Κυριακή 8 Νοέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΑ ΤΕΛΗ
Στόχος πάλης η κατάργηση των φόρων που επιβάλλουν οι δήμοι

Τον Οκτώβρη κάθε χρόνου συζητείται στα Δημοτικά Συμβούλια και καθορίζεται το ύψος των λεγόμενων ανταποδοτικών τελών που θα ισχύσουν την επόμενη χρονιά και αφορούν την καθαριότητα (περισυλλογή διάθεση των απορριμμάτων), τον ηλεκτροφωτισμό κοινοχρήστων χώρων αλλά και άλλα τέλη. Είναι βασικό στοιχείο της σύνταξης του προϋπολογισμού που ακολουθεί αφού αποτελεί μεγάλο μέρος των εσόδων του. Τα έσοδα των δήμων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό είναι συνήθως κάτω του 30% ενώ οι φόροι και τα τέλη αποτελούν το 70% και πάνω του προϋπολογισμού ενός δήμου. Τα ανταποδοτικά τέλη είναι έμμεση φορολογία, δηλαδή μορφή της πιο αντιλαϊκής φορολογίας.

Τα ανταποδοτικά τέλη θεσπίστηκαν το 1958. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν ψηφιστεί μια σειρά νόμοι που τα έχουν διαφοροποιήσει και επεκτείνει. Σήμερα η πλειονότητα των δραστηριοτήτων της ΤΑ λειτουργεί «ανταποδοτικά».

Υπάρχουν πολλά είδη δημοτικών τελών και φόρων. Ενδεικτικά αναφέρουμε:

Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, ύδρευσης, «κατάληψης κοινόχρηστων χώρων», στάθμευσης αυτοκινήτων, έκδοσης οικοδομικών αδειών, 0,5% (φόρος παρεπιδημούντων) και δεκάδες άλλα.

Συνεχώς επεκτείνεται η «ανταποδοτικότητα» σε κάθε παρεχόμενη υπηρεσία (αθλητισμός, πολιτισμός, πρόνοια, κλπ.) της ΤΑ αφού λειτουργεί στην κατεύθυνση εμπορευματοποίησής τους, σύμφωνα με την πολιτική όλων των κυβερνήσεων τόσο της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ, που κωδικοποιείται στη θέση τους:

«Η σχέση ΤΑ και των χρηστών των υπηρεσιών της δεν πρέπει να βαρύνει το κράτος».

Δηλαδή, διευρύνεται η αρμοδιότητα να επιβάλλονται πρόσθετοι τοπικοί φόροι και τέλη στους δημότες για κάθε έργο ή υπηρεσία που «συμβάλλει στην ανάπτυξη της περιοχής, εξυπηρετεί το δημότη ή προστατεύει το περιβάλλον», όπως ισχυρίζονται.

Αυτή ακριβώς η κατεύθυνση καταγράφεται στην παρ. 14 του άρθρου 25 του νόμου 1828/89 (της τότε κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ) με τον οποίο καθορίστηκαν οι πόροι της ΤΑ που τόσο πολύ προπαγανδίστηκαν, που αποτέλεσε το βάθρο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η επιβολή νέας τοπικής φορολογικής αφαίμαξης.

Η κατεύθυνση αυτή κατοχυρώθηκε και συνταγματικά. Με την αναθεώρηση του άρθρου 102 του Συντάγματος που έγινε το 2001, η κυβέρνηση ουσιαστικά αποδεσμεύτηκε από την υποχρέωση να εξασφαλίζει τους πόρους της ΤΑ (όπως προβλέπονταν στο παλαιό Σύνταγμα) και δεσμεύτηκε απλά να παίρνει μέτρα για την εξασφάλιση των οικονομικών της ΤΑ. Μεταξύ αυτών, για πρώτη φορά και συνταγματικά θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα είσπραξης τοπικών εσόδων στη βάση νομοθετικών ρυθμίσεων.

Παράλληλα, θεσμοθετήθηκε η υποχρεωτική μεταφορά αρμοδιοτήτων στην ΤΑ και η αναγκαστική υλοποίησή της.

Η «επιβολή» γίνεται για τους λίγους που αντιστέκονται αφού η συντριπτική πλειοψηφία των δυνάμεων της ΤΑ (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ) συμφωνούν σε αυτή την κατεύθυνση.

Σε περίπτωση που κάποιος δήμαρχος αρνείται την εφαρμογή τότε αυτή ανατίθεται από τον Περιφερειάρχη σε άλλα όργανα του κράτους για την υλοποίησή της (π.χ. μπορεί να ανατεθεί η υλοποίηση μεταφερόμενης αρμοδιότητας σε δημόσιο υπάλληλο (άρθρο 137 παρ. 1 ΔΚΚ).

Η τακτική που ακολουθούν οι δήμαρχοι που στηρίχθηκαν από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ αλλά και ΣΥΝ

Από κοινού στήριξαν στα συλλογικά όργανα της ΤΑ (ΤΕΔΚ, ΚΕΔΚΕ και ΕΝΑΕ) την εφαρμογή της τοπικής φορολογίας. Δικαιολογούν αυτή την επιλογή τους στο όνομα της οικονομικής «αυτοτέλειας» της ΤΑ και προτείνουν τη «φορολογική εξουσία» της ΤΑ, δηλαδή να διαχειρίζεται φόρους:

Θέλουν να πείσουν ότι οι δημότες πρέπει να πληρώσουν ξανά για υπηρεσίες που έχουν πληρώσει ήδη μέσα από την αντιλαϊκή φορολογία.

Καλλιεργούν τη συνείδηση στους εργαζόμενους ότι για να έχουν καλύτερες υπηρεσίες πρέπει να πληρώσουν περισσότερα.

Στη βάση αυτή δε διεκδικούν την αύξηση των εξευτελιστικών πόρων της ΤΑ από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Δε διεκδικούν τους αυθαίρετα παρακρατημένους πόρους αλλά με αποφάσεις τους, χαρίζουν τεράστια ποσά (πάνω από 10 δισ. ευρώ), που προορίζονται για έργα και υπηρεσίες για το λαό. Πλειοδοτούν υπέρ της «οικονομικής αυτοτέλειας» της ΤΑ από το κράτος, αποδέχονται μόνο στη βάση πρόσθετης επιβάρυνσης των εργαζομένων. Αυτό αποδεικνύεται από την αποδοχή του περιορισμού της λεγόμενης «αυτοτέλειας με τα επιχειρησιακά προγράμματα, το πρόγραμμα «Θησέας», τους όρους ένταξής τους στο ΕΣΠΑ, που αποτελούν κεντρικό κυβερνητικό σχεδιασμό, έλεγχο και καθοδήγηση, εναρμονισμένα πλήρως στους άξονες του ευρωκοινοτικού σχεδιασμού, με σκοπό τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και την αύξηση της κερδοφορίας του (όπως π.χ. μέσω των ΣΔΙΤ, κλπ.).

Παράλληλα, κρύβουν ότι όπου εφαρμόστηκε αυτή η «αυτοτέλεια», στην Παιδεία, στην Υγεία, στην Πρόνοια, στη Διοίκηση, στα ασφαλιστικά ταμεία, το αποτέλεσμα έφερε δραστική αύξηση της επιβάρυνσης των εργαζομένων για τις υπηρεσίες αυτές και οδήγησε στην περαιτέρω διάσπαση του δημόσιου ενιαίου χαρακτήρα τους.

Επίσης, προβάλλουν την «ανταποδοτικότητα» ως αναγκαία και δίκαιη ανταλλαγή για την ικανοποίηση υψηλότερης ποιότητας υπηρεσιών. Υποστηρίζουν ότι έτσι ικανοποιείται το κριτήριο της «αντιληπτικότητας» του δημότη, δηλαδή να καταλάβει ο εργαζόμενος ότι για κάθε υπηρεσία υπάρχει φόρος ή τέλος, που το ύψος του θα είναι ανάλογο της ποιότητάς της και δεν πρέπει να ζητά δωρεάν υπηρεσίες.

Πρόκειται για εμπορευματική αντίληψη σε σχέση με βασικές λαϊκές ανάγκες, για τις οποίες έχουν ήδη πολλά πληρώσει οι λαϊκές δυνάμεις με τους άμεσους και κυρίως τους έμμεσους φόρους.

Παράλληλα, αποδέχονται και συναινούν στην διάθεση των πόρων της ΤΑ για άλλους σκοπούς όπως έγινε πχ. την περίοδο του προγράμματος σύγκλισης, όπου η ΚΕΔΚΕ συμφώνησε να παραχωρήσει 10 δις δρχ από την κρατική χρηματοδότηση για να επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος σύγκλισης (κυβέρνηση Σημίτη, πρόεδρος ΚΕΔΚΕ, Δημ. Αβραμόπουλος) ή για διάφορα προγράμματα όπως βοήθεια στο σπίτι, συντήρηση σχολείων, πολιτική προστασία, Δημοτική Αστυνομία, κλπ., αλλά και σήμερα με την παραχώρηση τεράστιων ποσών από τα παρακρατηθέντα.

Ακόμη χειρότερα, η συντριπτική πλειοψηφία των δήμων, διαθέτει πόρους που συγκεντρώνονται μέσω ανταποδοτικών τελών σε άλλες δράσεις, δηλαδή χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς από αυτούς για τους οποίους εισπράττονται. Κι αυτό γίνεται και με καθοδήγηση των κυβερνήσεων, που καθορίζουν το πώς θα μεταφέρονται σε άλλους τομείς αυτά τα χρήματα. Ετσι με εγκυκλίους δίνουν τη δυνατότητα μεταφοράς μέρους των χρημάτων σε άλλους τομείς αλλά και πώς ακόμη και λογιστικά δε θα εμφανίζονται καθαρά τα έσοδα και οι δαπάνες γι' αυτά.

Η θέση του ΚΚΕ

Η κατάργηση των ανταποδοτικών τελών αποτελεί στόχο πάλης και συνδέεται με σειρά άλλων στόχων πάλης όπως η αύξηση της χρηματοδότησης της ΤΑ από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, για την ικανοποίηση πλήρως των λαϊκών αναγκών. Η εφαρμογή ενός φιλολαϊκού φορολογικού συστήματος, και άλλα, όπως η πάλη ενάντια στη μείωση τις τιμής της εργατικής δύναμης.

Είμαστε υπέρ του να καταργηθούν τα ανταποδοτικά τέλη γιατί:

  • είναι έμμεση φορολογία, δηλαδή αντιλαϊκή
  • προωθούν την αντιδραστική λογική: «ο χρήστης πληρώνει»
  • οξύνει την ανισομετρία ανάμεσα σε πλούσιες (αστικές) και φτωχές (λαϊκές περιοχές)
  • οξύνει την κοινωνική ανισότητα. Οποιος δεν μπορεί να πληρώσει δε θα έχει υπηρεσίες ή θα έχει υποβαθμισμένες

Στις σημερινές συνθήκες κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, τη στιγμή που χαρίζονται 28 δισ. ευρώ στις τράπεζες και το μεγάλο κεφάλαιο, που η ΤΑ χαρίζει 10 δισ. από τους πόρους της που θα ανακούφιζαν τους εργαζόμενους, η κατάργηση της ανταποδοτικότητας, δηλαδή των πληρωμών των κοινωνικών υπηρεσιών, η μείωση ή τουλάχιστον το πάγωμα του ύψους των ανταποδοτικών τελών (καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού) αποτελεί μέρος της γενικότερης προσπάθειας για ανακούφιση των εργαζομένων.

Στην κατεύθυνση κατάργησης των ανταποδοτικών τελών, σήμερα παλεύουμε να μειωθούν τα αντισταθμιστικά τέλη που πληρώνουν οι Δήμοι στον ΕΣΔΚΝΑ (ενιαίο σύνδεσμο Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής) από το 4,4% που είναι σήμερα στο 1,5% των τακτικών τους εσόδων.

Είναι φανερό ότι πρέπει όχι μόνο να αποκαλύψουμε και να καταγγείλουμε την πρακτική γύρω από τα ανταποδοτικά τέλη, αλλά και να ενημερώσουμε το λαό να αντιταχθεί έμπρακτα. Απαίτηση του λαϊκού κινήματος πρέπει να είναι η κατάργηση κάθε τέλους ή φόρου σε Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, Αθλητισμό, Πολιτισμό, δηλαδή κατάργηση κάθε είδους συμμετοχής των εργαζομένων σε «τροφεία» των παιδικών σταθμών, σε δραστηριότητες αθλητισμού πολιτισμού, καλλιτεχνικής παιδείας (ωδεία κλπ). Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή οποιαδήποτε αύξηση αλλά αντίθετα απαιτείται μείωση ή τουλάχιστον πάγωμα των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας, ηλεκτροφωτισμού.

Σε πολλούς δήμους εφαρμόζεται η πρακτική παρεμβάσεων, π.χ. διαχωρισμού με δήθεν ελάφρυνση των λαϊκών στρωμάτων και επιβολή αυξημένων σε μεγαλοϊδιοκτησίες, όπως εμπορικά κέντρα, τράπεζες, πολυτελή γραφεία, βιομηχανίες, σούπερ μάρκετ κλπ. Μια τέτοια πρακτική ενώ εμφανίζεται ως φιλολαϊκή, δεν πρέπει όμως να μας αποπροσανατολίζει. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι μειώσεις είναι ψευδεπίγραφες, αφού ήδη τα εισπραττόμενα είναι τεράστια και η μείωση ουσιαστικά δεν υφίσταται. Εμείς ζητάμε οι μειώσεις να είναι μεγάλες και πραγματικές μέχρι την κατάργησή τους και όχι να περιορίζονται σε μικρές κατηγορίες ανθρώπων.

Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στους «Καποδιστριακούς» Δήμους. Σε αυτούς και ιδιαίτερα στους μικρούς δήμους και κοινότητες που συνενώθηκαν τα ανταποδοτικά τέλη πολλαπλασιάστηκαν. Οι υπηρεσίες καθαριότητας υλοποιούνται από ιδιώτες, κατάσταση που επιχειρείται να διαιωνιστεί. Οι υποδομές, για την συλλογή (μηχανική αποκομιδή, σταθμοί μεταφόρτωσης), τη δημιουργία ολοκληρωμένων εγκαταστάσεων διαχείρισης απορριμμάτων, την ανακύκλωση, είναι ανύπαρκτες. Οι συνθήκες εργασίας και οι εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων σε αυτούς τους τομείς είναι απαράδεκτες.

Πρέπει να μην εφησυχάσουμε αλλά να αναδείξουμε το πρόβλημα των ανταποδοτικών τελών που ήδη εξαπλώνεται σε όλους σχεδόν τους δήμους και σε όλες τις υπηρεσίες τους (παιδικοί σταθμοί, αθλητικά κέντρα, ΚΑΠΗ, κλπ.).

Να αναδείξουμε τη δική μας άποψη για την οργάνωση της οικονομίας και τη διεύθυνση της κοινωνίας, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, με κίνητρο και επομένως σχεδιασμό, τις λαϊκές ανάγκες.


Α.Δ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ