Κυριακή 10 Αυγούστου 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΡΘΡΑ
ΛΙΘΑΝΘΡΑΚΑΣ
Δεν είναι το μόνον ούτε το όλον

Μια λέξη, με μεγάλο φορτίο, μπήκε πρόσφατα στην καθημερινότητά μας. Μια λέξη, που ανάγει ταυτόχρονα σε πολλά θέματα μαζί και οδηγεί στην καρδιά συνολικά της αναπτυξιακής πολιτικής και του σχεδιασμού στη χώρα μας. Πρόκειται για το λιθάνθρακα.

Ολο και περισσότερο μιλούν τελευταία για την «προτίμηση» εισόδου στην Ελλάδα αυτού του νέου, εισαγόμενου καυσίμου με «βρώμικη προϊστορία». Ισχυρίζονται πως «είναι ανάγκη» ο λιθάνθρακας να προστεθεί στη χρησιμοποιούμενη συλλογή καυσίμων για παραγωγή ενέργειας. Ισχυρίζονται πως θα δώσει, τελικά, «φτηνή ενέργεια». Μιλούν για την αποδοχή μιας «βρώμικης τεχνολογίας παραγωγής» και ταυτόχρονα προσδιορίζουν το στήσιμο, αβασάνιστα, μιας βαριάς, οχλούσας βιομηχανικής μονάδας, χωρίς χωροταξία και υποδομές.

Το όλο θέμα, στην πράξη, εικονοποιεί τόσο την αυθαίρετη εισβολή στο χώρο ενός τόπου όσο και την επίδραση «της βίαιης αλλαγής χρήσεων γης». Η αναπτυξιακή παρέμβαση είναι τέτοια και τόση, που καθορίζει τελικά την ποιότητα ζωής. Οπότε και η λέξη «λιθάνθρακας» γίνεται μια χαρακτηριστική λέξη - «σύνθημα», που έρχεται, για μια φορά ακόμη, να εικονοποιήσει τις αντιδραστικές αντιλήψεις και τη νοοτροπία όλων εκείνων που παίρνουν αποφάσεις για εμάς και τους τόπους μας, χωρίς εμάς, κρατώντας κρυφές πολλές παραμέτρους των όσων έρχονται να κάνουν στους τόπους.

Παρέμβαση «αποικιακής οικονομικής λειτουργίας»


Eurokinissi

Με βάση, λοιπόν, τα παραπάνω, θα πρέπει να δούμε συνολικά τις στρεβλώσεις αυτού που λέμε «συνύπαρξη ζωής (με ασφάλεια και υγεία) και παραγωγής για όλους (σε ένα τόπο) με βιωσιμότητα».

Η ανάλυση και εμβάθυνση στο θέμα της «προτίμησης του λιθάνθρακα για παραγωγή ενέργειας» αποκαλύπτει ότι δεν είναι μια τυχαία παρέμβαση στους τόπους που εκφράζει ...ελαφρότητα. Ξέρουν, οι επονομαζόμενοι επενδυτές, πολύ καλά, τι κάνουν και τι έρχονται να πουλήσουν. Η παρεμβολή τους είναι παρέμβαση «αποικιακής οικονομικής λειτουργίας» με πρόθεση και σκοπό.

Με τη βρώμικη τεχνολογία της επένδυσής τους θέλουν ν' αναλώσουν το δημόσιο χρήμα σαν επιδοτήσεις και η δουλειά να γίνει με λίγα ίδια κεφάλαια. Θέλουν να τους αναγνωριστεί και να διασφαλίσουν σιωπηρά την επικυριαρχία και στους υπόλοιπους τοπικούς αναπτυξιακούς πόρους (νερά, αέρας, γη, άνθρωποι) και να εξασφαλίζουν, εκ των προτέρων, τον πελάτη-κράτος να αγοράζει τις κιλοβατώρες τους, σε υψηλή εγγυημένη τιμή αγοράς!

Ακόμη και την ιδιοκατανάλωσή τους σε ρεύμα προτιμούν να την αγοράζουν φτηνότερα από την πρόσφατα αποκρατικοποιημένη εταιρεία παραγωγής ενέργειας, τη ΔΕΗ. Η οποία, άλλωστε, δεσμεύεται με παλιές αποικιακού στιλ συμβάσεις να πουλά επιδοτούμενο φτηνό ρεύμα. Τελικά, αυτοί γίνονται πλουσιότεροι και οι τόποι γύρω τους καταντούν ξεζουμισμένοι τόποι, ακατάλληλοι.

Με ποιον τρόπο προωθείται η τεχνολογία

Συλλαλητήριο ενάντια στην εγκατάσταση μονάδας ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον εισαγόμενο λιθάνθρακα στο Μαντούδι

Eurokinissi

Συλλαλητήριο ενάντια στην εγκατάσταση μονάδας ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον εισαγόμενο λιθάνθρακα στο Μαντούδι
Ο «λιθάνθρακας» γίνεται το κλειδί, για μια φορά ακόμη, της αποκρυπτογράφησης του παραλογισμού των επίδοξων επενδυτών με βρώμικες τεχνολογίες παραγωγής, αλλά και των ελλαδικών εξουσιών (κεντρικών και τοπικών), που δήθεν κόπτονται για την ανάπτυξη (π.χ., την ενεργειακή) και με χαρακτηριστική κουτοπονηριά ρίχνουν τούτο το θέμα μπροστά και το αφήνουν να ζυμώνεται και να ξαπλώνει από τόπο σε τόπο, να εξοργίζει και να απελπίζει τον κόσμο των τόπων με τις συνέπειές του. Αν περάσει, πέρασε. Αν όχι, έχουν και την «εναλλακτική λύση τους», της ατομικής ενέργειας, που νεκρανασταίνουν, για να τη σερβίρουν στον απηυδισμένο κόσμο, φέρνοντας τα τρισχειρότερα.

Ποιος πραγματικά έχει ανάγκη το λιθάνθρακα;

«Λιθάνθρακας». Μια λέξη με πολλαπλό νόημα, που αποτελεί μια ευκαιρία για ν' ανοίξει στον κόσμο συζήτηση για πιο πολλά θέματα και γύρω από την ενέργεια αλλά και τις ενεργειακές ανάγκες των ανθρώπων και των τόπων, σε αντιπαραβολή με τις ενεργειακές ανάγκες των ενεργειοβόρων παλαιών τεχνολογιών παραγωγής, που διαλέγουν να διατηρούν σε λειτουργία, στις υπαρκτές αλλά και στις νέες βιομηχανικές διαδικασίες παραγωγής τους. Εγκαταστάσεις παραγωγής χιλιοαποσβεσμένες πλέον, χωρίς νέες επενδύσεις εκμοντερνισμού τους προκειμένου να τις κάνουν βιώσιμες οικονομικά, συμβατές περιβαλλοντικά, κλπ.

Ετσι, αν δεν ανοίγονται σφαιρικά τα θέματα, δεν μπορούν να εξαχθούν και συμπεράσματα, για το ποιος έχει πραγματικά την ανάγκη αυτής της βρωμιάρας, μα και φτηνιάρας, μεθόδου παραγωγής ενέργειας. Αυτής της ενέργειας που θέλουν να την παράγουν φτηνά για αυτούς, αλλά ακριβότατα για το περιβάλλον και πάνε να μας τη φορτώσουν. Τους βγαίνουν συμφέροντες οι λογαριασμοί, γιατί υπολογίζουν πως το περιβαλλοντικό κόστος εδώ, στο κράτος της αυθαιρεσίας, δε θα το χρεωθούν ποτέ.

Κρίσιμα ερωτήματα

Ετσι, τελικά, με τέτοιους μονόμπαντους λογαριασμούς αυτοί, αλλά και με καμπανιακή, συνθηματολογική ενασχόληση με το θέμα «λιθάνθρακας», από τα ανησυχούντα τοπικά κινήματα, δε γίνεται δυνατόν να δοθούν δεδομένα, να υπάρξει γνώση, για να παραχθεί κριτική σκέψη, και να μπορεί να λειτουργήσει πλέον ο κόσμος των τόπων πιο επίμονα και διεισδυτικά. Να αποκτήσει σοφία, και να λειτουργήσει πλέον με δικές του δυνάμεις, σοφότερος από την εμπειρία που του έλαχε, διασυνδέοντας τις πλείστες όσες παραμέτρους και εκδοχές με την αδικία που του γίνεται, και απαντώντας σε ερωτήματα όπως:

  • Ενέργεια για ποιον;
  • Πρόσθετη ενέργεια γιατί;
  • Ποιες άλλες τεχνολογίες παραγωγής της υπάρχουν σήμερα διαθέσιμες;
  • Με ποια κριτήρια και ποιους λογαριασμούς κρίνονται «οι καλύτερες και οι τρισχειρότερες μέρες»;
  • Πώς κάνουν τους λογαριασμούς και τι συνυπολογίζουν;

Και η πολιτική πλευρά του θέματος: Τι χρειάζεται ο κόσμος και τι του προσφέρουν; Και αυτοί που έχουν χρέος να τον πληροφορούν, τι του λένε; Τι του προτείνουν; Τέλος τέλος: Ποιος αποφασίζει; Ποιος καθορίζει το πώς θα ζήσει ο κόσμος στη γη του, στους τόπους του;

Δεν επαρκεί η δαιμονοποίηση

Τέτοιες σκέψεις και ερωτήματα δεν είναι πρωτοφανέρωτα και δεν προκύπτουν μόνο μέσα από το μονοπάτι του ενεργειακού θέματος. Στο ενεργειοβόρο μοντέλο ζωής, που μας έχουν βάλει να ζούμε, το να δαιμονοποιείς κάτι και να προσπαθήσεις να το αποτάξεις «στο πυρ το εξώτερον» (θρησκειολογικά) δεν επαρκεί. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σε πολλούς άλλους τομείς του σύγχρονου μοντέλου ζωής, που μας μαθαίνουν να ζούμε.

Οι πολίτες της σύγχρονης κατανάλωσης χρειάζονται πολύ περισσότερα δεδομένα και επεξεργασίες για να χωνέψουν μια κατάσταση, στην οποία έχουν περιέλθει και ως ένα βαθμό βολεύονται να βιώνουν. Ετσι, τους χρειάζεται αυτή η πληροφόρηση και γνώση, από προηγούμενα «παθήματα» άλλων τόπων και κοινωνιών, για να αποκτήσουν πείρα «μη βιωματική».

Ολοι αυτοί οι προβληματισμοί στο τέλος αλληλοεξαρτώνται και ταυτίζονται με παραπέρα τοπικές αναλύσεις, που χρησιμεύουν στη διαμόρφωση κριτηρίων και μάλιστα με πολιτική ωριμότητα.

Συνταυτισμός πολιτικής εξουσίας και κεφαλαίου

Για τους εργαζόμενους η όλη διαδικασία κατανόησης περνά από τη «γνωριμία» με τις τεχνολογίες παραγωγής που διαλέγουν οι επενδυτές να εγκαθιστούν, καθώς και από τη σπατάλη κοινοχρήστων και κοινόκτητων δημόσιων αγαθών, φυσικών πόρων, που εκποιούνται στα κρυφά, σε τιμές ευκαιρίας (νερά, αέρας, γη, άνθρωποι) στους ισχυρούς του χρήματος. Περνάει μέσα από τις απαράδεχτες διαδικασίες για την έκδοση «νόμιμων αδειών» που τους εφοδιάζουν οι υποτελείς κρατικοί μηχανισμοί, το ανεξέλεγκτο της λειτουργίας και τόσα άλλα, που ποτέ δεν αφήνουν περιθώρια για «νοικοκυριό είτε, έστω, και ορθολογισμό αναγκών», για ένα κουμάντο της ζωής του κόσμου, από τον ίδιο τον κόσμο, στον τόπο του.

Και ακριβώς τούτα είναι που αρνιούνται να δώσουν στους πολίτες οι κρατικές γραφειοκρατίες. Γιατί έτσι τις εντέλλουν οι πολιτικές εξουσίες τα τελευταία 30-40 χρόνια τουλάχιστον. Διότι και αυτές, με τη σειρά τους, συνταυτίζονται ανοιχτά με τους ισχυρούς του χρήματος, και το ό,τι αυτοί θέλουν να πουλήσουν, κάθε φορά.

Ετσι, αυτοί οι ίδιοι παράγοντες μονίμως εμφανίζονται να προάγουν κατ' εξακολούθηση την «άγρια, άναρχη ανάπτυξη» της λεηλασίας των φυσικών πόρων και της αυθαίρετης «αλλαγής χρήσεων γης» στους τόπους. Καταχρώνται τα ελλαδικά νερά, αέρα, γη και ανθρώπους, αναλώνοντάς τους ανερυθρίαστα για να έχουν μεγαλύτερες αποδόσεις τα κεφάλαιά τους.

Λιθάνθρακας: Μια ακόμη περίπτωση ρυπαίνουσας βιομηχανίας

Ετσι λοιπόν και η περίπτωση «της παραγωγής ενέργειας με καύση λιθάνθρακα» πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μια ακόμη περίπτωση ρυπαίνουσας βιομηχανικής μονάδας, βαρείας όχλησης, που δεν μπορεί να χωροθετείται και να στήνεται όπου τύχει. Ούτε και μετά από παράνομες αποφάσεις-σκαριφήματα «σημειακής χωροθέτησης» των τόπων. Και έτσι ερχόμαστε στο γενικευμένο αίτημα για σωστή, μελετημένη χωροταξία της βιομηχανίας σαν σύνολο, και φυσικά στην κατάργηση του καταστροφικού δικαιώματος να στήνονται βιομηχανικές μονάδες σε αγροτικά χωράφια, εκτός προετοιμασμένων ειδικά βιομηχανικών περιοχών. Πράγμα που το νέο χωροταξικό του 2008 δεν το εξασφαλίζει και θα μας βάλει ξανά πολλαπλές «φωτιές στα μπατζάκια μας», αν ψηφιστεί, τώρα που το φέρνουν στη Βουλή.

Ετσι περνάμε στο αίτημα - προϋπόθεση: Να προϋπολογίζεται πρώτα η απομένουσα χωρητικότητα στα ισοζύγια των φυσικών πόρων (νερά, αέρας, γη, άνθρωποι) ενός τόπου και μετά, αν χωρά, να συζητάμε για νέες χωροθετήσεις. Αν δε χωράει κάτι στον τόπο και τον παραφορτώνουν, τότε τον κάνουν να σκάει, και στέλνονται περίπατο οι βιωσιμότητες όλων των ανθρώπων και όλων των παραγωγών στους τόπους.

Ο ρόλος των ελεγκτικών μηχανισμών

Και ενώ τούτο το τελευταίο προαπαιτεί ιδιωτικές επενδύσεις για οργανωμένους χώρους, εξοπλισμένους με ιδιωτικές υποδομές για να εξυπηρετηθεί η βιομηχανική τους παραγωγή (ΒΙΟΠΑ - ΒΙΠΑ) χρειάζεται, άμεσα και παράλληλα, δημόσιες επενδύσεις στους τόπους, για δημιουργία ανεξάρτητων αδειοδοτικών και ελεγκτικών, κρατικών μηχανισμών, εξοπλισμένων, ικανών και στελεχωμένων για να ελέγχουν τη φόρτιση και τη λειτουργία των χώρων αυτών (νερό, ενέργεια, απόβλητα, χώρος, γη, άνθρωποι) με τήρηση των συμφωνουμένων μέσα από κρατικό αξιόπιστο σύστημα αδειοδοτήσεων λειτουργίας των βιομηχανιών.

Αυτό είναι μια μεγάλη και καθοριστική αλλαγή. Προϋποθέτει και ζητά αλλαγή υπαρκτών νόμων περί τη χωροθεσία και αδειοδότηση της βιομηχανίας και την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών βιομηχανικών περιοχών (όπου αυτός που πουλά οικόπεδα αποφασίζει εν λευκώ ποιος θα εγκατασταθεί και πώς θα δουλεύει) και είναι από τα πιο άμεσα αναγκαία πράγματα που πρέπει να γίνουν. Διότι, απλά, αυτός που κατέχει και διαχειρίζεται βιομηχανικά οικόπεδα, δεν μπορεί να ασκεί και έλεγχο λειτουργίας του πελάτη του, που τυχόν αυθαιρετεί (ο ελεγκτής και ελεγχόμενος του εαυτού του πουθενά δεν αποδίδει).

Ο προέλεγχος χωροθέτησης και η αδειοδότηση της εγκαθιστάμενης τεχνολογίας παραγωγής και ο έλεγχος του τρόπου λειτουργίας στο χρόνο μέσα πρέπει να είναι αποκλειστικά κρατική δουλειά. Η επαναδειοδότηση περιοδικά της λειτουργίας μόνο των μονάδων που σέβονται τους συμφωνημένους όρους λειτουργίας πρέπει να είναι και αυτή αποκλειστικά δημόσια δουλειά από κρατικούς υπαλλήλους προστατευμένους από σαφέστατους νόμους, αλλά και να διεξάγεται με πραγματική συμμετοχή του κόσμου των τόπων και των φορέων τους, με ουσιαστική ρυθμιστική παρουσία.

Ο περιοδικός έλεγχος και επανέλεγχος απόδοσης και περιβαλλοντικής συμπεριφοράς μιας βιομηχανικής εγκατάστασης πρέπει να αποκτήσει νόημα και ουσία. Ετσι, με καλές «συμφωνίες από αρχής» και ξεκάθαρες προϋποθέσεις, του τι χωρά και του τι είναι αποδεκτό ή όχι, προδιασφαλίζονται «καλές συνεργατικές φιλίες για παραγωγή» που διαρκούν. Πράγμα που το χρειάζονται και οι δυο πλευρές, βιομηχανία και εργαζόμενοι του τόπου.

Οι μισές αλήθειες, τα ψέματα και οι ωραιοποιήσεις στα χαρτιά των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι αδειοδοτήσεις-«μαϊμού», τα αγορασμένα «πιστοποιητικά αξιόπιστης λειτουργίας» και «οι ψεύτικες πολιτικές περιβαλλοντικής εταιρικής συμπεριφοράς» είναι φαύλες πρακτικές και δε βγάζουν πουθενά. Απλά, τώρα πια, τρώνε ζωές.

Εκ των προτέρων η εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων

Με ειδική υποσημείωση εδώ πρέπει να τονιστεί η ανάγκη, η απαίτηση, άμεσης εφαρμογής ακριβώς τούτων των προζητούμενων για εκείνες τις παραγωγές που ξεκινούν να δουλεύουν με τοξικά, επικίνδυνα υλικά και χρησιμοποιούν βρώμικες τεχνολογίες, δημιουργώντας ειδικά, επικίνδυνα απόβλητα (υγρά, στερεά, αέρια).

Η «παραγωγή ενέργειας με καύση λιθάνθρακα» είναι ακριβώς μια τέτοια βιομηχανία και αυτό μας δίνει την πιο πειστική επιχειρηματολογία να ζητάμε εκ των προτέρων την υλοποίηση όλων των τεχνικών, χωροταξικών, θεσμικών, νομοκανονιστικών και πολιτικών μέτρων, που θα διασφαλίζουν τη συνέχιση της ζωής στους τόπους αυτούς.

Οταν πλέον ανοίγεται η επιχειρηματολογία για την κατανομή και χρήση των φυσικών πόρων (νερά, αέρας, γη, άνθρωποι) σε έναν τόπο, φτάνεις ουσιαστικά στο πιο σημαντικό τοπικό θέμα, «τη χρήση της γης στους τόπους». Του δικαιώματος να την ορίζει ο κόσμος και όχι οι ισχυροί του χρήματος. Ετσι μόνον μπορούμε να μην καταλήγουμε να μιλάμε για «βίαιη αλλαγή χρήσεων γης», χωρίς τη γνώμη και συμμετοχή του κόσμου των τόπων.

«Εν κρυπτώ και παραβύστω»

Αυτό που κάνει το βίο αβίωτο των ανθρώπων στους τόπους είναι να έρχεται μια επένδυση στον τόπο τους, που φέρνει μαζί της το «σιωπηρό» πέρασμα και την επιβολή «της αλλαγής χρήσεων της γης τους». Αυτό γίνεται πάντα με τη σιωπηρή απαλλοτρίωση, υπέρ των επενδυτών, των τοπικών φυσικών πόρων.

Είναι η συμφορά, που ανακαλύπτουν εκ των υστέρων ότι τους συνέβη, όταν: Οι προϋποθέσεις της χρήσης γης και χώρου που είχαν, έχουν κλαπεί είτε και πλέον έχουν γίνει άχρηστοι γι' αυτούς (ρυπασμένα νερά, τοξινωμένη γη, κλπ.).

Αυτά δε γίνονται από μόνα τους. Κάποιοι τα σκαρώνουν. Τα μεθοδεύουν, με πολλούς εφησυχασμούς, προπαγάνδα και ψέματα, από πολύ νωρίς, από την εποχή που γραφειοκράτες και πολιτικοί, σε αγαστή συνεργασία με τους ισχυρούς του χρήματος, αποφασίζουν «εν κρυπτώ και παραβύστω» να αναπτύξουν για λογαριασμό τους τον τόπο, που δεν τους ανήκει αλλά ανήκει στον κόσμο του τόπου.

Κατεβάζουν μεγαλόστομες ιδέες, υπόσχονται τα πάντα στους πάντες (ενώ το μόνο που σκέφτονται είναι το κέρδος τους, οι μεν, και τα αυξημένα κονδύλια από φόρους οι δε). Υποστηρίζουν τα πιο αντιεπιστημονικά σενάρια και κατακεραυνώνουν κάθε άλλη σκέψη και άποψη, επιστρατεύουν «επιστημονικούς παπαγάλους» για να πείθουν, κινούν τεράστια ποσά δημοσιότητας και προπαγάνδας, για να βάλουν στο χέρι το επιθυμητό, και τέλος, αν το καταφέρουν και έρθουν κάποτε οι φθοροποιές συνέπειες, αρχίζουν τα «δεν ξέρω...», «δεν είμαστε σίγουροι...», «η Ευρωπαϊκή Ενωση...», «θα δούμε...», «τα όρια...», «οι νόμοι...» και τα παρόμοια.

Καιρός για ανατροπές στις μεθοδεύσεις τους

Αυτά έκαναν χρόνια τώρα και δημιούργησαν Ελευσίνες, Οινόφυτα, Σίνδους. Τα ίδια θα δημιουργηθούν αν εφησυχάσει ο κόσμος. Αν αφεθούν τα θέματα να περπατήσουν με τις ίδιες λογικές.

Θα τα ξαναδούμε τελικά να συμβαίνουν και στη Θίσβη, στην Αντίκυρα, στο Μαντούδι, στο Αλιβέρι και όπου αλλού. Θα συμβεί μια από τα ίδια, πάλι.

Λέμε λοιπόν: Αρκετά. Πρόληψη και προφύλαξη από κάθε ενδεχόμενο κίνδυνο, στις τέτοιες τους προτάσεις. Ηρθε ο καιρός για ανατροπές στις μεθοδεύσεις τους.

Σε έναν κρατούντα ελλαδικό πολιτικό πολιτισμό που επιτρέπει «τα δάκρυα μετά το ξεκλήρισμα», και δε σπεύδει να προλαβαίνει τη συμφορά, οι εκτελεστές σαφώς και επωμίζονται μεγάλες πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Αλλά, μπροστά σε μια «μη αναπληρώσιμη απώλεια αξίας», αυτό δε φτάνει. Χρειάζεται σταμάτημά τους και επιβολή αναστροφής πορείας της εξουσίας τους τώρα.

Αυτό σημαίνει πολύπλευρος, διεισδυτικός και επίμονος αγώνας του ολοκληρωμένα πληροφορημένου κόσμου τώρα.


Αθανάσιος ΠΑΝΤΕΛΟΓΛΟΥ
Χημικός - ΜςC βιοχημικός Μηχανικός

ΣΗΜ.: Τα άρθρα συνεργατών μας απηχούν τις απόψεις τους



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ