Κυριακή 21 Μάρτη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΓΥΝΑΙΚΑ
Πλευρές της ανισοτιμίας των εργαζόμενων γυναικών

Μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την επιτυχία του στόχου της ανασύνταξης που αποφάσισε η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη (6-7 Μάρτη 2010) για τα καθήκοντα του Κόμματος στην εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό της κίνημα είναι ο απεγκλωβισμός από την αστική πολιτική και τις μικροαστικές αντιλήψεις όσο το δυνατόν περισσότερων γυναικείων εργατικών, λαϊκών μαζών. Αυτό προϋποθέτει την ανάπτυξη σε όλους τους κρίκους του Κόμματος και του ταξικού εργατικού κινήματος μιας δουλειάς για τις εργαζόμενες που θα εξειδικεύει την πολιτική μας στη βάση της σύγχρονης έκφρασης των ανισοτιμιών που αντιμετωπίζουν και των γενικών, αλλά και ειδικών αντιλαϊκών μέτρων για τις εργαζόμενες που παίρνει η κυβέρνηση και συναινούν τα κόμματα του ευρωμονόδρομου.

Για την εξειδικευμένη δουλειά στις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, χρειάζεται να μελετήσουμε πώς εκφράζονται σήμερα οι διακρίσεις όχι για να τις περιγράψουμε, αλλά για να ενσωματώνουμε στο πλαίσιο πάλης μας τις αιτίες δημιουργίας τους. Δηλαδή, ποιος ωφελείται και ποιος χάνει απ' αυτές τις διακρίσεις. Να δείχνουμε κάτω από ποιες συνθήκες, με ποιον τρόπο και ποια είναι η λύση για την άρση της ανισοτιμίας των γυναικών, ενταγμένη στη γενικότερη πολιτική πάλη για ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος.


Ορισμένα ενδεικτικά και μόνο παραδείγματα έκφρασης της ανισοτιμίας των εργαζομένων γυναικών:

1. Η ανεργία, η μακροχρόνια ανεργία, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες και η υποαπασχόληση ή οι ελαστικές μορφές εργασίας είναι αυξημένες στις γυναίκες και στους νέους με σταδιακή τάση γενίκευσης. Αυτή η τάση είναι αντικειμενική αφού αυξάνεται γενικά ο τομέας των υπηρεσιών και μειώνεται η μεταποιητική βιομηχανία (λόγω της τεχνικής και τεχνολογικής εξέλιξης και της ανόδου της παραγωγικότητας). Ετσι οι γυναίκες και οι νέοι που εργάζονται σε μεγαλύτερο ποσοστό στον τομέα των υπηρεσιών («απασχόληση στην παροχή προσωπικών υπηρεσιών», οικιακές βοηθητικές υπηρεσίες, εμπόριο, διοικητικές υπηρεσίες, καθαριότητα, επισιτισμός, υγεία, παιδεία, τουρισμός, χρηματοπιστωτικό σύστημα) θα αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια πιο έντονα από σήμερα το πρόβλημα της μερικής απασχόλησης ή της υποαπασχόλησης. Για τις γυναίκες εργαζόμενες η εργασία μ' αυτές τις εργασιακές σχέσεις είναι μια αναγκαστική επιλογή λόγω μεγάλης ανεπάρκειας κρατικών δωρεάν δομών και υπηρεσιών για τη στήριξη της οικογένειας, η χαμηλή ποιότητα όσων υπάρχουν ή το αυξημένο κόστος των εμπορευματοποιημένων κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά και η μεγάλη διάρκεια του χρόνου εργασίας του συζύγου κ.ά.

2. Η άνιση αμοιβή μεταξύ ανδρών και γυναικών ανεξάρτητα από την τυπική εξίσωση στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Η απόκλιση ή η αναλογία υπολογίζεται πάντα με αφετηρία τα ωρομίσθια μεταξύ γυναικείου και ανδρικού εργατικού δυναμικού και σε διεθνές επίπεδο (ΟΟΣΑ) και στην ΕΕ.

Η ανισότητα αυτή παρουσιάζεται αφ' ενός γιατί στις θέσεις μερικής απασχόλησης και εν γένει ελαστικών μορφών εργασίας εργάζονται μαζικά γυναίκες και αφ' ετέρου ακόμα και στις θέσεις πλήρους απασχόλησης, οι γυναίκες εργάζονται με ωράρια μικρότερης διάρκειας κατά μέσο όρο από τους άντρες. Επίσης στα επαγγέλματα στα οποία συγκεντρώνονται περισσότερες γυναίκες οι μισθοί και τα μεροκάματα είναι χαμηλότερα από κλάδους και επαγγέλματα που υποαντιπροσωπεύονται οι γυναίκες.

Αλλος ένας παράγοντας είναι η σχετικά χαμηλότερη επαγγελματική εμπειρία των γυναικών, μιας και έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ασυνεχούς σταδιοδρομίας, κυρίως εξαιτίας των παιδιών.

Ολοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν και την ανέλιξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας που σχετίζεται και με την πολιτική μισθών.

Οι γυναίκες όταν έχουν χαμηλότερη επαγγελματική ειδίκευση, κυρίως στις ηλικίες από 35 χρονών και πάνω, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο σε σύγκριση με τους άνδρες να καταλάβουν μια χαμηλόμισθη θέση, ενώ ακόμα και όταν διαθέτουν υψηλό επίπεδο προσόντων, έχουν σπανιότερα πρόσβαση στις πιο καλοπληρωμένες θέσεις και λόγω του φόβου του εργοδότη ότι οι γυναίκες μετά τη γέννηση του παιδιού τους είτε θα εγκαταλείψουν την εργασία τους είτε θα δουλεύουν λιγότερες ώρες και με πτώση της παραγωγικότητάς τους, όπως ισχυρίζονται.

Επομένως, οι γυναίκες όχι μόνο αμείβονται συχνότερα από τους άνδρες με χαμηλούς μισθούς, αλλά επιπλέον για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό γίνεται πιο φανερό στις μονογονεϊκές οικογένειες (χήρες, διαζευγμένες, άγαμες μητέρες) και γι' αυτό είναι οι πρώτες στον κατάλογο του κινδύνου της φτώχειας.

Οι χαμηλοί μισθοί των γυναικών καθώς συγχωνεύονται στο οικογενειακό εισόδημα γίνονται λιγότερο ορατοί, γι' αυτό χρειάζεται να μπαίνουν συνδυασμένοι στόχοι πάλης στο πλαίσιο δράσης μας και γι' αυτή τη μορφή ανισότητας.

Το ιδεολόγημα, αλλά και τα πρακτικά μέτρα που χρησιμοποιούνται γι' αυτές και άλλες μορφές έκφρασης της ανισοτιμίας, από τις αστικές κυβερνήσεις και την ΕΕ, είναι: «Η συμφιλίωση, συνάρθρωση οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων». Αυτά πατάνε σε μια πραγματικότητα που την έχουν διαμορφώσει όμως οι ανάγκες του κεφαλαίου για διεύρυνση της κερδοφορίας του. Σ' αυτό όμως οι εργαζόμενες δεν μπορούν να βαθύνουν. Δεν μπορούν να καταλάβουν ποιος φταίει, ποια είναι η αιτία της άσχημης κατάστασης που αυτές βιώνουν. Ετσι θεωρούν δεδομένη μια κατάσταση, την πραγματικότητα, έχοντας μικρή κοινωνική εμπειρία, πιο ανώριμη πολιτική συνείδηση και οδηγούνται πιο εύκολα στη μοιρολατρία, τη συναίνεση, την ατομική λύση. Και όλα αυτά συμβαίνουν γιατί με το ιδεολογικό και πολιτικό μπαράζ, που με ιδιαίτερο τρόπο απευθύνει η αστική τάξη στις γυναίκες, τους έχουν περάσει ότι είναι προσωπική τους υπόθεση οι οικιακές και οικογενειακές υποχρεώσεις αφού η κρατική ευθύνη και υποχρέωση έχει μετατραπεί σε «ίσες ευκαιρίες», «ατομική ικανότητα», «οικογενειακή υποχρέωση».

Με αυτές λοιπόν τις εργασιακές σχέσεις, τις γενικότερες επιβαρυντικές συνθήκες δουλειάς, τους μειωμένους μισθούς και συντάξεις, τα συνεχή χτυπήματα στα συνταξιοδοτικά της δικαιώματα, τη διπλή βάρδια στο σπίτι, την ιδιαίτερη ιδεολογική, πολιτική και προπαγανδιστική δουλειά που κάνει η αστική τάξη, οι εργαζόμενες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από πολιτική και ιδεολογική διαφώτιση και ιδιαίτερη προσπάθεια ένταξης στην κοινωνική και πολιτική δράση. Αυτή ακριβώς είναι η δική μας ευθύνη πρώτα και κύρια ως Κόμμα.

Χρειάζεται να κατανοηθεί από όλους και όλες ολοκληρωμένα τι είναι το γυναικείο ζήτημα, από πού πηγάζει και σε ποιες συνθήκες μπορεί να λυθεί, έτσι που να μπορούμε να εξηγήσουμε αποδεικτικά και εκλαϊκευτικά στις εργαζόμενες: Πώς η ταξική εκμετάλλευση διαπλέκεται με τη φυλετική καταπίεση. Πώς η αντεργατική γενική πολιτική, αλλά και η εξειδίκευσή της για τις γυναίκες βαθαίνουν την ανισοτιμία της γιατί για το κεφάλαιο είναι μια πρόσθετη πηγή κέρδους. Πώς η πολιτική για τις γυναίκες των ρεφορμιστικών δυνάμεων στο κίνημα, ο φεμινισμός όχι μόνο δε λύνει ζητήματα της ανισότιμης θέσης των γυναικών, αλλά με την αντίθεση που προβάλλει ως αιτία της γυναικείας ανισοτιμίας, αυτή μεταξύ των γυναικών και ανδροκρατούμενης ή πατριαρχικής εξουσίας και κοινωνίας, αθωώνουν το εκμεταλλευτικό σύστημα. Αποπροσανατολίζουν την πάλη από τον κύριο αντίπαλο, που είναι το κεφάλαιο και η εξουσία του. Διασπούν την ενότητα της εργατικής τάξης, στρέφοντας ένα τμήμα της, τις εργατοϋπαλλήλους ενάντια στο άλλο, τους εργατοϋπαλλήλους. Σπέρνουν συγχύσεις για την κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης, της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, των αυτοαπασχολούμενων και μικρεμπόρων, του γυναικείου και νεολαιίστικου κινήματος με αντιμονοπωλιακό αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό. Προβάλλουν τη συμμαχία στη βάση του φύλου δηλαδή γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων με τις αστές να συμμαχήσουν ενάντια στους άνδρες ανεξαρτήτου τάξης. Λες και η πολιτική είναι ουδέτερη και δεν υπηρετεί ταξικά συμφέροντα.

Το Κόμμα μας ως πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, την οποία καθοδηγεί για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου, το σοσιαλισμό - κομμουνισμό, για την κοινωνική της απελευθέρωση, δεν μπορεί να φέρει σε πέρας αυτή την αποστολή χωρίς να παλεύει ταυτόχρονα και για την απελευθέρωση των εργαζόμενων γυναικών, για να ανοίξει ο δρόμος για την ισοτιμία τους.

Ιδιαίτερη είναι η συμβολή του εργατικού κινήματος με ταξικό προσανατολισμό, του ΠΑΜΕ, σ' αυτόν τον αγώνα των εργαζόμενων γυναικών. Οταν λέμε ότι τίποτα το καθημερινό, αυτό που βιώνει η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, για μας τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες δεν είναι ξένο, ότι το εντάσσουμε στην ταξική πάλη, δεν μπορούμε, δε μας επιτρέπεται από τη θεωρία μας, την πολιτική μας, από την πρακτική μας, αλλά και από την ιστορία μας να αφήνουμε έξω από τη δράση μας τα προβλήματα των εργαζόμενων γυναικών, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων, των αγροτισσών, των νέων γυναικών και ζευγαριών, των γυναικών της τρίτης ηλικίας. Η προσπάθεια για υπερνίκηση των αδυναμιών μας και σ' αυτό το ζήτημα θα είναι ιδιαίτερη συμβολή για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Είμαστε σήμερα πιο ώριμοι. Εχουμε εμπειρία. Εχουμε στρατηγική και πολιτική που απαντάει στο σήμερα και ανοίγει το δρόμο της προοπτικής, της δημιουργίας του ΑΑΔΜ που παλεύει για την εργατική - λαϊκή εξουσία και οικονομία, το σοσιαλισμό.


Της
Μαρίας ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ*
*Η Μαρία Λαμπρινού είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ