ετσι, ενώ είχε υποσχεθεί να μην αναμειχθεί στα ελληνικά πράγματα, κι αυτό έκανε αφήνοντας το KKE στο έλεος των αντιπάλων του, προωθούσε ύπουλα την ιδέα της "Βαλκανικής Ομοσπονδίας" που αποσκοπούσε στην ένωση των Σλάβων, τη χειρότερη ίσως απειλή τότε για την Ελλάδα, γνωστού όντως του προαιώνιου πόθου των Βουλγάρων για έξοδό τους στο Αιγαίο»40.

Από το παραπάνω απόσπασμα, όπως και από άλλα παρόμοια, είναι πραγματικά δύσκολο κανείς να καταλάβει αν η Σοβιετική Ενωση ήθελε ή όχι να αναμειχθεί στα εσωτερικά της χώρας. Ο κεντρικός πυρήνας αυτών των θέσεων δεν είναι άλλος από την αξίωση να κριθεί ηθικά ένοχη η Σοβιετική Ενωση, με το σκεπτικό ότι άφησε αβοήθητο το ΚΚΕ και παράλληλα επιδίωξε να πλήξει την Ελλάδα!

Στη Διάσκεψη της Γιάλτας, στα ανακοινωθέντα της οποίας - όπως ήδη αναφέραμε - υπάρχει μια πληθώρα ζητημάτων, δεν αναλύεται διεξοδικά το ζήτημα της Ελλάδας. Η αγγλική αντιπροσωπεία έθεσε στη συζήτηση απλά το ζήτημα της ανάγκης της παρουσίας παρατηρητών για εκλογές σε Ελλάδα και Ιταλία, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της σοβιετικής πλευράς, ενώ απουσιάζει κάθε αναφορά στα επίσημα ανακοινωθέντα41. Είναι λοιπόν καθαρό ότι η Διάσκεψη της Γιάλτας δεν καθόρισε το αν η ελληνική εργατική τάξη θα έπρεπε να επιλέξει το δρόμο της ένοπλης σύγκρουσης για την επαναστατική επίλυση του ζητήματος της εξουσίας.

Επίσης, αξίζει να επισημανθεί ότι η Διάσκεψη της Γιάλτας και η σχέση της με την Ελλάδα έγινε «σημαία» της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980. Στόχος ήταν να δικαιολογηθούν οι παλινωδίες του ΠΑΣΟΚ, το οποίο ως αντιπολίτευση απαιτούσε την απομάκρυνση των αμερικάνικων βάσεων και την έξοδο της χώρας από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ και ως κυβέρνηση από το 1981 έκανε ακριβώς τα αντίθετα. Τότε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ «ανακάλυψε» τη Γιάλτα και τη χρησιμοποίησε για να προωθήσει το σύνθημα «οι λαοί δεν έχουν ανάγκη από προστάτες».

Ταυτόχρονα, το ΠΑΣΟΚ και άλλες αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις ισχυρίζονται εδώ και πολλά χρόνια ότι το ΚΚΕ κακώς ηγήθηκε των ένοπλων αγώνων το Δεκέμβρη του 1944 και του ΔΣΕ την περίοδο 1946-1949, αφού γνώριζε ότι ο κόσμος είχε μοιραστεί και άρα ότι αυτοί οι αγώνες ήταν εκ προοιμίου χαμένοι.

Σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, ο ηρωικός αγώνας του Δεκέμβρη του 1944 και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας εξακολουθεί να είναι καρφί στο μάτι των σύγχρονων απολογητών του ιμπεριαλισμού. Γιατί, μέσα από τον ηρωικό αγώνα του ελληνικού λαού με μπροστάρη το ΚΚΕ ενάντια στην ελληνική αστική τάξη και τον αμερικάνικο και τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό, καταρρέουν τα μυθεύματά τους. Δεν μπορούν να απαντήσουν γιατί το ΚΚΕ, που ακολουθούσε τυφλά το ΚΚΣΕ και κατά την ίδια λογική το μοίρασμα του κόσμου στη συμφωνία της Γιάλτας, επέλεξε την ένοπλη σύγκρουση και δε συμβιβάστηκε με τον ιμπεριαλισμό.

Η πάλη του ΔΣΕ αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, ότι η πάλη που δέσποζε στη μεταπολεμική Ευρώπη ήταν ταξική. Η σύγκρουση του σοσιαλισμού με τον ιμπεριαλισμό σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν αναγκαστική και δε θα μπορούσε να ρυθμιστεί μέσα από τη Διάσκεψη της Γιάλτας.

Η πάλη του ΔΣΕ, παρά την ήττα, ήταν αυτή που κλόνισε συθέμελα το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα.

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΧΡΗΣΙΜΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το ΚΚΕ, παρ' όλη την ανατροπή του σοσιαλισμού και τις συνθήκες επικράτησης της αντεπανάστασης, δεν υιοθέτησε μια στάση απολογητική απέναντι στον ιμπεριαλισμό σε σχέση με την αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων. «Δεν πέρασε με το πλευρό των δυνάμεων που προερχόμενες από το κομμουνιστικό κίνημα, στο όνομα της κριτικής στην ΕΣΣΔ και στις υπόλοιπες χώρες, οδηγήθηκαν στο μηδενισμό, στην άρνηση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα τους, στην υιοθέτηση της προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού, ούτε αναθεώρησε τη στάση υπεράσπισης, παρά τις αδυναμίες της»42.

Μέσα από αυτό το πρίσμα, το ΚΚΕ βρίσκεται σε διαδικασία μελέτης της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, δίχως να αποσιωπά τις αδυναμίες του ίδιου. Ετσι σημειώνει με έμφαση ότι το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σε μια σειρά χώρες της δυτικής καπιταλιστικής Ευρώπης δεν είχε την ανάλογη στρατηγική ετοιμότητα για τη μετατροπή του απελευθερωτικού και αντικατοχικού αγώνα σε πάλη για την εξουσία. Το γεγονός αυτό επέδρασε καθοριστικά στο μεταπολεμικό συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό. Ως εκ τούτου στο καπιταλιστικό καθεστώς διατηρήθηκαν μια σειρά ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες (π.χ. Γαλλία, Ιταλία), ενώ η εργατική εξουσία επικράτησε σε χώρες με σημαντικές καθυστερήσεις στην οικονομική ανάπτυξη. Οσον αφορά την Ελλάδα, την περίοδο που ο αγγλικός και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός επεξεργαζόταν τα σχέδιά του για την επόμενη μέρα, το ΚΚΕ δε βρέθηκε σε κατάσταση επαναστατικής ετοιμότητας και επαγρύπνησης. Η λήξη του αντιφασιστικού αγώνα έθετε αντικειμενικά το ζήτημα της εξουσίας. Τον Οκτώβρη του 1944 υπήρχε επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα. Ο αστικός πολιτικός κόσμος αδυνατούσε να διαχειριστεί τη ριζοσπαστικοποίηση που ακολούθησε την πάλη του λαού κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η πλειοψηφία του λαού και δεν έδειχνε καμιά εμπιστοσύνη στην αστική τάξη που τον άφησε στη μοίρα του (είτε ακολουθώντας τους Αγγλους ιμπεριαλιστές στην Αίγυπτο είτε μένοντας για να συνεργαστεί με το γερμανικό ιμπεριαλισμό), και ήταν συσπειρωμένη γύρω από την κομμουνιστική πρωτοπορία.

Ομως, η πρωτοπορία αυτή (το ΚΚΕ), αντί να θέσει ζήτημα κατάκτησης της εξουσίας, έδινε λάθος προσανατολισμό για μια όλο και μεγαλύτερη εθνική ενότητα43. Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Γ. Σιάντου, Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 27 Ιούλη 1944 στην Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις του Λιβάνου και την πιθανότητα συμμετοχής στην κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου:

«Στην Ελλάδα δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε σοσιαλισμό (...). Η ωρίμανση των συνθηκών οδηγεί αναγκαστικά σε αστικοδημοκρατικές αλλαγές της κατάστασης (...) Αφού λυθούν όλα αυτά τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, τότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να πάμε στο σοσιαλισμό, ομαλά, μέσα στη δημοκρατική εξέλιξη..44.

Το ΚΚΕ υποτίμησε ότι η πάλη του Δεκέμβρη ήταν πλέον πάλη ταξική και όχι εθνικοαπελευθερωτική. Υπό την εποπτεία του αγγλικού ιμπεριαλισμού είχε επανενωθεί το φιλοαγγλικό και το φιλογερμανικό κομμάτι της αστικής τάξης και όλοι μαζί στρέφονταν ενάντια στο λαϊκό κίνημα. Η λύση αυτής της σύγκρουσης δεν μπορούσε να είναι συναινετική ούτε κοινοβουλευτική.

Σωστά αποτύπωσε αργότερα ο Ν. Ζαχαριάδης:

«Τον κοινό συμμαχικό αγώνα ενάντια στο χιτλερικό φασισμό η καθοδήγηση του ΚΚΕ ουσιαστικά τον κατάλαβε σαν ανεπιφύλακτη υποστήριξη, όχι της κοινής συμμαχικής υπόθεσης, μα της αγγλικής πολιτικής και των αγγλικών ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων στη Μεσόγειο και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (...) Στην πράξη είχαμε υποταχθεί στην αγγλική πολιτική»45.

Το ΚΚΕ προσπαθεί να συσσωρεύσει τη θετική και αρνητική εμπειρία από τη δεκαετία 1940 - 1949, συνεχίζοντας την ανάλογη έρευνα και μελέτη46.

Τα ζητήματα αυτά απασχολούν το Κόμμα μας και στη συγγραφή του Β΄ Τόμου του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, που προετοιμάζεται για συζήτηση σε Πανελλαδική Κομματική Συνδιάσκεψη, δίχως να σημαίνει ότι πολλές πτυχές τους δεν απαιτούν και μια εκτενέστερη και συνολικότερη μελέτη.

Παραπομπές:

9. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987.

10. Ο.π., «Ανακοινωθέν της Διάσκεψης των ηγετών των τριών Σύμμαχων Δυνάμεων - της Σοβιετικής Ενωσης, των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας στην Κριμαία», σελ. 205.

11. Ο.π., «Πρωτόκολλο των εργασιών της Διάσκεψης της Κριμαίας», σελ. 219 - 220.

12. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», «Ανακοινωθέν της Διάσκεψης των ηγετών των τριών Σύμμαχων Δυνάμεων - της Σοβιετικής Ενωσης, των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας στην Κριμαία», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987 σελ. 206.

13. Ο.π., σελ. 207.

14. Ο.π., σελ. 218.

15. Ο.π., σελ. 219.

16. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», «Ανακοινωθέν της Διάσκεψης των ηγετών των τριών Σύμμαχων Δυνάμεων - της Σοβιετικής Ενωσης, των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας στην Κριμαία», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987 σελ. 208 - 209.

17. Ο.π., σελ. 210.

18. Ο.π., σελ. 211.

19. Ο.π., «Πρωτόκολλο των εργασιών της Διάσκεψης της Κριμαίας», σελ. 214.

20. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», «Πρωτόκολλο των εργασιών της Διάσκεψης της Κριμαίας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 212.

21. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 210 - 212.

22. Ο.π., σελ. 210 - 212.

23. Αγκελα Μέρκελ: «Η 9η Νοεμβρίου είναι η πιο ευτυχισμένη ημέρα της σύγχρονης γερμανικής ιστορίας», Deutsche Welle, στο http://www.dw-world.de/dw/article/0, 4870096,00.html.

24. Γκ. Ζούκοφ: «Απομνημονεύματα και στοχασμοί», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 711.

25. Documents, The White House Papers of Harry Hopkins (p.789), n.e., 1949.

26. Τα στοιχεία προέρχονται από τα αρχεία του Γερμανικού Ιστορικού Μουσείου. Βλ. ενδεικτικά Europa- Archiv 7 (pp.4832-3) στο www.dhm.de/bemo/hem/ddsumeffe.

27. Ι. Β. Στάλιν - Φ. Ντ. Ρούζβελτ: «Αγαπητέ κύριε Στάλιν, Αλληλογραφία 1941-1945», Πρόλογος, σελ. 17.

28. Carolyn Eisenberg: «Drawing the line: The American Decision to Divide Germany 1944-1949», Cambridge University Press, Cambridge, 1996, σελ. 72.

29. Ι. Β. Στάλιν - Φ. Ντ. Ρούζβελτ: «Αγαπητέ κύριε Στάλιν, Αλληλογραφία 1941 - 1945», σελ. 410 - 426.

30. Ο.π., σελ. 423 - 424.

31. Kevin Ruffner: «Forging an Intelligence Partnership: CIA and the origin of BND, 1945-49», στο www2.gwu.edu/~nsarchiv/NSAEBB/NSAEBB146/index.htm.

32. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας βγήκε παράνομο το 1951, αλλά η απόφαση επικυρώθηκε από το συνταγματικό δικαστήριο το 1956. Dieter Vorstecher: «The Image of America as the Enemy in the Former GDR», Deutsches Historisches Museum Berlin Magazine, Heft 7, 1993.

33. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», 1954, τ. 6, σελ.181.

34. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», 1954, τ. 6, σελ.181.

35. Ο.π., σελ.182.

36. Ο.π., σελ. 498-499.

37. «60 χρόνια από τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη των λαών»: «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005, σελ. 38.

38. «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» - «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ 42-43.

39. David Downing: «Ηγέτες - Ιωσήφ Στάλιν», εκδ. «Σαββάλας», Αθήνα, 2003, σελ. 46.

40. Φωτεινής Τομαή (προϊσταμένης της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου στο ΥΠΕΞ): «Πώς μοίρασαν τον κόσμο στη Διάσκεψη της Γιάλτας», εφημερίδα «Το Βήμα», 5 Φλεβάρη 2006.

41. «Ντοκουμέντα Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 191.

42. Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: «Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η προγραμματική αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 2009, σελ. 83.

43. ΚΕ του ΚΚΕ: «Για τα 60 χρόνια από την αντιφασιστική νίκη των λαών (9 Μάη 1945)», ΚΟΜΕΠ, τ. 3/2005, σελ. 82.

44. Αρχείο της ΠΕΕΑ, Πρακτικά Συνεδριάσεων, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1990, σελ. 156 - 158.

45. Νίκου Ζαχαριάδη: «Δέκα χρόνια πάλης», εκδ. «Πορεία», σελ. 13.

46. «60 χρόνια από την μεγάλη αντιφασιστική νίκη των λαών», «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005, σελ. 37.

Για τη Διάσκεψη της Γιάλτας και το αστικό παραμύθι για το «μοίρασμα του κόσμου»

Ουίν. Τσόρτσιλ, Φ. Ρούζβελτ, Ι. Β. Στάλιν, στη Διάσκεψη της Γιάλτας
Ουίν. Τσόρτσιλ, Φ. Ρούζβελτ, Ι. Β. Στάλιν, στη Διάσκεψη της Γιάλτας
Στις 4 - 11 Φλεβάρη του 1945 διεξήχθη στο Ανάκτορο Λιβάντια, στη Γιάλτα της Κριμαίας, η συνδιάσκεψη ανάμεσα στις αντιπροσωπείες των ΗΠΑ, της Μ. Βρετανίας και της ΕΣΣΔ, με επικεφαλής αντίστοιχα τον Πρόεδρο Ρούζβελτ, τον πρωθυπουργό Τσόρτσιλ και τον πρόεδρο του Συμβουλίου των Επιτρόπων του Λαού της ΕΣΣΔ Ι. Β. Στάλιν. Το αντικείμενο της Διάσκεψης ήταν, κυρίως, η μορφή του μεταπολεμικού κόσμου και, βασικά, η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων που θα εξασφάλιζαν προϋποθέσεις για την ειρήνη, όσο αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί με δεδομένη την ύπαρξη και δράση του ιμπεριαλισμού και μετά το τέλος του πολέμου που έφτανε. Ο Κόκκινος Στρατός έκανε προέλαση για το Βερολίνο. Η πτώση της Γερμανίας ήταν πλέον ζήτημα χρόνου. Ετσι, το πώς θα είναι ο μεταπολεμικός κόσμος ήταν αυτό που απασχολούσε. Ακριβώς επειδή αυτό ήταν τα βασικό περιεχόμενο της Διάσκεψης, η αστική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία, εκφράζει την άποψη ότι στη Διάσκεψη της Γιάλτας, οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η ΕΣΣΔ μοίρασαν σε σφαίρες επιρροής το μεταπολεμικό κόσμο. Μάλιστα, είναι πολύ γνωστή η ιστορία για τα περίφημα χαρτάκια που αντάλλασσαν - δήθεν - ο Τσόρτσιλ με τον Στάλιν. Η μυθολογία γύρω από αυτή τη Διάσκεψη χρησιμοποιήθηκε από διάφορους αστούς και μικροαστούς, για να τεκμηριωθεί ότι κάθε προσπάθεια αλλαγών σε μια χώρα είναι μάταιη, αφού για το καθεστώς κάθε χώρας είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους οι μεγάλες δυνάμεις, μεταξύ αυτών και η ΕΣΣΔ. Ετσι παρουσίαζαν την ΕΣΣΔ ως προδότη και εξαγοραστή της τύχης των λαών του κόσμου. Αυτή η άποψη έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας, γιατί γύρω από αυτό το επιχείρημα στοιχειοθετείται το μάταιο της ένοπλης αντιπαράθεσης κατά τον εμφύλιο πόλεμο, παρουσιάζεται σαν μια τυχοδιωκτική τακτική του ΚΚΕ που δεν είχε τη στήριξη της ΕΣΣΔ και κατά συνέπεια ήταν από χέρι χαμένη.

Αντίθετα με αυτά που παρουσιάζουν οι αστοί και μικροαστοί αναλυτές, η Διάσκεψη της Γιάλτας έγινε σε τέτοιες συνθήκες που ο συσχετισμός δύναμης είχε αλλάξει εις βάρος των ιμπεριαλιστών. Τη στιγμή που η παρουσία του Κόκκινου Στρατού σε μια σειρά χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης είχε διευκολύνει την ανάδειξη δημοκρατικών λαϊκών κυβερνήσεων και επιτάχυνση της πάλης για την κατάκτηση της εξουσίας, τη στιγμή που οι ΗΠΑ είχαν την ανάγκη της ΕΣΣΔ για να τελειώσουν τον πόλεμο με την Ιαπωνία. Σε αυτές τις συνθήκες, η Διάσκεψη της Γιάλτας προσπάθησε να βάλει φρένο σε μια σειρά επιδιώξεις και σχέδια των ιμπεριαλιστών, αξιοποιώντας τη θετική για την ΕΣΣΔ και τα αντιστασιακά κινήματα συγκυρία. Ετσι, απορρίφθηκε το σχέδιο διαμελισμού της Γερμανίας, τα ιμπεριαλιστικά σχέδια σε σχέση με το Πολωνικό ζήτημα, υιοθετήθηκε «η διακήρυξη για την απελευθερωμένη Ευρώπη», αποφασίστηκε η ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κ.ά.

Η Διάσκεψη δεν ασχολήθηκε με το Ελληνικό ζήτημα. Η αποτυχία των ιμπεριαλιστών να περάσουν τα σχέδιά τους ήταν τέτοια που οδήγησε τρία χρόνια μετά το θάνατο του Ρούζβελτ να ξεσηκωθεί ένα κύμα αυστηρής κριτικής εναντίον του, ότι ήταν διαλλακτικός απέναντι στην ΕΣΣΔ και τον Στάλιν. Ολα αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η ΕΣΣΔ όχι μόνο δε συμμετείχε σε κανένα μοίρασμα του κόσμου, αλλά ότι στη συγκεκριμένη διάσκεψη έβαλε και σοβαρά εμπόδια σε αυτή τη διαδικασία. Οπως σημειώνει ο Β. Μπερεζκόφ, «οι σκοποί όμως που διακήρυξαν στη Γιάλτα οι ηγέτες των τριών δυνάμεων του αντιχιτλερικού συνασπισμού δεν εξυπηρετούσαν τις επιδιώξεις εκείνων που ετοίμαζαν τον Ψυχρό Πόλεμο. Γι' αυτό και άνοιξαν πυρ κατά των αποφάσεων της Γιάλτας». (Βαλεντίν Μπερεζκόφ «Ημουν διερμηνέας του Στάλιν», εκδόσεις «Καστανιώτης» τόμος Β').

Το σημερινό ιστορικό αφιέρωμα αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ, τεύχος 1/2010 . Είναι εκτενή αποσπάσματα άρθρου του Διονύση Αρβανιτάκη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και μέλους του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ.

Το ξαναγράψιμο της ιστορίας του Εμφυλίου

Τα τελευταία χρόνια έχει ενταθεί η προσπάθεια για την παραχάραξη της ιστορίας βασικών στιγμών της ταξικής πάλης στη χώρα μας. Η επίθεση περιλαμβάνει τα νέα βιβλία Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος, ταινίες και ντοκιμαντέρ αναφορικά με την ιστορία του εμφύλιου πολέμου και φυσικά την απόπειρα καθιέρωσης μιας κυρίαρχης ιστοριογραφίας που θα δυσφημεί την ταξική πάλη, τους αγώνες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος.

Διόλου τυχαία, ως επίκεντρο της επίθεσης επιλέγουν τη δεκαετία του '40, που σημαδεύτηκε από μια πρωτόγνωρη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών και ειδικότερα τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο, την κορύφωση της ταξικής πάλης στην Ελλάδα.

Την επιτυχία που επιδιώκει αυτή η επίθεση, τη στηρίζουν στη νίκη της αντεπανάστασης και στη συνεπαγόμενη υποχώρηση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.

Η δημοσίευση του βιβλίου «Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα - Η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη J. Wallace (1943)»1πυροδότησε έναν καινούριο κύκλο αντιπαράθεσης σε σχέση με την ιστορική καταγραφή των ριζών του εμφύλιου πολέμου. Σε μια σύγκρουση από εφημερίδων και συνεδρίων, παρατάσσονται από τη μια πλευρά οι αυτοαποκαλούμενοι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» (βλ. Καλύβας, Μαραντζίδης, Μακρής - Στάικος, κ.ά.), οι οποίοι προσπαθούν να πλασάρουν την αντικομμουνιστική ιστοριογραφία των δεκαετιών του '50 και του '60 κάτω από καινούριο επιστημονικοφανές περιτύλιγμα, και από την άλλη οι υποστηρικτές της ρεφορμιστικής οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας του εμφύλιου πολέμου που επικρατεί από τη δεκαετία του '80 (βλ. Νικολακόπουλος, Φλάισερ, Κρεμμυδάς, κ.ά.).

Το «νέο κύμα» και ο παλιός αντικομμουνισμός

Δεκεμβριανά - νεκροί στη διαδήλωση από σφαίρες αστυνομικών. Συνολικά η Αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες
Δεκεμβριανά - νεκροί στη διαδήλωση από σφαίρες αστυνομικών. Συνολικά η Αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες
Οι αυτοαποκαλούμενοι εισηγητές του «νέου κύματος», αποτελώντας προκεχωρημένο φυλάκιο της αστικής ιστοριογραφίας, ισχυρίζονται ότι η καταγραφή της ιστορίας του εμφύλιου πολέμου έγινε μεροληπτικά αρχικά από τους νικητές του Εμφυλίου (την περίοδο 1949 - 1974) και έπειτα από τους ηττημένους (1974 έως σήμερα). (Φυσικά ως επικράτηση της ιστοριογραφίας των ηττημένων παρουσιάζονται συνήθως οι σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές προσεγγίσεις που κυριάρχησαν τη δεκαετία του '80 και αναπαράγονται ως τις μέρες μας)2 Στηριζόμενοι σε αυτή τη θέση, προκρίνουν τη δική τους ερμηνεία ως αποκατάσταση της αντικειμενικότητας στην καταγραφή της Ιστορίας3. Ομως, κάτω από την απαίτησή τους για αντικειμενικότητα και μη πολιτικό «χρωματισμό» της Ιστορίας4, αποκρύπτεται ότι η καταγραφή και ερμηνεία της Ιστορίας δεν μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα από την ταξική πάλη, από την τοποθέτηση του ιστορικού υπέρ των συμφερόντων της αστικής ή της εργατικής τάξης. Ουδέτερη ιστοριογραφία δεν υπάρχει.

Η «αντικειμενική Ιστορία» που πρεσβεύουν είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου, η κυρίαρχη ιδεολογία που προσπαθεί να παρουσιαστεί ως καθολικά αντικειμενική για να επιβληθεί στην εργατική τάξη και στους άλλους εκμεταλλευόμενους. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από την επιστροφή τους στον πιο ωμό αντικομμουνισμό της μετεμφυλιακής περιόδου και την επιστράτευση της προπαγάνδας περί των εγκλημάτων του ΚΚΕ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ κατά του λαού, στη διάρκεια της Κατοχής5.

Ωστόσο, μια τέτοια απόπειρα συκοφάντησης της μαζικής λαϊκής επαναστατικής βίας και της απόκρυψης της βίας των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας αστικής τάξης απαιτεί μια διαφορετική ιστορική μεθοδολογία. Προσανατολισμένοι από το σκοπό της αντιστροφής θύτη και θύματος, οι οπαδοί του «νέου κύματος» ισχυρίζονται ότι μέσα από τη μελέτη ενός αθροίσματος μεμονωμένων ιστορικών περιστατικών μπορούμε να διαμορφώσουμε γενική εκτίμηση για τον εμφύλιο πόλεμο6.

Μαχητές του ΔΣΕ σε μάχη στα χιόνια
Μαχητές του ΔΣΕ σε μάχη στα χιόνια
Η στοιχειοθέτηση και ερμηνεία ακόμα και αυτών των αποκομμένων ιστορικών περιστατικών, παρά τις αντίθετες δηλώσεις περί αντικειμενικότητας, στηρίζεται σε μια σειρά έντονα αμφισβητήσιμων πηγών. Οι αποφάσεις των έκτακτων στρατοδικείων του Εμφυλίου και της μετεμφυλιακής περιόδου, η αναφορά των μαρτυριών υπαρκτών ή ανύπαρκτων ανανηψάντων, οι εκθέσεις της Χωροφυλακής, κλπ., μετατρέπονται σε αναμφισβήτητα ιστορικά τεκμήρια.

Επίσης, επιλέγουν μια ψυχολογική, πολιτιστική, ανθρωπολογική κλπ. ερμηνεία της Ιστορίας7, με σκοπό τον αποπροσανατολισμό από το κεντρικό διακύβευμα των ιστορικών γεγονότων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προσπαθούν να ακυρώσουν τη σημασία της ταξικής πάλης και να αποδώσουν τις αντιστασιακές ενέργειες και την εμφύλια διαμάχη σε προσωπικές αντιμαχίες (κτηματικές διαφορές, οικογενειακές κόντρες, κλπ.). Ακόμα, επιχειρούν να συγκαλύψουν ότι η μαζικοποίηση της ΕΑΜικής Αντίστασης αρχικά, και του Δημοκρατικού Στρατού στη συνέχεια, στηρίχθηκε στο αυξημένο κύρος της Σοβιετικής Ενωσης (λόγω των νικών του Κόκκινου Στρατού ενάντια στο ναζισμό), στη χρεοκοπία του αστικού πολιτικού κόσμου (που στη συντριπτική του πλειοψηφία επέλεξε να ακολουθήσει τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο ή να συμμαχήσει με τον κατακτητή γερμανικό ιμπεριαλισμό), στην ακούραστη πάλη του ΚΚΕ για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα και στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό των κομμουνιστών.

Ας δούμε, όμως, ποια είναι η ιστορική ερμηνεία στην οποία θέλουν να καταλήξουν αυτές οι μεθοδολογικές λαθροχειρίες. Οι υποστηρικτές του «νέου κύματος» υποστηρίζουν ότι από το 1943 και έπειτα εμφανίζεται μια συγχώνευση αντιφασιστικού αγώνα και ψυχρού πολέμου8.

Το 1943 όντως αποτελεί χρονιά - καμπή στην έκβαση του πολέμου, μιας και η προέλαση του Κόκκινου Στρατού σηματοδοτεί την επερχόμενη ήττα του φασισμού και οξύνει τις αντιθέσεις μέσα στην αντιφασιστική συμμαχία. Η αντιφασιστική συμμαχία, συγκροτημένη από αντίθετους οικονομικοκοινωνικούς σχηματισμούς (καπιταλιστικά κράτη και Σοβιετική Ενωση) και από αντιστασιακές οργανώσεις που αντιπροσώπευαν αντίστοιχα διαφορετικά ταξικά συμφέροντα (της αστικής ή της εργατικής τάξης), είχε αναγκαστικά ημερομηνία λήξης την ήττα του φασισμού. Υπ' αυτή την έννοια, το «νέο κύμα», έστω και μέσα από την παραπλανητική καταγραφή των ταξικών αντιθέσεων ως «ψυχρού πολέμου», σωστά αναφέρει ότι η αντιφασιστική συμμαχία δε θα μπορούσε να συγκαλύψει την ταξική πάλη. Μάλιστα, το συμπέρασμα αυτό ισχύει και πριν το 1943.

Αλλά με την ανάδειξη αυτού του συμπεράσματος δεν αποσκοπούν στην ανάλυση της ταξικής πάλης. Το χρησιμοποιούν ως πάτημα για το χτύπημα της πολιτικής του ΚΚΕ στη διάρκεια της Κατοχής και του εμφύλιου πολέμου. Σ' αυτήν επικεντρώνονται οι επιθέσεις του «νέου κύματος», μιας και θεωρούν ότι παρά την επίκληση της εθνικής απελευθέρωσης ο πολιτικός σκοπός του ΚΚΕ ήταν η κατάληψη της εξουσίας9. Ως προέκταση αυτής της λογικής, το ΚΚΕ κατηγορείται ότι εστίαζε τη δράση του όχι απέναντι στον κατακτητή, αλλά στην εξουδετέρωση των πολιτικών του αντιπάλων10, ενώ είχε καταστρώσει και σχέδιο προκειμένου να προχωρήσει σε πραξικοπηματική κατάκτηση της εξουσίας11.

Ουσιαστικά, οι ιστοριογράφοι του «νέου κύματος» προσπαθούν με αυτό τον τρόπο να κατακρίνουν τη δράση του ΚΚΕ, χρησιμοποιώντας το ιδεολόγημα των «δύο ολοκληρωτισμών». Σύμφωνα με την παγκόσμια έκφραση του ιδεολογήματος, ο φασισμός και ο σοσιαλισμός ταυτίζονται ως ολοκληρωτικά καθεστώτα και εχθροί της αστικής δημοκρατίας, επειδή αρνούνται τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Υπ' αυτό το πρίσμα, ο αστικός κοινοβουλευτισμός παρουσιάζεται ως το οχυρό της «ελευθερίας» απέναντι στον «ολοκληρωτισμό» και όχι ως θωράκιση της ταξικής εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης12. Παράλληλα, μέσω του διαχωρισμού της οικονομικής βάσης (δηλαδή, του ποιος έχει στην ιδιοκτησία του τα μέσα παραγωγής) από το εποικοδόμημα, ο φασισμός σταματά να θεωρείται μορφή πολιτικής εξουσίας της αστικής τάξης και χρησιμοποιείται για τη δυσφήμιση του σοσιαλισμού.

Η ελληνική εκδοχή του αστικού ιδεολογήματος θέλει να παρουσιάσει το ΚΚΕ και το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ως το άλλο πρόσωπο της κατάλυσης της αστικής δημοκρατίας από το γερμανικό και τον ιταλικό ιμπεριαλισμό. Ως απόδειξη χρησιμοποιείται η πτωματομετρία και η εξέταση του δικαίου της ΕΑΜικής αντίστασης στη βάση των νεκρών που προέκυψαν από αυτή13. Με αυτό τον προσανατολισμό, δικαιολογείται ακόμα και η οργάνωση Ταγμάτων Ασφαλείας, ως αποτέλεσμα της ανάγκης(!) του δημοκρατικού πληθυσμού να προστατευθεί από τις επιθέσεις των ανταρτών ή να εξευμενίσει τους Γερμανούς ώστε να μην προχωρήσουν σε αντίποινα για τις επιθέσεις του ΕΛΑΣ!14

Βέβαια, την ίδια στιγμή που οι θιασώτες του «νέου κύματος» σπεύδουν να καταδικάσουν «τα μυστικά σχέδια» του ΚΚΕ για την κατάκτηση της εξουσίας, δεν κάνουν καμιά αναφορά στα φανερά σχέδια του ιμπεριαλισμού. Αποκρύπτουν το «σχέδιο Μάνα» που ο αγγλικός ιμπεριαλισμός είχε καταστρώσει από το 1943 και προέβλεπε την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεών του στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση των Γερμανών15, για να χτυπηθούν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ.

Φανερώνεται έτσι ότι γενικός σκοπός τους είναι η καταδίκη του δικαιώματος της εργατικής τάξης και του λαού να επιλέγουν τις μορφές πάλης τους και εν τέλει να οικοδομούν τη δική τους εξουσία. Γι' αυτό στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, προσπαθούν να αποκόψουν την κοινωνικοταξική πάλη του ΚΚΕ από την εθνικοαπελευθερωτική. Αξιοποιώντας τις αντιφάσεις στη στρατηγική του ΚΚΕ, το «νέο κύμα» το κατηγορεί γιατί έθεσε στην πράξη και με αποφασιστικότητα το ζήτημα της εξουσίας, γεγονός που θα έπρεπε να έχει γίνει, αλλά δυστυχώς δεν έγινε.

Τα αδιέξοδα του οπορτουνισμού

Απέναντι σε αυτή την αστική ιστοριογραφία της Αντίστασης και του εμφύλιου πολέμου, προσπαθεί να αντιπαρατεθεί μια σειρά ιστορικών ρεφορμιστικής και οπορτουνιστικής κατεύθυνσης. Στην απαίτηση της «αξιολογικής ουδετερότητας», η οπορτουνιστική ιστοριογραφία αντιτάσσει την καταγραφή και ερμηνεία της Ιστορίας στους «ειδικούς» ιστορικούς επιστήμονες, οι οποίοι διατηρούν τις ιδεολογικές τους αναφορές16. Βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που συμφωνούν με πλευρές της μεθοδολογίας του «νέου κύματος»17. Ανεξάρτητα από τις διαφορετικές αποχρώσεις , σε μεθοδολογικό επίπεδο δε γίνεται καμιά προσπάθεια αποκατάστασης της πρόσληψης της Ιστορίας μέσω των συμφερόντων της εργατικής τάξης.

Αναφορικά με τα ιστορικά γεγονότα, οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι χαρακτηρίζουν συνολικά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως αντιφασιστικό και οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι ούτε μπήκε ούτε και θα έπρεπε να μπει από την πλευρά του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος το ζήτημα της εξουσίας18. Πρόκειται για την κλασική ψευδαίσθηση που καλλιεργεί ο οπορτουνισμός περί της δυνατότητας μιας ειρηνικής διευθέτησης της ταξικής πάλης μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας19. Μια τέτοια προσέγγιση αντικειμενικά καθιστά ανεπαρκή και αναποτελεσματική την κριτική απέναντι στην εξουσία του κεφαλαίου και στους ιδεολογικούς της εκπροσώπους, αφού δε θέτει το ζήτημα της ανατροπής της20.

Κατά συνέπεια, αρκούνται να επισημάνουν ότι το ΚΚΕ δεν είχε επεξεργασμένη στρατηγική για την κατάληψη της εξουσίας και καλώς έκανε, μιας και το κυριότερο καθήκον της στιγμής ήταν ο αντιφασιστικός αγώνας21και στη συνέχεια η δημοκρατική ομαλότητα και η διενέργεια εκλογών. Ετσι, ακόμα και όταν υπερασπίζονται τη δράση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ή και του ΚΚΕ, βασικός όρος είναι η παραμονή της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης στα όρια της αστικής νομιμότητας και η αποσύνδεσή της από τον αγώνα για το σοσιαλισμό. Αυτός είναι ο λόγος που και σήμερα αξιολογούν τον ταξικό εμφύλιο ως ένα κακό που δεν πρέπει να ξαναβρεί τη χώρα.

Αποδεχόμενη την αστική δημοκρατία ως πεμπτουσία22, η οπορτουνιστική και ρεφορμιστική ιστοριογραφία δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά ούτε στο αστικό ιδεολόγημα των «δύο ολοκληρωτισμών». Καταρχήν, επειδή δεν αποδέχεται το φασισμό ως μορφή αστικής εξουσίας, αλλά θεωρεί ότι πρόκειται για ένα σύστημα εχθρικό προς την εργατική τάξη, επειδή αρνείται τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Επιπλέον, διότι η μόνη διαφορά που εντοπίζει ανάμεσα στο φασισμό και στο σοσιαλισμό έγκειται στο ότι το κομμουνιστικό κίνημα είχε τουλάχιστον σε επίπεδο γνωσιοθεωρίας «πρόταγμα χειραφέτησης» και «αναφορά στην ελευθερία»23. Για μια ακόμα φορά εμφανίζεται το αδιέξοδο που τους προκαλεί η άρνησή τους να αποδεχθούν ότι δεν υπάρχει ενδιάμεση εξουσία, ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό.

Η θέση του ΚΚΕ και η σύγχρονη σημασία της

Οι ιστοριογράφοι του αστικού φάσματος είναι τόσο παλιοί, όσο και η εκμεταλλεύτρια τάξη, την οποία με συνέπεια υπηρετούν. Ομως, οι στόχοι τους έρχονται από το μέλλον. Η προσπάθεια διαστρέβλωσης της Ιστορίας και συκοφάντησης της ταξικής πάλης δεν αποσκοπεί κυρίως στην τάδε ή στη δείνα ερμηνεία ενός ιστορικού γεγονότος, αλλά στην προσπάθεια - με βάση αυτή την ερμηνεία - να επιβληθεί μια πολιτική αντίληψη που θα συμβάλλει στη διατήρηση της αστικής εξουσίας. Μπροστά στην όξυνση της ταξικής πάλης, οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» εκπληρώνουν αυτό το σκοπό πρωτοστατώντας σε ένα χυδαίο αντικομμουνισμό, που ταυτίζει την ανατροπή της αστικής εξουσίας με την άρνηση της ελευθερίας και της δημοκρατίας, ενώ οι οπορτουνιστές ακολουθούν μια λιγότερο χυδαία (όχι όμως και λιγότερο επικίνδυνη για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης) αντίληψη περιορισμού των διεκδικήσεων της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας.

Το ΚΚΕ ξεκινά από τη θέση ότι η Ιστορία μπορεί να προσεγγιστεί μονάχα ως ιστορία ταξικών αγώνων24, γεγονός που δεν ακυρώνει την ανάγκη της επιστημονικής μεθοδολογίας, αλλά ξεκαθαρίζει την ταξική της αφετηρία και κατάληξη. Κατά συνέπεια, τα ιστορικά συμπεράσματα δεν μπορούν να είναι τα ίδια για την αστική και την εργατική τάξη, επειδή ακριβώς πηγάζουν από αντίθετα ταξικά συμφέροντα. Εχοντας αυτή την κατευθυντήρια γραμμή, το ΚΚΕ διαμορφώνει τη θέση του απέναντι στα ιστορικά γεγονότα της εποχής, με στόχο τον εξοπλισμό της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων για τις επερχόμενες μάχες.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός25, αποτέλεσμα του χαρακτηριστικού γνωρίσματος του καπιταλισμού στην εποχή του ιμπεριαλισμού να οδηγεί σε μοίρασμα και ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής26. Ωστόσο, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει μια σειρά διαφοροποιητικών χαρακτηριστικών σε σχέση με τον επίσης ιμπεριαλιστικό Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Καταρχήν, υπήρχε η παρουσία της Σοβιετικής Ενωσης, από την πλευρά της οποίας ο πόλεμος ήταν αντιιμπεριαλιστικός, δίκαιος πόλεμος. Ενα ακόμα στοιχείο που διαφοροποιούσε το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όχι στην ουσία του, αλλά στον τρόπο εκδήλωσής του, ήταν η κατοχή μιας σειράς καπιταλιστικών κρατών από τις δυνάμεις του Αξονα και ο ορισμός δοτών κυβερνήσεων συνεργατών του. Η κατάσταση αυτή οδήγησε τα κομμουνιστικά κόμματα να θέσουν στην ημερήσια διάταξη τόσο το ζήτημα της υπεράσπισης της Σοβιετικής Ενωσης, όσο και της εθνικής απελευθέρωσης.

Το ΚΚΕ, παρά τις τεράστιες θυσίες και την πρωτοπόρα δράση του σε όλη τη διάρκεια της αντίστασης, στάθηκε ανέτοιμο να αντιμετωπίσει τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και την ντόπια αστική τάξη. Η πολιτική και στρατιωτική του στάση ακόμα και τις μέρες του Δεκέμβρη του '44, υποδήλωνε την ανετοιμότητα να συνδέσει την εθνικοαπελευθερωτική πάλη του ενάντια στην ιμπεριαλιστική κατοχή με την πάλη για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας. Το 18ο Συνέδριο εκτίμησε:

«Η στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος δεν αξιοποίησε το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό - απελευθερωτικό χαρακτήρα του ένοπλου αγώνα για μια σειρά χώρες, ώστε να θέσει στην ημερήσια διάταξη το πρόβλημα της εξουσίας, αφού ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα»27.

Ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού που ακολούθησε «ξέπλυνε» το στίγμα που άφησαν η συμφωνία της Βάρκιζας και οι ψευδαισθήσεις για τη δυνατότητα ειρηνικής επίλυσης των ταξικών αντιθέσεων. Η ένοπλη αντιπαράθεση με την αστική εξουσία και τον αγγλικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό αποτέλεσε την κορύφωση της ταξικής πάλης στη χώρα μας, η οποία άφησε σπουδαίες παρακαταθήκες στην πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος τα επόμενα χρόνια.

Σήμερα, η άντληση των θετικών και αρνητικών ιστορικών διδαγμάτων από τους κομμουνιστές γι' αυτή την περίοδο ενισχύει την επαναστατική στρατηγική για το σοσιαλισμό και όχι την αποδοχή της αστικής εξουσίας. Σε αυτή την κατεύθυνση, τόσο οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος», όσο και οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι βρίσκονται εκ των πραγμάτων στην αντίπερα όχθη.

Σημειώσεις

1. Μακρής - Στάικος Πέτρος (επιμέλεια), Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα - Η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη J.Wallace (1943), Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2009.

2. Μαυρογορδάτος Γ. Θ., Η «Ρεβάνς» των ηττημένων στο συλλογικό, Πενήντα χρόνια μετά τον Εμφύλιο (σελ. 39), Εκδοση της Εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ και της Εκδοτικής Ερμής, Αθήνα 1999.

3. Μαραντζίδης Νίκος, Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος 60 χρόνια μετά, Περιοδικό Εικονογραφημένη Ιστορία - τεύχος 493 (σελ.10), Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 2009.

4. Μακρής - Στάικος Πέτρος, «Νέα Κύματα» και παλιά μυθεύματα, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 5/12/2009.

5. Καλύβας Στάθης, Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή στο Μαζάουερ Μαρκ, Μετά τον πόλεμο, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2003.

6. Μαΐλης Μάκης, Από την 4η Αυγούστου ως τις μέρες μας (σελ.105-107), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2009.

7. Βλ. ενδεικτικά Βαν Μπουσχότεν Ρίκη, Ανάποδα χρόνια: Συλλογική μνήμη και ιστορία στη Ζιάκα Γρεβενών, Εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα 1997.

8. Καλύβας Στάθης, Η Ιστορία ως τυμβωρυχία, Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 20/12/2009.

9. Καλύβας Στάθης, Εισαγωγικό σημείωμα στο Μακρής - Στάικος Πέτρος (Επιμέλεια), Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα (σελ.34-35), Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2009.

10. Μακρής - Στάικος Πέτρος, «Νέα Κύματα» και παλιά μυθεύματα, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 5/12/2009.

11. Ο.π.

12. Λένιν Βλαντιμίρ, Κράτος και επανάσταση (σελ.16), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1975.

13. Kalyvas Stathis, The Logic of Violence in Civil War, Cambridge University Press, Cambridge 2006.

14. Βλ. ενδεικτικά Δορδανάς Στράτος, Το αίμα των αθώων (σελ. 352-354), Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2007.

15. Συλλογικό, Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (1946-1949 (σελ. 31), Εκδόσεις «Ριζοσπάστης»-«Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1998.

16. Κρεμμύδας Βασίλης, Στα δίχτυα του Δικτύου, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 19/11/2009.

17. Βερβενιώτη Τασούλα, Μνήμες και αμνησίες των αρχείων και των μαρτυριών για τον ελληνικό εμφύλιο. Η Αθήνα και η επαρχία, η ηγεσία και τα μέλη στο συλλογικό Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (σελ. 81-86), Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2008.

18. Νικολακόπουλος Ηλίας, Το νέο κύμα και η τριλογία της σύγχυσης, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 7/2/2009.

19. Φλάισερ Χάγκεν, Προς τι η προβολή ενός μοιραίου ανθρώπου;, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 28-29/11/2009.

20. Λένιν Βλαντιμίρ, Ταξική συνεργασία με το κεφάλαιο ή ταξική πάλη ενάντια στο κεφάλαιο, στο Λένιν Βλαντιμίρ, Απαντα τόμ. 32, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1986.

21. Νικολακόπουλος Ηλίας, Η επιστροφή των Βουρβόνων, Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 19-20/12/2009.

22. Ασδραχάς Σπύρος, Η «αναθεώρηση» του Εμφυλίου, Εφημερίδα Εποχή, 20/12/2009.

23. Αλιβιζάτος Νίκος - Νικολακόπουλος Ηλίας - Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, Συζήτηση για τα 60 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου, Αυγή 27/12/2009.

24. Μαρξ Καρλ - Ενγκελς Φρίντριχ, Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (σελ. 18), Εκδόσεις Ειρήνη, Αθήνα χ.χ..

25. ΚΕ του ΚΚΕ, Θέσεις για τα 60χρονα από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών στο 60 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών - Επος και διδάγματα (σελ. 31), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005.

26. Λένιν Βλαντιμίρ, Ιμπεριαλισμός: Το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού (σελ. 89), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005.

27. Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο την ΕΣΣΔ, σελ. 75, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 2009.


Κώστας ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΣ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ