Κυριακή 2 Νοέμβρη 2014 - 2η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Παρούσα και αναπότρεπτη, ανεξάρτητα από μείγμα διαχείρισης

Κουρνιαχτό, γύρω από την έξοδο από το μνημόνιο και τον τρόικα, την πρόσβαση στις χρηματαγορές και τις δυσκολίες που έχει αυτή, σηκώνουν τόσο η συγκυβέρνηση, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, προτείνοντας, καθένας από αυτούς εναλλακτικά σενάρια και ταυτόχρονα τα ανάλογα με τα σενάρια μείγματα πολιτικής για το πέρασμα στη λεγόμενη «μετά μνημόνιο εποχή». Πρόκειται για διαπάλη που συντελείται στο ίδιο «γήπεδο», αυτό της καπιταλιστικής οικονομίας, έδαφος απόλυτα εχθρικό για το λαό.

Ο καβγάς εκδηλώθηκε και πάλι με αφορμή την απογείωση των επιτοκίων στα 10ετή ελληνικά ομόλογα στα επίπεδα του 8%. Η εν λόγω εξέλιξη συνέβη στη λεγόμενη δευτερογενή αγορά, εκεί όπου οι τραπεζίτες και άλλοι «επενδυτές» αγοράζουν και πωλούν τα διάφορα χρεόγραφα, τα οποία ήδη έχουν κυκλοφορήσει από τα κράτη. Να επισημάνουμε, λοιπόν, το γεγονός ότι τα όποια σκαμπανεβάσματα στη δευτερογενή αγορά δεν έχουν καμία απολύτως επίπτωση στις μελλοντικές αποπληρωμές τόκων και κεφαλαίων, οι οποίες ήδη έχουν προσδιοριστεί, στη φάση έκδοσης των ομολόγων. Αντίθετα, αποτελούν ένδειξη για το ύψος των επιτοκίων, όπως αυτό θα διαμορφωνόταν σε περίπτωση απόπειρας διεξόδου για τη σύναψη νέων δανείων από τις διεθνείς χρηματαγορές. Και, βέβαια, τα επίπεδα του 8% είναι απολύτως απαγορευτικά για δανεισμό από τις αγορές. Οι καπιταλιστικές εντεινόμενες ανισομετρίες στους κόλπους της ΕΕ αντανακλώνται και σε αυτό το επίπεδο. Ετσι, για παράδειγμα, στην τρέχουσα συγκυρία, οι «επενδυτές» για 10ετή δάνεια προσφέρουν στην κυβέρνηση της Γερμανίας επιτόκια της τάξης του 1%, στην Ιταλία 2,4%, στην Πορτογαλία 3,2%, στην Ελλάδα 8% κ.ο.κ. Ετσι, τιμολογείται από τις «αγορές» το πιστωτικό ρίσκο του κάθε ξεχωριστού κράτους, ακόμη και αν αυτό ανήκει στο κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης.

Η κατρακύλα συνεχίστηκε και στο χρηματιστήριο της Αθήνας (πτώση 7,2% την περασμένη βδομάδα), ενώ, εν μέσω ρευστοποιήσεων, από ξένα «επενδυτικά» κεφάλαια, η υποχώρηση των μετοχών για το μήνα Οκτώβρη έφτασε σε 14,5% και στο 33% σε σχέση με το Μάρτη του 2014, όταν είχε καταγραφεί το υψηλότερο επίπεδο χρηματιστηριακών τιμών. Οι αβεβαιότητες και τα ρίσκα του κεφαλαίου, σε αρκετά χαμηλότερο ρυθμό, εκδηλώθηκαν και στα μεγάλα χρηματιστήρια της Ευρωζώνης, καθώς και στα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης. Αυτά τα σημάδια δείχνουν πως η ύφεση της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ευρωζώνη είναι παρούσα μετά και την επιβράδυνση της οικονομίας της Γερμανίας. Γεγονός που οξύνει τη διαπάλη στους κόλπους της Ευρωζώνης και της ΕΕ για το μείγμα της πολιτικής διαχείρισης που θα βγάλει τις καπιταλιστικές οικονομίες από την κρίση.

Σε κάθε περίπτωση, το κριτήριο της ενδοαστικής διαπάλης είναι η ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων, η οποία ξεπηδά υποχρεωτικά πάνω στα συντρίμμια των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, όσων ακόμη έχουν απομείνει. Ακριβώς γι' αυτό, άλλωστε, η ευημερία του λαού - όπως το επιβεβαιώνει και η πείρα του - δεν έχει καμία σχέση με την «ευημερία» ή με την κατρακύλα των χρηματιστηριακών δεικτών.

Συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ

Η συγκυβέρνηση, επισύροντας το ίδιο φόβητρο του κεφαλαίου και των αγορών, περιστρέφεται γύρω από τις θυσίες της προηγούμενης περιόδου, διατυμπανίζοντας ότι αυτές θα «πιάσουν τόπο», με όρο και προϋπόθεση να μην υπάρξει πισωγύρισμα, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα συνεχίσουν σε ανοδική ρότα και ακόμη ότι οι αναδιαρθρώσεις (σε όφελος του κεφαλαίου) θα προχωρήσουν και θα κλιμακωθούν. Ως «μεταβατική φάση» βλέπουν την αξιοποίηση του αποθεματικού (11,4 δισ. ευρώ) που διατηρεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), και το οποίο προοριζόταν για την κάλυψη των ελληνικών τραπεζικών ομίλων. Μετά και τις «διαπιστώσεις» από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ότι δεν προκύπτουν νέες «κεφαλαιακές ανάγκες» για τις τράπεζες, βάζουν στο αντιλαϊκό τραπέζι την πρόταση αξιοποίησης του συγκεκριμένου ποσού από την «προληπτική» γραμμή που ετοιμάζεται να στήσει η ΕΕ για το ελληνικό κράτος. Πάνω από όλα, αυτό που καλοβλέπουν είναι η ελάφρυνση του κρατικού χρέους, μέσω μείωσης επιτοκίων και επιμήκυνσης των δόσεων αποπληρωμής.

Η πλευρά ΣΥΡΙΖΑ

Με αφορμή τις συγκεκριμένες εξελίξεις στις χρηματαγορές, ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε την ευκαιρία να «δικαιολογήσει», σημειώνοντας πως οι «αγορές» συμπεριφέρθηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο, γιατί το χρέος «δεν είναι βιώσιμο», δηλαδή ότι δε θα μπορέσει να εξυπηρετηθεί. Και προβάλλει την άποψη της διαπραγμάτευσης για την αναδιάρθρωσή του, δηλαδή για τους τρόπους μείωσης και αποπληρωμής του. Βεβαίως, εδώ και καιρό, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει «κάνει γαργάρα» τα περί διαγραφής και «κουρέματος», ενώ πλέον προσεγγίζοντας το ζήτημα με όρους χρηματαγορών κάνει λόγο για την «απομείωση» του χρέους. Είναι γεγονός ότι ο Γ. Σταθάκης του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι αναγνωρίζουν και θα αποπληρώσουν το χρέος στο ΔΝΤ, ενώ θα διαπραγματευτούν με την ΕΕ το χρέος προς αυτήν για να βρουν αμοιβαία λύση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, την περασμένη βδομάδα, αξιοποίησε και την έκθεση του ...ανεξάρτητου «Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή» (πρόκειται για «θεσμό» που ιδρύθηκε με τις διατάξεις μνημονιακού - εφαρμοστικού νόμου του 2010), σύμφωνα με την οποία η συγκυβέρνηση δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια. Ο ΣΥΡΙΖΑ, προσεγγίζει διαφορετικά το ζήτημα των αποθεματικών του ΤΧΣ (πρόκειται για τα υπάρχοντα δάνεια της τρόικας στη βάση του μνημονίου). Σε αυτό το πλαίσιο, βάζουν στο τραπέζι την πρόταση για την αξιοποίηση του αποθεματικού, «προκειμένου οι τράπεζες να ανταποδώσουν τη στήριξη με ρευστότητα στην πραγματική οικονομία»...

Συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ σηκώνουν επίσης κουρνιαχτό γύρω από την αξιοποίηση των 11,4 δισ. ευρώ, προκειμένου να διαμορφωθεί το κατάλληλο μείγμα πολιτικής για την έξοδο από την καπιταλιστική κρίση. Η μεν κυβέρνηση το θέλει ως μαξιλάρι στην περίπτωση που δυσκολευτεί να δανειστεί από τις αγορές, ο δε ΣΥΡΙΖΑ το θέλει ως μαξιλάρι για τα «κόκκινα» δάνεια, δηλαδή να δοθεί, αν υπάρξει ανάγκη, στις τράπεζες, ώστε αυτές να μπορούν να δανείζουν τους επιχειρηματικούς ομίλους, για να ενισχύεται η καπιταλιστική ανάπτυξη.

Εν κατακλείδι, η κυβέρνηση επιμένει ότι, αν δεν εφαρμοστεί η δική της πολιτική των μεταρρυθμίσεων, κινδυνεύει η οικονομία με νέα κρίση, ο δε ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι όσο εφαρμόζεται αυτή η πολιτική μεγαλώνουν οι κίνδυνοι για νέα κρίση. Αλλά και οι δύο κοροϊδεύουν το λαό και τον αποπροσανατολίζουν, αφού η κρίση είναι αντικειμενική εξέλιξη σύμφυτη με τον καπιταλισμό, μπορεί να επανέλθει χωρίς να έχει ξεπεραστεί η προηγούμενη χωρίς να έχει έρθει η φάση της ανάκαμψης. Η στασιμότητα της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, η επιβράδυνση στη Γερμανία ενισχύουν τέτοια σενάρια.

Σύννεφα στην Ευρωζώνη

Κινδύνους για «νέα ύφεση» στην Ευρωζώνη, και μάλιστα με πιθανότητα 35% - 40%, βλέπει από την πλευρά του το ΔΝΤ, το οποίο για την αποφυγή νέων κραδασμών επανέφερε τη συνταγή για ακόμη περισσότερα μέτρα στο σκέλος της νομισματικής πολιτικής και για «επαγρύπνηση», προκειμένου η Ευρωζώνη να αποφύγει δυσμενείς εξελίξεις, όπως συνέβη στην Ιαπωνία τη δεκαετία του '90. Επισημάνσεις, όπως οι παραπάνω, έρχονται ως αποτέλεσμα της υποχώρησης ή και στασιμότητας σε μια σειρά από βασικούς δείκτες μέτρησης της οικονομικής δραστηριότητας (ΑΕΠ Ευρωζώνης, βιομηχανική παραγωγή στη Γερμανία, τάσεις «αποπληθωρισμού» κ.ά). «Οι γεωπολιτικές εντάσεις και η υποτονική οικονομική ανάπτυξη σε ορισμένες περιοχές της Ευρωζώνης, που υπολείπεται των εκτιμήσεων, αποτελούν πηγή επίμονης αβεβαιότητας», δήλωσε πρόσφατα ο επικεφαλής του γερμανικού ινστιτούτου ZEW. Ταυτόχρονα, παρά τις όποιες εμφανιζόμενες διαφορές, γύρω από το μείγμα της πολιτικής, ως κοινή συνισταμένη του ΔΝΤ με την ΕΕ επιβεβαιώνεται η ανάγκη του κεφαλαίου να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της κάθε χώρας, με στοχευμένες δημοσιονομικές πολιτικές και με έμφαση σε επενδύσεις και υποδομές.

Η ραγδαία επιβράδυνση στην οικονομία της Ευρωζώνης φανερώνει πως, ανεξάρτητα από την ανισομετρία, και τη θέση του κάθε κράτους και της αστικής τάξης του στην πυραμίδα της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, η κρίση είναι σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα και παρούσα. Αναγκαστικά και αναπότρεπτα, η συσσώρευση καπιταλιστικών κερδών πάνω από ένα ορισμένο, κάθε φορά, σημείο, θα οδηγεί στην επόμενη φάση του οικονομικού κύκλου, δηλαδή στο ξέσπασμα της επόμενης καπιταλιστικής κρίσης. Αυτός ο κύκλος είναι ανεξίτηλα γραμμένος στο «DNA» του εκμεταλλευτικού συστήματος.

Αυτή ακριβώς η πραγματικότητα δημιουργεί αβεβαιότητα και στην καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας που δεν έχει βγει από την κρίση, έχει τεράστιο χρέος και ελλείμματα που δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες στη διαχείριση και αποτυπώνονται στην άνοδο των επιτοκίων των ομολόγων, στην πτώση του χρηματιστηρίου. Αυτό το ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ με αποδέκτη το κεφάλαιο και τα συμφέροντά του. Αρα αντιπαράθεση ξένη προς τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων που πρέπει να τους γυρίσουν την πλάτη, να απεγκλωβιστούν από την πολιτική και της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, να χειραφετηθούν, δηλαδή, από παραλλαγές αστικής, άρα αντεργατικής, αντιλαϊκής διαχείρισης. Να ενισχύσουν την οργάνωσή τους τη λαϊκή συμμαχία, διεκδικώντας την ικανοποίηση των αναγκών τους με το δικό τους κίνημα κόντρα στο κεφάλαιο. Το χτεσινό συλλαλητήριο δείχνει το δρόμο αυτού του αγώνα: Να ακουστεί η φωνή της εργατικής τάξης και των συμμάχων της ότι δεν μπορούν να ζουν με ψίχουλα. Σ' αυτό το δρόμο πρέπει να πάνε έως το τέλος, σε συμπόρευση και με το ΚΚΕ, έως την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, για την εργατική - λαϊκή εξουσία.


Α.Σ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ