Η ΕΕ διαπιστώνει με ανακούφιση πως το κυβερνητικό πρόγραμμα είναι πανομοιότυπο με αυτό των υπόλοιπων καπιταλιστικών κρατών
Copyright 2017 The Associated |
Ο καγκελάριος Σ. Κουρτς (αριστερά) και ο αντικαγκελάριος, Χ. Κ. Στράχε (δεξιά) |
Ετσι, το κυβερνητικό πρόγραμμα περιλαμβάνει απλόχερα ελαφρύνσεις και κίνητρα για τους επιχειρηματικούς ομίλους και ορυμαγδό αντιλαϊκών μέτρων για μείωση του εργασιακού «κόστους». Σφοδρότερη είναι η επίθεση στους αλλοδαπούς εργαζόμενους - που αντικειμενικά είναι σε πιο ευάλωτη θέση - όμως και για τους ντόπιους εργαζόμενους δεν ...πάει καθόλου πίσω.
Η «αγωνία» Ευρωπαίων πολιτικών και αστικών κομμάτων, μετά τις εκλογές στην Αυστρία, για την «άνοδο της ακροδεξιάς», για «πιο σκληρή γραμμή κατά των μεταναστών» και για «ευρωσκεπτικιστικές τάσεις», αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά υποκριτική μέχρι το κόκαλο, ενώ δεν αφορούσε καθόλου τους ευρωπαϊκούς λαούς και τους μετανάστες. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες διαπίστωσαν με ανακούφιση πως το πρόγραμμα της αυστριακής κυβέρνησης είναι πανομοιότυπο με αυτό των άλλων καπιταλιστικών κρατών. Κατά την πρώτη επίσκεψη του Σ. Κουρτς στις Βρυξέλλες, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ, του έδωσε τα εύσημα για τα σχέδια της νέας κυβέρνησης: «Οσα γράφονται στο κυβερνητικό σας πρόγραμμα, μας ταιριάζουν σχεδόν στο 100%». Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, χαρακτήρισε τον Αυστριακό καγκελάριο «έναν ενεργητικό, αποφασιστικό και φιλοευρωπαίο πολιτικό».
Ας δούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα για το τι περιμένει τον αυστριακό λαό τα επόμενα χρόνια:
Το επόμενο διάστημα θα μπορεί να ισχύει στην Αυστρία εργάσιμος χρόνος έως και 12 ώρες τη μέρα, έως και 60 ώρες τη βδομάδα. Μάλιστα, η απόφαση θα πρέπει να παίρνεται σε επιχειρησιακό επίπεδο ή με ατομική συμφωνία εργαζόμενου - εργοδότη, κάτι που αδυνατίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και απαξιώνει τις ΣΣΕ. Επίσης, συνδικάτα και αυστριακός Τύπος αναφέρουν πως το μέτρο λειτουργεί ως «πίσω πόρτα» για την κατάργηση των υπερωριών. Πάντως, στον κλάδο του επισιτισμού - τουρισμού ο μέγιστος εργάσιμος χρόνος είναι ήδη 10 ώρες τη μέρα και 50 ώρες τη βδομάδα, με πρόβλεψη να μπορεί να ανέλθει (με υπερωρίες) σε 12 και 60 ώρες, αντίστοιχα.
Μεγάλο βάρος δίνει η νέα κυβέρνηση και στη λεγόμενη «κινητικότητα των ανέργων». Με το «νέο επίδομα ανεργίας» θα μειωθεί το χρονικό διάστημα των παροχών και θα αυστηροποιηθούν τα κριτήρια για τους δικαιούχους. Στόχος της κυβέρνησης είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι να μην αντιμετωπίζουν έλλειψη προσωπικού, να έχουν εργαζόμενους στη διάθεσή τους ανά πάσα στιγμή. Με τις περικοπές στις παροχές, οι άνεργοι εξαναγκάζονται να δεχτούν οποιαδήποτε δουλειά και μάλιστα σε οποιοδήποτε μέρος της χώρας. Οπως αναφέρει το κυβερνητικό πρόγραμμα - με έμφαση στην τουριστική βιομηχανία - οι υπηρεσίες εύρεσης εργασίας θα πρέπει να κατανέμουν τους ανέργους σε όλη τη χώρα, ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, υπό την απειλή της διακοπής ή της μη καταβολής επιδόματος ανεργίας.
Και σήμερα η διάρκεια καταβολής του επιδόματος ανεργίας (στο 55% του καθαρού προηγούμενου μισθού) εξαρτάται από το διάστημα της προηγούμενης (ασφαλισμένης) απασχόλησης. Ωστόσο, στη συνέχεια οι άνεργοι είχαν δικαίωμα στην «επείγουσα βοήθεια» (90% - 95% του επιδόματος ανεργίας), το οποίο χορηγούνταν απεριόριστα έως τη συνταξιοδότηση. Αυτή η επείγουσα βοήθεια θα καταργηθεί και οι άνεργοι θα περάσουν στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, που είναι πολύ χαμηλότερο - ειδικά για όσους είχαν έναν καλό μισθό. Επίσης, για να δικαιούται κανείς το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα πρέπει η δική του περιουσία να μην ξεπερνά τα 4.189 ευρώ (π.χ. σπίτι, αυτοκίνητο, καταθέσεις). Στοιχεία από τη Βιέννη δείχνουν πως πολλοί δικαιούχοι ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το αρνούνται επειδή φοβούνται για τα υπάρχοντά τους.
Από τις περικοπές θα πληγούν ακόμη περισσότερο οι μακροχρόνια και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνεργοι. Τα στοιχεία δείχνουν πως για τους ανέργους άνω των 50 ετών - ακόμη και εξειδικευμένους, ακόμη και σε «καλή» περίοδο για την οικονομία - είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί και πάλι δουλειά.
Υπό το γνωστό επιχείρημα της «εξασφάλισης των συντάξεων» για τις επόμενες γενιές, θα δημιουργηθεί μια ξεχωριστή συνταξιοδοτική ασφαλιστική εταιρεία, υπεύθυνη για τη διαχείριση όλων των συντάξεων. Προαναγγέλλονται μειώσεις στις συντάξεις καθώς «θα αυξηθούν οι κατώτατες συντάξεις και θα καταργηθούν ορισμένα ...προνόμια». Για παράδειγμα, «θα αυξηθεί σταδιακά το όριο ηλικίας για πρόωρη συνταξιοδότηση», ενώ το πρόγραμμα για τα Βαρέα και Ανθυγιεινά «θα επανασχεδιαστεί κατά περίπτωση».
Στο μεταξύ, σχεδιάζεται ξεχωριστή Κοινωνική Ασφάλιση για αλλοδαπούς εργαζόμενους, με σκοπό να επανεκτιμηθεί ο βαθμός αυτάρκειας των καταβληθεισών εισφορών. Αυτό μπορεί να σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι αλλοδαποί θα πρέπει στο μέλλον να λαμβάνουν λιγότερη σύνταξη από τους ντόπιους εργαζόμενους.
Πάντως, συνολικά στην Κοινωνική Ασφάλιση και την Υγεία προβλέπονται περικοπές με συγχωνεύσεις Ταμείων και εξίσωση, προς τα κάτω, των παροχών.
Η «μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να αντιστοιχηθεί πλήρως με τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς εργασίας και να εστιάσει σε εξειδικευμένους εργάτες», σημειώνει η νέα κυβέρνηση. «Πρέπει να ασφαλίσουμε τα εξωτερικά μας σύνορα και να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι ποιος θα έρθει στην Ευρώπη, όχι οι λαθρέμποροι», τόνισε ο Σ. Κουρτς στις Βρυξέλλες.
Παράλληλα, θα περιοριστούν οι δαπάνες για βοήθεια και προστασία των προσφύγων, ενώ μεγαλώνουν οι απαιτήσεις για ενσωμάτωσή τους (εργασία, γνώση γερμανικής γλώσσας, κατοικία κ.ά.). Ο κυβερνητικός συνασπισμός θα περιορίσει το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ειδικά για τους πρόσφυγες. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες θα πρέπει να λαμβάνουν μόνο 365 ευρώ, συν 155 ευρώ μπόνους για την ένταξη (εάν τηρηθεί μια συμφωνία ενσωμάτωσης).
Για όλους τους δικαιούχους - ντόπιους ή ξένους - δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 1.500 ευρώ, ανεξάρτητα από το πόσα άτομα ανήκουν στην οικογένεια ή στην κοινότητα της ανάγκης. Δικαιούχοι μετανάστες θα είναι μόνο όσοι έχουν ζήσει στην Αυστρία για τουλάχιστον πέντε από τα τελευταία έξι χρόνια.
Το κυβερνητικό πρόγραμμα περιλαμβάνει μια σειρά μεμονωμένων μέτρων που αποσκοπούν στην ανακούφιση των επιχειρήσεων και την προσέλκυση επενδύσεων. Μεταξύ άλλων, μειώνεται η φορολογία των επιχειρηματικών κερδών, με το επιχείρημα ότι όλες οι γειτονικές χώρες έχουν ήδη χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές από ό,τι η Αυστρία. Σύμφωνα με αυστριακά ΜΜΕ, ο φορολογικός συντελεστής των καπιταλιστικών κερδών στη Γερμανία είναι 28%, στην Αυστρία είναι στο 25% και δεν έχει καθοριστεί ακόμη πόσο θα πέσει.
Επιπλέον, διακηρύσσεται σαφής μείωση του μη μισθολογικού «κόστους» για τις επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα μέτρα θα ανακοινωθούν και κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής περιόδου.
Σε μια προσπάθεια προώθησης της «πράσινης επιχειρηματικότητας» και της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας, σημειώνεται η ανάγκη για «έξοδο από τη βιομηχανία ορυκτών πηγών Ενέργειας και το 100% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας έως το 2030».
«Σημείο αναφοράς της διεθνούς δράσης μας είναι τα συμφέροντα της Αυστρίας», σημειώνεται για την εξωτερική πολιτική. Επίσης, επιβεβαιώνεται ότι «η Αυστρία εξακολουθεί να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ΕΕ και του ευρώ», με ενεργό συμμετοχή, για την αναβάθμιση της θέσης του αυστριακού κεφαλαίου. Αλλωστε, «το μέλλον της Αυστρίας συνδέεται σταθερά με το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ειρήνη (συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και κοινή άμυνα) και την ολοκλήρωση». Ζητά δε ιδιαίτερη «συμβολή στην αποτελεσματική προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και διασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας μέσω του ελέγχου των συνόρων».
Το κυβερνητικό πρόγραμμα αναφέρεται σε «ενεργό πολιτική εμπορίου προτάσσοντας αυστριακούς κανόνες και πρότυπα», δηλαδή τα συμφέροντα των αυστριακών ομίλων.
Ο καγκελάριος, Σ. Κουρτς, αναφέρθηκε αμέσως μετά το σχηματισμό κυβέρνησης στη στενή συνεργασία με τη Γερμανία: «Είμαστε πολύ συνδεδεμένοι με τη Γερμανία, οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά». Ιδιαίτερα συγκεκριμένη είναι η κυβερνητική συμφωνία όσον αφορά στις σχέσεις με τη Ρωσία, με τη ρητή δήλωση ότι θα προωθηθεί «πολιτική ύφεσης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας». Επίσης, στο ζήτημα της Ουκρανίας διατυπώνεται «δέσμευση για εκτόνωση της σύγκρουσης». Με την Τουρκία πρέπει να υπάρξει «οριστική λήξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων» και να αναζητηθούν νέοι όροι για τις «σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας».