Ενας θεσμός γενικά χρήσιμος, αλλά ταυτόχρονα βαθύτατα προβληματικός, ήταν πάντα οι Επιθεωρήσεις Εργασίας. Χρήσιμος, γιατί συνιστά έναν διοικητικό ελεγκτικό μηχανισμό, που σκοπό έχει - βάσει του ιδρυτικού του νόμου - να μεριμνά για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας, παρεμβαίνοντας προς αυτή την κατεύθυνση με ελέγχους, συστάσεις ή και κυρώσεις προς τους παρανομούντες εργοδότες. Προβληματικός, λόγω της ελλιπέστατης στελέχωσης και υλικοτεχνικής υποδομής για να ανταποκριθεί σε ένα τόσο σημαντικό έργο, της απόλυτης εξάρτησης από κυβερνήσεις, που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για τον εργαζόμενο άνθρωπο, των "στεγανών" που πάντα διατήρησε απέναντι στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά και των ανοιχτών καναλιών "επικοινωνίας", ακόμα και διαπλοκής, με την πλευρά της εργοδοσίας, παρά τις όποιες εξαιρέσεις. Η όποια θετική "απόδοση" και αυτού του Σώματος εξαρτήθηκε πάντα από την πίεση που δέχτηκε από τα συνδικάτα και τους ίδιους τους εργαζόμενους. Με άλλα λόγια, όπου υπήρχε στρίμωγμα, όπου υπήρχαν τεκμηριωμένες καταγγελίες και στοιχεία που μάζευαν με τους δικούς τους ελέγχους τα συνδικάτα και τα μέλη τους, όπου υπήρχαν αγώνες, τότε έκανε πού και πού και η Επιθεώρηση το "θαύμα" της. Ακόμα και οι εκάστοτε υπουργοί Εργασίας συχνά - πυκνά ομολογούσαν ότι ο θεσμός "μπάζει" και επαγγέλλονταν τη... βελτίωσή του.
Παρ' όλα αυτά, για τους εργοδότες και για τις κυβερνήσεις που υπηρετούν τα συμφέροντά τους, ο καλύτερος έλεγχος είναι ο έλεγχος που δε γίνεται. Ιδιαίτερα στις μέρες μας. Οπου κοινός στόχος τους είναι η επαναφορά σε έναν εργασιακό Μεσαίωνα και η μετατροπή των εργασιακών χώρων κυριολεκτικά σε ξέφραγα αμπέλια. Οπου η κυβέρνηση ήρθε, διά νόμου, να θέσει υπό κατάργηση το σταθερό ωράριο και τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, επεκτείνοντας τη μερική απασχόληση και το ωρομίσθιο. Οπου η "μαύρη", ανασφάλιστη, εργασία έχει πάρει διαστάσεις μάστιγας. Οπου τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας έχουν χαλαρώσει δραματικά, με αποτέλεσμα την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων. Οπου ο αυταρχισμός της εργοδοσίας γνωρίζει κυριολεκτικά μέρες δόξας. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και αυτός ο κολοβός μηχανισμός των Επιθεωρήσεων Εργασίας πάει από το κακό στο χειρότερο και μάλιστα στο όνομα της... αναδιάρθρωσής του. Η... αναδιάρθρωση, που έγινε διά της ένταξης των Επιθεωρήσεων στις αρμοδιότητες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, σήμανε τη ραγδαία υποβάθμισή τους. Οχι βέβαια γιατί έφταιγε αυτή καθαυτή η αλλαγή, αλλά γιατί χρησιμοποιήθηκε σαν μια ευκαιρία για να δοθεί ένα δραστικό χτύπημα σε κάθε υποψία ελέγχου της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Ωσπου ήρθε η νέα... αναδιάρθρωση διά της επαναφοράς του θεσμού στο υπουργείο Εργασίας και διά της αναβάπτισής του σε "Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας", όπως προβλέπεται σε διατάξεις του αντεργατικού νόμου 2639/98, με τον οποίο η κυβέρνηση ήρθε να θεσμοθετήσει την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων. Και επειδή οι διατάξεις ενός τέτοιου νόμου δεν μπορεί παρά να έχουν ενότητα και συνέπεια στόχων, η κυβέρνηση ήρθε να δώσει ουσιαστικά τη χαριστική βολή στην αποστολή και στο έργο των Επιθεωρήσεων Εργασίας. Να αφήσει ακόμα και ολόκληρες βιομηχανικές ζώνες και περιοχές, όπως Οινόφυτα - Σχηματάρι, Πέραμα κ.ά., χωρίς καν Επιθεωρήσεις Εργασίας! Η προχτεσινή εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας προς τους υπαλλήλους της... νέας Επιθεώρησης δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το μέγεθος της αποδιάρθρωσης που υπηρετεί η "αναδιάρθρωση", ακόμα και όταν αυτή συντελείται σε βάρος της υγείας, της ακεραιότητας και της ίδιας της ζωής των εργαζομένων.