Σάββατο 21 Απρίλη 2018 - Κυριακή 22 Απρίλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 38
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Θέλει «ανοιχτούς διαύλους» με τη Ρωσία

Η Γερμανία έχει επενδύσει όσο καμιά άλλη χώρα στη Ρωσία, τονίζουν μεγαλοεπιχειρηματίες και ζητούν άμεση επίλυση των συγκρούσεων σε Συρία και Ουκρανία

Από πρόσφατη συνάντηση επιχειρηματιών που διοργάνωσε το Γερμανορωσικό Επιμελητήριο στην Μόσχα
Από πρόσφατη συνάντηση επιχειρηματιών που διοργάνωσε το Γερμανορωσικό Επιμελητήριο στην Μόσχα
Το ιδιαίτερο «δέσιμο» μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, που συνυπάρχει με τις ανειρήνευτες αντιθέσεις, αναδείχθηκε και από τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης στην πρόσφατη επίθεση των ΗΠΑ - Γαλλίας - Μεγάλης Βρετανίας στη Συρία. Διεκδικώντας μεγαλύτερο «πάτημα» στη Μέση Ανατολή, αλλά και ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία, η γερμανική κυβέρνηση στήριξε τα χτυπήματα υιοθετώντας το πρόσχημα της «απεχθούς χρήσης χημικών όπλων» από «το καθεστώς Ασαντ», ενώ παράλληλα προσπαθεί να αναλάβει το ρόλο «διαμεσολαβητή» με τη Ρωσία για να «προωθηθεί η ειρηνευτική διαδικασία».

Τόσο τα κόμματα του μεγάλου συνασπισμού (CDU/CSU και SPD), όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης - Φιλελεύθεροι (FDP), «Αριστερά», Πράσινοι, «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) - τάσσονται με έμφαση υπέρ των ανοιχτών διαύλων με τη Ρωσία, χωρίς την οποία «δεν θα υπάρξει πολιτική απόφαση για τη Συρία και έχουμε κάποιες προσδοκίες σε σχέση με αυτό», όπως δήλωσε ο (σοσιαλδημοκράτης) Γερμανός ΥΠΕΞ, Χάικο Μάας, προσθέτοντας ότι η Γερμανία διαδραματίζει έναν ειδικό μεσολαβητικό ρόλο. Αντίθετα, απορρίπτεται κάθε διαπραγμάτευση με τη συριακή κυβέρνηση του Ασαντ και εξετάζονται οι δυνατότητες «πολιτικής προώθησης στη χώρα».

Στο ίδιο πνεύμα, σε τηλεφωνική τους επικοινωνία την περασμένη βδομάδα, η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, και ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, «συμφώνησαν ότι είναι σημαντικό να τοποθετηθεί στο επίκεντρο όλων των προσπαθειών η πολιτική διαδικασία για την επίλυση της πολυετούς αιματηρής σύγκρουσης». Χαρακτηριστική είναι και η έκκληση του Γερμανού Προέδρου, Φρανκ - Βάλτερ Σταϊνμάγερ, σε Ουάσιγκτον και Μόσχα να ξεκινήσουν μια κοινή ειρηνευτική πρωτοβουλία για τη Συρία, ενώ προειδοποίησε και «κατά της δαιμονοποίησης της Ρωσίας».

Αυτή η στάση της κυβέρνησης και των πολιτικών κομμάτων στη Γερμανία εκφράζει τις ανησυχίες και τις φιλοδοξίες των γερμανικών επιχειρηματικών ομίλων, που ήδη κερδίζουν και ενδιαφέρονται έντονα για ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους στη Ρωσία και σε άλλες χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης.

«Να επιλυθούν επειγόντως οι συγκρούσεις σε Συρία και Ουκρανία»

Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη (11/4/2018) παρέμβαση γερμανικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, λίγες μέρες πριν από το χτύπημα στη Συρία, εκφράζοντας τις ανησυχίες τους για την κλιμακούμενη ένταση μεταξύ «Δύσης και Ρωσίας» και ζητώντας οι συγκρούσεις σε Συρία και Ουκρανία να «επιλυθούν επειγόντως», καθώς θίγονται τα συμφέροντά τους.

Αντιδρώντας στις νέες κυρώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης προς τη Ρωσία, το γερμανορωσικό Εμπορικό Επιμελητήριο Εξωτερικού (AHK) σημειώνει με έμφαση πως αυτές θα μπορούσαν να στοιχίσουν στη γερμανική οικονομία δισεκατομμύρια ευρώ τα επόμενα χρόνια: «Η νέα λίστα κυρώσεων των ΗΠΑ, που δημοσιεύτηκε στις 6 Απρίλη, με 24 Ρώσους και 15 ρωσικές εταιρείες, περιλαμβάνει επιχειρήσεις που συνεργάζονται στενά με τη γερμανική οικονομία, όπως ο όμιλος αυτοκινήτων GAZ, η ενεργειακή εταιρεία "Gazprom", ο παραγωγός αλουμινίου "Rusal", ο όμιλος ποικίλων δραστηριοτήτων "Renova Group"».

Σύμφωνα με το AHK, «η γερμανική οικονομία στη Ρωσία απειλείται βραχυπρόθεσμα από ζημιές αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, εξαιτίας της αποτυχίας ανάπτυξης νέων επιχειρήσεων. Μακροπρόθεσμα, οι κυρώσεις των ΗΠΑ μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο έργα δισεκατομμυρίων ευρώ».

«Η νέα κλιμάκωση των κυρώσεων δείχνει ότι οι συγκρούσεις στη Συρία και την Ουκρανία πρέπει να επιλυθούν επειγόντως», λέει ο διευθύνων σύμβουλος του AHK, Ματίας Σεπ, και απευθύνει σχετική έκκληση «ιδιαίτερα στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον, αλλά και στην ΕΕ και στους ηγέτες των εμπλεκόμενων χωρών».

Η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε τις νέες κυρώσεις με αφορμή την υπόθεση του Ρώσου πρώην διπλού πράκτορα, Σεργκέι Σκριπάλ, και τις δικαιολόγησε αόριστα, «τιμωρώντας» υποτίθεται τη Ρωσία για τις «κακές δραστηριότητές της στον κόσμο». Είναι προφανές ότι η κλιμάκωση των εντάσεων με τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης και της τελευταίας επίθεσης στη Συρία, έχει πολλούς αποδέκτες και αξιοποιείται και στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις με τη Γερμανία, που στηρίζει την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου «Nord Stream 2» από τη ρωσική «Gazprom», με τη συμμετοχή και ευρωπαϊκών μονοπωλίων.

Χαρακτηριστικό είναι και το ρεπορτάζ της γερμανικής «Die Welt»: «Αν εξετάσουμε τις αμερικανικές κυρώσεις στο πλαίσιο του απειλούμενου εμπορικού πολέμου με την Κίνα και την επιβολή δασμών σε χάλυβα και αλουμίνιο, τότε θα δούμε ότι πέτυχαν ακόμη έναν στόχο: Με τις κυρώσεις κατά της "Rusal" δεν θίγεται μόνο η ρωσική οικονομία, πιέζεται και ένας μεγάλος ανταγωνιστής των ΗΠΑ. Η "Rusal" είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία αλουμινίου στον κόσμο. Το 2017, το 14,4% των πωλήσεών της ήταν στις ΗΠΑ, όπου τα περιουσιακά στοιχεία της είναι τώρα παγωμένα. Και είναι πιθανό η "Rusal" να αντικατασταθεί από άλλες αγορές, ως συνέπεια των κυρώσεων».

Η Γερμανία έχει επενδύσει στη Ρωσία όσο καμιά άλλη χώρα

Μιλώντας στην «Deutsche Welle», ο Μ. Σεπ τόνισε: «Ανεξαρτήτως της δύσκολης πολιτικής κατάστασης, η γερμανική επιχειρηματικότητα έχει επενδύσει στη Ρωσία όσο καμιά άλλη χώρα. Αυτό ήταν, είναι και θα παραμείνει έτσι».

Σε πρόσφατη (1/3/2018) έρευνα του ΑΗΚ, πριν την επιβολή των τελευταίων αμερικανικών κυρώσεων, οι γερμανικοί επιχειρηματικοί όμιλοι εμφανίζονται αισιόδοξοι και με αυξημένες προσδοκίες από τη ρωσική αγορά: «Η ρωσική οικονομία αναπτύχθηκε και πάλι το 2017, για πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια. Από αυτό ωφελούνται οι γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία». Στην έρευνα συμμετείχαν 141 γερμανικές εταιρείες, με σχεδόν 76.000 εργαζόμενους στη Ρωσία και κέρδη πάνω από 11 δισ. ευρώ. Η πλειοψηφία τους εκτιμά ότι και το 2018 η ρωσική οικονομία θα αναπτυχθεί θετικά.

Ο επικεφαλής του τμήματος εξωτερικών επενδύσεων του Γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου, Φόλκερ Τράιερ, τόνισε ότι «το 63% των γερμανικών εταιρειών αύξησαν σημαντικά τον κύκλο εργασιών τους στη Ρωσία το προηγούμενο έτος». Η γερμανική οικονομία θέλει να επεκτείνει τη δραστηριότητά της στη Ρωσία: «1 στις 3 εταιρείες που συμμετέχουν στην έρευνα σχεδιάζει να επενδύσει εκεί τους επόμενους 12 μήνες. Οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις ανέρχονται σε σχεδόν μισό δισ. ευρώ. Πρόκειται για ένα πρώτο βήμα προς την αντιστάθμιση των μειώσεων των τελευταίων ετών».

Ακόμη, η σημασία της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης (EAWU) - η οποία περιλαμβάνει τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν, την Αρμενία και το Κιργιστάν - αυξάνεται, τόνισαν περισσότεροι από τους μισούς γερμανικούς ομίλους που συμμετείχαν στην έρευνα. Στην προηγούμενη αντίστοιχη έρευνα, σχεδόν τα 3/4 είχαν απαντήσει πως η EAWU δεν σχετίζεται με τις επιχειρήσεις τους. Οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων κάλεσαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ξεκινήσει συζητήσεις με την EAWU για στενότερη συνεργασία.

Εκκλήσεις για «αποδεκτές λύσεις»

Το κόστος των αμοιβαίων οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν από το 2014 υπερβαίνει τα 100 δισ. ευρώ, σημειώνει το ΑΗΚ, επικαλούμενο σχετική μελέτη του Πανεπιστημίου του Κιέλου. Περίπου το 60% των ζημιών το επωμίζεται η Ρωσία και το 40% είναι σε βάρος της οικονομίας της ΕΕ.

Σε παλιότερες έρευνες μεταξύ των 800 μελών του ρωσικού τμήματος του AHK, οι επιχειρηματίες απλά αμφισβητούσαν την «πολιτική αποτελεσματικότητα». Στην τελευταία έρευνα, όμως, υπογραμμίζεται πως οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας παραμένουν ένα σημαντικό εμπόδιο, με το 94% των ομίλων να «επιθυμούν σταδιακή χαλάρωση των κυρώσεων παράλληλα με πρόοδο των ειρηνευτικών συμφωνιών του Μινσκ», και απευθύνεται έκκληση «τόσο στη Ρωσία, όσο και στη Δύση να συμφωνήσουν επιτέλους σε αποδεκτές λύσεις».

Ανησυχώντας για την ένταση μεταξύ ΗΠΑ - Ρωσίας, ο πρόεδρος της Ανατολικής Επιτροπής της Γερμανικής Οικονομίας, Βόλφγκανγκ Μπίχελε, είπε: «Χρειαζόμαστε τώρα πολιτικούς που έχουν το θάρρος να ξεφύγουν από το αδιέξοδο μοντέλο Ανατολής - Δύσης, αλλιώς θα αντιμετωπίσουμε μια επικίνδυνη κλιμάκωση». «Απορρίπτουμε αυστηρά την επέκταση των αμερικανικών κυρώσεων στις γερμανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες (...) Η ζημιά είναι ήδη μεγάλη και ο δρόμος προς μια λύση αρκετά μακρύς. Κανείς δεν πρέπει να ρίξει νέο λάδι στη φωτιά τώρα», συμπλήρωσε.

«Αν οι γερμανικές και αμερικανικές εταιρείες δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να δραστηριοποιηθούν στη Ρωσία, οι ασιατικές εταιρείες, και κυρίως οι Κινέζοι, θα καλύψουν σταδιακά το κενό», προειδοποιεί ο Σεπ και υπογραμμίζει πως «η στενότερη συνεργασία μεταξύ της "ρωσικής αρκούδας" και του "κινεζικού δράκου" πρέπει να βρίσκεται στο μακροπρόθεσμο ενδιαφέρον της Δύσης». Ο ίδιος επισήμανε και το πολιτικό συμφέρον της Γερμανίας για άρση των κυρώσεων, οι οποίες «ενισχύουν στη Ρωσία εκείνους που επιδιώκουν ακόμη σκληρότερη αντιπαράθεση με τη Δύση».


Ε. Μ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ