Επιστολή του Κέντρου προς «Ρ», για δημοσίευμα που κατήγγειλε ότι ο ιδιοκτήτης Γ. Αποστολόπουλος έταξε μίζες 10% στους γιατρούς που θα έστελναν ασθενείς στο νοσοκομείο
Κουβέντα για την ταμπακέρα - δηλαδή τη μίζα - δεν περιέχει η απαντητική επιστολή του υπευθύνου Τύπου του Ιατρικού Κέντρου για δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» με την καταγγελία γιατρού ότι ο πρόεδρος του Ομίλου του Ιατρικού Κέντρου Γ. Αποστολόπουλος κάλεσε δημόσια τους γιατρούς να στέλνουν ασθενείς στο Ιατρικό Διαβαλκανικό Κέντρο Θεσσαλονίκης με μίζα 10% επί της συνολικής αμοιβής.
Το δημοσίευμα του «Ρ» στηρίχτηκε σε τρισέλιδη έγγραφη καταγγελία του Θεόδωρου Σδούκου, μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Ενωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης. Ο Θ. Σδούκος στις 14.3.2001 παραβρέθηκε, όπως αναφέρει στην καταγγελία του, μαζί με άλλους συναδέλφους του - και μετά από πρόσκληση του προέδρου του Ομίλου Γ. Αποστολόπουλου - σε συνάντηση ενημέρωσης και γνωριμίας.
Εκτός του ότι δεν απαντά στο κρίσιμο ζήτημα της μίζας, στην επιστολή επιχειρείται και η συνενοχή του Θ. Σδούκου, με την έκφραση ευχαριστιών για «τη συμμετοχή στις επαγγελματικές εντός του Κέντρου συναντήσεις». Βέβαια, ο συνδικαλιστής στην καταγγελία του ξεκαθάρισε με υπογραμμίσεις ότι πήγε να διαπιστώσει αν, όπως είχε ακούσει και σε άλλες τέτοιες συναντήσεις, «ο κ. Αποστολόπουλος είχε πει ανοιχτά ότι όποιος στείλει περιστατικό στο Διαβαλκανικό θα εισπράξει το 10% της συνολικής αμοιβής που θα πληρώσει ο άρρωστος στο νοσοκομείο!».
«Αποφάσισα λοιπόν να παρευρεθώ στη συνάντηση για να διαπιστώσω αν και αυτή τη φορά ο κ. Αποστολόπουλος θα επαναλάβει τα ίδια που εμφανώς είναι μια δημόσια προσπάθεια χρηματισμού και εκμαυλισμού συνειδήσεων του ιατρικού σώματος, που πιθανότατα εμπίπτει στο κοινό ποινικό δίκαιο» ανέφερε ο Θ. Σδούκος και στη συνέχεια κατήγγειλε: «Δεν παρέλειψε (ο κ. Αποστολόπουλος)να μας υπενθυμίσει ότι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης είναι το ίδιο οικονομικά εύρωστοι με τους πολίτες των Αθηνών (που έχουν συνηθίσει να πληρώνουν γερά) και επομένως δε συντρέχει λόγος οι τιμές να πέφτουν στην πόλη μας. Τέλος, μας κάλεσε όλους, ανεξάρτητα αν δουλεύουμε στον ιδιωτικό ή το δημόσιο τομέα, να γίνουμε συνεργάτες του ιδρύματος κι επανέλαβε πράγματι ότι το 10% ισχύει. Διδάσκοντας νέα ήθη, είπε ότι αυτός προτιμάει να τα λέει ανοιχτά αντί να κρύβεται».
Αυτά τα αποσπάσματα - καθώς και άλλα εκτενέστερα απ' την επιστολή του Θ. Σδούκου - παρακάμπτονται εντελώς στην επιστολή που φέρει ημερομηνία 28.3.2001 και την υπογράφει ο Στέλιος Πουλάκης, υπεύθυνος Τύπου του Ομίλου.
Ολόκληρη η απάντηση έχει ως εξής:
Στο έγκριτο φύλλο της εφημερίδας σας της 27-3-2001 δημοσιεύτηκε κείμενο με τίτλο "Επιτυχίες χάρη στις μίζες", το οποίο αναμφισβήτητα πλήττει το κύρος της μονάδας μας. Ο αγαπητός κ. Θ. Σδούκος, τον οποίον ευχαριστούμε για τη συμμετοχή του στις επαγγελματικές εντός του Κέντρου συναντήσεις, εντελώς άδικα μας καταγγέλλει ως δήθεν πηγή διαφθοράς. Δε διαφθείρουμε, αλλά με τη σύμπραξη οκτακοσίων (800) εργαζομένων, ανθρώπων του μόχθου και της πάλης δημιουργούμε προϋποθέσεις ζωής, ελπίδας και προκοπής. Ο κ. Σδούκος έχει ψηλαφίσει τις κοινωνικές μας ευαισθησίες και έχει αφουγκραστεί τον απόηχο της αρμονικής συνεργασίας μας με όλους όσοι ήρθαν κοντά μας. Η αναγνώριση τιμής στο απόλυτο δίκαιο της εργασίας είχε και έχει βάσεις και ερείσματα στην κοινωνική ηθική και το νόμο. Εργαζόμαστε και προσφέρουμε με διαύγεια, καθαρότητα και διαφάνεια.
Αυτά σε ελάχιστη αποκατάσταση της τιμής μας και προς αποφυγή λανθασμένων εντυπώσεων».