Το δράμα των συνταξιούχων, τους οποίους η κυβέρνηση οδήγησε στο περιθώριο
Συνταξιούχοι ζητούν ανθρώπινες συντάξεις και Υγεία |
Ο 78χρονος Α. Θεοδώρου είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ και ταξίδεψε στην Αθήνα απ' το Αγρίνιο όπου κατοικεί για να διαδηλώσει, αφού παίρνει σύνταξη 511 ευρώ και οι ανάγκες του ίδιου και της οικογένειάς του είναι τεράστιες. Οπως εξήγησε στο «Ρ», έχει κάνει τρεις εγχειρήσεις τα τελευταία χρόνια και τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει είναι πολλά και οξυμένα. «Παίρνω, τόνισε, φάρμακα για την πίεση, για το κυκλοφορικό, για τον ίλιγγο και πληρώνω κατά μέσον όρο 50 ευρώ συμμετοχή το μήνα, που για μένα είναι πάρα πολλά, αν σκεφτείτε όλες τις ανάγκες που έχουμε». Το περιβόητο «184» δημιουργεί τεράστια προβλήματα στην πρόσβαση σε γιατρό και καθημερινή ταλαιπωρία, όμως, όπως λέει ο Α. Θεοδώρου, «για μας δεν υπάρχει επιλογή, αφού και να θέλουμε να πάμε σε ιδιωτικό γιατρό, δεν μπορούμε οικονομικά και έτσι η υγεία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Εχω πέντε εγγόνια και είμαι υποχρεωμένος να "τσοντάρω" στην οικογένεια του γιου μου, που μια έχει δουλιά και μια δεν έχει και έτσι περικόπτω τις όποιες προσωπικές μου ανάγκες».
Το «κατηγορώ» της Τρίτης Ηλικίας για την πολιτική Σημίτη στο χώρο της Υγείας |
Οπως εξήγησε στο «Ρ» ο συνταξιούχος, αρκετά φάρμακα που είναι πιο καινούρια και αποτελεσματικά δεν περιέχονται στη λίστα των Ταμείων και έτσι οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι αναγκάζονται να πληρώνουν για να τα αγοράσουν. Συν τοις άλλοις, ο έλεγχος και η έγκριση συνταγών για ολόκληρη την Αττική γίνεται στο κεντρικό κατάστημα του Ταμείου, που είναι στο κέντρο της Αθήνας και εκεί πρέπει να πάνε όλοι οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι, ακόμη και από περιοχές, όπως το Λαύριο ή το Γραμματικό.
«Προκειμένου να τρέχουμε πάνω - κάτω στην Αθήνα, κάτι που είναι αδύνατο στην περίπτωση της γυναίκας μου, αφού είναι κατάκοιτη, πληρώνουμε ιδιώτη γιατρό στο σπίτι και όχι φυσικά με τις εξευτελιστικές τιμές που δικαιολογούν τα Ταμεία, αλλά με 20 - 30 ευρώ τη φορά. Και αυτά είναι τα δεδομένα έξοδα για φάρμακα και περίθαλψη κάθε μήνα. Γιατί υπάρχουν και οι έκτακτες περιπτώσεις, το εισιτήριο των 3 ευρώ για εξέταση στα δημόσια νοσοκομεία ή το "κάτι" παραπάνω που μπορεί να δώσεις σε έναν γιατρό», τονίζει ο Ν. Δαμιανός και καταλήγει: «Αν για δυο συνταξιούχους, δημόσια δωρεάν Υγεία νοείται να πληρώνουμε τη μια σύνταξη για φάρμακα και περίθαλψη, τότε μιλάμε για μεγάλη κατάντια».
Η κυβέρνηση με την πολιτική της οδήγησε έναν στους δύο κατοίκους να πληρώνουν για υπηρεσίες Υγείας και να καταβάλουν το 44% των συνολικών δαπανών Υγείας, που είναι το μεγαλύτερο ποσοστό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης
Οι ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες Υγείας δεν αντέχονται και γι' αυτό ένας στους δυο ασθενείς προτιμά να πληρώσει απ' την τσέπη του για να τις παρακάμψει... |
Τελικά, εκείνο που διευκόλυνε η κυβέρνηση ήταν η αγκίστρωση του άρρωστου στην επιχειρηματική νοοτροπία - είτε του δημόσιου είτε του ιδιωτικού τομέα - με αποτέλεσμα ένας στους δύο αρρώστους να πληρώνουν - και μάλιστα άγρια - την ώρα που χρειάζονται υπηρεσίες Υγείας σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 19.12.2003.
Η πολιτική της κυβέρνησης είναι η βασική αιτία για την εκτίναξη των ιδιωτικών δαπανών Υγείας στο 44% του συνόλου των δαπανών Υγείας - σύμφωνα με άλλη έρευνα της ΕΣΔΥ αλλά και του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) - με αποτέλεσμα η χώρα μας να βρίσκεται στην πρώτη θέση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όταν ο μέσος όρος της ιδιωτικής δαπάνης Υγείας είναι 26,3% επί του συνόλου των δαπανών Υγείας.
Μάλιστα, το 2,5% των ελληνικών οικογενειών βρίσκονται αντιμέτωπες με «καταστροφικές δαπάνες» για προβλήματα υγείας. Δηλαδή οι δαπάνες Υγείας ξεπερνούν το 40% του «διαθέσιμου εισοδήματος» - που είναι το υπόλοιπο του οικογενειακού εισοδήματος όταν αφαιρεθούν οι δαπάνες για βασικές ανάγκες, όπως η διατροφή κλπ. - και αφορούν σε έκτακτες περιπτώσεις ή στην αντιμετώπιση χρόνιων περιστατικών.
... Και για να παρακάμψει τις ουρές, η κυβέρνηση επέβαλε το χαράτσι των απογευματινών ιατρείων οδηγώντας σε μια ακόμα αιμορραγία τα λαϊκά στρώματα που δεν έχουν πρόσβαση |
Η όλη, δηλαδή, πολιτική της κυβέρνησης, αντί για την περίφημη περιφερειοποίηση του λεγόμενου ΕΣΥ και τη διευκόλυνση στην πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας εν τέλει οδήγησε στη διευκόλυνση των βασικών λειτουργιών του κεφαλαίου και στον ευαίσθητο χώρο της Υγείας: Τη συγκέντρωση και την ενίσχυση της κερδοφορίας του με την ταυτόχρονη καταλήστευση - που φτάνει μέχρι την καταστροφή - των λαϊκών νοικοκυριών.
ΚΕΙΜΕΝΑ:
Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ
Νατάσα ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ
Μιλά μια εργαζόμενη απ' την Αλβανία
Ενα πανό, με σύνθημα ενάντια στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών Υγείας |
«Οταν ανακαλύφθηκε ότι έχω ηπατίτιδα, περιγράφει, μου σύστησαν να κάνω αιματολογικές εξετάσεις. Απευθύνθηκα στο Κέντρο Υγείας Νέας Μάκρης όπου μένω, αλλά δε γίνονται εξετάσεις εκεί, γιατί δεν υπάρχει εξοπλισμός. Τα ίδια και στο ΙΚΑ της Ραφήνας και της Αγίας Παρασκευής. Ανακάλυψα ότι έχω ηπατίτιδα το 1998 και κατάφερα μετά από πολύ τρέξιμο και επειδή δεν είχα να πληρώσω, να κάνω τις εξετάσεις το 2000! Τις μισές στο ΙΚΑ Χαλανδρίου και τις άλλες μισές στο Σισμανόγλειο. Στη συνέχεια, μου σύστησαν να κάνω και εξέταση για DNA και ξεκίνησα νέο τρέξιμο. Στα δημόσια νοσοκομεία, μου κλείνανε ραντεβού για μετά από έξι μήνες και τα αποτελέσματα βγαίνουν μετά από δυο μήνες, που σημαίνει ότι η εξέταση θα έδειχνε την κατάστασή μου, όπως ήταν πριν από περίπου ένα χρόνο! Μάλιστα, στον Ευαγγελισμό, μου είπαν οι γιατροί ότι αν δεν μπορώ να περιμένω μπορώ να κάνω την εξέταση πληρώνοντας με τιμές Δημοσίου 120.000 δραχμές την επόμενη μέρα. Τελικά, έκανα την εξέταση στο Ηπατολογικό Κέντρο του ΙΚΑ στο κέντρο της Αθήνας, που κάνει την εξέταση DNA, αλλά και εκεί τα ραντεβού ήταν μετά από τρεις μήνες και τα αποτελέσματα έβγαιναν μετά από τρεις μήνες».
Στη συνέχεια, η Σ. Σκάλα χρειάστηκε να κάνει βιοψία στο Γενικό Κρατικό, όπου και νοσηλεύτηκε για πέντε μέρες. Εκεί της συνέστησαν αγωγή με χάπια, που κοστίζουν 90 ευρώ το κουτί και ενέσεις, τις οποίες έπρεπε να κάνει μέρα παρά μέρα και κοστίζουν 27 ευρώ εκάστη. «Ηταν τέτοια η ταλαιπωρία για να μου γράψουν τα φάρμακα στο ΙΚΑ, που αναγκάστηκα να αγοράσω το πρώτο κουτί χάπια, αλλά τις ενέσεις δεν μπορούσα να τις αγοράσω σε φαρμακείο. Για τα χάπια χρειάστηκε να περάσω από επιτροπή του ΙΚΑ, η οποία ενέκρινε για 2 μήνες τη δωρεάν χορήγηση και απ' τον τρίτο μήνα έπρεπε να πληρώνω 25% συμμετοχή, δηλαδή περίπου 25 ευρώ το μήνα. Για να τα παίρνω δωρεάν, έπρεπε να έχω κίρρωση του ήπατος! Για τις ενέσεις ξεροστάλιαζα για εξετάσεις κάθε μήνα, όσο καταβεβλημένη και αν αισθανόμουνα, έπαιρνα 15 ενέσεις και τον άλλο μήνα πάλι απ' την αρχή», είπε.
Στο διάστημα των δυο χρόνων που έκανε τις ενέσεις, έπρεπε να βρίσκεται σε αιματολογική παρακολούθηση, κάνοντας γενική αίματος και τρανσαμινάσες κάθε βδομάδα. «Στο ΙΚΑ, το "184", σου κλείνει ραντεβού με το γιατρό μετά από 10 μέρες και άλλες τόσες χρειάζεται να περιμένεις για τις εξετάσεις σε δημόσιο νοσοκομείο. Σε ιδιωτικό διαγνωστικό, με το ΙΚΑ, υπάρχει πλαφόν εξετάσεων ανά μήνα και έτσι υπήρχε και κει μεγάλη αναμονή. Τελικά, έκανα τις εξετάσεις που κοστίζουν 28 ευρώ κάθε βδομάδα για δυο χρόνια και τις πλήρωνα».
Χρειάστηκε ακόμα νέα βιοψία και ο γιατρός που την παρακολουθεί της την έκανε στο Ερρίκος Ντυνάν, όπου για μια μέρα νοσηλείας και με το βιβλιάριο του ΙΚΑ, πλήρωσε 400 ευρώ στο νοσοκομείο και άλλα 400 ευρώ αμοιβή στο γιατρό. «Τελευταία, απηύδησα με το τρέξιμο και με παρακολουθεί ιδιώτης ηπατολόγος, που παίρνει 120 ευρώ την επίσκεψη. Τις επόμενες μέρες, έχω ραντεβού να με δει και χρειάζομαι και νέα εξέταση DNA, που κοστίζει ιδιωτικά 234 ευρώ και τα αποτελέσματα βγαίνουν σε 15 μέρες», συνεχίζει.
«Σε κανέναν δεν αρέσει να πηγαίνει σε ιδιωτικά και να χρυσοπληρώνει για την υγεία του. Οσοι παίρνουν τις ενέσεις, καταβάλλονται πάρα πολύ και το 60% σταματάνε τη θεραπεία γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της ζωής και της δουλιάς τους. Αλλά απ' τις δουλιές δε δίνει κανείς ειδική άδεια. Εγώ, αν και θεωρήθηκε ότι πηγαίνω σχετικά καλά, απέχω ουσιαστικά απ' τη δουλιά 3 χρόνια κι αυτό χάρη στον αρραβωνιαστικό και την οικογένειά μου, που με στηρίζουν, αλλιώς δεν ξέρω πώς θα είχα καταλήξει. Το κόστος για τα φάρμακα, τις θεραπείες, τις εξετάσεις, την ειδική διατροφή που χρειάζομαι ξεπερνάει τα 300 ευρώ το μήνα και αν υπολογίσει κανείς και τα χαμένα μεροκάματα, η υγεία μου μού κοστίζει 1.000 ευρώ το μήνα».