Συγκεκριμένα, όπως ανακοινώθηκε από το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ, οι βιομηχανικές παραγγελίες τον περασμένο Αύγουστο σημείωσαν πτώση κατά 4%. Η πτώση αυτή σε συνδυασμό με τις μειωμένες προσδοκίες των επιχειρήσεων έρχεται να επιβεβαιώσει ότι οι επιπτώσεις της κρίσης στη βιομηχανία είναι αισθητές, χωρίς προοπτική άμεσης βελτίωσης της κατάστασης. Ενα στοιχείο που προσδιορίζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης είναι ότι η πτώση των βιομηχανικών παραγγελιών οφείλεται κυρίως στην πτώση παραγγελιών για μέταλλα, μηχανολογικό εξοπλισμό και οχήματα. Στην ανακοίνωση του υπουργείου Εμπορίου αναφέρεται ότι οι παραγγελίες για διαρκή αγαθά σημείωσαν πτώση 4,8%, ενώ οι παραγγελίες για μη διαρκή αγαθά υποχώρησαν κατά 3,3%.
Στο μεταξύ, στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων επτά ετών παρέμειναν οι εβδομαδιαίες αιτήσεις για χορήγηση επιδόματος ανεργίας στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας. Ειδικότερα, την εβδομάδα μέχρι τις 27 Σεπτέμβρη, οι νέες αιτήσεις αυξήθηκαν στις 497.000, το υψηλότερο επίπεδο από το Σεπτέμβριο του 2001. Ενα στοιχείο που υπογραμμίζει τις επιπτώσεις και στην απασχόληση, κρίσιμο δείκτη για τη γενική κατάσταση της οικονομίας.
Ενώ, λοιπόν, το Χρηματιστήριο της Γουόλ Στριτ «άνοιξε» με ανοδικές τάσεις, οι δύο ανακοινώσεις προκάλεσαν ενδοσυνεδριακή πτώση του «Dow Jones» κατά 4%, ακυρώνοντας την όποια αισιοδοξία προκάλεσε η έγκριση από τη Γερουσία του σχεδίου για τη διάθεση 700 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην επιχείρηση σωτηρίας των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Το ίδιο το κεφάλαιο, οι κάτοχοι και οι διαχειριστές του, έδειξε ότι δεν πιστεύει τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης Μπους για το πραγματικό μέγεθος της κρίσης. Θέλει κι άλλα, πολύ περισσότερα.
Στο πνεύμα αυτό, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σημειώνει, στην έκθεσή του για τα αίτια της σημερινής κρίσης: «Μπορεί η οικονομική κατάσταση στις ΗΠΑ να εξελιχθεί ακόμα πιο άσχημα». Ενώ διαπιστώνει: «Επομένως, προκύπτει η ανάγκη το Δημόσιο να προικοδοτεί τις αγορές σε μεγάλο βαθμό με χρήμα, κάνοντας μια ενεργητική παρέμβαση στα οικονομικά δρώμενα».
Από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, μέσα σε κλίμα έντονης αβεβαιότητας για το μέγεθος και το χαρακτήρα της κρίσης στην οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο προεδρεύων Νικολά Σαρκοζί συγκαλεί έκτακτη συνάντηση Γαλλίας, Γερμανίας, Βρετανίας, Ιταλίας (των τεσσάρων κρατών-μελών της ΕΕ που συμμετέχουν στο G8) για να καταστρώσουν κοινό σχέδιο αντιμετώπισης της κατάστασης. Κατά τα άλλα, το Διευθυντήριο της ΕΕ (διά στόματος Μπαρόζο) επιμένει ότι «οι μεταρρυθμίσεις (σ.σ. δηλαδή η ένταση της επίθεσης κατά του εισοδήματος και των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης) θα κρίνουν το βαθμό αντοχής της οικονομίας».