Με τη φράση αυτή η Επιτροπή Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, μέσα από μια πολυσέλιδη έκδοση, αναγγέλλει το γεγονός πλέον της κατασκευής του μνημείου για τους νεκρούς της μάχης της Φλώρινας (11 - 14 Φλεβάρη 1949).
Στην εισαγωγή της έκδοσης διαβάζουμε: «Για πάρα πολλά χρόνια, το ΚΚΕ με διαρκείς πρωτοβουλίες πάλευε για να εκπληρωθεί ένα χρέος τιμής προς τους μαχητές και τις μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας που έπεσαν στη μάχη της Φλώρινας το Φλεβάρη του 1949. Ο ομαδικός τους τάφος να γίνει μνημείο, να τους αποδοθούν επιτέλους οι τιμές που τους πρέπουν.
Στο χωράφι, στα νοτιοδυτικά της πόλης της Φλώρινας, στο χωράφι που κανείς δεν όργωσε εξήντα τόσα χρόνια, στο χωράφι που μέσα του κρατά τα κόκαλα περίπου 800 μαχητών του ΔΣΕ, ολοκληρώθηκε η διαμόρφωση του χώρου και στη μέση του στέκει μνημείο αντάξιο της προσφοράς και της μεγάλης θυσίας των τιμημένων νεκρών του ηρωικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Τα γλυπτά του Μνημείου είναι του μεγάλου γλύπτη Μέμου Μακρή και η Λέσχη Φίλων του ΚΚΕ στην Ουγγαρία ανέλαβε σημαντικό μέρος του κόστους κατασκευής του.
Οι φιγούρες των γλυπτών στο Μνημείο του ΔΣΕ στη Φλώρινα είναι από τα ίδια εκμαγεία του μνημειώδους γλυπτού του Μέμου Μακρή, που είναι αφιερωμένο στα θύματα του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν της Αυστρίας, πολύτιμη προσφορά της Κλειούς Μακρή, κόρης του δημιουργού».
Η ανέγερση του μνημείου ξεκίνησε το Νοέμβρη του 2012. Δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο μνημείο, δηλαδή μια σημειακή παρέμβαση στο χώρο, αλλά για ένα μνημονικό σύνολο, ένα μνημονικό τόπο, δεδομένου ότι κάτω από το έδαφος και σε μεγάλη έκταση είναι θαμμένα κορμιά ηρώων.
Το εξώφυλλο της ειδικής έκδοσης της Επιτροπής Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ |
Επιπλέον, το ΚΚΕ, εδώ και χρόνια, επεξεργάζεται και σχεδιάζει την κατασκευή υπόσκαφου μουσειακού χώρου, που πιθανόν θα συμπεριλάβει τη διαμόρφωση οστεοφυλακίου, καθώς και περιπτέρου βιογραφιών των νεκρών και γενικότερων ιστορικών τεκμηρίων. Η συνεχής ανταπόκριση του κόσμου, καθώς και πρωτίστως το μεγάλο χρέος που απορρέει από τη σημασία του ιστορικού τόπου της Φλώρινας είναι βέβαιο ότι θα επιτρέψουν τελικά την ολοκλήρωση του έργου.
Η αποκάλυψη του μνημείου έγινε την προηγούμενη Κυριακή (14 Φλεβάρη 2016), όταν με μια μεγάλη διαδήλωση έφτασαν στο χώρο χιλιάδες αγωνιστές από κάθε γωνιά της χώρας. Ο Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, μετέφερε εκ μέρους της ΚΕ «θερμό αγωνιστικό χαιρετισμό σε όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες του ΔΣΕ, τους συγγενείς και τους απογόνους των μαχητών που έπεσαν, τραυματίστηκαν ή πήραν μέρος σε αυτήν ή άλλες μάχες, που βρίσκονται σήμερα μαζί μας σε αυτήν τη μεγάλη εκδήλωση τιμής και μνήμης, αλλά και σε όσους και όσες λόγω προβλημάτων υγείας και άλλων δεν μπόρεσαν να βρίσκονται σήμερα εδώ σε αυτόν τον τιμημένο τόπο». Σημείωσε ότι «αποτελεί χρέος και καθήκον μας να αναδείξουμε την αιματοποτισμένη προσφορά του λαϊκού, ηρωικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στη σκληρή, άνιση, αλλά δίκαιη, πάλη του».
Απόδοση τιμών από χιλιάδες αγωνιστές |
Το περίβλεπτο μνημείο |
Η αρχιτεκτονική μελέτη προέβλεψε την τοποθέτηση περιμετρικά του μνημείου πλακών με τα ονόματα των νεκρών |
Η μέρα της μεταφοράς των αγαλμάτων στο χώρο και η τοποθέτησή τους στο βάθρο σήμαναν μια «ανάσταση νεκρών» |
Οι μηχανικοί σχεδίασαν μια στιβαρή βάση για το μνημείο |
Στο κέντρο του χωραφιού που δεν οργώθηκε ποτέ ορίστηκε το σημείο για την ανέγερση του μνημείου |
Το κύριο πρόβλημα της αστικής τάξης και των Αγγλων συμμάχων της δεν ήταν η επούλωση των πληγών και η δικαίωση των αγώνων του λαού, αλλά η διασφάλιση των συμφερόντων τους στη μεταπολεμική Ελλάδα, η αποκατάσταση της εξουσίας τους. Επρεπε να αφοπλιστεί το ένοπλο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα, να συντριβεί το ΚΚΕ. Σε συνεργασία με τις στρατιωτικές δυνάμεις της Μ. Βρετανίας σχεδίασαν την πλήρη συντριβή κάθε πνεύματος αντίστασης και λαϊκής δικαίωσης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Το επιχείρησαν το Δεκέμβρη του 1944, με τις ένοπλες δολοφονικές επιθέσεις κατά του λαού της Αθήνας. Συνέχισαν και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Κατέφυγαν σε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ ενάντια στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, στα μέλη του ΚΚΕ.
Επέλεξαν το αιματοκύλισμα του λαού. Πάνω από 166 συμμορίες δολοφονούσαν, βίαζαν, τρομοκρατούσαν στην ελληνική ύπαιθρο. Με βάση την αντικομμουνιστική νομοθεσία του Μεταξά, που παρέμεινε σχεδόν άθικτη, το Δεκέμβρη του 1945 ήταν φυλακισμένοι 17.984 αγωνιστές και υπό δίωξη με δικαστικά εντάλματα 48.956. Ενα χρόνο από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΑΜ, ο απολογισμός ήταν φρικιαστικός: Πάνω από 1.192 δολοφονίες, 6.413 τρομοκρατικές πράξεις, 70.000 συλλήψεις. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κ. Ρέντης στις 10 Δεκέμβρη 1945 ανακοίνωσε ότι μέχρι τότε είχαν διωχθεί 80.000 ΕΑΜίτες, για υποτιθέμενα κατοχικά αδικήματα, 40.000 απ' αυτούς βρίσκονταν ήδη στις φυλακές ως υπόδικοι ή κατάδικοι και ότι υπήρχαν άλλες 48.000 δικογραφίες αδιεκπεραίωτες. Εως τα μέσα του Αυγούστου του 1946 είχαν εκδοθεί και επιβληθεί 33 θανατικές ποινές και 39 καταδίκες σε ισόβια, ενώ έως τα τέλη του Οκτώβρη είχαν εξοριστεί 3.250 πολίτες.
Στο Πρωτοχρονιάτικο μήνυμά της, το Γενάρη του 1946 η ΚΕ του ΕΑΜ, ανάμεσα σε άλλα, σημείωνε:
«Υστερα από τον τερματισμό του σκληρού και πολυαίμακτου απελευθερωτικού αγώνα και την εκδίωξη των βαρβάρων κατακτητών από το ιερό έδαφος της πατρίδας, ο ελληνικός λαός δικαιολογημένα προσδοκούσε ότι ήλθε η ώρα να ανοικοδομήσει τη χώρα του και να ρυθμίσει τη ζωή του ελεύθερα και σύμφωνα με τους πόθους του (...) η προσδοκία αυτή δεν πραγματοποιήθηκε, γιατί οι αντιδραστικές δυνάμεις καραδοκούσαν να αρπάξουν τον καρπό της λαϊκής νίκης (...) η συμμαχία της ντόπιας και της ξένης αντιδράσεως εξήγειρε δικαιολογημένα το γενναίο και υπερήφανο λαό μας και τον ανάγκασε να αντιτάξει στην ένοπλη ξενική βία την ένοπλη αντίστασή του (...) η ηρωική πάλη του λαού της Αθήνας και του Πειραιά τον Δεκέμβρη θα παραμείνει μνημειώδης στην ιστορία των λαών».
Η συμμορία του Σούρλα με επικεφαλής Αγγλο αξιωματικό |
Κι όμως, τα στοιχεία που η ίδια παρέθετε στο μήνυμά της έδειχναν μια ανεπίστρεπτη πορεία: Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο ελληνικός λαός αναγκάστηκε να ξαναρχίσει την πάλη του σκληρότερη ακόμα. Ο απολογισμός των κατορθωμάτων των μεταδεκεμβριανών κυβερνήσεων είναι βαρύτατος. Χίλιοι τουλάχιστον δολοφονημένοι πολίτες. 70.000 φυλακίστηκαν, από τους οποίους 16.000 κρατούνται ακόμη και σήμερα, 65.000 καταδιωκόμενοι με εντάλματα και πάνω από 100.000 κυνηγημένοι από τους τρομοκράτες και τους ληστοσυμμορίτες που ελεύθερα λυμαίνονται την ύπαιθρο. Εξω από αυτά, αναρίθμητα είναι τα κρούσματα των επιθέσεων, των ξυλοδαρμών, των βιασμών γυναικών και παρθένων, των ληστειών, των καταστροφών των τυπογραφικών εγκαταστάσεων των εφημερίδων της Εθνικής Αντιστάσεως και γενικότερα του Δημοκρατικού Τύπου καθώς και των γραφείων των οργανώσεων. Ταυτόχρονα αφήνονταν ασύδοτη η πλουτοκρατική ολιγαρχία και αχαλίνωτη ασκούσε άγρια εκμετάλλευση σε βάρος των εργαζομένων με σκοπό να αυξήσει τα άνομα κέρδη της».
Την ίδια μέρα γίνεται δολοφονική επίθεση εναντίον του Ζεύγου στην Κόρινθο, ενώ την Κυριακή 20 Γενάρη μισό εκατομμύριο κόσμος κατακλύζει τα πάντα γύρω από τον «Παναθηναϊκό». Ηδη, όμως, από το Σάββατο, οι συμμορίες δολοφονούσαν στην Καλαμάτα. Ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί την Τρίτη 22 Γενάρη με την προτροπή «ο λαός με παλλαϊκή απεργία και ένοπλο αγώνα να τσακίσει κάθε απόπειρα να επεκταθεί το πραξικόπημα και αλλού». Το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ, σε ανακοίνωσή του την ίδια μέρα, εκτιμά ότι «σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται ουσιαστικά σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου».
Ακολούθησαν οι νόθες εκλογές της 31 Μάρτη και το καλοκαίρι του '46, όπου μέσα σε κλίμα έντασης της κρατικής τρομοκρατίας σε βάρος των ΕΑΜιτών, κομμουνιστών, η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος του Κ. Τσαλδάρη έφερε το περίφημο «Γ' ΨΗΦΙΣΜΑ». Το ψήφισμα αυτό, που η πλήρης ονομασία του ήταν «Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την δημόσιαν τάξιν και την ακεραιότητα του κράτους», κατατέθηκε στη Βουλή στις αρχές Ιούνη του 1946 και ψηφίστηκε στις 18 του ίδιου μήνα, ενώ τρεις μέρες αργότερα συγκροτήθηκαν τα πρώτα 11 στρατοδικεία σε βασικές πόλεις της ελληνικής επικράτειας, μέσω των οποίων άρχισαν να πέφτουν βροχή οι καταδίκες αγωνιστών σε θάνατο.
Δύο προσφυγές, που είχαν κατατεθεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, μία Ρωσική από το Γενάρη και μια Ουκρανική τον Αύγουστο και οι οποίες ζητούσαν την καταδίκη των ελληνικών κυβερνήσεων, γι' αυτό το άγριο πογκρόμ και κυρίως να αποχωρήσουν τα αγγλικά στρατεύματα από την Ελλάδα, δεν έγιναν δεκτές. Η επίθεση κλιμακώθηκε. Ενεργοποιήθηκε όλο το αντιδραστικό νομοθετικό οπλοστάσιο και ενισχύθηκε με νέους νόμους, που θωράκιζαν την κρατική ασυδοσία, αυθαιρεσία και τρομοκρατία. Το λαϊκό κίνημα εκείνων των χρόνων βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα: Υποταγή ή οργάνωση της πάλης και αντεπίθεση, τις αλυσίδες ή τα όπλα...