Ακέραιες παραμένουν οι κυβερνητικές θέσεις, ενώ ο διάλογος βαπτίζεται τώρα «συζήτηση εμπειρογνωμόνων»
Νέα απόπειρα να οργανώσει το διάλογο της απάτης και να σύρει τα συνδικάτα στην παγίδα της, αναλαμβάνει η κυβέρνηση με την επιστολή που απέστειλε χτες ο υπουργός Εργασίας Τ. Γιαννίτσης προς το προεδρείο της ΓΣΕΕ. Επί της ουσίας η επιστολή - πρόσκληση είναι μία από τα ίδια, αποδεικνύοντας ότι η κυβέρνηση όχι μόνο δεν αποδέχεται τα αιτήματα των εκατοντάδων χιλιάδων απεργών - διαδηλωτών της περασμένης Πέμπτης, αλλά αντίθετα μένει προσηλωμένη στους στρατηγικούς της στόχους.
Στη σύντομη αυτή επιστολή χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι «ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο γενικό πλαίσιο με το οποίο η κυβέρνηση προσεγγίζει το θέμα». Στη συνέχεια επαναλαμβάνεται η γνωστή σαπουνόφουσκα περί χρηματοδότησης από το κράτος. «Στο πλαίσιο αυτό το κράτος ως τρίτος πόλος χρηματοδότησης θα στηρίξει με πρόσθετους πόρους το σύστημα, ώστε να διασφαλιστεί και να επιτευχθεί ο κοινωνικός χαρακτήρας και η αναδιανεμητική λειτουργία του». Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν η κυβέρνηση ανακοίνωνε τα αντιασφαλιστικά μέτρα στις 19 Απρίλη, με δηλώσεις του ο πρωθυπουργός είχε αναπτύξει το «γενικό πλαίσιο», στο οποίο μεταξύ άλλων έλεγε ότι «διασφαλίζεται ο τριμερής χαρακτήρας και η χρηματοδότηση του δημοσίου».
Η επανάληψη λοιπόν αυτής της «γενικής αρχής», μόνο σαν κακόγουστο αστείο μπορεί να ηχήσει σήμερα, ύστερα μάλιστα από τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις των εργαζομένων και τη ρητή τους εντολή για απόρριψη των μέτρων, αλλά και του «κοινωνικού διαλόγου». Αλλωστε, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος βλέπει σ' αυτή τη συνάντηση την αρχή του διαλόγου. Ο Δ. Ρέππας σκιαγράφησε χτες και τις φάσεις του διαλόγου. Ως πρώτη φάση - είπε - είναι η συγκρότηση μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων και από τις δύο πλευρές, έχοντας ως βάση τη μελέτη του βρετανικού οίκου και την αντίστοιχη της ΓΣΕΕ.
Το γεγονός ότι και ο υπουργός Εργασίας Τ. Γιαννίτσης επαναφέρει - σε συνέντευξή του - τη μελέτη των Βρετανών, η οποία «θα αποτελέσει αντικείμενο αναλυτικής διερεύνησης», δείχνει ότι η κυβέρνηση επιμένει στους στόχους της και προσπαθεί να βάλει από το «παράθυρο» του «κοινωνικού διαλόγου» τα σχέδια αυτά, που οι εργαζόμενοι απέρριψαν στους δρόμους του αγώνα. Η επιμονή των κυβερνητικών στελεχών στη μελέτη του αγγλικού οίκου δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία. Ισα -ίσα η κυβέρνηση σπεύδει να οριοθετήσει «το πλαίσιο» εκείνο πάνω στο οποίο στηρίχτηκαν τ' αντιασφαλιστικά μέτρα, ως βάση συζήτησης και να επαναφέρει την ίδια προβληματική που αναπόφευκτα θα καταλήξει στις ίδιες ή παρεμφερείς προτάσεις - «λύσεις».
Μάλιστα η Α. Διαμαντοπούλου, επίτροπος της Ελλάδας στην ΕΕ και πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, μιλώντας με τον «ευρωπαϊκό αέρα» γίνεται ακόμα πιο αποκαλυπτική. Σε συνέντευξή της στο χτεσινό φύλλο των «Νέων» ξεκαθαρίζει πως «στοιχεία της λύσης - του ασφαλιστικού - είναι η αύξηση των ορίων στην ηλικία συνταξιοδότησης και η μείωση των συντάξεων».
Στην επιστολή του υπουργού Εργασίας ανταποκρίθηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χr. Πολυζωγόπουλος, ο οποίος δήλωσε ότι εντός του επόμενου δεκαημέρου η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί. Ο δε γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ Γ. Μανώλης υποστήριξε ότι «για λόγους ευγενείας δε θα αρνηθούμε τη συνάντηση».
Στο μεταξύ συνεδριάζει αύριο η ΕΕ της ΓΣΕΕ για να εξετάσει τις τελευταίες εξελίξεις. Ηδη με επιστολή τους προς τη διοίκηση της ΓΣΕΕ, δέκα μέλη της από την παράταξη της ΔΑΣ και στελέχη του ΠΑΜΕ καλούν τη Συνομοσπονδία σε κλιμάκωση των αγώνων και επαγρύπνηση. Συγκεκριμένα, τα στελέχη της ΔΑΣ προτείνουν την κήρυξη νέας 24ωρης πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας, μέσα στον Ιούνιο και συντονισμό των Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών για νέες αγωνιστικές πρωτοβουλίες, με απεργίες, συλλαλητήρια, στάσεις εργασίας. Οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ καλούν τα συνδικάτα να πάρουν μέτρα για την οργάνωση του αγώνα, με περιοδείες, γενικές συνελεύσεις, συγκρότηση Επιτροπών Αγώνα και να βρίσκονται σε ετοιμότητα.
Να μη δεχτεί κανένα στημένο διάλογο καλεί τη ΓΣΕΕ και η Ομοσπονδία Συλλόγων Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων Ελλάδας (ΟΣΝΙΕ) και να κλιμακώσει τον αγώνα με νέες απεργιακές εκδηλώσεις. Η Ομοσπονδία καλεί τους εργαζόμενους και τα σωματεία μέλη της να είναι σε άμεση ετοιμότητα, ώστε να μπορούν να δώσουν και νέα απάντηση άμεσα.