Κυριακή 2 Νοέμβρη 2014 - 2η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΝΔΟΝΗΣΙΑ
Στρώνουν το έδαφος για να θεριέψουν τα μονοπώλια

Η νέα κυβέρνηση ανοίγει νέες «πόρτες» για διεθνείς και ντόπιους επενδυτές

Το 40% του λαού της χώρας παλεύει να επιβιώσει με λιγότερα από 1,8 δολάρια τη μέρα
Το 40% του λαού της χώρας παλεύει να επιβιώσει με λιγότερα από 1,8 δολάρια τη μέρα
Οταν τον περασμένο Ιούλη ο πρώην εξαγωγέας επίπλων και κυβερνήτης της Τζακάρτα Τζόκο Γουιντόντο αναδείχτηκε νέος Πρόεδρος της Ινδονησίας, οι αγορές αντέδρασαν πανηγυρίζοντας. Αστικά ΜΜΕ σημείωναν ότι ξεκινά «νέα σελίδα» για το πολυπληθέστερο μουσουλμανικό κράτος του κόσμου. Σχολίαζαν ότι πρώτη φορά ο ηγέτης της χώρας δεν προερχόταν από την πολιτική ή στρατιωτική «ελίτ», προβάλλοντας το «απλό στιλ» του 53χρονου Γουιντόντο, ο οποίος δεν φορά γραβάτες αλλά αθλητικά παπούτσια και καθημερινά πουκάμισα με σηκωμένα μανίκια.

Φαίνεται ότι είναι αλήθεια. Μια «νέα σελίδα» γυρνά για την Ινδονησία των 238 εκατομμυρίων κατοίκων, όπου το 40% πασχίζουν να επιβιώσουν με λιγότερα από 1,8 δολάρια τη μέρα. Η νέα εναλλαγή στην αστική διακυβέρνηση και στη συγκεκριμένη χώρα αναδεικνύει πως η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού των μονοπωλίων δεν μπορεί παρά να συνδέεται με τις σύγχρονες ανάγκες της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, με τον τρόπο εκδήλωσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Η «καταπολέμηση» της διαφθοράς, της γραφειοκρατίας, αλλά και του χαμηλού επιπέδου μόρφωσης, της έλλειψης υποδομών ιεραρχούνται ως προτεραιότητες στην ατζέντα αστικών κυβερνήσεων αναπτυσσόμενων κρατών που συμμετέχουν με αξιώσεις στις περιφερειακές και τις διεθνείς κόντρες. Σε χώρες όπου χρειάζονται νέα μέτρα που θα διασφαλίσουν τον «υγιή ανταγωνισμό», την ανεμπόδιστη κίνηση κεφαλαίου, εκτός και εντός συνόρων, αλλά και θα στηρίξουν την ίδια την παραγωγική διαδικασία, εκσυγχρονίζοντας τις υποδομές, εξειδικεύοντας το εργατικό δυναμικό κ.τ.λ.

Ο,τι κι αν λένε τα αστικά ΜΜΕ και επιτελεία, οι εργάτες πρέπει να «διαβάζουν» τις εξελίξεις με ταξικό κριτήριο: Οταν τα μέσα παραγωγής και η εξουσία παραμένουν στα χέρια της αστικής τάξης, κανένα κυβερνητικό σχήμα δεν μπορεί να δουλέψει προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Οσα χαμόγελα κι αν μοιράζουν τα στελέχη του, όσες χειραψίες κι αν ανταλλάσσουν με φτωχούς βιοπαλαιστές. Η ζωή μετρά τα αποτελέσματα που εκδηλώνονται με δεδομένο μια συγκεκριμένη οικονομική βάση και όχι ανθρώπινες προθέσεις.

Μεγαλοεργοδότες: «Ο,τι ακριβώς χρειαζόμαστε»

Στις αρχές Ιούνη, ο Γουιντόντο υποσχόταν ότι θα ακολουθήσει «πολιτικές φιλικές προς τις αγορές». «Οι επενδυτές θα πρέπει να διαθέτουν περισσότερο χώρο να επεκτείνουν τις επενδύσεις τους», σημείωνε, για να κάνει την Εργοδοτική Ενωση της Ινδονησίας να απαντήσει: «Λέει ακριβώς ό,τι χρειαζόμαστε».

Σύμφωνα με επενδυτικές ιστοσελίδες της Ινδονησίας, βασική επιδίωξη στο κυβερνητικό πρόγραμμα του Γουιντόντο αποτελεί «ο τερματισμός της γραφειοκρατίας» και «η εφαρμογή ενιαίων πολιτικών για τους επενδυτές και την έκδοση αδειών για επιχειρήσεις, επιταχύνοντας τις σχετικές διαδικασίες», με στόχο «να προσελκυστούν ξένες και εγχώριες επενδύσεις».

Εδώ και χρόνια, ντόπια και ξένα επιχειρηματικά συμφέροντα που ενδιαφέρονται ή ήδη δρουν στην Ινδονησία «γκρίνιαζαν» για την έλλειψη υποδομών. Ετσι, ο Γουιντόντο ιεραρχεί την ανάπτυξη βαριών υποδομών, δρόμων, λιμανιών, αεροδρομίων και βιομηχανικών ζωνών, στο ίδιο πλαίσιο που αντίστοιχες «αλλαγές» προωθούνται στην ευρύτερη περιοχή, επιβεβαιώνοντας το αυξανόμενο ενδιαφέρον των μονοπωλίων. Αντίστοιχες εξελίξεις καταγράφονται και στην Ινδία, όπου η νέα κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι επιταχύνει καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που θα δώσουν ώθηση στη συγκέντρωση κεφαλαίου. Για παράδειγμα, δε γίνεται η Ινδία ή η Ινδονησία, του 21ου αιώνα, να διεκδικούν μια από τις πρώτες θέσεις στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα και το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού τους δυναμικού να μην έχει βασικές μορφωτικές γνώσεις ή δομές υγιεινής... Οπως δε γίνεται να αξιώνουν αναβάθμιση του ρόλου τους περιφερειακά και παγκόσμια χωρίς σύγχρονους εμπορικούς και ενεργειακούς «διαδρόμους», χωρίς αποφασιστική «αξιοποίηση» του φυσικού τους πλούτου.

Ετσι καθορίζει τα βήματά της και η κυβέρνηση Γουιντόντο, με γνώμονα τα σύγχρονα ταξικά συμφέροντα της ντόπιας αστικής τάξης. Δεν είναι τυχαίο ότι μεταξύ των μελών του υπουργικού συμβουλίου είναι μεγαλοστελέχη ή και ιδιοκτήτες μεγάλων επιχειρήσεων (π.χ. στα υπουργεία Γεωργίας, Βιομηχανίας, Εμπορίου).

«Επένδυση στο εργατικό δυναμικό»

Στις 19 Ιούνη, στην ινδονησιακή εφημερίδα «Τζακάρτα Γκλόουμπ» δημοσιεύτηκε άρθρο (που αναδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της PWC, ενός από τους μεγαλύτερους πολυεθνικούς ομίλους παροχής ελέγχου και συμβουλευτικής υποστήριξης επιχειρήσεων) με τίτλο: «Η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη απαιτεί επένδυση στο ινδονησιακό εργατικό δυναμικό».

Σε αυτό, αναλυόταν ότι τα επόμενα 50 χρόνια τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της χώρας θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε σημαντικό της «μπόνους». Αλλά, υπογραμμιζόταν, για να φτάσουν οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης το 6%, θα χρειαστούν 50 εκατομμύρια ειδικευμένων εργατών. Η λογική ήταν ότι οι κακοπληρωμένοι εργάτες έχουν πολύ μικρά περιθώρια ειδίκευσης, τη στιγμή που «οι όμιλοι μπορούν να κερδίσουν αν στρέψουν περισσότερο την προσοχή τους στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων που θα στηρίξουν την καινοτομία». Ούτε λίγο ούτε πολύ, αυτό που έλεγαν ήταν ότι ένας εκπαιδευμένος εργάτης ενισχύει τη θέση του εργοδότη του και σ' αυτό το πλαίσιο καλούσαν μάλιστα να αυξηθεί το ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού που προορίζεται στη δημόσια εκπαίδευση. Δηλαδή, να αναλάβει το αστικό κράτος την ευθύνη του να προμηθεύει τις επιχειρήσεις εργάτες με ένα βασικό επίπεδο μόρφωσης, ώστε η ντόπια αστική τάξη να εξασφαλίσει νέα δυναμική αλλά και γενικά η χώρα να γίνει πιο «ελκυστική» για τους επενδυτές. Να, λοιπόν, γιατί μπορεί και τα μονοπώλια να νοιάζονται για το πόσα χρήματα διατίθενται για τα «δημόσια σχολεία»... Αλλωστε, η ίδια η πείρα των εκατομμυρίων εργατών των αναπτυγμένων κρατών αναδεικνύει ότι η μόρφωση που τους «εξασφαλίζει» το αστικό κράτος είναι απόλυτα προσαρμοσμένη στις μονοπωλιακές απαιτήσεις και φυσικά, ως προς το περιεχόμενο, υπηρετεί απόλυτα τη διαιώνιση της εκμετάλλευσής τους. Φυσικά, δε λέει κανείς ότι θα είναι κακό αν αυξηθούν τα δημόσια σχολεία στην Ινδονησία. Ισα ίσα. Ομως, δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες για το ποια τάξη θα ωφελήσουν τα μέτρα που παίρνει η αστική τάξη της Ινδονησίας για να αναβαθμίσει τη θέση της.

Μέλος του G-20 και όχι μόνο

Σήμερα, στην Ινδονησία δραστηριοποιούνται πολυεθνικοί κολοσσοί, όπως οι «Chevron», «Total», «Statoil» κ.ά. Ειδικά στον κλάδο της Ενέργειας, τα σημαντικά κοιτάσματα που διαθέτει η χώρα «τραβούν» σαν μαγνήτης τους επενδυτές. Η χώρα διαθέτει μεγάλα αποθέματα σε ορυκτά, όπως άνθρακα και χαλκό. Ειδικά ο άνθρακας φαίνεται ότι είναι το «χρυσάφι» της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2011 πέρασε στην πρώτη θέση διεθνώς των εξαγωγέων εκείνου του συγκεκριμένου είδους άνθρακα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή θερμότητας και ενέργειας. Το 75% της παραγωγής του ελέγχεται από έξι εταιρείες. Μεγάλος είναι όμως ο πλούτος και σε φυσικό αέριο (το 2013 η χώρα «χτύπησε» πρωτιές στην παραγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου - LNG) αλλά και πετρέλαιο, με την εξόρυξη του οποίου επίσης έχουν καταπιαστεί «γίγαντες» τύπου «Chevron», που από πολλούς θεωρείται αυτή τη στιγμή ο μεγαλύτερος παραγωγός ακατέργαστου πετρελαίου στη χώρα.

Φυσικά, η ισχυροποίηση της ανερχόμενης ινδονησιακής αστικής τάξης κλιμακώνει την «αντιπαράθεση» για την «πίτα» με ξένα κεφάλαια. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από μερικούς μήνες, η κυβέρνηση ακύρωσε συμφωνίες με μεγάλους επενδυτές από Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ολλανδία, Αυστραλία, Σιγκαπούρη, Κίνα. Θεωρήθηκαν «προβληματικές» οι συμφωνίες που προέβλεπαν ότι οι εταιρείες θα μπορούσαν να προσφύγουν σε διεθνείς «διαιτητές» αν εκείνη αποφάσιζε να εκποιήσει, π.χ., ορυχεία (τα οποία στην πλειονότητά τους μένουν «κρατικά»). Είναι σαφές ότι η ντόπια πλουτοκρατία δε θα μείνει με σταυρωμένα χέρια, να βλέπει τους άλλους να λεηλατούν πλούτη που βρίσκονται τόσο κοντά της.

Η Ινδονησία είναι μέλος του G-20 (των 20 ισχυρότερων καπιταλιστικών οικονομιών του κόσμου). Επιπλέον, οικονομικοί αναλυτές τη συγκαταλέγουν (μαζί με το Μεξικό, τη Νιγηρία και την Τουρκία) στην ομάδα «ΜΙΝΤ», ακρωνύμιο που έχει δοθεί σε χώρες με στοιχεία ενδιαφέροντα για τους επενδυτές (μεγάλοι πληθυσμοί, ευνοϊκά δημογραφικά χαρακτηριστικά, σημαντική γεωγραφική θέση, αναδυόμενες οικονομίες) και μεγαλύτερο - κατά τη γνώμη τους - «εύρος» ανάπτυξης από τους BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Αρκετοί σημειώνουν ότι με δεδομένη τη μείωση των ρυθμών ανάπτυξης των BRICS, οι ΜΙΝΤ θα είναι «το επόμενο μεγάλο κεφάλαιο» στη διεθνή οικονομία. Ειδικά για την Ινδονησία, υπάρχουν οικονομικές εκθέσεις που την «ανεβάζουν» στην 7η θέση διεθνώς μέχρι το 2030, μπροστά από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, αλλά και στην 4η θέση μέχρι το 2040.

Αύξηση στρατιωτικών δαπανών

Η Ινδονησία είναι μέλος ακόμα της Ενωσης Νοτιοανατολικών Κρατών (ASEAN). Επίσης, του Οργανισμού για την Ισλαμική Συνεργασία (OIC). Τη συνεργασία της με μουσουλμανικές χώρες υπογραμμίζει και η συμφωνία «αμυντικής συνεργασίας» που υπέγραψε το Γενάρη με τη Σαουδική Αραβία, με στόχο κοινές στρατιωτικές εκπαιδεύσεις, συνεργασία στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας αλλά και κοινή «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας».

Ολα τα παραπάνω δείχνουν όχι μόνο ότι η Ινδονησία δεν είναι καμιά «τυχαία» χώρα αλλά και ότι ετοιμάζεται να αναλάβει ακόμα ενεργότερο ρόλο στην όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, στη «γειτονιά» της και ευρύτερα.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, έχει αποφασιστεί η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών το 2015, ώστε να φτάσουν από 1% στο 1,5% του ΑΕΠ και εδώ και χρόνια έχει επισημανθεί η ανάγκη να εκσυγχρονιστεί η «άμυνα» της χώρας.

Προμήνυμα για την ένταση των ανταγωνισμών είναι και η δήλωση του Γουιντόντο ότι στόχος του είναι η ενίσχυση της θαλάσσιας άμυνας ώστε «να εμποδιστεί η ηγεμονία μεγάλων δυνάμεων». Αλλωστε, δεν είναι... μικρό πράγμα η «θαλάσσια άμυνα» σε μια χώρα που μόνο μέσα σε μια μέρα φιλοξενεί 3.000 πλοία που διασχίζουν τον Ινδικό Ωκεανό και τη Νότια Κινεζική Θάλασσα, μεταφέροντας μεταξύ άλλων σχεδόν το 80% του πετρελαίου που εισάγει η Κίνα.


Α. Μ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ